Δέκα ποιήματα του Πολυχρόνη Κουτσάκη

Δέκα ποιήματα του Πολυχρόνη Κουτσάκη

Σήμερα στη στήλη «Στα βαθιά» έχω προσκαλέσει τον λογοτέχνη Πολυχρόνη Κουτσάκη. Ο καλεσμένος μου γεννήθηκε στα Χανιά,αλλά τα τελευταία έξι χρόνια ζει στο Περθ της Αυστραλίας. Έχει τιμηθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού δύο φορές με Κρατικό Βραβείο Θεατρικού Έργου , μια φορά με το Κρατικό Βραβείο Εφηβικού-Νεανικού βιβλίου και  επίσης με το βραβείο Λογοτεχνικού Βιβλίου για Εφήβους του περιοδικού "Αναγνώστης". Είναι συγγραφέας της σειράς αστυνομικών μυθιστορημάτων («Αθηναϊκό Μπλουζ», «Baby Blue») που εκδίδεται ταυτόχρονα στην Ελλάδα , τις ΗΠΑ, την Αγγλία και την Αυστραλία κι έχει εισπράξει διθυραμβικές κριτικές. Έξι θεατρικά έργα του έχουν εκδοθεί στον Καναδά. Στην Ελλάδα κυκλοφορούν 15 μυθιστορήματά του, ένα παιδικό βιβλίο και μία ποιητική συλλογή. Θεατρικά του έργα έχουν ανέβει μ’επιτυχία στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» έχει τιμήσει τον λογοτέχνη ως εταίρο (Fellow) του ιδρύματος. Η ποίησή του κινείται στα μονοπάτια της φιλοσοφικής γραφής. Τα ποιήματά του είναι ιστορίες με στέρεα πλοκή, αυξανόμενη δράση,βαθιά νοήματα και ενίοτε ένα κρυμμένο επιμύθιο. Ο λόγος του είναι πολύχρωμος ,γλαφυρός,με κινηματογραφική ροή,πρωτοτυπία και ισχυρό προσωπικό στίγμα. Θα γνωρίσουμε δέκα μοναδικά ποιήματά του!

Από την ποιητική συλλογή "Ο Μυθοποιός" (Εκδόσεις Γαβριηλίδη,2000)

Αποπληρωμή

Πήγα και βρήκα τον γερο-πειρατή
τον Χρόνο
τον μονόφθαλμο
«μου’ χεις κάτι χρωστούμενα» είπα
«έχω ξεπουλήσει τα πάντα» δικαιολογήθηκε
«δεν μπορεί, κάτι θα έχει μείνει για να πάρω» επέμεινα
«μα όχι, τίποτα εξόν απ’ αυτό το γερό μάτι» ορκίστηκε
«καλό είν’ κι αυτό» συμβιβάστηκα
το πήρα
κι από τότε μελετώ βαθιά τα περασμένα
με το τρίτο μου μάτι το καλό
μήπως και προφτάσω τα μελλούμενα
κι όλο δεν τα καταφέρνω.

Αποτυχία

Μόλις έμαθε την τρομερή αλήθεια
έβαλε φτερά στα πόδια
αγνόησε το άσθμα του
πέρασε μ’ ένα πήδημα την τάφρο
γκρέμισε την πόρτα του κάστρου
και κατέβηκε πέντε-πέντε τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στο υπόγειο
«καθάρματα, έρχομαι», φώναξε
χάνοντας το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού
η λύσσα είναι κακός σύμμαχος
παρ’ όλ’ αυτά δε βρήκε κανέναν
είχαν προλάβει να εξαφανιστούν
έτσι του έκλεψαν και τον εκδικητικό ενθουσιασμό του.

