Το σύννεφο στην ποίηση (Ποιήματα)

Το σύννεφο στην ποίηση (Ποιήματα)

Κι όλο απλώνονται στον ουρανό...και συνεχώς αλλάζουν σχήμα και μορφή... κι είναι μαγεία να ταξιδεύει το βλέμμα σου πάνω τους. Τα ονειρεμένα σύννεφα. Για να δούμε πώς τα ζωγράφισε η πένα των ποιητών!

Σου το ’πα για τα σύννεφα-ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Σου το ’πα για τα σύννεφα
σου το ’ πα για τα μάτια τα κλαμένα
για τα σημάδια που άφησαν τα χέρια μας
πάνω στα τραπεζάκια τα βρεμένα.
Στα φανερά και στα κρυφά
σου το 'πα για τα σύννεφα.
Για σένα και για μένα.

Σου το 'πα με τα κύματα
σου το 'πα με τη σκοτεινή ρουφήχτρα
με το σκυλί και με το κλεφτοφάναρο
με τον καφέ και με την χαρτορίχτρα.
Ψιθυριστά και φωναχτά
σου το 'πα με τα κύματα.
Σου το 'πα μες στη νύχτα.

Σου το 'πα τα μεσάνυχτα
σου το 'πα τη στιγμή που δε μιλούσες
που με το νου μου μόνο λίγο σ’ άγγιζα
κι άναβε το φουστάνι που φορούσες.
Από κοντά κι από μακριά
σου το `πα τα μεσάνυχτα.
Με τ’ άστρα που κοιτούσες.

Πηγή: Tο Φωτόδεντρο , Ίκαρος 1971

Εγώ ’μαι τ’ άσπρο σύννεφο...-ΝΑΠΟΛΕΩΝ ΛΑΠΑΘΙΩΤΗΣ

Εγώ ’μαι τ’ άσπρο σύννεφο και συ το αργυρό αστέρι.
Χύνω βροχή τα κλάματα και χιόνι φλογισμένο,
με παραδέρνουν άνεμοι, χειμώνα, καλοκαίρι
και στου βουνού καμιά φορά τη ράχη ξαποσταίνω.

Όλα τα βλέμματα θαρρούν πως ακουμπάς σε μένα,
όταν γλιστράμε στο κενό, τη νύχτα ταίρι-ταίρι.
Μας βλέπουν ν’ αγγιζόμαστε γλυκά κι ερωτεμένα,
κι όμως, στ’ αλήθεια, το Άπειρο, δε μας χωρίζει, Αστέρι;

Πηγή: Ναπολέων Λαπαθιώτης,Ποιήματα, Εκδόσεις Ζήτρος,2001

Τα σύννεφα-ΛΑΜΠΡΟΣ ΠΟΡΦΥΡΑΣ

Άλλα σα στάχτη κι άλλα ωσάν την πίσσα
σκεπάζουν τα βουνά και πνίγουν τ' άστρα,
προσκυνητές θολοί στα ερημοκλήσα,
και μαύροι καβαλάρηδες στα κάστρα,
άλλα σα στάχτη κι άλλα ωσάν την πίσσα.

Απόψε πάνε, πάνε και γυρίζουν,
σιμά στα κάστρα τ'άδεια και χορεύουν,
σιμά στα ερημοκλήσα και τ' αγγίζουν,
κάποια καλά στη νύχτα εκεί γυρεύουν,
κι απόψε πάνε, πάνε και γυρίζουν.

Κάποια καλά,μα ολότελα χαμένα,
μέσα στη νύχτα εκεί και στον αγέρα,
τα σύννεφα, για ιδές τα- ωσάν εμένα-
γυρεύουν, αχ! απόψε πέρα ως πέρα,
κάποια καλά, μα ολότελα χαμένα.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Σύννεφα της τρελής νοτιάς- ΛΑΜΠΡΟΣ ΠΟΡΦΥΡΑΣ

Σύννεφα της τρελής νοτιάς, ατρόμητ' απλωμένα,
τρεχαντηράκια αγέρινα με τα πανιά σκισμένα,
παλιές μου αγάπες, που από μια σκορπάτε σ' άλλην άκρια,
περήφανα στη μοίρα σας και δίχως μάταια δάκρια.

Στα πέλαγα που ανοίξανε για σας οι ουράνιοι θόλοι,
τρεχαντηράκια αγέρινα χωρίς αραξοβόλι,
εκεί που ταξιδεύετε, σε κάποιο τρεχαντήρι
τραβάτε τη θλιμμένη μου ψυχή καραβοκύρη.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Σύννεφα και κρύβουν τ' άστρα...- ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ

Σύννεφα και κρύβουν τ' άστρα-
έτσι οι λύπες μας.
Μαύρη νύχτα ξελογιάστρα-
Σύννεφα και κρύβουν τ΄άστρα-
έτσ' οι λύπες μας.
Σύννεφα και συχνοβρέχουν-
έτσ' οι λύπες μας.
Ποταμοί τα δάκρυα τρέχουν-
Σύννεφα και συχνοβρέχουν-
έτσ' οι λύπες μας.
Σύννεφα και θα σκορπίσουν-
έτσ' οι λύπες μας.
Τ' άστρα πάλι θα φωτίσουν-
Σύννεφα και θα σκορπίσουν-
έτσ' οι λύπες μας.

Πηγή: Χειμωνανθοί

Σύννεφα-ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ

Σύννεφα, σύννεφα! Νύχτα και μέρα
πώς ταξιδεύετε με τον αγέρα!

Κάποτε μοιάζετε με αρνιών κοπάδι
που βόσκει ατάραχα μες στο λιβάδι.

Κάποτε μοιάζετε πουλιά χαμένα
κι από τον άνεμο κυνηγημένα.

Σύννεφα !έφτασε του τρύγου η ώρα,
Κρέμεστε ανήσυχα, γεμάτα μπόρα.

Χώρες αφήνετε, σε χώρες πάτε,
βουνά σηκώνεστε, αχνός σκορπάτε.

Κι όταν η όψη σας στη δύση ανάβει
γίνεστε ολόχρυσο λαμπρό καράβι

που με τα ξάρτια του και τις αντένες
φεύγει σε θάλασσες ονειρεμένες!

Πηγή:Μιχάλη Περάνθη,Τα ποιήματά μου,Παιδική ανθολογία,Κένταυρος,1962

Συλλογισμένα σύννεφα-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Συλλογισμένα σύννεφα μουδιάζουν τὴν ψυχὴ
ποὺ κουρασμένα ὄνειρα ἐλαφροζαλίζουν.

21.5.1933

Πηγή: Βικιθήκη

Αγαπάω τα σύννεφα-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Ἀγαπάω τὰ σύννεφα
διότι τὰ ζηλεύω·
βρίσκονται ἐγγύτερα στὸν ἥλιο
βυθισμένα
στὴ γαλανὴ ἀτμόσφαιρα τοῦ ὀνείρου.

27.5.1933

Πηγή: Βικιθήκη

Τα σύγνεφα μαραίνονται... -ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Τὰ σύγνεφα μαραίνονται στὰ αἰώνια παραθύρια τ' οὐρανοῦ
μὰ δάκρυα καὶ λουλούδια μᾶς δίνουνε στὰ χέρια
σὰν τὶς καρδιὲς ἁπλώσουμε κι ὁ ἥλιος τὶς κοιτάξει.

24.2.1934

Μακριά κλαίνε τα σύννεφα-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Μακριά κλαίνε τα σύννεφα
Όλος ο παράδεισος θρηνεί
Πελώρια παιδική ηλικία,
Πέφτουνε αναρίθμητα τα φτερά μας στο κενό

Στένεψε η αναπνοή του κόσμου
Γλίστησε η χαρά
Η ορμή των παιδιών μας
Στο χάος - αποκάλυψη
Και πάψαμε με βία το θόρυβό μας.

Πηγή: Βικιθήκη

Τα σύννεφα επέρασαν παρθένες-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Τα σύννεφα επέρασαν παρθένες
Η κόμη τους μας έπεσε στους ώμους
Κι οι στοχασμοί μας ανέβηκαν εκεί
Γελούσαμε με τους θυμούς της φύσης
Και βλέποντας πως έβρεχε σιμά μας
Πως έμελπε η χλόη το νερό
Ενώ εμάς μας άγγιζε ο ήλιος.

Πηγή: Βικιθήκη

Ένα σύννεφο-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Ένα σύννεφο
Ένα κορίτσι
Ποιον ήλιο διαλέγει η καρδιά
Στο περιθώριο

Μαζεύει χαλίκια πηγαίνει μπροστά
Στην άμμο στην πέτρα
Τον αγέρα σβήνει.

Πηγή: Βικιθήκη

Σύννεφα στο γέρμα- ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΛΗΣ

Και πάντα ωραία τα σύννεφα στο γέρμα- είτε πεθαίνουν
στου κάμπου πέρα σιωπηλά την άκρια τη θολή,
είτε κι ονειρολάμνητα μεσοστρατίς διαβαίνουν
και χρυσοσάιτο αστρόβολο χτυπά και καταλεί.

Και πάντα ωραία τα σύννεφα στο γέρμα- είτε θλιμμένα
κρεμούν τη μαύρη κόμη τους στα στήθια τ'ουρανού,
είτ' άλικα κι ολόχαρα και ρόδα φτερωμένα
φυλλομαδούν λιγόθυμα στο φως του αυγερινού.

Και πάντα ωραία τα σύννεφα στο γέρμα- είτε καμάρες
κι εφτάχρωμα ορθοπλέκονται προπύλαια νέας αυγής,
είτε κοραλλοκλάδωτες ανήσυχες λαχτάρες,
ανάβουν φλογοθάλασσες στα πέρατα της γης.

Όμως απόψε πλιότερο μου αρέσετε από τ' άλλα,
σύννεφα εσείς, στου διάραχου την ύστερη αντηλιά,
που ως γίγαντες ασάλευτοι χρυσάρματοι καβάλα,
αναστοχάζεστε ήρεμα τη μπόρα την παλιά.

Πηγή: Σύννεφα στο γέρμα

Λευκά που ήταν τα σύννεφα- Γ.Σ. ΔΟΥΡΑΣ

Λευκά που ήταν τα σύννεφα στα ουράνια!
Κι η λάμψη απάνω τους του ηλιού,δόξα ασημένια.
Λευκά πολύ τα σύννεφα, πολύ γλαυκά τα ουράνια!
Κι έτσι , μου ανέβη στην καρδιά, λόγιασε ο νους μου,
-τόση ήταν η δόξα!-
ν' άνοιγαν έτσι εκεί γλυκά των ουρανών οι θόλοι,
τη δόξα Θεέ μου, ν' αντικρίσω τη δική Σου΄
μέσ' απ' τα ολάργυρα τα θάμπη-
τη δόξα σου όλη!

Πηγή: Δόξα,1934

Η συννεφιά-ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ

(Στον Θάνο)

Αυτός ο αράπης πλάι στην αστραφτερή γυναίκα
έχει μια καρδιά τόσο πονετική
όσο δεν έχουν οι λευκοί με τα εβένινα μπαστούνια
περνούν
γελάνε
χαιρετούν
κι ο φίλος γύρισε από την Ελβετία τόσο ταπεινός
τόσο θλιμμένος για τους γυμνούς στα κεραμίδια
κι όμως δεν υπάρχει ούτε ένα γλύκισμα της προκοπής
υπάρχουν όμως άπειρες γλυκές γυναίκες
μόνο που κρέμασαν στον ώμο τους ένα γκρίζο σύννεφο
που όσο πάει και μαυρίζει
κι ο κόσμος ξέχασε τ’ αδιάβροχα και τις ομπρέλες του
το σύννεφο σηκώνει το μαύρο δάχτυλό του
-Δεν είμαστε γλυκές για σας
ταπεινοί
φωνάζουν οι γλυκές γυναίκες
που θα κρυφτείτε πλανόδιοι πουλητές
μασώντας στο στόμα σας μαστίχα
ή μια βλαστήμια
όλοι κοιτάζουν έκπληχτοι
στους δρόμους των τοίχων κρεμασμένους
πίνακες ζωγραφικής
χρώματα χτυπητά κόκκινο και πράσινο
κι η βροχή αργεί να ’ρθει
κι η χαρά αργεί να’ρθει
όλοι κρατιούνται από τα χέρια με γλυκές ματιές
όμως το ξέρουν πως έπεσε κιόλας

ο πρώτος Κεραυνός

Πηγή: Μίλτος Σαχτούρης, Ποιήματα, Κέδρος

Ο λόφος το βουνό και το σύννεφο...-ΜΑΡΚΟΣ ΜΕΣΚΟΣ

X

Ο λόφος το βουνό και το σύννεφο μια γραμμή το ζώο
κάτω απ’ τη ζεστή κοιλιά κάμπος και λίμνες με τ’ απάνθρωπα ξόβεργα
άπιστος κυνηγός στο καραούλι — μπαμ!

μα εδώ τα πετεινά τ’ ουρανού ξεφεύγουνε τα βόλια
παλιά ιστορία η μαυρόκοτα η τσίχλα το τρυγόνι
η κόκκινη πέρδικα και η μπεκάτσα στη θολούρα της χειμωνιάς παλιά ιστορία
το φίδι και ο πελαργός ο ανήσυχος σκίουρος και οι νυφίτσες του χωριού
η λύκαινα και το φεγγάρι στη μαυριδερή του όψη
κανίβαλες αρκούδες έτσι για να τρομάζουνε την ησυχία.

Πηγή: Τα ισόβια ποιήματα ,1977

Το σύννεφο-ΝΙΚΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ

Αυτό που πλέει μες στον ουρανό,
άσπρο φτερό με ραβδωτούς θυσάνους,
δεν είναι διόλου η μοναξιά του ποιητή,
το δάκρυ ή το διάφανο αναλόγιο
των μυστικών ψαλμών ή ακόμη
αχνός από αόρατα βάθη (πόσω μάλλον
ιστίο τρυφερό, έτοιμο για ταξίδι).

Το σύννεφο που πλέει μες στον ουρανό
απλώς ακουμπά στον διψασμένο κάμπο
όπως στην ψυχή μας.

Πηγή: Το αθέατο μέσα μας, 1988

Σύννεφα- ΤΑΚΗΣ ΚΟΛΙΑΒΑΣ-ΜΩΛΙΟΤΑΚΗΣ

Με της μοίρας τα γραμμένα
πρώτα χρόνια και στερνά,
ένα σύννεφο κι εμένα
κυβερνάει παντοτινά.

Μ' ένα σύννεφο θλιμμένο
μες στις νύχτες ξαγρυπνώ,
μ'ένα σύννεφο πηγαίνω
μ'ένα σύννεφο γυρνώ.

Σύννεφο και μ'ανεβάζει
ταξιδιώτη σ'άλλη γη,
σύννεφο και με βουλιάζει
μες στην ίδια μου πληγή.

Σ'ένα σύννεφο τυλίγω
τις αναλαμπές του νου,
μ' ένα σύννεφο θα φύγω
στη γαλήνη τ' ουρανού.

Κι ένα συννεφάκι φίλο
στην ουράνια σιγή.
Ίσως να' βρω και να στείλω
χαιρετίσματα στη γη.

10.11.96

Πηγή: Εσπερινή ακολουθία, Νέα σκέψη,1997

Συννεφιά- ΤΑΚΗΣ ΚΟΛΙΑΒΑΣ-ΜΩΛΙΟΤΑΚΗΣ

Κι αυτό το δειλινό πικρή σιωπή κι απελπισμένη
και γύρω στους ορίζοντες ατμόσφαιρα θολή.
Κι η μαύρη μοίρα του καιρού, γριά βασανισμένη
του γκρεμισμένου της σπιτιού στοιχειώνει την αυλή.

Στα σταυροδρόμια σέρνεται ψυχρός βοριάς και δέρνει
όπ' εύρει ροδοπέταλο και δέντρου φυλλωσιά.
Δυνάστης που δεν έμαθε πονετικά να γέρνει
στ' αδύναμου τη στέρηση και την απελπισιά.

Μοίρα του κόσμου δύστυχη και καταπροδομένη
και διάχυτη στη νόηση τ' ανθρώπου συννεφιά.
Και μέχρι να ξυπνήσετε της γης οι σκλαβωμένοι
θα κόβετε το σίδερο της μοίρας σας καρφιά.

30.3.97

Πηγή: Εσπερινή ακολουθία,Νέα σκέψη,1997

Με το σύννεφο επ’ ώμου-ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ

Ανίχνευα τα μέλη της
έψαχνα για πέρασμα στον κόλπο
βαθιά μουκάνιζε μινώταυρος η άβυσσος
με τα ωάρια της θάλασσας ανέβαινε
και με σαΐτες.

Στο όνομα της έξαψης ίππευε αλαλάζουσα
το δεξί βυζί κομμένο
δοσμένη στην τοξοβολία

Εγώ πεζός με το σύννεφο επ’ ώμου
με τη φλεγμονή της ανηφόρας
με μια Κολχίδα μες στο νου
κατεπάνω του στο άπειρο
Άσπρο ελάφι ο δυϊσμός βόσκαε τα μάτια μας
σκόρπια στο πάτωμα

Πηγή: Ακαρεί, 2001

Διέσχιζες τὴ συννεφιά, τὴν κάπνα τοῦ ὁρίζοντα- ΡΟΥΛΑ ΑΛΑΒΕΡΑ

Διέσχιζες τὴ συννεφιά, τὴν κάπνα τοῦ ὁρίζοντα,
μὲ τὶς μεταλλικὲς χορδὲς νὰ συγκρατεῖς
τὰ ἀπέθαντα ποὺ μὲ σκληραγωγούσανε
καὶ μοῦ ΄κλειναν τὸ στόμα μὲ τσιρῶτο. Τὸ βούλωσα,
μιμήθηκα στὶς μύτες τῶν ποδιῶν νὰ φεύγω
Ἔμαθα-. ἔμαθα,
Μοῦ ΄μαθες, ἀνατροφή μου ἔδωσες, νὰ ντρέπομαι
καὶ νὰ λογοδοτῶ
στ’ ἀγέννητα καὶ στοὺς ἀποθαμένους
ἀγέννητη ἀποθαμένη Ἑκάτη

Νέα Πορεία, Ἰούλιος Σεπτέμβριος 2006, τ.617-619

Πηγή: http://www.ekebi.gr

σύννεφο εσύ κόκκινο στον ουρανό-ΤΟΛΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ

να ξαναγεννηθούμε
με το δικό σου χάραμα ν' ανθίσει ο κόσμος

να ξαναγεννηθούμε
σύννεφο εσύ κόκκινο στον ουρανό
άγγιγμα και ταξίδι εγώ σαν άνεμος

να ξαναγεννηθούμε
θάλασσα εσύ των τροπικών
κι εγώ νησί μοναχικό στον κόρφο σου

δάσος εσύ, βελούδινο σκοτάδι
κι εγώ τ’ αγρίμι που προφέρει
με το χνώτο του τις μυστικές σου λέξεις

αγνοί, αθώοι, αθάνατοι
εσύ κι εγώ ψυχή και φως

Πηγή: Μυστικά και θαύματα ο ανεξερεύνητος λόγος της ουτοπίας, 2007

Σε ποιο σύννεφο- ΣΟΦΙΑ ΣΤΡΕΖΟΥ

Σε ποιο σύννεφο
στάζει συναίσθημα
να το κάνω βροχή
για να ξεπλύνει την ψυχή σου
από τη χθεσινή βεβαιότητα.

Είναι μικρές οι λέξεις
και δεν μπορούν
αόρατες πληγές να επουλώσουν
σε κρυφούς έρωτες
ξενυχτούν ονειροπολώντας
πονούν σε άδεια κρεβάτια
σκορπίζουν τη στάχτη τους
ικετεύοντας τους θεούς
να ταξιδέψουν
ως τη μυθολογία των ονείρων.

Είσαι μακριά, πολύ μακριά
κι αν δανείζομαι ρούχο που φόρεσες
είναι για να τυλιχτώ
μη καώ απ’ τη φωτιά των αστεριών
που πέφτουν στην πόρτα μου
και μπαίνουν
από τα ανοιχτά παράθυρα.

Όσο κι αν λαχταρώ
να γίνω ρίζα στον κήπο σου
χωρίς ελπίδα
πάλι με παρασέρνει ο άνεμος
γι’ άλλη γη
γι’ άλλη πατρίδα.

Πηγή: Ψυχής αγγίγματα ,2010

Καρφωμένος στα σύννεφα-ΘΟΔΩΡΗΣ ΒΟΡΙΑΣ

Το μεσημέρι γυαλίζουν τα καρφωμένα σου φτερά
στα σύννεφα
-φεγγάρι που ξέφυγες από τις νύχτες-
κι όσοι μπορούν να ορθώνουν το κεφάλι
θα σε βλέπουν.

Ανυπεράσπιστος στη βαρβαρότητα της πόλης,
κατάληξες κι εσύ να αιωρείσαι
πλάι στον Προμηθέα.

Το δειλινό ματώνετε τον ουρανό.
Τη νύχτα αστράφτει η κρυμμένη φωτιά
απ’ τα καλάμια σας
κι οι ανυποψίαστοι λένε πως έρχεται βροχή.

Ιούνιος 2010

Πηγή:Χαμένες ψηφίδες, 2012

Άτιτλο (Μ’ ένα σύννεφο...)- ΒΑΣΙΛΗΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ

Μ’ ένα σύννεφο
ντυμένο στα μοβ
ξυπνά ο ουρανός∙
άσκεποι ήχοι,
οκτάβες της βροχής
στα μουσκεμένα δέντρα∙
στα μονοπάτια
του κορμιού
φτερά και φύλλα
βλεφαρίζουν

Πηγή: Περιοδικό Πανδώρα

Στεφανωμένοι με τα σύννεφα-ΝΙΚΟΣ ΜΥΛΟΠΟΥΛΟΣ

Ο δρόμος ψέμα μακρύ με όλα τα φώτα του σβησμένα
Προκαλούσε ρίγος σαν ξυραφιά στην πλάτη της μνήμης
Η μέρα έπαιζε κουτσό στο πλακόστρωτο
Στεφανωμένα με τα σύννεφα
Καλωσορίζαμε την ανάποδη νίκη
Σε χέρσο θάβοντας χωράφι τους φόβους μας
Ποτέ ξανά να μη φυτρώσουν.
Ύστερα οριοθετώντας το άγνωστο
Ξηλώναμε τις νάρκες και το παρελθόν που δεν γνωρίσαμε
Καθώς η λεπτή καμπύλη στο λαιμό σου
Λυπημένη θύμιζε νεροποντή
Κάθετη πλώρη καραβιού να μας πληγώνει.

Πηγή: Όπως η θάλασσα με το αύριο, Εκδόσεις Γαβριηλίδης,2016

Άστατο σύννεφο-ΤΑΚΗΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑΣ

Αναρωτιέμαι
- κι ας θαρρώ πως σε ξέρω από πάντα -
αν είσαι ποίημα
κάτι από μένα που βρήκες στ’ αζήτητα
ή απλά ένα άστατο σύννεφο.
Αναμφίβολα πάντως
κι ύστερα από τόσες φορές
που αλλάξαμε σώματα
ακόμα και η πιο μυστική σου ανάσα
αφθονεί στο ιερό
του κοινού μας ναΐσκου.

Πηγή: «ΥΣΤΕΡόΓΡΑΦΑ με παραλήπτη» / «Χρόνος Εκδόσεις» / 2019

Σύννεφο με αναμνήσεις- ΤΑΚΗΣ ΤΣΑΝΤΗΛΑΣ

Και μετά το παρανάλωμα τι;
Ξέρω, θα μου πεις,
θα μου τραγουδήσεις μάλλον
πως "τίποτα" δεν έχει αλλάξει
και τίποτα δεν είναι όπως παλιά"
και το βιολί να σιγοκλαίει ψηλά στη σκέπη
που ανεβαίναμε να προσεγγίσουμε τα σύννεφα
γιατί εκεί ζούσαμε
εκεί ανασαίναμε
εκεί ανθούσαμε.

Και τώρα; τώρα που το πάθος ναυάγησε
εκεί στα σύννεφα δεν ζει κανείς
κανείς θνητός δεν ζει εκεί
μήτε θεός
μήτε κι ο θάνατος
γιατί κι αυτός μετοίκησε στη γη
και συμβιώνει με τρελούς
με άστεγους
και με αποκλεισμένους.

Το κρύο, Μάτια μου, αφόρητο
κι ας είναι ντάλα Καλοκαίρι.

Υ.Γ.

Κάπου πρέπει να σείεται το φως
για να μπορούν τα όνειρα να καίνε
να λένε
ν'αγάλλονται.

Πηγή: ΥΣΤΕΡόΓΡΑΦΑ με παραλήπτη,Χρόνος,2019

Σύννεφα-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΙΛΕΛΕΣ

Έρχονται αθόρυβα και στέκονται
σύννεφα μπλαβιά σαν πρόσφυγες
μετά από ατέλειωτες ώρες οδοιπορίας
γέρνουν εξαντλημένα στο σκυθρωπό ορίζοντα
τινάζουν την πηχτή σκόνη απ' τις φορεσιές τους
βουτάνε ολόκορμα στης θάλασσας την άκρη
λυτρώνουν τις ανοιχτές πληγές στην αρμύρα
ντύνονται βιαστικά και πάλι ξεκινούν
για της φύσης του το αδιάκοπο ταξίδι
σύννεφα είναι και περνούν
αύριο κάπου αλλού θα πλαγιάσουν
αλλού το δάκρυ τους θα στεγνώσουν
και τις λευκές γενειάδες θα καψαλίσουν
στο βωμό του φωτός
σύννεφα είναι και σκορπούν

Πηγή: Αντι...σώματα, Απόπειρα,2020

Το σύννεφο- ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΡΙΔΟΥ

Το σύννεφο που διάλεξα να περπατήσω
ήλιο μου τάζει πως θα φέρει η βροχή μου.
Ταξιδευτής μες στην οδύνη μια ευχή μου
σα φως ξεχύνεται γυμνό να τ' αντικρύσω.
Σκληρές οι άμυνες του νου, με σπρώχνουν πίσω,
σ'αδράνεια,κι αποζητούν την αποχή μου.
Το σύννεφο που διάλεξα να περπατήσω
ήλιο μου τάζει πως θα φέρει η βροχή μου.
Αδύναμη, μα με κρυφό καημό να ζήσω,
τοποθετώ λευκά φτερά στην αντοχή μου.
Πώς σπαρταρά χαμογελώντας η ψυχή μου!
Σημάδι με καλεί γοργά να προχωρήσω
το σύννεφο που διάλεξα να περπατήσω.

Πηγή: Ροντέλα 4 εποχών,Άλφα πι,Χίος 2021

Σύννεφα-ΑΓΓΕΛΟΣ ΛΑΠΠΑΣ

Πάντα μού άρεσαν τα σύννεφα
Του γκρίζου αποχρώσεις ανασυντασσόμενες
Σύνθεση μιας αέναης περιπέτειας
Το γαλήνιο ταξίδι της πολιτείας
Οι δρόμοι της και οι πλατείες
Λόφοι πέτρινοι φτερούγες σταχτιές
Νύφες λευκές και γαμπροί στητοί στα μόνιππα
Μπροστά από μια ιδέα ήλιο
Ψαράδες στην άκρη του γιαλού
Μια κοιλάδα με γιγάντια κρίνα
Η μελωδία της σιωπής
Κι ύστερα βαριά πατήματα δεινοσαύρων
Εκατόγχειρες
Ο Περσέας αποκεφαλίζοντας τη Μέδουσα
Κι η πολιτεία Μορμώ με τις χίλιες μορφές
Και πίσω της του Βορέα τα άλογα
Το τεράστιο τρένο αναπτύσσοντας ταχύτητα
Και πιο πίσω φτερωτές θύελλες οι Άρπυιες
Η συντριβή των δέντρων
Η επέλαση και η κλαγγή των όπλων
Κι ύστερα η φλόγα κι η βροντή
Τα χρώματα του ήχου.
Σύννεφα που έφταναν ως την άκρη τον τρόμο.

Σύννεφα στο ρευστό γκρίζο του φθινόπωρου
Ως τις όχτες του χειμώνα
Ιστορίες που τις έπαιρνε ο αέρας

Πηγή: https://stixoi.info/

Συννεφιασμένη Κυριακή -ΓΙΩΤΑ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ

Ξεχασμένα τζουκ-μποξ σ’ αδειανά καφενεία
και η παλιά πελατεία
φωτογραφία στον τοίχο.
Ξεχασμένα τζουκ-μπόξ
χωρίς ήχο.

Θυσίαζα σε σας το χαρτζιλίκι μου
Και τι δε θα θυσίαζα και τώρα
που έμεινε η Κυριακή
σαν καλαμιά
στον κάμπο.

Πηγή: https://stixoi.info/

Σύννεφο υποσχέσεων -ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ

Σύννεφο υποσχέσεων
το μπουφάν σου Τάνια
καταφυγή
στην ασθμαίνουσα απόπειρα
της διαφυγής μου
Το διαλυμένο μου σώμα
στο έλεος των ηλεκτροσόκ
κεριά στη θύελλα
οι υπόνοιες θεραπείας
πριν πέσεις
στα ραντάρ των ματιών μου
Η αφθονία των δοντιών
στη λεωφόρο
τ’ ασθενοφόρο
στην καταδίκη του πάρκιγκ
στο μήνα της
η ευπορία των στιγμών
σαν άνοιξε
το γαρίφαλο των χειλιών σου
Σωτηρίας το ανάγνωσμα

Πηγή: https://stixoi.info/

Να μη σκοτώνουν άνθρωπο τα σύννεφα-ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ

Μανάδες είναι αυτές που έπλασαν τον άνθρωπο
φωτισμένοι όσοι πάνε μπροστά μας.
Σάμπως δε σας γέννησε κι εσάς μια μάνα;
Κύριοι μην κάνετε κακό στις μανάδες.
Να μη σκοτώσουν άνθρωπο τα σύννεφα.

Τρέχει ένα εξάχρονο αγόρι,
πετάει πάνω από τα δέντρα ο χαρταετός του,
έτσι τρέχατε κάποτε κι εσείς.
Κύριοι μην κάνετε κακό στα παιδιά.
Να μη σκοτώνουν άνθρωπο τα σύννεφα.

Οι νιφάδες στον καθρέφτη χτενίζουν τα μαλλιά τους,
κάποιον μες στον καθρέφτη ψάχνουν.
Βέβαια έτσι αναζήτησαν κι εσάς.
Κύριοι μην κάνετε κακό στις νιφάδες.
Να μη σκοτώνουν άνθρωπο τα σύννεφα.

Και στων γερόντων τη μνήμη,
γλυκές να ' ρχονται μόνο αναμνήσεις.
Κρίμα είναι, μην κάνετε κακό στους γέρους.
Κύριοι είστε γέροι κι εσείς.
Να μη σκοτώνουν άνθρωπο τα σύννεφα.

(1955)

Μετάφραση: Έρμος Αργαίος
Πηγή: Ανθολογία τούρκικης προοδευτικής ποίησης,αλφειός,1981

Σύννεφο με παντελόνι -ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΜΑΓΙΑΚΟΦΣΚΙ

Την σκέψη σας
την ονειρεύουσα με μαλάκυνση του εγκεφάλου,
σαν πολύσαρκος λακές πάνω στον καναπέ λιγδιασμένο,
θα ξεσχίσω τις καρδιές σας με δεξιότητα κανιβάλου,
θα σας περιπαίζω, θρασύς και αηδιασμένος.

Η ψυχή μου χωρίς γκρίζα μαλλιά και μπριγιάν,
και δίχως στοργή γεροντική!
Με την ισχύ της φωνής μου κουφαίνω το σύμπαν,
και όμορφος εικοσηδυόχρονος
βαδίζω με σιγουριά νταηκή.

Εσείς οι τρυφερούλιδες!
Την αγάπη με το βιολί εξηγείτε.
Ο αγενής την ερμηνεύει με νταούλι.
Αλλά τον εαυτό σας να αναποδογυρίζετε,
όπως εγώ δεν μπορείτε,
για να γίνεστε μόνο χείλη!

Πάρτε μαθήματα!
Από τη θηλυκιά με έξω το «ρωγοβύζι»,
από το άπατο ντεκολτέ,
η οποία τα χείλη ήρεμα ξεφυλλίζει
σαν νοικοκυρά τις σελίδες του τσελεμεντέ.

Θέλετε,
θα είμαι κρέας σαρκοβόρο,
ή, αλλάζοντας του πάθους την οθόνη,
θέλετε,
να είμαι τρυφερό δώρο,
όχι άνδρας, αλλά σύννεφο με παντελόνι.

Δε θέλω να πιστέψω πως υπάρχει ασχημία!
Και συνεχίζω να υμνώ με βλασφημία
τους άντρες παραξαπλωμένους σαν νοσοκομείο,
και τις γυναίκες ταλαιπωρημένες σαν παροιμία.

Πηγή: stixoi/info

Ο ξένος-ΣΑΡΛ ΠΙΕΡ ΜΠΟΝΤΛΕΡ

– Ποιον αγαπάς περισσότερο, άνθρωπε αινιγματικέ, λέγε: τον πατέρα σου, τη μάνα σου, την αδελφή σου, ή τον αδελφό σου;
– Δεν έχω ούτε πατέρα, ούτε μάνα, ούτε αδελφή, ούτε αδελφό.
– Τους φίλους σου;
– Χρησιμοποιείτε μια λέξη της οποίας η έννοια μου έμεινε άγνωστη μέχρι σήμερα.
– Την πατρίδα σου;
– Αγνοώ σε ποιο γεωγραφικό πλάτος βρίσκεται.
– Την ομορφιά;
– Ευχαρίστως θα την αγαπούσα, θεά κι αθάνατη.
– Το χρυσάφι;
– Το μισώ, όπως εσείς μισείτε το Θεό.
– Ε, λοιπόν! Τι αγαπάς αλλόκοτε ξένε;
– Αγαπώ τα σύννεφα… τα σύννεφα που περνούν… εκεί πέρα… εκεί κάτω… τα σύννεφα!

Μετάφραση: Κώστας Ριτσώνης
" le spleen de paris'

Η σούπα και τα σύννεφα-ΣΑΡΛ ΠΙΕΡ ΜΠΟΝΤΛΕΡ

Η μικρή μου τρελή αγαπημένη μού σέρβιρε το γεύμα , και από το ανοιχτό παράθυρο της τραπεζαρίας θαύμαζα τις κινούμενες αρχιτεκτονικές που ο Θεός φτιάχνει με τους ατμούς , τις υπέροχες κατασκεύες του άπιαστου . Και έλεγα μέσα στο θαυμασμό μου:-Όλες αυτές οι φαντασμαγορίες είναι σχεδόν το ίδιο όμορφες με τα μάτια της όμορφής μου αγαπημένης , του μικρού τρελού τέρατος με τα πράσινα μάτια .
Κι απότομα δέχτηκα ένα άγριο χτύπημα γροθιάς πάνω στην πλάτη , κι άκουσα μια φωνή βραχνή και θελκτική , μια φωνή υστερική και σα χαλασμένη απʼ το ρακί , τη φωνή της ακριβής μου μικρής αγαπημένης που μου έλεγε : -Θα φας επιτέλους τη σούπα σου , κ… μ… έμπορα συννέφων ;

Μετάφραση: Κώστας Ριτσώνης
' le spleen de paris'

Το σύννεφο-ΠΕΡΣΙ ΣΕΛΕΪ

Στα διψασμένα φέρνω εγώ λουλούδια τη βροχούλα
τη δροσερή, απ’ τις θάλασσες κι απ’ τα ποτάμια• φέρνω
στα φύλλα, καθώς γέρνουνε στα μεσημεριανά τους
ονείρατα, τον απαλό τον ίσκιο. Απ’ τα φτερά μου
ξεχύνονται οι δροσοσταλιές που τα γλυκά ξυπνάνε
μπουμπούκια, καθώς γέρνουνε, νανουρισμένα επάνω
στης μάνας των να κοιμηθούν τα στήθια, που έχει στήσει
χορό στον ήλιο γύρωθε. Τινάζω το δικράνι
του χαλαζιού π’ ορμητικά το χώμα μαστιγώνει
και δίνω κάτασπρη θωριά στους πράσινους τους κάμπους
κι ύστερα πάλι το διαλώ και σε βροχή το ρίχνω,
και μ’ ένα γέλιο προχωρώ κι αντιπερνάω βροντώντας.

Και κάτωθέ μου στα βουνά σκορπίζω εγώ το χιόνι,
και τα μεγάλα πεύκα τους στενάζουν φοβισμένα
κι είναι για μένα ολονυχτίς το προσκεφάλι το άσπρο,
ότα κοιμούμαι γέρνοντας στην αγκαλιά του ανέμου.
Η αστραπή, ο πιλότος μου, στων ουρανίων μου θόλων
τους πύργους κάθεται αψηλά, κι εκεί από κάτω, μέσα
σ’ ένα σπηλιάρι είν’ η βροντή διπλοφυλακισμένη,
κι ουρλιάζει κι αγωνίζεται μες στα τινάγματά της.

Πάνω από χώρες, ωκεανούς, ανάρια-ανάρια πάντα,
οδηγητής μου στέκεται αυτός μου ο τιμονιέρης,
’τί τον τραβά η αγάπη του για τα στοιχειά όπου πέρα
στης πορφυρένιας θάλασσας σαλεύουνε τα βάθη.
Πάνω από ρυάκια, από ψηλά βουνά, πάνω από λόφους,
όπου κι αν ονειρεύεται το Πνεύμα όπ’ αγαπάει
πως μένει, κάτω από βουνά ή ποτάμια κι εγώ ωστόσο
απ’ το γαλάζιο τ’ ουρανού το χαμογέλιο παίρνω
τη θέρμη, κι αυτός γύρωθε σκορπίζει τη βροχούλα.
Η ματωμένη ανατολή, με τα μετέωρα μάτια,
τα φλογισμένα της φτερά τα διάπλατα ανοιγμένα,
πηδάει πάνω στη ράχη μου την ταξιδεύτρα τότες
που της αυγής το λαμπερό τ’ αστέρι ξεψυχάει
όπως καθίζει ένας αητός για μια στιγμή στην άκρη
κάποιου βουνίσιου κι αψηλού που απ’ το σεισμό αργοτρέμει
βράχου, μες στων ολόχρυσων φτερών του τις ανταύγειες.
Κι όταν από τη θάλασσα τη φλογισμένη κάτω,
θε ν’ ανασαίνει τις ορμές τις διάπυρες η δύση
γεμάτη από έρωτα κι από γαλήνης πόθο,
κι ο πορφυρένιος, δειλινός μαντύας θε να ’χει απλώσει
από τα βάθη τ’ ουρανού ψηλά, με διπλωμένες
φτερούγες ξεκουράζομαι, μες στην αιθέρινή μου
φωλιά, και τη γαλήνη αυτή μιας περιστέρας έχω,
που μ’ απλωμένα τα φτερά θερμαίνει τα μικρά της.

Η κόρη εκείνη, με το φως που είναι γεμάτη το άσπρο,
η στρογγυλή, που οι άνθρωποι, τήνε καλούν σελήνη,
φεγγόβολη στο δώμα μου γλιστράει το πουπουλένιο,
στρωμένο απ’ του μεσονυχτιού τις απαλές τις αύρες•
κι όπου, το βήμα που πατάν τ’ αθώρητά της πόδια,
και στους αγγέλους μοναχά είν’ ακουστό, το φάδι
της ντελικάτης στέγης μου ραγίσει το κι ανοίξει,
ξοπίσω φανερώνουνται και λάμπουνε τ’ αστέρια•
κι εγώ γελώ που βλέπω τα σαν μελισσοκοπάδι
πολύχρυσο να τριγυρνάν και να τραβούνε πέρα,
όταν πλαταίνω τ’ άνοιγμα της ανεμοχτισμένης
της τέντας μου, ώσπου οι θάλασσες κι οι ποταμοί οι γαλήνιοι
κι οι λίμνες, απ’ των αστεριών το φως και της σελήνης
θε να στρωθούνε, μοιάζοντας με τ’ ουρανού κορδέλες
που από τα ύψη πέσανε, περνώντας από μένα.

Του ήλιου δένω το θρονί με ζώνη φλογισμένη,
και με κορδέλα γύρωθε το θρόνο της σελήνης
τυλίγω μαργαριταριών• των ηφαιστείων θαμπώνω
το φως, και τ’ άστρα τρέμουνε και κολυμπούνε, όταν
οι ανέμοι τη σημαία μου απλώνουνε φυσώντας.
Από ’να κάβο σ’ άλλονε, απέραστη απ’ του ήλιου
το φως, πάνω απ’ τη θάλασσα, που η τρικυμία τη δέρνει,
σαν γέφυρα είμαι κρεμαστή, σαν στέγη όπου κολόνες
τα κορφοβούνια την κρατάν. Το θριαμβικό το τόξο
π’ ακολουθώ διαβαίνοντας με χιόνι, ανεμοζάλη
και με φωτιά, σαν τα στοιχειά τ’ ανέμου είναι δεμένα
στο θρόνο μου, είναι το λαμπρό το ουράνιο τόξο που έχει
μυριοχρωμάτιστη θωριά• η σφαίρα η φλογισμένη
τα χρώματά του τ’ απαλά ψηλάθε εκέντησέ τα,
όταν η γη από κάτω της γελούσε η νοτισμένη.

Είμαι της γης και του νερού η θυγατέρα κι είμαι
βυζασταρούδι τ’ ουρανού, διαβαίνω από τους πόρους
τ’ ωκεανού κι απ’ της αχτής τους πόρους• πάντ’ αλλάζω,
μα να πεθάνω αδύνατο είναι για μένα ωστόσο.
Γιατ’ ύστερα από τη βροχή, χωρίς καμιά κηλίδα,
όταν ο θόλος τ’ ουρανού γυμνός απλώνει κι όταν
οι ανέμοι κι οι φεγγοβολιές των ηλιαχτίνων πάλι
αντάμα ξαναχτίζουνε το θόλο τον αιθέριο
και το γαλάζιο, σιωπηλά γελώ προς το δικό μου
το ίδιο κενοτάφιο, κι απ’ της βροχής τα σπήλια
σαν το παιδί απ’ την κοιλιά της μάνας του, σαν φάσμα
μέσ’ από τάφο υψώνομαι και τον γκρεμίζω πάλι.

Μετάφραση: Κώστας Παπαδάκης
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά,Διόσκουροι

Ήσυχο δέντρο μες τα σύννεφα-ΟΚΤΑΒΙΟ ΠΑΖ

Εκείνος ο νεαρός στρατιώτης
χαμογελούσε ντροπαλός ευθυτενής
όπως μια νέα ροδακινιά.
Το χνούδι του προσώπου του χρύσιζε
σαν το κοκκίνισμα του ροδάκινου
στου μεσημεριού τον κίτρινο ήλιο.
Οι χειρονομίες του
Σαν της ροδακινιάς
όταν ο άνεμος την σείει, στον λόφο.

Όταν χαμογελούσε το χαμόγελό του
ένα ξαφνικό λουλούδισμα της ροδακινιάς.
Μια ριπή του ανέμου στιγμές τον συννέφιαζε
και τότε, σοβαρός, συλλογισμένος,
΄Εμοιαζε ροδακινιά στον αέρα, γυμνή από φύλλα.
΄Επαιζε με τα παιδιά, το δείλι,
Με μια ζέση νοσταλγική, απόμακρος
σαν κύμα τρυφερό
που πάει κι έρχεται πίσω
΄Ενας μελαγχολικός άνεμος σάρωνε
σύννεφα τους ανθούς επάνω, σύννεφα μεγάλα,
και στον κήπο πετούσανε τα φύλλα
Ω, τρικυμισμένη άνοιξη!
΄Ησυχο δέντρο μέσα στα σύννεφα, φύλλα, παιδιά,
Αναρωτιόταν εκείνος ο στρατιώτης:
«Είναι όλα σύννεφο, είναι όλα φύλλα, άνεμος»;
«Τα αγαπημένα δέντρα είναι σύννεφα»;
«Το κλαδί ετούτο που αγγίζω, αυτή
η φλούδα,
αυτά τα παιδιά, είναι σύννεφα»; «Σύννεφο το όνειρο
και το κορίτσι εκείνο και το άρωμα
του, φάντασμα της σάρκας, σύννεφο, αφρός
που τον σηκώνει ελαφριά ο άνεμος»;
Κι έφυγε μακριά, σιωπηλό μαύρο σύννεφο

μετάφραση :Νεοκλής Κυριάκου

Δυσμικά σύννεφα- ΜΙΓΚΕΛ ΝΤΕ ΟΥΝΑΜΟΥΝΟ

Καθώς πέφτει η εσπέρα και τα φύλλα,
Κατά τη δύση, πάνω στις μακριές σκιές
Όπως πλανιέται τ' όνειρό μου
Χάνεται στ'ουρανού μέσα τα κόκκινα
Δυσμικά σύγνεφα.
Και πάνω από της γης πετούν την κλίνη
Ω φθινόπωρο, φθινόπωρο της δόξας μου,
Πόσο μελάγχολη είναι η αίθρια γαλήνη σου.
Όταν κατά τη δύση, προς το ηλιόγερμα,
Πάει των ονείρων μου το σμάρι, και στη γη
Ραίνονται σπόροι άλλων κόσμων και σκιές!
Και πα στον δυσμικόν ήλιο σωρεύονται
Κιτρινισμένα φύλλα
Που πράσινα χθες, στο δέντρο απάνω, ακόμα,
Έπιναν τις ακτίνες του
Από άγνωστες κορφές, από τον ίδιο
Τον ήλιο διψασμένα και ποθώντας
Τη μόνη αιώνια μοίρα
Να λιώσουν στο καμίνι της καρδιάς του
Της φλογερής παντοτινά.
Κι εκεί, καπνός κι αιθάλη,
Στης γης να δώσουν ό,τι από κείνη πήραν,
Στα σύγνεφα,γαλάζιο,και στα ουράνια
Και κάθε μέρα απ'τις γαλάζιες όχθες
Από τη γης που κουρασμένη από το έργο της κοιμάται,
Χρυσόλαμπρο τον ίδρω να σπογγίσουν,
Χυμό ζωικό ιλαρό.
Κι εσείς έτσι, όνειρά μου,
Του δένδρου της ζωής δροσερά φύλλα,
Τη στάχτη σας αφήνετε στο χώμα,
Που ήταν γης λασπερή,
Και στον αιώνιον ήλιο
Μες το ναό της δόξας,
Όπου αδερφώνονται ανατολή και δύση.
Δίνετε σε υπέροχη μια νίκη
Ακέριαν,επί τέλους,την ψυχή,
Στης ζωής της την πηγή.
Καθώς πέφτει η εσπέρα και τα φύλλα
Σαν τα χλωμά τα φύλλα, τα όνειρά μου
Φεύγουν ' σαν κύματα,το ένα πάνω απ' τ' άλλο:
Πάνω στης γης την άθλια κλίνη παν ζητώντας
Ελευθερία λυτρωτική.

Μετάφραση: Φρίξος Ηλιάδης
Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση",Ναυτίλος

[...Βάρος συννέφου] -MARCEL HENNART

Βάρος συννέφου. Εγχύμωση του ουρανού, καράβι φάντασμα
σύρριζα στα κύματα, μαύρη σιγή φουσκωμένη από θύελλα
που η αστραπή περιμένει τη στιγμή της ζωής της.

Πηγή: Σύγχρονη γαλλική ποίηση του Βελγίου, Σωτήρης Γ.Τσαμπηράς,Πρόσπερος 1991


Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου

 

Η  αναδημοσίευση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού ιστότοπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ επιτρέπεται ΜΟΝΟ με την παράθεση πηγής και ενεργού συνδέσμου (link).

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.politeianet.gr/

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;