Δέκα ποιήματα της Γεωργίας Δεληγιαννοπούλου

Δέκα ποιήματα της Γεωργίας Δεληγιαννοπούλου
Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" έχω προσκαλέσει τη λογοτέχνιδα Γεωργία Δεληγιαννοπούλου. Η καλεσμένη μου σπούδασε Νεοελληνική Φιλολογία , κιθάρα και φωνητική. Έχει εργαστεί ως ηθοποιός και ως καθηγήτρια σε φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης. Έχει ανεβάσει θεατρικές παραστάσεις με μαθητές δημοτικού και γυμνασίου. Το 1996 βραβεύτηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Παιδικού Θεατρικού Έργου για το έργο της «Ένα Συννεφάκι στο Πόρτο Τρελό». Με το θεατρικό έργο της «Αχ, Πεφταστέρι» ( 2002), το Θέατρο του Νέου Κόσμου εγκαινίασε τη δράση της κινητής μονάδας θεάτρου για παιδιά που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία και ιδρύματα. Σε συνεργασία με τον Μανώλη Γιούργο, το 2008 δημιούργησε τον Χώρο Τέχνης Ιδιόμελο, όπου εργάζεται και δημιουργεί ως σήμερα. Έργα της έχουν βραβευτεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Πεζά και ποιήματά της φιλοξενούνται στον ηλεκτρονικό τύπο. Έχει εκδώσει δυο ποιητικές συλλογές,μια νουβέλα,ένα βιβλίο με παιδικά τραγούδια-παραμύθια, ένα με αφηγήματα,μια θεατρική διασκευή λαϊκού παραμυθιού, ενώ συμμετέχει με ένα βραβευμένο διήγημά της σε ανθολογία διακριθέντων διηγημάτων. Η ποίησή της είναι αφηγηματική, συμβολική,υπαρξιακή. Ο λόγος της είναι πολύχρωμος, περίτεχνος, χυμώδης, ζωηρός. Εμπνέεται από τον θαυμαστό κόσμο της φύσης,τον θησαυρό των παραμυθιών,των μύθων και των θρύλων, τις χαρές και τις απώλειες, το παιδί που κρύβουμε όλοι μέσα μας. Θ' απολαύσουμε δέκα πανέμορφα ποιήματά της. Τα δυο μελοποιημένα!

5 ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Συνομιλώντας με ένα τριαντάφυλλο

-Όχι, τον μαρασμό ουδείς αντέχει να ατενίζει. Προτιμότερη η ανθοφορία, έστω φθινοπωρινή. Για το μετά, δεν ξέρω.
Ένα τέλος δεν σημαίνει πάντα απ’ την αρχή ζωή. Θα αρκεστείς λοιπόν στην ομορφιά εφήμερη, κι ας γέρασε.
-Ναι, οι φλέβες αίμα και φως. Φλέβα στο μέτωπα μετά από κλάμα οδυνηρό, φλέβα ενός σκληρού λαιμού στον οργασμό,
φλέβα μπλαβιά στο πόδι μου που γέρασε, φλέβα νερού στα Υψηλού.
Και του τριαντάφυλλου φλέβα κι αυτή της πιο σεπτής και πρόσκαιρης ανάστασης

Συνομιλώντας με έναν Νοέμβριο του 2020

Δυσανάγνωστο απόψε το φεγγάρι κι απειλητικό το φως του.
Ίσως και να φταίει ο τρόμος του αύριο όμως και το φεγγάρι να είναι η ποιητική του άκακη εκδοχή.
Το αύριο φτιάχνει ένα πηγάδι στο κενό και συνεχώς καταβροχθίζει το φεγγάρι.
Το αύριο ξημέρωσε κι αναποδογυρίζει ο κόσμος.
Ο κρότος του ένας τσίγκινος κουβάς.
Χύνονται ψάρια σύγκορμα τρεμάμενες τόσες ψυχές...
Άλαλα τα ψάρια ξεψυχούν.
….

Συνομιλώντας με ένα πουλί

Ό,τι ονειρεύτηκα ζυμώθηκε στον ουρανό. Η γη διαρκώς πενθεί...

συνομιλώντας με μία Λιμπελούλα

-Εδώ στα μαύρα σκότη
Εκεί στη λίμνη της χαράς
Μαζί στους δυο κόσμους ένας ήλιος

Βαριά ανασαίνει και πενθεί, ερωτεύεται και σμίγει
Και δεν αφήνει τίποτα να πέσει χάμω να χαθεί
Κι αν πέσει γίνεται σκουλήκι κι αν ανεβεί γίνεται κλέφτης των ζωών
Κι αν σωπάσει Αρχάγγελος δακρυσμένος μετέωρος στην κόψη του σπαθιού την τρομερή
Εδώ στα μαύρα σκότη
Στο Δράμα που ακόμα συντελείται
συνεχώς με τα καινούργια μοβόρικα σκαθάρια - αίμα να πιουν -
Και συνεχώς καινούργιο το αρχαίο όνειδος
Ποιος να προστατέψει το άστεγο το άσωτο το αναιμικό παιδί
Άπνοο ποιο παιδί που το στρατεύουν μέσα σε προσωπεία
Ποιος να σκάψει την ρωγμή της χαράς να βρει νερό
Εδώ η χαρά ένα δισκίο αναβράζον
κατευνασμός σωμάτων που σφαδάζουν
Κι ο θάνατος εργοτάξιο

-Το μέλλον, ω το μέλλον,
Μια διαρκώς υπόσχεση που έχει μόνο παρελθόν

Κι ο ήλιος νεφεληγερέτης πίνει κρασί πίνει ζωές πίνει σιωπή
Θα υφάνει δίχτυ αράχνης μέχρι τα σκότη του Άδη
Μέχρι τα μάκρη του ουρανού
Καβάλα σ’ έναν Όλυμπο,
Πετούμενος στους κάμπους,
Αρχαίος ανεμόμυλος
Θάλασσα, καλντερίμι απ’ την αρχή,
Το γαϊδουράκι των Βαγιών
Ο αγράμματος ο αγωγιάτης που διαβάζει τ’ άστρα
Παρανάλωμα, ρετσίνι και σάρκα
Και η Χρύσα
Ήλιος κι αυτή μαργαριταρένιο να κεντάει ένα περιδέραιο από γέλιο:

-Πιστεύω σ’ έναν Ήλιο Παντοκράτορα
Φως εκ φωτός μέσα στο ρηγματωμένο σώμα
Σ’ ένα Κενό σε μια άδολη σιωπή
Σ’ ένα θανάτου πότισμα
Στη νεροσυρμή μόνο του έρωτά μου

(Εκεί στη λίμνη της χαράς το βλέπεις πλέον καθαρά
Έλεγχος δεν υπάρχει κι ο Ελεγκτής δεν είσαι συ)

-Είσαι φτωχός είσαι γυμνός
Μονάχα ένας κοινωνός
Ζεις και πεθαίνεις ευτυχώς
Στον Αίολο για να τον κάνει φως
Τον έλεγχό σου πούλα
Είσαι φτωχός είσαι γυμνός
Άφησε όλο σου το βιος
Στην Άγια Λιμπελούλα
….

Στο περιβόλι μου το πατρικό

Στίχοι-Μουσική-Ερμηνεία: ΓΕΩΡΓΙΑ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

Αυτό που ξέρει η κερασιά εγώ αγνοώ
της λεμονιάς δεν έμαθα τη γλώσσα
μπορώ ακόμα όμως όσο κι αν γερνώ
να επιστρέφω πίσω χρόνια τόσα
στο περιβόλι μου το πατρικό...

Να σου στολίσω με κεράσια τα μαλλιά
σαν τότε που με δρασκελιές πηδούσες το παρτέρι
και σκαρφαλώναμε μαζί στη γέρικη βερικοκιά
και τα τζιτζίκια πιάναμε μονάχα μ' ένα χέρι

Κι αυτό που ξέρει ο καιρός εγώ αγνοώ
σαν άγρια τριανταφυλλιά με πνίγει
εκείνη που σκαρφάλωνε στο φράχτη τον ψηλό
και τα όνειρά μου τώρα πια τυλίγει
στο περιβόλι μου το πατρικό

Ξανά να σου στολίσω με κεράσια τα μαλλιά
σαν τότε που με δρασκελιές πηδούσες το παρτέρι
και σκαρφαλώναμε μαζί στη γέρικη βερικοκιά
και τα τζιτζίκια πιάναμε μονάχα μ' ένα χέρι

Κι αυτό που ξέρει η κερασιά εγώ αγνοώ
της λεμονιάς τα δίφορα τα κλώνια
ο κόσμος χάνεται τρεχούμενο νερό
μα εγώ ξυπόλυτη πατάω ακόμα
στο περιβόλι μου το πατρικό

3 ποιήματα

από τη συλλογή «ΤΟ ΨΑΡΙ ΠΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ»
Το ψάρι που τραγουδάει

Από όλα τα παράδοξα της ζωής μου
Ετούτο είναι το πιο αξιομνημόνευτο
Ήμουν παιδί πριν το σχολειό
Με τη μητέρα μου εκδρομή στα σύδεντρα κοντά μιας φημισμένης λίμνης
Κι εκεί που περπατούσαμε κι αγνάντευε εκείνη τις λεύκες ευθυτενείς
Να θροΐζουν πάνω απ’ το κεφάλι στη γλώσσα τους με κεντημένα ερωτόλογα
(Που φαίνεται ότι τα νιώθαμε κι εμείς γιατί σχεδόν ψιθυρίζαμε αναμεταξύ μας
θαυμαστικές φωνούλες
- η μητέρα φορούσε την κοντή κόκκινη ζακέτα και μια φούστα κλος
που ριγούσε με το παραμικρό φύσημα
Κι ήταν αφύσικα ευδιάθετη και μου κρατούσε το χέρι μαλακά χωρίς βία όλως περιέργως
Γιατί συνήθως είχε φόβο
Ότι θα με τραβήξει απότομα κάποιος κρυφός βοριάς ας πούμε
ή θα με σύρουν ξωτικά για πάντα στις φωλιές τους και θα με κάνουν τρελή )
Εκεί που περπατούσαμε λοιπόν
τράβηξα απότομα τα δαχτυλάκια μου απ’ το χέρι της
Τόσο γρήγορα όσο περνάει απ’ τη ματιά μια γερακίνα
Κι έφυγα τρέχοντας χρεμετίζοντας σαν άλογο
Καταπάνω στο μικρό μονοπάτι πιλαλώντας
Δοσμένα αδιαπραγμάτευτα
Όπως στον οργασμό
όταν κοιτάς στα μάτια το αγαπημένο πρόσωπο
Κι οι θερμές ανάβρες της ζωής αντιδοτούν τον θάνατο
Χορεύοντας στο αχάτι του υαλώδους
Η μανούλα μου έβγαλε μια κραυγή τρόμου
Κι έτρεξε στο κατόπι μου
Αλλά ήταν το μονοπάτι δαιδαλώδες
Και μ’ έχασε αμέσως
Άκουγα ανάμεσα στα φυλλώματα τη φωνή της
Μα έπαιζα πια κυνηγητό κι ήταν ωραία
Κυλάει αυλάκια ο ιδρώτας κι η αναπνοή βαραίνει
πέφτουν πάνω μου βρύα λυγαριές δεντρόπουλα
ξεφεύγω στρίβω κι η φωνή της μάνας αργοπορεί
Ώσπου τα βήματά μου σταμάτησαν σ’ ένα ξέφωτο
Λίμνη κρυσταλλωτή και πάνω της πλατάνια
Κι η αντανάκλαση χωρίς ρυτίδα ανέπαφη από πλάνες
Το πάνω το κάτω ένα και το αυτό
Και μόνο δυο ελάφια που έπιναν νερό
Τσαλάκωναν με τις γλώσσες τους το αχόρταγο Ένα
Σήκωσαν το λαιμό με μια ριπή με είδαν και χαθήκαν
Η σιωπή έγινε άρωμα ιάμβου
Και τότε ανάμεσα στο πράσινο και το ουρανί
Ένας σπασμός ράγισε το νερό
Και αναπήδησε ένα ψάρι
Δεν μ’ είχε δει ή με ανέχτηκε - ποιος ξέρει -
Κι άρχισε να χορεύει και να τραγουδά
Στον πρώτο ρυθμό που άκουσε ποτέ η καρδιά μου
Η ουρά του κρουστή
Το στόμα του λάλο
Και το κορμί του παρθένος χρυσός
Με γραμμώσεις κόκκινες
Έλεγε ένα τραγούδι που δεν θυμάμαι πια
Κι αδυνατώ να το περιγράψω ασφαλώς
Αλλά τ’ αυτιά μου γίναν του ελαφιού
Η όσφρησή μου αλόγου
Τα μάτια της μου έδωσε η γερακίνα που κοιτούσε από ψηλά
Κι όλα τα ρω του κόσμου ήρθαν και γλίστρησαν
από τους υδρατμούς μέσα στον ουρανίσκο μου
Κι έγιναν σάλιο μου έκτοτε
Το ψάρι τραγουδούσε ώρα
Κι αναπηδούσε στον αέρα
Μέχρι που κουράστηκε και μ’ ένα λυγμό βύθισε το κορμί του στο νερό
Κι ύστερα πάλι γυαλί ο κόσμος αχάραγο
Κι από μακριά ξεπρόβαλε η φωνή της μητέρας
Έτσι έγινε λοιπόν
Λίγο πριν πέσω στον κόσμο
Το ψάρι που τραγουδάει
Έτυχε να συναντήσω μια μέρα εκθαμβωτική
Και πρώτη φορά το λέω και το ομολογώ....

IΙΙ (από την ενότητα «4 αφορισμοί»)

Δεν έχει τόπο
έχει τρόπο
ο τόπος είναι κινούμενη άμμος
ο τρόπος είναι να μιληθεί
ο αχνός που αφήνουν οι κόκκοι πίσω
κι αυτό το σείστρο του ρίγους
πριν η φωνή χαθεί

Δεν έχει οδό
έχει ρόδο
η οδός είναι μπαζωμένο ρέμα
το ρόδο είναι χέρι που θα ματωθεί
απ’ τ’ αγκάθια του είδους
πριν ανθισμένο αρθεί

Μια χειρονομία έχει
δεν έχει άλλα
κι οικονομία
μία
να γράφεις μονοκοντυλιά
και ορθογραφημένο
είμαι
στις φλέβες του μαρμάρου
….

Νικήθηκα

Με τα μέλη σε θέση
συντριβής
το τόσο δα
το ελάχιστο
το κύτταρο
διαρκώς ορίζω
ό,τι κατάφερε κι έγινε γάλα εν μέσω ατέκνων

Αλλά
Νικήθηκα
πριν ή μετά τη γέννα
δεν ξέρω πότε ακριβώς
κι από τότε αγωνίζομαι
να επουλώνω πληγές αιώνων
- τις έμαθα στη φλέβα μέσα
διατρέχοντας το βουητό αρχαίων πόνων
από τις σχισμές των φιλιών
να περνούν στα χείλη στη γεύση στο σώμα
να σπέρνουν στη χολή και στη γλώσσα φαρμάκι –

(Φταίει ο καιρός ποιος ξέρει
που μιλάνε όλοι μια παράταιρη λαλιά)

Κατά τα άλλα
δεν ανάστησα τίποτα
ούτε μια λαμπρή εικόνα από το σήμα της ομορφιάς
….

1 ποίημα

από την συλλογή ΣΕΜΝΑ ΘΑΜΜΕΝΑ
Ορνιθόκαμπος

Δεν θα παρηγορήσω κανένα φθινόπωρο
Είχα μια μάνα που έγινα
Έγινα μια χαρά που έχασα
Και το γινωμένο δεν είναι μόνο ένα καλοκαίρι
Είναι και το σαλιγκάρι που ξεπόρτισε
Στο αειθαλές κενό
Να αργογλιστρήσει
Μέχρι του απήγανου το ανάγνωσμα
Άλλωστε εν καιρώ λιμών
Τα δάκρυα λένε είναι αγίασμα
Το ξέρουν κι οι άπιστοι κι οι πιστοί
στα δάκρυα η σορός της ξηρασίας γίνεται
Μπορεί και γλυπτό

Ερωδιέ μου εσύ
Χειμωνοβουτηχτάρι
Χουλιαρομύτα
Βουρλίσου
Εκκλησίασμα από μικρές χαραμάδες
Έχει μόνο εδώ αυτός ο καιρός
Φύγε
Βούτα
Ζευγάρωσε
Χόρεψε
Χήρεψε

Κι ο πρόσφυγας μπορεί να σωθεί
Κι ο γέρος να έχει χάδι
Και ένα κοπρόσκυλο με τιμές να θαφτεί
Και ο φονιάς να πληρώσει
-ένα μέρος έστω του τιμήματος -
Τίποτα απίθανο τον καιρό τούτο

Αγριόχορτα και σαυράκια θεριεύουν
Όμορφα
Στα αρχαία καλντερίμια
Κι ο χρόνος τους παραμυθία δεν έχει

1 τραγούδι
από το βιβλίο-cd ΜΙΑ ΡΙΓΕ ΓΑΡΙΔΑ ΡΟΖ
Τα ψίχουλα εκεί απάνω

Τα ψίχουλα εκεί απάνω
τα λέμε αστερισμούς
κι απλώνουν μέχρι εκεί που άλλο δε φτάνει
Άραγε πόσα αστέρια να 'ναι στους ουρανούς
πόσα χωράει ο νους και πόσα χάνει.

Αν ήμουν αστεράκι
αγάπη μου μικρή
θα σ' έπαιρνα με μια τρελή ακτίνα
να σ' ανεβάσει επάνω στο θόλο το βαθύ
και συ να βλέπεις κάτω την Αθήνα.

Να βλέπεις την Ελλάδα, να βλέπεις τη Χιλή
να βλέπεις το νησί Μαγαδασκάρη
ώσπου να γίνει μία κουκίδα όλη η γη
και πίσω σου ν' αφήσεις το φεγγάρι.

Και η Άρκτος η Μεγάλη
και η Άρκτος η Μικρή
και οι ωραίες αδερφές Πλειάδες
όλα σ' αυτή τη βόλτα, σ' αυτή την εκδρομή
όσα έχεις δει κι όσα ποτέ δεν τα 'δες.

Τα ψίχουλα εκεί απάνω
τα λέμε ξαστεριά
και φτάνουν μέχρι εκεί που άλλο δε σώνει
να τα φοράς στο πέτο
καρφίτσα στο γιακά
με το μεγάλο κόσμο να σ' ενώνει.
….

Βιογραφικό σημείωμα

Η Γεωργία Δεληγιαννοπούλου σπούδασε Νεοελληνική Φιλολογία στο ΑΠΘ, θέατρο στο ΚΘΒΕ και παράλληλα μουσική (κιθάρα - φωνητική). Έχει πτυχίο σύγχρονου τραγουδιού. Δούλεψε αρχικά σαν ηθοποιός στην Πειραματική Σκηνή της Τέχνης και στη συνέχεια επέστρεψε στην Αθήνα και εργάστηκε για χρόνια σε φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης, ενώ παράλληλα έκανε θεατρικές παραστάσεις με παιδιά δημοτικού και γυμνασίου. Το έργο της «Ένα Συννεφάκι στο Πόρτο Τρελό» βραβεύτηκε με το Α΄ Κρατικό Βραβείο Παιδικού Θεατρικού Έργου (1996). Με το θεατρικό έργο της «Αχ, Πεφταστέρι» ( 2002), το Θέατρο του Νέου Κόσμου εγκαινίασε τη δράση της κινητής μονάδας θεάτρου για παιδιά που νοσηλεύονται σε νοσοκομεία και ιδρύματα. Το 2008, μαζί με τον Μανώλη Γιούργο, δημιουργεί τον Χώρο Τέχνης Ιδιόμελο, όπου και σήμερα ζει και εργάζεται. (https://idiomelon.gr)
Έχει εκδώσει τα βιβλία:
• "Μια Ριγέ Γαρίδα Ροζ", εκδόσεις Κάστωρ (παιδικά τραγούδια-παραμύθια).
• «Ανασαίνει ο κήπος», αφηγήματα, από τις εκδόσεις Κέδρος (όπου υπάρχει και το βραβευμένο στον Λασκαρίδειο Διαγωνισμό του Λυκείου των Ελληνίδων διήγημα «Εκείνος που με κοιμάται»).
• «Το δέντρο της Αμαλίας», νουβέλα, εκδόσεις Γαβριηλίδης.
• Το διήγημά της «Το νεκρό παιδί» συμπεριλαμβάνεται στην συλλογή διακριθέντων διηγημάτων (στο διαγωνισμό Λόγω Τέχνης) «11 λέξεις», εκδόσεις Καλέντης (2013).
• «Η επιστροφή της Μαρούλας», θεατρική διασκευή για παιδιά δημοτικού του λαϊκού παραμυθιού «Η Μαρούλα» (2014), εκδόσεις Λαγουδέρα.
• «Σεμνά θαμμένα» (2017), ποιήματα, εκδόσεις Λαγουδέρα.
• «Το ψάρι που τραγουδάει» (2021), ποιήματα, εκδόσεις Λαγουδέρα.
• Το ποίημά της «Σονέτο για ένα βαρελόσκυλο» διακρίθηκε στον 9ο Λογοτεχνικό διαγωνισμό Φιλοζωίας (2021)
• Ποιήματά της και πεζά δημοσιεύονται σε λογοτεχνικούς ιστότοπους.
 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr