Θαμώνες - ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΙΝΝΗΣ

Θαμώνες - ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΙΝΝΗΣ

Ο γνωστός στιχουργός - ποιητής Γιάννης Σίννης ετοιμάζει το πρώτο του έργο μυθοπλασίας . Περιλαμβάνει αυτοτελείς ιστορίες που διαδραματίζονται σ'ένα μπαρ. Τίμησε το ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ μ'ένα απόσπασμα από το επερχόμενο βιβλίο του, το οποίο διάβασα μονορούφι!  Απολαυστικός! Ευχαριστούμε  Γιάννη μου!

Θαμώνες- ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΙΝΝΗΣ (απόσπασμα)

   Περάστε, εδώ θα βρείτε άφθονα ηδονικά μυρωδικά, στεναχώρια που θα έχετε επιδιώξει , θα βρείτε απόρριψη για το μεγάλο όνειρο και εάν κάτσετε πολύ και έρχεστε τακτικά θα έχετε να λέτε ιστορίες που κρυφακούσατε , γεγονότα που είδατε , σκέψεις που σας προκάλεσαν οι ενέργειες των διπλανών σας και ίσως κάποιοι από εσάς ζαλιστείτε από βλέμματα σαν του Έκτορα ’ απ’ τα Πατήσια.
   Ονειροπόλος και ευγενικός , εκκολαπτόμενος συγγραφέας  με αμέτρητες απορρίψεις από εκδοτικούς οίκους και τακτοποιημένες σελίδες Α4, με τα γραπτά του να τα διορθώνει ο ίδιος στο γωνιακό τραπεζάκι δίπλα από τη σκάλα, που οδηγεί στις τουαλέτες .
   Πώς μπορούν οι ήχοι απ’ τη σκάλα και το wc να μην τον ενοχλούν , μου έκανε πάντα εντύπωση !
  Κοντά στα 45 ο Έκτωρ ,ψηλός άνδρας,  ιδιωτικός υπάλληλος χρόνια σε μια εταιρεία ταχυμεταφορών , πάντα περιποιημένος και καλοντυμένος, με τα ακριβά του αρώματα , τα μανικετόκουμπα στις γιορτές , περίεργο μαλλί σαν να είναι πλακωμένο από κράνος χωρίς ωστόσο να οδηγεί μηχανή, σμιχτοφρύδης ,  παρ’ όλα αυτά ασκούσε μια κάποια γοητεία στις πελάτισσες  και είχε τις σχετικές κατακτήσεις του τις οποίες απ’ ό,τι με άφηνε να υποψιαστώ τις αποτύπωνε στο χαρτί.
  Η δε εικόνα ενός σοβαρού ανθρώπου να σημειώνει, να διαγράφει και να διορθώνει σελίδες ήταν ελκυστική σε φιλόλογους, δασκάλες και τριτοδεσμίτισσες γενικά .
  ‘Σκαρώνω μια ιστορία Νάσο μου, κανα δίμηνο τώρα , πολύ πρωτότυπο σουρεάλ σενάριο , αν το αποτυπώσω σωστά μπορεί να γίνει και ταινία ,ναι, με παραγωγό , έμπειρο σκηνοθέτη με επιρροές από Βερολίνο  και κάποιον που να χειρίζεται άψογα τα εφέ , σε παρακαλώ μόνο μη σου ξεφύγει παραέξω γιατί κλέβουν τις ιδέες ‘.
 Ήταν ένα από τα αποτυχημένα εισπρακτικά βράδια Τρίτης , Οκτώβριος, που ξεκινούσε και το Champions League , θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι είχα βάλει παραπάνω κολώνια και μύριζα εκνευριστικά πολύ , κόσμο δεν είχαμε,  ψιλόβροχο, άδεια η Αθήνα για 11 η ώρα  και ο Έκτορας σηκώθηκε απ΄το τραπεζάκι με τα χαρτιά του να κάτσει στην μπάρα, να μου κάνει παρέα, καθώς σκούπιζα τα κρασοπότηρα.
