Τέσσερα μελοποιημένα ποιήματα του Βύρωνα Λεοντάρη

Τέσσερα μελοποιημένα ποιήματα του Βύρωνα Λεοντάρη
Σαν σήμερα, στις 6 Αυγούστου 2014 έφυγε ο ποιητής Βύρων Λεοντάρης. Θα ταξιδέψουμε με τέσσερα μελοποιημένα ποιήματά του!

Είμαι φτωχός

Ποίηση: ΒΥΡΩΝΑΣ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ
Μουσική: ΜΑΝΟΣ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΩΤΗΣ
Ερμηνεία: ΜΑΝΟΣ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΩΤΗΣ

Λησμονημένες χαραυγές ζητούν τα βλέφαρά σου
σε ντύνει ο ίσκιος της αγάπης μου χλωμός
δεν έχω χρώμα προσμονής – είμαι φτωχός
δεν έχω βήματα να ’ρθώ στην άκρη της καρδιάς σου

Αγέρηδες από τα πεθαμένα χαμομήλια
χτυπούν την πόρτα που χαράζει ο λογισμός
το σχήμα του αποχωρισμού – είμαι φτωχός
δεν έχω ούτε μια χαρακιά ηδονής πάνω στα χείλια

Πίσω από τις αστέρινες της νύχτας χαραμάδες
κοιτάζω πάντα την αγάπη μοναχός
έχει το μέτωπο αυγινό – κι είμαι φτωχός
δεν έχω ένα παράθυρο να μην κοιτά στη λύπη

Έρχονται τα πουλιά από τη γωνιά της άρνησής σου
κι έτσι σκληρά μού κελαηδούν : που είναι ο λωτός ;
Αχ, δεν μπορώ να σε ξεχάσω – είμαι φτωχός
δε θα ’χω χέρια δίχως την αφή της θύμησής σου

Θα ’μαι τυφλός μέσα στη λύπη δίχως τ’ όραμά σου
χωρίς την πίκρα της φυγής σου πιο ορφανός
έχεις μια θάλασσα πλατιά – κι είμαι φτωχός
δεν έχω μήτε στάχτη να χαράξω τ’ όνομά σου

Δεν θα ’χω σκέψη δίχως την ομίχλη απ’ τ’ όνειρό σου
κι ας μη με ξέρει διόλου ο ύπνος σου ο γλυκός
δεν έχω ελπίδα ζεστασιάς – είμαι φτωχός
της νιότης μου το σύννεφο λιώνει στο πρόσωπό σου

Χωρίς τη μοναξιά μου θα ’μουνα πιο μόνος
χωρίς τη σιωπή μου ακόμα πιο βουβός
γι’ αυτό ποτέ μη ξαναρθείς – είμαι φτωχός
δε φτάνει και για σε ο μικρός κι απέραντός μου πόνος

Ούτε ένα αστέρι μακρινό δε θα ’χω να σου δώσω
ούτε πεφτάστερο μάς δίνει ο ουρανός
δεν έχω κλείσει την καρδιά – μα είμαι φτωχός
πού να ’βρω άλλο φθινόπωρο στα μάτια, να σου δώσω;

Η σιωπή που ακολουθεί

Ποίηση: ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ
Μουσική: ΠΕΤΡΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΤΟΣ
Ερμηνεία: ΠΕΤΡΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΤΟΣ & ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΛΟΓΡΑΝΗΣ

Όχι μόνο τ' αθώα παράπονα,
που αναποδογυρίζουνε με μια κλωτσιά στο στήθος,
όχι μόνο οι φωνές, που τις ξαπλώνουν στις πλατείες,
όχι μόνο οι ανύποπτοι ενθουσιασμοί.
Πιο δυνατή είναι, πιότερο βαραίνει
η σιωπή που ακολουθεί,
η σιωπή των πεισμωμένων δρόμων, των κλειστών παραθυριών,
η σιωπή των παιδιών μπροστά στον πρώτο σκοτωμένο,
η σιωπή μπροστά στην ξαφνική ατιμία,
η σιωπή του δάσους,
η σιωπή του αλόγου δίπλα στο ποτάμι,
η σιωπή ανάμεσα σε δυο στόματα, που δεν μπορούν να φιληθούν,
κι εκείνη η «ενός λεπτού σιγή»,
που παρατείνεται και γιγαντώνεται
μες στις καρδιές, μες στους αιώνες,
η σιωπή που αποφασίζει
τι είναι να μείνει, τι είναι να χαθεί.

Πιο αργό κι απο αργό

Ποίηση: ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ
Μουσική: ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ & ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΛΟΓΕΡΑΚΗΣ

Πιο αργό κι από αργό
πιο λυπημένο κι από λυπημένο
φεύγει αυτό το απογεμα
Μάταια προσπάθησα να το κρατήσω
μάταια άδικα του κάκου.
Όπως μάταια μια ολόκληρη ζωή επέμενα στα αδύνατα
Να ξανακάνω επιθυμία την παραίτηση

Μάταια άδικα του κάκου

Να 'μαι λοιπον απ 'τη μεριά του άδικου
Αφού έτσι το είπαν και το θέσπισαν:
Το μάταιο άδικο
δίκαιο το τελέσφορο
ορίζοντας το τέλος ως σκοπό και αποτέλεσμα

Θαλασσοδέρνονται οι πράξεις των ανθρώπων
τσακίζονται πανω στα βάσανα
Και σπαν στα δυο κι άλλα συντρίμμια εδώ κι άλλα συντρίμμια αλλού

Μη φεύγεις, μείνε, απόγεμα
αφού κι εσύ δεν έχεις πού να πας
Μάταια μείνε, έτσι, άδικα, του κάκου μείνε
αλλά μείνε
Το τέλος μας δεν είναι ούτε σκοπός ούτε αποτέλεσμα

Τα φονικά ακόντια

Ποίηση: ΒΥΡΩΝ ΛΕΟΝΤΑΡΗΣ
Μουσική: μαυρΑκόρντα
Ερμηνεία: μαυρΑκόρντα

Οι γέροι στα λεωφορεία –
σηκώνουν όρθια τα παιδιά
– για μεταμόσχευση καρδιά
ψάχνει η Γηραιά Κυρία

Μισεί τα νιάτα η σάπια σάρκα
οι ανάπηροι βυσσοδομούν
φτύνουνε τ’ άνθη, βλαστημούν
τον έρωτα στα πάρκα

Μες το βυθό του Χειρουργείου
ανάβει ο Μέγας Αχινός
το κλομπ χτυπάει κι ο ουρανός
ανοίγει σαν κρανίο

Λουλούδια τέρατα εφιάλτες
αράχνες μαύροι προβολείς
– στο συρματόπλεγμα η βολή
καρφώνει δρομείς κι άλτες

Χτίζουν τους χτίστες τα ντουβάρια
οι ανεμόμυλοι φυσούν
τον άνεμο, θα καταπιούν
τη θάλασσα τα ψάρια

Ο χρόνος πρήζεται κολλάει
πάνω στους τοίχους, η καρδιά
βγαίνει τη νύχτα απ’ τα κορμιά
και σαν σκυλί αλυχτάει

Τα πέλματα ρόδα ανοιγμένα
οι φλέβες άλυτες θηλιές
σπασμένες ραχοκοκαλιές
σαγόνια γκρεμισμένα

Αίματα και φτερά γεμάτα
βαριά ανεβαίνουν τα κλουβιά
στα ουράνια δώματα –πηδά
λυσσά από κάτω η Γάτα

Σειρήνες γέμισαν οι δρόμοι
φανάρια που αίμα πιτσιλάν
απ’ τα καμιόνια τους πηδάν
γιατροί και νοσοκόμοι

με μάσκες και με δακρυγόνα
Μα δε μαζεύεται ο Νεκρός
έγινε θάλασσα ουρανός
κι απλώνει στον αιώνα...

Πηγή:  «Η κρύπτη», 1968

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.politeianet.gr/

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;