Η προσκεκλημένη μου στη στήλη "Στα βαθιά", είναι η ποιήτρια Μαρία Τζίκα. Διαμένει στον Πολύγυρο Χαλκιδικής κι έχει σπουδάσει Φιλοσοφία. Έχει εκδώσει δυο ποιητικές συλλογές. Η ποίησή της κινείται στα μονοπάτια του λυρισμού. Ο λόγος της είναι πλούσιος, με χτυπητές συμβολικές εικόνες κι ευφάνταστα σχήματα λόγου. Εμπνέεται ιδιαίτερα από τη μητρότητα, την οικογένεια ,τις στενές ανθρώπινες σχέσεις,το θαύμα της ζωής. Ο κόσμος του παιδιού είναι γι'αυτήν ένας ξεχωριστός πλανήτης προς διευρεύνηση. Στα γραπτά της διαφαίνονται κοινωνικά αισθήματα,αγάπη για τα μέλη του πληρώματος του "καραβιού της γης". Είναι μια πένα βουτηγμένη στον βυθό της ψυχής,γι'αυτό και η γραφή της μεταφέρει μεγάλη συγκίνηση. Θα συναντηθούμε μαζί της μέσα από δώδεκα εκπληκτικά ποιήματά της!
Στη γραμμή των παιδιών
Στη γραμμή των παιδιών στοιχισμένη ,
αξεχώριστη
στο σφύζον της τρυφερότητας πλέγμα,
στη σειρά τους των ώμων εκτείνομαι
σιγηλά μετερχόμενη
την τέλεια μορφή τους ,
να φυλάω το πρόσφορο ύψος
από όσους άγια σώματα δάκνουν,
της ψυχής λιγοστεύοντας το αχώρετο μέγεθος.
Με τη ζωή της μητρότητας
σε κορμί ενιαίο,
ξένο σε παράταιρα αγγίγματα
που υποβλέπουν το χάδι,
θα κριθώ δικαιότερα από όλους,
θα μιλήσουν τα παιδιά μου για μένα,
για την ενδότερη κλίση στο αγκάλιασμα
για τη μητρική ενότητα
ως τον μόνο σκοπό της επιούσιας ανάσας,
ως τη μόνη αγαθοποιό γεννήτρια
του κόσμου.
ΜΙΣΟΣ ΘΕΟΣ
Ατελεύτητη μητρότητα
Ονειρεύτηκα την κόρη μου
γριούλα,
κάτω από άγριες ρυτίδες
αναίτια να πληγώνεται
το ευλογημένο σώμα
του ποιητή Θεού εντός της,
ονειρεύτηκα να αποχωρίζομαι
το παντοτινά αφημένο στη μητέρα, χέρι,
να σωριάζεται η αγάπη μας σκόνη
μες στην άδεια κοιλιά μου.
Όσο λιγόστευαν οι αξύπνητοι φόβοι,
τεντώθηκε πάλι, παιδί,
χαϊδεμένο απ’ την καθάρια αφή
της ψυχής μου,
μυημένο στον ατέρμονο σφυγμό
της αγκάλης.
Την κράτησα
μικρό θεμέλιο του στήθους μου,
της εξιστόρησα με ανακούφιση
τον ανύπαρκτο χρόνο
την ατελεύτητη μητρότητα.
ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΟ ΧΩΜΑ
Παιδικός ύπνος
Όταν κοιμούνται τα παιδιά μου,
εγγίζω άπνοα
το λιόγερμα των βλεφάρων,
τις άφατες στιγμές,
τη δροσερή αδράνεια των κορμιών.
Ασπάζομαι μισάνοιχτες γροθιές,
ενόσω αποκαλύπτουν στο σεντόνι
ατόφιες τις αισθήσεις.
Τις συγκεντρώνω αυτούσιες
για την ενθύμηση των αισθημάτων.
Όταν κοιμούνται τα παιδιά μου,
νιόβγαλτα των αναμνήσεων,
αναπαύουν ξαφνιάσματα
στη μητρική γη,
στα μέτωπα της περιπλάνησης
χαϊδεύω ένα παλιό μου ταξίδι,
στραμμένο στους ωραίους μύθους,
και στη διαύγεια των μορφών.
Πάντα θα περιγελά την ωμή μου ξαγρύπνια μου
ο ευλογημένος ύπνος των παιδιών μου.
ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΟ ΧΩΜΑ
Ο γιος μου δεν είναι πολεμιστής
Ο γιος μου δεν είναι πολεμιστής,
τα δάχτυλά του δεν είναι σπαθιά
τα νύχια του δεν είναι μαχαίρια,
στους μικρούς ώμους του
δεν εξογκώνεται ο όλεθρος.
Ο γιος μου μάχεται τον ήλιο του μεσημεριού ασκέπαστος
ξυπόλυτος συντάσσεται με το γυμνό καλοκαίρι
απλωτός στρατεύεται με την πυκνή βροχή
κηρύττοντας πόλεμο μόνο στις άγονες στεριές.
Στη θάλασσα αποπλέει με αθώες αναζητήσεις,
σε βουνά στην κάθοδο αντιστέκεται,
κορφές των βράχων κυριεύει.
Ο γιος μου δεν είναι κυνηγός,
δεν σφίγγει ξένους χτύπους,
δεν καταπατά υψωμένα σώματα,
η ανέμελη προώθηση του βέλους του
στοχεύει τo απρόσβατο χώμα.
Με μιαν απόχη μεταφέρει ωραίες εντυπώσεις,
τις αποθέτει πλούσιες
επάνω σε φιλέριδες εκφράσεις,
και τις χαλά.
ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΟ ΧΩΜΑ
Περί αγάπης
Λένε
πως στον αληθινό τόπο της αγάπης
πλάσματα με ασύνορα χαμόγελα
πλαταίνουν
τα χείλη του Θεού
ως τις αλαργινές πλευρές
ακμαίων οραμάτων,
κι εξασθενίζουν τον σαρκοβόρο διάκοσμο
στο διάφανο περίγραμμα της τελειότητάς τους.
Εδώ,
αραιά ατενίζουμε
το άβατο νόημα
όπου η αγάπη ευδοκιμεί,
μόνο εκκινώντας
από ειρηνικές εστίες
κι από αγκαλιές παιδιών
-το σιωπηλό αιωρούμενο
της ομορφιάς που μας απόμεινε-
προσώρας ξηλωνόμαστε
από τον γλίσχρο μας κήπο,
ανάποδα δέντρα
προστρέχουμε
σε εύφορες σχισμές των ουρανών,
έρμαια στην κόψη των σφοδρών μας ετών
ολοκληρώνουμε τις αίσιες δυνατότητες
των αισθημάτων
μες στα τυχαία σώματα,
όπου η αγάπη
κοιμάται ατελής.
Περιοδικό Πολύγυρος τεύχος 83
Μεταλλικές πόλεις
Στις μεταλλικές πόλεις
κουδουνίζουν άνθρωποι
που βιδώνουν κέρματα
στις εγκοπές των ονείρων τους ,
οι επιθυμίες τους,
σύρματα που
διακλαδώνονται
στις καρφωμένες παλάμες
ενός σιδερένιου κουμπαρά,
λειτουργούν μηχανικά
το πεπραγμένο υπόλοιπο
του επαναλαμβανόμενου χώρου.
Οι ώμοι αυτών των πόλεων
κλειδώνουν άφραστο
τον κορμό των ευαίσθητων,
τον λικνίζουν μόνο
σε συμφορές
σε επιθανάτιες γιορτές
κι αντανακλαστικά πάθη.
Οι ώμοι αυτών των πόλεων
σκεβρώνουν
με αρνητισμούς τα αισθήματα,
την αγάπη χαμηλώνουν σε ηδυπάθεια,
στον φόβο σκύβουν
τα ξεχειλωμένα,
από ελπίδα,
προσωπεία τους.
Τεχνίτες με πυρακτωμένη δεξιότητα
λυγίζουν μέρα νύχτα
την επιβεβλημένη ρυμοτομία,
όμως οι μεταλλικές πόλεις
ανασυσταίνονται θηριώδεις
οπλίζονται με κακή αγωγιμότητα,
απωθούν τις απλές
κι όμορφες συσπάσεις
της σάρκας.
Περιοδικό Πολύγυρος Τεύχος 83
Άφοβες ημέρες της ευτυχίας
Άσπιλος και ζωηρός
τη θαλερότητα ξεζεύεις
από το κάκιωμα του ενήλικου χρόνου,
την ποθητή αυτοτέλεια της ύπαρξης
επιστρέφεις αλώβητη,
από την άχρηστη ώρα πληγωμένη.
Χωρομετρούν τη γη επαρκή και γόνιμη
οι διασταλμένες κόρες της ευχαρίστησης,
θεϊκά βουνά χαμηλώνουν
την υψηλή προσδοκία της ευτυχίας,
το ζωογόνο αυγό ενός αετού σπάει,
άφοβες ημέρες γεννιούνται.
Παιδί
Κάτω από τα μάγουλά σου φέγγει
συστάδα από τα μάτια του Θεού
που σε κοιτά όπως πλέεις το αποτύπωμά σου
στον γεωμετρικό αέρα,
όπως την υπαρκτή σου όψη διαπερνάς
προσηλωμένο
σε αθώρητες καταβολές,
με μιαν αυθόρμητη πίστη
στην πλήρωση της ομορφιάς
απαλύνεσαι εικόνα ρευστή
στην απεραντοσύνη,
σημαδεύοντας
το πέρας της κανονικής ωραιότητας.
Με την αγάπη ως μόνη ένζωη ενέργεια
γίνεσαι ορατότητα
σε ένα ξεθωριασμένο κύκλο
και η ισχύς των ανθρώπων του
δεν σε περιβάλλει πια.
ΜΙΣΟΣ ΘΕΟΣ
Γαμήλιο σώμα
Κατάκοπη από δεδομένες
προσμείξεις των κορμιών,
από όρθια τακούνια
σε κινούμενες άμμους
που αναταράζουν τα πάθη
σκοντάφτει στο παχύ της φόρεμα,
στα φύλλα του με τις αποκρυμμένες ηλικίες
όση ώρα στριφογυρίζει ο χορός του προφήτη
μια τελευταία υπόσχεση για αγάπη
και παλαιά με νέα φιλιά
αναδεύονται στο κρασί
που μεταλαμβάνει
ο τελεσίδικος πόθος.
Θα βγάλει το φανταχτερό γαμήλιο σώμα,
θα φορέσει αναρίθμητες ποδιές,
πάνω τους θα σκουπίσει
όλο το σπέρμα της προσοχής που της εδόθη.
Θα συνδειπνήσει με την σκέψη του πεπρωμένου συζύγου
που στρώνει στο καθημερινό τραπέζι,
θα ξαπλώσει με την επίπλαστη αγνότητα της δυάδας,
θα αποκοιμηθεί διπλωμένη σε συρτάρι
μακριά από άκαιρες συναντήσεις
και τα ερωτόλογά τους.
ΜΙΣΟΣ ΘΕΟΣ
Οι γυναίκες ποτέ δεν μιλούν
Οι γυναίκες ποτέ δεν μιλούν,
στο ανάστημά τους σωριάζονται
όταν ύψη ονειρεύονται
ξενοκίνητων κόσμων.
Οι γυναίκες ποτέ δεν μιλούν,
είναι μυρωδάτες
και κρεμιώνται από βλέμματα ανδρών
όπως ένα πουγκί με λεβάντα
συνοδεύει τυχαία τον χώρο.
Οι γυναίκες ποτέ δεν μιλούν,
η ρωγμή απ’ το στόμα νεανίζει
τα πιεσμένα τους μέλη τραβώντας,
κι εν τέλει αμίλητες
γκρεμίζονται μέσα τους.
ΜΙΣΟΣ ΘΕΟΣ
Η θρησκεία των παιδιών
Αφού εικόνα ενδύεσαι πιο μεγάλη από εμένα
κι εκκλησίες ενώνεις με πλίνθους αθώα παιγμένους
στο πλευρό σου ιεραρχούμαι
μεγαλώνοντας πάλι παιδί
στην οικία των σκαλιστών σου στεφάνων
με την εξέχουσα του λώρου φορά
απ’ τον φάτνιο αφαλό σου κρατιέμαι
να εξηγήσω το ελάχιστο υπερπλήρες μου σχέδιο
για το όσιο σου κι αθάνατο δόγμα.
Την ακτήμονα ράχη μου ακουμπούν παρειές σου
όπως αξίνες τρυφερά σμιλεύουν θαύματα
και σμίγουν πρόσωπα αγαθά γύρω σαν κάλλος.
Το μέλλον της πίστης μου άλλαξες,
τώρα μετέχω στη θρησκεία των παιδιών
σε ελευθέρωση των σπλάχνων από γέρμα,
σε άντληση μοναδική ήπιου ήλιου
κλίνω στην παιδική ροή
όπως προσκύνημα αγίων ζωντανών,
είμαι τώρα γέννημά Σου εγώ,
με πηγαίνεις στη λύση του φόβου.
ΜΙΣΟΣ ΘΕΟΣ
Mητέρα των νεφών
Στων θόλων τη φαντασμένη πληρότητα,
με προσωπεία
των ασχημάτιστων πόθων της
αιωρούνταν πάντα
αβέβαιο σώμα
μέχρι που της ζητήθηκε να πέσει
στις στιβαρές πιθανότητες του αέρα,
στο γδάρσιμο των πήλινων άστρων.
Θυμήθηκε κάτι φτερά,
καραδοκούν πισώπλατα
ορμούν σαν ένστικτα στις φτέρνες
θυμήθηκε τους εύτολμους
που γίναν φεγγαρόσχημα σημάδια
στα ανέγνωρα περάσματα,
μα όταν αφέθηκε
για να πληγώσει τη βαρύτητα
κατέληξε στο έσχατο κράτημα,
στην οροφή του διαβόλου
με τα γλυπτά εντόσθια του νου της
τσακισμένα
και δίπλα της χορταριασμένα πούπουλα
από θαλασσινά πουλιά
που ξέβρασαν περίσσεμα
οι τρύπες του ουρανού.
Έζησε εκεί
μια χωμάτινη μητέρα των νεφών
πλανημένη
από τον δίποδο άνεμο
απόγινε συμβολισμός,
μια ζωντανή τοιχογραφία της αβύσσου.
Mια επιπόλαιη σχισμή το σώμα της
διανοίγει
το ατράνταχτο κενό
της ελευθερίας.
ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΙΚΟ ΧΩΜΑ
Βιογραφικό σημείωμα
Η Μαρία Τζίκα κατάγεται από την Χαλκιδική και μεγάλωσε στον Πολύγυρο, όπου και διαμένει με την οικογένειά της. Είναι πτυχιούχος του τμήματος φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Πάτρας. Το 2015 εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή της με τον τίτλο Ελαττωματικό χώμα (εκδόσεις Το Κεντρί) και το 2019 την δεύτερη ποιητική συλλογή της, με τον τίτλο Μισός Θεός (εκδόσεις Βακχικόν).