 ‘Νάσο βάλε μου δυο ακόμα παγάκια σε παρακαλώ’ , του συμπλήρωσα και ποτό χωρίς να τον χρεώσω , το εκτιμούσε ο Έκτορας , τον λυπάμαι κι εγώ καμιά φορά όταν τον βλέπω μόνο .
 Έπαιζε ένα best of cd του Van Morrison ιδανικό για τις συνθήκες και την ώρα.
΄’Άκου Νάσο , ήταν ένα ζευγάρι πολύ ερωτευμένο , ειδικά ο άνδρας έλιωνε για εκείνη , αυτή όχι τόσο , συναντιόντουσαν κάθε απόγευμα μετά τη δουλειά στο στέκι τους, πίναν και γελούσαν , μέχρι αργά τη νύχτα φιλιόντουσαν και αγκαλιάζονταν οριακά διακριτικά χωρίς να ενοχλούν τους γύρω τους , ξέρεις, και αφού χορταίναν τη βόλτα τους , γύριζαν στο σπίτι τους και έκαναν έρωτα ξανά και ξανά μέχρι τις πολύ πρωινές ώρες.
 Παθιασμένοι και οι δύο με τα σημάδια του sex στα γόνατα της κυρίας και στην πλάτη του τυχερού εραστή , όλος ο κόσμος μόνος του και εκείνοι μονάχοι, δεν υπήρχε τίποτα, μόνο ο ένας για τον άλλο και για πολύ καιρό, στο ίδιο πάντα μπαράκι, στη γωνιά τους, στο σημείο τους, τηρώντας την ίδια διαδρομή , α!  Και το κυριότερο , τα ποτά τους φίλε , το παλικάρι ο Γιώργος έπινε ένα πολύ σπάνιο μεξικάνικο ρούμι , 2-3 μπαράκια το είχαν σε όλη την πόλη – ήταν και επιθυμία του να υπάρχει πάντα κάβα με αυτό το ποτό στο μαγαζί μην και ξεμείνει.
 Έπινε πολύ χωρίς ποτέ να μεθύσει , το απολάμβανε , η γεύση του ποτού γέμιζε το στόμα του και το λαρύγγι του σα να έπαιρνε συμπλήρωμα ζωής, ευημερία, κάθε τζούρα γιορτή των αισθήσεων και εκείνη τον παρατηρούσε και τον θαύμαζε που ήξερε να ζει ,δεν έλιωνε όμως για εκείνον όπως ο Γιώργος θα ήθελε.  Μέρες , νύχτες , βδομάδες και μήνες, κοντά τέσσερα χρόνια κράτησε το σκηνικό.
 Όλα τελείωσαν όταν ο Γιώργος ένιωσε έναν δυνατό πόνο στο στήθος , μεσημέρι, πηγαίνοντας να ξεπαρκάρει το αυτοκίνητό του απ’ το στενάκι που το έβαζε συνήθως, λιποθύμησε , έπεσε και τον βρήκαν περαστικοί αρκετή ώρα μετά , τόση που είχε ξεψυχήσει.
 Εκείνη είχε ρεπό και τη βρήκαν τα τραγικά νέα στο σπίτι ενώ χάζευε στην τηλεόραση ,από τηλεφώνημα κοινού τους φίλου, ο Γιώργος είναι νεκρός.
 Φρίκη απερίγραπτη, αρχαίο δράμα , τάσεις αυτοτραυματισμού από την απελπισία , ουρλιαχτά που φόβιζαν, έσκιζε τη σάρκα της με τα νύχια της , τραβούσε τα μάγουλά της με τα δάχτυλα στο στόμα, έπαιρνε φόρα και χτυπούσε με όλη της τη δύναμη στους τοίχους και τα έπιπλα , έπεσε στο πάτωμα μετά από ώρα με τα γόνατα στο στήθος , μια άμορφη ανθρώπινη μάζα κατασπαραγμένη από το τραγικό γεγονός. 
 Μετά ησυχία , το σώμα νεκρό αφυδατωμένο και ακίνητο, μόνο η καρδιά εξακολουθεί και χτυπά παρά την άρνηση, μόνο η αναπνοή συνεχίζεται μπερδεμένη με αναφιλητό και εσωτερική βοή. Αλλαγή ζωής χωρίς να το ζητάς , χωρίς να το έχεις καν φανταστεί , άδικα απρόσμενα και ανεξήγητα , ένα ιδανικό ζευγάρι χωρίζει για πάντα , πένθος ,δέος και σιωπή.’’
 ‘’Εκτορα δεν είμαι για τέτοιες ιστορίες τέτοια ώρα βρε ψυχούλα  μου, μη μας πάρει από κάτω  γαμώ την όρεξή σου νυχτιάτικα ‘’ του αποκρίνομαι και τον αποπαίρνω ενώ εκείνος είχε βυθιστεί στην περιγραφή των φανταστικών γεγονότων, όμως δεν πτοείται ‘όχι όχι ‘ μου λέει ‘’εδώ αρχίζει ουσιαστικά η ιστορία’’ στρίβει τσιγάρο, το ανάβει και πίνει μια γουλιά ποτό.
 ‘’Νάσο μου ο τύπος, ο Γιώργος, ένα βράδυ λίγο καιρό μετά τον θάνατό του , άνοιξε τα μάτια του και βρίσκει τον εαυτό του να επιπλέει πάνω σε ένα πολύ μικρό κομμάτι φελλού , γύρω του πορτοκαλί φώτα ,τζάμι, ελάχιστο οξυγόνο και όλα τα μεγέθη των αντικειμένων  που  γνωρίζουμε  αντιστρόφως  ανάλογα  σε  διάσταση ,σχεδόν παραμορφωμένα.
 Ο τύπος ήταν πλέον ένα απειροελάχιστο σε μέγεθος σκόνης ον που ισορροπούσε μετά βίας σε ένα απειροελαχιστότατο κομμάτι φελλού , όχι εύκολα ορατό με γυμνό μάτι βέβαια, μέσα στο μπουκάλι του αγαπημένου του μεξικάνικου ποτού, που ήταν τοποθετημένο στο πάνω ράφι της κάβας, στο λατρεμένο του στέκι που πέρασε τέσσερα ονειρεμένα σχεδόν χρόνια με την αγαπημένη του..
Τρόμος φίλε
 Ένα απερίγραπτο είδος μεταφοράς σε άλλη διάσταση , πολύ κοντά στα μέρη και στα πρόσωπα που επιθυμείς να είσαι. Ο Γιώργος βρέθηκε αρτιμελής, αλλά φυλακισμένος στο μπουκάλι με το αγαπημένο του ποτό , στο ράφι της κάβας στο στέκι του , πίσω ακριβώς απ’ το κεφάλι του φίλου του, του μπάρμαν. Από εκεί μπορούσε να δει τα πάντα φίλε, να παρατηρεί όπως και πριν όταν ζούσε κανονικά τους περαστικούς και τους μόνιμους , να ξημεροβραδιάζεται στο λατρεμένο του σημείο στη Γη χωρίς ταυτόχρονα να νιώθει δίψα ή πείνα , σε αυτή την διάσταση δεν έχεις φυσικές ανθρώπινες ανάγκες αλλά μόνο ψυχικές . Όποτε ήθελε έσκυβε και έπινε με το στόμα σαν σε λίμνη,  μια χορταστική γουλιά απ’ το μεξικάνικο ρούμι χωρίς το αλκοόλ να τον πειράζει , είχε μόνο τις θετικές επιπτώσεις της κατανάλωσης οινοπνεύματος, το  όμορφο κεφάλι που σου προξενεί και μόνο αυτό, δεν είχε πλέον συμβατικό συκώτι να βλάψει.
 Και περνούσε ο καιρός και κανένας δε ζητούσε απ’ το ποτό του και κανείς δεν τον έψαχνε μα και κανένας βέβαια δεν μπορούσε να φανταστεί ότι ο Γιώργος θα ήταν εκεί , μέσα στο γυάλινο μπουκάλι.
 Κάποιες νύχτες που δεν είχε πολλή δουλειά, έβλεπε το χέρι του Νάσου να πιάνει τη φιάλη και να τη σκουπίζει , τοποθετώντας τη μετά πάντα στην ίδια θέση , δίπλα στα άλλα ρούμια, και μεθούσε χωρίς να καταστρέφεται, γελούσε μόνος του παρατηρώντας τον κόσμο να πηγαινοέρχεται στο μαγαζί της καρδιάς του , χωρίς όμως να μπορεί να επικοινωνήσει με κανέναν.
 Ένα από τα βράδια που τον τύλιξε έντονα η απόγνωση κατέβασε το παντελόνι του , έσπρωξε το φελλό προς το τζάμι και έτριβε το μόριό του επιδειχτικά στο γυαλί εναντίον των θαμώνων ουρλιάζοντας βρισιές που ποτέ δεν ξεστόμισε σε ολόκληρη τη ρεαλιστική του ζωή. 
 Έχοντας μετά από απροσδιόριστο διάστημα βρει κάποιους ρυθμούς και μια πνευματική ισορροπία ώστε να μπορέσει να απολαύσει την νέα του κατάσταση που ουσιαστικά ήταν μια μορφή βαριάς κατάρας , θα συμβεί κάτι που θα τον ταράξει και θα τον συνθλίψει.
 Τα ουρλιαχτά του δε θα ακουστούν από κανέναν.
 Ποιος μπορεί να ακούσει τη φωνή ενός ανθρώπου που έχει το μέγεθος του κεφαλιού μιας καρφίτσας , κλεισμένου σε ένα ξεχασμένο μπουκάλι ρούμι στο τρίτο ράφι του μπαρ;  Κανένας..
 Η Φαίη , η γυναίκα που έλιωνε και αφιέρωσε τα τέσσερα τελευταία χρόνια της ζωής του στον έρωτά της,  εμφανίζεται μια  Τετάρτη βράδυ στο μπαράκι μαζί με έναν τύπο αρρενωπό , βαρύ και γεροδεμένο , μαύρο κουστούμι – μαύρο πουκάμισο, ακριβά ρούχα και ακριβό ρολόι , με μια άνεση που μαρτυρούσε ότι δεν ήταν η πρώτη τους βόλτα , ήταν όμως η πρώτη τους επίσκεψη στο στέκι..
 Οι φλέβες του πετάχτηκαν στο λαιμό ,στον κρόταφο και στο μέτωπο , μπλε φλέβες άζωες χωρίς αίμα πια , τα γόνατά του κομμένα και αίσθηση κρύου στις γάμπες του , μια τεράστια ατσάλινη λεπίδα έκοβε μαρτυρικά το στομάχι του και μια αποπνιχτική τάση για εμετό δονούσε τον θώρακά του.
Το κομματάκι του φελλού κινούνταν ακανόνιστα στη στάθμη του ποτού και όλα γύριζαν στο θαμπωμένο από τα χνώτα του μπουκάλι,προλαβαίνει και το αγκαλιάζει με όλη του τη δύναμη και μια πρωτοφανής δίνη τον γυρίζει ανάποδα στην κορυφή της φιάλης, προς την έξοδο.
 Ο μπάρμαν γέμισε γενναία ένα ποτήρι με το μεξικάνικο ρούμι.
 Τα λίγα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν για να επανέλθει η ηρεμία και η σιγή στο εσωτερικό του μπουκαλιού ,δεν πέρασαν ποτέ για τον Γιώργο.
 Είχε χάσει οριστικά την αίσθηση του χρόνου , της απόστασης, της ταχύτητας, και  της πραγματικότητας, ήταν παράνοια .
  Κάποτε της είχε γράψει ένα ποίημα
‘Εκείνα τα χρόνια , που γρήγορα πέρασαν

Βγαίναμε , πίναμε, μεθούσαμε, και φιλιόμασταν αμέτρητες φορές

Τόσες, που ξέρω πια, πως εάν ποτέ με κάποιον άλλον βγεις , πιεις, μεθύσεις και φιληθείς

Θα τον φωνάξεις με το όνομά μου’

  Το θυμήθηκε και άρχισε να το μουρμουράει ξανά και ξανά για ώρα.
 ‘Πόσο τραγικό αυτός ο άλλος να πίνει το ποτό μου, αυτό που εγώ , με δική μου παραγγελία και απαίτηση έφερα στο μαγαζί, και τώρα μέσα σε αυτή την ίδια καταραμένη φιάλη , να στέκομαι εγκλωβισμένος και φυλακισμένος σε μια μορφή ζωής μετά τον θάνατο που είναι θάνατος όμως, αργός  χωρίς έλεος, ποιος το θέλει αυτό, σε ένα μπουκάλι οινόπνευμα που οι αναθυμιάσεις του μου καίνε το μυαλό , βλέποντας παράλληλα τη γυναίκα της ζωής μου να χαριεντίζεται με ένα άτομο που πίνει το δικό μου το ποτό στη θέση μου , στην καρέκλα μου, στο στέκι μου;
 Οι επόμενες μέρες ήταν οι πιο βασανιστικές , ο Γιώργος είχε συνειδητοποιήσει ότι το οριστικό του τέλος θα είναι βαρύ , καταναγκαστικό και ολοκληρωτικό , θα υπέμενε να βλέπει τη Φαίη με τον τύπο, μέχρι να τελειώσει το ποτό στο μπουκάλι και μετά τι; Τα άδεια μπουκάλια τα πετάν στους μπλε κάδους της ανακύκλωσης , με τι τρόπο άραγε θα έκλεινε η αυλαία του μαρτυρίου;’’
 Σκυθρωπός τσιμπάω και βάζω δυο παγάκια στο ποτήρι του Έκτορα, του το γεμίζω, ρίχνω και στο δικό του συμπλήρωμα, γυρίζω βιαστικά το βλέμμα μου  τριγύρω στο άδειο μαγαζί , ξανακάθομαι στη θέση μου πίσω από την μπάρα, ανάβω τσιγάρο , συνέχισε του λέω.
‘ Ένα βράδυ σαν το αποψινό που δεν έχει πολλή δουλειά ήρθε το τέλος.
 Ο μπάρμαν ενώ τακτοποιεί το περίφημο τρίτο ράφι με τα ρούμια, διαπιστώνει ότι το μεξικάνικο είχε σχεδόν τελειώσει και τραβώντας το μπροστά του παρατηρεί ένα απειροελάχιστο κομμάτι φελλού να επιπλέει στο όχι παραπάνω από σφηνάκι αλκοόλ που είχε απομείνει.
Ωστόσο δεν το πετάει , το βάζει στην καβάντζα γιατί το ιδιαίτερο και καλλιτεχνικό σχήμα του το κατατάσσει υποψήφιο να γίνει ένα άψογο πορτατίφ.
Την επόμενη ημέρα έρχεται πάλι το ζευγάρι και πριν κάτσουν στο γνωστό σημείο , ο άνδρας πλησιάζει τον μπάρμαν .
-Φίλε απόψε βάλε μου κονιάκ , καλό όμως, εφτάρι, και αν γίνεται μπορείς να μου δώσεις το μπουκάλι το άδειο από το μεξικάνικο ρούμι , θα το ήθελα για διακοσμητικό στο σπίτι μου , εάν γίνεται βέβαια χωρίς καμία πίεση.
- Ασφαλώς , εδώ το έχω στην καβάντζα, παρ’το δικό σου και χαλάλι σου .
Κι όντως ο τύπος πήρε το μπουκάλι μαζί με τον Γιώργο , το απομεινάρι του Γιώργου για την ακρίβεια , στο σπίτι του, δίνοντας αιώνια παράταση στο μαρτύριό του, πλέον θα τους βλέπει στο σπίτι του εραστή για όσο ακόμα θα έχει αισθήσεις ..
 Για όσο θα είναι ζευγάρι , μήνες , χρόνια ,δεκαετίες εκεί,  θα βλέπει, θα ακούει, θα νιώθει..’’ 

Φίλε  Έκτορα, αποφάσισα από δω και πέρα να σπάω τις άδειες φιάλες όταν τελειώνουν τα ποτά..,
ποιος ξέρει πόσες βασανισμένες ψυχές θα σώσω ..θα απελευθερώσω …
και το χειρότερο ,
πόσες άδικα βασανισμένες ψυχές έχω καταδικάσει..
Γεια μας 

Γιάννης Σίννης 20

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;