Ελπιδοφόρο μυστικό

Κι όταν το ποίμνιο τραγούδησε το “Δόξα εν Υψίστοις”
εγώ γύρισα
ήμουν στο προαύλιο
είδα στο πλάι μου λυπημένο τον αόρατο άνθρωπο
έκανε γκριμάτσες
στράβωνε περίεργα το στόμα
διασκέδαζε
αλλά με πόνο
δεν ήξερε πως τον έβλεπα
“τι κάνεις εδώ;” ρώτησα
ξαφνιάστηκε
στράφηκε στη μεριά μου
τα διάφανα μάτια του γυάλισαν καθώς με κοιτούσαν
δάκρυσε κορυβαντικά
μ’ αγκάλιασε με τ’ αόρατα χέρια του
σιγά-σιγά άρχισε να υλοποιείται και πάλι
“έρχομαι εδώ κάθε χρόνο
ελπίζοντας κάποιος να με δει
μόνο ένας τρελός κι εσύ τα καταφέρατε”
γέλασε με το καινούργιο παλιό του στόμα
“όταν πιστεύεις λιγότερο είναι πιο εύκολο να πιστέψεις” του εξήγησα
δε μ’ άκουσε
είχε ήδη απομακρυνθεί χοροπηδώντας.

Ευτυχία

Μετά από πολλούς αγώνες, τα κατάφερε. Λάξευσε τη μοναξιά του τόσο περίτεχνα, ώστε κανείς δεν αμφέβαλε για την ευτυχία του.
Σύντομα, η κατάσταση άρχισε να τον εκνευρίζει• ακόμα και ο νεκρός φίλος ερχόταν στον ύπνο του και παραπονιόταν: «Τυχεράκια, κανείς δεν κάνει τη ζωή σου» -φαίνεται πως, αντίθετα με τα θρυλούμενα, οι νεκροί δεν αποκτούν καινούργια μάτια.
Όταν πια η αγανάκτησή του έφθασε στο απροχώρητο, κατέφυγε στο ύστατο μέσο διαμαρτυρίας. Άρχισε να πηγαίνει παντού• σε σινεμά, θέατρα, εκθέσεις ζωγραφικής και γλυπτικής, πρωτοποριακές και μη μουσικές παραστάσεις. Ντυνόταν στην τρίχα, αρωματιζόταν, έφθανε στο χώρο υποδοχής, χαιρετούσε σχολαστικά όλους τους γνωστούς ανταλλάσσοντας τυπικότητες, πλησίαζε το ταμείο και έκοβε δύο εισιτήρια.
«Δεν μπορεί, κάποιος τελικά θα το πάρει χαμπάρι», σκεφτόταν.

Κι όμως...

Το σεντούκι

Όταν έψαξα να βρω τι έφταιξε
τα βήματα με οδήγησαν στο καφέ σεντούκι
το άνοιξα με τρεμάμενα χέρια
έπρεπε να περιέχει κάποιον αμύθητο θησαυρό, το δίχως άλλο
αντ’ αυτού απογοήτευση
μόνο το σάλι της φθισικής γριάς
που πέθανε μαραμένη από κακία
και ένα πακέτο μ’ αρχαία λάθη
χωρισμένα αλφαβητικά
τα κρατούσε για να μ’ εκβιάσει
φαίνεται ήξερε πόσο τα αγαπούσα.

Από την ποιητική συλλογή "Η δεύτερη ευκαιρία" 

Αντιληπτική ικανότητα

Θυμάμαι, αχνά, τα βράδια που καθόμουν και ζήλευα τους ανθρώπους με τους μέτριους έρωτες -έχουν, οι άτιμοι, κάτι τουλάχιστον να μυθοποιήσουν- και εκνευριζόμουν με τον ανόητο εαυτό μου, γιατί ποτέ δεν μπόρεσα να αρθώ στο ύψος των περιστάσεων και να καταλάβω πώς σε μερικούς αρκεί να τους σκέφτονται, ενώ σε άλλους δεν φθάνει να τους αγαπούν, ίσως για την ανικανότητά μου αυτή να φταίει ότι πάντα ήμουν σπάταλος και γι’ αυτό περίμενα διαρκώς περισσότερα, που ποτέ δεν ήρθαν, κι έτσι κήρυξα κι εγώ πτώχευση για να ησυχάσω, ήταν το τελευταίο μου χαρτί, μόνο που όταν έφθασαν τρέχοντας για να μου σφραγίσουν το σπίτι είδαν με ποιον είχαν να κάνουν, «ώστε εσύ είσαι;» κακάρισαν κι έφυγαν κρατώντας τις κοιλιές τους, έμεινα να τους κοιτάζω άναυδος, δεν ήμουν σίγουρος πώς έπρεπε να το πάρω αυτό, τελικά όμως βρήκα τη λύση: στράφηκα στην καυτή ηλεκτρική μου σόμπα και την πήρα αγκαλιά• είχα τόση ανάγκη από μια ζεστή παρηγοριά.

Η μηχανή του χρόνου

Μου δόθηκε ένα βράδυ η ευκαιρία
να κάνω ένα ταξίδι μακρινό
μέσα στα χρόνια που λάτρευα
από τόσο δα παιδάκι

είδα από μακριά τον Οδυσσέα
κυλιόταν στο χώμα με τις Σειρήνες
είδα την Πηνελόπη να περιποιείται τους δώδεκα μνηστήρες
ταυτόχρονα
είδα τον Αχιλλέα να χαϊδεύει τον Πάτροκλο
τον Αίαντα να κάνει χαρακίρι
ουρλιάζοντας: «μου λείπει ο έρωτας»
τον Κρέοντα να γεμίζει φιλιά
το πτώμα της Αντιγόνης
την Ιφιγένεια να το σκάει τρεχάτη
μ’ έναν αυλικό του πατέρα βασιλιά
-όχι, που θα θυσιαζόταν για ένα πουκάμισο αδειανό
για μισό φύσημα του αγέρα-
τον Ιάσονα να ξεχνάει το δέρας
στην αγκαλιά της Μήδειας
και τον Προκρούστη να γυρεύει σαν τρελός
μιαν όμορφη στα μέτρα της ψυχής του

η ιστορία δεν γράφεται
αλλά πλαστογραφείται
με σπέρμα και αίμα.

Ακουστικό

Ποπάι
Μίκυ Μάους
Ντόναλντ
Αστερίξ
και Μπάτμαν
Γκαστόνε
Χουλκ και Φλας
και τόσοι άλλοι
που τα ονόματά τους ηχούν ηρωικά
στ’ αυτιά μικρών και μεγάλων

Κανείς τους δεν φτάνει
ούτε στο μικρό του δαχτυλάκι
τον δικό μου ήρωα
που αρνείται να μου πει τ’ όνομά του
και γρυλίζει όταν πλησιάζω
στη μόνιμη θέση του
εκεί, στον θάλαμο
μπροστά στο καρτοτηλέφωνο
με το χέρι πάνω στο ακουστικό
εκεί που περιμένει
μέρα-νύχτα
χωρίς τροφή
νερό
ύπνο
τρία χρόνια τώρα
το σημαντικότερο τηλεφώνημα της ζωής του.

Το νόημα

Μου πήρε χρόνια για να το ανακαλύψω. Ήξερα πως έψαχνα κάτι μεγάλο κι ήμουν διατεθειμένος να κάνω τα πάντα για να το κυνηγήσω, με μια ορμή μοναδική, αρκεί κάποιος να μου έλεγε τι ήταν αυτό -κανείς όμως δεν έδειχνε να μπορεί να με βοηθήσει.
Τελικά, ένα βράδυ, περιτριγυρισμένος από κόσμο που δεν ήθελα να γνωρίζω, το βρήκα ξαφνικά και το ψιθύρισα στον εαυτό μου.
Τότε ο διπλανός μου -ένας άχρωμος, σιωπηλός τύπος, που παρίστανε θα έλεγες πως ζούσε- πετάχτηκε αναπάντεχα όρθιος, σαν να τον διαπέρασε ηλεκτρικό ρεύμα, μ’ έπιασε απ’ τον γιακά κι άρχισε να ουρλιάζει: «τι είπες;», «τι είπες», «επανάλαβέ το γρήγορα». Δεν είχα καμία αντίρρηση. «Υπάρχουν άνθρωποι που πεθαίνουν μέσα από την ελπίδα», ψιθύρισα ξανά.

Οι άλλοι ξέρουν πάντα περισσότερα

Κι είναι φορές που σηκώνεσαι από το κρεβάτι με δυο βαρίδια στους ώμους
με την αίσθηση πως οι άλλοι είναι που ξέρουν πάντα τα περισσότερα

σαν τον τρελό της γειτονιάς, που σταματάει έξω απ’ το φούρνο μετρώντας τα νομίσματα στην παλάμη του -πάντα λιγότερα από την τιμή του μισόκιλου- κι όταν τον πλησιάζεις για να του δώσεις τη διαφορά σε κοιτάζει περιφρονητικά: «μα για ποιον με περάσατε;» λέει και απομακρύνεται
ή
σαν το κορίτσι που μεγαλώνει, ασφυκτιά, δεν μιλάει, μόνο μελετά και άγχεται και κλαίει (όταν είναι σίγουρη πως δεν βλέπει κανείς), κυνηγώντας σαν τρελή το μόνο μεγάλο πτυχίο: το φευγιό από το σπίτι
ή
σαν τον γέρο που συμπλήρωσε είκοσι συναπτά έτη καθημερινής παρουσίας στον σιδηροδρομικό σταθμό -ποτέ δεν μπήκε στο τρένο, μόνο έβλεπε τους ταξιδιώτες και ονειρευόταν πως κάποτε θα έκανε απίθανες διαδρομές, που θα σημάδευαν τη ζωή του-, κι από τη μέρα που πέθανε εμφανίστηκε στη θέση του στο σταθμό ο γιος του, μοναδικός κληρονόμος ονείρων εκπληκτικών και απραγματοποίητων, για τα οποία δεν πρέπει να μιλήσει ποτέ κανείς, ώστε να μη χάσουν τη λάμψη τους.

Κι έτσι κυλάει η ζωή σου, μέσα σ’ αυτή την τρομερή άγνοια, που ίσως και να σε σώζει.

Βιογραφικό σημείωμα

Ο Πολυχρόνης Κουτσάκης γεννήθηκε στα Χανιά το 1974. Από το 2016 ζει στο Περθ της Αυστραλίας. Έχει τιμηθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού δύο φορές (2005, 2007) με Κρατικό Βραβείο Θεατρικού Έργου για τα έργα του «Όταν ήταν ευτυχισμένος» και «Σύστημα Ρολόι», αντίστοιχα. Επίσης έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Εφηβικού-Νεανικού βιβλίου 2016, για το «Μια ανάσα μόνο», το 2ο βιβλίο της «Τριλογίας της Κρήτης». Για το ίδιο βιβλίο έχει τιμηθεί και με το βραβείο Λογοτεχνικού Βιβλίου για Εφήβους του περιοδικού "Αναγνώστης". Η σειρά των αστυνομικών μυθιστορημάτων του («Αθηναϊκό Μπλουζ», «Baby Blue») με πρωταγωνιστή τον Στράτο Γαζή εκδίδεται ταυτόχρονα στην Ελλάδα (εκδόσεις Πατάκη), τις ΗΠΑ, την Αγγλία και την Αυστραλία (εκδόσεις Bitter Lemon Press). Για τα μυθιστορήματα αυτά το διάσημο λογοτεχνικό περιοδικό Publishers Weekly, στις ΗΠΑ, χαρακτήρισε τον Π. Κουτσάκη ως καλύτερο από τον Τζέιμς Ελρόι, έναν από τους σημαντικότερους αμερικανούς συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας. Στην Ελλάδα έχουν εκδοθεί 15 μυθιστορήματά του, ένα παιδικό βιβλίο και μία ποιητική συλλογή. Θεατρικά έργα του έχουν παιχθεί και βραβευθεί στην Νέα Υόρκη και σε άλλες πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς και στην Αγγλία και στην Ελλάδα. Έξι θεατρικά έργα του έχουν εκδοθεί στον Καναδά. Το θεατρικό του έργο «Χωρίς Εσένα» ανέβηκε στο θέατρο Αμόρε στην Αθήνα τον Μάιο του 2008 και από το ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης την άνοιξη του 2015. Το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» έχει τιμήσει τον Π. Κουτσάκη ως εταίρο (Fellow) του ιδρύματος, για την προσφορά του στους σκοπούς του ιδρύματος μέσα από την συγγραφή του μυθιστορήματος «Όταν ήταν ευτυχισμένος» (Εκδόσεις Πατάκη) και του ομότιτλου θεατρικού έργου που τιμήθηκε με κρατικό βραβείο.

H ιστοσελίδα του είναι www.polkoutsakis.com

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr