Η ποιήτρια που θα σας παρουσιάσω σήμερα, λέγεται Νατάσα Αθηαινίτου Κυπριανού κι είναι από τη Λεμεσό. Σπούδασε Παιδαγωγικά κι εργάζεται στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Έχει παρακολουθήσει για δυο χρόνια μαθήματα δημιουργικής γραφής. Συμμετείχε σε μια ανθολογία ποίησης και πρόσφατα εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή με τον τίτλο "Με ή χωρίς πεταλούδες"! Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί στον έντυπο κι ηλεκτρονικό τύπο. 0 λόγος της είναι πλούσιος,πλουμιστός,πολύχρωμος. Πρόκειται για μια ποίηση που δελεάζει το μυαλό,αλλά πάνω απ'όλα κι αυτό είναι πιο σημαντικό , προκαλεί συγκίνηση. Η πένα της καταπιάνεται με τις πληγές αυτού του κόσμου, τη μετανάστευση, τη φτώχεια,τον πόλεμο, την πανδημία. Από την άλλη αναζητά οάσεις, τον έρωτα,την αγάπη,την κρυμμένη αθωότητα.Η γραφή της παίζει συχνά με την αλληγορία, επικοινωνώντας μυστικά, που ανιχνεύει ο συνένοχος αναγνώστης. Θα γνωρίσουμε την ξεχωριστή αυτή λογοτεχνική φωνή μέσα από δεκατρία ποιήματά της!
Ο ΑΣΤΕΓΟΣ ΤΗΣ ΣΑΡΙΠΟΛΟΥ
Είναι Δεκέμβρης και τα βράδια
περισυλλέγει φοβισμένα βλέμματα καθισμένος στο πεζοδρόμιο.
Τυλίγει με εφημερίδες
τους λυγμούς που ψυχορραγούν.
Σφίγγει στη γροθιά του
τα φαγωμένα νύχια του
τη μοναξιά του.
Περιφέρει άσκοπα το γεμάτο λάσπη
κορμί του
φορώντας ένα πράσινο γιλέκο όπως αυτό των τροχονόμων.
Χαϊδεύει πού και πού τα μακριά μαλλιά του
γυρεύοντας ένα γνέψιμο
μια ζεστή κουβέρτα
λίγο ψωμί από ανθρώπου χέρι.
Δε βρίσκει τίποτα.
Όλοι τον φοβούνται.
Επιστρέφει στο πεζοδρόμιο.
Αγκαλιάζει το φθαρμένο κασόνι τόσο σφικτά
όπως η Θεοτόκος το νεογέννητο Χριστό
στο πρώτο βύζαγμα.
Κι ύστερα προσπαθεί μαζί του
να ταξιδέψει λαθρεπιβάτης πάντοτε
στο έλκηθρο του Αη- Βασίλη
από τη γειτονιά της θλίψης
στη λεωφόρο των αστεριών.
Νατάσα Αθηαινίτου- Κυπριανού ,Δεκέμβρης 2020. Ανέκδοτο
ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ
Μόλις έφυγαν κι οι τελευταίοι
εκείνοι έθαψαν κάτω από την άμμο
το ματωμένο σώμα της
μέχρι να επουλωθεί.
Έπρεπε, της είπαν, να ξεχάσει
όσα έζησε.
Εκείνες τις στιγμές που το φεγγάρι έλουζε από ψηλά το θέατρο της Σαλαμίνας
ενώ οι θεατές χειροκροτούσαν ανυποψίαστοι στις κερκίδες.
Να σβήσει από τη μνήμη και τις αισθήσεις της μυρωδιές και άσματα, θεάματα και ό, τι ανώφελα κυοφορούσε συγκινήσεις.
Ύστερα, μετά από το σώμα της μαγάρισαν
και την ψυχή
ρίχνοντας στις εκκλησιές και στα αγάλματα ασβέστη και χώμα που βρωμούσε κοπριά.
Άλλα τα κομμάτιασαν.
Κι αυτή με το σώμα θαμμένο στην άμμο και την ψυχή κατακρεουργημένη
να επιβλέπει σαν φάντασμα
την ερημιά
σαν γυναίκα που ατιμάστηκε
αφού την εξανάγκασαν
να κρεμάσει τα ρούχα της
επάνω στα κιγκλιδώματα...
Έπειτα σώπασε.
Κατάπιε όλα τα αμαρτήματα και τις ντροπές.
Έκλεισε τα μάτια της κι αποκοιμήθηκε.
Το σώμα της επουλώθηκε μα τα σημάδια πολλά.
Η ψυχή της ποτέ.
Προχθές την επισκέφτηκαν πάλι.
Ξέθαψαν το σώμα της
την ξύπνησαν απότομα
της φόρεσαν κάτι πρόχειρα ενδύματα
και την ανάγκασαν να καθίσει
επάνω σε ένα τροχοκάθισμα
καθώς μετά από τόσα χρόνια ξέχασε
πώς να περπατάει για να γιορτάσει τάχατες
σαν άλλη Κοιμωμένη,
το βίαιο ξύπνημά της.
Την χτένισαν ,την στόλισαν και της είπαν
να υποδεχτεί χαρούμενη τους νέους επισκέπτες.
Μα εκείνη παρέμεινε μουγγή κι αποσβολωμένη να κοιτά τη θάλασσα.
Δεν ανασταίνονται με το ζόρι οι ψυχές.
Νατάσα Αθηαινίτου -Κυπριανού. Οκτώβρης 2020, Ανέκδοτο.
Η ΜΩΒ ΟΜΠΡΕΛΑ
Με συνοδεύει πάντοτε τις μέρες της βροχής.
Όταν την βγάζω απ' το συρτάρι, ποτέ δεν την ανοίγω μες στο σπίτι.
Την κουβαλάω πάντοτε στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου ή την σφίγγω στην απαλάμη μου
ως προέκταση του χεριού μου
περπατώντας ανέμελα στο δρόμο
κάθε φθινόπωρο.
Οι βόλτες μας το σούρουπο
πότε μες στη ψιλή βροχή και πότε
μες στην καταιγίδα
την έκαναν ένα με τα διάφανα βλέφαρά μου και τα γοργά τα βήματά μου
κόντρα στον άνεμο και την επερχόμενη αστραπή.
Κι όταν επιστρέφω, έτσι βρεγμένη και τσαλακωμένη καθώς είναι
την εναποθέτω προσεχτικά στα σκαλοπάτια να στεγνώσει
μια πράξη ευγνωμοσύνης, κάτι σαν οφειλή για την προστασία που μου πρόσφερε
όπως σκεπάζει κανείς έναν ηλικιωμένο
μην κρυώσει, την ώρα που κοιμάται.
Το επόμενο φθινόπωρο την ξαναβγάζω πάλι από το συρτάρι
κι εύχομαι να αντέξει και φέτος στη φθορά γιατί αυτή η ομπρέλα με το μωβ το χρώμα
μοιάζει πολύ σε αυτήν που κράταγα παιδί
παίζοντας στην αυλή του σπιτιού μου
κάθε φθινόπωρο
χορεύοντας και τραγουδώντας
κρατώντας την με χάρη περισσή
για να αδράξει ένα χαμόγελο ο παππούς
που την αγόρασε.
Έχει το ίδιο χρώμα με τα κυκλάμινα της γιαγιάς και την ίδια μυρωδιά
με το νοτισμένο χώμα του περιβολιού μου
με τις πορτοκαλιές και τη βουκαμβίλια
που αναρριχότανε περήφανη στον τοίχο του σπιτιού μου
τότε που περιπλανιόμαστε ξέγνοιαστα
στους δρόμους
Είναι η ομπρέλα με τις αμυγδαλιές και τα πρωτοβρόχια
τα κυπαρίσσια και τα εσπεριδοειδή
τα χελιδόνια και τα φλαμίγκο της Αλυκής.
Είναι η ομπρέλα της Κυριακάτικης βόλτας κρυμμένη πάντοτε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου
- όπως λέμε στο πίσω πάντα μέρος του μυαλού-
όπου αποκοιμόμουνα συχνά την ώρα που έδυε ο ήλιος...
Νατάσα Αθηαινίτου - Κυπριανού. Aνέκδοτο.Νοέμβρης 2020.
ΜΥΣΤΑΓΩΓΙΑ
Ήτανε Κυριακή πρωί.
Αίφνης πετάχτηκε κεραυνοβολημένος.
Το βράδυ του έκλεψαν το χρυσόμαλλο δέρας.
Από την καμινάδα έσταζαν ρανίδες φωτός ανάκατες με λάβα.
Τις μάζεψε κι άναψε φωτιά.
Οι φλόγες του θύμισαν τις ανάσες του Δράκου.
Αφού τακτοποίησε όλες του τις αυταπάτες
ταξίδεψε και πάλι πίσω στην Κολχίδα
κουβαλώντας μονάχα αναμνήσεις.
Όταν έφτασε είδε το κριάρι στη θέση του.
Κανένας δράκος δεν το φύλαγε πια.
Το είδε κι ανάσανε.
Έπειτα εκείνο εξατμίστηκε.
Επέστρεψε πλούσιος με κάτι ψήγματα χρυσού
σαν φωτοστέφανο, επάνω στα μαλλιά.
Είμαστε, σκέφτηκε, καμωμένοι από ύλη
και πνεύμα.
Νατάσα Αθηαινίτου - Κυπριανού- (Ανέκδοτο)
ΜΕΤΑΒΑΣΗ
Με τον καιρό τα γκράφιτι
πληθαίνουνε στους τοίχους των πόλεων.
Άλλοτε γίνονται έλκηθρα που ταξιδεύουνε στον ουρανό.
Άλλοτε σφαίρες σε ξύλινες φάτνες
που μεταγγίζουνε φως
και κάποτε γλυπτά πουλιών
που εγκαινιάζουν με τις φωνές τους
μια συνομιλία αληθινή
μέσα σε δάση και πλατείες.
Ακροατές, παράλογοι ήρωες
με μάτια ανοιχτά
και υπερυψωμένα μέτωπα
κάνουν τάχατες πως ακούνε.
Χέρια που βγάζουν φτερούγες από ατσάλι
και εκπνοές τσουκνίδας.
Οπτασίες λευκές
γίνονται καθρέφτες
με ηχεία μεγάλα
που θρυμματίζονται σαν κρύσταλλοι
στις στέγες των σπιτιών.
Και η βροχή σαν πέφτει ασταμάτητα
στις καμινάδες φτωχικών
με τζάκια που αχνίζουν
επιτάσσει όσο ποτέ
την ανάγκη μιας συνύπαρξης.
Γιατί γνωρίζει πως αυτό που είμαστε
από όλα όσα αισθανθήκαμε
με τους άλλους
δεν είναι παρά μια μετάβαση
από μια αλαλία επιγενετική
σε μια συνομιλία ουσίας
που οδηγεί τελικά
σε αυτό που ονομάζουμε ζωή.
<<Με ή χωρίς πεταλούδες>>, Εκδόσεις <<Αφή>>, 2020.
ΥΠΕΡΗΡΩΕΣ ( Στον αδερφό μου τον γιατρό)
Είναι Απρίλης και τα λουλούδια
δεν εκπληρώνουν το σκοπό τους
ούτε τα σμήνη των πουλιών.
Πιο άτρωτοι από ποτέ
υποδεχόμαστε μονάχα
αναμνήσεις.
Τα οχήματα στους δρόμους
κίτρινα, μεγάλα.
Τρέχουνε με ιλιγγιώδη ταχύτητα
μεταφέροντας διάφορα:
Ψυχές
κρεβάτια
σύνεργα αναπνοής
πράσινες στολές
για ανθρώπους αφανείς κι ανώνυμους
ταγμένους χρόνια στο κοινό καλό
την ώρα που τα διαγγέλματα
επιτάσσουν:
<<Κλείστε τα σύνορα>>.
<<Σφραγίστε τις θάλασσες και τα βουνά>>.
<<Κλειδώστε τις εκκλησιές και τα σχολειά>>.
Στο μεταξύ
φυλάξτε τη ζωή σας στο μπαούλο
μέχρι νεωτέρας ειδοποιήσεως.
Απομονώστε τους νοσούντες.
Σφραγίστε το στόμα και τη μιλιά σας.
Φυλάξτε τα συναξάρια
και τα δισκοπότηρα.
Έξω αναστεναγμοί!
Τα νούφαρα νιώθουν μοναξιά
στις λίμνες.
Ώρα για περισυλλογή!
Αν κάποιοι δεν μάθαμε να προσκυνάμε
ας τραγουδήσουμε.
Όσοι δεν έχουμε φωνή
ας φυτέψουμε στην αυλή μας
βασιλικό και δυόσμο
κι όσοι δεν έχουνε χέρια
ας ψηλαφίσουν με το βλέμμα τον ουρανό.
Τώρα όλα φαντάζουν μακρινά.
