Κοράλλι! Σήμερα θα δούμε αυτό το θαύμα της θάλασσας μέσα από τα λόγια των ποιητών!
Το νησί των ναυαγών κοραλλίων-ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΤΣΗΣ
Το ηλιοβασίλεμα πορτοκαλί
χώνεται στο πέλαγος.
Χιλιάδες ασπρογάλαζα σμαράγδια
λαμπυρίζουν στον ορίζοντα,
αγκαλιάζοντας αφανή νησιά.
Τα παιδιά στην παραλία
ρίχνουν τα καυτερά
φωτίζοντας τον σκοτεινό πυθμένα,
ανταυγιάζοντας στην ημισκότεινη οθόνη
φαιοπράσινους πίνακες.
Η Συρτή σέρνεται στη Θύμαινα υπτίως,
πέτρινα δέντρα θροΐζουν
τον σκοπό της αλμύρας
τούτο το γλυκό σούρουπο των Φούρνων.
Κι οι πλόκαμοι των βράχων
να χωνεύονται βαθιά στο πέλαγος
ξεκουράζοντας τον χρόνο
που φέγγει μουσκεμένος.
Άκουσες το κουτί,
το αυλάκιασμα της σμύρνας
και φίλησες τον αέρα.
Είναι ο χρόνος των τοπίων
που ενώνει τη στεριά με τις σκέψεις μας,
φέρνοντας τις γυναίκες της Πάτμου
στα σπίτια τους,
οι γλάροι βυθίζοντας το ράμφος
στη θάλασσα
ζυγώνουν τον ουρανό.
Είναι ο χρόνος που γυρίζει
στο ίδιο σημείο της καρδιάς μας,
ίδιο δρομολόγιο Φούρνοι-Χρυσομηλιά,
μια άλικη απόσταση,απόσταση
από τις λοξές λέξεις,ένα εύφορο
θαλάσσιο πεδίο,ένα νόμισμα
μια φωτεινότητα,στα χέρια του Αιγαίου,
στην υγρή φαντασία μας.
Απαλά χαλαρώνουν οι ναυαγοί
των κοραλλιών στην ενάλια προβλήτα
τις αγαθές προθέσεις τους,
ακουμπώντας στο θαλάσσιο ανάγλυφο του νησιού,
τις μακρινές διαδρομές της μοίρας.
Πηγή: Εκδόσεις"Σμπόρνικ",Αθήνα,2012
Τα κοράλλια-ΒΑΣΩ ΚΑΝΙΩΤΗ
Με ένα μπλουζ ερωτικό θα πλησιάσω τη ζωή σου
Τις μοναξιές σου θα τις ντύσω με γιορτές
Θα σε χωρέσω σε αλλόκοτες σελίδες
Σαν κείνους τους ονειροπόλους σου ποιητές
Θα σεργιανίσω μια βραδιά στην αγκαλιά σου
Σαν τον κουρσάρο θα ληστέψω ό,τι βρω
Μες τα κοράλλια που μπερδεύεις τα όνειρά σου
Θα ψάχνω νύχτες τον χαμένο θησαυρό
Κι όταν ο πόθος μου ετοιμόρροπος στα χείλη θα κρεμιέται
Εσύ να τον κρατήσεις πριν πεθάνει στο κενό
Κι αν η αφή των χειλιών μου σε τρομάξει
Είναι που λάθος στόματα μ' αφήσανε στεγνό
Θα σεργιανίσω μια βραδιά στην αγκαλιά σου
Σαν τον κουρσάρο θα ληστέψω ό,τι βρω
Μες τα κοράλλια που μπερδεύεις τα όνειρά σου
Θα ψάχνω νύχτες τον χαμένο θησαυρό
Πηγή:https://www.youtube.com
Σαν πεταλούδα στη φωτιά-ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΗΛΑΡΑΣ
Σαν πεταλούδα στη φωτιά, σ' εσένα γύρες φέρω
κι οχ τη φωτιά που καίγομαι να φύγω δεν ηξέρω.
Και μόλο που φλογίζομαι, πετώ ολόγυρά σου,
να ξεμακρύνω δεν μπορώ στιγμήν από σιμά σου.
Τα μάγια δεν τα πίστευα και μάγια είσαι ατή σου•
τα μάγια είν' τα θέλγητρα οπόχει το κορμί σου.
Γιατί με χέρι αλάθευτο ηθέλησεν η φύση
της νιότης τ' άνθια ολόβολο προικιό να σου χαρίσει.
Και ποιος είν' ο αναίσθητος που να σ' αλησμονήσει,
αφού σε δει για μια φορά, μαζί σου σα μιλήσει;
Τ' αηδόνι σόδωκε λαλιά, φωνή το καναρίνι,
τη χλωρασιά σου δάνεισαν των περβολιών οι κρίνοι.
Οι χάρες αναπαύουνται απάνω στη θωριά σου,
της άνοιξης τριαντάφυλλα ανθούν στα μάγουλά σου.
Λεν το κοράλλι κόκκινο, μόν' δίχως νοστιμάδα•
δεν έχει σαν τ' αχείλι σου βαφή και κοκκινάδα.
Δοξάρια είναι τα φρύδια σου και με πιτηδειοσύνη
βαρούν, πληγώνουν τις καρδιές, χωρίς ελεημοσύνη.
Στα δυο σου μάτια τα γλυκά ο έρωτας φωλιάζει
κι οχ ταύτα τις σαγίτες του στους νιους απάνω αδειάζει.
Το κοίτασμά σου το γλυκό είν' των καρδιών ο κλέφτης•
αν δεν πιστεύεις, ρώτησε να σου το ειπεί ο καθρέφτης...
Πηγή: Βικιθήκη
Ιθάκη-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ
Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.
Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους•
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά•
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.
Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει•
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν.
(1911)
Πηγή: «Αναγνωρισμένα»,1897-1933
Προς τον Αντίοχον Επιφανή-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ
Ο νέος Αντιοχεύς είπε στον βασιλέα,
«Μες την καρδιά μου πάλλει μια προσφιλής ελπίς•
οι Μακεδόνες πάλι, Αντίοχε Επιφανή,
οι Μακεδόνες είναι μες στην μεγάλη πάλη.
Ας ήταν να νικήσουν — και σ’ όποιον θέλει δίδω
τον λέοντα και τους ίππους, τον Πάνα από κοράλλι,
και το κομψό παλάτι, και τους εν Τύρω κήπους,
κι όσ’ άλλα μ’ έχεις δώσει, Αντίοχε Επιφανή.»
Ίσως να συγκινήθη κομμάτι ο βασιλεύς.
Μα πάραυτα θυμήθη πατέρα κι αδελφόν,
και μήτε απεκρίθη. Μπορούσε ωτακουστής
να επαναλάβει κάτι.— Άλλωστε, ως φυσικόν,
ταχέως επήλθε εις Πύδναν η απαισία λήξις.
Πηγή: [1919 – 1932], «Αναγνωρισμένα»,1897-1933
Ινδική Εικών-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ
Η οικουμένη τέσσαρας έχει μεγάλας πύλας,
ας τέσσαρες φυλάττουν άγγελοι.
Η μία είναι ο Βορράς• ο Νότος αντικρύ της•
κ’ αι άλλαι Δύσις και Aνατολή.
Η πύλη της Aνατολής είν’ εκ λαμπρού μαργάρου•
και προ αυτής άγγελος φαεινός
στέμμ’ αδαμάντινον φορεί και ζώνην αδαμάντων
κ’ επί εδάφους ίστατ’ αχατών.
Εξ αμεθύστου πορφυρού του Νότου είν’ η πύλη.
Ο άγγελός της ο φρουρός κρατεί
σκήπτρον εις χείρας μαγικόν εκ σκοτεινού σαπφείρου.
Νεφέλη εκ καλάιδος πυκνή
κρύπτει τους πόδας του.
Επί μιας όχθης σκεπασμένης
με κόκκινα κογχύλια λεπτά
ο άγγελος της Δύσεως ίσταται και φυλάττει
πύλην εκ κοραλλίου τιμαλφούς.
Στέφανον ρόδων τεχνητών φορεί, κάθε δε ρόδον
συνίστατ’ εκ λυχνίτου καθαρού.
Είναι η πύλη του Βορρά από χρυσόν κτισμένη,
και θρόνον έχει προς την είσοδον
Πηγή:»Κρυμμένα», 1882–1923
Dünya Güzeli-ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ
Το κάτοπτρον δεν μ’ απατά, είν’ αληθής η θέα,
δεν είναι άλλη ως εμέ επί της γης ωραία.
Οι οφθαλμοί μου στίλβοντας αδάμαντας ομοιάζουν,
του κοραλλίου την χροιάν τα χείλη μου πλησιάζουν,
δύο σειραί μαργαριτών το στόμα μου στολίζουν.
Το σώμα μου είν’ εύχαρι, το πόδι μου φημίζουν,
χείρες, λαιμός κατάλευκοι, κόμη μεταξωτή...
πλην, φευ, τι ωφελεί;
Εντός αυτού του μισητού κλεισμένη χαρεμίου,
ποίος το κάλλος μου ορά επί της υφηλίου;
Μόνον αντίζηλοι εχθραί φαρμακευμένον βλέμμα
με ρίπτουν, ή απαίσιοι ευνούχοι, και το αίμα
παγώνει εις τας φλέβας μου ότ’ έρχεται κοντά μου
ο απεχθής μου σύζυγος. Προφήτα, Δέσποτά μου,
σύγγνωθι την καρδίαν μου αλγούσ’ αν εκφωνή,
Aς ήμην Χριστιανή!
Aν εγεννώμην Χριστιανή θα ήμην ελευθέρα
εις πάντας να δεικνύωμαι και νύκτωρ κ’ εν ημέρα•
και άνδρες μετά θαυμασμού, γυναίκες μετά φθόνου
θα ωμολόγουν, βλέποντες το κάλλος μου, εκ συμφώνου, —
Ότι η φυσις ως εμέ άλλην δεν θα παράξη.
Οσάκις θα διέβαινα εν ανοικτή αμάξη
θα επληρούντο της Σταμπούλ με πλήθος αι οδοί
ίνα καθείς με ιδή.
Πηγή: «Κρυμμένα Ποιήματα», 1882–1923
Τα σονέτα-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Μες στην ξένη γη την ακριβή
πήρ’ από την πράσινη φωλιά
κι έκλεισα τα κόκκινα πουλιά
στο χρυσοπλεμένο το κλουβί.
Το χρυσοπλεμένο το κλουβί
γίνηκε μια δεύτερη φωλιά,
και στα χώματά μας τα πουλιά
νέα πατρίδα βρίσκουν ακριβή.
Κι αλαφρά αναδεύουν τα φτερά
και ψυχών και κόσμων γοργολένε
τα βαθιά και τα πλατιά και κλαίνε
και χαμογελάν αστραφτερά,
και μικρά και σαν από κοράλλι,
κελαηδάνε με φωνή μεγάλη.
1896
Πηγή: "Η ασάλευτη ζωή",1904
Γυρισμός-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Στο λιόγερμα, της θάλασσας και τ’ ουρανού κοράλλι,
της λίμνης μάτια, τρεμουλά της νύχτας πυροφάνια,
κι εσύ, φονιά του λιοπυριού, μαϊστράλι,
στις πόρτες χλωροκρέμαστα μαγιάτικα στεφάνια,
γλάροι, πριάρια του βραδιού και της αυγής γαΐτες,
ήμερα σπιτωμένα περιστέρια,
γυρνώ, καημοί μου αυγερινοί, καημοί μου αποσπερίτες,
Ίσκιος γυρνώ και προς εσάς τ’ άσαρκ’ απλώνω χέρια!
Πηγή: "Οι καημοί της λιμνοθάλασσας",1912
62-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Και ω ταξίδια και ω θάλασσες! Ταξίδια
του καρφωμένου στα γυμνά ακρογιάλια
με των παιδιών τ’ αφρόντιστα παιγνίδια,
για τους βυθούς που κρύβουν τα κοράλλια,
για τους κρυψώνες που βαστάν τα οπάλια
με τα χρώματα, με τ’ αντιφεγγίδια,
βραδιών και όρθρων και αχνούς και ροδοκάλια
που πάντα πάνε αλλάζοντας, ποτέ ίδια…
για τ’ ανθόνερα που γλυκανασταίνουν
ραντίζοντας τις λιγοθυμισμένες,
για αγάπες κάποιες, που, άγγιχτες παρθένες,
λάγνοι πόθοι με τρέλας χορούς δένουν
μέσα σε ολόχλωρο ένα περιβόλι.
Ταξίδια, ίσκιοι φεγγόβολοι, άπιαστοι, όλοι.
Πηγή:"Τα δεκατετράστιχα",1919
Ο θάνατος της Ηλιογέννητης-ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
Φανή Μερκούρη
Ηλιοβασίλεμα έλαμψε, του ονείρου πλάσμα, εμπρός μου,
κι είδα την Ηλιογέννητη, το μάγεμα του κόσμου.
Δεν ήταν ρήγισσας βλαστός, ταίρι δεν ήταν κράλη,
οϊμένα! η φρεσκογέννητη παιδούλα, ένα κοράλλι
που της αγάπης πέλαγος τα σπλάχνα της μητέρας
τ’ ανάστησαν και το έτρεφε της γης αυτής ο αέρας.
Μάγιστροι καβαλάρηδες με χρυσοχάλκινα άτια
δέσποινα δεν τη φέρνανε στα μυθικά παλάτια
του βασιλιά που έχει λαούς και θησαυρούς και κάστρα,
νύφης ντυμένη φόρεμα τον ουρανό με τ’ άστρα.
Την Ηλιογέννητη γειρτή στο φέρετρο την είδα,
φευγάτο αεροφίλημα, σωμένη αυγής ρανίδα.
Πριν φτάσει από το άπλερο κορμί να φέξει ώς πέρα
της ομορφιάς η θεία ψυχή σαν άλλου κόσμου ημέρα,
απ’ των γονέων τις αγκαλιές ολόανθη προτού φύγει
ξαφνικό χέρι απλώνεται και μέσα εκεί την πνίγει!
Του σκότους του παντοτινού, του άγνωρου ζόφου χέρι,
που εμπρός σου είν’ άκακος ανθός το φονικό μαχαίρι,
να ’χεις του νου το ανάθεμα, του ανθρώπου την κατάρα.
Δεν είναι κι άλλη πιο σκληρή, πιο αμίλητη τρομάρα
για κάθε τι στα Σύμπαντα κι απ’ τ’ άστρο ώς το σκουλήκι
σαν την τρομάρα της ζωής, σαν της ζωής τη φρίκη.
Μόνο το Τίποτε, άπλαστο, που είν’ έξω από το Χρόνο
κι έξω απ’ τον τόπο, οϊμένα! αυτό μακαρισμένο μόνο.
1894
Πηγή:"Δειλοί και σκληροί στίχοι",1928
Ρούμελη-ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
Τη μάνα μου τη Ρούμελη ν' αγνάντευα το λαχταρώ...
ψηλά που με νανούριζες καημένο Καρπενήσι!
Τρανά πλατάνια ξεδιψούν στις βρύσες με το κρύο νερό.
Σαρακατσάνα ροβολάει και πάει για να γεμίσει.
Με κρουσταλλένια σφυριχτά σε λόγγους φεύγουν σκοτεινούς
κοτσύφια και βοσκόπουλα με τα λαμπρά τα μάτια,
νερά βροντούνε στο γκρεμό και πάνε προς τους ουρανούς
ίσια κι ορθά σαν την ψυχή της Ρούμελης τα ελάτια.
Κάμπε αττικέ, με πλάνεψες κι εγώ για τις κορφές πονώ
και για τραχιές ανηφοριές σηκώνω το κεφάλι...
Φυλακωμένη πέρδικα που κλαίει γι' αλαργινό βουνό
δένει η ψυχή μου στο κλουβί τα νύχια της κοράλλι.
Πηγή: Βικιθήκη
Λόγια χαμένα-ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΜΑΡΓΑΡΗΣ
Λιγνή φεγγαροπρόσωπη της γειτονιάς καμάρι,
Ζαφείρια είναι τα μάτια σου, ατίμητο ζευγάρι.
Είναι τα δυο σου μάγουλα τριαντάφυλλο τ’ απρίλη
Κ’ είναι κοράλλι διαλεκτό τα κόκκινά σου χείλη·
Τα ξέπλεκά σου τα μαλλιά ποτάμι χρυσωμένο
Που το'χουν, φως μου, οι ζέφυροι στις πλάτες σου χυμένο
Τα δόντια σου τα ολόπυκνα κλωνιά μαργαριτάρι,
Τα δυο σου γαϊτανόφρυδα του χρυσαφιού λυγάρι,
Στους δρόμους μέσα σαν περνάς ’ψηλό μου κυπαρίσσι
Έχεις μια χάρη που μπορεί νεκρούς να περιορίσει
Κι όπου κι αν πας κι’ όπου σταθείς χύνεις μαγεία μεγάλη,
Έχεις μια χάρη αλλιώτικη που δεν την έχει άλλη.
Σ’ είδα, ναι, σ’ είδα να περνάς πολλές φορές σιμά μου,
Χωρίς να θέλω απόκρυφα γοργοκτυπά η καρδιά μου
Σ’ είδα και μες στην εκκλησιά χρυσό μου περιστέρι
Κι είπα χαρά στο σπήτι εκειό πώχει παρόμοια αστέρι!
Ούτε δικιά, ούτε γνώριμη ούτ’ άλλο τι σε έχω,
Μα όθε μου πουν πως είσαι συ χωρίς να ξέρω, τρέχω.
Δημοσιεύθηκε στο Εθνικόν Ημερολόγιον του Έτους 1891 του Κωνσταντίνου Σκόκου
Πηγή: Βικιθήκη
Στη γυναίκα μου-ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΕΪΜΠΕΚΗΣ
Δεν αγαπώ τα κάλλη του κορμιού σου
μηδέ την τρυφεράδα των ματιών σου
ακόμα τα κοράλλια των χειλιών σου
τη μουσική σαν παίζουν του καημού σου.
Την λάμψην αγαπώ του λογισμού σου,
ως φεύγω απ’ την πηγή των στοχασμών σου,
και το γλυκό σκοπό των τραγουδιών σου
που μαρτυράει μια χαραυγή στο νου σου.
Της τύχης δώρα εκείνα, που διαβαίνουν
και μόνο η θύμησή των μένει. Δώρα
των Θεών τούτα ζηλευτά και μένουν.
Έτσι κι εγώ στη λυπημένη χώρα
τ’ αχνάρια των ποδιών σου τ’ ακλουθάω
χωρίς άλλη ζωή να λαχταράω.
Πηγή: stixoi/info
Ερωτικός λόγος (Απόσπασμα)-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
Β'
Τα μυστικά της θάλασσας ξεχνιούνται στ' ακρογιάλια
η σκοτεινάγρα του βυθού ξεχνιέται στον αφρό.
Λάμπουνε ξάφνου πορφυρά της μνήμης τα κοράλλια...
Ω μην ταράξεις... πρόσεξε ν' ακούσεις τ' αλαφρό
Πηγή: "Στροφή",1931
Χαϊκού-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ
Τα δάχτυλά της
στο θαλασσί μαντίλι
κοίτα: κοράλλια.
Πηγή: [Δεκαέξι χαϊκού],"Τετράδιο γυμνασμάτων",1940
Η συναυλία των γυακίνθων-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Στο βυθό της μουσικής τα ίδια πράγματα σ’ ακολουθούν μετουσιωμέ-
να. Η ζωή παντού μιμείται τον εαυτό της. Κι εσύ κρατώντας το φώ-
σφορο στην παλάμη σου κυκλοφορείς ασάλευτη μέσα στις ίνες της
πελώριας τύχης. Και τα μαλλιά σου ποτισμένα στην Ενάτη καμπυ-
λώνουν τις θύμησες και περνούν τους φθόγγους στο στερνό αέτωμα
της αμφιλύκης.
Πρόσεξε! Η φωνή που άλλοτε ξεχνούσες ανθίζει τώρα στο στήθος
σου. Το κοράλλι αυτό που ανάβει ολομόναχο είναι το τάξιμο που δεν
έστερξες ποτές σου. Κι η μεγάλη πυρά που θα σ’ αφάνιζε είναι αυτός
ο ανάλαφρος ίλιγγος που σε δένει μ’ απόχρωση αγωνίας στα λοίσθια των μενεξέδων.
Στο βυθό της μουσικής συνταξιδεύουμε.
Πηγή: "Προσανατολισμοί ",1940
Οι τρεις εραστές-ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
Στις βραδινές βρεγμένες στράτες
Αχνίζει ένα φως θαλασσί
Πλατύ χέρι στην καρδιά
Βήματα ερειπωμένα
Τρεις εραστές διαβαίνουν απ΄ τα χέρια πιασμένοι.
Ο πρώτος…
Κρέμασε σ’ ένα δέντρο την αγάπη του
Τα μεσάνυχτα προσεύχεται κάτω απ’ το δέντρο
Να κατέβει η αγάπη πιασμένη απ’ τα φύλλα
Να κοπάσει η πλημμύρα των φύλλων …που λιώνουν
Τα δάκρυά του στο χώμα τα πίνει ένας σκύλος
Η αγάπη στα κλαδιά τον πετροβολάει
Το δέντρο ουρλιάζει ο αγέρας
Ο δεύτερος…
Χάρισε την αγάπη του σ’ έναν τρελό βιολιστή
Ο τρελός την επήρε τραγούδι
Βρέχει ο ουρανός λουλούδια νομίσματα
Αντηχούνε οι δρόμοι τ’ ολέθριο βιολί
Της αγάπης το τραγούδι το ‘χουν μάθει τώρα όλοι
Με χείλια σμιχτά μελανά το σφυρίζουν
Μόνο αυτός δεν το ξέρει
Ο τρίτος…
Έκανε την αγάπη του καράβι
Την κατευόδωσε στις τρεις θάλασσες
Τώρα έγινε πάλι παιδί
Σιάχνει πύργους με άμμο
Και μαζεύει χαλίκια κοχύλια
Και προσμένει να γυρίσει ξανά
Το καράβι η αγάπη
Στην καρδιά τους έχουν κι οι τρεις χαράξει ένα δέντρο
Ένα βιολί σιμά στ’ αυτί θα τους τρελάνει
Κι ο καπετάνιος παίζει στο βυθό με τα κοράλλια.
Πηγή: «Η λησμονημένη»,1945
Σταυρὸς τοῦ Νότου-ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ
Στὸ Γιῶργο Θεοτοκᾶ
Ἔβραζε τὸ κύμα τοῦ Γαρμπῆ.
Ἤμαστε σκυφτοὶ κι οἱ δυὸ στὸ χάρτη
γύρισες καὶ μοῦ ῾πες πὼς τὸ Μάρτη
σ᾿ ἄλλους παραλλήλους θά ῾χεις μπεῖ.
Κούλικο στὸ στῆθος σου τατού,
ποὺ ὅσο κι ἂν τὸ καῖς δὲν λέει νὰ σβήσει.
Εἶπαν πὼς τὴν εἶχες ἀγαπήσει
σὲ μία κρίση μαύρου πυρετοῦ.
Βάρδια πλάι σὲ κάβο φαλακρὸ
κι ὁ Σταυρὸς τοῦ Νότου μὲ τὰ στράλια.
Κομπολόι κρατᾶς ἀπὸ κοράλλια
κι ἄκοπο μασᾶς καφὲ πικρό.
Τὸ Ἄλφα τοῦ Κενταύρου μία νυχτιὰ
μὲ τὸ παλλινώριο πῆρα κάτου.
Μοῦ ῾πες μὲ φωνὴ ἑτοιμοθανάτου:
«Νὰ φοβᾶσαι τ᾿ ἄστρα τοῦ Νοτιᾶ».
Ἄλλοτε ἀπ᾿ τὸν ἴδιο οὐρανὸ
ἔπαιρνες τρεῖς μῆνες στὴν ἀράδα,
μὲ τοῦ καπετάνιου τὴ μιγάδα,
μάθημα πορείας νυχτερινό.
Σ᾿ ἕνα μαγαζὶ τοῦ Nossi Be
πῆρες τὸ μαχαίρι, δύο σελίνια
μέρα μεσημέρι ἀπὰ στὴ λίνια
ἄστραψες σὰ φάρου ἀναλαμπή.
Κάτου στὶς ἀχτὲς τῆς Ἀφρικῆς
πᾶνε χρόνια τώρα ποὺ κοιμᾶσαι.
Τὰ φανάρια πιὰ δὲν τὰ θυμᾶσαι
καὶ τ᾿ ὡραῖο γλυκὸ τῆς Κυριακῆς.
Πηγή: «Πούσι», 1947
Μέσα στον πυρετό-ΤΑΚΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
Μέσα στον πυρετό
που ενεδρεύει στο δάσος
ο μικρός καταρράχτης θα ρθεί.
Στα καταχωνιασμένα παράθυρα
θ’ ανθίσει το κοράλλι
ίσως το βλέφαρο της βροχής.
Το χιόνι θ’ αχτινοβολήσει
πάνω στα χείλη σου.
Της νύχτας ο βαθύς ρυθμός
θε ν’ ακουστεί
για τελευταία φορά στα όνειρά σου.
Και η κόμη σου θα εξαφανιστεί
κάτω απ’ τη γη.
Σαν ένας λύχνος μες σε μια κρύπτη.
Πηγή: "Το ξύλινο άλογο",1955
Η σονάτα του σεληνόφωτος-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ (Απόσπασμα)
κι ἀναρωτιέμαι τί θά λέει ἄν κάποιος βρίσκεται ἀπό πάνω καί βλέπει
αὐτές τίς φυσαλίδες,
τάχα πώς πνίγεται κάποιος ἤ πώς ἕνας δύτης ἀνιχνεύει τούς βυθούς;
Κι ἀλήθεια δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού ἀνακαλύπτω ἐκεῖ, στό βάθος
τοῦ πνιγμοῦ,
κοράλλια καί μαργαριτάρια καί θησαυρούς ναυαγισμένων πλοίων,
ἀπρόοπτες συναντήσεις, καί χτεσινά καί σημερινά καί μελλούμενα,
μιάν ἐπαλήθευση σχεδόν αἰωνιότητας,
κάποιο ξανάσασμα, κάποιο χαμόγελο ἀθανασίας, ὅπως λένε,
μιάν εὐτυχία, μιά μέθη, κ' ἐνθουσιασμόν ἀκόμη,
κοράλλια καί μαργαριτάρια καί ζαφείρια·
μονάχα πού δέν ξέρω νά τά δώσω — ὄχι, τά δίνω·
μονάχα πού δέν ξέρω ἄν μποροῦν νά τά πάρουν — πάντως ἐγώ
τά δίνω.
Ἄφησέ με νἄρθω μαζί σου.
Πηγή: Η σονάτα του σεληνόφωτος,1956
Κρίνος και θύελλα-ΜΑΡΙΑ ΚΕΝΤΡΟΥ-ΑΓΑΘΟΠΟΥΛΟΥ
Μέσα μου κατοικεί μια θύελλα
Κι ένας κρίνος ανθίζει
Ακινητούν τα χέρια
Κανένας δε θα λυπηθεί
Όπως κανένας δε λυπάται το ρόδο
Που χτυπιέται απ’ το αδυσώπητο χαλάζι
Η θάλασσα όταν ενδοστρέφεται τι βλέπει;
Καραβιών συντρίμμια κρανία
Κοντά στα πολύχρωμα όστρακα
Κοντά στα κοράλλια
στα μαργαριτάρια
Πηγή: "Διασταυρώσεις", 1965
Χωρίς γιασμάκι-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Ποιος νικούσε το πρόσωπο που για να δεις μισόκλεινες τα μάτια
Τέτοιο ανέβα θεϊκό από μίλια κοράλλια
Στα τρεμάμενα τα σκουλαρίκια κομματάκια θάλασσας
Η Κιλικία η μακρινή μελαχρινή χωρίς γιασμάκι
Και το χρυσαφένιο φτυάρι που άδειαζε μες στους ουρανούς
την άμμο
Μια Δευτέρα πρωινή και χτύπησε τ’ όστρακο
Είδαμε να τινάζονται βέργες ήλιου και η Πεντάτευχος
Επάνω στα νερά μα ο έρωτας φάνηκε στα γείσα
Είναι αυτός που νικούσε και σε μάγουλο εννύχευε την ώρα που
Από τ’ αρτεσιανά των υακίνθων μόσχος
Ολονύχτιος έφτανε και τη φρέσκια ζέστη με κουβάδες
Περιχυόταν η θάλασσα γυμνή σαν ένα μόνο διαμάντι.
Πηγή: «Το φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά»,1971
Φανέρωση - ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ
Φανερώθηκες στη νύχτα μου μ’ όλα τα φώτα σου
Τίναξες στο σκοτάδι μου τ’ άσπρα σου κρίνα
Μου ’δωσες φως και υπόσταση, τόπο και χρόνο
Σου χρωστώ που αναδύθηκα μέσα στα πράγματα
Σήκωσες τη βαριά κουρτίνα, φωταγώγησες
Πρωτόφαντες του ασύλληπτου εκδοχές
Διαστάσεις, περιγράμματα, μορφές του αγνώστου
Ήμουν η προβληματική σκιά, έγινα ο πάσχων άνθρωπος
Ήμουν το ασώματο κορμί, έγινα πνεύμα ενσώματο
Σου χρωστώ που κατοίκησα τους γήινους χώρους
Σου χρωστώ την κατάκτηση των αισθήσεών μου
Τη φωνή των χωμάτων, τον ποδηγέτη μου ήλιο
Το πηγάδι, το φεγγάρι, το τραπεζομάντιλο
Το ψωμί, το κυπαρίσσι, το σπιτίσιο αστέρι
Σου χρωστώ που χάνεσαι στην απεραντοσύνη
Σαν το φτερό που στάζει φως, σαν το μαντίλι
Του χωρισμού, σαν το πικρό τραγούδι – και που
Επιστρέφεις την αυγή κομίζοντας ένα λαμπρό
Κοχύλι, ένα θαλασσινό πουλί, ένα ανθισμένο φύκι
Ένα κοράλλι από θαμπούς βυθούς, ένα πεφτάστρι
Σου χρωστώ τα θαύματα του καθ’ ημέραν βίου
Σου χρωστώ τα θαύματα με το υλικό τους βάρος
Σου χρωστώ την έξωθεν καλή μαρτυρία τού κόσμου
Σου χρωστώ την ενσάρκωση και τη διδασκαλία
Την προσευχή και τη φανέρωση
Της προδοσίας τ’ αργύρια, το λινό σεντόνι
Τη μαύρη βούλα του αίματος στο έναστρο στήθος
Σου χρωστώ που γεύτηκα το μέλι και το ξύδι
Σου χρωστώ που δέχτηκα τη ζωή χωρίς απόκριση
Σου χρωστώ που καθίδρυσα τη συντέλειά μου στ’ άστρα
Σου χρωστώ που καταθέτω ταπεινά τη γραφίδα μου
Σου χρωστώ που επιστρέφω με γαλήνη στον ίσκιο μου
Πηγή: "Η Περσεφόνη των γυρισμών", εκδόσεις Δωδέκατη ώρα,1974
Μουσώνας-ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ
Τρελὸς μουσώνας ράγισε μεσονυχτὶς τὰ ρέλια.
Στὸ χέρι σου χλωρὸ κλαρί, χαρτὶ κι ἕνα φτερό.
Τέσσεροι κάμανε καιροὶ τὰ ροῦχα σου κουρέλια.
Νὰ σὲ σκεπάσω θέλησα, γλιστρᾶς καὶ δὲ μπορῶ.
Κοράλλι ὁ κατραμόκωλος βαστάει νὰ σὲ φιλέψει.
Γιατί μπήγεις τὰ νύχια σου στὴ σάπια κουπαστή;
Εἶν᾿ ἕνα φάδι ἀθώρητο καὶ μοῦ μποδάει τὴ βλέψη.
Γαλάζιο βλέπω μοναχά, γαλάζιο καὶ σταχτί.
Παρακαλῶ σε κάθησε νὰ ξημερώσει κάπως.
Χρῶμα νὰ βρῶ, τὸ πράσινο καὶ τίντες μυστικές.
Κι ἀπέ, τὸ θρύλο νὰ σοῦ πῶ ποὺ μοῦ ῾πε μαῦρος κάπος
τὴ νύχτα ποὺ μᾶς ἔγλειφε φωτιὰ στὸ Μαρακές.
Ἀκόμα ξέρω τὸν ἀρχαῖο σκοπὸ τοῦ Μινικάπε,
τὴ φοινικιὰ ποὺ ζωντανὴ θρηνεῖ στὸ Παραμέ.
Μὰ ἕνα πουλὶ μοῦ μήνυσε πὼς κάποιος ἄλλος στά ῾πὲ
κάποιος, ποὺ ξέρει νὰ ἱστορᾶ καλύτερα ἀπὸ μέ.
Κάματος εἶναι ποὺ μιλᾶ στενόχωρα καὶ κάψα.
Πεισματική, καὶ πέταξες χαρτί, φτερό, κλαδί,
ὅμως δὲν εἴμαστε παιδιὰ νὰ πιάσουμε τὴν κλάψα.
Τί θά ῾δινα - «Πάψε, Σεβάχ» - γιὰ νά ῾μουνα παιδί!
Αὐγή, ποιὸς δαίμονας Ἰνδὸς σοῦ μόλεψε τὸ χρῶμα;
Γυρίζει ὁ ναύτης τὸν τροχὸ κι ὁ γύφτος τὴ φωτιά.
Καὶ μεῖς, ποὺ κάμαμε πετσὶ τὴν καραβίσια βρόμα,
στὸ πόρτο θὰ κερδίσουμε καὶ πάλι στὰ χαρτιά.
Ἰνδικὸς Ὠκεανὸς 1951
Πηγή: «Τραβέρσο»,1975
Σε σένα αφιερώνω-ΤΑΚΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ
Σε σένα αφιερώνω
τα κοράλλια των ωκεανών
τα χιόνια των βουνοκορφών
το πρώτο ρόδο της χρονιάς
το πρώτο άστρο της εσπέρας
ολόκληρη την αθωότητά μου.
Πηγή: "Η θαυμαστή αλιεία", 1992
Ελευθερία-ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΟΔΙΝΑΡΑΣ
Ελευθερία – κρυμμένη πίσω απ’ τ’ όνομά σου.
Παιγνίδι στο χέρι του δόλου
πώς μπορείς να ησυχάζεις στη νάρκη
που βύθισε τ’ όνειρο;
Στου φεγγαριού την ασπράδα,
γράφεις ανέμελους ύμνους
εσύ, η ξεριζωμένη ροδιά
που κουράστηκε να ψάχνει
για κοράλλια στο διάφανο δέρμα.
Ελευθερία, δανεισμένο όνομα.
Σου κλέψαν το κορμί
και στόλισαν το φάντασμά σου
μ’ όλα τα πλούτη,
μ’ όλες τις συλλαβές σου
και σε κρέμασαν έξω από τα παράθυρα των οπαδών σου.
Ένα σκιάχτρο γίνανε οι νύχτες
που διψούν το κλεμμένο σου σώμα.
Πηγή:«Ένα Πράσινο Θολό», Λευκωσία, 1996
[Η νύχτα...]-ΓΙΑΝΝΗΣ Γ.ΜΑΣΜΑΝΙΔΗΣ
Η νύχτα.
Συμβουλάτορας ωχρός
σιωπηλά στις κόχες
συνωστιζόταν.
Και το αγγελτήριο μετά
παράξενα γραμμένο
εκτεινόταν και επεξηγούσε,
στον διάκοσμό του
νεκρά κοράλλια φυτεμένα.
Πηγή:" Φως εν τέλει" , εκδόσεις Νέα Πορεία, Θεσσαλονίκη, 1997
Ναυάγιο στο ναυάγιο-ΣΤΑΥΡΟΣ ΑΜΠΕΛΑΣ
Ναυάγιο το ναυάγιο
έφτασα σε σένα.
Σώμα από μάρμαρο λευκό
δέρμα στιλπνό
βλέμμα σπινθηροβόλο
κι από τότε
μένω μαζί σου στο βυθό
κάτω από ένα στρώμα κοραλλιών
και θαλάσσιων ανεμώνων.
Πηγή: «Αναβάλλοντας», 2001
Μετά-ΛΕΝΑ ΚΑΛΛΕΡΓΗ
Μετά θα γίνω άμμος.
Κόκαλα άσπρα κελύφη
Δόντια μαργαριτάρια.
Θα βάψει το αίμα μου κοράλλια
Ψάρια τα σπλάχνα μου θα ταΐσουν.
Και τα μαλλιά θα κολυμπούν με φύκια
Και των μαλλιών μου η λάμψη στα ρηχά θα παίζει.
Κι όλο το δέρμα μου άμμος
Ζέστη, απαλή στα πόδια των παιδιών.
Χάδι δροσιάς τη νύχτα στων εραστών τις πλάτες
Υγρή αγκαλιά των κοχυλιών, αστρόσκονη.
Και πρώτη ύλη παλατιών που ο άνεμος γκρεμίζει.
Πηγή: «Κήποι στην άμμο»,Εκδόσεις Γαβριηλίδης,2010
Θαλασσινές ψυχές-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΟΥΡΤΗΣ
Έπεσε σαν κύμα στην πυρωμένη άμμο
Που γεύτηκε αρμύρα απ’ την ανδρική ψυχή
Βρήκε ένα ρήγμα στου έρωτα το βάθρο
Πέταγαν οι γλάροι θωρώντας την στιγμή
Έσπαγε το κύμα στου μύθου της τον βράχο
Φύκια και κοράλλια στόλιζαν την γιορτή
Άφριζε η θάλασσα στο ράντισμα του πάθους
Άφηνε κοχύλια το άγγιγμα στη γη
Μα ξαφνικά αποτραβήχτηκε’ ίσως τον κέρδισε κάποια άμπωτη
ή μια αλυκή τον έκλεισε στα δίχτυα της μετατρέποντας
τον παφλασμό του σε ανάμνηση…
Μόνο τα θαλασσοπούλια που κρώζουνε στο βάθος
φέρουν τα μηνύματα του πράσινου βυθού
αλάτι σιγοκαίει στους κόκκους της επάνω
το πέλαγο χωλαίνει τον έρημο γιαλό.
Πηγή: “Σκέψεις” ,Ιωλκός ,2011
Η νήσος Δήλος-ΜΑΡΙΑ ΓΕΡΟΓΙΑΝΝΗ
Άδηλη, Δήλος πέτρα
αναδύεται
συναντά ανέμους και φως
ρίχνει τις άγκυρές της στα κοράλλια του βυθού
και η πέτρα γέννησε πέτρες
έγιναν κίονες ψηλοί
να προλάβουν να φορέσουν
τα στεφάνια των Θεών,
που σμίλεψαν το κάλλος.
Οι άνεμοι δε σκόρπισαν τις στάχτες της.
Πηγή: «Άδειοι στίχοι»,Εκδόσεις Γαβριηλίδης,2012
Αβάπτιστα νερά-ΧΑΡΙΣ ΚΟΝΤΟΥ
Αβάπτιστα νερά
είναι, λες, η θάλασσα κυματιστός ουρανός
κι ακούραστη ανάσα στο στόμα της εφηβείας
Ξαγρυπνά κάθε βράδυ στο στέκι, δεν αλλάζει ρούχα.
Ψηλή και σιωπηλή
με βλέμμα μοχθηρό καταπίνει ζωντανά ναυάγια
ήτανε κάποτε μάνα, βλέπεις, μα τιμωρήθηκε από θεούς
μαστιγώθηκε από ανθρώπους,
και γίναν τα παιδιά της ρίζες
φυτρώνουν στα βράχια της
ανθίζουν στα κοράλλια της
δέρνονται απ’ τα μαλλιά της
μουχλιασμένα ρέουν στα χείλη της
αφρίζουν μέσα απ’ τα δόντια της
πελαγώνουν στα φρύδια της
τσαλακώνονται με τα ψάρια της
ζωντανεύουν από τα γεννοφάσκια και στην ποδιά της κου-
κουλώνονται
κλαψουρίζουν σαν να ζητούν ένα όνομα
να μάθουν ξόρκια θέλουν, να γίνουν παρόντες,
να αφορίσουν την ύλη δαρμένα από σάρκες
κι όμως δεν μπορούν να της μιλήσουν ποτέ
αφού είναι πέτρες.
Πηγή:"Οι κερασιές το χειμώνα είναι μια κόκκινη επανάσταση", εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2012
Το αίνιγμα-ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ
Η ρίζα ενός δέντρου μου τρώει το σχήμα
Μια πέτρα μου αγκυλώνει το δάχτυλο
Και μου γδέρνει το μυαλό
Τα μάτια μου γίνονται παρανάλωμα των φύλλων
Κουκουβάγιες τρυπώνουν μες στα ματόκλαδά μου
Τα βήματά μου αυτοκαταλύονται κατασταλάζουν
Γίνονται στόματα μες στα μνημεία των θάμνων
Μια πεταλούδα απομυζάει όλο μου το είναι
Τα ρουθούνια μου βγάζουν σπίθες και καπνούς
Όπως οι δράκοι που ήταν κοράλλια τον παλιό καιρό
Είναι όπως το γαϊδουράγκαθο μέσα στα χόρτα
Οι στρόβιλοι με ξεχνούν και μ΄ απαρνιούνται
Τα λουλούδια μου βγάζουν τη γλώσσα
Τα πεζούλια με υποσκελίζουν
Μισώ τα ελατήρια και εξαργυρώνω τη θέλησή τους
Είμαι ο χαϊδεμένος των κυμάτων όπως τα βότσαλα
Αρνήθηκα να υποχωρήσω μπροστά στον άνεμο
Να λιώσω μες στα καμίνια των λουτρών της ζέστης
Να καώ με τα κάρβουνα σαν καβούρι
Κάνω υπεράνθρωπες προσπάθειες να μιλήσω
Να σώσω τον εαυτό μου
Από την πυρκαγιά που μόνος μου άναψα
Λάμπω σαν το διαμάντι αλλά δεν είμαι άστρο
Τι είμαι λοιπόν αν δεν είμαι αυτό που είμαι
Ουράνιο σώμα ή γήινο, στερεό, υγρό ή αέρινο;
Πηγή: «Πικρό καρναβάλι», Εκδόσεις Ψυχογιός,2013
Μνήμες-ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΝΑΓΙΩΤΟΣ
Την τρίαινά τους
έσεισαν
οι αποκαρωμένες μου μνήμες.
Η θάλασσα εσχίσθη
το βένθος ανεδύθη.
Τα κογχύλια άρπαξαν τα όργανα
άρχισαν τραγούδι τα ψάρια
έστησαν χορό τα κοράλλια.
Σίγησε το γραμμόφωνο.
Παντού πάλι πέλαγος.
Καταχώνιασα ξανά τις φωτογραφίες
και καταβυθίστηκα στο παρόν.
Πηγή: “Ανέστιος και λιθοξόος”, Λεμεσός, 2015
Στο κράτος της σιωπής-ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΓΑΛΑΖΗΣ
Εκείνοι που βυθίστηκαν
στο κράτος της σιωπής
κοιμούνται στον βυθό της φορτωμένοι
με σπάνια πετρώματα κι άνθους της τρικυμίας.
Τα όνειρά τους ταξιδεύουν
στις αποικίες των κοραλλιών
κι ανθίζουν στο σκοτάδι
των οιδημάτων άστρα.
Στ’ άγρυπνα βάθη του ύπνου τους
να λουλουδίσουν τα καρφιά
τα χελιδόνια να κρυφτούν
από τις μαύρες συμφορές αποδιωγμένα.
Πηγή: «Ληξιπρόθεσμες επαγγελίες», Αθήνα, Φαρφουλάς, 2016
Κέρινος Θίασος- ΖΩΗ ΜΑΚΡΟΝΑΣΙΟΥ
Ραμμένοι ρόλοι, γραμμένα κοστούμια
Μαριονέττες, παλιάτσοι
Σακατεμένα λόγια, στιλβωμένες εκφράσεις
Και όλοι ακίνητοι!
Σώπα, πίσω ο φόβος
Πάσο
Αυλαία.
Επανάληψη αναμασώντας χαμένες λύσεις
Κάποτε Ιθάκες, ταξίδια, ελπίδες
Ο χρόνος στερεύει
Σταγόνες, σταγόνα
Κι εσύ σώπα
Κλείσε τα μάτια
Λύσε τα μάγια
Κοιμήσου σε βυθούς ξεχασμένους
Κοράλλια, γοργόνες ασάλευτες!
Μη… δεν θέλεις
Ακόμα κι έτσι δεν θέλεις
Ραμμένοι ρόλοι, γραμμένα κοστούμια
Παγωμένα χαμόγελα
Σωστά
Αυλαία- Επανάληψη
Κι όλο σωπαίνεις
Μικραίνεις, μαραίνεις
Λιώνεις.
Ένας κέρινος θίασος
Τι περιμένεις;
Ένα σάπιο χαρτόνι
Μην επιμένεις…
Ένα σπίρτο και έλιωσε
Ε! Ακόμα προσμένεις;
Ένας κέρινος θίασος
Κι εσύ ακόμα εμμένεις
Μα η παράσταση τέλειωσε
Πηγή: «Κέρινος Θίασος»,Εκδόσεις Πηγή,2018
Άρρητα ρητά-ΝΙΚΟΣ ΔΟΪΚΟΣ
Από την μακαριότητα της Άγνοιας
Προτιμήστε την μελαγχολία της Γνώσης
Από τους ασφόδελους των βυθών
Προτιμήστε τα κοράλλια των ουρανών
Από τις επαγγελίες τις αφανέρωτες
Προτιμήστε τους ψηλαφητούς έρωτες
Από την οργανωμένη ευκολία της Δύσης
Προτιμήστε την χαροποιό δυσκολία της Ανατολής
Από την δουλικότητα της κολακείας
Προτιμήστε την σκληρότητα της Αλήθειας
Πηγή:"Επιστροφή στον 21ο αιώνα" ,Εκδόσεις Κοράλλι,2019
Με ποιες λέξεις...-ΓΕΣΘΗΜΑΝΗ ΣΙΔΕΡΙΔΗ
Τι να σου κάνουν κι αυτές έτσι λιγόψυχες
που στέκουν παράπλευρα σαν σωσίβιες λέμβοι
και το φουστάνι στο ιστίο, κουρελιάστηκε ήδη.
Ο αλιεύς ψαρεύει στο βυθό ταυτότητες.
Aγνοούνται τα κοράλλια, ενώ τα ψάρια τα μεγάλα,
σαπουνίζονται στον αφρό αθώα
και τα χρυσόψαρα, επελαύνουν προς το βουνό
μ’ ένα φύκι στην πλάτη για διαμαρτυρία.
Η θάλασσα άδειασε κι ο αλιεύς ψαύει την άμμο.
Χωρίς πανί ταξιδεύει η βάρκα
κι ο αφρός άλλαξε χρώμα για πρώτη φορά.
Τι γίνεται εκεί έξω τέλος πάντων;
(Μήπως να γράψω με κύματα;
Κάποιος βράχος θ’ ακούσει)
2013
Πηγή: https://ennepe-moussa.gr
Βιβιάνα - ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΑΛΑΚΟΓΛΟΥ
Την παγωμένη καρδιά σου,
γέμισε με φύκια ο άνεμος.
Καράβια περνώντας,
της χάρισαν μια ανασαιμιά καπνό.
Κοράλλια τώρα
δακρύζουν στο βυθό.
Μη σκέφτεσαι τα καλοκαίρια
που πέρασαν,
απόψε ο γιαλός θα πιει,
την τελευταία φεγγαραχτίδα.
Πηγή:http://www.silia.gr
Αυτοί που φύγαν απ’ την θάλασσα-ΣΕΛΑΝΑ ΓΡΑΙΚΑ (ΕΛΕΝΗ ΧΑΪΜΑΝΗ)
Αυτοί που’ φύγαν απ’ την θάλασσα
χώμα, τάφος δεν τους σκεπάζει
της θάλασσας αναγράφονται μηνύματα
ή μνήματα στ’ απάρθενο το περιγιάλι;
Ήρθαν οι κόρες, γεμάτες με λουλούδια κίτρινα
της λήθης τους στα χέρια
τα μνήματα για να μυρώσουνε
του αδελφού, τ'αγαπητού και του πατέρα.
Κοκκινόχρωον, μελάνων και λευκών
κοράλλια εκεί που ο Περσέας εφόνευσε
τη Μέδουσα, απιθώνουν τα λουλούδια τους
στους μικρούς σταυρούς, τη θάλασσα που στολίζουν.
Πηγή: stixoi/info
Θαρρείς-ΜΑΓΔΑ ΔΟΥΚΑ
Θαρρείς...
με την αυγή μιλούσες
καθώς
της χάριζες κοράλλια
απ’ του μυαλού σου
τους βυθούς
και όπως έφευγες
να την προϋπαντήσεις
κοράλλι έγινες
και εσύ
...εκείνη...
να στολίσεις.
Πηγή: stixoi/info
Υποψίες-ΕΛΕΝΗ ΙΩΑΝΝΟΥ
Μεσημέρι Αύγουστου.
Όλα κυλούν ομαλά.
Μόνο εκείνες οι ανόητες υποψίες
ανυπαρξίας, χάους, κενού
αναστατώνουν την ησυχία μου.
Διάχυτη η καλοκαιρινή παθητικότητα.
Σαν το κοράλλι στο βυθό
που το παρασύρουν τα ρεύματα
και κινείται νωχελικά
και αόριστα στην θέση του.
Κοχύλι ξεχασμένο,
ξεραμένο στην καυτή άμμο.
Ομπρέλα που τα χρώματά της
ξεθωριάζουν στον ήλιο.
Καρέκλα που στέκει στην ακροθαλασσιά
απαθής, τη φθείρει το αλάτι.
Νοιώθω θάλασσα σε νηνεμία.
Απουσία κινήσεων, ζωής.
Πέτρα ακίνητη.
Ωστόσο τα βήματά μου
δε χάθηκαν στην άμμο...
Πηγή: stixoi/info
Επιφάνεια-ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΕΓΚΑΡΧΟΣ
Στον αφρό της θάλασσας
κοράλλια δεν υπάρχουν.
Υπάρχουν μόνο σειρήνες
που σε μαγεύουν με τα
χαρμόσυνα άσματά τους.
Υπάρχουν μυθικές γοργόνες
που αναπέμπουν εύηχα:
"Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;
Ζει και βασιλεύει
και τον κόσμο κυριεύει!"
Υπάρχουν ώτα χαϊδεμένα
στον Αίολο παραδερμένα
κούτσουρα που επιπλέουν
σαν σανίδες σωτηρίας
μηνύματα ναυαγών
σε διαφανείς αμφορείς.
Μήτε μαργαριτάρια θα βρεις
στον αχνογάλαζο αφρό
αυτά υπάρχουν αποκομμένα
απ’ τη βουή και το φως
μόνο σαν τ’ αναζητήσεις
στο βυθό θα τα βρεις.
Υπάρχουν εξωτικά νησιά
με φοίνικες και λωτούς
ολόχρυσες αμμουδιές
λυγερά σώματα κοριτσιών
και σκλάβοι αχθοφόροι.
Πάντα δι’ ημάς επιτρεπτά
αλλά ου πάντα συμφέρει.
Πηγή: stixoi/info
Ο ύφαλος των κοραλλιών-ΖΟΖΕ-ΜΑΡΙΑ ΝΤΕ ΕΡΕΝΤΙΑ
Ο ήλιος μες στη θάλασσα,θαύμα είν'η αυγή,
λάμπουνε δάσος στο βυθό τ'αβυσσαλέα κοράλλια
που σμίγουνε στ'απύθμενα και ζεστερά ενάλια
τα βλαστημένα ζωντανά,τη βλάστηση που ζει.
Και κάθε τι που βάφει το ιώδιο ή αρμύρα,
βριγιά,ανεμώνες,αχινοί και φύκια μαλλιαρά,
το σκουληκιάρικο βυθό,με τα όστρακα τα ωχρά,
σκεπάζει πλουσιοπλούμιστη και σκοτεινή πορφύρα.
Με την λαμπράδα των λεπτών,καθώς σβήνει το σμάλτο,
πλέει ένα ψάρι ανάμεσα και στα κλαδιά αποκάτω.
Μέσα στη διάφανη σκιά ράθυμα τριγυρίζει.
Κι ως ξαφνικά το φωτεινό φτερούγι του αχνοπάλλει
απ'το γαλάζιο και θαμπό κι ακίνητο κρουστάλλι,
τρέχουν ρίγη του σμάραγδου και του μαργάρου ρίγη.
Μετάφραση: Νίκος Στρατάκης
Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",1995
Τα σκουλαρίκια-ΕΟΥΤΖΕΝΙΟ ΜΟΝΤΑΛΕ
Σβήνουν όλοι των πτήσεων οι ίσκιοι στον υδράργυρο
του κατόπτρου. (Ούτε απ’ τη δικιά σου απόμεινε χνάρι.)
Πέρασε το σφουγγάρι, και τις ανυπεράσπιστες
εκυνήγησε λάμψεις έξω απ’ τον χρυσαφένιο δίσκο.
Τους λίθους, τα κοράλλια σου, την ισχύ της εξουσίας
που σε αρπάζει εγύρευα· αποφεύγω
τη θέαινα εκείνη που δε σαρκώνεται, τους πόθους
κουβαλώ, ώσπου να τους κάψει τ’ αστροπελέκι σου.
Έλυτρα κροταλίζουν έξω, το ξόδι το τρελό
κροταλίζει και ξέρει πως δύο ζωές δεν λογαριάζονται,
καν δε μετράνε. Απαλές μέσα στο κάδρο
γυρνούν της εσπέρας οι μέδουσες. Το είδωλό σου
θα 'ρθεί από κάτω: κοκκαλιάρικα χέρια
ανεβαίνουν έρποντας από χαμηλά
και κρεμάν στους λοβούς σου τα κοράλλια.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής
Πηγή: https://alonakitispoiisis.blogspot.com
Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου