Δέκα ποιήματα του Στέργιου Τσακίρη

Δέκα ποιήματα του Στέργιου Τσακίρη

Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" έχω καλέσει τον ποιητή Στέργιο Τσακίρη. Ο φιλοξενούμενός μου γεννήθηκε στις Σέρρες, ζει κι εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά και έχει μεταπτυχιακό τίτλο στις Συγκριτικές Νομικές Σπουδές. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές. Η ποίησή του είναι αφηγηματική, λυρική, προσωποκεντρική. Ο λόγος του είναι μεστός, ουσιαστικός, με πλαστικές εικόνες και γνήσια συγκίνηση. Εκφράζεται συχνά σε πρώτο πρόσωπο δίνοντας στη γραφή του έναν χαρακτήρα εξομολογητικό. Κι όταν όμως χρησιμοποιεί το τρίτο πρόσωπο, η αίσθηση οικειότητας που αποπνέουν τα ποιήματά του δεν εκπίπτει. Η πένα του ζωγραφίζει τον έρωτα, τις σχέσεις, την εσωτερική συνομιλία με το εγώ. Καταγράφει τις επιθυμίες, τα απωθημένα, τον χωρισμό, τα κέρδη και τις απώλειες από την ανθρώπινη επαφή. Οι ήρωές του κινούνται σε ρεαλιστικά περιβάλλοντα, ζώντας απλές στιγμές της καθημερινότητας. Θα δούμε δέκα ξεχωριστά ποιήματά του!

Έρωτες, γ΄

Το χέρι μου κολλάω στον τοίχο
για μιαν αγάπη που δε λέει να σβήσει.

Αγάπες, όνειρα ξυπνώ στην αγκαλιά μου
και κάθε νύχτα τριγυρνώ στα σκοτεινά
δωμάτια των άστρων.

Πληγή δωματίου
(απόσπασμα)

- Κι αν με ρωτάς
για τις στιγμές του αποχωρισμού
είναι σαν τα όνειρα που μπερδεύονται
και γίνονται κουβάρι
λίγο πριν ξημερώσει και ξυπνήσεις
και δε θυμάσαι τι είδες πριν και τι μετά.
- Άσ’ τα…ατέλειωτα τα λόγια του αποχωρισμού
τα κλειδαμπαρωμένα στο δωμάτιο της ψυχής.

Ψυχολογία, Ι

Σαν την τεμπέλικη σαύρα
σέρνεται μέσα μου
αυτό το συναίσθημα
που χρόνια προσπαθώ
να ονομάσω.

Άλλοτε κρύβεται καλά
-το ψάχνω και δεν το βρίσκω-
κι άλλοτε με κοιτάζει με θράσος
στα μάτια
μέσ’ απ’ τα μάτια μου.

Κι όλο σέρνεται
-δίχως όνομα-
στην ταραγμένη ψυχή.

Κι όλο
σέρνομαι.

Κυνηγώντας το άπιαστο

Σκοτεινιάζει πια νωρίς,
η θάλασσα μια ανάμνηση,
τα μάτια γύρω μου κλειστά.

Ένα ακυρωμένο ραντεβού,
το κινητό έχει μέρες να χτυπήσει,
σαββατοκύριακο παρέα με τη βροχή.

Κάθε νύχτα που περνά
χειροτερεύουν τα πράγματα•
όλο και δυσκολεύουν
όλο και με σκληραίνουν.

Το μυαλό μου
γίνεται η γκιλοτίνα μου.

Της απώλειας

Ό,τι αγάπησε χάθηκε
σε μια στιγμή ανύποπτη
κι έμεινε να παρακολουθεί
τα τεκταινόμενα του κόσμου του
απ’ της εξώπορτάς του τη σχισμή.

Τα ηλιοτρόπια, β΄

Στα κορίτσια• Φρόσω, Βίλλη, Αναστασία…

Ονειρεύομαι κάμπους απέραντους
σπαρμένους ηλιοτρόπια
ή ηλιομάτια, όπως τ’ αποκαλούν αγρότες στο χωριό•
φωλιές πελαργών
χτισμένες γερά σε στύλους της ΔΕΗ•
χορωδίες βατράχων,
ενόσω κάνεις νυχτέρι με τους γειτόνους
και τα κουνούπια σύννεφο•
λευκές αρκούδες εμφανίζονται δειλά στον ουρανό
για την παράσταση της καταιγίδας-
χαλάζι στη σοδειά στα χρόνια που έρχονται•
η μάνα στο καμαράκι τραγουδά
μελαγχολώντας,
καθώς γεμίζει πιπεριές από τον κήπο.

Όσο περνάει ο καιρός
βαραίνουν τα ηλιομάτια,
λιγοστεύουν οι στιγμές που
τα χαμόγελά μας συναντιούνται.

Κλεφτά φιλιά

Μες στην παρανομία τα φιλιά
του νέου έρωτα,
που ακόμη στα σπάργανα της άνοιξης
λυγιέται.

Κλεφτά φιλιά
ανταλλάσσουνε
κάτω από ομπρέλες μυστικότητας∙
γεροντοέρωτας του ενός,
καπρίτσιο νεανικό της άλλης.

Στο γυμναστήριο, στα σπίτια, στη δουλειά,
μέρα τη μέρα όλο πιο μαζί,
με χάδια περνώντας τον καιρό
ως την επόμενη
απόσπαση.

Πυροτεχνήματα

Κενός από μνήμη και όνειρα.
Ατάραχη θλίψη τον δέρνει.
Ανέκφραστη όψη απέκτησε.

Πορεύεται μόνος κι έρημος.
Μόνος και ρημαγμένος.

Για συντροφιά του,
το πρώτο φύλλο του φθινόπωρου
στο βρόμικο μπαλκόνι του.

Την ανία του σκότωσαν
(για σήμερα)
τα αιφνίδιά της μάτια.

Τα μάτια που συνάντησε
πυροτεχνήματα
μες στο σκοτάδι της ψυχής-
φωτοβολίδες και βεγγαλικά.

Πόθος κάτω απ’ τις λεύκες

Θυμάμαι τώρα,
συναντηθήκαμε τυχαία
κάτω απ’ τις λεύκες
και δεν αλλάξαμε κουβέντα,
πέρ’ από αγγίγματα και χειρονομίες,
και με τους πόθους μας,
άλλοι να καίνε, πύρινα άλογα του ήλιου,
κι άλλοι εξαντλημένοι
από την απομόνωση, από τα χρόνια.

Λοιπόν, τι μένει
από τα τόσα ξημερώματα
και άλλα τόσα βασιλέματα του ήλιου;

Μένει μονάχα
ο πόθος
που μας κέντησε εκείνη τη βραδιά,
κι έκτοτε ξεθολώνει
η ανάμνησή του.

Χάνω τον ύπνο μου,
σε ψάχνω και σε ψάχνω.

Τρέχω
σκύλος τρελός
κάτω απ’ τις λεύκες.

Οι εχθροί

Έστω και τυπικά,
ήταν εχθροί.
Έλα όμως που,
όταν ξυπνούν οι πόθοι,
όταν παίρνει φωτιά το σώμα,
τα στεγανά γκρεμίζονται,
σύνορα δεν υπάρχουν.

Κι όλο το βράδυ,
απ’ τα φιλιά
και τα ρουφήγματα
και τα αγγίγματα
και τα δαγκώματα
σα να τον φάγαν τα σκυλιά
κατάντησε.

Μπρος στον καθρέφτη τώρα,
μόνος του γελά.

Κάθε που πάει να κοιμηθεί,
η σκέψη στον εχθρό του.

Άβυσσος
το κορμί.

Βιογραφικό Σημείωμα

Ο Στέργιος Τσακίρης γεννήθηκε το 1983 στις Σέρρες. Είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος στις Συγκριτικές Νομικές Σπουδές του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές: Κάτω απ’ το φως της λάμπας, Παρέμβαση, 2011, Άκων δραπέτης, (.poema..), 2013, Ψυχολογία, ΕΝΕΚΕΝ, 2015, ένθετο στο τεύχος 35 του περιοδικού, και Κλεφτά Φιλιά, ΡΩΜΗ, 2020. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.

 

 

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr