Δέκα ποιήματα του Δημήτρη Αθανασέλου

Δέκα ποιήματα του Δημήτρη Αθανασέλου

Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" φιλοξενώ τον ποιητή Δημήτρη Αθανασέλο από τη Λάρισα. Έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή και μια δεύτερη είναι υπό έκδοση. Με την πρώτη του δουλειά που τιτλοφορείται "ΑΝάΒΑΣΗ", υπήρξε υποψήφιος στην Βραχεία Λίστα Καλύτερης πρωτοεμφανιζόμενης ποιητικής συλλογής στα βραβεία Ζαν Μορεάς για το έτος 2019. Κείμενά του έχουν φιλοξενηθεί στον έντυπο κι ηλεκτρονικό τύπο. Ποιήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε ανθολογίες. Η ποίησή του είναι  αφηγηματική, υπαρξιακή, φιλοσοφική. Ο λόγος του είναι πλούσιος, ζωντανός, φυσικός, με ευφάνταστα σχήματα κι εντυπωσιακή εικονοποιία. Η πένα του αναδεικνύει τη συνομιλία με τον εσωτερικό κόσμο, τις βαθύτερες επιθυμίες, τις ματαιώσεις, τη σχέση με τον χρόνο. Θα δούμε δέκα ξεχωριστά ποιήματά του!

Συν-Αίσθηση

Μύρισε εκτυφλωτικά το φως του
στάχτη και αλμύρα.
Μύρισε μνήμη σε πτυχές εσωτερικών χώρων
Θάνατος η θάλασσά του
Ανακατεύτηκαν τα χρώματα στην τέφρα
στραβοπάτησαν οι αισθήσεις
Αυτός, άλλοτε γευόταν σχήματα απρόσιτα
τώρα αναστέλλει την εμπειρία
να ευωδιάσει αλήθεια.

Πάντα θα επιστρέφουμε στο Φως-

Προθάλαμοι ελευθερίας

Χάθηκα σε βαριά σκεπάσματα, δεν αποτίμησα σωστά τη διεύρυνση
-διερεύνηση- της στιγμής.
Απορροφήθηκα σε παράξενες συμμετρίες σωμάτων και αδηφάγων
κτιρίων, -τίμια απομίμηση μιας φύσης εκλεπτυσμένης- προθάλαμοι
ελευθερίας.
Το σώμα πάντα στις επάλξεις.
Το σώμα σου γυρισμένο στην Ανατολή/ το δικό μου στη
Δύση, ανέλυε δεδομένα και δημιουργούσε απρόβλεπτα προβλήματα
που μόνο με ένα τεράστιο μυστήριο λυνόταν.
Έβρισκες πάντα τη λύση.
Μέρες της Σοφίας
Μέρες που ο ήλιος παύει να είναι εχθρικός
Μέρες που η επιθυμία ανυψώνεται και γίνεται τραγούδι γι' αυτούς που
στροβιλίζονται γύρω από έναν πόθο (απαγορευμένο και
απροσδιόριστο για τα κοινά μάτια).
Τραγούδι γι' αυτούς που δεν προσφέρουν ποτέ δηλητήριο σε γεύματα
και
δεξιώσεις, το έχουν ήδη πιει όλο (και συνεχίζουν το ακούραστο παιχνίδι
τους προσφέροντας απλόχερα σύνεση και ασφάλεια).

(Δια)φυγή

Άλλα λόγια, μού πες,
θέλω να μου λες
πριν φύγουμε μαζί
προς το λιμάνι.

Τι πήγαμε να κάνουμε εκεί;

Κανείς μας δεν ήθελε να φύγει.
Να σκηνοθετήσουμε
αθέλητα επιδιώκαμε
την άτακτη φυγή μας
τη φανταστική
κι ενώ ήμασταν παρόντες
η απουσία ούρλιαζε
σε άλλη γλώσσα.
Ούτε μια σταγόνα αίμα
δεν κύλησε από τα μάτια της
- το σπέρμα ατόφιο
στο κεφάλι μου.
Κανείς μας δεν εγκατέλειψε
εκείνη τη νύχτα.
Είχαμε φύγει καιρό πριν
όταν η ανάγκη
ήταν μεγαλύτερη από τις καρδιές μας.

Απολογία

Για να λυτρωθώ από αυτό που ζω, ζω

Δημιουργούμε αναμνήσεις σα να δίνουμε φόρο τιμής στη φαντασία μας .
Στο μνήμα μας δικαιολογούμαστε πως η ζωή μας ίσως και να άξιζε
καθώς ασάλευτα τα τραγούδια μας δεσπόζουν απάνω στον σταυρό.
Αποκοιμιόμαστε σε στρώματα γεμάτα σπέρμα κι ηδονές που δεν
προφτάσαμε, προς το παρόν φοβόμαστε
τον ήλιο και τις ολόλευκες κουρτίνες του Ιούλη, ο ήλιος μας γερνάει,
μακραίνει τα γένια μας και το βλέμμα μας πονάει τα μάτια των
περαστικών·
στάζει κι οδύρεται και τώρα ακόμη -περασμένο φθινόπωρο- για την αμφιθυμία
των ερώτων. Δεν έχω λόγο να μιλάω, μα η αγιοσύνη, βλέπεις, προσκυνά
ακόμη με δέος τα δάκρυα αυτών που
με θάρρος εκπέσανε σε σώματα που δεν αλείφτηκαν με φως, -σαν το
δικό μου- γι' αυτό να μη φοβάσαι.
Κάποτε θα μιλήσω, σήμερα τραυλίζω· η σκέψη δεν ακολουθεί τη
λαλιά μου. Σήμερα νεκροί χορεύουν στους τοίχους μου
και σπάνε τα κάδρα ασπρόμαυρων φωτογραφιών που στέκαμε στο
δέσιμο μας ελεύθεροι.
Βρυχώνται μέσα μου νεκροί προγόνοι γιατί καθώς χαμήλωνα το ύψος
και το βλέμμα αντίκρισα μόνο χώμα
και γύμνια, εκεί που άλλοτε φύτρωναν πασχαλιές που εσύ είχες
φυτέψει.
Ζωντανεύω μονάχα όταν χάνομαι σε απομεινάρια παρόντος και σαν
άλλος έρχομαι να σε βρω για
να ξαναζήσω αυτό που δε σου έδωσα, αυτό που τόσο έντεχνα σου απέκρυψα.

Η ύλη παίρνει το σχήμα που αθέλητα της δίνεις.
Να με θυμάσαι γι' αυτό που ονειρεύτηκα πως είμαι λίγο πριν τους αλεπάλληλους
θανάτους μου.

ΥΓ: Η αγάπη στέκει ακίνητη, αλλάζει πρόσωπα, μεταμορφώνει και μεταμορφώνεται. Η αγάπη πάντα εκεί.

Ανύψωση (Prelude I)

Ψάχνω να βρω
την ανατομία του παρελθόντος·
τα μέλη σε απόσχιση.
Οι χάρτες κρύφτηκαν επιμελώς
κι ο θάνατος
δεν έσφυζε ποτέ άλλοτε
από τόση ζωή.

Μνήμη.

Ως πότε θα κρατήσει
τούτη η εξόρυξη θανάτου;

Δεν υπάρχει χρόνος.

Ζωοποιώ το πένθος
το άλγος αυτό της ηδονικής νοσταλγίας.
Φιλώ τη λάσπη
μαζεύω τον Ήλιο από το χώμα
και τον βάζω στη θέση του.
Στην ανύψωση αυτή
άσπιλο γεννήθηκε το ηλιοτρόπιο.

Σθένος

τίς περισσεία τῷ ἀνθρώπῳ ἐν παντὶ μόχθῳ αὐτοῦ,
ᾧ μοχθεῖ ὑπὸ τὸν ἥλιον;
Εκκλ. 1,3

Άγομαι κανόνων
και χαμερπών θλίψεων.
Είμαι, νομίζω, άνθρωπος.
Φέρω οδύνες
αποτυχημένων ηδονών·
κολάζ αφυδατωμένων φωτογραφιών
που παρήλθαν.

Συντάσσομαι.

Κυνικά εξιλεώνομαι
κι αφουγκράζομαι
τη δίνη ολόγυρά μου.

Υπηρετώ.

Με ιδρώτα φέρομαι
στης κείμενης αιωνιότητας
τη βλέψη.

Σιωπώ.

Αποτίμηση

Ηδονικά αποτιμώ τη στιγμή
έως ότου γίνει αιωνιότητα.
Τα πάντα γίνονται στάχτη
καθώς ερωτοτροπώ
με τη μοίρα.
Από τη στάχτη αυτή
ούτε ένα κίτρινο λουλούδι
δεν γεννήθηκε αλησμόνητο.
Ιδιοποιούμαι τον νόμο
του άνομου περιορισμού
που φόρεσα στην ύπαρξη.

Τα σκέλια της καθώς ανοίγει
η ζωή
τελειώνω πριν καν αρχίσω.

