Σήμερα στη στήλη "Να σε γνωρίσω καλύτερα" καλεσμένος μου είναι ο στιχουργός γνωστών εμπορικών τραγουδιών Δημήτρης Τσακαλίας. Τον ευχαριστώ για τη συζήτηση αυτή!
- Δημήτρη μου,πώς πρωτοσυναντήθηκες με τη γραφή στίχων για τραγούδια;
Στις πρώτες τάξεις του γυμνασίου ξεκίνησα να μαθαίνω κιθάρα από ένα γείτονα Κερκυραίο, αλλά ως καταπιεσμένος αριστερόχειρας του ζήτησα να γυρίσουμε τις χορδές κι εκείνος μου εξήγησε ότι σε μια ορχήστρα δεν είναι σωστό όλα τα έγχορδα να έχουν το μπράτσο αριστερά κι εγώ «ανορθογραφία» να το έχω δεξιά. Αισθάνθηκα ότι δεν ταιριάζω με την κιθάρα, την παράτησα στο σπίτι, την άρπαξε ο μικρός μου αδελφός, έμαθε σχεδόν αμέσως -έφτασε για ένα διάστημα επαγγελματίας μπασίστας- και το μόνο σχετικό που βρήκα να κάνω ήταν να γράφω στίχους. Ξεκινήσαμε έτσι ως «Αφοί Τσακαλία» να σκαρώνουμε τραγούδια, που δεν είχαν καμία επαγγελματική πρόοδο, αλλά βοήθησαν και τους δύο ως ασκήσεις και προχωρήσουμε ο καθένας στο δικό του δρόμο. Τελειώνοντας το λύκειο ασχολήθηκα με επιθεωρησιακά νούμερα, οπότε αναγκαστικά συνέχισα την «εκπαίδευση» στο στίχο από άλλη άποψη των πραγμάτων.
-Στα πρώτα σου βήματα όταν έγραφες ένα στιχούργημα στόχευες πιο πολύ στα χρήματα, στη δόξα, ή να φτιάξεις ένα τραγούδι που θα μείνει;
Νομίζω ότι όλοι και όλες επιλέγοντας οτιδήποτε έχει σχέση με επάγγελμα ασυναίσθητα σκεφτόμαστε πακτωλούς χρημάτων και λεγεώνες θαυμαστών και θαυμαστριών. Μετά τις πρώτες δυσκολίες, μετά την πρώτη αλήθεια δηλαδή, η επιθυμία μας προσαρμόζεται στο να βγάλουμε κάτι, έστω ένα, έτσι, για να πούμε πως κάναμε κάτι και να δούμε τ’ όνομά μας τυπωμένο κάπου. Τα υπόλοιπα και τα επόμενα έχουν να κάνουν με τις συνθήκες, τη θέληση και την ικανότητα να μην τα παρατήσουμε.
-Μετά από τόσα χρόνια έχει αλλάξει η στόχευση;
Από το 1984 που βγήκε σε δίσκο βινυλίου το πρώτο τραγούδι με στίχους μου μέχρι σήμερα η στιχουργική μου ενασχόληση μεγαλώνει μαζί μου και το μόνο που θέλουμε και οι δύο είναι να συνεχίσουμε.
-Από κάθε άνθρωπο που συναντάμε , παίρνουμε και κάτι. Υπήρχαν όμως συγκεκριμένοι συνθέτες που η συνεργασία σου μαζί τους αποτέλεσε για σένα σχολείο γραφής;
Πρώτος «δάσκαλος» συνθέτης ήταν ο Μάριος Τόκας. Μου πρότεινε ν’ ακολουθήσω δύο αλήθειες του. Πρώτη: «Την ώρα που δημιουργείς πρέπει να γράφεις εσύ και όχι αυτοί που σε καθοδηγούν με οποιοδήποτε τρόπο». Δεύτερη: «Γράφε έτσι, για να γράφεις και θα δεις πού θα βγει. Από πριν δεν γίνεται». Με αυτό τον τρόπο μετά το πρώτο στιχούργημά μου που μελοποίησε ξεκινήσαμε δημιουργικά ξενύχτια. Εκείνος να παίζει «ακατάστατα» πιάνο, εγώ να τον διακόπτω σε ένα μουσικό σχήμα που μου τραβούσε την προσοχή και πάνω του να φτιάξω τις λέξεις που χωράνε. Μετά το συνέχιζε και πάλευα κι εγώ να κάνω το ίδιο.
-Υπάρχει στιχούργημά σου που δεν το είχες «περί πολλού» κι έκανε μεγάλη επιτυχία;
Σίγουρα το «Πιες και πες». (Γίνανε ανατροπές / και στη ζάλη του χαμού / ξημερώθηκα αλλού) Το έφτιαξα για να κοροϊδέψω έναν φίλο τραγουδιστή και συνθέτη που έπαθε αυτό ακριβώς και ματαίωσε το ραντεβού που είχαμε ένα πρωινό στο σπίτι του, ενώ είχα ήδη φτάσει εκεί.
-Αντίθετα υπήρχε κάποιο δημιούργημά σου που αγάπησες πολύ αλλά δεν «πέρασε » στον κόσμο;
«Δεν είναι ζωή / να έρθει η βραδιά / τόσο βαριά σαν τελευταία...» ήταν στίχοι που έφτιαξα στην εντατική του ΚΑΤ, εννέα μέρες από μνήμης, ξάγρυπνος και μόλις βγήκα ζήτησα στιλό και χαρτί.
-Φέτος κυκλοφόρησες το βιβλίο σου «Έτσι φτιάχνονται οι στίχοι» που πραγματικά είναι απόσταγμα επαγγελματικής εμπειρίας δεκαετιών. Πώς γεννήθηκε η ιδέα συγγραφής αυτού του βιβλίου;
Ξεκίνησε ως εγχειρίδιο συγγραφής στίχων για επικείμενα σεμινάρια που ήδη ξεκίνησαν, αλλά ο μουσικός εκδότης Μωυσής Ασέρ μου πρότεινε να το κάνουμε βιβλίο. Έτσι εξελίχθηκε σε δοκίμιο για τον στίχο που περιέχει και τις οδηγίες για τη συγγραφή του. Μετά την κυκλοφορία του σιγουρεύτηκα ότι είναι το πρώτο σχετικό που βγήκε στην Ελλάδα, μακάρι να κάνω λάθος. Ευελπιστώ να βγουν κι άλλα από άλλους συναδέλφους για να κινείται το θέμα, να αναδεικνύονται και άλλοι στιχουργοί -πολλοί μπορούν, αλλά δεν τολμούν- και να βελτιώνεται το επίπεδο των στίχων στο ελληνικό τραγούδι.
-Μετά το βιβλίο ήρθε στη ζωή σου η διδασκαλία στιχουργικής. Τι πιστεύεις πως μπορεί να διδαχθεί στη στιχουργική;
Η ερώτησή σου κουβαλάει πάνω της κι ένα αναπάντητο ερώτημα για το οποίο εξηγούμαι χωρίς εισαγωγές. Δεν ξέρω αν υπάρχει έμφυτο ταλέντο και ποιος το δίνει. Σίγουρα σε οποιαδήποτε μορφή δημιουργίας μια ευαισθησία μας την οποία θα καλλιεργήσουμε μπορεί να φέρει αποτελέσματα. ΄Έτσι κι αλλιώς από τη στιγμή που ο στίχος έχει κανόνες, διδάσκεται. Στα σεμινάρια όπου είμαι εισηγητής αυτό που προσπαθώ περισσότερο είναι να δείξω ότι γνωρίζοντας τους -απλούς- κανόνες ξεκινάει το δύσκολο: να στρωθούμε να γράφουμε. Υπάρχουν μέθοδοι για να φέρουμε, όχι να περιμένουμε, την έμπνευση, τρόποι βελτίωσης του στίχου και κυρίως, υποχωρήσεις να θεωρήσουμε ότι επιτέλους τελείωσε η επεξεργασία και το στιχούργημα είναι πια ολοκληρωμένο. Αργότερα όλο και κάτι θα βγούμε ν’ αλλάξουμε, αλλά ίσως το έργο έχει ήδη πάρει τον μουσικό κι ερμηνευτικό δρόμο του. Έγραψα κάποτε ελαφρά τη καρδία «Μ’ αρέσουν το χειμώνα τα νησιά». Σχεδόν αμέσως ήρθαν πληροφορίες επί τούτου και άρχισα να καταλαβαίνω ότι ο χειμώνας είναι δύσκολος σε νησί. Ένας συμφοιτητής μου μάλιστα διορισμένος στις Κυκλάδες μου είπε μια μέρα ότι ακούγοντας εκεί το τραγούδι μ’ έβριζε φιλικά. Το φετινό μου καλοκαίρι το πέρασα κάνοντας παρουσιάσεις του βιβλίου στην Ικαρία. Ξεκίνησα για μία, αλλά φτάσαμε μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου και στην τελευταία είπα ότι πρώτη φορά γνώρισα το νησί με καλό καιρό χωρίς τουρισμό και θα θέλω ν’ αλλάξω το τραγούδι στο: «Μ’ αρέσουν τον Σεπτέμβρη τα νησιά».
-Υπάρχει κάτι που δε διδάσκεται;
Πολλά δεν διδάσκονται, αλλά σχεδόν όλα βγαίνουν κάποτε από μέσα μας, ίσως κάποτε αργά. Δύο από αυτά είναι η αυστηρότητα και ο σεβασμός στον δημιουργό εαυτό μας, όταν ως αναγνώστες-ακροατές ή τον παραμυθιάζουμε με συγχαρητήρια ή τον καταδικάζουμε σαν άχρηστο που μας ταλαιπωρεί. Ας είμαστε σίγουροι πως ό,τι και να γράψουμε έχει μέσα του κάτι καλό. Ας το βρούμε κι ας χτίσουμε γύρω του κομμάτι από τον εαυτό μας. Μην ξεχνάμε: ποτέ δεν είναι αργά, ποτέ δεν είναι νωρίς, πάντα είναι τώρα.
-Πιστεύεις πως μπορούν να γράψουν καλά στιχουργήματα όλοι, οι περισσότεροι, ή οι «λίγοι κι εκλεκτοί»;
Εκλεκτοί από ποιους; Εμείς επιλέγουμε τον εαυτό μας και τον προτείνουμε σε όλο τον κόσμο. Καλά στιχουργήματα είναι αυτά που έχουμε γράψει εμείς από το αρτεσιανό φρέαρ του υποσυνείδητού μας και γεννούν νοσταλγίες που συγκινούν εμάς. Αν είμαστε άνθρωποι που ζουν στην κοινωνία, όχι απλώς κυκλοφορούν, τότε αυτό που γράφουμε συγκινεί και πολλούς ακόμα, γιατί είμαστε μοναδικοί, αλλά όχι μόνοι μας. Όλοι μπορούν να γράψουν κάτι θαυμάσιο. Δεν είναι θέμα τύχης, είναι θέμα αλήθειας.
-Τι προσφέρει η σύνθεση στίχων σ’ αυτόν που γράφει με βάση την προσωπική σου εμπειρία;
Η ενασχόληση με το στίχο είναι σχολείο για τη γλώσσα, για την κοινωνική συνείδηση, ψυχαναλυτική συνεδρία για συμπεριφορές, προσφέρει χαρές δημιουργίας, δοκιμασίες που μας βγάζουν πιο δυνατούς και πιο αισιόδοξους, τι άλλο να θυμηθώ; Όποιος, όποια γράφει στίχους , κάθε τραγούδι που ακούει το απολαμβάνει καλύτερα, γιατί ξέρει να το «διαβάσει» με τ’ αυτιά.
-Είσαι και Μαθηματικός. Το στιχούργημα είναι ένα πρόβλημα προς επίλυση;
Φυσικά και είναι πρόβλημα το ταίριασμα στίχων με φράσεις, όχι μόνο λέξεις που κουβαλούν συναισθήματα. Όλες οι αποφάσεις μας στη ζωή είναι αποτελέσματα επίλυσης μαθηματικών προβλημάτων. Όλοι έχουμε μαθηματική σκέψη από την πρώτη στιγμή που γεννιόμαστε. Πρώτο πρόβλημα που λύνουμε είναι «Πώς θα ξεπεράσω την πείνα;» Εξετάζουμε τα δεδομένα, δοκιμάζουμε τρόπους, μέχρι που βρίσκουμε τη λύση: κλαίμε και ως δια μαγείας έρχεται το φαγητό. (Και η πάνα).
-Όταν ένα στιχούργημα αποτυγχάνει πιστεύεις πως αποτυγχάνει κυρίως επειδή έχει τεχνικές αδυναμίες, ο στιχουργός δεν μπορεί να εκφράσει καλά αυτό που έχει στο μυαλό του, στερείται πρωτοτυπίας ή κάτι άλλο;
Κάθε στιχούργημα είναι πρωτότυπο. Αν μοιάζει πολύ με άλλο ή άλλα, τότε δεν το γράψαμε εμείς, οπότε δεν έχουμε δικαίωμα να το καλλιεργήσουμε και να το «πουλήσουμε» πριν το φέρουμε στα δικά μας χωράφια. Ο στίχος ως σύνολο οφείλει να δείχνει στο πρώτο κουπλέ κάτι από τα πρόσωπα της ιστορίας, το χώρο δράσης, την ατμόσφαιρα, το σκοπό του πρωταγωνιστικού προσώπου. Στο ρεφρέν τη λύση του δράματος και στο δεύτερο κουπλέ να μπαίνουμε στην ανάλυση του χαρακτήρα, τη φιλοσόφηση της κατάστασης και ό,τι άλλο βαθύτερο, αφού ο ακροατής έχει μπει στο πλοίο. Τότε η επανάληψη του ρεφρέν γίνεται σκηνή λύτρωσης. Εξετάζοντας ένα πετυχημένο στιχούργημα θα δούμε ότι αυτή είναι η αφήγησή του, κάποτε όχι ευθύγραμμη, όπως ακριβώς ξεκίνησε από την τραγωδία που ως θρησκευτική τελευτή διαδέχτηκε τις ραψωδίες. Παρ’ όλα αυτά που οφείλει να πληροί, κανένα στιχούργημα δεν αποτυγχάνει. Αν δεν πάει καλά, π.χ. δεν μελοποιηθεί, πιθανότατα δεν είναι ακόμα έτοιμο. Έχω ένα που κυκλοφόρησε, πήγε πάτος, μελοποιήθηκε για δεύτερη φορά κι έγινε μεγάλη επιτυχία. Δεν υπάρχουν λάθη στη δημιουργία. Υπάρχουν μόνο έργα που τελείωσαν ή δεν τελείωσαν ακόμη. Δεν υπάρχουν δύσκολα προβλήματα. Μόνο όσα λύσαμε και όσα δεν λύσαμε ακόμη. Όταν περάσει καιρός από τη δημιουργία ενός «αποτυχημένου στιχουργήματος» που κατέληξε στα αζήτητα, μπορούμε να το ανασύρουμε για να εκπλαγούμε. Έχουμε γίνει πια αναγνώστες-ακροατές και μπορούμε να το κρίνουμε πιο αντικειμενικά με σοβαρή πιθανότητα να το κάνουμε αριστούργημα. Όπως κάθε λύση βρίσκεται μέσα στο πρόβλημα, έτσι και ο καλός στίχος βρίσκεται μέσα σε οποιοδήποτε γραπτό μας.
-Υπάρχει άλλο είδος τέχνης που σε συναρπάζει ν’ ασχολείσαι ως δημιουργός;
Εκτός από την ποίηση, όπου ετοιμάζω μία εικονογραφημένη συλλογή ,με τρελαίνει η πεζογραφία. Εκεί ξεκίνησα μια σειρά δυστοπικών διηγημάτων. Ασχολούμαι εδώ και χρόνια με τηλεοπτικά και κινηματογραφικά σενάρια, ενώ τελευταία απολαμβάνω ως μαθητής την ενασχόλησή μου με τα εικαστικά. Τελευταίο άφησα αυτό από το οποίο ξεκίνησα, το θέατρο. Έχουν παιχθεί κι έχω ζήσει από μέσα πολλά έργα μου και από κάποια έχω βγάλει πολλά χρήματα. Το σημειώνω αυτό, γιατί το χρήμα όταν έρχεται βοηθάει την έμπνευση για τα επόμενα. Εννοείται ότι το πολύ χρήμα σε χέρια λίγων είναι αιτία δυστυχίας και σε μια κοινωνία όπου δεν ευημερούν οι άνθρωποι δεν ευημερεί ούτε η τέχνη.
-Μετά από τόσα χρόνια υπάρχει κάτι στη στιχουργική που δεν έχεις κάνει κι αποτελεί για σένα όνειρο;
Όνειρό μου στη στιχουργική είναι να συμμετάσχω σε μουσική δουλειά όπου θα υπάρχει έστω ένας μαθητής ή μαθήτριά μου. Θα σημάνει ότι συνεχίζω το βήμα μου, έξω από οποιονδήποτε υποθετικό προσδιορισμό χρονικής διάρκειας.
Ευχαριστώ πολύ για την παρουσία σου στο ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ Δημήτρη! Συνέχισε να γράφεις και να δίνεις τα φώτα σου στους νέους στιχουργούς!