Μονάχα κάποιοι αθώοι υπερήρωες
δίχως μάνα
και δίχως πατρίδα
παιδιά όλου του κόσμου
πνιγμένοι σε στολές
και γάντια πλαστικά
ρίχνονται στη μάχη αγέρωχοι
με όπλο τη ψυχή τους
χορεύοντας κάθε στιγμή και κάθε λεπτό
παρέα με το θάνατο.
Βοηθήστε τους να επαληθεύσουνε
τα όνειρά μας!
Να πλέξουμε όλοι μαζί στεφάνι του Μαγιού πριν έρθει καλοκαίρι
γιατί όσοι ακόμη τραγουδάμε
γνωρίζουμε πολύ καλά
σε ποιους στ' αλήθεια το χρωστάμε..
(Απρίλης 2020), <<Με ή χωρίς πεταλούδες>>, εκδόσεις <<Αφή>>, 2020.
ΠΑΙΔΙΚΗ ΑΘΩΟΤΗΤΑ
Κλουβί κλειδωμένο
πόρτα σφαλισμένη με φτερά παγωνιού επαναιχμαλωτίζει
την παιδική μου αθωότητα.
Ανοίγω άξαφνα την πόρτα
κι από το στήθος μου
εξακοντίζονται περιστέρια.
Συνδράμω κι εγώ απειροελάχιστα
στο θαύμα
πυροβολώντας τη φθορά
αντίσταση ειρηνική προβάλλουσα
στέλνω καταπαντού
ταχυδρόμους αγάπης.
-Μικρή μου Χάιντι,
χαίρομαι που σε ξανασυναντώ
σαν τρέχεις στους λόφους των Άλπεων.
Θέλω εκεί στο μακρινό Μάιενφελντ
να φυλακίσουμε οι δυο μας
το βέλασμα της κατσίκας
στην αδιάφθορη αγροικία της ψυχής μου
και να βυζάξουμε πρωτόγαλα
σαν τότε που ήμαστε παιδιά.
Στο μεσοδιάστημα
μεταξύ ευδαιμονίας και φόβου
μας περιμένει η ελπίδα.
<<Με ή χωρίς πεταλούδες>>, εκδόσεις <<Αφή>>, 2020.
ΜΑΥΡΟΙ ΚΥΚΝΟΙ
Υδρόβια πουλιά της γενεάς των Νησσιδών
επιπλέουν συχνά στις όχθες
και με γοργά κτυπήματα φτερών
σε διαγώνιους σχηματισμούς
παρηγορούν την ερημία του ουρανού.
Ε, σεις, μουγκοί μετανάστες
πέρα απ' τη θάλασσα του βορρά
βγαλμένοι από παραμύθι
τσαλαβουτάτε στα διάφανα νερά
ξεγελώντας την πείνα σας
και το ένα πόδι πίσω απ’ την πλάτη σας
διπλώνοντας περίτεχνα μες στη σιωπή
να μη πουν πως είστε υπάκουοι και δειλοί.
Κάποτε πλέκατε στεφάνια από δάφνες και χρυσό.
Κάποτε συγγράφατε εσείς τους νόμους
σε πάπυρους φτιαγμένους με λωτό
εκεί που τα επιμέρους δε μεταβάλλανε το σύνολο
και οι κλιμακώσεις απουσίαζαν οικτρά.
Εκεί που η μικρή σας αδερφή ακόμα πλέκοντας ψιθυρίζει:
Το νερό μαλακώνει τον βράχο.
Θα κάνω υπομονή. Θα βρω τ' αδέρφια μου.
Στην άκρη όμως του παραμιλητού σας
μια ήπειρος γηραιά σας περιμένει
για να λουστείτε στα ιαματικά νερά
κάποιας αρχέγονης πηγής
που διαψεύδει την ανυπαρξία της.
Εκεί στη χώρα του απρόβλεπτου και του τυχαίου
μεταμορφώνεστε
κι επιστρέφετε.
Έντεκα μαύρα πουλιά, σκίζοντας τον ουρανό
επιστρέφετε.
Έντεκα μαύροι κύκνοι, βασιλιάδες πια.
Επιστρέφετε.
Φαινόμενα σπάνια μιας υψηλής
μα ανατρεπτικής τυχαιότητας.
Έντεκα πουκάμισα φτιαγμένα από αγάπη
πέφτουν απαλά στην πλάτη σας.
Άξαφνα ακούγεται βροντή.
Έντεκα πρίγκιπες υποκλινόμενοι στο αιώνιο Καλό
πιασμένοι χέρι χέρι μ’ ένα κορίτσι
που παραδόθηκε στ’ όνειρο.
Γιατί, καλά το λένε,
πως το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε
είναι να είμαστε λιγότερο έως καθόλου βέβαιοι για όλα.
<<Με ή χωρίς πεταλούδες>>, Εκδόσεις <<Αφή>>, 2020.
ΨΥΧΗ
Όταν οι χαραμάδες στη μάσκα ασβεστωθούν
άπλετο φως θα περιλούσει το πρόσωπο
του γένους των ανθρώπων.
Από μηχανής θεοί και κάθε λογής μαντατοφόροι
θα εκλείψουν.
Αρχέτυπα ενός αέρινου κόσμου
θα μαγνητίσουν από τα βάθη μιας πηγής
ομοιώματα υπάρξεων.
Χορικά θ' απαγγέλλουν οι άγγελοι
με αρμονία τρεις λέξεις μοναχά:
Είμαι, θέλω, επιθυμώ
κι οι προσευχές ενός γραφικού μονόλογου
θα επιστρέφουν.
Δεν κατέχω και δε με κατέχουν.
Δεν είναι δα η ζωή μια απλή συναλλαγή λογαριασμών.
Δεν είναι καν υπαρκτά τα όσα προαναγγέλλει
ο προαιώνιος φόβος των ανθρώπων.
Όλα ρέουν και στροβιλίζονται αδιάκοπα
σ' έναν ατέρμονο χορό μιας αναζήτησης
καταδικασμένης αλίμονο
σε μια ιερή, μα τραγική επανάληψη.
Έχει επιλογή ο Σίσυφος;
Αν ναι, τότε έχουμε κι εμείς.
<< Με ή χωρίς πεταλούδες>>, Εκδόσεις <<Αφή>>, 2020.
ΕΡΩΤΑΣ
Όταν ερωτεύομαι
παρατηρώ με δέος
τις θεϊκές σου λεπτομέρειες.
Εξέχουν σαν ρομφαίες αγγέλων
απειλητικές και ακαταμάχητες.
Δεν είμαι από ατσάλι
ούτε από πέτρα.
Ταγμένη σε αυτή την περιπλάνηση
οικειοθελώς διερευνώ επιδερμικά
τη μοναξιά
στοχεύοντας σε μια πλήρη
- κατά τα άλλα - συνεύρεση.
Δεν μετανιώνω που ανοίγω
απροκάλυπτα το στήθος μου
ούτε χαίρομαι όταν χάνω.
Ο έρωτας άλλωστε πάντα οδηγεί στο θάνατο.
Εκτός
κι αν η ανάγκη αφαιρεθεί από το αίτημα
υπόλοιπο της πράξης αυτής
θα μένει πάντα
η επιθυμία
να ανακυκλώνεται αέναη.
Κι όσοι συχνά ονειρευτήκαμε μονάχα έγχρωμα
και εύλαλα πουλιά
γίναμε ερήμην μας ολίγον τι σοφοί
σαν νυχτοπούλια
που γαντζωμένα σε κλαδιά βελανιδιάς
με ματωμένα φτερά και με τα μάτια υγρά
κρώζουν
αμετανόητα μες την ανίερη νυχτιά:
«Φεγγαράκι μου λαμπρό
φέγγε μου να περπατώ».
<<Με ή χωρίς πεταλούδες>>, Εκδόσεις <<Αφή>>, 2020.
ΕΝΣΥΝΕΙΔΗΤΟΤΗΤΑ
Το τσαλακωμένο ύφασμα
ριγμένο σε βελουδένιο καναπέ
να κοιτά ατάραχο.
Η μαύρη πεταλούδα που κοιμάται.
Ο δύτης που αποσπά κοράλλια
αρχαιοκάπηλος νοήματος
σε βυθό γαλάζιο.
Το κύμα που γλείφει επικίνδυνα
κορμί γοργόνας.
Ιερό ναού κεντημένο με συγγνώμες
κι άνθη.
Το γέρικο σκυλί που αλυχτά
πλάι σε ένα άστεγο.
Όσοι δάγκωσαν χώμα κι έζησαν.
Εσύ που παρατηρείς.
Εγώ που διαβάζω το βλέμμα.
Εμείς που υπάρχουμε
πέρα από το πεπρωμένο.
Όλοι κι όλα αυτόπτες μάρτυρες
με κομμένη την ανάσα
μιας γκιλοτίνας
που δεν πρόλαβε ποτέ ν' αποκεφαλίσει
στιγμές
πριν το τέλος
της στατικότητάς τους.
Νατάσα Αθηαινίτου- Κυπριανού. ( Ανέκδοτο)
ΜΙΚΡΟΣ ΗΡΩΑΣ
Λαμβάνει μία κλήση με απόκρυψη
και τη φωνή ραμμένη στο πέτο.
Δεν σταματάει όμως
μπαίνει στο δάσος.
Τα ρούχα του φθείρονται
και τα μαλλιά του
βόστρυχοι σταφυλιών.
Τα δέντρα περπατάνε
και απ' τις κουφάλες
ξεπροβάλλει ο φόβος
Μπαίνει στο χορό
παίζει ταμπούρλο
μασάει δάφνη
ανταμώνει τον θάνατο.
Βγαίνει απ' την κοιλιά του κήτους.
Καθαρίζει με επιμονή
τις λάσπες και τη λύπη
το παράπονο και την ομίχλη.
Η Μικρή Άρκτος
κτενίζεται στον ουρανό.
Επιστρέφει.
Κάθεται και κοιτάει το παρόν.
Η καρδιά του χτυπάει δυνατά
μέσα στο σώμα του, ξανά.
<< Με ή χωρίς πεταλούδες>>, Εκδόσεις <<Αφή>>, 2020.
ΩΡΑΙΑ ΞΕΚΙΝΗΣΕ Η ΜΕΡΑ!
Ξεφύλλισε κάτι ξεθωριασμένες
φωτογραφίες αγγέλων
να ταΐζουνε πουλιά σε παιδικές χαρές
-λεπτές αποχρώσεις ενσυναίσθησης.-
Στο βάθος διέκρινε τη λίμνη
με τα ψάρια και τους περαστικούς σκαρφαλωμένους σε κάγκελα
να τα φιλεύουνε πάλι ψίχουλα με τις άκρες των δακτύλων.
Ύστερα κάθισε κάτω από μια μουριά.
Περιηγήθηκε σε μέρη γνωστά γυρεύοντας
μια στιγμή
μια λέξη
μια μυρωδιά.
Μόνο που ο χρόνος αμείλικτος εισβολέας
γράφει την ιστορία μας
κοιτώντας μoνάχα
τις πράξεις
μα προπαντός τις προθέσεις.
Κι ύστερα ανοίγει την εξώπορτα και
προσκαλεί στο σπίτι μας
όλα όσα ζήσαμε και άλλα
που προσπεράσαμε ζητώντας
εξηγήσεις.
Μετά φύσηξε αγέρας.
Κατάλαβε πόσα χρόνια σπατάλησε αναζητώντας
κάτι
ένα είδος τρόπαιου
που δεν το θέλει πια.
Τώρα κάτι άλλο ψάχνει
έστω και σε απόχρωση
ζεστό κι ανάλαφρο σαν φτερό παγωνιού
να χαϊδεύει τα μάτια και το μέτωπο.
Τόση ομορφιά κρυμμένη στην απλότητα
και πόσο δύσκολα τη διέκρινε.
Απρίλης, 2020.
<<ΜΕ Ή ΧΩΡΙΣ ΠΕΤΑΛΟΥΔΕΣ>>, ΕΚΔΟΣΕΙΣ <<ΑΦΗ>>, 2020.
Βιογραφικό σημείωμα
Η Νατάσα Αθηαινίτου - Κυπριανού γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1972. Σπούδασε παιδαγωγικά στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Saint Louis University (MA in Curriculum and Instruction). Εργάζεται ως εκπαιδευτικός στη δημοτική εκπαίδευση από το 1992. Με την ποίηση ασχολείται από το 2013. Παρακολούθησε μαθήματα δημιουργικής γραφής για 2 χρόνια στο εργαστήρι δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης στην Ευτυχία Αλεξάνδρα- Λουκίδου ποιήτρια και δοκιμιογράφο και συμμετείχε στην ομαδική Ανθολογία << Συν( γ)γραφές, εκδόσεις Τεχνοδρόμιο (2018) με 4 ποιήματά της. Αργότερα ποιήματά της δημοσιεύτηκαν σε διαδικτυακά ιστολόγια και διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά ( Νέα Εποχή και άλλα). Το βιβλίο <<Με ή χωρίς πεταλούδες>> είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή και εκδίδεται από τις εκδόσεις <<Αφή>> .