Pater antecessor

καὶ ἄφες τοὺς νεκροὺς θάψαι τοὺς ἑαυτῶν νεκρούς.
Ματθ. 8,22

Φόρεσα τα παπούτσια σου.
Ακολούθησα τις φθαρτές πατημασιές των αμαρτιών σου.
Σε αποθέωσα και μυστικά σε δόξαζα
δίχως να το συλλάβω.
Το βήμα μου πιο ισχνό από το αποτύπωμά σου.
Κάτι μέσα μου ούρλιαζε να αλλάξω παπούτσια
για να μην αντικρίζω
το επιβλητικό είδωλό σου στον καθρέφτη.
Τα χέρια μου υποτάχθηκαν στη λάσπη
καθώς παραπατούσα στα ογκώδη βήματά σου.
Ένα στραβοπάτημα, ένα λάθος βήμα
και θα έπαυα να είμαι αντάξιός σου.
Και μετά πώς θα ερμήνευα τη ζωή μου.
Πώς θα δικαιολογούσα
τη μεταξύ μας απόσταση εντός μου.
Προσευχήθηκα για χιόνι,
να κοκκινίσει ο κόσμος όλος
να σβήσει τις πατημασιές σου
και να κινήσω τον δρόμο τον προσωπικό.
Τις πατημασιές αυτές, σας λέω, δεν τις έσβησε η μνήμη
αλλά ο ανύπαρκτος χρόνος μέσα μου.
Τώρα πια ο δρόμος δεν είναι ο ίδιος
και τα παπούτσια σου τα έχω πετάξει εδώ από καιρό.
Δεν είναι που έκανες θεόρατα βήματα,
είναι που δεν είχα μάθει ακόμα να περπατάω.
Δεν είναι που έχανα την ισορροπία μου,
είναι που με στένευαν τα παπούτσια σου.

Ακατανόητο κενό

Το παντζούρι της κάμαρας - που για χρόνια οι μεντεσέδες
το κρατούσαν κλειδωμένο στη θέση του -
τους τελευταίους μήνες
ξεκρεμάστηκε κι έπεσε αβοήθητο σ’ ένα ακατανόητο κενό.
Τα επόμενα πρωινά το φως διείσδυε όλο θράσος στο υγρό
δωμάτιό μας.
Σπασμωδικά παραπονιόσουν πως δε σ’ αφήνει να κοιμηθείς
το φως της ακόμη άβγαλτης μέρας. με τρόπους αντίθετους
στα ευγενικά χαρακτηριστικά σου, καταφερόσουν σε 'μενα - στα
άδικα πρωινά.
Κάποιο πρωινό του Ιούνη έφυγες.
Έριξα όλο το φταίξιμο στο φως.
Στην αλήθεια που δεν αντέξαμε —

ΥΓ: Τα παράθυρα από τότε τα ‘χω ορθάνοιχτα.
Στα περβάζια των παραθύρων τοποθέτησα γλάστρες με νεογέννητα ηλιοτρόπια.
στον καθρέφτη
αντικριστά παρατηρώ τις αυλακιές που έσκαψε στο πρόσωπό μου ο ήλιος
ή εσύ.

Προτροπή στην αβεβαιότητα

Εκεί στο βάθος, στον εκκωφαντικό χερσότοπο, παρατηρήσαμε το
θρόισμα
του θυμαριού, τη γέννηση ενός πουλιού και ψηλά πέρα στον ορίζοντα
τις κινήσεις - προτροπή στην αβεβαιότητα - των άστρων που έστεκαν
ακίνητα.
Νηστέψαμε καιρό την αγάπη και δε περιμέναμε σε τούτη την ερημιά
πως η ζωή
ήταν πιότερο αληθινή κι απ' την αλήθεια.
Αφήσαμε κάτι από εμάς εκεί.
Την καρδιά μας στον έναστρο ουρανό κι ένα από τα ανυπάκουα
χέρια μας ν' αγγίζει -σαν άλλος άπιστος Θωμάς- λάσπες και φτερά πουλιών για να
πιστέψει.
Όχι, δεν ήταν από έλλειψη πίστης αλλά από μια επίμονη ατολμία στους
ορίζοντες
που ξεδιπλώνονταν μπροστά μας.
Τώρα, η προσευχή μας
κάνει αντίλαλο στον εχθρικό - για τα μάτια μας μονάχα- χερσότοπο. Κι
όποτε
το ανεπαίσθητο θρόισμα του θυμαριού χαϊδεύει τ' αυτιά μας, μια πέτρα
ξεκολλάει από την καρδιά μου, πέφτει βαριά στο έδαφος κι εγώ
ψηλώνω.

Δεν ήταν χάσιμο χρόνου η συνάντησή μας, ούτε η αβεβαιότητα
της ερημιάς εντός μου.

Βιογραφικό σημείωμα

Ο Δημήτρης Αθανασέλος γεννήθηκε στη Λάρισα. Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά (Apodyoptes, Fractal, Βακχικόν, Στρόβιλος, Διάστιχο, Νόημα, Εξιτήριον, Awaken, Φρέαρ, Θράκα). Έχει συμπεριληφθεί στις ανθολογίες ("Φωτοσκιάσεις" εκδόσεις Γράφημα, στην δίγλωσση ποιητική ανθολογία του ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ “Ξύπνησα σε μια χώρα/I woke up in a country, ‘Όσα ο αφρός φλοισβίζει’ εκδόσεις Ρώμη, και στην Ανθολογία 2019 από την Κοινωνία των Δεκάτων.Υπήρξε υποψήφιος στην Βραχεία Λίστα Καλύτερης πρωτοεμφανιζόμενης ποιητικής συλλογής στα βραβεία Ζαν Μορεάς για το έτος 2019 με το βιβλίο του «ΑΝάΒΑΣΗ» (Πνοή, 2019). Το «Πρόσωπο εντός μου» αποτελεί την δεύτερη ποιητική του απόπειρα.

 

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr