Η σημερινή μου καλεσμένη, είναι η λογοτέχνιδα από τη Λευκωσία Λίλη Μιχαηλίδου. Έχει εκδώσει πέντε ποιητικές συλλογές και τρία βιβλία με πεζά κείμενα. Τα έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Η ποίησή της τρυφερή, σαγηνευτική, αισιόδοξη, αεράκι που σε συνεπαίρνει στον διάβα του. Περιγραφική σαν πίνακας ζωγραφικής, ο αναγνώστης θέλει να μπει στο τοπίο που "βλέπει" με τα μάτια της φαντασίας του! Η αρχαία Ελλάδα συχνά αποτελεί πηγή έμπνευσης για την ποιήτριά μας. Θα συναντηθούμε μαζί της μέσα από δέκα ποιήματά της!
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ «ΠΑΓΙΔΕΥΜΕΝΟ ΜΕΤΑΞΙ»
ΛΟΝΔΙΝΟ: ΕΞΙ ΣΤΑΣΕΙΣ
I
Σύγχρονη Ελένη
Στο Βρετανικό Μουσείο μου επιβεβαίωσαν
πως η Τροία υπήρξε
κι ο Πάρις υπήρξε, κι η Ελένη
κι όλοι οι Έλληνες που πολέμησαν στην Τροία
κι αυτοί που γύρισαν πίσω
ο Οδυσσέας κι οι σειρήνες
στο μέσα μέρος του μυαλού του
κι η Ελένη;
Η Ελένη γύρισε μαζί με το θρύλο, τη μνήμη
μαζί με το κομμάτι εκείνο της ιστορίας που έγινε θρύλος
και παραμένει στη μνήμη
και γράφεται και ξαναγράφεται
τραγουδιέται και μισιέται
παραμένει όμως ζωντανή σαν όνομα
σαν όραμα, σαν οπτασία
η Ελένη η αιώνια ζωντανή
η αιώνια νέα κι όμορφη
η αθώα ερωμένη που ξεσήκωσε τον Πάρι
και ξέσπασε ο πόλεμος
η ερωμένη όλων των ανδρών
κι η μισητή όλων των γυναικών
η Ελένη του Σεφέρη κι όλων των ποιητών
η Ελένη εσύ, εγώ, αυτή, όλες εμείς
Ένας Πάρις καραδοκεί
κι ένας πόλεμος, ίσως…
Σύγχρονη Αφροδίτη
Τα αγάλματα των Θεών
ήταν στρυμωγμένα στους διαδρόμους
με οδήγησε ανάμεσά τους
μου έδειξε τον Δία, τον Απόλλωνα, τον Ποσειδώνα
στάθηκε μπροστά στην Αθηνά «θαυμάζω τη σοφία της»
και την Αφροδίτη «αγαπώ το μισό της στήθος
το ακρωτηριασμένο της χέρι, τη σπασμένη φωνή της»
Αργότερα σ’ ένα πολυκατάστημα πέρασα μπροστά
από μιαν Αφροδίτη
φαινόταν δύστροπη, καταπονημένη
μες στις φωνές και στο συνωστισμό
Θυμήθηκα την Αφροδίτη στο Μουσείο
σιωπηλή ερωμένη
άφηνε τους τουρίστες να βγάζουν selfie μαζί της
να αγγίζουν τους τρυφερούς μαρμάρινους μηρούςτης
το κομμένο της χέρι
το μισό της στήθος
Για μια στιγμή νόμισα πως την είδα ν’ αναστενάζει
κι έναν σπασμό να πέφτει στο πάτωμα
που ποδοπατήθηκε
χωρίς να τον πάρει είδηση
κανείς.
Στις γυναίκες της Συρίας
Στο Βρετανικό Μουσείο συνάντησα τους Αχαιούς
τον Αγαμέμνονα προτού θυσιάσει την Ιφιγένεια
την Κλυταιμνήστρα, ωραία όσο κι η αδελφή της η Ελένη
τον Αχιλλέα και την Ελένη ήδη κλεμμένη
από τον Πάρι. αριστοκρατική πανοπλία
Συνάντησα έναν Όμηρο γερασμένο
καθότανε πάνω στην Ιλιάδα
με τη σγουρή άσπρη γενειάδα του
καταϊδρωμένη
Κι έναν νεαρό Βιργίλιο
που ο θάνατος τού ψιθύριζε στο αυτί:
«ζήσε γιατί έρχομαι»
Ένα όχημα με οδήγησε στην Τροία
τη φλεγόμενη πόλη
τα κοίλα τείχη της μες στους καπνούς
κι οι Tρωάδες ξέπνοες στους δρόμους
έκλαιγαν τα παλληκάρια τους και ξέσχιζαν τα ρούχα τους
Οι φωνές τους ενώνονταν με των γυναικών στη Συρία
ο πόνος τους ο ίδιος
μια θάλασσα στεγνή.
ΙΙ
Στάση για καφέ
Ο καφές είναι δυνατός και η γεύση του
δε διαφέρει από τον πρωινό αέρα που
διαπερνά τη στοά Μπέρλινγκτον
παρασέρνοντας τις μυρωδιές
του αγγλικού προγεύματος.
-κάθεται στο στομάχι για ώρες -
Ο Μάρτης στο Λονδίνο
δεν είναι ο Μάρτης της Λευκωσίας
αδιαφορεί βεβαίως για τη σύγκριση
είναι ψυχρός κι απόμακρος
όπως τ’ ασημικά στις βιτρίνες
που προσκαλούν τους πελάτες
και προκαλούν την περιέργεια
οι τιμές απρόσιτες
όχι όμως αποτρεπτικές για μερικούς
που νιώθουν οικεία με την κρύα όψη
και την πρόσκαιρη γυαλάδα τους.
ΙΙΙ
Στα ίχνη των αλόγων
Διασχίζοντας το HydePark γνώρισα μιαν αρχοντική
απόκληρη της Σοβιετικής επικράτειας
Έκανε μακρινούς περιπάτους μέσα στο πάρκο
τα μάτια της άστραφταν όταν μιλούσε για τον πατέρα
και τον παππού της, για την ομορφιά της μάνας της
Βάδιζε αργά, γι’ αυτό συγκρατούσα
τον γρήγορο βηματισμό μου. Γεννήθηκε στη Μόσχα
μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο
ξέθωρες αναμνήσεις ζούσαν μαζί της στο Λονδίνο
το δέρμα της αφράτο σαν κτυπημένη κρέμα
Μου θύμισε τη Σβετλάνα που γνώρισα πριν μερικά χρόνια
τρίτη γενιά Ρώσων στο νησί
Το HydePark φορούσε τα τρυφερά χρώματα της άνοιξης
τα δέντρα περπατούσαν μαζί μας
οι σκιές τους έσκυβαν στα πρόσωπα
αποκαλύπτοντας μια κρυφή αξιοπρέπεια
όπως οι πίνακες του Ρόθκο
Η σημασία που δίνει κάποιος στο χρώμα
τ’ ουρανού και της μέρας, φαίνεται στα μάτια του
κι η ανάσα της χλόης και των λουλουδιών
στο πρωινό του τσάι
Περήφανα άλογα διέσχιζαν το πάρκο
σκυλιά με μάλλινα κασκόλ στο λαιμό τους
Ο αέρας ανέβαινε τις σκάλες του ορίζοντα, εξαντλημένος
δυο γριούλες μας προσπέρασαν τουρτουρίζοντας
κι ο ήλιος ακολουθούσε από απόσταση
τα ίχνη των αλόγων.
ΙV
Στάση για τσάι
Τον συνάντησα ύστερα από χρόνια
και ήταν σα να μην είχαμε χωρίσει ποτέ
συντονίσαμε τα ρολόγια μας
και υποσχεθήκαμε να ξαναβρεθούμε
Στο δικό μου οι δείκτες μετακινήθηκαν
μόλις γύρισα στον τόπο μου
μαζί τους κι ο συντονισμός
Φυλάω όμως εκείνο το βράδυ του Μάρτη
στο Λονδίνο, κάτω από το
φθίνον πρόσωπο του φεγγαριού
πίνοντας καυτό τσάι φρέσκο δυόσμο
καθώς έπεφτε η νύχτα
σαν κουρτίνα σε παράσταση και
«να περάσεις τ’ αστέρια σε κλωστή
να σου φέγγουν τις νύχτες…
να μπαίνεις συχνά στα ποιήματά σου
να τα κρατήσεις ζωντανά»
έγραψα σ’ ένα πρόχειρο χαρτί
Κάποτε σε σκόρπιους στίχους
ξαναβρίσκω το δρόμο μου.
V
Μέτρα προστασίας
Στην τηλεόραση πανικοβλημένες συζητήσεις
για τον κορωνοϊό
Αυτή την ώρα η Άπω Ανατολή κοιμάται
Εκκλήσεις: με το άγγιγμα του νερού διαλύεται ο ιός
αρνήσου να σφίξεις το χέρι του άλλου
αρνήσου την αγκαλιά, το φιλί του
τα ράφια τροφίμων γυμνά
τα σχολεία σίγησαν
αναλύσεις, γραμμικές παραστάσεις
σε πόσους κατοικεί ο έγχρωμος ιός
πόσους έχει αποτελειώσει
Ο παγκόσμιος χάρτης με όλες τις χώρες
μουντζουρωμένες
Στο πρώτο κανάλι ο Πρωθυπουργός
εξάγγειλε μέτρα προστασίας
Είμαστε ξοφλημένοι, σκέφτηκα
ο κορονοϊός είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης ασυδοσίας
Ανοίξαμε λογαριασμό με τον θάνατο
Κλείστηκα στο δωμάτιό μου, δύο επί δύο
μια στρυμωγμένη τουαλέτα στη λονδρέζικη σιωπή
Στο διπλανό κανάλι ένα ζευγάρι αντάλλαζε χάδια
και ξέπνοα φιλιά
Έξω από την οθόνη η ζωή συνεχιζόταν
ο ουρανός δεν σταμάτησε να βρέχει
τα σύννεφα έπαιζαν το κομμάτι τους
κι ο ήλιος δεν μπορούσε να ξεμυτίσει
Έσβησα το φως, πάτησα το τηλεκοντρόλ
κι όλα εξαφανίστηκαν
τα μάτια του μυαλού μου μπήκαν
στο σύθαμπο ενός κόσμου
απόκοσμου.
VI
Στο πλανητάριο
Ο Τσιάρλς Σίμικ έγραψε πως οι τρούλοι των εκκλησιών
με τις βυζαντινές τοιχογραφίες μοιάζουν
με πλανητάριο και πως
η μάνα του όταν αντίκρισε τον ουρανό
στο πλανητάριο αποφάνθηκε «όλη η δημιουργία
είναι κάτι παράλογο, ένα καλαμπούρι!»
Δε με παραξένεψε καθόλου
γιατί κι ο δικός μου παππούς
όταν τον Ιούλιο του 69 ανακοινώθηκε
πως οι πρώτοι άνθρωποι πάτησαν το φεγγάρι
αποφάνθηκε: «Θα το γυρίσει ο Θεός ανάποδα
και θα τους κατρακυλήσει. Αυτά είναι
τεχνάσματα των απίστων!».
Λονδίνο, Μάρτης 2020
ΣΤΟ MÜNSTER
Ξαπλώνω στο γρασίδι
κι επεκτείνω με τα μάτια μου το σύμπαν
επεκτείνω τον ουρανό, τα σύννεφα, τις σκιές
την υγρή σιωπή της λίμνης
τα πουλιά παίζουν πιάνο στα πλήκτρα των δέντρων
ο άνεμος διασχίζει την επιφάνεια των πραγμάτων
γυρίζει με ταχύτητα τον άτλαντα
κι οι χώρες παίρνουν δρόμο
κι ο κόσμος γυρίζει σ’ ένα rollercoaster
κραυγάζοντας
Θέλω να γράψω την ύπαρξή μου στο περιθώριο
αυτού του κόσμου
προτού η αυγή αλλάξει δέρμα και γίνει φίδι
να υπογράψω την καταδίκη μου
γι’ αυτά που δεν πρόλαβα να κάνω
προτού τα μαλλιά μου διασταυρωθούν με μιας γριάς
Θέλω να φάω ψωμί ζυμωμένο με σκοτάδι
λίγα γκρίζα σύννεφα κι εύθραυστες στιγμές
ψημένο στο φούρνο μικροκυμάτων
γρήγορα και ανθυγιεινά
Ψωμί για γερά στομάχια
που αντέχουν τα γυμνά τοιχώματα
της εποχής μας.
Burg Hülshoff, Σεπτέμβρης 2019
ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΞΗΜΕΡΩΝΕΙ
Άρχισε να ξημερώνει
όταν, στην ησυχία μου
καθώς διάβαζα απορροφημένη Σουρίτα 1
με άγγιξε στον ώμο
«Σήκω και πιάσε μια ζιβανία 2»
Από τώρα; αποκρίνομαι
«Ναι, γιατί όχι»
Μα είναι πολύ νωρίς για ζιβανία
«Δεν έχει νωρίς και αργά για μένα
όλες τις ώρες μπορώ να πίνω»
κι έριξε τα ζάρια με τ’ ανοιχτά στόματα
Σήκωσα το κεφάλι από το βιβλίο κι έψαξα τα μάτια του
κι είδα μέσα τους ν’ απλώνονται
οι βουνοκορφές του Πενταδάκτυλου 3
καθώς τις ακουμπούσε το πρώτο αχνό φως του ήλιου
Και τότε κατάλαβα πως η φωνή που με διάταζε
δεν ήταν η δική του, αλλά του βουνού
διψασμένου να μεθάει
από το πρωί ως το βράδυ
να μην ακούει, να μη νιώθει, να μη θυμάται
να μη βλέπει.
1 Ραούλ Σουρίτα, ένα από τα μεγάλα ονόματα της Χιλιανής ποίησης του τελευταίου τρίτου του 20ου αιώνα και των αρχών του 21ου.
2 Ζιβανία, παραδοσιακό αλκοολούχο ποτό της Κύπρου.
3 Πενταδάκτυλος, που σήμερα ακόμη βρίσκεται υπό τουρκική κατοχή, είναι επιμήκης ασβεστολιθική οροσειρά, που εκτείνεται κατά μήκος της βόρειας ακτής της κατεχόμενης Κύπρου. Οφείλει το όνομά του στην ομώνυμη κορυφή, η οποία έχει το σχήμα παλάμης με πέντε δάκτυλα.
Μάρτης, 2018
Βιογραφικό σημείωμα
Η Λίλη Μιχαηλίδου ζει και δημιουργεί στη Λευκωσία.
Έχει εκδώσει σε Ποίηση:
- Η Αλχημεία του Χρόνου, Γκοβόστης, 2001
- Ανάγλυφα Σχήματα και Δρόμοι…, Γκοβόστης, 2003
- Ανάμνηση μιας Ανατολής (δίγλωσση έκδοση), Γκοβόστης, 2004
- Υπαινιγμοί, Μελάνι, 2008
- Αρένα (δίγλωσση έκδοση), Μελάνι, 2014 (στη βραχεία λίστα για το κρατικό βραβείο ποίησης 2014)
Και σε Πεζό:
- Η πόλη δε θέλει συστάσεις, αφηγήματα, Μελάνι, 2010
- Σταγόνες από τη Χώρα των Μαασάι, Λευκωσία, 2017, 2019
- ΕΚΕΙΝΟΣ, ανδρών ιστορίες, διηγήματα (δίγλωσση έκδοση)
Μελάνι, 2019 (στη βραχεία λίστα για το κρατικό βραβείο διηγήματος 2019)
Ποιήματα και πεζά κείμενά της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, μπλοκς, εφημερίδες και ανθολογίες στην Κύπρο και το εξωτερικό.
Έχει λάβει μέρος σε διεθνή φεστιβάλ λογοτεχνίας και ποίησης, όπως στο Βερολίνο, στην Αθήνα, στο Γερεβάν, στη Γρανάδα, στην Κένυα, στην Τήνο, στη Βαρκελώνη, στη Σετ Γαλλίας, κ.ά.
Ανάμεσα σε πολλές παρουσιάσεις, οργάνωσε το 2010 την παρουσίαση του Νομπελίστα Σουηδού Ποιητή Tomas Tranströmer στη Λευκωσία και το 2011 την παρουσίαση της βραβευμένης Ελληνίδας συγγραφέως Έρσης Σωτηροπούλου.
Υπήρξε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Κυπριακού Κέντρου Συγγραφέων ΠΕΝ (2013-2019) και συνδιευθύνει το μη κερδοσκοπικό Οργανισμό Ιδεόγραμμα, οργανώνοντας λογοτεχνικά φεστιβάλ και ποιητικές συναντήσεις στην Κύπρο και στο εξωτερικό, με τη συμμετοχή ποιητών και συγγραφέων από όλο τον κόσμο.