Σαν σήμερα, στις 10 Αυγούστου του 1519 ξεκινούν από τη Σεβίλλη της Ισπανίας πέντε πλοία με 250 άντρες του Πορτογάλου Φερδινάρδου Μαγγελάνου για τον περίπλου της Γης. Ας γνωρίσουμε το ποίημα «Ταξίδι» του κορυφαίου ποιητή και συγγραφέα της Γερμανίας Γιόχαν Βόλφγκαγκ Γκέγλτε.
Ταξίδι- ΓΙΟΧΑΝ ΒΟΛΦΓΚΑΓΚ ΓΚΕΤΕ
Μέρες, νύχτες τώρα στέκει αρματωμένο
το καράβι. Πρίμο αγέρι καρτερώντας∙
με πιστούς καθόμουν φίλους, με το γλέντι
υπομονή να κάμω και καρδιά ζητώντας
κάτω στο λιμάνι.
Και διπλά ανυπομονούσανε και κείνοι:
-Το πιο γρήγορο σου ευχόμαστε ταξίδι,
τον καλόν, από καρδιάς, τον πηγαιμό σου.
Σε προσμένουν πλήθια τ’ αγαθά στους κόσμους,
και τιμή κι αγάπη θα’ βρεις σα γυρίσεις
μες στην αγκαλιά μας.
Κι από σύναυγα φωνές κακό κι αντάρα
κι οι στριγγές του ναύτη διώχτουνε τον ύπνο∙
όλο πήγαιν’ έλα, τρέχουν , ζωντανεύουν,
για να κάνομε πανιά στο πρώτο απόγειο.
Και σαν τ’ άνθη ανοίγουν τα πανιά στην αύρα
και μ’ αγάπης λαύρα ξετραβά ο νήλιος∙
φεύγουν τα πανιά, ψηλά τα νέφη φεύγουν,
όλοι απ’ το γιαλό μας προβοδούν οι φίλοι
με τραγούδια ελπίδας και φαντάζουν, έτσι,
στης χαράς τη μέθη, μια χαρά πως θα ’ναι
κι όλο το ταξίδι σαν του μισεμού μας
την αυγή και σαν τις πρώτες αστροφωτισμένες νύχτες.
Μ’ άστατοι καιροί από το Θεό σταλμένοι
έξω από το δρόμο που’ χε βάλει πρώρα
το λοξεύουν. Φαίνεται πως παρατιέται
στη διάθεσή τους, κι ήσυχα πασκίζει
να τους ξεγελάσει- στο σκοπό του πάντα
μ’ όλη τη λοξοδρομιά του.
Μ’ από τα κουφόηχα σκότια μάκρη
στέλν’ η τρικυμιά το μήνυμά της
κι όλο και σιμώνει. Σα νερά σαρώνει
κάτω τα πουλιά, τις φουσκωμένες
σφίγγει των ανθρώπων τις καρδιές, και να την
ήρθε! μπρος στην άγρια αμέρωτή της λύσσα,
κάτω τα πανιά με γνώση ο καπετάνιος∙
και με το αγωνία γιομάτο τόπι παίζουν
κύματα κι ανέμοι.
Πέρα στ’ ακρογιάλι εκείνο στέκουν
φίλοι κι αγαποί, στη στεριά πάνω τρέμουν.
Αχ, γιατί λοιπόν δεν έμεν’ εδώ πέρα!
Αχ, η τρικυμία! και μακριά συρμένος
από τη χαρά! έτσι ο καλός να πάει
χαμένος; α, έπρεπε… α, να μπόρειε, Θε μου!
Μα άντρας στέκεται εκείνος στο τιμόνι∙
το καράβι παίζουν κύματα κι ανέμοι,
κύματα κι ανέμοι όχι την καρδιά του.
Με περήφανη ματιά μετράει την άγρια
άβυσσ’ οργισμένη, και τα θάρρη του έχει,
είτε κι όξω πέσει είτε αράξει
στους θεούς του εκείνος.
Μετάφραση: Ι.Ν. Γρυπάρη
Πηγές: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος
& https://el.wikipedia.org