Σήμερα, στις 17 Μαρτίου, έχει γενέθλια ο τραγουδοποιός Νίκος Ξυδάκης. Θα του ευχηθώ χρόνια πολλά και δημιουργικά! Θα ταξιδέψουμε με πέντε μελοποιημένα ποιήματα από τον ίδιο!
Αθάνατη Αφροδίτη
Ποίηση: ΣΑΠΦΩ
Μουσική: ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗ
Αθάνατη Αφροδίτη του Διός κόρη,
όλο παγίδες στήνεις της αγάπης.
Δέσποινα παρακαλώ,
μη να χαρείς, μη ρίχνεις άλλο βάρος
από καημούς και πίκρες στην ψυχή μου.
Δέσποινα παρακαλώ,
μη να χαρείς.
Τι να 'ναι πάλι τι
εκείνο που ποθεί η τρελή καρδιά μου.
Ποια να 'ναι πάλι αυτή
που την Πειθώ ικετεύεις να σου φέρει πίσω.
Ποια να πονέσεις σ’ έκανε Σαπφώ;
Ποια να 'ναι πάλι αυτή
που την Πειθώ ικετεύεις να σου φέρει πίσω.
Έλα λοιπόν ακόμα μια φορά
να με λυτρώσεις απ’ τα βάσανά μου.
όλο παγίδες στήνεις της αγάπης.
Δέσποινα παρακαλώ,
μη να χαρείς, μη ρίχνεις άλλο βάρος
από καημούς και πίκρες στην ψυχή μου.
Δέσποινα παρακαλώ,
μη να χαρείς.
Τι να 'ναι πάλι τι
εκείνο που ποθεί η τρελή καρδιά μου.
Ποια να 'ναι πάλι αυτή
που την Πειθώ ικετεύεις να σου φέρει πίσω.
Ποια να πονέσεις σ’ έκανε Σαπφώ;
Ποια να 'ναι πάλι αυτή
που την Πειθώ ικετεύεις να σου φέρει πίσω.
Έλα λοιπόν ακόμα μια φορά
να με λυτρώσεις απ’ τα βάσανά μου.
Η πηγή
Ποίηση: ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
Μουσική: ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΕΛΕΝΗ ΤΣΑΛΙΓΟΠΟΥΛΟΥ
Φεγγάρι πεθαμένο μου
για ξαναβγές και πάλι
θέλω να δω το αίμα σου
δεν έκαιγες λυχνάρι φώτιζες.
Το φοβισμένο πρόσωπο
θέλω να δω
το φοβισμένο πρόσωπο
τώρα πάλι και πάλι.
Τότε όλο το σώμα μου ήταν
μια πληγή
φεγγάρι μια πηγή
και φώτιζε της νύχτας το σκοτάδι.
Φεγγάρι πεθαμένο μου
θέλω να δω το αίμα σου
τώρα
πάλι και πάλι.
για ξαναβγές και πάλι
θέλω να δω το αίμα σου
δεν έκαιγες λυχνάρι φώτιζες.
Το φοβισμένο πρόσωπο
θέλω να δω
το φοβισμένο πρόσωπο
τώρα πάλι και πάλι.
Τότε όλο το σώμα μου ήταν
μια πληγή
φεγγάρι μια πηγή
και φώτιζε της νύχτας το σκοτάδι.
Φεγγάρι πεθαμένο μου
θέλω να δω το αίμα σου
τώρα
πάλι και πάλι.
Μακρινό καράβι
Ποίηση: ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΚΑΨΑΛΗΣ
Μουσική: ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΚΟΡΙΝΑ ΛΕΓΑΚΗ
Θα 'ρθεις μαζί μου όταν θα βγει
φεγγάρι πάνω από τη γη
να τιμωρήσει το σκοτάδι
με το φιλί και με το χάδι.
Άκουσε πως το περιμένει
η πολιτεία κι ανασαίνει
κι όλα τα φώτα της ανάβει
βουβή σαν μακρινό καράβι.
Θα 'ρθεις μαζί μου όταν θα πάω
εκεί που ξέρω ν’ αγαπάω
θα 'ρθεις να δούμε το φεγγάρι
πριν έρθει η νύχτα και μας πάρει.
Άκουσε πως το περιμένει
η πολιτεία κι ανασαίνει
κι όλα τα φώτα της ανάβει
βουβή σαν μακρινό καράβι.
Θα 'ρθεις μαζί μου όταν θα βγει
φεγγάρι πάνω από τη γη
να τιμωρήσει το σκοτάδι
με το φιλί και με το χάδι.
φεγγάρι πάνω από τη γη
να τιμωρήσει το σκοτάδι
με το φιλί και με το χάδι.
Άκουσε πως το περιμένει
η πολιτεία κι ανασαίνει
κι όλα τα φώτα της ανάβει
βουβή σαν μακρινό καράβι.
Θα 'ρθεις μαζί μου όταν θα πάω
εκεί που ξέρω ν’ αγαπάω
θα 'ρθεις να δούμε το φεγγάρι
πριν έρθει η νύχτα και μας πάρει.
Άκουσε πως το περιμένει
η πολιτεία κι ανασαίνει
κι όλα τα φώτα της ανάβει
βουβή σαν μακρινό καράβι.
Θα 'ρθεις μαζί μου όταν θα βγει
φεγγάρι πάνω από τη γη
να τιμωρήσει το σκοτάδι
με το φιλί και με το χάδι.
Αφιέρωση - Φιλοστοργότατε κηδεμών
Ποίηση: ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΙΖΥΗΝΟΣ
Μουσική: ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ
Φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς,
φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς.
Φιλοστοργότατε κηδεμών.
Το στεφάνι που σου έχουν πλεγμένο
των Μουσών τα ροδόπλαστα κάλλη,
τα ασχημίζει το χέρι μου, αν βάλει
ένα φύλλο από δάφνη κομμένο.
Φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς,
φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς.
Φιλοστοργότατε κηδεμών.
Το στεφάνι που σου έχουν πλεγμένο
των Μουσών τα ροδόπλαστα κάλλη,
τα ασχημίζει το χέρι μου, αν βάλει
ένα φύλλο από δάφνη κομμένο.
Φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς,
φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς.
φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς.
Φιλοστοργότατε κηδεμών.
Το στεφάνι που σου έχουν πλεγμένο
των Μουσών τα ροδόπλαστα κάλλη,
τα ασχημίζει το χέρι μου, αν βάλει
ένα φύλλο από δάφνη κομμένο.
Φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς,
φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς.
Φιλοστοργότατε κηδεμών.
Το στεφάνι που σου έχουν πλεγμένο
των Μουσών τα ροδόπλαστα κάλλη,
τα ασχημίζει το χέρι μου, αν βάλει
ένα φύλλο από δάφνη κομμένο.
Φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς,
φυσά Βοριάς, φυσά Θρακιάς.
Άλμπατρος
Ποίηση: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΑΡΑΣ & ΣΑΡΛ ΠΙΕΡ ΜΠΟΝΤΛΕΡ
Μουσική: ΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΜΑΛΑΜΑΣ
Συχνά για να περάσουνε την ώρα οι ναυτικοί
άλμπατρος πιάνουνε, πουλιά μεγάλα της θαλάσσης,
που ακολουθούνε σύντροφοι, το πλοίο, νωχελικοί,
καθώς γλιστράει στου ωκεανού τις αχανείς εκτάσεις.
Και μόλις στο κατάστρωμα του καραβιού βρεθούν
αυτοί οι ρηγάδες τ’ ουρανού, αδέξιοι, ντροπιασμένοι,
τα κουρασμένα τους φτερά στα πλάγια παρατούν
να σέρνονται σαν τα κουπιά που η βάρκα τα πηγαίνει.
Πώς κείτεται έτσι ο φτερωτός ταξιδευτής δειλός
τ’ ωραίο πουλί τι κωμικό κι αδέξιο που απομένει
ένας τους με την πίπα του το ράμφος του χτυπά
κι άλλος, χωλαίνοντας, το πώς πετούσε παρασταίνει.
Ίδιος με τούτο ο Ποιητής τ’ αγέρωχο πουλί
που ζει στη μπόρα κι αψηφά το βέλος του θανάτου,
σαν έρθει εξόριστος στη γη και στην οχλοβοή
μες στα γιγάντια του φτερά χάνει τα βήματά του.