Ένα γλυκύτατο λαγουδάκι ονειρεύτηκε να σκαρφαλώσει στο ουράνιο τόξο.Το τωρινό μας όνειρο,όπως λένε,είναι η αυριανή μας πραγματικότητα. Για να δούμε τι έγινε στο παραμύθι της Θωμαής Τσιμερίκα "Το λαγουδάκι και το ουράνιο τόξο"!
Το λαγουδάκι και το ουράνιο τόξο-ΘΩΜΑΗ ΤΣΙΜΕΡΙΚΑ
Μια φορά και έναν καιρό , πέρα στο μεγάλο δάσος , ζούσε ένα λαγουδάκι , δεν είχε γονείς , μόνο φίλους και λίγους συγγενείς. Κάθε πρωί κατέβαινε στη μικρή λιμνούλα , έπλενε το προσωπάκι του , μετά έτρωγε το καροτάκι του και μετά χοροπηδούσε από χαρά , παίζοντας με τους φίλους του τα σκιουράκια , που κατοικούσαν στα δεντράκια . Μια μέρα ο ουρανός μάζεψε τα σύννεφα που παίζανε κρυφτό κι άρχισαν οι αστραπές , οι βροντές , άρχισε η βροχή , άρχισε η καταιγίδα. Πόσο φοβήθηκε το λαγουδάκι. Έτρεξε μέσα στη φωλιά και δεν ξανακοιμήθηκε ξανά , μέχρι που η βροχή σταμάτησε.Το λαγουδάκι φοβήθηκε πολύ . Τι μπόρα ήταν αυτή ;« Όμως κάτι συμβαίνει έξω», είπε , « κάτι μαγικό». Βγαίνει και τι να δει. Ο ήλιος ανέβαινε τα σκαλιά του ουρανού. Έλαμψε ο τόπος. Τα σύννεφα κρυφτήκαν , τα σαλιγκάρια βγήκαν.
Ξαφνικά φωνάζει : « Τι τόξο είναι αυτό ; Τι τόξο μαγικό και χρωματιστό ;». Πρώτη φορά το είχε δει , πρώτη φορά σε όλη του τη ζωή. Εκείνη τη στιγμή πέρασε η κυρά Μαριώ , η αλεπού. Περνούσε από τη γειτονιά του πού και πού. « Τι έπαθες λαγουδάκι και τρέχεις εδώ και εκεί ;». « Βλέπω το μαγικό τόξο , που κάνει παρέα με τον ήλιο» , απάντησε το λαγουδάκι.« Δεν είναι μαγικό», είπε η κυρά Μαριώ, « είναι το τόξο του ουρανού,το χρωματιστό ουράνιο τόξο , που βγαίνει μετά από κάθε καταιγίδα , εγώ το ξαναείδα».
«Ααααα» φωνάζει το λαγουδάκι, « τι χρώματα, τι γαλήνη,τι χαρά έφερε η βροχή, στα ξαφνικά». Ξάπλωσε στο δροσερό χορτάρι , μπρούμυτα , έβαλε τα χεράκια του κάτω από το κεφαλάκι του και καμάρωνε το μαγικό τόξο , μέχρι που νύχτωσε και χάθηκε η ομορφιά. Το λαγουδάκι μπήκε στη φωλιά και αποκοιμήθηκε . Τότε είδε όνειρο γλυκό. Είχε σκαρφαλώσει πάνω στο ουράνιο τόξο , αχ…κόντευε να φτάσει τον ήλιο . Ξάπλωσε πάνω στο χρωματιστό τόξο , ένιωσε απέραντη ευτυχία , τα χρώματα έφεραν γαλήνη στην ψυχή του. « Πόσο μεγάλο ρόλο παίζουν τα χρώματα» , είπε . Ξαφνικά άκουσε μια φωνή. « Ε …λαγουδάκι , πού είσαι ;» Τότε ξύπνησε και είπε : « Τι κρίμα , ήταν όνειρο , δεν θα μπορέσω , ποτέ να φτάσω στο όμορφο τόξο».
Βγαίνει στο παραθύρι.Το γειτονάκι του , το σκιουράκι , το καλημέρισε. « Έλα λαγουδάκι , να παίξουμε κάτω στη λιμνούλα». Το λαγουδάκι δεν χάλαγε χατίρι. Κατέβηκε , αφού πρώτα ήπιε το γάλα του και η ώρα του παιχνιδιού πέρασε γρήγορα. Ξαφνικά σκοτείνιασε ο ουρανός. « Πάμε να φύγουμε» , φώναξε το σκιουράκι , « θα ξεσπάσει μπόρα». « Τι κι αν ξεσπάσει μπόρα ;» απάντησε το λαγουδάκι. « Θα’ ρθει μετά το ουράνιο τόξο» , είπε από μέσα του. Έτρεξε στη φωλιά κι άρχισε να βρέχει , ώσπου στέρεψε ο ουρανός και βγήκε ο ήλιος ο λαμπρός . Η μια αχτίδα του ήλιου μπήκε στη φωλιά του. Έπιασε την αχτίδα το λαγουδάκι κι ο ήλιος το τράβηξε έξω , να δει το φως και την ελπίδα . Άπλωσε και την άλλη αχτίδα και το πήρε αγκαλιά. « Αχ , τι ζεστασιά !» είπε το λαγουδάκι και τότε ο ήλιος του έδωσε ένα φιλάκι. Χάρηκα πολύ , ήλιε μου , που με πήρες αγκαλιά και ένιωσα τη ζεστασιά» είπε το λαγουδάκι. « Μπορώ τώρα να αγγίξω το ουράνιο τόξο».
Ο ήλιος το βοήθησε να ανέβει στο ουράνιο τόξο και τότε το λαγουδάκι είδε από ψηλά τη ζωή. Είδε τους φίλους του. Είδε τα πουλιά από κοντά. Είδε τα σύννεφα , μπόρεσε να τα αγγίξει , μέτρησε τα χρώματα του ουράνιου τόξου. Τι ομορφιά χαρίζουν τα χρώματα στην ψυχή , αναρωτήθηκε. Αφού κοιμήθηκε πάνω στο χρωματιστό στρώμα και είδε πανέμορφα όνειρα , ο ήλιος το πήρε αγκαλιά και το πήγε στη φωλιά. Την άλλη μέρα το πρωί ήθελε να πει στους φίλους του τα νέα. Τους εξιστόρησε την περιπέτειά του και τους είπε , ότι « αν θέλουμε κάτι πραγματικά , κάποτε θα φτάσουμε σ’ αυτό , με τρόπο μαγικό».