Σήμερα έχω προσκαλέσει στο ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ την ποιήτρια Σήλικα Ρηγοπούλου. Η φιλοξενούμενή μου έχει σπουδάσει Γερμανική Φιλολογία και Θέατρο κι έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στη μετάφραση. Εργάζεται ως καθηγήτρια Γερμανικών στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Συνεργάζεται με λογοτεχνικά περιοδικά ως μεταφράστρια. Ποιήματά της έχουν συμπεριληφθεί στο συλλογικό έργο "Ένα βιβλίο ποίησης". Το 2017 κυκλοφόρησε η ποιητική της συλλογή με τον τίτλο "Μαθήματα οικιακής οικονομίας". Η πρώτη της αυτή δουλειά ήταν για μένα μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Με φόντο τον χώρο του σπιτιού κι αίτημα τη φροντίδα του, η ποιήτρια πλάθει τριάντα πέντε ποιήματα,από τα οποία δεν πετάς τίποτα. Συνομιλώντας κυρίως με πράγματα και δευτερευόντως με μορφές που σχετίζονται με τον προσωπικό χώρο, ανιχνεύει τα συναισθήματα που κρύβονται μέσα τους. Πιάνει κουβέντα με τον χρόνο που περνά, με τον έρωτα,με την αγάπη κάθε απόχρωσης. Το σπίτι γίνεται σύμβολο θαλπωρής,ημερολόγιο νοσταλγίας,πυξίδα για το ταξίδι στο μέλλον,φακός ενδοσκόπησης. Είναι ο ατομικός παράδεισος, αλλά κι ο τόπος που η οικοδέσποινα παλεύει με τη ρουτίνα και τη φθορά. Ο λόγος της δημιουργού είναι πλούσιος, με πρωτότυπα ευρήματα. Τα ποιήματα αυτά συγκινούν και γλυκαίνουν την ψυχή του αναγνώστη,ο οποίος εύκολα ταυτίζεται με τα "πνεύματα" της οικίας . Θ'απολαύσουμε δέκα ποιήματα της λογοτέχνιδάς μας!
ΟΙΚΙΑΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Να είσαι περήφανη για μένα.
Όλα τα φρόντισα και σήμερα.
Τα παιδιά πείνασαν και δίψασαν
τα παπούτσια λασπώθηκαν
το σπίτι λερώθηκε.
Όλα έγιναν όπως έπρεπε.
Αναπαύσου μαμά.
ΞΕΣΚΟΝΙΣΜΑ
Όταν βρέχει δε βγαίνω έξω.
Διαχειρίζομαι εσωτερικές υποθέσεις.
Με την υγρασία η σκόνη κατακάθεται.
Δεν κορδώνεται στο φως, δεν περηφανεύεται,
δεν πανηγυρίζει.
Την εντοπίζω στο ξύλο, το χαρτί, το γυαλί.
Παραδίνεται αμαχητί,
υποτάσσεται με όλους τους κόκκους της.
Λίγο πριν εξαφανιστεί
σχεδιάζω πάνω της το ιδεόγραμμα
του βασιλεύοντος ηλίου:
δίνω αξιοπρέπεια στην αποχώρηση,
νόημα στον αφανισμό.
ΓΕΝΙΚΗ
Εξολοθρεύω αράχνες, ακάρεα,
εξαφανίζω λεκέδες, αποτυπώματα,
ό,τι αποδεικνύει την εβδομάδα που πέρασε.
Σβήνω τα ίχνη της γιορτής των παιδιών,
του μεσημεριανού, του έρωτα.
Κανένας δε με υποπτεύεται.
Κανείς δεν αναζητά τον χαμένο χρόνο.
Τεμαχίζω το μήνα προσεχτικά.
Χωράω κάθε μέρα σε μια κλεψύδρα.
Τη γυρίζω ανάποδα.
Παίρνω
τη σκόνη της πίσω.
Το χρόνο μου πίσω
ΜΩΣΑΪΚΟ
Κάνω ανακαίνιση.
Αλλάζω πλακάκια και ξύλινο πάτωμα.
Τα αντικαθιστώ με μωσαϊκό.
Δεν πρόκειται για έξαψη νοσταλγίας, παραξενιά,
ή διακοσμητική άποψη.
Αποφάσισα να είμαι ειλικρινής!
Ίδια, μέσα και έξω.
Ο καινούργιος μου χάρτης έχει ποικιλία, αναταραχή, αυτοσχεδιασμό.
Είναι άρτιος, ενημερωμένος, αυθεντικός.
Δεν ανέχεται συγκαλύψεις: κιλίμια, χαλιά, διαδρόμους.
Ενορχηστρώνεται σε 4 υπαρκτές εποχές:
μουντό φθινόπωρο, ψυχρό χειμώνα,
ιριδίζουσα άνοιξη, καυτό καλοκαίρι.
Η νέα μου γη είναι
μία απρόβλεπτη, γνήσια,
γεωφυσική παρτιτούρα.
Η μωσαϊκή ήπειρος.
Η έκτη.
Η δική μου.
ΑΙΘΟΥΣΑ ΣΥΣΚΕΨΕΩΝ
Πίσω από τη βιβλιοθήκη
βρίσκεται η αίθουσα συσκέψεων.
Μόνο εγώ γνωρίζω τη μυστική είσοδο:
παίρνεις στα χέρια το βαρύ τόμο της εμπειρίας
και η πύλη ανοίγει.
Όταν η κατάσταση είναι κρίσιμη
εκεί συγκαλώ έκτακτο συμβούλιο.
Φυσικά προΐσταμαι της διαδικασίας.
Παραχωρώ το βήμα διαδοχικά.
Ακροάζομαι τους αιώνιους αντίδικους: καρδιά vs λογική.
Ακούω επιχειρήματα, αντιγνωμίες, δευτερολογίες.
Παρασύρομαι, ενθουσιάζομαι, απογοητεύομαι.
Υπολογίζω, καταστρώνω, συμπεραίνω.
Δεν άγομαι, δε φέρομαι, δεν μεροληπτώ.
Καταργώ τη χρόνια γραφειοκρατία.
Αποφασίζω με συνοπτικές διαδικασίες.
Συμβιβάζω τις αντιθέσεις.
Πλειοδοτώ υπέρ του κοινού Καλού.
Προασπίζομαι την ευημερία.
Λήξη συνεδρίασης με συμβιβασμό των αντιδίκων.
ΚΑΛΤΣΕΣ
Οι κάλτσες είναι στην εφηβεία.
Αντιδρούν, επαναστατούν, κάνουν του κεφαλιού τους.
Ξέρουν αυτές.
Εξαφανίζονται για μέρες, μήνες (ποτέ για πάντα).
Τις βρίσκω μέσα σε μαξιλαροθήκες,
ανάμεσα σε πετσέτες, κάτω από κρεβάτια,
στριμωγμένες πίσω από κομοδίνα, δίπλα σε γλάστρες,
κοκαλωμένες από την ένταση της περιπλάνησης,
μαγκωμένες σε σκουριασμένα μανταλάκια
με τα σημάδια της ασφυξίας στη φτέρνα.
Σμίγουν περιστασιακά με κάποιες διαφορετικού μεγέθους,
χρώματος, σχεδίου, ποιότητας, υφής,
φλερτάρουν με ετερόκλητα αντικείμενα στο συρτάρι,
αλητεύουν στο καλάθι με τα ασιδέρωτα,
γυρνάνε τον κόσμο μέσα σε κάδους ανακύκλωσης.
Τις φορώ τρύπιες, ξεθωριασμένες, αταίριαστες.
Εξοικειώνομαι με τη φθορά.
Σαν έρθει το δίπλωμα του χρόνου,
ζευγαρώνουν με το ταίρι τους.
ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ
Αναδύεσαι μέσα από ομίχλη.
Το στέρνο φουσκώνει άδειες φανέλες.
Μηροί, γλουτοί, λαγόνες σαρκώνουν το ύφασμα.
Ο κορμός σου στα χέρια μου
όταν υποχωρούν οι ατμοί.
Γυρίζω τα ρούχα εσώψυχα.
Ραντίζω όποια θέλω, όσες φορές θέλω.
Μέχρι ν’ αποτυπωθώ επάνω σου.
Να δαμάσω τη λινή αυταρέσκεια.
Να τιθασεύσω τη μάλλινη αγριάδα.
Απρόβλεπτα, ανακόλουθα, απροσδόκητα:
πυροδοτώ παντελόνια, κολλάρω πουκάμισα,
εκπυρσοκροτώ τον καβάλο, την τσάκιση, τα ρεβέρ.
Όταν ξυπνάς το σπίτι μυρίζει φροντίδα και στοργή.
Αθώος ντύνεσαι τα ρούχα μου.
Δεν υποπτεύεσαι τη συνομωσία του πυρωμένου σίδερου,
που απλώθηκε στην κρεμάστρα της προσφοράς και της υποταγής…
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ
Εκτρέφω περιστέρια στην ταράτσα.
Δοκιμάζουν στενά περάσματα για μένα,
επιστρέφουν εγκαίρως με αποτυπώματα φθοράς,
και πολύτιμες, απόρρητες πληροφορίες για το ταξίδι.
Ενημερώνω χάρτες, τροποποιώ στερεότυπες αντιλήψεις,
νομιμοποιώ καταπατημένες περιοχές του έσω χώρου,
με συγχωρώ, με καταλαβαίνω, με αποδέχομαι.
Προσανατολίζομαι, επαγγελματικά.
ΣΥΛΛΟΓΗ
Αναζητώ μια συλλογή με λόγο ύπαρξης.
