Η βάρκα στην ποίηση (ποιήματα)

Η βάρκα στην ποίηση (ποιήματα)

Βάρκα. Σύμβολο ρομαντισμού για υδάτινες διαδρομές ζευγαριών ή μοναχικές αποδράσεις. Εργαλείο κοπιαστικής δουλειάς. Άλλοτε να κολυμπάει σε γαλήνια νερά κι άλλοτε να παραδέρνει σε αφρισμένα κύματα... Για να δούμε τι είπαν για χάρη της οι ποιητές!

Η Ξανθούλα-ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ

Την είδα την Ξανθούλα,
την είδα ψες αργά,
Που εμπήκε στη βαρκούλα
Να πάει στην ξενιτιά.

Εφούσκωνε τ’ αέρι
Λευκότατα πανιά
Ωσάν το περιστέρι
Που απλώνει τα φτερά.

Εστέκονταν οι φίλοι
Με λύπη, με χαρά,
Και αυτή με το μαντίλι
Τους αποχαιρετά.

Και το χαιρετισμό της
Εστάθηκα να ιδώ,
Ως που η πολλή μακρότης
Μου το 'κρυψε κι αυτό.

Σ’ ολίγο, σ’ ολιγάκι
Δεν ήξερα να πω
Αν έβλεπα πανάκι
Ή του πελάγου αφρό.

Και αφού πανί, μαντίλι
Εχάθη στο νερό
Εδάκρυσαν οι φίλοι
Εδάκρυσα κι εγώ.

Δεν κλαίγω τη βαρκούλα,
Δεν κλαίγω τα πανιά,
Μόν’ κλαίγω την Ξανθούλα,
Που πάει στην ξενιτιά.

Δεν κλαίγω τη βαρκούλα
Με τα λευκά πανιά
Μόν’ κλαίγω την Ξανθούλα
Με τα ξανθά μαλλιά.

Πηγή: Διονυσίου Σολωμού, Ανδρέα Κάλβου, Άπαντα τα ελληνικά έργα, Πάπυρος

Μισοβουλιαγμένες βάρκες-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Μισοβουλιαγμένες βάρκες
Ξύλα που πρήζουνται με απόλαυση
Άνεμοι ξυπόλυτοι άνεμοι
Στα σοκάκια που κουφάθηκαν
Πέτρινοι κατήφοροι.
Ο μουγγός ο τρελός
Η μισοχτισμένη ελπίδα.

Μεγάλα νέα καμπάνες
Στις αυλές άσπρες μπουγάδες
Στις παραλίες οι σκελετοί
Μπογιές κατράμι νέφτι
Ετοιμασίες της Παναγίας
Που για να γιορτάσει ελπίζει
Άσπρα πανιά και γαλανές σημαιούλες.

Κι εσύ στα πάνω περιβόλια
Κτήνος της αγριαχλαδιάς
Λιγνό άγουρο αγόρι
Ο ήλιος ανάμεσα στα σκέλια σου
Να παίρνει μυρωδιά
Κι η κοπελίτσα στην αντικρινή στεριά
Να σιγοκαίγεται απ’ τις ορτανσίες.

Πηγή: Ήλιος ο πρώτος

Η μαύρη βάρκα- ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Ο γέρος κάθεται στο κατώφλι. Νύχτα. Μονάχος.
Κρατάει στο χέρι του ένα μήλο. Οι άλλοι
αφήσανε τη ζωή τους στην αρμοδιότητα των άστρων,
Τι να τους πεις; Η νύχτα είναι νύχτα.
Κι ούτε που ξέρουμε τι ακολουθεί. Το φεγγάρι
κάνει πως διασκεδάζει κάπως
σπιθίζοντας ατέλειωτα στη θάλασσα. Ωστόσο
μέσα σ’ αυτή τη λαμπρότητα διακρίνεται ευκρινέστερα
η μαύρη δίκουπη βάρκα με τον σκοτεινό βαρκάρη που μακραίνει.

Αθήνα, 4.V.88

Πηγή: Αργά,πολύ αργά μέσα στη νύχτα,2009,Κέδρος

Η βάρκα με τους δυο κωπηλάτες-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ

Το ντουφέκι και τα σύνεργα του ψαρέματος.
Ο Ντικ και τα στραβοπάπουτσα
του Χρόνη που χάσκοντας έξω απ'την πόρτα
γιομίζουν φεγγάρι. Του θυμαριού η μυρουδιά
που μπαίνει σιγά μην ξυπνήσει τη λύπη,
ο ύπνος γιομάτος λευκές
σημαιούλες.
Εκείνο το απόμερο
σπιτάκι το ξύλινο,έμοιαζε σαν
μια βάρκα στον κόσμο κ'εμείς
στα κουπιά΄ όχι πάνω στη θάλασσα
που ήταν κοντά,αλλά πάνω,ψηλότερα.
Στο ρεύμα του ήλιου.

Πηγή: Το βάθος του κόσμου

Η ψαρόβαρκα-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ

Έρχετ'η ψαρόβαρκα,έρχετ'ολοΐσια
Πέρ'απ'τον Ασπρόβραχο κι απ'τα Πετρονήσια.
Σα νεράιδα αφρόπλαστη, νύφη φτερωτή,
Τη χαϊδεύει ο μπάτης.
Μύρια πλούτη ατίμητα στην ποδιά κρατεί
Ζηλευτά προικιά της!

Έρχετ'η ψαρόβαρκα χρυσοστολισμένη,
Έρχετ'ασημόζωστη και ροδοντυμένη,
Του πελάου αρχόντισσα βεργολυγερή,
Με πολλά καμάρια.
Πλούτη και στολίδια της έχει και φορεί
Του γιαλού τα ψάρια!

Πηγή: Γαλήνη,Άπαντα,Τόμος πρώτος

Ο ύπνος της βαρκούλας-ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

Αγεράκι τα φτερά σου λίγο κόψε...
Φόβον έχω το γιαλό μην ανασάνει,
τι εδώ πα στο φεγγαρόλουστο λιμάνι
μια βαρκούλα αποκοιμήθηκεν απόψε.

Λαγαρή και φωτερή η θωριά της πέφτει
στων νερών τον ολοκάθαρο καθρέφτη
και θαρρείς πως είδεν όνειρο η καημένη
από ανέμους κι από κύμα αποσταμένη.

Να γελούν οι φαντασίες εμάς μονάχα;
Να που αράζει σε νησάκια διαμαντένια,
σε ουρανούς φωτοχυμένους λάμνει - τάχα.
Μην ξυπνήσει απ' το ταξίδι έχω έννοια...

Κόσμε, αλάργευε από δω, λεφούσι, πέρνα.
Μην ταράξεις το υπνοφάντασμα, διαβάτη.
Στων νεράιδων τη σπηλιά κοιμήσου, μπάτη,
πίνε ακόμα συ, βαρκάρη, στην ταβέρνα!

Πηγή: Τα Θεία Δώρα,1932

Άσ'τη βάρκα-ΚΩΣΤΑΣ ΧΑΤΖΟΠΟΥΛΟΣ

Ασ' τη βάρκα στο κύμα όπου θέλει να τρέχει,
ας ορίζει τ' αγέρι, τιμόνι-πανί,
τα φτερά άπλωσε πλέρια, άκρη ο κόσμος δεν έχει,
είναι πιο όμορφοι οι άγνωστοι πάντα γιαλοί΄
η ζωή μία δροσιά είναι, ένα κύμα΄ ας το φέρει
όπου θέλει το αέρι, όπου ξέρει το αέρι.

Ας αλλάζουν λιβάδια με βράχους και δάση,
γύρω ας φεύγουν που πύργοι, που καλύβας καπνός.
είτε ειδύλλιο γελούμενο απλώνεται η πλάση,
είτε αντάρτες και μπόρες κρεμά ο ουρανός,
μη θαρρείς το πανί σου μπορείς να βαστάξεις,
όπου θέλει το κύμα μαζί του θ' αράξεις.

Τι γυρεύεις, τι θέλεις μη κι εσύ το γνωρίζεις;
και έχεις πιάσει ποτέ σου το τι κυνηγάς;
μη όπου σπέρνεις καλό το κακό δε θερίζεις,
δε σκοντάβεις σε ρώτημα σ' ό,τι ρωτάς;
Κι ό,τι σ' έχει μαγέψει κι ό,τι σου έχει γελάσει,
το έχεις μόνος κερδίσει, μοναχός ετοιμάσει;

Άσε τότε το κύμα όπου θέλει να σπάσει,
άσ' τις ζάλες να σέρνουν τυφλά την καρδιά΄
κι αν τριγύρω βογκά κι αν ψηλά συννεφιάζει,
κάπου ο ήλιος σε κάποιο γιαλό θα γελά,
κι αν πικρό την ψυχή σου το δάκρυ τη ραίνει,
πάντα κάπου κρυφή, μια χαρά την προσμένει.

Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος

Τραγούδι Βαρκάδικο-ΑΡΓΥΡΗΣ ΕΦΤΑΛΙΩΤΗΣ

Αγάλια τα κουπιά σας, αγάλια βρε παιδιά,
τραβάτε τη βαρκούλα κοντά στην αμμουδιά!
(Πρόβαλε, χρυσή κοπέλα,
πάρτα νυφικά σου κι έλα.)
Βασίλεψε φεγγάρι, ας φέξει Αυγερινός.
Μαγιάτικη δροσούλα ας βρέξει ο ουρανός.
Κατέβα στ' ακρογιάλι, κατέβα λυγερή,
γιατί γλυκοχαράζει κι η βάρκα καρτερεί.
(Έλα και γλυκοχαράζει,
έλα και μη κάνεις νάζι.)
Λαφρό το πάτημά της κι ο στεναγμός βαρύς,
αχ μάνα, που σε λίγο τα μαύρα θα φορείς.
(Μη την κλαις καλή μανούλα,
πάλι θα τη δεις νυφούλα.)
Με σκέπη στα μαλλιά της, με σκέπη στο λαιμό,
κι εγώ να τη φιλήσω, του κάκου πολεμώ.
(Μπαρμπουνάκι μες στο δίχτυ,
μία ψυχή φιλιά σου ρίχτει.)
Στα χέρια τηνε παίρνω, στη βάρκα μου πηδώ,
τον κόρφο της χαϊδεύω και τον φυλλομαδώ.
Λεμονιά με τα λεμόνια,
μια βραδιά σου χίλια χρόνια!)
Τραβάτε, παλικάρια, τραβάτε τα κουπιά,
μικρούλα στο χωριό της δε θα γυρίσει πια.
(Την αυγή κινά μικρούλα,
Το βραδύ γυρνά νυφούλα).

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Ξανθή βαρκαρόλα-ΦΩΤΟΣ ΓΙΟΦΥΛΛΗΣ

Τώρα πια τη χάσαμε τη μελένια νύχτα,
που η Εκάτη εράντιζε μ’ άχνα χρυσαφιά,
σαν στον άμμο αντίκρυζα το σκυλί π' αλύχτα
του στρογγυλοφέγγαρου τη χλωμή ομορφιά.

Των μαλλιών το μάλαμα μες απ’ την κουκούλα
ξέφευγε και φέγγριζε - τι καημός τρανός! -
και γελώντας λάμναμε μέσα στη βαρκούλα
σαν τριγύρω λάμπανε πέλαο κι ουρανός.

Κι ως στις φλέβες νιώθαμε λουλουδιώνε φύλλα
κ’ οι αναπνιές μας σμίγανε σ' αρμυρή χαρά
κι αγγελοφτερούγιζε σκόρπια ανατριχίλα,
πλέαμε στης παράδεισος τα μελιά νερά.

Το φεγγάρι απάνου μας το' βλεπες θλιμμένα,
που πηδώντας χόρευε χαύνο από ήδονή
κ' οι καρδιές μας τίναζαν γιασεμιά ανοιγμένα,
σαν αχνό παράπονο, που όλα τα δονεί.

Σα γλιστρώντας λάμναμε, άγνωστή μου φίλη,
σαν οι ιτιές λιγώνονταν σε πουλιού λαλιά,
τάχα πώς και σμίξανε μια στιγμή τα χείλη
κι όλα πια ξεσπάσανε σε ζεστά φιλιά ;

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Βαρκαρόλα-ΣΠΥΡΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Η βάρκα σκίζει το λαμπρό,γαλάζιο ατλάζι,
νοσταλγικά λέει τραγουδάκια η συντροφιά.
Βυθίζει ο ήλιος,του βραδιού τ'αστρί χαράζει,
κι είσαι κοντά μου,φως γεμάτη κι ομορφιά.

Και πάμε,πάμε... Μας φουσκώνουνε τα στήθη
από τ'αγέρι και τα μύρα τ'αρμυρά,
κι είναι όλα χάρμα-απ'τ'ουρανού τ'άμετρα βύθη
ως τ'ακροβούνια εκεί τα πορφυρά.

Παραμιλώ,γελώ,σφυρίζω απ'τη χαρά μου,
έτσι που κάνω να σαστίζει η συντροφιά
ενώ χαράζεται για πάντα πιο βαθιά μου,
η ζωγραφιά σου,φως γεμάτη κι ομορφιά.

Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος

Βάρκες επέρασαν- ΚΛΕΩΝ ΠΑΡΑΣΧΟΣ

Βάρκες επέρασαν εμπρός από το σπίτι εχτές,
βάρκες επέρασαν αργά μες στης νυχτός τα σκότη.

Ο αέρας έφερνε τους ήχους ενός τραγουδιού,
ήχους νοσταλγικούς, κομμένους, μισοτελειωμένους.

Αργά ο αέρας έφερνε τους ήχους τους γλυκούς
κι όλο μαζί το μύρο του νυχτερινού πελάγου...

Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος

Ένα βαρκάκι βένετο-ΝΙΚΟΣ ΦΥΛΛΑΣ

Ένα βαρκάκι βένετο
Σαν τ'όνειρο κυλάει.
Διαφεντευτής ο έρωτας
Και θερμαστής ο πόθος.

Άσπρο πανάκι νείρεται
Στης δύσης την πορφύρα
Κι ο αιθέρας είναι από φιλιά
Κι οι αύρες από χάδια.

Ένα φιλί απ'την κουπαστή
Εκύλησε στο κύμα
Και γιόμισε άστρα ο ουρανός
Κι η θάλασσα από φώτα.

Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος

Βαρκαρόλα-ΚΟΥΛΗΣ ΑΛΕΠΗΣ

Γαλάζιο σούρουπο απαλό...
Με μια βαρκούλα στο γιαλό,
και πλέαμε,εγώ κι εκείνη.

Οι αύρες φυσούσαν δροσερές,
γέλια αντηχούσαν και χαρές,
κι εξαίσιοι ανθίζαν κρίνοι.

Αχ!Απ'την άγια αυτή εποχή,
που'χα όλο φέγγος την ψυχή,
σαν τι μου'χει απομείνει;

Μια κρύα μόνο γαλήνη
κι η πίκρα να σε αναπολώ,
γαλάζιο σούρουπο,απαλό...

Πηγή: Χρυσές Μνήμες

Η βάρκα-ΜΠΑΜΠΗΣ ΝΙΝΤΑΣ

Χαρούμενα ως τα χτες πετούσες στα νερά
Και σαν τη γλάστρα τ'άνθια φορτωμένη,
Λίκνιζες μέσα σου κορίτσια δροσερά
Φρεσκοβαμμένη.
Σε γέμισαν τρελές χαρούμενες φωνές,
Γέλια τρεμουλιαστά και φοβισμένα
Και του βαρκάρη ο μπάσος αμανές
Αργά,θλιμμένα.
Κι απάνω απ'του πελάου τον άμετρο βυθό,
Πόσες κρυφές παρθενικές ελπίδες
Και πόσους ομορφιάς τον ώριμο ανθό
Έσυρες κ'είδες...
Και τώρα εδώ γερτή,πουλί χωρίς φτερά,
Σε βλέπω στη στεριά παρατημένη,
Απ'άμμους κι από φρύγανα ξερά
Συντροφεμένη.

Πηγή: Άυλες Μορφές

Τραγούδι του βαρκάρη-ΤΑΚΗΣ ΤΣΙΑΚΟΣ

Έλα,το χρυσό τον ήλιο
στην ακρογιαλιά που λιώνει
και που αστράφτει και θαμπώνει
κι έναν κόσμο όμορφο ζει,
στάλα-στάλα και φλωράκι
στάλα-στάλα ναπολιόνι,
έλα,το χρυσό τον ήλιο
να τον μάσουμε μαζί

Δέσε τα μαλλιά και σφίξε
στο λαιμό το φόρεμά σου
μην ξανοίξει προς το στήθος
και το αφήσει φανερό
κι απ'την κάτασπρη βαρκούλα
που θα κυβερνώ κρεμάσου
με ως απόχη τις παλάμες
στο γαλήνιο το νερό,

Κι όλο μάλαμα θα βρούμε,
μια προικούλα, θε μου,ακέρια,
χάρισμά σου,στόλισμά σου
βραχιολιών και τραχηλιών.
έλα και για πλερωμή μου
μόνο δυο φιλιά στα χέρια
κι ένα τόσο δα μικρούλι
στις ακρίτσες των χειλιών.

Πηγή: Σβησμένοι αντίλαλοι

Η βαρκούλα-ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΡΑΦΕΝΤΙΔΟΥ

Όσο η βαρκούλα θριαμβικά
στα κύματα λικνίζονταν
ατέλειωτο φαινόταν
το ταξίδι.
Κι ήταν οι γιαλοί
χαρά ματιών.
Κι ήταν οι κάβοι
της ψυχής το πανηγύρι.
Μεθύσ'ονειρευτό.
Μα ως η βαρκούλα
έκανε νερά
κι ο κίνδυνος απλώθη
αναρρίγησε η καρδιά.
Μικρό που'ναι το ταξίδι
το πέλαγος τρανό
....................
Στην ξέρα έχει καθίσει
κι ας τριζοβολάει
το σκαρί,
να ξανοιχτεί και πάλι
αποζητάει.

Πηγή: Θαλασσινή ποιητική ανθολογία, Δωδεκάτη ώρα, 1968

Η βάρκα-ΦΑΝΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ

Έσυρε τη βάρκα στη θάλασσα
αμετανόητα έτοιμος αυτή τη φορά
σίγουρος ότι θα φέρει τη μεγάλη ψαριά
εκεί κοντά στα μαγκλόβια1
περίμενε την κατάλληλη στιγμή
να ανοιχτεί στο πέλαγος και ν’ απλώσει τα δίχτυα του
μόνον έτσι θα κατάφερνε να ξοφλήσει τα χρέη στον έμπορο
που κρυμμένος στην ακτή
καιροφυλακτούσε για τυχόν αποτυχία του
ώστε να του αρπάξει και τα υπόλοιπα υπάρχοντα.

1 μαγκλόβια: είδος παράξενων δασών που βρίσκονται μισοβυθισμένα σε αβαθή και υφάλμυρα παράλια τροπικών και υποτροπικών περιοχών

Πηγή: Άστεγη αγάπη ,2016

Τρία ενύπνια-ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ

β. Η βάρκα

Παιδί σκαρφαλωμένο στο δοκάρι
κοιτάζω τα νερά που πλημμυρίζουν
σκεπάζουν τα πανιά και τα πιθάρια
κι όλο ανεβαίνουν
κι όλο με πλησιάζουν
Ακούω φωνές στο δρόμο ξεχωρίζω
της πεθαμένης μάνας μου το κλάμα
Θέλω ν’ αποκριθώ φωνή δεν έχω
Και τότε ξάφνου βλέπω τη γυναίκα
να πλέει απάνω στα νερά σαν βάρκα
γυμνή
σε στάση πρόστυχη
γελώντας
κι απλώνοντας τα χέρια προς εμένα
ξάπλωσε απάνω μου λοιπόν να λέει
σου ’χω στο σπίτι μέλι και καρύδια
πάμε να φύγομε από δω δε βλέπεις;
Πληθαίνουν τα νερά και θα μας πνίξουν

Πηγή: Υπήρξε, 1999

Η Βαρκούλα-ΓΙΩΡΓΟΣ Ν.ΜΑΝΕΤΑΣ

Δίχως κατάρτι και πανί, κι απ' άγκυρα πιασμένη,
πού πας βαρκούλα στο βαθύ το πέλαγο χαμένη;
Εδώ 'χει κύματα – θεριά, ψηλώνουν και σ' αρπάνε!
Μήπως, γι’ αλλού ξεκίνησες κι αλλού κείνα σε πάνε;

Εδώ, δεν έχει ρεμβασμό και στοχασμό για τ' άστρα!
Μηδέ λουλούδια μ' ευανθούς θα δεις ποτέ και γλάστρα.
Δεν έχει φάρου αναλαμπή και στίγμα να σε βρούνε.
Μόνο στοιχειά και δαίμονες της Δύσης εδώ ζούνε.

Εδώ, δεν θα 'βρεις τα ζεστά τ' ανθρώπινα τα χάδια.
Τα κυβερνάει μια θάλασσα που 'ν' η καρδιά της άδεια.
Είν' ο Βορράς, κακότροπος! Όλο φυσάει και βρέχει.
Την 'Αγια εκείνη των νεκρών των ναυτικών, δεν έχει!

Έλα! κουράγιο ελλήνισα βαρκούλα, θα σ' αδράξω.
Θα καθαρίσω το σκαρί και τη ζημιά θα φτιάξω.
Το μπλε θα στρώσω στη στιγμή και κείνο το λευκό σου.
Λευκό και κείνο της ντροπής το μαύρο, ριζικό σου…

Πηγή: http://gmanetas.blogspot.com/

Κάνε πανιά,βαρκούλα-ΤΖΟΡΤΖ ΜΟΥΡ

Κάνε πανιά,βαρκούλα μου,και τράβα στ'ανοιχτά.
Ό,τι καιρός και να φυσά μην πεις πως εχαθήκαμε.
Δεν θα μας ρίξει σε στεριά,σε μέρη σαν αυτά
Ούτε σ'ανθρώπους σαν αυτούς που πίσω μας αφήκαμε.

Άκου τι λεν τα κύματα που χάνονται απ'εμπρός μου:
-"Αν κρύβουμε το θάνατο στο γέλιο μας καθένα,
δεν κρύβουμε την απονιά και την ψευτιά του κόσμου
που με το γέλιο πνίξαν τις ελπίδες σου και σένα".

Κάνε πανιά,βαρκούλα μου,μες στα πελάγη να χαθείς...
Στην τρικυμία τράβα εμπρός και στη γαλήνη μη σταθείς.
Ό,τι φουρτούνα κι αν φυσά, θα'ναι γλυκειά γαλήνη
σ'εκείνον όπου στη στεριά τέτοιες καρδιές αφήνει.

Κι αν οι καιροί μας ρίξουνε σ'έρημο περιγιάλι,
Όπου απιστίας και ψευτιάς ποδάρι δεν επάτησε
Κι όπου πιστά η μια καρδιά πάντ'αγαπά την άλλη,
Μάζεψε τότες τα πανιά,βαρκούλα, και σταμάτησε.

Μετάφραση: Δ.Στάη
Πηγή:Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος

Αφημένη βάρκα-ΑΚΙΚΟ ΓΥΟΖΑΝΟ

Στην ακρογιαλιά μόνη,παρατημένη-
μια βάρκα ασάλευτη,νερά γεμάτη
το άσπρο αντανακλά στην ερημιά της
στερέωμα του πρώιμου φθινοπώρου.

Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη-Παπά
Μετάφραση: Δ.Στάη
Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος

Σονέτο 56-ΜΙΚΕΛΑΝΤΖΕΛΟ ΜΠΟΥΟΝΑΡΟΤΙ

Στον Γιώργη Βαζάρη

Με παλιόβαρκα μέσ'απ'άγρια τρικυμία
ο δρόμος της ζωής μου να που τώρα φτάνει
εκεί όπου πάει να δώσει,στο κοινό λιμάνι,
λόγο για κάθε καλή πράξη κι ανομία.

Έτσι λοιπόν η ξελογιάστρα η φαντασία,
που είδωλο και μονάρχη είχε την τέχνη κάνει,
βλέπω καλά πόσο χωμένη ήταν στην πλάνη΄
και πλάνη είν'όποια εδώ του ανθρώπου επιθυμία.

Ο νους μου,που ήταν πριν χαρά του ο ξεπεσμός μου,
τι κάνει τώρα,αφού δυο θάνατοι είν'εμπρός μου;
σίγουρος ο ένας κι απ'τον άλλον δε γλιτώνω.

Δεν αναπαύουν πια πινέλο ουδέ σμιλάρι
τη δοσμένη ψυχή στη θεία αγάπη μόνο,
που άνοιξε στον σταυρό τα χέρια να μας πάρει.

Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία Κλέωνος Παράσχου

Η βαρκούλα-ΟΤΟΝ ΖΟΥΠΑΝΤΣΙΤΣ

Πήγαινε,πήγαινε στην πράσινη θάλασσα
βαρκούλ'ασημένια.
Στη βαρκούλα μέσα τρεις έφηβοι κάθονται
-καρδιά μεταξένια.
Τρία αγόρια τραγουδούν κ'είν'το τραγούδι τους
ονειροπαρμένο:
"Πήγαινε,πήγαινε,βαρκούλα στο πέλαγο
το σμαραγδένιο!"
Πέρ'απ'τη θάλασσα την πράσινη θάλασσα
κάμποι χρυσάφι΄
Πέρα από κάμπους,λιβάδια,πυκνόφυτα
γνέφουν τα δάση.
Μεις οι τρεις τρυφεροί νέοι δεν έχομε
γυναίκα και σπίτι΄
Το σπίτι μας πέρ'απ'την πράσινη θάλασσα
στου ονείρου την κοίτη.

Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη- Παπά
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι

Αραγμένες βάρκες στη βροχή (Γιαπωνέζικο λαϊκό τραγούδι)

Έβγα από τον καλαμιώνα κι έλα να κοιτάξεις.
Γκρίζες στήλες καπνού σηκώνονται κει κάτω.
Οι βάρκες των ψαράδων είναι που'χουν αράξει
κάτω απ'το κλάμα τ'ουρανού που βρέχει.
Είναι οι βάρκες κάτω απ'του νερού τα δίχτυα
συμμαζεμένες όλες η μια κοντά στην άλλη,
σαν άνθρωποι που έχουν πολύ βαθιά πονέσει
και κλαίνε,κλαίνε,κουκουλωμένες δάκρυα.

Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη-Παππά
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι

 

 Έρευνα-επιμέλεια αφιερώματος : Αγγελική Καραπάνου

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;