20 Νοεμβρίου. Παγκόσμια ημέρα για τα δικαιώματα του παιδιού. Θα δούμε μια ανέμη ποιήματα για το παιδί!
Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο
κουρεμένο κεφάλι όνειρο ακούρευτο
ποδιά με σταυρωμένες άγκυρες.
Μπράτσο του πεύκου γλώσσα του ψαριού
αδερφάκι του σύννεφου!
Κοντά σου είδες ν' ασπρίζει ένα βρεμένο βότσαλο,
άκουσες να σφυρίζει ένα καλάμι.
Τα πιο γυμνά τοπία που γνώρισες,
τα πιο χρωματιστά.
Βαθιά-βαθιά ο αστείος περίπατος του σπάρου,
ψηλά-ψηλά της εκκλησίτσας το καπέλο
και πέρα-πέρα ένα βαπόρι με φουγάρα κόκκινα.
Είδες το κύμα των φυτών όπου έπαιρνεν η πάχνη,
το πρωινό λουτρό της το φύλλο της φραγκοσυκιάς,
το γεφυράκι στη στροφή του δρόμου
αλλά και τ' αγριοχαμόγελο.
Σε μεγάλους χτύπους δέντρων.
Σε μεγάλα λιοστάσια παντρειάς
εκεί που στάζουν από τα ζουμπούλια δάκρυα.
Εκεί που ανοίγει ο αχινός τους γρίφους του νερού,
εκεί που τ' άστρα προμηνούν τη θύελλα.
Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο
χαϊμαλί τρελό σαγόνι πεισματάρικο.
Παντελονάκι αέρινο,
στήθος του βράχου κρίνο του νερού.
Μορτάκι του άσπρου σύννεφου!
Πηγή: Ήλιος ο πρώτος
Το παιδί με τα σπίρτα-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ
Το παιδί της μεγάλωσε. Έκλεισε σήμερα
τα έξι του χρόνια. Το χτένισε όμορφα.
Δε θα ’χει πια ανάγκη. Περνά και το βλέπει.
Στη γωνιά της πλατείας στέκει σαν άντρας.
Απ’ τα πέντε κουτιά τα σπίρτα έχει κιόλας
πουλήσει τα τέσσερα. — Παίζει ο χειμώνας
στα δέκα του δάχτυλα. Έγινε νύχτα.
Κοιτάζει η μητέρα του δεξιά της, ζερβά της,
απάνω και κάτω. Σκοτάδι:
«Ας μπορούσεν ανάβοντας το παιδί μου ένα
σπίρτο
να φωτίσει τον κόσμο».
Πηγή: Άπαντα Βρεττάκου
Για το παιδί-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ (Απόσπασμα)
«Τα παιδιά θέλουν παπούτσια
τα παιδιά θέλουν ψωμί
θέλουνε και φάρμακα
δούλεψε και συ.
Γέλα κλαίγε κι όλο λέγε
το παιδί: ζωή.
Τίποτ’ άλλο, Ζωή.
Ζύμωνε στη σκάφη
πρώτο σου ζυμάρι, πρώτο σου ψωμί
ένα καλυβάκι μια μικρούλα αυλή
για το παιδί.
Ζύμωνε το χώμα
με το δάκρυ δάκρυ
φτιάξε ένα χωμάτινο πουλί
να πετάει τη νύχτα
και να κελαηδεί
για το παιδί.
Τούτη είναι η ζωή μας
τούτο το μεγάλο, τίποτ’ άλλο
γέλα κλάψε, πες ό,τι θες
Το παιδί ζωή: ζωή
τίποτ’ άλλο!»
Πηγή: http://ebooks.edu.gr
Ξανθό παιδί-ΤΕΛΛΟΣ ΑΓΡΑΣ
Ξανθό παιδί, γλυκά χλωμό,
μάτσο τα γιασεμιά πουλούσες,
τις βιόλες τις μοσκοβολούσες,
έξω απ' τον πέτρινο σταθμό.
Στα μάτια μου έφεξε η ψυχή,
το μέτωπό σου να χαϊδέψει,
που μου λαλούσε - σε μια σκέψη
ξάστερη και παρθενική.
Στο μέτωπό σου χαμηλά
και ίσια σου έπεφταν στους κροτάφους
- που θα επαιδεύαν τους ζωγράφους -
άπηχτα, αριά, ρηχά μαλλιά.
Κεφαλάκι άγουρου παιδιού,
γύρος σερμένος στην εντέλεια,
μάτια σα στόματα: δυο γέλια
και δυο καλέσματα χαδιού...
Κι όσο έστεκα να σε θωρώ,
πήρε η ψυχή να συνεδέσει
τα όσα είχε αφήσει κι είχαν πέσει,
σωρό, σπασμένα από καιρό.
Σρυφερό, ανέμελο παιδί,
μιαν Οικουμένη μέσα μου είδες,
που σφάλισαν μ' εφτά σφραγίδες
και μ' ακατάλυτο κλειδί.
Και μ' έκαμες να θαρρευτώ
κιόλας πως, απ' το υγρό μου μάτι,
των παιδικών δακρύων τ' αλάτι
τ' ασφούγγιστο, ήθελε γευτώ.
Πηγή: Βικιθήκη
Ένα παιδί-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ
Ένα παιδί που σκίρτησε
Μας άνοιξε τα χρόνια
Ένα παιδί που έτρεμε
Μας έμαθε να κλαίμε
Ένα τραγούδι ακούγεται
Που μας ξαφνιάζει όλους
Χύνει κρασί και δύναμη
Στο άδειο μας κορμί
Και είναι τραγούδι ζωής
Μονάχα όταν περνά η ζωή
Ένα τραγούδι ακούγεται
Ένα τραγούδι πιάνουνε τ' αυτιά
Και το δικό μας στόμα.
Πηγή:Βικιθήκη
Παιδικό-ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ
Τώρα ἡ βραδιὰ,
γλυκειὰ ποὺ φτάνει,
θὰ μοῦ γλυκάνη
καὶ τὴν καρδιὰ.
Τἀστέρια ἐκεῖ
θὰ δῶ, θὰ νιώσω
οἱ ἄνθρωποι πόσο
εἶναι κακοί.
Κλαίοντας θὰ πῶ:
«Ἄστρα μου, ἀστράκια,
τἄλλα παιδάκια
θὰ τἀγαπῶ.
Ἂς μὲ χτυποῦν
πάντα κι ἀκόμα.
Θἆμαι τὸ χῶμα
ποὺ τὸ πατοῦν.
Ἄστρα, καθὼς
ἄστρο καὶ κρῖνο,
ἔτσι θὰ γίνω
τώρα καλὸς».
Πηγή: Ελεγεία και Σάτιρες
Το παιδί μου-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΡΗΣ
Α'
Ἐπίστευα ως τώρα πως στίχους βγάζω μόνο,
αλλὰ ποτὲ δεν μ' ήλθε ιδέα στο κεφάλι
πως ημπορῶ κι' ανθρώπους να κάμω όπως άλλοι...
Τι θαύματα αρχίζω κι' εγὼ να κατορθώνω!
Και αμα εις τον κόσμο εβγήκε το μωρό,
εφώναξα απάνω εις την συγκίνησίν μου:
Κι' εγὼ λοιπόν, ω Πλάστα, να πλάσω ημπορώ
ανθρώπους κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσίν μου;
Σαν να μη φθάνει τόση Ελλήνων πλησμονή,
ιδού! και άλλος Έλλην γεννάται απὸ μένα...
καλὲ αυτὸς ο κόσμος τι έχει να γενεί,
εὰν καρποὺς ο έρως παράγει ολοένα;
Ευθὺς στο μοναστήρι σεις, νέαι δεσποσύναι,
ας μην αυξάνει πλέον αυτὴ η ανθρωπότης
μα και στα μοναστήρια νομίζω ότι είναι
προς βλάστησιν ανθρώπων μεγάλη γονιμότης.
Λοιπὸν που να σας στείλω;... όπου και αν κλεισθείτε,
ο παντεπόπτης έρως θα έρχεται κρυφά,
παντού καρποὺς γενναίους και αύξησιν θα δείτε
κι' εις έμψυχα ο έρως και άψυχα τρυφά.
Β'
Ω τέκνον μου, του είπα, οπόταν μεγαλώσεις,
τα ἐργα του πατρός σου ποτὲ μὴ μιμηθείς,
αν θέλεις την ζωήν σου με λούλουδα να στρώσεις,
κι' ως άλλη εκλαμπρότης και συ να τιμηθείς.
Ἡ γλώσσα σου για όλους να στάζει πάντα μέλι,
τα κράσπεδα των τόσων κυρίων να φιλείς,
ποιοι κλέβουν, ποιοι δεν κλέβουν γι' αυτὸ να μη σε μέλει•
ολίγα να ακούεις, πολλὰ να ομιλείς.
Κι' αν θέλεις την ζωήν σου, υιέ μου, ν' ἀσφαλίσεις,
στὴ μέση σου τὸ ξίφος νὰ ζώσεις σε προτρέπω,
σε βεβαιώ ποτέ σου πως δεν θα πολεμήσεις,
και πως θα καμαρώνω κι' εγὼ που θα σε βλέπω!
Ὅλων τας γνώμας λέγε σπουδαίας και σοφάς,
την προσωπίδα σχίζε παντού της αρετής,
κι' αν θέλεις του μπαμπά σου το ξύλο να μη φας,
ποτὲ μη σου καπνίσει να γίνεις ποιητής.
Μα όλ' αυτὰ που είπα επήγαν στα χαμένα•
το πλάσμα μου ανήκεν εις το ωραίον φύλον...
Ω κόρη μου, και τώρα τι να ειπώ για σένα;
σ' εύχομαι πλούτον κάλλους και εκατοντάδα φίλων.
Βεβαίως θα μαντεύεις πως δεν θα σε προικίσω,
μαντεύεις ο μπαμπάς σου πὼς είναι ποιητής,
και στίχους ποιος θα θέλει γαμπρὸς να του μετρήσω,
και μάλιστα αν τύχει κομψὸς αφηγητής;
Εις τους κυρίους γέλα μὲ βλέμματα γλυκά,
μήπως γελάσεις κάποιον, μονάκριβή μου κόρη,
ούτε στιγμὴ μη λείπεις απ' τα εμπορικά,
κλέβε και κάπου κάπου κανὲν επανωφόρι.
Κι' είθε και συ εν μέσω των άλλων δεσποινίδων
ν' αστράπτεις μιαν ημέρα εις όλους τους χορούς,
να γίνεσαι το θέμα και συ εφημερίδων,
και να στριφογυρίζεις εις ευγενών σωρούς.
Γ'
Έλα, καλή μου κόρη, και μες στην αγκαλιά μου,
τα πρώτα σου τα χάδια εγὼ ας τα'χω όλα•
ω! τράβα μου τα γένια και σέρνε τα μαλλιά μου,
και κάμε με να χαίρω, μικρούλα μου μαριόλα.
Πως την καρδιὰ μ' ανοίγει το γέλιο του παιδιού μου,
και της ζωής ξεχάνω την πίκρα και τον πόνο!
να μου γελά το βλέπω και λέω μες στο νου μου:
πως έτσι να γελούμε στα πρώτα χρόνια μόνο;
Ὤ! πως σε καμαρώνω, γιατὶ δεν αμφιβάλλω
πως θα φανείς δικό μου εις όποιον κι' αν σε δει...
και τώρα θεωρείται κατόρθωμα μεγάλο
να'χει κανεὶς δικό του μονάκριβο παιδί.
Πηγή: Βικιθήκη
Παιδί μου! Ώρα σου καλή!-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΙΖΥΗΝΟΣ
’Φουρτούνιασεν ἡ θάλασσα κ’ ἐβουρκωθήκαν τα βουνά!
Είναι βουβά τ’ αηδόνια μας και τα ουράνια σκοτεινά,
κ’ η δόλια μου ’ματιὰ θολή—
Παιδί μου! Ώρα σου καλή!
Είναι φωτιὰ τα σπλάχνα μου, και το κορμί μου παγωνιά!
Σαλεύ’ ὁ νοῦς μου, σαν δενδρί που στέκ’ αντίκρυ στον Χιονιά,
καὶ είναι ξέβαθο πολύ—
Παιδί μου! Ώρα σου καλή!
Βοΐζει το κεφάλι μου, σαν του χειμάρρου την βοή!
Λιποθυμά η καρδούλα μου, και μου εκόπηκ’η πνοή,
στο υστερνὸ σου το φιλί—
Παιδί μου! Ώρα σου καλή!...
Πηγή:Ἀτθίδες Αὖραι
Παιδί-ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
Δε θέλει να ξέρει
για το αίμα
είναι δακρυσμένος
κι είν’ αόρατος
χτυπάει η καμπάνα
τρομαγμένος
νά τον τώρα που φαίνεται
μικρό παιδί
πίσω απ’ τα δίχτυα
και νά τον τώρα
μ’ αγκάθια ερπετό
ετοιμοθάνατο
που γέννησε τ’ αβγά του
τί μαύροι που είναι οι άνθρωποι
τί καθαρά που είναι τ’ άστρα
Πηγή: "Σφραγίδα ή Όγδοη Σελήνη"
Το παιδί και η μάνα- ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΡΤΖΩΚΗΣ
Έλα παιδάκι μου
στην αγκαλιά μου
πέσε στα στήθη μου
να κοιμηθείς,
έλα καμάρι μου
και την καρδιά μου
έχω προσκέφαλο
να κοιμηθείς.
Άλλη δεν μόμεινε
παρηγορία,
από σε αγάπη μου,
στην δυστυχή!
Μ'εσέ τα δάκρυα,
την ερημία,
τα'χω παράδεισο
στη μαύρη γη.
Κοιμήσου ελπίδα μου
και τώρα η πλάση
κοιμάται ατάραχα
ύπνον βαθύ.
Του κόσμου η Δέσπονα
να σ'ονειριάσει
κι εκεί που βρίσκεται
να'σαι και συ.
-Για πες μου, μάνα μου,
τι τάχα να'ναι,
ποιοι τάχα χαίρονται
εκεί ψηλά
που εις τ'άστρα ανάμεσα
κρυφοπετάνε
τόσα χρυσόψαρα
κι ωραία παιδιά:
-Εκεί στα ουράνια,
γλυκειά μου ελπίδα,
έχουν την άνοιξη
παντοτινή.
Είν'άλλος κόσμος,
άλλη πατρίδα,
δεν μοιάζει, αγάπη μου,
τη μάταιη γη.
Εκεί έχει ο πλάστης σου
την κατοικιά του
καθώς κι οι άγγελοι
οι γαλανοί
που φτερουγίζουνε
ολόγυρά του,
κι οπού σου μοιάζουνε
ξανθό παιδί!...
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 1979
Το ασθενούν παιδίον-ΚΛΕΩΝ ΡΙΖΟΣ ΡΑΓΚΑΒΗΣ
Θεέ μου,το μικρόν τι σ' έπταισε παιδίον;
Τον κραταιόν πώς έβλαψε το ασθενές σου πλάσμα;
Μη σε αφύπνισε τυχόν με άκαιρόν τι άσμα,
ή άνθος τι μη σ' έθραυσε, πηδών εις το πεδίον;
Τι άλλο μέγα έγκλημα να πράξει ηδυνήθη
και τι κακούργημα φρικτόν εις τον βραχύν του βίον,
ώστε βασάνων άξιον και πόνων και δακρύων
εν τη δικαιοσύνη σου τη φοβερά εκρίθη;
Ιδέ,αντί εις τους αγρούς,ελεύθερον και χαίρον,
με ροδοχρόους περειάς και με γελόεν όμμα
να τρέχει, κείται ασθενές εις το μικρόν του στρώμα
και τους συντρόφους παίζοντας ακούει υποφέρον.
Δεν το λυπείσαι συ; εμέ με σχίζει την καρδίαν
αδίκως πάσχον, τρυφερόν,αδύνατον παιδίον,
πειρωμένον να μειδιά εν μέσω των δακρύων
και μέχρι της εσχάτης του πνοής με την γλυκείαν
φωνήν του διαβεβαιούν ότι δεν πάσχει πλέον.
Διότι βλέπει την πτωχήν μητέρα του, ριγώσα,
παράφρων να το θεωρεί, και έπειτα σιγώσα
να στρέφει προς τον ουρανόν το όμμα της το καίον.
Και αν εκπνεύσει! διατί πλην τότε εγεννήθη;
με τους αθλίους διατί γονείς δεσμούς να δέσει;
Ή όταν άπαξ έδεσε και άπαξ ηγαπήθη,
τις ο σκληρός,όστις τολμά να τους το αφαιρέσει;
Ελθέ και κλίνον,Ύψιστε,εις το πτωχόν του στρώμα
και την εγγύς του άπελπιν ατένισον μητέρα.
και έσο,έσο ίλεως εν τη μικρά μας σφαίρα
αν βλάσφημον εις το εξής ανοίγεταί τι στόμα.
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη, Ελληνικά Γράμματα,1979
Στο παιδί μου-ΚΑΙΤΗ ΔΡΟΣΟΥ
Αυγούλας χρυσό ξύπνημα,ρόδινο τρεχαντήρι
τα χέρια σου,τα χέρια σου τα χρόνια μου αγκαλιάζουν,
τα χέρια σου,τα χέρια σου μυρτιές και ροδοδάφνες.
Μια θάλασσα που λιάζεται το πέλαγο που σειέται,
καράβια ανεμοφίλητα,μαλλάκια χρυσαφένια,
να'ρθει μια άνοιξη ζεστή,ζεστό ένα καλοκαίρι,
οι μουσμουλιές κι οι χαρουπιές ν'ανθίζουν τα περβόλια
και τα μικρά τριαντάφυλλα ν'ανθίζουν στην ποδιά σου.
Ήλιος κινάει απ'το στρατί κι ήλιος σε καρτεράει
κι ένας αητός ψηλός αητός σε ντύνει σε χτενίζει.
Ανίσκιωτα ψηλά βουνά,λίμνες και μονοπάτια
ως τα θωρείς χαμογελούν,ως τους μιλείς ανθίζουν.
Κάθε πουρνό οι γαρουφαλιές κεντάν το φόρεμά σου
και σκύβει ο γήλιος να σε δει,Μάη μου,πρωτογιέ μου!
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη
Παιδί του αγνοούμενου - ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ
Από παιδί,
για χρόνια,
κρατούσα στα χέρια
μια φωτογραφία
του πατέρα των ονείρων μου,
τον είπαν αγνοούμενο,
μα εγώ έπαιζα μαζί του για ώρες
μέσα στο παιδικό δωμάτιο
τις μέρες των μεγάλων βροχών.
Όμως άξαφνα έφευγε
κι άφηνε στη θέση του
ένα μαύρο σκοτάδι
που τρύπωνε μες στην καρδιά.
Όμως άξαφνα έφευγε
κι άφηνε το παιχνίδι στη μέση,
χωρίς τη χαρά του τέλους
κι ένα παράπονο στα μάτια.
Με πήγε πρώτη μέρα στο σχολείο,
όμως όταν πλησίασα τη δασκάλα
άξαφνα έφυγε,
αφήνοντας το χέρι μου μετέωρο,
να κρατά μόνο τη φωτογραφία του.
Αργότερα τον σύστησα στην άνοιξη,
είχα τόσο πολλά να πω γι'αυτόν,
όμως άξαφνα έφυγε,
αφήνοντάς μου έναν βαρύ χειμώνα
και μια φωτογραφία στο χέρι.
Τον είδα που ήρθε κρυφά στα στέφανα,
χάρηκα,
ήταν σαν φως
που χόρευε μες στη χαρά του,
όμως άξαφνα έφυγε
κι άφησε στα χέρια μου
μόνο τη φωτογραφία του.
Χθες μου τον έφεραν
σε ένα μικρό κασόνι,
τον είπαν ήρωα
και τον στόλισαν
με χρώματα και με σημαίες,
μα εγώ
εξακολουθώ
να κρατώ στα χέρια μου
μόνο τη φωτογραφία του
κι ένα κλωνάρι πικροδάφνης
με άνθη αιμάτινα.
"Οδυσσέας Αστέρης",Κέδρος,2018
Το παιδί και οι ληστές-ΓΙΩΡΓΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ
Ήταν ένα παιδί και κάτω απ’ το κρεβάτι του
πλαγιάζανε τις νύχτες δυο ληστές.
Άκουγε κάθε νύχτα τα μαχαίρια τους
άκουγε τα σκοτεινά τους λόγια.
Κι έλεγε ο ένας να τον πάμε στα βουνά
να τον κάνουμε ληστή.
Κι έλεγε ο άλλος να του βγάλουμε τα μάτια
να τον κάνουμε ζητιάνο βιολιτζή.
Κάθε νύχτα το παιδί τρελό από το φόβο του
μέσ’ από κάμαρες και σκάλες και διαδρόμους
τούς ξέφευγε για να χωθεί στην αγκαλιά της.
Κι εκείνη το ’παιρνε και το χάιδευε.
το κοίμιζε πάντα με το ίδιο παραμύθι:
Ήταν ένα παιδί και κάτω απ’ το κρεβάτι του
πλαγιάζανε τις νύχτες δυο ληστές.
Άκουγε κάθε νύχτα τα μαχαίρια τους
άκουγε τα σκοτεινά τους λόγια.
Κι έλεγε ο ένας να τον πάμε στα βουνά
να τον κάνουμε ληστή.
Κι έλεγε ο άλλος να του βγάλουμε τα μάτια
να τον κάνουμε ζητιάνο βιολιτζή.
Κάθε νύχτα το παιδί τρελό από το φόβο του
μες από κάμαρες και σκάλες και διαδρόμους
τούς ξέφευγε για να χωθεί στην αγκαλιά της.
Κι εκείνη το ’παιρνε και το χάιδευε.
το κοίμιζε πάντα με το ίδιο παραμύθι:
Ήταν ένα παιδί και κάτω απ’ το κρεβάτι του
πλαγιάζανε τις νύχτες δυο ληστές…
Πηγή: "Τα αντικλείδια". Αθήνα, Στιγμή, 1988
Παιδί με μια φωτογραφία- ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ
Παιδί με μια φωτογραφία στο χέρι
με μια φωτογραφία στα μάτια του βαθιά
και κρατημένη ανάποδα με κοίταζε.
Ο κόσμος γύρω του πολύς• κι αυτό
είχε στα μάτια του μικρή φωτογραφία,
στους ώμους του μεγάλη και αντίστροφα —
στα μάτια του μεγάλη, στους ώμους πιο μικρή,
στο χέρι του ακόμα πιο μικρή.
Ήταν ανάμεσα σε κόσμο με συνθήματα
και την κρατούσε ανάποδα• μου κακοφάνη.
Κοντά του πάω περνώντας πινακίδες
αγαπημένων είτε αψίδες και φωνές
που ’χαν παγώσει και δε σάλευε καμιά.
Έμοιαζε του πατέρα του η φωτογραφία.
Του τηνε γύρισα ίσια κι είδα πάλι
τον αγνοούμενο με το κεφάλι κάτω.
Όπως ο ρήγας, ο βαλές κι η ντάμα
ανάποδα ιδωμένοι βρίσκονται ίσια,
έτσι κι αυτός ο άντρας ιδωμένος ίσια
γυρίζει ανάποδα και σε κοιτάζει.
Μάης 1979
Πηγή: http://ebooks.edu.gr
Παιδί του ξεχασμένου απροσδόκητου ( Ύμνος στο αγέννητο παιδί μου)-ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΑΘΑΝ.ΤΣΑΒΔΑΡΗΣ
Ατενίζω το πρόσωπό σου, μαζί και την επιθυμία μου
να συναντήσω το φύτρο της ζωής μου
το παιδί που στέρησε η συγκυρία
το γεννά πεισματικά η ποίηση
Τούτο θα προσπέσει τα μέλλοντα
θα διαφυλάξει την υστεροφημία μου.
Στέρεψε ο μούστος
από το μετερίζι του γίγνεσθαι
Δεν θα 'μαι εμπρός σου στις επιτυχίες με κρατάνε,
με κρατάνε νοητές αλυσίδες
Μετά από δασμούς κραδασμούς
στην στρεπτή καρδιά, είναι ώρα να σου πω
καληνύχτα.
Νομίζω τελείωσα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις
όσο αυτή η γλυκόσυρτη σιωπή
σέρνει το σύρτη απ’ την καρδιά.
Κοντεύει το ξημέρωμα
περιμένω το σάλπισμα του αγγέλου σε μια ιδεατή αποκάλυψη
Κούρνιασε η σελήνη στο βραδυκίνητο σώμα μου
να με ποτίσει προσμονή
Παίρνω τη σάρκα και τρέπω σε φυγή
προσφεύγω ικέτης
στις διφορούμενες νεφέλες της ψυχής σου
παιδί μου.
Πηγή: http://www.ialmopia.gr/
Αποβαπτίστη το παιδί
Ριζίτικα Κρήτης
Αποβαπτίστη το παιδί κι' έγινε Χρισθιανάκι,
να το χαρού οι γονέοι του και να το μεγαλώσουν
και να το πέψουν στο σκολειό, γράμματα για να μάθει
να το χαρεί και ο νουνός και να το στεφανώσει,
να του βαφτίσει και παιδί.
Πηγή: Βικιθήκη
Για ένα παιδί που κοιμάται- ΔΗΜΗΤΡΑ Χ.ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Νύχτα. Η κίνηση αραιή στη λεωφόρο.
Μες στο κλειστό, το φωτισμένο εργοστάσιο,
Οι μηχανές, αποσταμένες μα άγρυπνες,
Επιβλέπουν σαν άκακοι γίγαντες
Τον ύπνο του μικρού. Στριμωγμένος
Κοντά στη σκάρα του ατμού,
Με του αδερφού του το παλτό σκεπασμένος
Ξεκουράζεται.
Όλη τη μέρα δουλεύει στα φανάρια
Σκουπίζει τζάμια βιαστικά με το κόκκινο.
Εισπράττει κέρματα ή την εύλογη αγανάκτηση.
Περιμένει το επόμενο φανάρι.
Τίμια κερδίζει έτσι το ψωμί
Και το μερίδιο του νυχτοφύλακα,
Που τον αφήνει να κοιμάται εκεί μέσα.
Τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του,
Τα χέρια της μάνας του που τύλιγαν γύρω του
Γυναίκειο μαντίλι για το κρύο,
Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα
Μόλις θυμάται.
Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του,
Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα.
Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης θάλασσας,
Όχι σαν ποδοβολητό του αλόγου
Ενός ανίκητου στρατηλάτη,
Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη,
Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη.
Καμιά φορά πιο εγκάρδια
Σαν τούτο δω το βουητό της σκάρας,
Που όλο ανεβάζει το θερμό ατμό.
Πηγή: http://ebooks.edu.gr/
Για τα παιδιά-ΧΑΛΙΛ ΓΚΙΜΠΡΑΝ
Τα παιδιά σου δεν είναι παιδιά σου
είναι οι γιοι και οι κόρες
της λαχτάρας της Ζωής για Ζωή.
Δημιουργούνται μέσα από εσένα,
αλλά όχι από εσένα.
Και αν και βρίσκονται μαζί σου, δεν σου ανήκουν.
Μπορείς να τους δώσεις την αγάπη σου,
αλλά όχι τις σκέψεις σου.
Αφού ιδέες έχουν δικές τους.
Μπορείς να προσπαθήσεις
να τους μοιάσεις αλλά μη γυρέψεις να τα κάνεις σαν εσένα.
Αφού οι ψυχές τους κατοικούν στο σπίτι του αύριο
που εσύ δεν πρόκειται να επισκεφτείς ούτε στα όνειρα σου.
Αφού η ζωή δεν πάει προς τα πίσω
ούτε ακολουθεί
στο δρόμο του το χθες.
Μπορείς να δίνεις μια στέγη στο σώμα τους,
αλλά όχι και στις ψυχές τους.
Είσαι το τόξο από το οποίο
τα παιδιά σου σαν ζωντανά βέλη
ξεκινάνε για να πάνε μπροστά.
Ο τοξότης βλέπει το ίχνος της τροχιάς
προς το άπειρο
και κομπάζει ότι με την δύναμή του
τα βέλη μπορούν να πάνε γρήγορα
και μακριά.
Ας χαροποιεί τον τοξότη
ο κομπασμός του.
Αφού ακόμα και αν αγαπάει το βέλος που πετάει
έτσι αγαπά και το τόξο που μένει στάσιμο.
Πηγή: "Ο προφήτης"
Τα παιδιά μαθαίνουν αυτό που ζουν- ΝΤΟΡΟΘΙ ΛΟΟΥ ΝΟΛΤΕ
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κριτική:
μαθαίνει να κατακρίνει
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα:
μαθαίνει να καυγαδίζει
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία:
μαθαίνει να είναι ντροπαλό
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή:
μαθαίνει να είναι ένοχο
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην κατανόηση:
μαθαίνει να είναι υπομονετικό
Αν ένα παιδί ζει μέσα στον έπαινο:
μαθαίνει να εκτιμά
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην δικαιοσύνη:
μαθαίνει να είναι δίκαιο
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην ασφάλεια:
μαθαίνει να πιστεύει
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην επιδοκιμασία:
μαθαίνει να έχει αυτοεκτίμηση
Αν ένα παιδί ζει μέσα στην παραδοχή
και φιλία:
μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη μέσα
στον κόσμο.
Απ' το ομώνυμο βιβλίο των συγγραφέων Nolte Dorothy Law, Harris Rachel
Πηγή: http://1epal-dafnis.att.sch.gr
Εκείνα τα παιδιά-Α.ΚΑΝΤΙΡ
Έλαχε σ'αυτά να καρτερούν
σ'εμάς να κλαίμε τη μοίρα τους.
Θα κουβεντιάσουμε πολύ ακόμα,
έτσι μακριά ο ένας από τον άλλον,
έτσι μεταξύ μας.
Από τη γη το ψωμί
Από τα τεύτλα η ζάχαρη
Από τον αργαλειό το υφάδι.
Όμως πάλι δεν έχουν οι άνθρωποι ψωμί.
Όμως πάλι τα παιδιά χτικιάζουν.
Εκείνα τα παιδιά
μέσα στα χιόνια,
έτοιμα ν'αφανιστούν,
σαν τα παγωμένα πουλιά.
τα λαιμουδάκια τους ολόλιγνα
τα μάτια τους ασπριδερά ασπριδερά,
οι μυτούλες τους μικρές μικρές.
Τα παιδιά στα ρουμάνια,
τα παιδιά στα βουνά,στις πλαγιές,
τα παιδιά στον ύπνο τους στ'αχούρια.
Τα παιδιά στη φάμπρικα του Σουρεγιά Πασά.
Τα παιδιά μαζεύουν μπαμπάκι,
κοιτάζοντας τα χλωμά τους χέρια,
στον κάμπο του Τσουκούροβα.
Και πάλι από τη γη το ψωμί.
Και από τα τεύτλα η ζάχαρη.
Και πάλι από τον αργαλειό το υφάδι.
Όμως πάλι δεν έχουν οι άνθρωποι ψωμί.
Όμως πάλι τα παιδιά χτικιάζουν.
Μετάφραση:Έρμος Αργαίος
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά, Εκδόσεις Διόσκουροι
Οι εκατό γλώσσες των παιδιών- ΛΟΡΙΣ ΜΑΛΑΓΚΟΥΤΣΙ
Το παιδί αποτελείται από εκατό.
Το παιδί έχει εκατό γλώσσες,
εκατό χέρια,
εκατό σκέψεις,
εκατό τρόπους σκέψης,
παιχνιδιού, ομιλίας.
Εκατό, πάντα εκατό
τρόπους να ακούει,
Να θαυμάζει, να αγαπά,
εκατό χαρές
να τραγουδά και να καταλαβαίνει,
εκατό κόσμους να ανακαλύπτει,
εκατό κόσμους να ονειρεύεται.
Το παιδί έχει εκατό γλώσσες
(και εκατό, εκατό, εκατό ακόμα)
αλλά του στερούν τις ενενήντα εννιά
το σχολείο και ο πολιτισμός
διαχωρίζουν το κεφάλι από το σώμα.
Λένε στο παιδί
να σκέφτεται χωρίς χέρια,
να τα καταφέρει χωρίς το κεφάλι,
να ακούει και να μη μιλάει,
να κατανοεί χωρίς να χαίρεται,
να αγαπάει και να θαυμάζει
μόνο το Πάσχα και τα Χριστούγεννα.
Λένε στο παιδί
να ανακαλύψει τον κόσμο που ήδη υπάρχει
και από τις εκατό του κλέβουν ενενήντα εννέα.
Λένε στο παιδί
ότι η εργασία και το παιχνίδι,
η πραγματικότητα και η φαντασίωση,
η επιστήμη και η φαντασία,
ο ουρανός και η γη,
η λογική και το όνειρο,
είναι πράγματα που δεν πάνε μαζί.
Και έτσι, λένε στο παιδί
ότι οι εκατό (γλώσσες) δεν υπάρχουν.
Τα παιδιά λένε:
Αποκλείεται. Οι εκατό υπάρχουν!
Σ'ένα παιδί-ΧΑΝΣ ΚΑΡΟΣΑ
Πάνω στη στέγη χιόνιζε
κ'η μάνα τίποτα δεν ήξερε ακόμα
για σένα,ούτε τι μάτια
θα σήκωνες να την κοιτάξεις.
Τη μέρα φοβισμένη πάει κι έρχεται
σα να την απειλεί ένα κακό από σένα,
τα χέρια γεμάτα αδυναμία και προστασία
κει που χτυπά το αίνα σου ακουμπά.
Καθώς πρωινή θύελλα τον ήλιο προετοιμάζει
έτσι έφερε τη μοίρα σου απ'το σκότος.
Στη γη ακόμα δεν πατούσες
κ'ήσουν εκεί,εδώ,παντού.
Μετάφραση:Νίκος Παππάς
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά, Εκδόσεις Διόσκουροι
Ηλικιωμένο παιδί-ΡΕΪΝΑΛΝΤΟ ΑΡΕΝΑΣ
Είμαι εκείνο το παιδί με το στρογγυλό βρώμικο πρόσωπο
που σε κάθε γωνία σε ενοχλεί ζητώντας σου
να του δώσεις χρήματα
Είμαι εκείνο το παιδί με το βρώμικο πρόσωπο
-αναμφίβολα ανεπιθύμητο-
που από μακριά κοιτάζει τις άμαξες
στις οποίες τα άλλα παιδιά γελούν και χοροπηδούν
Είμαι εκείνο το αντιπαθές παιδί
-απόλυτα ανεπιθύμητο-
με το στρογγυλό βρώμικο πρόσωπο
που πριν από τα τεράστια φώτα του δρόμου
ή κάτω από τις μεγάλες κυρίες που είναι επίσης φωτισμένες
ή μπροστά από τα μικρά κορίτσια που φαίνονται να αιωρούνται
προβάλλει το προσβλητικό βρώμικο πρόσωπό του
Είμαι εκείνο το θυμωμένο και μοναχικό παιδί του πάντοτε
που σου πετάει την προσβολή εκείνου του θυμωμένου παιδιού του πάντοτε
και σε προειδοποιεί:
αν με υποκρισία με χτυπούσες ελαφρά στο κεφάλι
θα εκμεταλλευόμουνα την ευκαιρία να κλέψω το πορτοφόλι σου
Είμαι εκείνο το παιδί του πάντοτε
πριν από το πανόραμα του επικείμενου τρόμου,
της επικείμενης λέπρας, των επικείμενων ψύλλων,
των προσβολών και του επικείμενου εγκλήματος
Είμαι εκείνο το αποκρουστικό παιδί που φτιάχνει κρεβάτι
από ένα παλιό χαρτόκουτο και περιμένει
σίγουρο ότι θα μου κάνεις παρέα
Πηγή :http://wwwprotestpoetry.blogspot.com
Τα αναρίθμητα παιδιά -ΑΝΤΡΕΣ ΕΛΟΪ ΜΠΛΑΝΚΟ
Σαν έχομε ένα παιδί
έχομε το παιδί του σπιτιού και κείνο κάθε δρόμου
έχομε το παιδί που κάθεται στης διακονιάρας το γοφό καβάλα
και κείνο που σπρώχνει στ'αμαξάκι του η Αγγλίδα nurse
και το ξένο παιδί που σηκώνει η κρεολή στο μπράτσο της
και το λευκό παιδί που σηκώνει στα μπράτσα της η νέγρα
και το μικρό ινδιανόπουλο που'χει στο μπράτσο της η ινδιάνα
και το νεγράκι που σηκώνει στο μπράτσο της η γη.
Σαν έχομε ένα παιδί πατέρες είμαστε αναρίθμητων παιδιών
που πλημμυρίζουνε τους δρόμους
τη γέφυρα και την πλατεία
και το παζάρι και την εκκλησιά
κι είναι δικό μας οποιοδήποτε παιδί, σαν διασχίζοντας το δρόμο
έν'αυτοκίνητο κάτω απ'τις ρόδες του το παρασύρει
και όταν σκύβει απ'το μπαλκόνι
και όταν στο πηγάδι καθρεφτίζεται.
Δεν ξέρομε αν η κραυγή είναι δική του ή δική μας
όταν του παίρνει αίμα ο γιατρός και σκούζει
δεν ξέρομε αν το αίμα είναι δικό του ή δικό μας ΄
Σαν έχομε ένα παιδί, μας διαπερνάει κάθε γέλιο
και κάθε κλάμα, απ'όπου κι αν προέρχεται μας σφίγγει την καρδιά.
Σαν έχομε ένα παιδί, ολάκερο τον κόσμο έχομε εντός μας
και την καρδιά χυμένη έξω.
Σαν έχομε δυο παιδιά
είναι δικά μας τα παιδιά του κόσμου
εκατομμύρια παιδιά που η γη τα κλαίει
όταν γελούν οι μάνες, και ρεμβάζει ο κόσμος.
Εκείνα τα παιδιά που τα'θελε ο Paul Fort
χειροπιασμένα γύρω από τη γη να τραγουδάνε
εκείνα που ο Αρχηγός του Κράτους (που'χει κι αυτός ένα ωραίο αγοράκι)
τα θέλει να' χουν μέσα τους Θεό αλλά τα σπλάχνα έξω,
εκείνα που ξεφύγανε απ' το μαχαίρι του Ηρώδη
για να σφαγούν στη Χιροσίμα με τα ματάκια τους μισόκλειστα
σαν τα παιδάκια του πολέμου,
αφού για να βγει τόσο φως από ένα νήπιο
αρκεί η σχισμή κινέζικου, κορεάτικου ή γιαπωνέζικου ματιού.
Σαν έχομε δυο παιδιά
έχουμε μέσα μας όλο το φόβο του πλανήτη,
όλο το φόβο για τους λαμπρούς ανθρώπους
που θέλουν να σκοτώσουνε το φως, τα όρθια πανιά να μαϊνάρουν
που θέλουν να ματώσουνε τα λαστιχένια τόπια
στα δάκρυα να βουλιάξουν τα τραινάκια με το κοντό σπαγγάκι.
Σαν έχομε δυο παιδιά
το γλέντι έχομε και τ' "αχ" του δικέφαλου κόσμου
όλη την αγωνία κι όλη την ελπίδα
το φως ή το κλάμα, ανάλογα με ό,τι θα μας έρθει:
μια κλαίμε καθώς κλαίει το σύμπαν
και μια σπιθοβολούμε από χαρά σαν τ'άστρα.
Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη Παπά
Πηγές: Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη - Νίκου Παππά, Διόσκουροι
Το παιδί που σκοτώθηκε από πυροβολισμό στη Νυάνγκα -ΙΝΓΚΡΙΝΤ ΓΙΟΝΚΕΡ
Το παιδί δεν είναι νεκρό
το παιδί υψώνει τις γροθιές του ενάντια στη μητέρα του
που ουρλιάζει Αφρική ουρλιάζει τη μυρωδιά
της ελευθερίας και της ερείκης
στα μέρη της καρδιάς υπό κατάληψη
Το παιδί υψώνει τις γροθιές του ενάντια στον πατέρα του
στην παρέλαση των γενεών
που ουρλιάζουν Αφρική ουρλιάζουν τη μυρωδιά
της δικαιοσύνης και του αίματος
στους δρόμους της ένοπλης περηφάνιας του
Το παιδί δεν είναι νεκρό
ούτε στη Λάνγκα ούτε στη Νυάνγκα
ούτε στο Ορλάντο ούτε στο Σάρπβιλ
ούτε στο αστυνομικό τμήμα στους Φιλίππους
όπου κείτεται με μια σφαίρα στο κεφάλι
Το παιδί είναι η σκιά των στρατιωτών
που στέκουν σε ετοιμότητα με όπλα, μαχαίρια και κλομπ
το παιδί είναι παρόν σε όλες τις συσκέψεις και τα νομοθετήματα
το παιδί κρυφοκοιτάζει απ’ τα παράθυρα των σπιτιών μες στις καρδιές των μανάδων
το παιδί που απλώς ήθελε να παίξει κάτω απ’ τον ήλιο στη Νυάνγκα είναι παντού
το παιδί που έγινε άντρας διατρέχει όλη την Αφρική
το παιδί που έγινε γίγαντας ταξιδεύει όλο τον κόσμο
Χωρίς πάσο.
Μετάφραση: Χριστίνα Λιναρδάκη
Πηγή: https://www.vakxikon.gr
Στα παιδιά μας-ΝΤΙΜΙΤΑΡ ΜΕΤΟΝΤΙΕΦ
Ω,μη διστάζετε,παιδιά,μη μας λυπάστε!
Παντού όπου εμείς εσυνθηκολογήσαμε,
πατήστε την υποταγή μας και περάστε!
Κι όταν εμείς αισχρά λουφάζομε,
εσείς μ'όλη τη δύναμη φωνάξτε!
Ω,αυτή η ανυπόταχτη θερμή φωνή σας!
Μέσα σ'αυτήν ακούω τη δική μου
να ηχεί,να βγαίνει απ'την ψυχή σας!
Και αν φοβάμαι για τις αδύναμες καρδιές.
Όμως περηφανεύομαι μαζί σας!
Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη Παπά
Πηγή: Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη - Νίκου Παππά, Διόσκουροι
Αποχαιρετισμός σε παιδικό φίλο-ΓΙΟΥΛΙΟΥΣ ΣΛΟΒΑΤΣΚΙ
(Από το "Ώρα στοχασμού")
"Σε κάμποσο καιρό,μια μέρα, όταν τα χρόνια
θα λιγοστέψουν τις δυνάμεις,όταν
στο χρυσό παρελθόν νοερά θα επιστρέψεις,
το φίλο σου θυμήσου που σ'αφήνει
που θα εξαφανιστεί σαν παρελθόν
και σαν και κείνο δε θα επιστρέψει.
Η πολιτεία των παιδικών χρόνων-ΓΙΟΥΛΙΟΥΣ ΣΛΟΒΑΤΣΚΙ
(Από το "Ώρα στοχασμού")
Μακάριος όποιος
μέσα στην ησυχία είναι κρυμμένος
ονείρων σκοτεινών, μπορώντας από κει
τις στιγμές όλες να θυμάται
που έζησε στα όνειρά του!
Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη Παπά
Πηγή: Νέα Παγκόσμια Ποιητική Ανθολογία Ρίτας Μπούμη - Νίκου Παππά, Διόσκουροι
Παιδικό αντιρατσιστικό ποίημα-ΠΑΙΔΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ
Όταν γεννιέμαι, είμαι μαύρος
Όταν μεγαλώσω, είμαι μαύρος
Όταν κάθομαι στον ήλιο, είμαι μαύρος
Όταν φοβάμαι, είμαι μαύρος
Όταν αρρωσταίνω, είμαι μαύρος
Κι όταν πεθαίνω, ακόμα είμαι μαύρος
Κι εσύ λευκέ άνθρωπε
Όταν γεννιέσαι, είσαι ροζ
Όταν μεγαλώνεις, γίνεσαι λευκός
Όταν κάθεσαι στον ήλιο, γίνεσαι κόκκινος
Όταν κρυώνεις, γίνεσαι μπλε
Όταν φοβάσαι, γίνεσαι κίτρινος
Όταν αρρωσταίνεις, γίνεσαι πράσινος
Κι όταν πεθαίνεις, γίνεσαι γκρι
Και αποκαλείς εμένα έγχρωμο...
Πηγή: https://antikleidi.com
Παιδική ηλικία ΙΙΙ.-ΑΡΘΟΥΡΟΣ ΡΕΜΠΟ
Στο δάσος είν'ένα πουλί, το τραγούδι του σας σταματά και σας κάνει να κοκκινίζετε.
Είναι ένα ρολόι που δε χτυπά.
Είναι μια χαράδρα με μια φωλιά από λευκά ζώα.
Είναι μια μητρόπολη που κατεβαίνει και μια λίμνη που ανεβαίνει.
Είναι ένα μικρό αμάξι παρατημένο μέσα στη λόχμη, ή που κατεβαίνει
το μονοπάτι τρέχοντας, στολισμένο με κορδέλες.
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά, Εκδόσεις Διόσκουροι
Σαν ήμουνα παιδί...-ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΧΕΛΝΤΕΡΛΙΝ
Σαν ήμουνα παιδί,
Ένας θεός με λύτρωσε
Απ' την κραυγή, το μένος των ανθρώπων,
Κ'έπαιζα αμέριμνα, αγαθά
Με τους ανθούς των αλσών
Κ'έπαιζαν οι αύρες τ'ουρανού
Μαζί μου.
Κι όπως χαρά πληροίς
Την καρδιά του φυτού,
Όταν προς εσένα απλώνει
Τα τρυφερά του χέρια,
Έτσι και την καρδιά μου εφαίδρυνες
Ήλιε πατέρα!και σαν Ενδυμίων
Ήμουν,σαν εραστής σου,
Σελήνη ιερή.
Ω σεις όλοι πιστοί
Και πασίχαροι θεοί!
Αν ξέρατε πόσο
Σας αγαπούσε η ψυχή μου!
Ναι,τότε δε σας εφώναζα
Με όνομα, κι ούτε κ'εσείς
Με φωνάζατε, σαν που φωνάζονται οι ανθρώποι,
Σαν έχουνε γνώρα.
Όμως εγώ σας γνώριζα καλύτερα
Παρ'όσο γνώρισα ποτέ μου τους ανθρώπους,
Κ'ένιωθα των αιθέρων τη σιωπή,
Ενώ ποτέ το λόγο των ανθρώπων.
Το πολύφωνο μ'έθρεψε
Των αλσών, που βουίζουνε
Κ'έμαθα ν'αγαπώ
Πλάι στα λουλούδια.
Στων θεών την αγκάλη μεγάλωσα.
Μετάφραση: Λέων Κουκούλας
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά, Εκδόσεις Διόσκουροι
Το παιδί-ΓΚΑΜΠΡΙΕΛΑ ΜΙΣΤΡΑΛ
Μου φάνηκε πως άκουσα κλάμα παιδιού και τρέχω
στο μονοπάτι ως το πορτί του καλυβιού, και βλέπω
ένα παιδί να με κοιτά με δυο μεγάλα μάτια
στην κούνια του, μεθώντας με σαν από θείο κρασί.
Αργούσε η μάνα του σκυφτή στου πηγαδιού το χείλος:
το βρέφος ξύπνιο αναζητά το ρόδινο βυζί
και κλαίει. Τότε εγώ στο στήθος μου το σφίγγω
κι ένα δειλό νανούρισμα μ'ανέβηκε στο στόμα.
Μέρωσε, αποκοιμήθηκε. Απ'τ'ανοιχτό η σελήνη
κοίταζε παράθυρο, και σαν φωτερό κύμα
φούσκωνε το τραγούδι μου μες στη βαθιά ψυχή μου.
Φάνη η γυναίκα έντρομη στην πόρτα. Εγώ γεμάτη
αγνή χαρά τη φχαριστώ με πρόσωπο που λάμπει,
που το παιδί της αγκαλιά μ'άφησε να κρατήσω.
Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη Παπά
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά, Εκδόσεις Διόσκουροι
Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου