Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" έχω προσκαλέσει τον λογοτέχνη από τη Δράμα Πάνο Ιωαννίδη. Ο καλεσμένος μου είναι διδάκτωρ οικονομικών επιστημών. Έχει εκδώσει τρία νουάρ μυθιστορήματα, με ήρωα τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Πέτρο Ριβέρη. Ακόμη έχουν κυκλοφορήσει δυο ποιητικές του συλλογές. Έχει διακριθεί στον 1ο διαγωνισμό της Ελληνικής Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας με διήγημά του, που συμπεριλήφθηκε σε ανθολογία. Διηγήματα και κριτικά του κείμενα έχουν δημοσιευθεί στον έντυπο και στον ηλεκτρονικό τύπο. Η ποίησή του είναι αφηγηματική, υπαρξιακή, στοχαστική. Ο λόγος του είναι ευρηματικός, διεισδυτικός, παραστατικός. Η ροή του είναι γρήγορη, κινηματογραφική. Η πένα του διακρίνεται για τον κοινωνικό της προβληματισμό, ο οποίος όμως διαποτίζεται από ένα αεράκι λυρισμού. Θα δούμε δέκα πολύ ξεχωριστά ποιήματά του!
Από την ποιητική συλλογή Λοκομοτίβα (Εκδόσεις Το Δόντι, 2017)
Ουτοπία 2
Ίσως τελικά η ουτοπία
να μοιάζει με εικόνα
που σφηνώνεται σαν
θραύσμα σφαίρας στο μέσα βλέμμα
αναπαριστώντας
μια αόρατη γέφυρα ανάμεσα
σε σένα και τον κόσμο.
Μια εικόνα που
δεν φοράει λέξεις
παρά μόνο
της στιγμής τα ράσα
και του χώρου το ψέμα.
Αντανάκλαση
Ο χώρος μοιράζει τους ρόλους.
Ο χρόνος γράφει το σενάριο.
Η γενιά μου συνήθως μπέρδευε
το σημαίνον με το σημαινόμενο
λες και ήταν όροι των δημοσίων σχέσεων
ή σινιάλο για να πας πιο γρήγορα στο κρεβάτι.
Ίσως να φταίνε
η πολύ ελεύθερη τηλεόραση
που δημιουργεί συνειδητοποιημένους σκλάβους
τα γυμνά καλοκαίρια στα νησιά της δημιουργικής γραμμής
τότε που η ζωή έβρισκε εντελώς το νόημά της.
Ίσως να φταίνε
τα περιεχόμενα της εξεταστέας ύλης,
όπου έγραφε κόμμα εννοούσε πρόωρη σύνταξη
βαφτίζοντας επανάσταση την ημιμόρφωση
ή ο βυζαντινός κώδικας κυκλοφορίας,
δεν είναι λίγοι όσοι άναβαν αριστερό φλας
για να στρίψουν δεξιά.
Η γενιά μου συνηθίζει να αντέχει τις κρίσεις
μάλλον οφείλεται στο ότι μιλάμε πολλές γλώσσες.
Η ανερμήνευτη τυχαιότητα του χάους
βάζει τα πράγματα στις λέξεις μας.
Είμαστε εκείνοι που ξεκινήσαμε το γέλιο
για να τελειώσουμε το κλάμα.
Σταυροβελονιά
Κάθε καρδιά κρύβει μέσα της βελόνες.
Κάποιες τις έμπηξαν στα σπλάχνα της
άλλες καρδιές
κάποιες τις φυλάει
για όταν έρθει η σειρά της.
Πέρα από τα τσιμπήματα
οι βελόνες κάνουν άλλα πολλά
φωτίζουν σκοτάδια ενώνουν μορφές
προκαλούν την έρευνα.
Τα χνάρια τους στα πονεμένα δάκτυλα
κοινωνούν οδύνη, μοιράζουν ηδονή.
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι
οι μοδίστρες, πλάσματα μυστηριακά μα μοναδικά,
απλώνουν πάνω στα αφράτα κορμιά τους
ολάκερες διαδρομές από βελόνες
καθότι νοιώθουν πως οι καρδιές
χτυπούν ομορφότερα όταν γνωρίζουν
πως πρόκειται σύντομα να τσιμπηθούν.
Η άλλη πλευρά του μελανιού
Ο Πέτρος Ριβέρης
ιδιωτικός ντετέκτιβ
μοναχικός λύκος
διπλά ορφανός από τα τρία
καλλιτέχνης της ζωής
φιλόλογος των ανθρώπων
του ρημαγμένου ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Ανένηψε τη ζωή του στη Σαμοθράκη
στις φιλόξενες βάθρες του Φονιά
όταν ο Μάρκος Αυρήλιος γητεμένος από την άγνοια κινδύνου του
του έδωσε τη μία και μοναδική ευκαιρία
να γίνει αυτό που φοβόταν περισσότερο.
Με αγαπάει σαν αδελφός
μου μιλάει σαν άλλος εαυτός
από τότε που ερωτεύτηκε την Αύρα Συκουτρή
στην πονεμένη ράχη της Jubille line.
Πλέον ανθίζουμε βαλσαμωμένοι στον ίδιο πέτρινο κήπο
Βάζει το μελάνι και ζυγίζω το αίμα
στις ουτοπικές γραφές της φθαρμένης ζωής.
Δράμα, αόρατη πόλη
Νερό που κυλάει
της πόλης το αίμα
άγνωστη μνήμη
στου δρόμου το τέρμα.
Μια πόλη μικρούλα στα μάτια του κόσμου
μια πόλη μεγάλη στις στάσεις του πόνου.
Ζωές ριγμένες στη μάχη της μέρας
αργά καλοκαίρια στης νύχτας το πέρα.
Ανοίγω τα μάτια στους ήχους της τύχης
και γίνομαι επαίτης στους στόχους της νίκης.
Κοιμίζω τις λέξεις και κλείνομαι έξω
νερό που κυλάει σαν άσχημο τέλος.
Από την ποιητική συλλογή Ποιήματα της στιγμής και άλλες ουτοπικές ιστορίες (Ηλεκτρονική αυτοέκδοση, 2014)
Πρωινή Ομίχλη
Μαθαίνεις να γράφεις γράφοντας
Μαθαίνεις να ζεις χάνοντας
Ελπίζεις να ζεις γράφοντας
Τα Μωρά της Αθηνάς
χοντρές σταγόνες στάζουν από τη βρύση
διάφανες ματιές στον αόριστο πόνο
μπερδεύουν τα βήματα
από τις λέξεις στα πράγματα
γεννηθήκαμε στα πρώτα χρόνια της Αθηνάς
τότε που η αγουρίδα έδινε μέλι και τα δέντρα πίκρα
ο άνεμος σήκωνε τις μυθολογίες
στέλνοντάς τες σε μυστικές σπηλιές
μουσικές γραφόταν για αόρατες γιορτές
γέροι μεγάλωναν νέους που τους έμοιαζαν
τα πεφταστέρια περισσότερα από τους χειμώνες
λιγότερες οι θάλασσες από τα βουνά
πουλιά που ζούσαν σε σπηλιές
φίλτραραν τις πένες μας
ανεπίδεκτα αμυνόμενοι
καθώς γυρεύαμε την άλλη πλευρά του φεγγαριού
στα βλέμματα του διαρκώς αναβαλλόμενου καλοκαιριού
γεννούσαμε ψευδαισθήσεις σε άδεια μπαλκόνια
κοιμόμασταν σε ξεχασμένα από τον Τειρεσία κείμενα
συνθέτοντας ν.υ.χ.τ.α.
(νέο υπερηχητικό χτύπημα ταξικού αγώνα)
τώρα τραγουδάμε ακόμη πιο μόνοι όλοι μαζί
σε τυφλούς που έχασαν τους μονόφθαλμους
φωνές στην ομίχλη
σκιές σε αόρατες πόλεις
και γράφουμε στις πλάτες του χρόνου
στίχους ονειροπόλας ζωής
εμείς που μάθαμε να χάνουμε θα σας διδάξουμε στη μάχη
Αστέρι στα Πέδιλα
ένα αστέρι γλίστρησε στα πέδιλά μου
φως σύντομης καλοκαιρινής νύχτας
μια βόλτα στην άδεια πόλη λίγο
πριν τις αόρατες μέρες του Αυγούστου
μου λείπει ότι έμαθα μόνος
στα ενυδρεία της άρρητης γνώσης
και έρημος από υλικά αγαθά
με έθρεψε αυτή η θεωρία
όπως το λιόγερμα το μοναχό
γεμίζει με νοσταλγία για όσα
δεν πρόκειται να δει
κάποτε θα γυρίσουμε πίσω
τον χρόνο στις αλλιώτικες μέρες
για να κοιτάξουμε μπροστά
και να κάνουμε πιο σωστά τα λάθη μας
Φθινόπωρο
είναι η βροχή που μειώνει την απόσταση
ανάμεσα στο βλέμμα σου και τον κόσμο
γεμίζει με σταγόνες το ρήγμα
που γεννάν οι θέσεις και η φύση
η νοσταλγία από τα πολύχρωμα μπαλκόνια
για το καλοκαίρι που δεν ήρθε
κάνει τα όνειρα να φαίνονται
γνωστά μονοπάτια σε άβατο δάσος
ο κόσμος που χάνεται
από τον καθρέπτη του οδηγού
ασύμμετρες φιγούρες που χορεύουν
στις πολλαπλές διαστάσεις των δρόμων
φθινόπωρο είναι να αγαπιέσαι
με την πέτρα σου
να την κρατάς όπως ο έρωτας
τα βέλη ρίχνει
στα κενά του φθαρμένου χρόνου
Σαμοθράκη
Σου γράφω για να σου θυμίσω ότι ο χρόνος μετριέται εδώ με άδειες σελίδες που γεμίζουν στιγμές έτοιμες να μαγέψουν τη φθαρμένη ζωή ξέρω ότι σε ενοχλεί να κοιτάζεις από την ορθή γωνία των πραγμάτων όσα τα βλέμματα τόσες οι διαστάσεις είπε ο σοφός και είχε δίκιο το φως χύνεται σαν καταρράκτης που ζητάει τις βάθρες του στα κενά χαμένων ερώτων ανάμεσα στα κορίτσια που κάνουν τα όνειρά τους βραχιόλια και τα αγόρια που τα γένια τους δείχνουν τα όνειρα μεγαλώνουν τα παιδιά με τα χάλκινα μέτωπα και τα κόκκινα μάγουλα αρχαία πνεύματα φυσάνε αγέρηδες παίζοντας μουσική που καταπίνει τα σύννεφα στα καλντερίμια της φυγής οι σταγόνες της βροχής πέφτουν από τις στέγες της χώρας σαν ματωμένα δάκρυα κάθε που το καράβι χάνεται στο πέλαγος να μας φροντίζεις Σαμοθράκη
Βιογραφικό σημείωμα
Ο Πάνος Ιωαννίδης γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1978. Είναι ο δημιουργός του ιδιωτικού ντετέκτιβ Πέτρου Ριβέρη, ο οποίος πρωταγωνιστεί στα τρία νουάρ μυθιστορήματά του [ Τα μωρά της Αθηνάς (Πηγή, 2016), Ο χορός της μέλισσας (Κέδρος, 2019) και, Ο καιρός των ρόδων (Κέδρος, 2021)]. Διακρίθηκε στον 1ο διαγωνισμό της Ελληνικής Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας με το διήγημα «Η γυναίκα από τη Ζυρίχη», το οποίο εκδόθηκε στον συλλογικό τόμο 15 σφαίρες αναζητούν θύματα (Άπαρσις, 2013). Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές [Ποιήματα της Στιγμής και άλλες Ουτοπικές Ιστορίες (ηλεκτρονική αυτοέκδοση, 2014) και Λοκομοτίβα (Το Δόντι, 2017)], ενώ διηγήματα και κείμενα κριτικής του έχουν κυκλοφορήσει στον έντυπο και στον ηλεκτρονικό τύπο. Είναι διδάκτωρ οικονομικών επιστημών. Ζει στη Δράμα με τη σύντροφό του και τον γιο τους.