Ο τζίτζικας στην ποίηση (Ποιήματα)

Ο τζίτζικας στην ποίηση (Ποιήματα)

Τζίτζικας ή τέττιγας κατά την αρχαία ελληνική. Ο τραγουδιστής του καλοκαιριού που ποτέ δεν κουράζεται, που είναι πάντα εκεί για να μας θυμίζει του θέρους τη γιορτή! Το σύμβολο της αιώνιας διασκέδασης, της χαλαρότητας και της ανεμελιάς. Για να δούμε πώς τίμησαν το συμπαθέστατο έντομο οι ποιητές!

Εις τέττιγα-ΑΝΑΚΡΕΟΝΤΑΣ (Μετάφραση)

Σε μακαρίζουμε, τζίτζικα, που πίνεις λίγη δροσιά και μετά τραγουδάς σαν βασιλιάς στα κλαριά των δέντρων. Γιατί δικά σου είναι όλα όσα βλέπεις στους αγρούς και όσα φέρνουν οι εποχές. Αγαπητός στους γεωργούς, πολύτιμος στους ανθρώπους, είσαι προφήτης του καλοκαιριού γλυκύς. Οι Μούσες σε αγαπούν και ο ίδιος ο Φοίβος που σου έδωσε το μελωδικό τραγούδι. Τα γηρατειά δεν σε καταβάλουν, σοφέ, γέννημα της γης, λάτρη του τραγουδιού, ελεύθερε από πόνους, εσύ που έχεις σάρκα χωρίς αίμα, είσαι σχεδόν όμοιος με τους θεούς.

Πηγή: Βιβλίο ΛΕΥΚΑΔΙΟΣ ΧΕΡΝ, ΚΟΤΤΟ, Μετάφραση: Τέτη Σώλου, Έκδοση του Ταμείου Παγκόσμιας Κυθηραϊκής Κληρονομιάς ,2014

Τα τζιτζίκια- ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Η Παναγιά το πέλαγο
κρατούσε στην ποδιά της.
Την Σίκινο, την Αμοργό
και τ' άλλα τα παιδιά της.

Από την άκρη του καιρού
και πίσω απ' τους χειμώνες
Άκουγα σφύριζε η μπουρού
κι έβγαιναν οι Γοργόνες.

Κι εγώ μέσα στους αχινούς
στις γούβες στ' αρμυρίκια
σαν τους παλιούς θαλασσινούς
ρωτούσα τα τζιτζίκια:

-Ε σεις τζιτζίκια μου άγγελοι
γεια σας κι η ώρα η καλή.
Ο βασιλιάς ο Ήλιος ζει;
Κι όλ' αποκρίνονται μαζί.

Ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει ζει.....

Πηγή: Τα ρω του έρωτα

Σώμα του καλοκαιριού-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ (Απόσπασμα)

Τα τζιτζίκια ζεσταίνονται στ’ αυτιά του
Τα μυρμήγκια δουλεύουνε στο στήθος του
Σαύρες γλιστρούν στη χλόη της μασχάλης
Κι από τα φύκια των ποδιών του αλαφροπερνά ένα κύμα
Σταλμένο απ’ τη μικρή σειρήνα που τραγούδησε:
Ω σώμα του καλοκαιριού, γυμνό, καμένο
Φαγωμένο από το λάδι κι από το αλάτι
Σώμα του βράχου και ρίγος της καρδιάς
Μεγάλο ανέμισμα της κόμης λυγαριάς
Άχνα βασιλικού πάνω από το σγουρό εφηβαίο
Γεμάτο αστράκια και πευκοβελόνες
Σώμα βαθύ πλεούμενο της μέρας!

Πηγή: Ήλιος ο πρώτος

Τζιτζίκια στήσαν το χορό-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Τζιτζίκια στήσαν το χορό
στο ντάλα μεσημέρι
και στέκουν γύρω τα παιδιά
και παίζουν παλαμάκια.

Mια πεταλούδα διάφανη,
πορτοκαλιά και μαύρη,
στου γέρου κόσμου στάθηκε
τα φρύδια επάνω, αντήλιο,
κι έπαιζε και κρυφόγνεφε
της πίκρας μαντιλάκι.

Πηγή: Γιάννης Ρίτσος, Παιχνίδια τ’ ουρανού και του νερού, Kέδρος

Ο τζίτζικας-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ

ΘΥΜΟΥΜΑΙ κάποια απομεσήμερα,
που θέλοντας να σου μιλήσω,
συνοδιά μου είχα κ'ενός τζίτζικα
τη λύρα να κρατά το ίσο.

Το φως χορταίνει μεγαλόματος
στο πεύκο ολόρθα καθισμένος .
παίζει, κι ας μην ακούει τη λύρα του:
του αυτιού τη χάρη στερημένος.

Τέσσερα χρόνια στα τρισκότεινα,
τον ήλιο βλέπει στα στερνά του,
καθώς ο κύκνος το τραγούδι του,
τη λύρα παίζει του θανάτου.

Μα δίχως πίκρα και παράπονο
για την τρισάδική του μοίρα,
τον ύμνο τον καλοκαιριάτικο
λέει η λιγόημερή του λύρα.

Το καλοκαίρι τώρα πέρασε,
γλήγορα ο κρύος χειμώνας φτάνει
κι απόμεινα μονάχος έφυγες-
κι ο τζίτζικας έχει πεθάνει.

Πηγή: Φευγάτα χελιδόνια

Φωνασκία του αίματος-ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ

Αυτός ο αγέρωχος μήνας Αύγουστος…
Φρικώδης του μεγάλου θέρους αναφώνηση
ο τέττιγας που γίνεται ελέφαντας κοινοτοπίας
προβοσκίδα η υπνώττουσα σκιά μες στο χορτάρι
τις νύχτες τρέχουν οι κομήτες που δεν είδαμε
διάττοντες πότε – πότε χαλαλίζουν το φως από πλήξη
κανένα σχίσμα δεν υπήρξε τρομερότερο -:
είν’ ο άνθρωπος και η φύση.
Ας αυτοσχεδιάζουμε ας πίνουμε καφέδες κάνοντας: Α!…

Πηγή: Νίκος Καρούζος, Τα ποιήματα, τόμος Β’, Ίκαρος

Τζίτζικας και γρύλος-ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ

Είπε μια νύχτα ο τζίτζικας του γρύλου:
Δεν πας και συ, καημένε να ησυχάσεις,
που όλοι κοιμώνται, κι είσαι συ μονάχος,
οπού περνάς τη νύχτα τραγουδώντας.
Άσωτε, ασώτου τέκνο, που ασωτεύεις
έναν πολύτιμο καιρό, που ημπόρειες
ναν τον οικονομάς για να κοιμάσαι!

Ναι, λέει ο γρύλος, ίσα κουβεντιάζεις΄
λες την αλήθεια΄ και θαυμάζω μόνο
πως, τζίτζικας εσύ, μιλείς για γνώση,
για οικονομία καιρού και για ησυχία.
Δεν είσαι συ, που ολημερίς, στον ίσκιο
ενός πράσινου δένδρου, τριζονίζεις
τραγούδια βαρετά και δίχως τέλος;
Που κουφαίνεις τους κάμπους και αλαλιάζεις
τους εργάτες ,που κάνουν τη δουλειά τους;
και σπατάλησες πάντα τον καιρό σου
τραγουδώντας αμέριμνα όλη μέρα;
Πώς ήρθες τώρα απάνου απ' το κλαρί σου
να διδάξεις εμάς σιωπή, ησυχία,
οικονομία καιρού, φρόνηση, γνώση;
Ω! τζίτζικά μου! και συμπάθησέ με,
συμπάθησέ με, στο λέω πάλε, μα...
Θέλεις να’χεις δικαίωμα να ορμηνεύεις;
Κάνε συ πρώτος όσα συμβουλεύεις.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Τζίτζικας και μύρμηγκας -ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Έχω πολλά παράπονα, μυρμήγκι μου, μαζί σου.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Πολύ λυπούμαι, τζίτζικα, κι αμέσως εξηγήσου.
Ποτέ δεν έκανα κακό και βλάβη σε κανένα΄
κι έπειτα τίποτε κοινό δεν έχω εγώ με σένα. Λοιπόν;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Με κακολόγησες και με το παραπάνω,
κι έτσι και την υπόληψη και την τιμή μου χάνω
και γίνηκα παράδειγμα μωρίας στους ανθρώπους.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Στ' ορκίζομαι στο ψίχουλο, που κουβαλώ με κόπους,
πως δε σε νιώθω τι μου λες.

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Αμέσως θα με νιώσεις,
αν θέλεις λίγη προσοχή στα λόγια μου να δώσεις.
Και πρώτα-πρώτα γνώριζε, πως πριν στα δέντρ’ ανέβω,
εκατοικούσα μες στη γη κι εγώ.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Δεν σε πιστεύω.
Τότε που βρήκες τα φτερά;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Μεγάλωσαν αγάλι,
όταν στο πρόσωπο της γης επρόβαλα και πάλι,
γιατί προτού χωθώ στη γη, ήμουν ψηλά στο χώμα
μικρός, μικρός σαν τον κοριό και πιο μικρός ακόμα΄
κι άνοιξα τρύπα και βαθιά μέσα στην γην εμπήκα
κι έκανα το σπιτάκι μου κι εκεί τροφήν εβρήκα.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Και δεν ανέβαινες ποτέ κι απάνω από την τρύπα;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Ποτέ μου, δεν ανέβαινα, γιατί, καθώς σου είπα,
δεν μου’ λειπ’ η τροφή.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Λοιπόν;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Στης γης τα καταχθόνια
σιγά σιγά μεγάλωνα κι έμεινα δέκα χρόνια.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Ποπό! Δεν εβαρέθηκες;

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Και τι ήθελες να κάνω;
Έτσι το πρόσταξ’ ο θεός. Κι ήρθα στη γην επάνω
εφέτος, μόλις άρχισε ζεστό το καλοκαίρι
και τα φτερά μου στέγνωσεν ο ήλιος και τ’ αγέρι
και στη στιγμούλα πέταξα στου δέντρου τα κλαδιά!
Κι άρχισα το τραγούδι μου με πρόσχαρη καρδιά.
Οι γεωργοί που σκάβουνε κι εκείνοι που θερίζουν,
μ’ έχουν χρυσή τους συντροφιά και χάρη μου γνωρίζουν.
Εσύ μονάχα βρέθηκες να με κατηγορήσεις.

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Εγώ δεν είπα τίποτα και να με συγχωρήσεις.
Ούτε και ξέρω τι μου λες, μα το σπυρί το στάρι!

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Ο κόσμος, το’ χει τούμπανο και συ κρυφό καμάρι!
Εσύ δεν μ’ είπες άεργο, δεν μ’ είπες ακαμάτη
κι άμυαλο κι ασυλλόγιστο;

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Για πρόσεχε κομμάτι!
Δεν είμ' εγώ κακόγλωσσος κι αυτό δεν είν' αλήθεια.

ΤΖΙΤΖΙΚΑΣ:
Ναι, τα ’πες και τα κήρυξες κι έπλασες παραμύθια
πως το χειμώνα κάποτε, με χιόνια και με πάγο,
επείνασα κι ο δυστυχής δεν είχα τι να φάγω,
και σαν ζητιάνος ταπεινός, ήρθα, καθώς εκείνος,
με κλάματα στο σπίτι σου ζητώντας λεημοσύνη.
Κι όταν εσύ με ρώτησες: -Σαν ήταν καλοκαίρι,
τι έκανες, παρακαλώ;Σου είπα: -Ποιος δεν ξέρει,
πως τραγουδούσα ολημερίς, χωρίς καμιά φροντίδα;
Και τότε μ’ αποκρίθηκες: «Ε, τώρα χοροπήδα!
Πως ήρθα το χειμώνα εγώ τροφή να σου ζητήσω,
αφού χειμώνα μήτε ζω μήτε μπορώ να ζήσω;
Κι έπειτα, τι είν’ αυτή η τροφή, που θα ζητούσα τάχα,
ενώ ο καημένος τρέφομαι με τη δροσιά μονάχα;

ΜΥΡΜΗΓΚΙ:
Αυτό το ψέμα, τζίτζικα, ο κόσμος το ’χει βγάλει.
Το ξέρω πως δε μοιάζομε, αλλ’ όμως ξέρω πάλι,
πως ο Θεός που έπλασεν εσέ, όπως κι εμένα,
ξεχωριστό προορισμό έδωσε στον καθένα.
Κι είμαστε χρήσιμοι κι οι δυο, φίλτατε τζίτζικά μου,
εσύ με το τραγούδι σου κι εγώ με τη δουλειά μου.
Λοιπόν, ας λησμονήσωμε τα ψέματα του κόσμου
κι αγκάλιασέ με γρήγορα κι ένα φιλάκι δως μου!…

Πηγή: Μεγάλη σχολική ποιητική ανθολογία Σταύρου Ζήγου,Εκδόσεις Μητρέλη,Πάτραι

Ο τζίτζικας-ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

Πού είσαι τάχα εδώ κοντά μου,
τζίτζικά μου, τζίτζικά μου,
πού είσαι τάχα σκαλωμένος
και λαλείς ευτυχισμένος;

Τι χαρούμενος που θα ’σαι!
Μες στην πράσινη μουριά μου
τραγουδείς κι αποκοιμάσαι,
τζίτζικά μου, τζίτζικά μου!

Τραγουδείς το μεσημέρι,
τζίτζικά μου, τζίτζικά μου,
τραγουδείς το καλοκαίρι
που στον κήπο σ’ έχει φέρει.

Τραγουδείς πολύ κοντά μου.
Στον κορμό, στον κλάδο να ’σαι;
Δε σε πιάνω, μη φοβάσαι,
τζίτζικά μου, τζίτζικά μου!

Πηγή: «Χελιδόνια»/Παιδικά τραγούδια, Βιβλιοθήκη Εκπαιδευτικού Ομίλου, Αθήνα 1920, «Ανθολόγιο για τα παιδιά του Δημοτικού», ΟΕΔΒ, Αθήνα 1990

Εξόν τα τζιτζίκια-ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ

Ούτε γι’ αυτό που σε γοήτευε,
το κανελί της φρυγμένης γης,
και πρόσφατα που στέγνωνε με τα τζιτζίκια
λήγοντας του αυγούστου, ούτε γι’ αυτό ρωτάς
κι ούτε για τίποτα.
Ποιός ν’ απαντήσει άλλωστε από την αίσθηση
ερήμωσε κ’ η όχθη ετούτη.
Κι ίσως γι’ αυτό να είσαι το χαλίκι
που βρήκε η λύπη μου σαν ήταν φεγγαρόφωτο
σε μονοπάτια
και μόνο της αράχνης η καρδιά ακούγονταν
βαθιά στο χώμα.
Ύστερα εσχίστη κι άνοιξε.
Το γέλιο του ένα μανιτάρι
πέρα ως την άκρη τ’ ουρανού.
Ο τρόμος κάτω βιαστικός έπνιγε τα έμβια
εις διαταγήν Ηρώδη Αντύπα.
Εξόν τα τζιτζίκια που αντιστέκονταν
Πέφτοντας στην πύλη του αυγούστου.

(1968)
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Ο τζίτζικας-ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

Μέσα μου χιλιάδες τραγούδια στοιβάζονται καλοκαιρινά. Ανοίγω το στόμα μου και μες στο πάθος μου προσπαθώ να τους βάλω μια σειρά. Τραγουδώ. Άσχημα. Αλλά χάρη στο τραγούδι μου ξεχωρίζω από τις φλούδες των κλάδων και από τ' άλλα άφωνα ηχεία της φύσης. Η απέριττη περιβολή μου —γκρίζα κι ασβεστένια— μου αποκλείει κάθε παραφορά αισθητισμού κι έτσι αποκομμένος απ' τα φανταχτερά πανηγύρια του χρόνου, τραγουδάω. Άνοιξη. Πάσχα και βιολέτες δεν γνωρίζω. Τη μόνη ανάσταση που ξέρω είναι όταν μόλις σηκώνεται κάποιο αεράκι και δροσίζει λίγο τη φοβερή κάψα της ζωής μου. Τότε παύω να ουρλιάζω —ή να τραγουδάω όπως νομίζει ο κόσμος— γιατί το θαύμα μιας δροσιάς μέσα μου βαθιά λέει περισσότερα απ' όλα όσα δημιουργώ για να μην πεθάνω από τη ζέστη.

Πηγή: Ενάντιος άνεμος ,1982

Το ποίημα της ημι-αφής-ΑΝΤΩΝΗΣ ΡΟΥΣΟΧΑΤΖΑΚΗΣ

Τα τζιτζίκια ξυπνούν
με τον ήλιο.
Τα σαλιγκάρια
με τη βροχή.
Κι εγώ,
από μεριά σε μεριά ανασταίνομαι
με τη σκιά του φιλιού σου
πάνω απ' τα χείλη μου.

Πηγή: Εμπειρίες ταλέντου,21 ποιήματα 1986 - 1992,Κέδρος,1997

Το πρώτο τζιτζίκι-ΒΑΣΙΛΗΣ ΒΕΤΣΟΣ

Κι εσύ μικρό μικρό και ταπεινό τζιτζίκι
Που τόσα χρόνια πολεμάς κάτω απ’ το χώμα
Ανέβα και τραγούδησε ξανά στην αγριλιά
Ν’ αναστηθούν τα ευλογημένα μεσημέρια
Μες στου καλοκαιριού την άφθονη αγκαλιά.

Πηγή: http://paleochori-lesvos.blogspot.com

Ο μικρούλης-ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΚΑΚΑΡΟΓΛΟΥ

Ήθελα να σου μοιάζω μικρούλη τζίτζικα
Να γεννιέμαι από την ζέστη
Να γράφω για το καλοκαίρι
Και να ζω μέχρι το φως να ’ναι ακόμη γαλάζιο
Όμως μόνο για θανάτους γράφω
Τη σιωπή ικετεύω να μου χαμογελάσει
Και τα τραγούδια μου λυπητερά
Εκλιπαρούν για λίγη αγάπη
Μικρούλη τραγουδιστή
Οι μέρες σου λίγες μα το
Καλοκαίρι μεγάλο
Και σε προστατεύει
Από την απονιά της λήθης

Πηγή: Η Μόνα Λίζα και άλλα ποιήματα

Ο τζίτζικας-ΜΑΡΙΑΝΘΗ ΠΛΕΙΩΝΗ

Χρυσή κλωστή ο ουρανός
κεντάει σ' ένα κοχύλι,
χάντρες βαρκούλες με πανιά,
το κόκκινο απ' το δείλι.
Κι όπως σμίγουν τα χρώματα
στης θάλασσας τα χείλη,
γλυκά τρυγάει ο τζίτζικας
τσαμπί από σταφύλι.
Μεθάει, χορεύει κι αρχινά
στα πεύκα τραγουδάκι,
στου Αιγαίου τα βράχια αρμενιστής,
στο Ιόνιο ναυτάκι.

Πηγή: Mε τα φτερά της ελπίδας

Το τζιτζίκι-ΡΙΜΠΕΪΡΟ ΚΟΥΤΟ

Τη μέρα που ο Ριμπέιρο,τζιτζίκι μου,θα φύγει
έλα στο παραθύρι του μπροστά να τραγουδήσεις,
ξεφώνισε,ξεσήκωσε τον κόσμο-μην αργήσεις-
για τη ζωή που’ναι χαρά μεγάλη κ’είναι λίγη.

Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι

Έρευνα-επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;