Ομίχλη, πούσι, αντάρα, καταχνιά...Στο θολό της τοπίο χαράκτηκαν διαλεχτά ποιήματα. Για να δούμε μερικά απ' αυτά!
[Η ομίχλη μπαίνει από παντού στο σπίτι...]-ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ
Η ΟΜΙΧΛΗ ΤΟΥ ΜΕΣΗΜΕΡΙΟΥ
ΙΙ
Η ομίχλη μπαίνει από παντού στο σπίτι
κι όσα για σένα είχες ελπίσει
έχουνε τώρα πια όλα σβήσει,
η ομίχλη μπαίνει από παντού στο σπίτι.
Η πίστη σου − που τη σηκώναν άλλοι −
βαραίνει τώρα και συνθλίβει
καμιά σιωπή πια δε σε κρύβει
καμιά καταφορά δεν αναβάλλει.
Σκιά ήταν ό,τι για ζωή αγαπήθη,
ήχος στεγνός μιας άδειας λέξης
− σαν ήρθε η ώρα να διαλέξεις
είπες: ας φράξουν τη φωτιά άλλα στήθη…
Ποτάμι που έχει μείνει ξερή κοίτη
πώς να ’χεις έτσι ξεστρατίσει;
Σου άξιζε εσένα αλλιώς να ζήσεις.
Η ομίχλη μπαίνει από παντού στο σπίτι…
Πηγή: Η ομίχλη του μεσημεριού,1959
Η ομίχλη-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ
Ἡ ὁμίχλη βρίθει
Ἀπὸ ἀνεμῶνες
Κοίτα τὰ κλαριὰ
Τί λίμνη
Τί ἀνυπόμονη καρδιὰ
Βλέπε μέσα
Στὴ σωστὴ σταγόνα
Ποιὰ φόρα
Παίρνει τὸ παιδὶ
Ποιὰ νάρκη
Ἡ γυναῖκα
Πηγή: Βικιθήκη
Ο θρύλος της ομίχλης-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ(ΚΩΣΤΑΣ) ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Γεννιούμαι απ’ τον πόνο•
κι απλώνω κι απλώνω
κι απλώνομαι πέρα
κι απλώνομαι γύρω
σε οχτιές και σε βύθη
συντρίμμια να σπείρω.
Κι απλώνομαι πέρα
κι απλώνομαι γύρου
και με είπανε η άχνα
πως είμαι του ονείρου!
Κι απλώνομαι γύρου
κι απλώνω κι απλώνω
και το όνειρο λιώνω.
Γεννιούμαι απ’ τον πόνο•
κι απλώνω κι απλώνω
κι απλώνομαι γύρου
σαν άχνα του ονείρου.
Σα νύφη με χαίρουνται
οχτιές και γιαλοί –
ρωτάτε τα ρόδα
και τ’ άρμενα αλί!
Γεννιούμ’ απ’ τον πόνο
κι απλώνω κι απλώνω
και στάζω τον πόνο.
Κι απλώνω κι απλώνω•
κι απλώνομαι πέρα
κι απλώνομαι γύρου –
η άχνα ποιος με είπε
πως είμαι του ονείρου;
Σα νύφη με χαίρονται
οχτιές και γιαλοί
κι απλώνω κι απλώνω
στους κλώνους κρεμιούμαι,
στους θόλους ριζώνω•
ποιος λέει ένας ήλιος
πως τάχα με σβει;
Ρωτάτε τα ρόδα
κι οϊμέ την ψυχή.»
Πηγή: Βραδινοί Θρύλοι,1920
Η ομίχλη-ΑΝΕΣΤΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ
Να μιλήσω για την ομίχλη
να πω για τον λασπωμένο καρόδρομο μέσα στην καταχνιά
καθώς κολλούνε τα βήματά μας και δε βλέπεις
παρά μόνον ακούς, των άλλων τις φωνές, των πορευομένων–
δεν είναι ένα σχήμα λόγου ούτε πια υπάρχει
διάθεση για παραδοξολογίες.
Μιλώντας, ακόμα, για την ομίχλη, καταλαβαίνετε,
δεν κάνω λόγο για τις καιρικές συνθήκες–
όλοι έχουνε δει κάποτε ομίχλη
η ομίχλη είναι παλιά όσο και ο κόσμος.
Εκείνο που θέλω να πω είναι άλλο κι ίσως μόνο
όσοι πλάι μου βαδίζουνε και δεν τους βλέπω
καταλαβαίνουνε καλά ομίχλη τι σημαίνει:
αφανιζόμαστε, αδέρφια, αφανιζόμαστε,
βαθμηδόν βουλιάζουμε μες στην ομίχλη
μας αφομοιώνει η καταχνιά έναν έναν.
Παράξενα αντηχούν οι φωνές μέσα στη σιωπή
κι ακόμα πιο παράξενοι οι σύντροφοι που βαδίζουν με τυφλά χέρια.
Πηγή:Περιγραφή εξώσεως, 1960
Ομίχλη πέφτει-ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
Ομίχλη πέφτει πάλι απάνω μου∙
αν είναι δίπλα μου κανείς, τελείως άγνωστο.
Ούτε στη μνήμη μου δε βρίσκω μια χαρά μου.
Η αμαρτία τίποτε δεν άφησε∙
ούτε ένα πρόσωπο, όλα τα πήρε πίσω.
Πολλή ομίχλη πέφτει απόψε πάνω μου
– μισάνοιξε την πόρτα μου και περιμένει.
Ό,τι φοβήθηκα με βρήκε με το παραπάνω.
Πηγή:Τα Χίλια Δέντρα, 1963
Κινήσεις μέσα στην ομίχλη-ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΜΠΑΚΟΝΙΚΑ
Η υγρασία γίνεται πιο έντονη το πρωί,
κάτι σαν πάχνη που θολώνει
όταν κοιτάξεις στον καθρέφτη
τις λεπτομέρειες και την ασκήμια που συνήθισες.
Είναι βαριά τα λόγια,
και πιο πολύ όταν οι άνθρωποι
γίνονται ανυπόφοροι,
κι είναι μια ζωή μετρημένη
που αλλάζει,
αν κι αυτό πρέπει κάποτε
να το αποδείξεις.
Σε λίγο έρχεται η Στέλλα,
καθαρίζει τους καθρέφτες
και βάφει τα μάτια μας μεγάλα
με πράσινο και μαύρο,
ύστερα χαμηλώνει το φως
και μας κοιτάζει.
Όμως το πιο ενθαρρυντικό
στοιχείο ανάμεσά μας
είναι ότι επικοινωνούμε χωρίς φόβο.
Φοράμε ελαφρά, άνετα ρούχα,
χορεύουμε ξυπόλυτες, πετάμε τα τηλέφωνα
και δυναμώνουμε τη μουσική
ενώ οι χορευτές μάς αγκαλιάζουν τρυφερά
και μας φέρνουν στον υγρό κήπο
με τα τριαντάφυλλα.
Πηγή:Ανοικτή γραμμή, 1984
Η ομίχλη-ΑΝΘΟΣ ΦΙΛΗΤΑΣ
[Περισυλλογή]
Κι αν
μες στα στάσιμα
νερά
της λίμνης
σάπισε
η σελήνη,
κάτι
θα κράτησεν
η νιότη μας
στο φευγαλέο
άνθισμά της.
Κάτι απ’ το φως της
θα μιλεί
στην άδεια κάμαρή μας.
Ίσως
ένας
καημός,
μια απουσία
μια τύψη.
Πηγή: Η αποσύνθεση της γαλήνης, 1985
«Αεροδρόμιο Μίκρας»-ΝΙΚΟΣ-ΑΛΕΞΗΣ ΑΣΛΑΝΟΓΛΟΥ
Ομίχλη κατεβαίνει με τ’ απόγευμα κι ο δρόμος
χαρακώνει το φως κομματιαστά γυρνώντας
μέσα στο άλλο φέγγος, σαν ξεγύμνωμα
σ’ έναν απαίσιο αδυσώπητο βιασμό
Τότε λάμπουν για μας οι προβολείς, λάμπουν για σένα
ανάβουνε οι δυνατοί φακοί κι όλα φωτίζουν
το στόμα, τα μαλλιά, το νυχτωμένο σώμα•
έτσι φέγγει βαθιά στον ουρανό η αγάπη μας
θρυμματισμένη μουσική στον αερολιμένα, φέγγει
για τη στιγμή που η φλόγα θα εγγίσει
γλείφοντας το δοσμένο χέρι, κι όμως τρέμει
σαν ανοιχτή πληγή στη μουσκεμένη ώρα
Ομίχλη κατεβαίνει με τ’ απόγευμα
μες στο μισόφωτο αλλάζουν όλα όψη, εξωραΐζονται
και ντύνονται το άλλο φως, το πιο δικό μας
Πηγή: Ο δύσκολος θάνατος,Αθήνα, εκδόσεις Νεφέλη, 1985
Ομίχλη-ΝΙΚΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ
Έσπασε η στάμνα του Φθινόπωρου και βρέχει.
Μη με ρωτάς σε ποιο κλαδί τρίζει η καρδιά.
Τα μαλλιά σου, πυκνή ομίχλη, περνούν μέσα μου,
απλώνουν και χωράει ο κάμπος
το σκοτωμένο μάτι του ξεχασμένου πουλιού.
Βαραίνει το φτερό που σάλεψε
να πετάξει.
Πάρε τα χέρια σου. Τα κούφια κόκαλα
φυσούν τον κρύο άνεμο και η μνήμη
σέρνει ξοπίσω της ουρλιάζοντας
την κομμένη ουρά της.
Πηγή: Ίσκιοι, 1987
«Ηδονικά φαντάσματα»-ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ Χ.ΜΑΡΚΟΓΛΟΥ
Λέξεις πυροδοτούν τα μάτια
Στην άσφαλτο και το σκοτάδι
Θρυμματισμένα χέρια στον τόρνο και την πλάνη
Ομίχλη σε ρείθρα και οικόπεδα
Ο χρόνος πάλι στον πάγο
Πρόσωπα στο γκρίζο φως και βήχουν
Ξανά σκοτάδι άδειο
Ηδονικά φαντάσματα γυναίκες λησμονημένες
Συγκλονιστικές φωνές ερειπωμένες
Εκεί λοιπόν
Πάνω από την ομίχλη, τον παγωμένο Βαρδάρη
Σας σηκώνω ψηλά
Ψηλά από τον ματωμένο ουρανό
Και σας αφήνω
Μάρτης 1983
Πηγή: Πάροδος Μοναστηρίου, 1989
Τοπίο γυμνό με ομίχλη-ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΩΣΤΑΒΑΡΑΣ
Σαν να είχα κατέβει σε βαθύ κρύο πηγάδι.
Και σαν να είχα περάσει από κει στη ζοφερή χώρα της νύχτας.
Εκεί που ούτε λουλούδι ανθίζει
ούτε λαλεί ποτέ πουλί.
Παρά μόνο ένας αέρας, φτασμένος κάπου από τα βάθη, σφυρίζοντας.
Τότε είδα τον λυπημένο πάλι μπροστά μου.
Λέξη δεν είπε, όπως τότε, μόνο πάλι μου έγνεψε.
«Τι θέλεις» του είπα «και γιατί με παιδεύεις.
Και γιατί φανερώνεσαι έτσι πάντα μπροστά μου;»
Δεν μου αποκρίθηκε αμέσως.
Ώσπου βρήκα το κουράγιο και γύρισα.
«Μη φεύγεις» μου είπε τότε, σχεδόν με ικέτεψε.
«Μα μείνε λίγο ακόμα κοντά μου.
Να μου θυμίζεις όλα εκείνα που έζησα.
Για λίγο, μείναμε πετρωμένοι κι αμίλητοι.
«Ώ, να μπορούσα» πρόσθεσε ύστερα.
«να μπορούσα ν’ ανέβαινα μια ψίχα μαζί σου.
Να ξαναντίκριζα το φως του ήλιου.
και τις αμέτρητες χάρες του πάνω κόσμου να ξαναζούσα».
«Έστω ας ήταν μόνο» κατέληξε και με κοίταξε με απόγνωση
«ας ήταν μόνο μέσα από των θνητών τα εφήμερα όνειρα
σαν φευγαλέος άσαρκος άνεμος να περνούσα».
Έτσι είπε, μα εγώ κινούσα να φύγω.
καθώς εκείνος χανόταν λίγο λίγο σε μια κίτρινη πάχνη.
Κι ούτε φωνή πια ακουγόταν
ούτε ίσκιος φαινόταν την ώρα που ανέβαινα.
Παρά μόνο ένας αέρας, ένας πηχτός κρύος αέρας
χτυπώντας με δύναμη πάνω στο φως.
Βγαίνοντας σκοτεινιασμένος
μέσα από το μαύρο πηγάδι του ύπνου
σφυρίζοντας.
Πηγή: Στο βάθος του χρώματος,Νεφέλη,1993
η ομίχλη ζωγραφίζει λίχνο-ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
από σκαρί μοναχικό κι απρόσιτο
λίκνο που ζωγραφίζει η ομίχλη
στην τελευταία ανάμεσα καμπύλη τ’ ουρανού
και τους ορίζοντες της θάλασσας
σαν κατρακύλι παιδικό
γλιστράει στο πρωινό γαλάζιο το τραγούδι
και χάνει την ευκρίνεια των λέξεων
κερδίζει χρώμα και ηδύτητα
πάνω απ’ τον λόφο καντηλιάζεται
χορεύει με γυμνές πατούσες στις πευκοβελόνες
φτάνει με στήθια τρυφερά
και με φιλάει στα μάτια
βουβά και δίσεκτα
χρόνια μετά το πρώτο καλοκαίρι
όταν συγχέεται η ομίχλη με τη νύχτα
όπως το μακρινό ταξίδι με τον θάνατο
μέσα απ’ το χώμα υπερβαίνοντας τη μνήμη
ξανθό με μάτια γαλανά
στο φως και πάλι ανθίζει το τραγούδι
μέσα απ’ το χώμα υπερβαίνοντας τη μνήμη
στο φως και πάλι το τραγούδι
Πηγή: Το διπλό άλφα της αγάπης, 1994
Η ομίχλη κατεβαίνει στις φούχτες σας-ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΤΑΣΙΟΠΟΥΛΟΣ
Σκύβουμε στου γαλαξία την απορία
μόνοι κοιτάζοντας την ερημιά
δεν έχει πολλά να δεις εκεί
εδώ τουλάχιστον ο καιρός σιγουρεύει
την επαύριο του όρκου
τα μηρυκαστικά τεντώνουν τον λαιμό τους
κι οι αυλές κοκκινίζουν
έρχεται ο ήλιος
να συννεφιάσει τον ύπνο μας∙
ντύνομαι και βγαίνω
στο απέναντι πορνείο
οι ναύκληροι, οι έφηβοι κι οι ερινύες
κραδαίνουν τα κορμιά τους
κι η ομίχλη κατεβαίνει στις φούχτες σας
η ομίχλη κατεβαίνει στις φούχτες σας.
Πηγή: Η μνήμη της σιωπής, 1995
βραχνά σαν την ομίχλη-ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
λοιπόν, μπορείτε να μαζέψετε τα ζάρια,
για μας τέλειωσε πια το παιχνίδι και χάσαμε,
όπως ήταν φυσικό, τα πάντα.
ήδη χαράζει και οι σειρήνες μας καλούν
για ένα τελευταίο καφέ στην παραλία.
πάνω απ' τους γλάρους και τα πλοία,
έξω απ' το γκρίζο φράγμα του κυματοθραύστη,
βραχνά οι σειρήνες μας καλούν
μες στην ομίχλη
Πηγή: Γαλάζιο βαθύ σαν αντίο, 1999
Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται-ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
νάμασταν, λέει, τραγούδι σε παλιό γραμμόφωνο,
δέντρο σε καλοκαιρινό ψιλόβροχο,
ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται.
ή μήπως νάμασταν εκεί ψηλά τα κεραμίδια
πλάι στην καπνοδόχο την ώρα
που όρθιος ξαποσταίνει ο πελαργός.
κι ύστερα, λέει, να φύτρωναν κόκκινα,
κατακόκκινα φτερά στους ώμους μας, στα μάτια μας
ένας κιτρινισμένος χάρτης για τον ουρανό.
να ταξιδέψουμε πέρα απ' τον πόνο και τον θάνατο.
νάμασταν, λέει, με κόκκινα φτερά
ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται
Πηγή:Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται, 2002
ομίχλη-ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ
πέπλο διάφανο υγρό
σύννεφο χάδι ερωτικό
στην παραλία ως το λιμάνι
από τη γη ως τον ουρανό
ομίχλη
από κρυστάλλινες στιγμές
της μνήμης ή της προσμονής
ομίχλη από νότες μυστικές
σκόρπιες κραυγές των γλάρων
ομίχλη
της δύσης ή της χαραυγής
αιώνια ομίχλη μαγική
αίνιγμα στο εξώφυλλο
στο πάντα αδιάβαστο βιβλίο του κόσμου
ομίχλη
που συνθέτεις τ’ όνειρο
που πέφτεις και πυκνώνεις
και χορεύεις στο νερό
σαν παραμύθι παιδικό
σαν θαύμα
Πηγή:Το μυστικό αλφάβητο, 2010
Η ομίχλη της μοναξιάς-ΦΑΙΔΩΝ ΠΑΤΡΙΚΑΛΑΚΙΣ
Οι χάλκινες λεοπαρδάλεις μέσα μου
έπαψαν πια να ηχούν
Εγώ που υπήρξα ο μοναδικός θεατής
της γέννησης της Αφροδίτης καθώς
αναδυόταν μέσα από τ' αφρισμένα
κύματα των ονείρων μου.
Δεν με παιδεύει τίποτα πια
παρά μόνο η περιέργεια, πώς τάχα
θα νιώθω όταν δεν θα υπάρχω.
Γνωρίζω ότι με δυσκολία
με παίρνει τα βράδια ο ύπνος
χωρίς λίγο διάβασμα και το χειρότερο
είναι που βασανίζομαι πώς τάχα θα μου φανούν
όλες αυτές οι καινούριες μυρωδιές
εγώ που δεν ανέχομαι
παρά μόνο τη δική σου, θριαμβική
αίσθηση από αμύγδαλο και γιασεμί.
Προς το παρόν νιώθω να μπάζει
από παντού η ομίχλη της μοναξιάς.
Πηγή: Legato, Μανδραγόρας,2004
Το σώμα και ο λόγος στην ομίχλη-ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ
[Της ερημιάς η σκόνη]
Καθώς η ομίχλη
με τη θάλασσα τον ουρανό
έχει σμίξει
οι περιπατητές που αργά
γλιστρούν
ή όρθιοι στέκουν στην ακτή
σαν κρεμασμένα αγάλματα
στο τίποτα,
με ένα μονάχα λανθασμένο βήμα
απρόσμενα μπορεί και να βρεθούν
στα σκοτεινά νερά
Έτσι κι όταν στη μέθη του
παραμιλάει ο λόγος
γλιστράει κι αυτός αδέξια
μες στη δική του ομίχλη
σαν δίχως ήχο,
και ακατάληπτος
εξαερώνεται στο χάος
Πηγή: Ο γυρολόγος της ερήμου, Σοκόλης,2010
Ομίχλη-ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΗΜΗΝΤΗΡΑ
[Τα χρόνια της κατάρας]
Αυτή η ομίχλη είναι παλιά.
Βαριά. Σημαδεμένη.
Αναμοχλεύει τον καιρό.
Στις συναντήσεις μας αναποδογυρίζει.
Κάτι θυμίζει.
Κάτι θαμπό και ακαθόριστο.
Κάτι που γονατίζει.
Αναβλύζει από κάτω...
Στάζει από πάνω...
Σ’ ένα πικρό ορίζοντα που δεν προσδιορίζει.
Χύνεται απ’ το βάθος του.
Μέσα στα μάτια.
Πάνω στις χαρακιές.
Στα χνάρια. Στην ανάσα.
Στην έξοδο.
Χάνεται η έξοδος.
Απροσπέλαστες αποστάσεις
χρόνιων χιλιομέτρων.
Οι μνήμες προσπαθούν ενίοτε∙
αδύνατον να αντέξουν.
Φυγαδεύονται ολοταχώς σ’ ένα καινούριο κόσμο
γεμάτο ονειρεμένο κενό.
Τις νύχτες υπνοβατούν.
Αυτόχειρες δηλητηριάζονται και ξεχνιούνται.
Ο δεσμός άσπρος αποσυνδέεται.
Γίνεται διάφανος. Διαλύεται στους άδειους διαδρόμους.
Η ομίχλη αλλάζει όψη εξάτμισης.
Κάτι θυμίζει.
Κάτι απ’ τις ρίζες των δέντρων που ψυχορραγούν...
Την αγριάδα στα χαντάκια της απροσεξίας...
Μια αθωότητα κρεμασμένη σ’ ένα σύρμα
σε μια γνώριμη ασπρόμαυρη αγορά...
Και ένα αδιάκοπο ψιθύρισμα αποδοχής
πάνω σ’ ένα χώμα βουβό υποταγής.
Ύστερα χώμα. Χώμα.
Μόνο χώμα.
Σ’ ένα χώμα η αρχή.
Σ’ ένα χώμα το τέλος.
Κι η τελευταία αμαρτία ανεκμετάλλευτη.
Πηγή: Εξαίσιες ωδές μιας μυστικής πορείας, 2013
Το φως της ομίχλης- ΣΟΦΙΑ ΚΟΛΟΤΟΥΡΟΥ
Η νύχτα εδώ έχει φως, που λάμπει μυστικά
κι εγώ πάλι αγρυπνώ, κοιτάζοντας τ' αστέρια.
Η ομίχλη σκέπασε την πόλη, πιο πυκνή.
Φαντάζουν σ' όνειρο τα πάντα, μαγικά.
Στον ουρανό υψώνω, εκστατικά, τα χέρια
Καινούριο δέος ξαφνικά μ' αναρριγεί.
Γαλαζωπό το φως, φέγγει ξεχωριστά
και τώρα πάλι ανασκευάζω τα όνειρά μου,
πριν με προλάβει και τ' αλλάξει η ζωή.
Φαίνονται όμως τώρα όλα θαυμαστά,
και μεγαλώνουνε τους πόθους στην καρδιά μου.
Πέφτει ένα αστέρι, θα βγει η ευχή μου αληθινή;
(1992)
Πηγή: http://www.sofiakolotourou.gr
ομίχλη από φωνές-ΣΠΥΡΟΣ ΚΑΤΗΦΟΡΗΣ
υγρή θανάσιμη
με πλησιάζει
μια ομίχλη από φωνές
χρόνια να με καταδιώκει
ενώ σχηματίζεται
ηλεκτρική
θα την αφήσω
να διαπεράσει
το μηδέν μου
φτάνει
μέσα της
να σε βρω
Πηγή:Ομίχλη από φωνές, 2014
Αγκαλιά στην ομίχλη- GIANNI POTAMUSSIS
Δεν έχω κάτι να σου πω, μόνο πως σε λίγο καιρό πάλι θα ‘ρθουν τα κρύα.
Τώρα είναι όλα απλά, μονά ζυγά, άρρητα, παραγοντισμένα, δεν αλλάζει τίποτα.
Στο τασάκι ένα τσιγάρο έσβησε μονάχο του… πάλι άδειασες το πακέτο.
Σκέψεις ονείρων τριγυρνούν, ομίχλης θολές σκιές, δεν ξέρουν από ομίχλη εδώ.
Δεν είναι τίποτα θα περάσει, το ξέρω, θα περάσει όπως όλα τα υπόλοιπα.
Ξόδεψα και πλήρωσα και ξεχρέωσα τα δάκρυα των χαμένων ονείρων,
τώρα ο λογαριασμός είναι μέρα τη μέρα, ώρα την ώρα, λεπτό το λεπτό.
Τώρα υπόσχονται τα ζητούμενα στα αζήτητα, γερασμένα ξέφτια προσδοκιών.
Οι σκιές στο σώμα σου γέρασαν, σκιές που κάποτε ήταν ξέφωτα παζάρια ψυχών για πούλημα.
Όλα άλλαξαν, απ’ τα μάτια πια κρέμονται τα χρόνια, μονάχα εσύ έμεινες έκθεμα μουσειακό, χωρίς εισιτήριο.
Άπλωσε τα χέρια, παλάμες ανοιχτές κάνε μια αγκαλιά στην ομίχλη.
Δεν ξέρουν από ομίχλη εδώ, δεν ξέρουν.
Ομίχλη-ΜΑΝΟΣ ΜΑΥΡΟΜΟΥΣΤΑΚΑΚΗΣ
Πνίγηκα στην ομίχλη.
Δεν έβλεπα άλλο απ'το χέρι μου.
Αυτό που τρύπαγε το πέπλο της και προχωρούσα.
Ομίχλη σαν μήτρα.
Να γλιστράς σαν έμβρυο.
Να ανακαλύπτεσαι όσο διαβαίνεις.
Ομίχλη αμνιακή
πυκνή και ρέουσα.
Μετά τόσα χρόνια έκθεσης
αισθάνθηκα ξανά.
Ομίχλη σαν μήτρα
να κρύβει,να αποκαλύπτει.
Nότισε την ψυχή μου.
Την πιο παλιά μου μνήμη,την πιο αθάνατη.
Έσκυψα σε μια θέση εμβρυακή.
Κοίταξα πέρα σαν μέσα μου.
Κοίταξα το μέλλον της ομίχλης,
που,τι παράξενο,
όσο πέθαινε τόσο έμπαζε φως.
Πηγή: Ασύμμετρες αναπνοές,Εκδόσεις Γαβριηλίδης,2017
Ομίχλη-ΓΙΩΡΓΟΣ Ν.ΜΑΝΕΤΑΣ
Εδώ, για γούστο προσκυνούν πίστης βαθύ γαλάζιο
και προσδοκούν μιας άγνωστης παντιέρας χρώμα!
Εδώ, μεσίστια κρέμομαι κι αλλάζω
στάση το σώμα.
Σινιάλο στείλε μου βροχή, δώσ' μου μήνα το Μάρτη
και φέρε μου μια θάλασσα κι ανάμεσα στα φύκια
βυθό• χιαστή και κρύβεσαι δεμένη στο κατάρτι,
αλήθεια:
Πώς αναδύεσαι άλαλη ζωσμένη την ομίχλη;
- Σκιά στο σύννεφο η νυχτιά νύφη στα βράχια η χάση!
- Όπου φεγγάρι αγάπησες απάστραψε η σελήνη
με βιάση!
- Πού ταξιδεύεις θάνατο σωρό πάνω στο κύμα;
- Γονυπετής σε δούλο μου κι οι μάγισσες γοργόνες
θρέφουν φτερά στης πλάτης μου το σχήμα,
για αιώνες.
- Πρόβαλε σήμαντρο ρυθμό στερνά με τη σφυρίχτρα
κι ό,τι διασχίσει ανάμεσα των λιμανιών, δεμένα
μπρος να τα γείρει, αφύλαχτα, τη νύχτα
μιας άγκυρας καδένα!
Πηγή: Της Θάλασσας,Τόμος Β΄,Εκδόσεις Αρισταρέτη,2018
*******************
[Νέφινα],Μαυλισμός
Ομίχλη-ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ
Έχει κρύο η σιωπή
-μια λιτή μοναξιά
Βουλιάζουν τα σπίτια στην ομίχλη΄
οι αντένες τους
θαμπές σιλουέτες
οπτασίες άνευρες
-το μέταλλο λιωμένο στη σκιά
Μια ευωδιά από κάρβουνο καθαίρει
και τ'αγιοκέρι
να λάμπει στους παλμούς σου
Πηγή: Γόος,Δωδώνη,2019
Στην οχλοβοή της ομίχλης- ΜΑΡΙΑ ΑΡΓΥΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Αν δεις να καταδύομαι
μες στην οχλοβοή της ομίχλης
μη φοβηθείς
είναι που επιχειρώ να αποκριθώ στην ηχώ
που εμφαντικά παρεμβαίνει
και μεταποιεί τα κύματα.
Πηγή: Αποτυπώματα στο πουθενά,Χρόνος,2019
Νύχτα με ομίχλη-ΑΡΗΣ ΓΕΡΑΡΔΗΣ
θα σε πάρω να βγούμε ως την Kneipe
που σερβίρει Ausländer και γριές πουτάνες
να πιούμε δυο ελληνικά ηλιοβασιλέματα.
Θα με κοιτάς σαν άγαλμα του Πραξιτέλη
με μάτια σαλεμένα απ'το ποτό.
Όταν γυρίσουμε,θα λες δεν είμαι ο ίδιος
κι εγώ-με το σφυρί στο χέρι ήδη-
θα σπάω το άγαλμά μου.
Πηγή: Γυάλινες μέρες,Εκδόσεις Πνοή,2021
Πρωινή ομίχλη –ΝΙΚΟΣ ΣΟΥΒΑΤΖΗΣ
Είναι φορές που ξυπνάς
και αναρωτιέσαι αν υπάρχει λόγος
να συνεχίσεις να ζεις
και αν τα πράγματα
μπορούν να γίνουν
χειρότερα απ' ό,τι είναι
κι όταν ανάβεις το πρώτο τσιγάρο
τα μάτια σου γεμίζουν δάκρυα
και λες ότι είναι απ' τον καπνό
γιατί ντρέπεσαι που κλαις
Κι είναι κάτι τέτοιες στιγμές
που ζηλεύεις κάποιον παιδικό σου φίλο,
που έφυγε στα δεκαοχτώ του χρόνια,
γιατί έφυγε γρήγορα και δεν πρόλαβε να πονέσει
και την τελευταία φορά που τον είδες
χαμογελούσε κι έδειχνε ευτυχισμένος
Κι όταν καμιά φορά
κοιτάζεις προς τη θάλασσα τον Σεπτέμβρη,
τότε που είναι απόλυτα ήρεμη
σαν μητέρα που μόλις έχει κοιμίσει το παιδί της
και νιώθεις ότι η αγκαλιά της
μπορεί να γιατρέψει τις πληγές σου,
την ώρα που σουρουπώνει
κι ετοιμάζεσαι να φύγεις για το σπίτι,
νομίζεις ότι βλέπεις το χαμόγελό του
Και αν και έχουν περάσει χρόνια από τότε που έφυγε
παραμένει ο καλύτερός σου φίλος
και ο μόνος που σε κατάλαβε
Ίσως γιατί θες να μείνεις για πάντα
δεκαοχτώ χρονών
Ωστόσο ξέρεις πως η ζωή συνεχίζεται
Παίρνεις λοιπόν ό,τι αγάπησες:
το χαμόγελο του παιδικού σου φίλου,
τη θάλασσα του Σεπτέμβρη,
ένα χέρι που σε βοήθησε κάποτε να σηκωθείς,
ένα τσιγάρο που σε κέρασαν
κάποιο κρύο βράδυ στη σκοπιά
και προχωράς
Κι ας είσαι μόνος
Η εποχή δεν συγχωρεί χαμόγελα και θάλασσες
Κι όλοι παραμονεύουν στη γωνία
έτοιμοι να σου κολλήσουν τη ρετσινιά
Δεν λες τίποτα γιατί κατά βάθος τους λυπάσαι
Ό,τι πολύτιμο έχεις μέσα σου
δεν μπορούν να το αγγίξουν
ούτε να το καταλάβουν
Πηγή: Ανατολική περίπολος,ηδυέπεια,2021
Πούσι-ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ
Στὴν Ἑλένη Χαλκιούση
Έπεσε το πούσι αποβραδίς
- το καραβοφάναρο χαμένο -
κι έφτασες χωρίς να σε προσμένω
μες στην τιμονιέρα να με δεις.
Κάτασπρα φοράς κι έχεις βραχεί ,
πλέκω σαλαμάστρα τα μαλλιά σου.
Κάτω στα νερά του Port Pegassu
βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή.
Μας παραμονεύει ο θερμαστής
με τα δυο του πόδια στις καδένες.
Μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες
με την τρικυμία' θα ζαλιστείς.
Βλαστημά ο λοστρόμος τον καιρό
κι είν' αλάργα τόσο η Τοκοπίλλα.
Από να φοβάμαι να καρτερώ
κάλλιο περισκόπιο και τορπίλα.
Φύγε! Εσέ σου πρέπει στέρεα γη.
Ήρθες να με δεις κι όμως δε μ' είδες΄
έχω απ' τα μεσάνυχτα πνιγεί
χίλια μίλια πέρ' απ' τις Εβρίδες.
Πηγή:Πούσι (1947)
Fog-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ
Say it with a ukulele
«Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι…»
γρινιάζει κάποιος φωνογράφος·
πες μου τι να της πω, Χριστέ μου,
τώρα συνήθισα μονάχος.
Με φυσαρμόνικες που σφίγγουν
φτωχοί μη βρέξει και μη στάξει
όλο και κράζουν τους αγγέλους
κι είναι οι αγγέλοι τους μαράζι.
Κι οι αγγέλοι ανοίξαν τα φτερά τους
μα χάμω χνότισαν ομίχλες
δόξα σοι ο θεός, αλλιώς θα πιάναν
τις φτωχιές μας ψυχές σαν τσίχλες.
Κι είναι η ζωή ψυχρή ψαρίσια
— Έτσι ζεις; — Ναι! Τι θες να κάνω·
τόσοι και τόσοι είναι οι πνιμένοι
κάτω στης θάλασσας τον πάτο.
Τα δέντρα μοιάζουν με κοράλλια
που κάπου ξέχασαν το χρώμα
τα κάρα μοιάζουν με καράβια
που βούλιαξαν και μείναν μόνα…
«Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι…»
Λόγια για λόγια, κι άλλα λόγια;
Αγάπη, πού ’ναι η εκκλησιά σου
βαρέθηκα πια στα μετόχια.
Α! να ’ταν η ζωή μας ίσια
πώς θα την παίρναμε κατόπι
μ’ αλλιώς η μοίρα το βουλήθη
πρέπει να στρίψεις σε μια κόχη.
Και ποια είν’ η κόχη; Ποιος την ξέρει;
Τα φώτα φέγγουνε τα φώτα
άχνα! δε μας μιλούν οι πάχνες
κι έχουμε την ψυχή στα δόντια.
Τάχα παρηγοριά θα βρούμε;
Η μέρα φόρεσε τη νύχτα
όλα είναι νύχτα, όλα είναι νύχτα
κάτι θα βρούμε ζήτα ζήτα…
«Πες της το μ’ ένα γιουκαλίλι…»
Βλέπω τα κόκκινά της νύχια
μπρος στη φωτιά πώς θα γυαλίζουν
και τη θυμάμαι με το βήχα.
Λονδίνο, Χριστούγεννα 1924
Πηγή: Στροφή,Κοχύλια,Σύννεφα,1931
Fog-ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ
«Γυμνά κλαδιά έξω από το τζάμι
στης πανσιόν την άδεια σάλα
πράγματα ακατάληπτα μου γνέφουν.
Ο δρόμος έρημος, αβάσταχτος.
Κι ακόμα πιο έρημος φαντάζει
όταν διαβάτες αραιοί
γοργά απ’ τα μάτια μου περνάνε.
Έχω χαρά που οι δυο αυτοί
εμπρός από τη μικρή εστάθηκαν
του αντικρινού μαγαζιού προθήκη.
Κάτι καινούργιο τα γυμνά κλαδιά
θαρρώ τώρα μου γνέφουν
σχεδόν με κίνηση αφανή.
Όμως, τι φρίκη.
Έπεσε ξάφνου τόση καταχνιά
σε όλη αυτή του δρόμου τη σκηνή.»
Πηγή: Έρεβος, 1956
Η καταχνιά-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ
Βαριά λαχανιασμένη μέρα...
Ψηλά τον ουρανό θωρώ
γαληνεμένο καθαρό
αχνίζει το βουνό απ΄την ξέρα.
Μόνο στη θάλασσα εκεί πέρα
Μ΄όλον τον ξάστερο καιρό,
Σύννεφα κρὐβουν το νερό
Συρμένα απ΄ αλαφρόν αγέρα
Κι ο νους ρωτά με παραζάλη:
Μην πήρ΄ο κόσμος όψην άλλη;
Μήπως απάνο γαλανή
Μια θάλασσα λάμπει απλωμένη
Και κρύφτηκαν συννεφιασμένοι
Στα βάθη κάτω οι ουρανοί;
Πηγή: https://www.info-grece.com/
Ο πεθαμός του Καταχνιά-ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΤΖΙΟΥΛΑΣ
Του Καταχνιά το τέλος θα ’ν’ όταν με μήνες
ή χρόνια, ποιος το ξέρει, πάψουν να βροντούν
κουμπούρες στα βουνά, στους κάμπους καραμπίνες
κι οι λαομάχοι γονατίσουν, τσακιστούν.
Οι αντάρτες οι παλιοί δε θα χρειάζονται άλλο
και θα σκορπίσουν δώθε κείθε οι σταυραϊτοί,
το ντουφεκίδι αφού τελείωσε το μεγάλο
κι απλώθηκε στον κόσμο ειρήνη ζηλευτή.
Τότε κι αυτός θα ξεζωστεί τα φυσεκλίκια,
δίχως κλεφτόκαπα θα μείνει, και χωρίς
γένια θ’ αλλάξει τόσο η όψη του η αντρίκια,
που βλέποντάς την έτσι κι ο ίδιος θ’ απορείς.
Δε θα τον σκιάζονται ούτε θα τον χαιρετάνε,
χωριάτες ή απ’ αυτούς που τώρα πολεμάν,
κανένας δε θα του προσπέφτει: «καπετάνε»,
μήτε θα του μιλεί με παρακάλια: «αμάν».
Ρεμπούμπλικα φορώντας, ίσιο παντελόνι,
σ’ ένα πεζό γραφείο, σε μια άχαρη γωνιά,
μες στους πολλούς κι αυτός χαρτιά θα μουντζουρώνει
και θα’ ν’ ετούτο ο πεθαμός του Καταχνιά.
Πηγή: http://stithaghi.blogspot.com
Καταχνιά-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΑΛΑΣΚΑΝΤΖΗΣ
Πιστέψαμε, στο πρώτο χέρι, στο πρώτο
χαμόγελο. Έτσι, απλά-απλά, βρήκαμε σ’ αυτά
μιαν απόδειξη του προορισμού μας. Τι τάχα
παρακάλια θέλαμε;
Σήμερα, που θέλησες κάτι χειροπιαστό
μήτε χέρι – μήτε χαμόγελο.
Πηγή: stixoi/info
Γράμμα στο Νοέμβρη.-ΝΑΝΣΥ ΔΑΝΕΛΗ
Αγαπημένε,
Μπορεί η καταχνιά να σου θολώνει το βλέμμα
και να μην ξέρεις κατά πώς να πας
με άνεμο, με ήλιο ή με βροχή
τα μολυβένια σύννεφα να φταίνε
που με δάκρυα φορτώνουνε τα μάτια σου
Μπορεί τα κίτρινα απογεύματα
βιαστικά να σώνονται
μέσα στα βιολετιά σου δειλινά
κι αυτά να σβήνουν σαν κεριά
στα σκοτεινά νερά της νύχτας
ο άνεμος στον κήπο σου τα βράδια
να παίζει θέατρο σκιών
να ξεψυχούν
μες στις βρεγμένες φυλλωσιές σου
τα περασμένα καλοκαίρια.
Μπορεί στη γκρίζα της εσάρπα να τυλίγει
τις μικρές σου μέρες η μελαγχολία
όμως είσαι των αρχαγγέλων ο αγαπημένος
και μένα ο αγαπημένος μου.
Έτσι απαλά
όπως χάνεται το φύλλο απ' το δέντρο
το απόγευμα στο δειλινό
το δειλινό στη νύχτα
με τα μύρα του φθινοπωρινού αέρα
Νοέμβρη αγαπημένε
είναι ωραίο κανείς
να ξέρει να χάνει.
Πηγή: https://ennepe-moussa.gr
Καταχνιά- ΕΦΗ ΧΑΝΤΖΟΥΛΗ
Ριγούν τα φύλλα των δέντρων στις ελεγείες της.
Μαραίνονται τα ρόδα κι οι πασχαλιές.
Στ΄ Ανάκτορα δεν ακούγονται πια τα κοντσέρτα.
Οι Νύμφες έπαψαν να φορούν φορέματα μεταξωτά.
Τ΄ άλογα δεν καλπάζουν στο δάσος.
Η καταχνιά σκέπασε τις λευκές Χαραυγές.
Τα δάκρυά της ματωμένα, σταλάζουν.
Το πάθος της πλημμυρίδα και άμπωτη
Νεαρή μα απίστευτα γερασμένη.
Φιδογυριστά τα μονοπάτια της ατέλειωτης θλίψης.
Την άφησε για μιαν άλλη καλύτερη.
Πόσο κουράγιο άραγε θέλει ο Έρωτας;
Πηγή: Ταξίδι συναισθημάτων,Εκδόσεις ΤΑΝ,2020
Η αντάρα ανεβαίνει-ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΝΟΤΗ
Η αντάρα ανεβαίνει απ’ το ποτάμι.
Ανοίγει τα δάχτυλα απαλά
στη διαφάνεια μετά τη βροχή
και ανεβαίνει.
Μέσα από τους επαναστατημένους πόρους της
περνούν οι πέτρες, τα φυλλώματα, οι γέφυρες.
Οι λυμένες διακλαδώσεις του κορμιού της
ανεβαίνουν.
Είναι η ειρηνική έκρηξη
στο μεταίχμιο του εφικτού
που ανοίγει τα περιγράμματα των εικόνων
και ελευθερώνει τις λέξεις
σε μια κίνηση ανόδου
που δε γνωρίζει τη θεατρική πύκνωση
του ποτέ και του τέλους.
Αγγίζει τους γκρεμούς
τις πέτρες που γνωρίζουν τους θανάτους.
Με νοτισμένη ανάσα ανεβαίνει.
όταν χάνεται αφήνει πίσω
όλα τα χρώματα στον ουρανό.
Καλοκαίρι 1984
Πηγή:https://www.translatum.gr/
Στην ομίχλη-ΕΡΜΑΝ ΕΣΕ
Παράξενο να τριγυρνάς στην ομίχλη!
Μόνη κάθε πέτρα, μόνος κάθε θάμνος,
Κανένα δέντρο δεν βλέπει το άλλο,
Καθένας είναι μόνος.
Ήταν ο κόσμος μου γεμάτος φίλους,
Όταν η ζωή μου ήταν ακόμη φως
Τώρα που πέφτει ομίχλη,
Κανένας δεν είναι ορατός.
Πράγματι, κανείς δεν είναι σοφός,
Αν το σκοτάδι δεν γνωρίζει,
Αυτό το οποίο αναπόφευκτα και σιωπηλά
Απ’ όλους τον χωρίζει.
Παράξενο στην ομίχλη να τριγυρνάς!
Το να ζεις σημαίνει μοναξιά.
Κανένας άνθρωπος δεν γνωρίζει τον άλλον.
Καθένας είναι μόνος.
Μετάφραση: Σμάρω Τάση
Πηγή: Ποιήματα,Έρμαν Έσσε,Εκδόσεις Διώνη
Ομίχλη-ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ ΣΟΛΟΒΙΕΦ
Μες στην ομίχλη την πρωινή μ'αβέβαια τα βήματα
ξεκίνησα για μια μυστηριώδη και θαυμαστήν ακτή.
Πάλευεν η αυγή με τα στερνά τ'αστέρια,
ακόμη φτερούγιζαν τα όνειρα-και κάτ'απ'των ονείρων την εξουσία
ικέτευε η ψυχή μου θεούς άγνωστους.
Στην κρύα και διάφανη μέρα,από στρατί μοναχικό,
όπως και πρώτα, βάδισα σ'άγνωστη χώρα.
Είχε η ομίχλη διαλυθεί,και καθαρά πια βλέπουν τα μάτια,
πόσο τραχύ ’ ναι το βουνίσιο μονοπάτι,και πόσο ακόμη πιο μακριά,
πάντα μακριά,βρίσκετ’αυτό που είχα ονειρευτεί.
Κι ως τα μεσάνυχτα με βήματ’άτρομα
Ακόμη θε να περπατώ για την ακτή που λαχταρώ,
Εκεί που,πάνω στο βουνό,κάτ’ απ’ αστέρια νέα,
Λάμποντας όλος από φώτα,θριαμβικά
Με περιμένει ο ναός που μου υποσχέθηκαν.
Μετάφραση: Αντ. Σακελλαρίου
Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία «Ταξίδι στην ποίηση»,Ναυτίλος
Ομίχλη-ΑΝΤΟΝΙΑ ΠΟΤΣΙ
Αν συναντιόμασταν αυτή τη νύχτα
σε ένα μονοπάτι βυθισμένο στην ομίχλη
θα στέγνωναν οι λακκούβες
γύρω από το ζεστό κομμάτι της γης μας:
και το μάγουλό μου πάνω στα ρούχα σου
θα ήταν η γλυκιά λύτρωση της ζωής.
Όμως λεία πρόσωπα κοριτσιών
χλευάζουν την ηλικία μου: ένα δέντρο
μονάχα έχω συντροφιά στο βροχερό σκοτάδι
και φώτα αργά αμαξών με κάνουν να φοβάμαι,
να φοβάμαι και να καλώ το θάνατο.
Μετάφραση: Άννα Γρίβα
Πηγή: Antonia Pozzi,Λέξεις, Εκδόσεις Γαβριηλίδης,2013
Έχω μέσα μου κάτι σαν καταχνιά-ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΠΕΣΟΑ
Έχω μέσα μου κάτι σαν καταχνιά
Που με πνίγει, αλλά δεν είναι τίποτα.
Νοσταλγία του τίποτα
Ακαθόριστη επιθυμία.
Τυλιγμένος σαν σε ομίχλη
Είμαι απ᾽το ίδιο υλικό και βλέπω
Το μακρινό, λαμπρό αστέρι
Από την καύτρα του τσιγάρου πάνω.
Κάπνισα τη ζωή μου. Αβέβαιο
Ό,τι είδα ή διάβασα. Όλος
Ο κόσμος είναι μεγάλο ανοιχτό βιβλίο είναι
Που με χλευάζει σε μιαν άγνωστη γλώσσα.
16-7-1934
Πηγή: Η μάσκα πίσω από τις μάσκες, Ποιήματα του ορθώνυμου Φερνάντο Πεσσόα
Βροχή και καταχνιά-ΣΑΡΛ ΠΙΕΡ ΜΠΟΝΤΛΕΡ
Ω, τέλη φθινοπώρου, χειμώνες, άνοιξες στη λάσπη βυθισμένες,
Ω, εποχές ληθαργικές! Σας δοξάζω και σας αγαπώ
Έτσι όπως τυλίγετε τον νου και την καρδιά μου
Με αέρινο σάβανο και τάφο μελαγχολικό.
Μέσα σ’ αυτόν τον κάμπο τον απέραντο όπου φυσάει ο γαρμπής
Κι ο ανεμοδείκτης είν’ βραχνός τις νύχτες τις μακρές,
Πιο εύκολα θ’ ανοίξει τα μελανά της τα φτερά διάπλατα η ψυχή
Παρά την εποχή με τις ανθοφορίες τις ισχνές .
Τίποτε δεν είναι πιο γλυκό για την βαρυπενθούσα την καρδιά ,
Που πάνω της πέφτει εδώ και χρόνια η καταχνιά,
Ω, θαμπές εποχές, των κόσμων μας βασίλισσες,
Από την όψη σας τη μόνιμη την ερεβώδη και ωχρή.
-Εκτός κι αν, στήθος με στήθος, μιαν αφέγγαρη νυχτιά,
Σε κλίνη τολμηρή αποκοιμίσουμε την οδύνη την πικρή
Μετάφραση : Ιωάννα Αβραμίδου
Καθώς η ομίχλη σημάδια δεν αφήνει –ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ
Καθώς η ομίχλη σημάδια δεν αφήνει
στο βαθυπράσινο το λόφο πάνω,
έτσι σημάδια δεν αφήνει και το σώμα μου
πάνω σου, ούτε ποτέ θ’ αφήσει.
Όταν γεράκι κι άνεμος συναντηθούν
μετά τι τους απομένει;
Έτσι εσύ κ’ εγώ συναντιόμαστε,
γυρίζουμε ύστερα, αποκοιμιόμαστε μετά.
Καθώς αντέχουν πολλές νύχτες
χωρίς φεγγάρι ή άστρο
έτσι κ’ εμείς θα το υπομείνουμε
αν φύγει ο ένας μας μακριά.
Μετάφραση: Ανδρέας Αγγελάκης
Πηγή: https://popaganda.gr/
N᾽ αντέξουμε τη σκοτεινή πλευρά μας..-ΕΜΙΛΙ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ
N᾽ αντέξουμε τη σκοτεινή πλευρά μας-
Από το πρωινό το μερτικό μας-
Για να γεμίσει το κενό απ᾽ τη χαρά μας,
Απ᾽ την περιφρόνια το κενό μας-
Έν’ άστρο εδώ, κι έν᾽ άστρο εκεί,
Το δρόμο κάποιο χάνει!
Μία ομίχλη εδώ, μια ομίχλη εκεί,
Και – μέρα πάλι – φτάνει!
Μετάφραση: Μαρία Δαμόλη
Πηγή:Έμιλι Ντίκινσον, Ποιήματα, Εκδόσεις Γιαλός, 2011
[Οι κλεψύδρες -αγάπες μου...]- ANNE-MARIELLE WILWERTH
Οι κλεψύδρες-αγάπες μου
αιωρούνται στο χρόνο
σχεδιάζοντας έναν καπνό
που μπαίνει στο δέρμα μου
Ν'αγοράσω ήλιο και όνειρα
Για να νιώθω ακόμα απάνω μου
την άυλη ομίχλη των δακτύλων
Πηγή:Σύγχρονη γαλλική ποίηση του Βελγίου,Σωτήρη Γ.Τσαμπηρά,Εκδόσεις Πρόσπερος,1991
Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου
Η αναδημοσίευση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού ιστότοπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ επιτρέπεται ΜΟΝΟ με την παράθεση πηγής και ενεργού συνδέσμου (link).