Τα σχολεία άνοιξαν και μοσχομύρισαν χαμόγελα. Οι αυλές αντήχησαν από τις φωνές των παιδιών. Καιρός να δούμε κάποια ποιήματα για το σπίτι της καρδιάς μας!
Το σχολείον του χωρίου-ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
I.
Συναυλία τις με φθάνει, αρμονία γλυκυτάτη...
Κεφαλάς παιδίων βλέπω, βλέπω οίκημα σχολείου...
Της αμάξης σου τον δρόμον, αγαθέ μου φίλε, κράτει
ω, μαγεύει την ψυχήν μου το σχολείον του χωρίου!
Συναισθάνομαι βαθείας και γλυκείας συγκινήσεις,
όταν βλέπω τα παιδία, τας πληθύας του σχολείου...
Μη μαγεύομαι διότι μ’ έρχονται αι αναμνήσεις
της μικράς μου αλφαβήτου και του αγνοτάτου βίου;
Είν’ αυτό και μόνον; Όχι όπου αν σας διακρίνει,
αν μικρά μου μετά πόθου η ψυχή μου σας θωπεύει,
εις χρυσών ελπίδων κόσμον ομού αύτη ένθους κλίνει.
Και ιδού υμών η θέα διατί εμέ μαγεύει.
II.
Μετ’ ολίγους έτι χρόνους τα πτωχά αυτά παιδία
εις τον δύσζηλον αγώνα της ζωής θ’ αποδυθώσι,
άλλα θέλει αμειλίχως αφανίσ’ η δυστυχία,
άλλα θέλει χρυσή μοίρα και νεότης στεφανώσει.
Εάν σήμερον το ράκος και το δάκρ’ είναι στολή των,
ποίος αύριον γνωρίζει, εκ του κύκλου των ωραίος
μη φανεί τις αίφνης ήρως, στρατηγός των ανικήτων,
δάφνη του μικρού χωρίου, της Ελλάδος όλης κλέος;
Ποίος αύριον γνωρίζει εκ της χαρωπής πληθύος,
ήτις σήμερον ευφώνως ατακτεί, σκιρτά, μανθάνει,
μη αν αίφνης ανατείλει νους διάφωτος και Θείος
άστρον της καλής Ελλάδος, χρυσού μέλλοντος σκαπάνη;
Θάρρος, φίλοι μου ο κόσμος είναι μοίρα των κρειττόνων
κ’ ήρχισαν πολλάκις ούτοι την ζωήν των ρακενδύται...
Αύριον οι άνδρες όλοι κλίνουσι δια τον χρόνον
κ’ η πατρίς αυτής ηγέτας καλεί σας. Ετοιμασθείτε!
III.
Ο Θεός γλυκύς φρουρός της, ο Θεός να ευλογήσει
την καρδίαν, ήτις ήλθεν ως ηγέτης του σχολείου
και φωτίζει τα παιδία και ως όρνις περιπτύσσει.
- Πώς λατρεύει η ψυχή μου το σχολείον του χωρίου!
Πηγή:Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Εκδόσεις Ναυτίλος,1995
Το κρυφό σχολειό-ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ
(Κάτω απ’ τον πίνακα του Γκύζη)
Απ’ έξω μαυροφόρ’ απελπισιά,
πικρής σκλαβιάς χειροπιαστό σκοτάδι •
και μέσα στη θολόχτιστη εκκλησιά-
στην εκκλησιά, που παίρνει κάθε βράδυ
την όψη του σχολειού-
Το φοβισμένο φως του καντηλιού
τρεμάμενο τα ονείρατα αναδεύει
και γύρω τα σκλαβόπουλα μαζεύει.
Εκεί καταδιωγμένη κατοικεί
του σκλάβου η αλυσόδετη πατρίδα·
βραχνά ο παπάς ο δάσκαλος εκεί
θεριεύει την αποσταμένη ελπίδα
με λόγια μαγικά.
Εκεί η ψυχή πικρότερο αγροικά
τον πόνο της σκλαβιάς της, εκεί βλέπει
τι έχασε, τι έχει, τι της πρέπει.
Κι απ’ την εικόνα του Χριστού ψηλά,
που εβούβαινε τα στόματα των πλάνων
και ρίχνει και συντρίβει και κυλά
στην άβυσσο τους θρόνους των τυράννων
κι από τη σιγαλιά,
που δένει στο λαιμό πνιγμού θηλειά,
κι απ’ των προγόνων τ’ άφθαρτα βιβλία
που δείχνουν τα πανάρχαια μεγαλεία,
ένας ψαλμός ακούγεται βαθύς
σε μελωδίες ενός κόσμου άλλου
κι ανατριχιάζει ακούοντας καθείς
προφητικά τα λόγια του δασκάλου
με μια φωνή βαριά:
«Μη σκιάζεστε στα σκότη! 'Η λευτεριά
σαν φεγγοβόλο της αυγής αστέρι,
της νύχτας το ξημέρωμα θα φέρει!»
Πηγή:«Αλάβαστρα»,1900
Γυμνάσιο θηλέων-ΝΙΚΟΣ ΓΡΥΠΑΡΗΣ
Τ'απριλιάτικο πρωινό καρδιοχτύπια στα θρανίο.
λάμπει αγνάντια το βουνό και χρυσώνει τα βιβλίο.
Κύμα ρόδινης σαρκός αναδεύεται στην τάξη
κάθε ατίθασο καθώς πόδι αστράφτει σα μετάξι.
Κι ως χωρίς τάχα σκοπό του μεσοφοριού η νταντέλα
πιο ψηλά-πώς να το πω;παίξιμο μαζί και τρέλα-
πιο ψηλά-πουλιού φτερά-τάχα μόνη της τραβιέται
και θωπεύει τρυφερά τη ματιά που τυραννιέται.
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη,1979
Τα σκολειά χτίστε!-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Στο Δ. Π. Πετροκόκκινο
Με τη φλόγα που ψένει και που πλάθει,
με της καρδιάς τη φλόγα, με του Λόγου
τη δύναμη, ξεσκέπαστα, καθάρια,
και με τα χέρια, και με τα μαχαίρια,
τον τόπο πάρτε.
Κάτου σημάδια που έμπηξε το Ψέμα!
Τα ταξίματα φέρτε στης Αλήθειας
της ιερής το βωμό και τα σφαχτάρια.
Στον τόπο απάνου όχι πολέμων κάστρα·
τα σκολειά χτίστε!
Λιτά χτίστε τα, απλόχωρα, μεγάλα,
γερά θεμελιωμένα, από της χώρας
ακάθαρτης, πολύβοης, αρρωστιάρας
μακριά μακριά τ’ ανήλιαγα σοκάκια,
τα σκολειά χτίστε!
Και τα πορτοπαράθυρα των τοίχων
περίσσια ανοίχτε, να ’ρχεται ο κυρ Ήλιος,
διαφεντευτής, να χύνεται, να φεύγει,
ονειρεμένο πίσω του αργοσέρνοντας το φεγγάρι.
Γιομίζοντάς τα να τα ζωντανεύουν
μαϊστράλια και βοριάδες και μελτέμια
με τους κελαηδισμούς και με τους μόσκους·
κι ο δάσκαλος, ποιητής· και τα βιβλία
να είναι σαν κρίνα.
Του τραγουδιού τη γλώσσα αντιλαλώντας,
και τα βιβλία σαν τα τραγούδια να είναι!
Στη γη της ομορφιάς, αρματωμένη
την Επιστήμη, η Ομορφιά, χαρά της!
αρχή σοφίας!
Τα σκολειά χτίστε, υψώστε τα πλατάνια
για το δροσό στης ρεματιάς τη χάρη,
για τον καρπό σπάρτε τα αμπέλια, ας είναι
τ’ αγαθά τους αγνά κρασιά, και ας είναι
γούρμα σταφύλια,
λογής, κεχριμπαρένια, άλικα, μαύρα.
Όπου απλωσιά, όπου ψήλωμα, όπου υγεία,
στα πέλαα ν’ αγναντεύουν τα καράβια
και τους αϊτούς να λαχταράν και τ’ άστρα
στα ουράνια πλάτια.
Και βαθιούς τράφους γύρω γύρω σκάφτε
και πύργους πολεμόχαρους υψώστε
και βαρδιατόρους βάλτε να κρατάνε
μακριά μακριά τον ψεύτη και τον πλάνο
της Ρωμιοσύνης.
Ξόβεργα και καρφιά κρατά και πάει
και πιάνει και καρφώνει και σκοτώνει·
του φτερωτού πιο απ’ όλα κυνηγάρης,
αρχίζοντας από τις πεταλούδες,
φτάνει στη Σκέψη.
24 του Απρίλη 1910
Πηγή: "Η πολιτεία και η μοναξιά",1912
Πρώτη μέρα στο σχολείο-ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ
"Τόση βιάση και σπουδή;
Για πού πας, καλό παιδί;
Κίνησες νωρίς-νωρίς
και τρεχάτος προχωρείς;
Στάσου δα να διασκεδάσεις
με τις ομορφιές της Πλάσης!
Κόψε απ’ τα περβόλια πάλι
του χινόπωρου τα κάλλη!"
"Να σταθώ; Δεν ευκαιρώ,
γιατί πάω στο φτερό.
Και που πάω, να στο πω;
Στο σχολειό μου π’ αγαπώ!
Άνοιξε για πρώτη μέρα.
Βλέπεις τα παιδιά εκεί πέρα;
Έχουν μόνα τους ταιριάξει
χωριστά κάθε μια τάξη".
"Είσαι, βλέπω, μαθητής.
Μα στον ώμο τι κρατείς,
που με τη ματιά την πρώτη
σ’ έκαμα για στρατιώτη;"
"Είναι τ’ άρματα μου αυτά,
τ’ ακριβά τ’ αγαπητά:
Το κοντύλι μου κι η πλάκα,
το βιβλίο μου στη σάκα.
Κι έλα πια να σε χαρώ,
με ρωτάς κι αργοπορώ...
Είναι η ώρα περασμένη,
άκου, ο κώδωνας σημαίνει".
Πηγή: Μεγάλη Ανθολογία Σχολικών Ποιημάτων Μήτσου Κατσίνη,Εκδόσεις Πέτρου Πατσιλινάκου,1962
Το παιδί στο σχολειό- ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ
Έλα,μην κλαις,καλέ μαμά,
και θες τα μάτια σου να τρίψεις!
Εδώ είναι το σχολειό,σιμά!
Στον εμποράκο,μόλις στρίψεις!
Περνάνε τ'άλλα τα παιδιά...
Πρέπει λοιπόν κι εγώ να φύγω,
θηλύκωσέ μου την ποδιά!
Ας είναι-δάκρυσε και λίγο.
Εγώ για να'χεις συντροφιά,
την αδερφούλα θα σ'αφήσω.
Και-να στο πω σα θέλεις-πια...Το μεσημέρι θα γυρίσω.
Πηγή: Μεγάλη Ανθολογία Σχολικών Ποιημάτων Μήτσου Κατσίνη,Εκδόσεις Πέτρου Πατσιλινάκου,1962
Σε παρθεναγωγείο του παλιού καιρού-ΔΩΡΑ ΜΟΑΤΣΟΥ-ΒΑΡΝΑΛΗ
Όξω χιονίζει , κ'είναι πέντε η ώρα...
Άναψαν μες στο διάδρομο το γκάζι.
Εδώ μέσα η ζωή μας όλων μοιάζει
σαν έξω από τον τόπο κι απ' τη χώρα.
Παρθένες,καρτεράμε τ'άξια δώρα
ναρθούνε σ'όλες όπως μας ταιριάζει.
Τα βράδια την ψυχή μας την ταράζει
της ηδονής η αναμονή κι η γνώρα.
Τι νάναι της αγάπης το μυστήριο;
Και το κορμί μου τρέμει με τη σκέψη
και το μυαλό δε θέλει να δουλέψει
και γίνεται σωστό βασανιστήριο.
Δε θα βρεθεί κανείς να με κοιτάξει;
Μες σ'ένα χρόνο κλείνω τα δεκάξη.
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη,1979
Το Παρθεναγωγείο-ΜΙΧΑΗΛ ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ
Είν'ένα κτίριο σκυθρωπό και σα συλλογισμένο
με τοίχους κίτρινους,υγρούς και γκρίζα παραθύρια.
Πάνω απ'τη μάντρα την ψηλή παλιά προβάλλουν δέντρα
και ξεχειλίζει ο ολόμαυρος κισσός και κρέμεται έξω.
Βουβό σαν ακατοίκητο.Κι αριά και που να βγαίνουν
ήχοι ζωής απ'την αυλή κι απ'τον ψυχρό του κήπο.
Κι αν το κεφάλι κάποτε προβάλλει μιας καλόγριας
ή μιας μαθήτριας,βιαστικά,γοργά,σα μιαν απάτη,
θαρρείς πως ζουν βρυκόλακες σε σπίτι ερημωμένο.
Κι όμως κάποτε ακούγονται βαθιά μέσα στον κήπο
σαν ομιλίες χαμηλές,γλυκές και φοβισμένες...
Κι όσο κοιτάζω τη μικρή και χαμηλή πορτούλα
που τα χορτάρια από καιρό την έχουν τριγυρίσει,
νιώθω έναν πόθο να'μουνα μια αγνή,δειλή παρθένα,
φυλακισμένη στους ψηλούς,συλλογισμένους τοίχους
και να προσμένω τον καλό,που θα'χε ο νους μου πλάσει,
να'ρθει ένα βράδυ εαρινό,σαν όμορφη οπτασία,
να'χει φτερό στην κεφαλή,να σείνεται με χάρη,
να'χει μακρύ,βελούδινο κι ολόμαυρο μανδύα
και στ'αργυρά σπηρούνια του ν'αστράφτει το φεγγάρι.
Πηγή:Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι,1976
Χτίστε σχολειά-ΜΗΤΣΟΣ ΚΑΤΣΙΝΗΣ
Μ'άξια φτερά
για τη χαρά
ας ξεκινήσουμ'όλοι.
Νέο σχολειό
κάθε παλιό
όπου χωριό και πόλη,
Φαρμακερό
θανατερό
του νου μας το σκοτάδι.
Πάνου στη γη
τρανή πληγή
του λύκου το κοπάδι.
Χτίστε σχολειά
άγια δουλειά
κι'η σκέψη ένα λουλούδι.
Να λυτρωθεί
ν'αναστηθεί
το παιδικό τραγούδι.
Πάντα σκοπός
ψηλά στο φως
ο άνθρωπος να φτάσει.
Μόσκου πνοή
ναν'η ζωή
το μίσος να σωπάσει.
Πνεύμα θα πει
η προκοπή
κ'απλώνει την Ειρήνη.
Μια φυλακή
ανοίγει εκεί
ένα σχολειό που κλείνει.
Πηγή: Μεγάλη Ανθολογία Σχολικών Ποιημάτων Μήτσου Κατσίνη,Εκδόσεις Πέτρου Πατσιλινάκου,1962
Το βουλιαγμένο σχολείο-ΤΑΣΟΣ ΓΑΛΑΤΗΣ
Κι ὅπως ἐσὺ ἀφήνοντας τὰ Τρόπαια ἔριξες μαύρη πέτρα
ἔτσι χαθῆκαν, ἔτσι σκόρπισαν ὅλα τὰ παιδιὰ
ὅσα κινοῦσαν ἀνηφορίζοντας ἀπὸ τοῦ Δάρα καὶ τὴν Καμενίτσα
ἢ κατηφόριζαν ἀπὸ τὰ Μαγούλιανα καὶ τὸ Βαλτεσινίκο
ἀγόρια καὶ κορίτσια, νύμφες καὶ σάτυροι
στὶς λαγκαδιὲς τοῦ Μαίναλου.
Κι εἶναι σὰν νὰ παραμιλάω
σ’ ἕνα σχολεῖο βουλιαγμένο
μ’ ἀκόμη δὲν βολεῖ νὰ τὸ χωνέψω τόσα χρόνια δάσκαλος
ὅτι τὸ ἴδιο πρᾶγμα εἶναι ὁ Πάνω καὶ ὁ Κάτω κόσμος
ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ σκοτεινὸς Ἐφέσιος.
Νύμφες καὶ σάτυροι, ζουζούνια καὶ νυφίτσες
σκίουροι καὶ σκαντζόχοιροι στὶς λαγκαδιὲς τοῦ Μαίναλου
ξέρω καλὰ τὸν Πάνω κόσμο
γιατί μοῦ χάρισε τὴ Γορτυνία καὶ τὶς στράτες ἐκεῖνες
ποὺ διάβηκαν οἱ Κολοκοτρωναῖοι καὶ τὰ παλληκάρια τους.
Μὰ τὰ παιδιὰ τοῦ Μυλάοντα
τώρα πιὰ μὲ καλοῦν ἀπὸ τὸν Κάτω κόσμο.
Πηγή: «Ανιπτόποδες και σφενδονήτες»,Εκδόσεις Γαβριηλίδης,2005
Σχολείο-ΚΥΡΙΑΚΗ ΛΥΜΠΕΡΗ
Τα δέντρα έχουν κόκαλα
τρίζουν στον άνεμο
τεράστιες γέρικες αρθρώσεις
και ύστερα την άνοιξη
φορούν χρωματιστά φορέματα
και βγαίνουν βόλτα στους λειμώνες.
Κι εγώ
πότε μες στους χυμούς των κλάδων λούζομαι
ντύνομαι τα φυλλώματα κατάσαρκα
καρπούμαι την ανθοφορία
και πότε της φθοράς την ξηρασία εσοδεύω
γερνάω με τις εποχές.
Στο σχολείο των δέντρων μαθητεύω
να σκάβω επιμένω ψάχνοντας
βαθιά
το νόημα της ρίζας.
Πηγή:«Το κάλλος και το τραύμα»,Εκδόσεις Γαβριηλίδη,2012
Το σχολείο-ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΗΛΙΩΤΗΣ
Ήταν εργοστάσιο-θυμάμαι -το σχολείο,
άλεθε όλο μας το τοπίο, μουτζουρώναμε
με μαύρο μαρκαδόρο το θρανίο, μαύρος άνοιγε
ανάμεσα στα πόδια μας γκρεμός, είχα ένα φίλο
τον σιώπησε για πάντα ο διαμελισμός.
όχι!, -είπα, δίχως να φαίνομαι θα σκαρφαλώνω
και θα φτάνω σ΄όλα τα στάδια της ωρίμανσής μου,
θα φτάνω και θα στέκομαι σ’ ό,τι απόμεινε
από τούτο τ ’ απόμερο τοπίο
Πηγή: stixoi/info
Σχολείο-ΛΕΝΑ ΚΑΛΛΕΡΓΗ
Στην αυλή του
τα κορίτσια παίζουν μήλα
και τ’ αγόρια παίζουν μπάλα.
Όχι με μένα.
Είμαι μόνη στο παγκάκι
μέχρι που έρχεται ο Πέτρος.
Από άλλη πόλη, άλλο σχολείο,
έμεινε στο δικό μου μια χρονιά.
Γιορτή έγινε το διάλειμμα:
μιλάμε και γελάμε.
Κανένας δεν θυμάται τον Πέτρο
στην Τρίτη Δημοτικού
εκτός από μένα.
Ούτε ο δάσκαλος
ούτε οι γκρίζοι πια συμμαθητές.
Σε κατάλογο δεν έχει γραφτεί.
Πέτρο, αν ποτέ
πέσουν στα χέρια σου αυτές εδώ οι γραμμές
θυμήσου αν υπήρξες.
Ήσουν φανταστικός, όπως και να ’χει.
Πηγή: stixoi/info
Ένας χαμένος κύκλος ΙΙΙ-ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ (Απόσπασμα )
Δοκίμασε ἄλλη μιὰ φορᾷ γιὰ νά ῾ρθει
- κι ἔγινε ἕνα παιδάκι τρυφερό·
στὸ μέρος ποὺ γεννήθηκε, εἶχε πέσει
κακὸ μεγάλο, ἐκεῖνο τὸν καιρό:
μίση, κακίες, καυγάδες δίχως τέλος,
τὸ τι γινόταν ἦταν φοβερό!
Σὰν ἔκλεισε τὰ πέντε του τὰ χρόνια,
Καὶ πῆγε στὸ σκολεῖο τῆς γειτονιᾶς,
Βασίλεψε παντοῦ μιὰ τέτοια εἰρήνη,
Ποὺ κλέφτης δὲν ὑπῆρχε οὔτε φονιάς!
Τώρα, ὅλες οἱ γωνιὲς κι ὅλες οἱ στράτες
Ἦταν γιομάτες ἄνθη λεμονιᾶς...
Κάθε φορὰ ποὺ πήγαινε στὴν τάξη
Μὲ τὴν μικρή του ζωνη, τὴ λευκὴ
Στὸ δρόμο, ὅσοι περνούσανε σιμά του,
Γυρνοῦσαν τὸ κεφάλι ἐκστατικοὶ
Καὶ γητεμένοι κι ὀνειροπαρμένοι
Τ᾿ ἀκολουθοῦσαν μυστικὰ ὡς ἐκεῖ!
Κι ὅσο γιὰ τὰ μεγάλα του τὰ μάτια,
Τ᾿ ἀλλόκοτα, γλυκὰ καὶ τρυφερὰ
Σκορποῦσαν τόσο φῶς ὁλόγυρά του
Κι ἤτανε τώρα τόσο φλογερὰ
- ποὺ μόνο αὐτὰ ἀρκοῦσαν, ἐδῶ κάτου
νὰ φέρουν τὴν στοργὴ καὶ τὴν χαρά...
Μὰ μ᾿ ὅλ᾿ αὐτὰ δὲν γλύτωσε καὶ πάλι:
Κάποιο μουντὸ βραδάκι θλιβερό,
Τὴν ὥρα ποὺ ἀρχινοῦσε τὸ σκοτάδι
Καθὼς γυρνοῦσε μόνο ἀπ᾿ τὸ σκολειὸ
Σὲ μιὰ γωνιὰ περνοῦσε κάποιο τρένο:
Τὸ πρόλαβε, - καὶ το ῾κοψε στὰ δυο...
Πηγή: Ποιήματα,Εκδόσεις Ζήτρος,2001
Κοντός ψαλμός-ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΤΖΙΟΥΛΑΣ
Ήμουνα μικρό παιδάκι
μ’ έλεε ο πατέρας Γάκη
και με βλέπαν τοσοδούλη
στο σκολειό με το τσατσούλι.
Μη ζηλεύοντας τη χάρη
του τσοπάνου του εξοχάρη,
γράμματα ήθελα να μάθω
να μην κάνω ούτ’ ένα λάθο.
Πήγα στα Κατσανοχώρια
να `μαι απ’ τους δικούς μου χώρια
και της Άρτας το γιοφύρι
μ’ είχε χρόνια μουσαφίρη.
Το παιδί της Πλατανούσας
(χωριατόπουλα, το νου σας!)
γράμματα ήθελε να μάθει
και κατάντησε στη Βάθη.
Μη ρωτάτε παρακάτου
ποια ήταν τα καλά υστερνά του.
Για σπουδάματα όποιος τρέχει
διάφορο τη φτώχεια του έχει.
Πηγή:«Ηπειρώτικα»,1953Τρύγος αιμάτων-ΣΤΑΘΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΝΗΣ
Αύριο θα πάω στο σχολείο
στην παγωμένη αίθουσα
θα βρω τους μαθητές γυμνούς
εικόνες άπλερες θα γδέρνονται
στα διψασμένα πρόσωπα
του θύματος ο θρίαμβος και του δολοφόνου
θα γυαλίζει στα μάτια
αύριο θα πάω στο σχολείο
στην παγωμένη αίθουσα
οι μαθητές γυμνοί
γυμνόν κι εμένα θα προγράφουν
σε μαύρο κατάλογο
κι ώσπου ν’ αστράψει ρεύμα πολύβολτο
να πέσουνε τα λέπια
με βουλιμία το σώμα
και την ψυχή μου θα τρυγούν
Πηγή:"Τρύγος αιμάτων", Εκδόσεις Σμίλη, 1991
Παραβολές (1)-ΔΗΜΗΤΡΗΣ Χ. ΦΑΦΟΥΤΗΣ
Στην Πανωραία
Άνοιγε μυστικά, σχεδόν αθόρυβα την πόρτα
του σχολείου, και στο συντακτικό του
ονείρου μας κρεμούσε φωνήεντα περηφάνιας.
Την είχαμε συνηθίσει, ο δάσκαλος έκανε
τα στραβά μάτια, οι πιο καλοί της δείχναμε
τους μεγάλους βαθμούς και τα παράσημα, μα εκείνη
προσπερνούσε αδιάφορη τις αυταπάτες μέσα στα
χαμηλά μας σύννεφα, έπιανε το τελευταίο θρανίο
και σιγόκλαιγε σβήνοντας με τα δάκρυα όλα
τα λάθη πού 'χαμε κάνει μέσ' στη μέρα.
Πηγή:«Παραβολές»,Εκδόσεις Φιλιππότη,1993
Το θηριοτροφείο-ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΖΙΑΣ
Στο θηριοτροφείο παρακολουθώ τα παιδιά,
απαγγέλλουν: «Έχω βόλους, έχω σχολείο, έχω Μαριάννα».
Παίζουν με φάρμακα, κηλεπιδέσμους, ζώνες, καλλυντικά,
τρώνε τα ειρηνικά έντομα, πίνουνε μαύρα χάπια,
πάνε στον απόπατο με τον Αρθούρο Ρεμπώ.
Τα παιδιά είναι ζώα και τ’ αγαπώ...
Σπάνε τους βόλους. Γκρεμίζουν το σχολείο.
Σπαράζουν τη Μαριάννα.
Πηγή: « 41ος παράλληλος» ,Εκδόσεις Στιγμή,2012
Β.Δημοτικού-ΓΙΟΛΑΝΤΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
Περνάει περνάει το σχολικό
χάνεται μες στον κουρνιαχτό
ουρλιάζει χάνεται
Α’ κοράκι:
«μαύρο χιόνι μαύρο χιόνι
τα μαλλάκια της παγώνει»
Κόκκινο ψέμα η ζωγραφιά
γαλάζιο η μοναξιά των διαλειμμάτων
Κρύσταλλοι σωματικών εκκρίσεων
έκρηξη το κουδούνι
Η μπάλα επίμονη στους τοίχους...
Β’ κοράκι:
«γαλάζια παντοφλάκια
κόκκινα παντοφλάκια άδεια»
Α’ κοράκι:
«μαύρο χιόνι μαύρο χιόνι
τα χεράκια της παγώνει»
Ορθογραφία: δεν παίρνουμε
τα πράγματα των άλλων
Μελέτη περιβάλλοντος: δεν κοιτάμε
από το παράθυρο
Σκέφτομαι και γράφω: δελτίο καιρού
Α’ κοράκι:
«μαύρο χιόνι μαύρο χιόνι
την καρδούλα της παγώνει»
«Οχτώ και τρία! Ο χ τ ώ
κ α ι τ ρ ί α ;
Ρωξάνη, μ’ ακούς;»
Πηγή: «Αόρατο τρωκτικό»,Εκδόσεις Γαβριηλίδης,2013
Σε τάξη-ΝΙΚΟΣ ΦΙΛΝΤΙΣΗΣ
τα ποιήματά μου
είναι μικρά
πολύ μικρά
πάνε σχολείο ακόμα
κάθε πρωί
πριν γράψουν κάτι
πιάνουν και ξύνουν τα μολύβια
–ένα άχρηστο ακόνισμα–
μέχρις αφανισμού
και όλο πάνε άγραφα, αδιάβαστα
κι όλο τα βάζω τιμωρία
να κοιτούν τον τοίχο
να στέκονται κουτσά
Πηγή:"Όλα τα αδέσποτα γατιά του ονείρου μου",Εκδόσεις Μικρή Άρκτος, 2021
Το σχολείο μου που'γινε κόσκινο από σφαίρες των Ες-Ες-ΙΒΑΝ ΝΤΙΒΙΣ
Σχολείο ήταν,και μέσα στο σχολείο η κ.Νοτμπούργκα Κ.,
πολύ εξαιρετική,αληθινή,μια στήλη από Ηραίο γρανίτη,
ευθύς άνθρωπος,και θα μπορούσα ολόκληρο περιδέραιο από επίθετα να προσθέσω
και πάλι να μη φτάνει: Έλεγε:
Καλέ μου Πούχολτ,σε παρακαλώ πες στους συμμαθητές σου-
μα δεν περίμενε να λάμψει ο ιδανικός μαθητής,έλαμπε η ίδια:
Caveant consules,ne quid detrimenti
res publica capiat *
Πού είσαι τώρα,καθηγήτριά μου; Σ'αγαπούσα όμως το
κατάλαβα πάρα πολύ αργά.
Πούλησα το Λατινικό μου λεξικό
τότε που οι ύπατοι ήταν αμέριμνοι
και συνεπώς η Δημοκρατία υπέφερε.
*Διά φροντίδος τους υπάτους σχειν ώστε μηδεμίαν φθοράν τω δημοσίω συμβήναι.- Η.Κ
Μετάφραση: Ηλίας Κυζηράκος
Πηγή: Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Εκδόσεις Διόσκουροι,1976
Αναμνήσεις απ'το σχολείο- ΦΑΖΙΛ ΙΣΚΑΝΤΕΡ
Ρωτώ δειλά το δάσκαλό μου:
"Τι είναι κρανίο;" "Κρανίο!"
φώναξε κείνος και τινάχτηκε,
"τι με ρωτάς;Ακούς κρανίο!".
"Τέλος πάντων...είν'ένα κουτί
όπου μαζεύουμε αιώνων εμπειρίες,
αλλά για να γίνω σαφέστερος
και να μην έχεις,τέτοιες απορίες,
θα σου μιλήσω για τον Σβιατοσλάβ
τον πολεμάρχο το μεγάλο
που το κρασί του έπινε μες σε κρανίο
ενός εχθρού του. Τίποτ'άλλο;".
Το ηθικό δίδαγμα ήταν φανερό θαρρώ:
είτε αλκοόλ σε καύκαλο,είτε νερό,
ο θάνατος καραδοκεί. Κι όμως εγώ
με ξεροκεφαλιά επιμένω να ρωτώ:
"Τ'είναι κρανίο;"
"Ηλίθιε!",φωνάζει ο δάσκαλος,
"κουτέ.Δεν υποφέρεσαι!
Να ένας χάρτης. Δείξε μου πού,
σε ποιο τόπο να καταφύγω,
μαθητές σαν εσένα ν'αποφύγω".
Ξύπνησα.Όνειρο. Και τι γελοίο.
Για ένα κρανίο!
Μετάφραση: Νίκη Βεργή
Πηγή: Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Εκδόσεις Ναυτίλος,1995
Σχολείο-ΣΑΝΤΡΟ ΠΕΝΝΑ
Τα γαλανά πρωινά
οι μαθητές σε μαύρες
γρήγορες σκιές.Σημαίες
υπαίθριας νοσταλγίας
τα δέντρα στα παράθυρα.
Μετάφραση:Σωτήρης Παστάκας
Πηγή: Ξένη ποίηση του 20ού αιώνα,Μαρίας Λαϊνά,Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα,2007
Σχολείο- ΚΕΪΤ ΤΕΜΠΕΣΤ
Καταφθάνουμε στο σχολείο, ευτυχισμένα παιδιά˙
ευγενικά και ξύπνια και μ’ ενδιαφέρον για τα πράγματα.
Δεν ξέρουμε ακόμη τους τρόμους του κτηρίου.
Το μίσος που θα διδάξει. Την πλήξη που θα φέρει.
Σύντομα θα μάθουμε να εξαφανιζόμαστε στο πλήθος.
Θα μάθουμε ότι το απλά να περνάμε είναι αρκετό.
Θα μάθουμε να νιώθουμε το συναίσθημα της αδικίας,
και να κλείνουμε τα στόματά μας σε περίπτωση που μας πλησιάσει.
Θα μάθουμε να μην σκεφτόμαστε πότε αλλά τυφλά ν’ αντιγράφουμε.
Να συμμαχούμε με τους κακούς και να τους κρατούμε κοντά μας.
Θα μάθουμε να μην είμαστε ταλαντούχοι κι έξυπνοι,
και τα πιο σημαντικά μαθήματα
για μια επιτυχημένη καριέρα:
Πώς να ακολουθείς διαταγές όταν είσαι στα όρια
της ναυτίας και νιώθεις πλήξη κι ανασφάλεια
και είσαι στη σκιά του φόβου.
Μετάφραση: Λάκης Φουρουκλάς
Πηγή: http://lakisf.blogspot.com
Σχολικό ημερολόγιο-ΜΑΣΑ ΚΑΛΕΚΟ
Μου είχε τότε τρία εκατομμύρια κοστίσει
Σε μάρκα πληθωριστικά -ήταν η εποχή-
Τώρα το εξώφυλλό του έχει ξεκολλήσει
Κι η εγγύηση της κλειδαριάς έχει παραγραφεί
Στην πρώτη του σελίδα είναι γραμμένοι οι στίχοι:
«μου είσαι λίαν συμπαθής, αυτό μόνο ξέρω να πω»
Ήταν ο ξάδελφός μου ο Ρούντολφ, που ΄γραφε στην τύχη
Τώρα ξέρει πολλά, ιδίως το τραπεζικό
Ο δάσκαλός μου ο Μπόρχαρτ είχε μια τέτοια έλξη
Γράφει κάτι βαρύγδουπο από τα κλασσικά
«Αιώνια δική σου!» καταχωρεί η Έλση
Κι ύστερα με προδίδει στα μαθηματικά
«Να είσαι δυνατή, εσύ να ορίζεις τη ζωή σου»
Ήταν του φίλου μου του Γιόχαν τα λόγια τα σοφά
Γιόχαν, την ακολούθησα τη συμβουλή σου
Όμως στο αποτέλεσμα απέτυχα οικτρά
Τι γίνονται, άραγε, οι άλλοι απ’ την τάξη;
-Τι σχέδια μεγαλόπνοα είχαμε τότε όλοι!-
Τώρα δυο λόγια ανταλλάσουμε στην πράξη
Όταν βρεθούμε μεσ’ στο δρόμο, εκεί στο πόδι
Όλους τους βρίσκω να μου έχουν γράψει κάτι
Και ιδίως απ’ την αποφοίτηση τη σχολική
Και το ημερολόγιο είναι σαν ένα μάτι
Που είδε τις μέρες όλων μας σ’ ευθεία τελική
Θυμάμαι είχε τρία εκατομμύρια κοστίσει!
Και του πληθωρισμού ίσως ξανάρθει η εποχή
Ήδη να κιτρινίζει το χαρτί του έχει αρχίσει
Κι η εγγύηση της κλειδαριάς έχει παραγραφεί.
Πηγή: stixoi/info
Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος:Αγγελική Καραπάνου