Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" έχω προσκαλέσει τον ποιητή Άγγελο Κούρο. Ο καλεσμένος μου έχει καταγωγή από το Δολό Πωγωνίου Ιωαννίνων. Γεννήθηκε, μεγάλωσε και διαμένει στην Αθήνα. Έχει εκδώσει πέντε ποιητικές συλλογές και μια ανθολογία ποιημάτων του της περιόδου 2008-2020. Ποιήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικές εκδόσεις κι έχουν δημοσιευθεί στον ηλεκτρονικό τύπο. Η ποιητική του συλλογή "δρόμος για το καλοκαίρι" κυκλοφόρησε και στην αγγλική γλώσσα με τον τίτλο "Α Way to Summer". Μεταφράσεις ποιημάτων του εκτός από τα αγγλικά, έχουν γίνει στα ισπανικά και στα σκωτσέζικα. Η ποίησή του είναι αφηγηματική,ρεαλιστική,υπαρξιακή. Ο λόγος του είναι σμιλεμένος ,διαυγής ,ζωντανός, βαθύς. Συνήθως τα ποιήματά του είναι μικρές ιστορίες δοσμένες άλλοτε σε πρωτοπρόσωπη κι άλλοτε σε τριτοπρόσωπη αφήγηση. Τον απασχολεί η καταγραφή των ουσιαστικών στιγμών της καθημερινότητας, η συνομιλία με το εγώ,οι ανθρώπινες σχέσεις. Θα ταξιδέψουμε μαζί του μέσα από έντεκα μοναδικά ποιήματά του!
Πρωινό ξύπνημα
Όλη τη νύχτα στο κρεβάτι άλλαζε συνέχεια στάσεις
χέρια ψηλά, ποδιά ανοιγμένα
σε πλάγια θέση και με τα χέρια κλειστά
πόδια λυγισμένα και το κορμί σε ευθεία θέση
κάθετα ή λίγο οριζόντια κάποιες φορές
όσο όμως πλησίαζε η αυγή έπαιρνε σιγά-σιγά
την ίδια ακριβώς στάση
κατέβαζε λίγο τα πόδια
άνοιγε ένα-ένα τα χέρια
γύρναγε το κορμί μπροστά
ώσπου το ξυπνητήρι πια τον έβρισκε ανάσκελα
με τα πόδια κολλητά και τεντωμένα προς τα κάτω
και με τα χέρια ανοιγμένα στα πλάγια
ένας ολοκαίνουργιος Εσταυρωμένος
όχι για κανένα παράδεισο μπροστά
μα κατευθείαν
για την επόμενη εργάσιμη μέρα.
Μικρή υπόμνηση
Υπάρχουν κουβέντες
που δεν πρέπει να τις κάνεις ποτέ
ούτε με τον εαυτό σου
κλείνεις με δύναμη το λαρύγγι, σφίγγεις τα δόντια
καταπίνεις στραβά τον αέρα
και τις ξαναρίχνεις μέσα
να χωνευτούν για ώρα στην κοιλιά
κουβέντες
που τις καπνίζουμε, τις ζαλίζουμε με μπύρες
τις στριμώχνουμε σε σύριγγες
τις πετάμε με αγένεια κάτω απ’ την καρέκλα
και στη θέση τους προσκαλούμε να κάτσουν
φίλοι, γνωστοί, τυχαίοι περαστικοί
και δεν τις ξεκινάμε ποτέ.
Ξένος
Κάποια πρωινά όταν ξυπνάω
έχω ένα παράξενο συναίσθημα
όπως κάποιος που ανοίγει το πρωί το μαγαζί του
και βλέπει ότι τη νύχτα τον λήστεψαν
και μαζεύονται οι γύρω μαγαζάτορες - ακόμα και
οι πιο αντιπαθητικοί – στέκονται στο πεζοδρόμιο
κοιτούν το μαγαζί, συζητούν για τη ληστεία, κάποιοι σιωπούν
μια αμηχανία εκτός προγράμματος
κυρίως όμως αυτός που έχει το μαγαζί
στέκεται και αυτός στο πεζοδρόμιο
το κοιτά έξω απ’ την πόρτα, σαν ξένος
και δεν το γνωρίζει
νιώθει καθαρά ότι η οικειότητα έχει χαθεί
ο χώρος κρατάει ακόμα την παρουσία των άλλων
εκεί που στάθηκαν, εκεί που ακούμπησαν
τον φαντάζεται με τους ξένους
σαν να συνέβη τη νύχτα εκτός από τη ληστεία
και μια προδοσία
κάποια πρωινά όταν ξυπνάω
νιώθω καθαρά ότι η οικειότητα με τον κόσμο έχει χαθεί.
Προτιμήσεις
Μ’ αρέσουν στο κέντρο της Αθήνας
οι παλιές πολυκατοικίες
του μεσοπολέμου
αυτές, που όταν βρίσκονται σε γωνία, τα μπαλκόνια τους
δεν σχηματίζουν μύτη αλλά
μεγάλες συμμετρικές καμπύλες
μ’ αρέσουν, γιατί θα μπορούσα
να τις αγκαλιάσω.
Σαντορίνη
Οι μέρες μες στο καλοκαίρι
έχουν το ιδανικό ύψος
σαν τζιν που το πρωτοφοράς στο δοκιμαστήριο
και το στρίφωμα στο μπατζάκι
τελειώνει ακριβώς πάνω στο παπούτσι
με το κούμπωμα του τελευταίου κουμπιού
κοιτάς κάτω και
νυχτώνει
εννιάμιση η ώρα το βράδυ
Αμοργός
Τον ήξερα καλά
όχι αρκετά βέβαια, αλλά σίγουρα καλά
ήταν ένας άνθρωπος που κατά τη διάρκεια του χρόνου
δεν είχε εξάρσεις εκπλήξεις
ούτε μαγεία κρυμμένη ανάμεσα στα δάχτυλα
πάντοτε όμως εκείνη την περίοδο –πού το έβρισκε;-
αποκτούσε ένα απαράμιλλο στιλ
την πρώτη μέρα των διακοπών του λοιπόν
με το που έφθασε στο νησί
άφησε στο σπίτι τα πράγματα και κατέβηκε αμέσως στη θάλασσα
έφθασε ακριβώς μέχρι το σημείο που σκάει το κύμα
-εμάς δίπλα του δεν μας είδε καθόλου-
έβγαλε το καπέλο του υποκλίθηκε με μια τέτοια χάρη
που όλοι δίπλα του συμπέραναν ότι πρόκειται
για έναν μετρ του είδους
και κοιτώντας προς το βάθος της θάλασσας
είπε σιγά «Κυρία μου, τι κάνετε; πώς περάσατε το χειμώνα;»
και μετά την απάντηση συνέχισε «κι εγώ το ίδιο,
αλλά ίσως τώρα δεν είναι ώρα για τέτοια»
στη συνέχεια έβγαλε γρήγορα τα ρούχα του
και μπήκε μέσα
χωρίς να κοιτάξει πίσω του το νησί, πιο πίσω
η κλειστή πόλη που έφυγε, κλεισμένα γραφεία
διάδρομοι, φώτα, κουρασμένοι αεραγωγοί
και κολυμπώντας για ώρα κατευθείαν προς τα βαθιά
έγινε μια μικρή κουκίδα που χάθηκε
μέσα σ’ αυτό το τεράστιο μπλε
που άστραφτε κάτω απ’ τον ήλιο
ακριβώς είκοσι πέντε ημέρες μετά
αργά το απόγευμα
βγήκε απ’ το νερό
ντύθηκε, έκανε λίγα μέτρα, γύρισε το κεφάλι, της είπε κάτι
που εμείς δεν ακούσαμε
και προχώρησε ευθεία μπροστά του
σε έναν κόσμο χωρίς αλάτι
χωρίς νοστιμιά
Μια ομπρέλα
Η ομπρέλα είναι ένα χαρούμενο αντικείμενο
τη βλέπεις εκεί ψηλά να περνάει
χωρίς περιττό βάρος
με μικρά πηδηματάκια στον αέρα
φουσκωμένη και περήφανη
με το σχήμα του ανοιγμένου ουρανού
και με μια μικρή κεραία στην κορυφή να υπενθυμίζει
την ανύψωση
ιδίως εκείνες οι μεγάλες
που χωράνε δυο άτομα
τι μεγαλοπρέπεια
πάντα νομίζεις ότι θα ακολουθήσει
παιανίζοντας μια μπάντα
η ομπρέλα έμαθε να περιμένει σε μια γωνία
με υπομονή
δεν ενοχλεί δεν κουράζει
ξέρει να στέκεται στο ύψος των περιστάσεων
όταν ο καιρός αγριεύει
η ομπρέλα έχει καταχτημένες
δικές μου προσπάθειες χρόνων
να βγεις με μια τέτοια τέλεια κίνηση
πάνω απ’ το πλήθος
που στριμώχνεται στα πεζοδρόμια
να κοιτάξεις με σιγουριά τον καιρό που πλησιάζει
και να προστατέψεις
χωρίς λόγια και άσκοπες κινήσεις
ό,τι αγαπάς.
Μέρες με τριγυρίζει ο πόνος
Μέρες με τριγυρίζει ο πόνος
σαν παλιός αστυφύλακας
που βρήκε τη διεύθυνσή μου
και κόβει βόλτες έξω απ’ την πόρτα μου
τον ακούω μέσα στη νύχτα όρθιο
να καπνίζει το τσιγάρο του
και το ένα του χέρι βαθιά στην τσέπη
μέσα απ’ τις γρίλιες βλέπω
την κάφτρα του τα μάτια του να
παρατηρούν αδιάφορα τους περαστικούς
και το βλέμμα του καρφωμένο στην πόρτα
και ξέρω
δεν θα χτυπήσει
ξέρει θα βγω μόνος μου
με τα χέρια τεντωμένα μπροστά
και τους καρπούς μου κολλημένους
να του παραδοθώ.
Ωραίες ξεχασμένες ιστορίες: οι συγγνώμες
Υπάρχουν άνθρωποι
που πέρασα δίπλα τους
και ήταν σαν κλήματα
γερτά
τα φύλλα τους έγλυφαν το χώμα
και ο ξερός μίσχος έστριβε απότομα προς τα κάτω
σαν φίδι
που του τελείωσε το δηλητήριο ή ο πολύτιμος εγωισμός
και το μόνο που ήθελαν
ήταν ένα λευκό κομματάκι σπάγκο
να τα πιάσεις τρυφερά
να κάνεις ένα κόμπο
και να τα δέσεις
πάνω στο υποστύλωμα
υπάρχουν άνθρωποι
που πέρασα δίπλα τους
και έφυγα.
Μάνα
Πάλι ξέχασα πράγματα
φεύγοντας απ’ το χωριό, δυο μπλουζάκια
και ένα ζευγάρι παντόφλες
την επόμενη φορά θα δω τη μάνα μου
να τις φοράει και να γυρνάει μέσα στα δωμάτια
μεγάλες και άβολες θα αφήνουν πίσω τους
ένα μικρό σύρσιμο
που όλο θα πηγαίνει και θα έρχεται μέσα στο σπίτι
και μέσα στο μυαλό μου
και τίποτα άλλο
τόσο μεγάλη η αγάπη
βολεύεται όπως - όπως.
Ταΰγετος
Μια μυρτιά μέσα στο δάσος
είχε ένα μεγάλος θράσος
ήξερε πως είναι ωραία
και του δάσους η μοιραία
Μια μυρτιά με έχει κάψει
στο ωραίο το Παγκράτι
με έκαψε, μ’ άλειψε μέλι
μια ωραία στην Κυψέλη.
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ
Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΥΡΟΣ (1972) κατάγεται από το Δολό Πωγωνίου Ιωαννίνων, μεγάλωσε και εργάζεται στην Αθήνα. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές:
• «Κόφτες» (ΤΥΠΩΘΗΤΩ - GUTENBERG, 2008)
• «δρόμος για το καλοκαίρι» (ΗΡΙΔΑΝΟΣ, 2012),
• «Κουβαλάμε πάνω μας υδροκυάνιο» (ΜΕΛΑΝΙ, 2014),
• «σου ορκίζομαι στο βουνό, ιερότερο όρκο δεν έχω» (ΚΑΠΑ, 2020),
• “A Way to Summer” (KDP, 2020),
• «Ανθολόγηση Ποίησης Άγγελου Κούρου» (ΠΕΝΤΑΝΔΡΟΝ, 2021)
• «βαθαίνοντας στα διακοσάχρονα της ελληνικής επανάστασης (ΠΕΝΤΑΝΔΡΟΝ, 2021)
Η συλλογή “A Way to Summer” αποτελεί μετάφραση στην αγγλική γλώσσα της συλλογής «δρόμος για το καλοκαίρι» και διενεργήθηκε από τον Angelos Sakkis στο πλαίσιο του Paros Poetry and Translation Symposium (Athens, 2017).
Η «Ανθολόγηση Ποίησης Άγγελου Κούρου» από τις εκδόσεις ΠΕΝΤΑΝΔΡΟΝ περιλαμβάνει ποιήματα της περιόδου 2008-2020, με επιμέλεια του Μιχάλη Μεταξά, ενώ εμπεριέχονται αποσπάσματα κριτικών σημειωμάτων των Μιχάλη Γκανά, Κώστα Γ. Παπαγεωργίου κ.α.
Μεταφράσεις ποιημάτων του έχουν γίνει στην αγγλική, ισπανική και σκωτσέζικη γλώσσα (Scots), ενώ η συλλογή “A Way to Summer” παρουσιάστηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο (Poetry Blog “Aim for Wide Water”).
Ποιήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικά έργα ποίησης ενώ έχουν δημοσιευτεί, μεταξύ άλλων, στα περιοδικά Τα Ποιητικά, Ποιείν, Poetix, Μανδραγόρας.
Σε διαδικασία έκδοσης (Ιαν 2022) βρίσκεται η συλλογή:
«I Swear to You on the Mountain, I Have No Holier Oath»
που αποτελεί μετάφραση στην αγγλική γλώσσα από τον Angelos Sakkis της συλλογής «Σου ορκίζομαι στο βουνό, ιερότερο όρκο δεν έχω».