Όχι γραμματόσημα με άκυρη δυνατότητα αποστολής,
σκονισμένες κούκλες πορσελάνης,
όστρακα επικίνδυνων θαλασσών,
σπιρτόκουτα, πένες, εξαντλημένες εκδόσεις,
αλλά τέλος πάντων, κάτι σημαντικό…
Αποφασίζω να συλλέξω αυτό που υπάρχει εντός μου.
Θα το σκαλίζω, θα το ποτίζω, θα το κλαδεύω.
Θα έχει ρίζα το παρελθόν, καταβολάδα το μέλλον
θα ανθοφορεί αυτόματα, ακαριαία, παροντικά,
θα είναι αναρριχώμενο, φυλλοβόλο, υδρόφιλο,
θα ευδοκιμεί παντού, θα κάνει καλό στην υγεία…
Σε διάφανα ριζόχαρτα το φυτολόγιο του Τώρα.
ΜΟΥΛΤΙ
Μικροσυσκευή πολλαπλών χρήσεων
και άμεσων αποτελεσμάτων.
Μετατρέπει, συγχωνεύει
-συστατικά, προσδοκίες, προθέσεις-
Εξοικονομεί χρόνο
-με συμπυκνωμένο, παχύρευστο τρόπο-
Και τι να τον κάνω τον κερδισμένο χρόνο;
Πού να βρουν τόπο επαγγελίας
οι καταθέσεις, οι ομολογίες μου...
Χρόνια καλή πελάτισσα, ευνοϊκή μεταχείριση δεν είδα:
ούτε λείανση ρυτίδων, ούτε ανόρθωση ηθικού,
ούτε ένας μήνας παρόν δωρεάν,
ούτε μια μέρα ο νους λευκός κι ατάραχος!
Τίποτα.
Μόνο θορυβώδης ενηλικίωση σε τρεις ταχύτητες:
αργή, άμεση, βαθύτατη δολιοφθορά!
Άχρηστο πράγμα η βιασύνη, σαν τις ενοχές…
ΚΑΤΑΨΥΧΤΗΣ
Όσα χαμόγελα περισσεύουν στο τέλος της ημέρας
δεν τα πετάω, τα καταψύχω.
Και όταν χρειαστώ -στη μέση μιας μουντής ζωής-
μερίδες χαράς, τα αποψύχω.
Συντηρώ την ψυχή σε θερμοκρασίες
υπό του ανθρωπίνου μηδενός.
εκπαιδεύω την καρδιά
να αποτάσσεται ανεπάρκειες.
Συγυρίζω τα συρτάρια του καταψύχτη.
Αδειάζω το νου και τον ξαναγεμίζω.
Ξεφορτώνομαι προσκολλήσεις, εμμονές,
τη μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου.
Διατηρώ στην πηγαία τους φρεσκάδα
βαθιά αισθήματα ψυχικής ανάτασης.
Μόνο.
ΤΑ ΚΛΕΙΔΙΑ
Στη Μαριάννα της Αίγινας
Κάθε φορά που ετοιμάζομαι να βγω, ψάχνω τα κλειδιά.
Σε τσάντες, τσαντάκια, νεσεσέρ, τσέπες, σακούλες,
ράφια, συρτάρια, μπολ με καραμέλες.
Κάθε φορά τα τοποθετώ εκεί, όπου σε επόμενη ζήτηση
θα τα βρω άνετα τάχα, αμέσως.
Στο πιο λογικό, κομβικό, αυτονόητο σημείο.
Αποδεικνύεται όμως πως τέτοιο δεν υπάρχει.
Γυρίζω στο νου το χρόνο πίσω.
Παγώνω την κίνηση.
Προσπερνώ το συναίσθημα.
Σκαλώνω στις χειρονομίες του παρελθόντος.
Φρενάρω στις εκδοχές του μέλλοντος.
Επικεντρώνομαι στις προθέσεις.
Απομονώνω γεγονότα, τα ακολουθώ, με εντοπίζω.
Με το κλειδί, επιτέλους, ανά χείρας, αναρωτιέμαι:
Μήπως τίποτα δεν είναι τυχαίο;
Μήπως δεν είμαι έτοιμη να φύγω;
Μήπως χρειάζομαι μια ανάπαυλα, μιαν ενδοσκόπηση,
μια ανασκόπηση της ζωής που με προσπερνάει;
Ή μήπως απλώς χρειάζομαι κλειδοθήκη;
Βιογραφικό σημείωμα
Η Σήλικα Ρηγοπούλου γεννήθηκε στη Στουτγάρδη της Γερμανίας και ζει στη Αθήνα. Σπούδασε θέατρο και γερμανική φιλολογία στην Αθήνα και στην Κολονία. Ολοκλήρωσε το διατμηματικό μεταπτυχιακό μετάφρασης-μεταφρασεολογίας του ΕΚΠΑ. Διδάσκει γερμανικά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και συνεργάζεται με λογοτεχνικά περιοδικά μεταφράζοντας ποίηση και δοκίμιο. Το 2011 συμμετείχε στο συλλογικό έργο «Ένα βιβλίο ποίησης» των εκδόσεων Γαβριηλίδη.