Σήμερα έχω καλέσει στη στήλη "Στα βαθιά" την ποιήτρια Τζένη Φουντέα-Σκλαβούνου. Η προσκεκλημένη μου έχει σπουδάσει Νομικά κι υπηρέτησε ως δικαστικός λειτουργός στα Διοικητικά Δικαστήρια. Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές. Ασχολήθηκε επίσης με τη λογοτεχνική επιμέλεια. Έχει διακριθεί για το έργο της σε διάφορους διαγωνισμούς τέχνης. Η ποίησή της είναι λυρική, προσωποκεντρική, εξομολογητική. Ο λόγος της είναι πλούσιος, περίτεχνος, με εξαίσια εικονοποιία, ευφάνταστα σχήματα κι έντονο συγκινησιακό φορτίο. Εκφράζεται συχνά στο πρώτο ενικό πρόσωπο,δίνοντας στη γραφή της εσωτερικό χαρακτήρα. Την απασχολεί ο έρωτας, τα υπαρξιακά ερωτήματα, η επαφή με τα πραγματικά συναισθήματα. Θα δούμε δέκα ξεχωριστά ποιήματά της!
ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ
Καλπάζει ασυγκράτητος
ο βιολογικός μου χρόνος‧
δύο πελώρια φτερά
σε κάθε πόδι
Πεισματικά αντιστέκεται
ο βιωμένος χρόνος‧
καθηλωμένος οκλαδόν
μες στις βαθιές του ρίζες
Αλλοπρόσαλλο παιχνίδι
Ενίοτε κόβει το νήμα ο ηττημένος
Ο ΚΑΝΟΝΑΣ
Πάντα ποθούσα
να με αγαπάνε δίχως όρια
Πάντα αγαπούσα
πέρα από κάθε λογική
Μου πήρε χρόνια μέχρι να το μάθω
Μην προσδοκάς ισότητα στον έρωτα, είπες
Υπάρχει απαράβατος γραμματικός κανόνας
εκτός της διδακτέας ύλης:
δυο υπερθετικοί βαθμοί
δεν λειτουργούν αμφίδρομα στην ίδια πρόταση
Με άλλα λόγια
κάποιος αγαπάει λιγότερο απ’ τον άλλον
Οφείλεις να επιλέξεις, είπες
με ποια πλευρά θα συνταχθείς
Απασφαλίζοντας
απέρριψα την ήσσονα εκδοχή
(ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΟ)
ΤΟ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ ΤΙΠΟΤΑ
Έχουν οι λέξεις νόημα;
Όλες οι λέξεις έχουν νόημα;
Ένα νόημα έχουν ή πολλά;
Ποιος μας το βεβαιώνει;
Κι αν έτσι είναι
τι θα πει ή λέξη τίποτα;
Τίποτα δηλαδή, σημαίνει τίποτα;
Τίποτα άλλο;
Υπάρχει άλλο και τι μπορεί να είναι αυτό εκτός
από το στείρο αντώνυμο του όλα;
Μήπως το τίποτα υποκρύπτει
κάτι τι;
Ένα κατάλοιπο μιας άγνωστης ουσίας;
Ένα ομοίωμα κενού που αξίζει
να το ζήσεις;
Το θέμα είναι
μη συμβεί και ταυτιστείς ποτέ σου
με το τίποτα
Τότε θα ξέρεις
Όπως εγώ, εκείνη τη νεκρή στιγμή
που ’φυγες σαν τον κλέφτη
στραγγίζοντας κενό μες στο κενό
Ένα κενό γεμάτο τίποτα
που σ’ εξωθεί ηρωικά να νιώσεις
τιποτένιος
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ)
ΔΥΟ ΘΑΝΑΤΟΙ
Δύο θάνατοι
Εμφανίστηκαν
Σχεδόν ταυτοχρόνως
Ο ένας μετά τον άλλο
Σαν τους διδύμους…
Και οι δύο αιφνίδιοι
Και οι δύο από καιρό προαναγγελθέντες
Ο ένας ένυλος
Ο άλλος άυλος
Ο ένας ταξιδιώτης πρώτης θέσεως
Ο άλλος λαθρεπιβάτης
Ο ένας μοσχομύριζε σαν τ’ αεράκι του Επιταφίου
σκορπώντας καθαγίαση
Ο άλλος ανάσαινε απειλητικά
προαναγγέλλοντας την Αποκάλυψη
Δύο θάνατοι
Εμφανίστηκαν
Σχεδόν συγχρόνως
Ο ένας μετά τον άλλο
Σαν τους διδύμους…
Ο ένας αθώος
Ο άλλος ένοχος
Έσπασαν τη μήτρα σε κομμάτια
Αναποδογύρισαν την ιστορία
Πάγωσαν τον ιστό του χρόνου
Και συγχωνεύτηκαν
στο μέγιστο κοινό πολλαπλάσιο της οδύνης
Αγρυπνείτε
Ο θάνατος χτυπάει πάντα
δυο φορές…
ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΠΛΑΝΗ
Είπες:
άσε με να σ’ αγαπήσω
Εννοούσες:
άσε με να σε διαλύσω
Είπα:
πρόσεξε μη με πληγώσεις
Εννοούσα:
κάνε με ό,τι θελήσεις
Είπες:
σε ό,τι χρειαστείς θα είμαι πάντα εδώ
Εννοούσες:
αν με χρειαστείς, ελάχιστα αντέχω να προσφέρω
Είπα:
αν έχω ανάγκη θα έρθω να σε βρω
Εννοούσα:
δεν έχω ανάγκη άλλη, μονάχα να σε βλέπω
Είπες:
φεύγω για λίγο, θα επιστρέψω
Εννοούσες:
τελειώσαμε, δεν θα σε ξαναδώ
Είπα:
δεν με πειράζει, θα περιμένω
Εννοούσα:
ψέματα λες, δεν θα σε ξαναδώ
(ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΟ)
ΑΝΤΙΚΑΤΟΠΤΡΙΣΜΟΣ
Μακριά
πολύ μακριά
στις άκρες του ορίζοντα, θαρρώ
πως διέκρινα
τα μάτια του Θεού
να λάμπουν από δάκρυα
Είναι κι αυτός τόσο ευάλωτος;
Αναρωτήθηκα…
LA MINORE
Αύριο πεθαίνω
Σήμερα ξεκινώ μαθήματα πιάνου
Η νύχτα αυτή δεν είναι σαν τις άλλες
Το χτες επιστρατεύει παροράματα
Ο χρόνος διαστέλλεται
Οι ώρες γδύνονται νωχελικά στην πασαρέλα
Οι λεπτοδείκτες πλημμυρίζουν απ’ τις νότες
ενός ημιτελούς, θεσπέσιου ρεσιτάλ
Αύριο πεθαίνω
Σήμερα ξεκινώ μαθήματα πιάνου
(ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΟ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ)
Η ΔΕΣΠΟΤΕΙΑ
Από τα πολιτεύματα καλύτερο
μακράν
η δεσποτεία του Έρωτα
Έρωτας όπως δικτάτορας
Απόλυτος Αμείλικτος Ανεξέλεγκτος
Εντελής Ιδιοτελής Αλυσιτελής
Συλλέκτης σφυγμών
Συλλέκτης στιγμών
Υποκινητής ατομικών πραξικοπημάτων
καθολικής εκ προοιμίου αποδοχής
Αποδομώντας έστω κάτι
από αυτά
Έρωτας όπως θέατρο σκιών
Σκηνικό θαμπό γυαλί
Πλαστογραφημένος πίνακας
Παράφωνη σιωπή
Ρέπλικα εν στύσει
Αίμα νερομπογιά
Κουμπί παράταιρο
στο ανοιχτό πουκάμισο του κόσμου
Από τα πολιτεύματα ανώτερο
μακράν
η δεσποτεία του Έρωτα
Για λόγους ευνοήτους
επιπροσθέτως και το πλέον βραχύβιο
Σπάνιο
να βγάλει δεύτερη σεζόν
(ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ)
ΜΟΥΣΙΚΗ ΔΩΜΑΤΙΟΥ
Η νύχτα
ένα φλιτζάνι αχνιστός μαύρος καφές
αίμα στις φλέβες βαμμένο βυσσινί
σεντόνι νοτισμένο ιδρώτα και τύψεις
Η κλεψύδρα αδειάζει με ρυθμό παλμογράφου
Το φεγγάρι
ένα ποτάμι κόκκινο από πόδια γυμνά
δίδυμα μανουάλια φρουροί αγρυπνίας
Σκαρφαλώνει στον τοίχο το παλιό μαύρο πιάνο
μουσική δωματίου σε αργό φα μινόρε
Ξημερώνει
Μεταμορφώνομαι σε γάτα
σε ψάρι, σε πουλί
σε κουκουβάγια πορσελάνη δίχως φτερά
αυτιά και μάτια
Από το καβαλέτο
μια προσωπογραφία
κοιτάζει δίχως πρόσωπο
Πεθαίνω, Κύριε
Δεν θα επέμβεις;
(ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΕ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ)
Ο ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΑΝΤΡΑΣ ΚΙ Ο ΙΑΓΟΥΑΡΟΣ
Ο ερωτευμένος άντρας είναι ουρανός
Κοιτάει τη γη από ψηλά με διεσταλμένες κόρες
να κείτεται στα πόδια του
σαν μια τεράστια τραπεζαρία κατάμεστη
ασημικά, λινά και πορσελάνες
Αδημονεί
Αδημονεί να πλησιάσει
να σκύψει όσο χαμηλά μπορεί
και να γευθεί, ως το ξημέρωμα, απ’ το σερβιρισμένο
-με πόση επιμέλεια- εξαίσιο δείπνο
Ο ερωτευμένος άντρας είναι αριθμός
Κάποτε άρτιος συνήθως περιττός
μιγαδικός, ακέραιος ή κλάσμα
Άλλοτε πετάει προς το άπειρο
κι άλλοτε κουλουριάζεται σαν φίδι
στα έγκατα του μηδενός
Καμία σημασία
Για τη γυναίκα με το βυσσινί παλτό
κι αυτόν τον μαύρο ιαγουάρο στα μαλλιά
αποτυπώθηκε σαν υπερβατικός αριθμός
Ο ερωτευμένος άντρας είναι μαχητής
Ρίχνεται στη φωτιά, στο μάτι του κυκλώνα
Ζυγίζει τον αντίπαλο, παλεύει σώμα με σώμα
ορμάει σαν θεριό
έτσι κι απειληθούν τα κεκτημένα
Δεν τον τρομάζει τίποτα· εξόν από τον έρωτά του
Αν τύχει και βρεθούν ενώπιος ενωπίω
θα σκύψει πανικόβλητος με βλέφαρα κλειστά
να μη φανεί το είδωλο μες στον καθρέφτη
αντεστραμμένο
Ο ερωτευμένος άντρας είναι αρνητής
Αφήνει πάντα πίσω τη γυναίκα που αγαπάει
Κανείς δεν την αναγνωρίζει πια
Από το βυσσινί παλτό έμεινε μόνο η φόδρα
κι ο ιαγουάρος διέφυγε μέσα απ’ τους υπονόμους
Διακρίνεις μόνο ένα περίγραμμα κορμιού
πάνω σε στοίβες από μπλε χαρτί και αποκαΐδια ηλίου
χαραγμένο· κι ίσως
μια υποψία χαμόγελου ζωγραφιστή
στα σκουριασμένα χείλη
Βιογραφικό σημείωμα
Η Τζένη Φουντέα-Σκλαβούνου γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στη συνέχεια υπηρέτησε ως δικαστικός λειτουργός στα Διοικητικά Δικαστήρια. Από μικρή ηλικία ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία και γενικότερα με την Τέχνη, γράφοντας ποίηση, καθώς και κριτικά δοκίμια για τη σύγχρονη ζωγραφική και τον κινηματογράφο. Έχει κάνει τη λογοτεχνική επιμέλεια στο βιβλίο του Fritz Riemann «Τετραλογία του Φόβου» και στο μυθιστόρημα «Φ» του Γεώργιου Φραγκάκη. Έχει διακριθεί σε διάφορες εκδηλώσεις,μεταξύ των οποίων στον διαγωνισμό που διοργάνωσε ο Πειραϊκός Σύνδεσμος με το περιοδικό «Μανδραγόρας», καθώς και στον διαγωνισμό του Αρχείου Ιστορίας και Τέχνης Κοζάνης. Είναι μέλος του Κύκλου Ποιητών. Έχει δημοσιεύσει έξι ποιητικές συλλογές: Κ, Η Σιωπή του Κόσμου,Γάλα σε σκόνη (Χαϊκού), Το Άλφα του Κενταύρου, Στο βάθος ύπνος (Χαϊκού), Ζωγραφική όπως Ποίηση.