Πέντε φασόλια χάθηκαν από τον ιδιοκτήτη τους. Θα τα βρει άραγε πριν απειληθεί η ζωή τους; Όλα αυτά στο παραμύθι της Θωμαής Τσιμερίκα "Οι περιπέτειες των πέντε φασολιών"!
Οι περιπέτειες των πέντε φασολιών-ΘΩΜΑΗ ΤΣΙΜΕΡΙΚΑ
Μια φορά και έναν καιρό η Κοκκινοσκουφίτσα ξύπνησε νωρίς , πέρασε από το σπίτι των εφτά νάνων , πήρε τη Χιονάτη αγκαζέ και πήγαν στην αγορά για ψώνια . Οι νάνοι έλειπαν, είχαν πάει στη Βενετία να πουλήσουν μεταξωτά κιλίμια . Έτσι οι δύο κοπέλες , αφού ψώνισαν πήγαν για καφέ . Στον δρόμο βρήκαν πέντε φασόλια. « Κάποιος τα έχασε», είπε η Χιονάτη . Έσκυψε και τα πήρε . Τα δυο κορίτσια πήγαν στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής . Ο αρχηγός της αστυνομίας , βγήκε στο δελτίο ειδήσεων των οχτώ και έκανε την εξής ανακοίνωση :« Όποιος έχασε τα φασόλια του , να’ ρθεί να τα πάρει . Είναι η εποχή τους , να φυτευτούν» .
Οι μέρες περνούσαν και τα φασόλια ακόμη ήταν στο τμήμα . Αφού κανείς δεν τα αναζήτησε , ο αστυνομικός τα έβαλε στην τσέπη του , τα πήρε σπίτι και τα έκανε δώρο στη γυναίκα του , που εκείνη τη στιγμή , είχε την χύτρα στη φωτιά και μαγείρευε φασολάκια . Όταν τα είδε , τα λιμπίστηκε και θέλησε να τα ρίξει και αυτά στη χύτρα . Έτσι τα έβαλε κάτω από τη βρύση να τα πλύνει .Τα φασόλια , μόλις το νερό τα άγγιξε, ξύπνησαν , κατάλαβαν τις προθέσεις της μαγείρισσας και καθώς το παράθυρο της κουζίνας ήταν ανοιχτό , της ξέφυγαν . Έκαναν ένα σάλτο και βρέθηκαν στο πεζοδρόμιο . Κάθονταν αμέριμνα στη γωνιά του δρόμου όταν είδαν έναν ανθρωπάκο τοσοδούλη . Έμοιαζε με ρεβίθι .« Μήπως είναι μακρινός μας συγγενής ;» αναρωτήθηκαν .
Ο Τοσοδούλης ανθρωπάκος τα πλησίασε , τα έπιασε και τους είπε… « Είμαι ο Κοντορεβιθούλης , θα σας πάρω μαζί μου» . Έτσι και έγινε . Ο Κοντορεβιθούλης πήγε σπίτι του και τα έβαλε σε μια φρουτιέρα με πολλά ρεβίθια . Η Χιονάτη και η Κοκκινοσκουφίτσα καθώς επέστρεφαν στο σπίτι , είδαν ένα αγόρι να κλαίει . « Τι συμβαίνει ;» το ρωτάνε . Το αγόρι απάντησε παραπονεμένα.. « Έχασα τα πέντε φασόλια μου και τα γυρεύω» . Τότε τα δύο κορίτσια θυμήθηκαν τα φασόλια που είχαν βρει και το ενημέρωσαν που θα τα βρει . Το μικρό αγόρι χάρηκε και κατευθύνθηκε στο τμήμα . Στο δρόμο συνάντησε τον λύκο και τα 7 κατσικάκια. « Πού πάτε όλοι μαζί ;» τους ρώτησε , «απαγορεύεται ο συνωστισμός». « Πάμε εκδρομή» απάντησε ο λύκος ,« αν θες έλα και εσύ μαζί» . Ο λύκος περπατούσε καμαρωτός . Το αγόρι κοντοστάθηκε σκεφτικό και απάντησε.. « Ευχαριστώ , δεν μπορώ , ψάχνω τα φασόλια μου» . Ο λύκος ξέσπασε σε γέλια .
Το αγόρι ,που τον φώναζαν Τζακ, θύμωσε . Ήταν τόσο στεναχωρημένο γιατί έχασε τα αγαπημένα του φασόλια . Τότε πέρασε από δίπλα του ο γενναίος Ραφτάκος και του φώναξε .« Ε , φίλε , τι κάνεις εκεί ,μόνος και στεναχωρημένος ; Έλα μαζί μου , είμαι καλεσμένος σε πάρτι» . Ο Τζακ κοίταξε τα φτωχικά ρούχα του και απάντησε .« Τα ρούχα μου δεν είναι για πάρτι» . « Κανένα πρόβλημα» απάντησε ο γενναίος Ραφτάκος και συνέχισε… « Θα σου ράψω το καλύτερο κουστούμι , είμαι ο πιο φημισμένος ράφτης της περιοχής» . Ο Τζακ ενθουσιάστηκε με το γιορτινό κουστούμι του . Με τον γενναίο Ραφτάκο έγιναν φίλοι και τότε ο Τζακ του είπε για τα χαμένα φασόλια του . Ο Ραφτάκος λυπήθηκε τον φίλο του και του είπε.. « Έχω πολλές διασυνδέσεις , θα τα βρούμε γρήγορα , θα πάμε στην εκπομπή « Φως στο Τούνελ» , θα τα βρούμε , μην ανησυχείς» .
Οι δυο φίλοι πήγαν στο χορό , η πριγκίπισσα χόρευε με όλους τους καλεσμένους . Τότε εμφανίστηκε ο Κοντορεβυθούλης μαζί με τα ρεβίθια του και τα φασόλια του . Όλοι οι παρευρισκόμενοι έμειναν με ανοιχτό το στόμα . « Ποιος είναι αυτός ο μικροσκοπικός καλεσμένος με τόσα όσπρια μαζί του , μήπως κανένας έμπορας;» αναρωτήθηκαν όλοι . Ο Κοντορεβυθούλης έκανε μια υπόκλιση στην πριγκίπισσα και της πρόσφερε τη φρουτιέρα . Ο Τζακ όταν είδε τα φασόλια του στα χέρια της πριγκίπισσας κόντεψε να λιποθημήσει , δεν είπε τίποτα όμως , παρά μόνο στον φίλο του τον Ραφτάκο .
Ο Κοντορεβιθούλης χόρεψε και ο ίδιος με την πριγκίπισσα αν και πολλές φορές , κατρακυλούσε σαν το ρεβίθι . Η πριγκίπισσα έδωσε τη φρουτιέρα στον μάγειρα . Τα φασόλια που κατάλαβαν τις προθέσεις του , έκαναν πάλι ένα σάλτο και βρέθηκαν στον βασιλικό κήπο . Μπήκαν κρυφά στην άμαξα της πριγκίπισσας , ώσπου μπόρεσαν και βγήκαν από το παλάτι την ημέρα που η πριγκίπισσα θα πήγαινε επίσκεψη στη Χιονάτη να δουν το καινούργιο έντυπο της Avon , να παραγγείλουν καλλυντικά . Η άμαξα σταμάτησε έξω από το σπίτι των νάνων . Βγήκε η Χιονάτη και υποδέχτηκε την πριγκίπισσα . Τα φασόλια πήδησαν και μπήκαν στην τσέπη της Χιονάτης , χωρίς κανείς να τα πάρει χαμπάρι .
Πριγκίπισσα και Χιονάτη είπαν τα νέα τους . Η πριγκίπισσα γύρισε στο παλάτι . Οι νάνοι είχαν επιστρέψει από το ταξίδι τους και ξεκουράζονταν . Η Χιονάτη βγήκε στον κήπο , καθώς περπατούσε , ένιωσε κάτι να κουβαλά . Βάζει το χέρι στην τσέπη και βλέπει τα φασόλια . Τα αναγνώρισε από τη μεγάλη τους μύτη . « Σας ψάχνει ο κύρης σας» τους είπε η καλόκαρδη Χιονάτη . «Το ίδιο και εμείς , αλλά χαθήκαμε» απάντησαν λυπημένα τα φασόλια . Η Χιονάτη τους υποσχέθηκε να τα φιλοξενήσει μέχρι να βρουν το αφεντικό τους . Ο Ραφτάκος με τον Τζακ πήγαν στην εκπομπή « Φως στο τούνελ» έδωσαν φωτογραφία των πέντε φασολιών και περίμεναν στο στούντιο να τους δοθούν πληροφορίες σχετικά με την εξαφάνισή τους . Η Χιονάτη συγύρισε το σπίτι . Περίμενε τη φίλη της , την Κοκκινοσκουφίτσα να δουν την ταινία « Ρομπέν των δασών» στην τηλεόραση . Είχε γυριστεί στο δάσος τους . Η Χιονάτη ακούει το όνομα « φασόλια» γυρνά στην οθόνη , βλέπει τη φωτογραφία τους . « Σας ψάχνουν φασόλια μου» τους φωνάζει χαρούμενη .
Εκείνη τη στιγμή να σου και η Κοκκινοσκουφίτσα με το τρανζίστορ στο χέρι . Η Χιονάτη της λέει τα νέα . Η Κοκκινοσκουφίτσα βγάζει το κινητό αφής , σχηματίζει τον αριθμό που βλέπει στην οθόνη της τηλεόρασης « ναι παρακαλώ , τα φασόλια που ζητούν , αν θέλουν να τα βρουν , μην ψάχνουν σε κατσαρόλες και κήπους , είναι μαζί μας , σε ένα ζεστό σπιτικό , με φύλακες οχτώ» . Η κοπέλα έδωσε τη διεύθυνση . Ο γενναίος Ραφτάκος και ο Τζακ όταν τους ανακοίνωσαν ότι τα φασόλια είναι καλά , χάρηκαν . Ευχαρίστησαν την εκπομπή , που κινήθηκε τόσο γρήγορα . Κάλεσαν ταξί και έφτασαν στο σπίτι των νάνων . Ο γκρινιάρης μέσα στην γκρίνια , άνοιξε την πόρτα , δεν του άρεζαν οι επισκέψεις και απόψε είχαν μαζευτεί πολλοί . Τα φασόλια περίμεναν με ανυπομονησία . Όταν άνοιξε η πόρτα έτρεξαν και έπεσαν στην αγκαλιά του Τζακ . Ο Ραφτάκος τους είχε ράψει από ένα πράσινο πανωφόρι . Άρχιζαν τα πρώτα κρύα και έπρεπε να είναι ζεστά .
Ο Τζακ τους ευχαρίστησε όλους και κάλεσε την νεράιδα του δάσους να τους εκπληρώσει μια επιθυμία, γιατί δεν είχε λεφτά , για να καλέσει άλλο ταξί . Η νεράιδα έφτασε λαχανιασμένη και τον ρώτησε ..« Τι επιθυμείς Τζακ;» . Ο Τζακ απάντησε…« Ένα ποδήλατο για μένα και ένα για τον φίλο μου , που τόσο με βοήθησε» . Η καλή νεράιδα κούνησε το ραβδί της . Εμφανίστηκαν δυο ποδήλατα . Ανέβηκαν οι δυο τους , μαζί και τα φασόλια και εξαφανίστηκαν μέσα στο δάσος . Ο Ραφτάκος πήγε στο ραφείο του , είχε να ράψει και να μπαλώσει . Ο Τζακ πήρε τα φασόλια , πήγαν για παγωτό. Και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα .