Το μελτέμι στην ποίηση (Ποιήματα)

Το μελτέμι στην ποίηση (Ποιήματα)

Μελτέμι. Το γλυκό αεράκι με το οποίο σιγά σιγά αποχαιρετούμε το καλοκαίρι και πάμε να προϋπαντήσουμε το φθινόπωρο. Για να δούμε πώς το τραγούδησαν οι ποιητές!

Μελτέμια-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ

Πλεούμενα,πλεούμενα,πλεούμενα-
Ο καροτσέρης κοιτάει απ'τον ανήφορο
Τα πεύκα ρίχνονται στη θάλασσα
Η θάλασσα ανεβαίνει στο βουνό
Κι ο καροτσέρης καβαλάει τον ήλιο
πιτσιλισμένος όλος άσπρο αφρό.

Πηγή: Σημειώσεις στα περιθώρια του χρόνου

Το μελτέμι-ΑΡΙΣΤΟΜΕΝΗΣ ΠΡΟΒΕΛΕΓΓΙΟΣ

Ήλθες να δροσίσεις
τη φρυγμένη γη,
και ζωή να χύσεις
στη νεκρή σιγή,
π’ όλα τα βαραίνει,
όλα τα μαραίνει.

Άρωμα βουνίσιο
πνέεις ελαφρό,
φύκιο πελαγίσιο
στάζοντας αφρό
στη μορφή σου τρέμει,
γαλανό μελτέμι.

Το μουρμούρισμά σου
μες στη σιγαλιά
και το φλίφλισμά σου
στην ακρογιαλιά
είν’ όλο υγεία,
δρόσος κι ευλογία.

Πνέεις λούνεις, ραίνεις
τα χρυσά νησιά,
κι όλα τ’ ανασταίνεις
μέσα στη δροσιά.

Συ τη φλόγα παίρνεις,
τη χαρά συ φέρνεις.
Στα ξανθά σταφύλια,
σε άλλα οπωρικά,
πόχουνε τα χείλια
ρόδινα, γλυκά,
η πνοή σου αγάλι
άσμ’ αγάπης ψάλλει.

Τ’ αλμυρά βοτάνια
μέσα στη βραχιά,
στακτερά και σπάνια
απ’ την αβροχιά,
το σκυφτό κεφάλι
το σηκώνουν πάλι.

Πως ανατριχιάζει
το γλαυκό νερό
και γλυκά παφλάζει
στο βαρύ πλευρό
πλοίου π’ αργολόγα
στου πελάου τη φλόγα!

Όσα παραμύθια
άγρια και φαιδρά
κρύβουνε τα βύθια
τα φανταχτερά,
κρύβει ερημονήσι
μακριά στη δύση,

συ τα φέρνεις τώρα
θαυμαστά στο νου
απ’ τ' ονειροφόρα
τ’ άκρα τ’ ουρανού
στα φτερά σου απάνω,
αγεράκι πλάνο.

Μελτεμάκι, τρέχε
πέλαγα, νησιά,
τα φτερά σου βρέχε
μέσα στη δροσιά,
χύνε φύκιου αλμύρα
και βουνίσια μύρα.

Το μουρμούρισμά σου
μες στη σιγαλιά
και το φλίφλισμά σου
στην ακρογιαλιά
είν’ όλο υγεία,
δρόσος κι ευλογία.

Πηγή: Ανθολογία Περάνθη

Τρία ποιήματα της θάλασσας (Απόσπασμα) -ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ

Ὢ περιστέρι τῆς ψυχῆς πήγαινε στὸ καλὸ
Πήγαινε τώρα μὲ τὸ μελτέμι
Καὶ φίλησέ μου ὅσα μαργαριτάρια συναντήσεις
Ἂν δὲν μὲ βλέπεις μὴ φοβᾶσαι θὰ γιορτάζω μαζί σου
Στὸ ταξίδι μας θὰ σηκώσουμε τὰ νερὰ τῆς θάλασσας
Νὰ εὐλογήσουν ὅ,τι ἀγαπήσαμε καὶ ὅ,τι δὲν ξεχνᾶμε πιὰ

Πηγή: Βικιθήκη

Μελτέμι-ΤΑΚΗΣ ΠΑΠΑΤΣΩΝΗΣ

Πεντηκοστή λέγαμε, και καλά καλά
δεν ξέραμε τί σήμαινε. Μια διπλογιορτή μέσα στις άλλες,
που γονατίζει όλος ο κόσμος. Μας ελεεινολογούσαν τα Στοιχιά
για την αγραμματωσύνη μας κι’ εμείς δεν το νιώθαμε.
«Καθώς ο γέρο-Αγχίσης, σαν είχε πέσει πια η περήφανη η Τροία,
πλέοντας τη Μεσόγειο, άκουγε απ’ τα βουνά του νησιού
κάτι να του σφυράνε οι άνεμοι, κι αρωτά: — Τί λένε;
ακουώ τετ...τετ...και δεν καταλαβαίνω. — Λένε, ΤΕΘΝΗΚΕ,
του αποκρίνεται ο Τιμονιέρης, — θρηνούν, θαρρώ, τον Άδωνη,
που πέθανε, κι’ έρωτα δεν εγεύθηκε». Το ίδιο κι’ εμείς
δεν ξέραμε, πως κάπου τριγύρω εδώ, κατά την Πεντηκοστή
στέκεται η πιο κρίσιμη Στιγμή στο χρόνο του Συστήματος·
τέτοια εποχή έχει φουντώσει στον τόπο μας ο ήλιος, ξεραθεί
η γης, ανάψει το καλοκαίρι, γλώσσες πύρινες στέλνουν κατακλυσμό
τις σαΐτες της Χάρης, πούχουν διαλέξει την καρδιά μας σημάδι.
Έχουνε κατασταλάξει τώρα στον τόπο μας οι βροχές,
τα σύννεφα διπλωθήκανε και, για πολλούς μήνες,
έχει έρθει πια θύελλα της φωτιάς, λίβας, που αν τον ριπίζει
καμμιά φορά το μελτέμι, συχνά-πυκνά και τούτο ακόμα
καφτό μας φτάνει. Μάθαμε πως ξαναπύρωσαν το καμίνι
εφταπλάσια για μας και πως διαδέχθηκε την ανθρώπινη
σκληροκαρδία, όχι ο Χαλδαίος, αλλά ένας Τύραννος
όλο στοργή, ο ίδιος ο Κύριος, με τα φτερά των ανέμων,
ο ίδιος που δρόσισε πάλαι ποτέ τους φλογισμένους
Παίδες του, κι’ έκανε την πυρά τριαντάφυλλα,
Θεός φτερωτός με τη φαρέτρα του, που πράττει
τα θαυμάσια μόνος, ο ίδιος τις σημαδεύει, κι’ ο ίδιος τις γιατρεύει
τις λαβωματιές της καρδιάς, ο ίδιος τις ανοίγει, κόκκινα λουλούδια.

Λέγαμε Θεός, και τον λατρεύαμε άγονα, καλά καλά
δεν ξέραμε τί είναι, που είναι, τί μας δίνει, τί μας ζητάει.
Είναι χαρακτηριστικό, πόσο η Πεντηκοστή είναι η πιο μόνιμη
και βέβαιη κοινωνία του ανθρώπου με Θεό, που αλλοιώς ξεφεύγει,
Είναι η ανοιχτή πληγή, κι’ η θέα της πληγής, κι’ η αφή της πληγής
στα δάχτυλά μας: τί συμπαράσταση στη ζωή, τί τρυφερότητα,
τι φίλημα, τί ταραχή, τί ταυτισμός. Χρόνια και χρόνια πάνε,
που έχει ο Πατέρας πάει να επιφαίνει την παρουσία Του,
απελπιστικά απρόσιτος κι’ αδιάφορος, κατά τη γνώμη μας.
Ο Γιος του πάλι ο αγαπητός, που σίμωσε τόσο το κορμί μας
και συγκατάβηκε να σταθεί πιο άνθρωπος κι’ από άνθρωπο
κοντά στον άνθρωπο, ξεπέρασε η φροντίδα Του για μας
κάθε φροντίδα, τόσο, που δύσκολα Του συχωρνάμε
την παρουσία την τόσο φευγαλέα και την διαρκή απουσία Του!
Μονάχος Του το κήρυξε, παρηγορώντας μας, πως πια στο εξής
άλλο από τον Παράκλητο να μην προσμένομε, που θα μας έφτανε
με το βουητό της βίαιης Πνοής. Έτσι ήρθε το λοιπόν
κι’ έδωκε δώρα στους ανθρώπους, είναι τα δώρα
που κατανέμει ασυλλόγιστα η Αγάπη. Ήρθε σε όλους μαζί,
και στον καθένα χωριστά, βρήκε τα διεστώτα μας
και τα συνταίριαξε. Έτσι ήρθε και σε μας, καλοκαίρι,
λαύρα, και ταραγμένο πνεύμα, στα δάση τί πυρκαγιές
μας άναψε, κι’ όμως δεν κατακάηκαν, ανθίσαν φλόγες,
καρπός μέστωσε, ζωή της γης· όσοι βρεθήκαν στη θάλασσα,
τους έφτασε ώς εκεί, και τους χάιδεψε εξίσου ζωηρά
η γόνιμή Του ανταύγεια. Κανένας δεν έμεινε αμέτοχος. Κανένας
απόκληρος της ευλογίας. Ούτε εσύ, ούτε, βέβαια, κι’ εγώ,
που είχαμε το πιο πλούσιο μερίδιο. Αλλά είναι αχάριστος
από τη φύση του ο άνθρωπος, κι’ έχει στιγμές, που, απ’ ό,τι
τούλαχε, δεν επωφελείται, δεν εχτιμάει την παντοδυναμία
που του δόθηκε — στιγμές, αυτές, χαμένες για πάντα. Παραπονιέται,
γιατί γυρεύει πράγματα αλλότρια· με το να φοβάται
καθώς λέει, τη φθορά, δεν χαίρεται τη ζωντάνια,
με το να τρέμει, μην χάσει τούτο ή εκείνο το άθλιο κατάλοιπο,
δεν τα χαίρεται, τον καταρράχτη και το συντάραχο της Αγάπης·
με το να τρέμει θάνατο, χάνει απ’ εμπρός του το αέναο κύμα της ζωής·
ενώ τα ξέρει τα φαντάσματα καταργημένα (ήρθε στη θέση τους
φανέρωμα της νίκης), αυτός δειλιάζει. Αλλά είναι
παροδική ευτυχώς ετούτη η αχαριστία του και την ακολουθεί
η Ευχαριστία, και τότε βλέπει πρόσωπο με πρόσωπο,
χέρι με χέρι, χείλια με χείλια, σώμα με σώμα, να γίνεται ένα
μαζί του όλη η Ψυχή της Χάρης, στο πιο ευρύ της Μυστήριο
που έχει η σοφή Οικονομία μαστορέψει στο αργαστήρι του χάους.
Πουλάκια ποικιλμένα των παραμυθιών, κοπάδι της ανατολής,
πάντα προσχεδιασμένες, πόσες μορφές ιδιόρρυθμες
παίρνει το Πνεύμα του Θεού. Πώς μας ανθίσαν οι Πεντηκοστές,
που πρωταρχίσαν με ακακίες στο Δούναβη, κι’ αραχνιασμένα
δέντρα στο άπιστο κοιμητήρι του Εγιούπ, πώς μας ανθίσαν,
με τί σωρούς λουλούδια τώρα. Έξη, εφτά λουλουδάκια, σα να μη φύγανε
τα εφτά χρόνια, τα βλέπω, πολύχρωμα ήταν, είχε φέρει
τα ευτυχισμένα μαντάτα η πολυχρωμία τους, κι’ ένα κελάηδημα
τη συνόδεψε τότες πολύ καλό. Κι’ άπλωσε λίγο λίγο τούτος ο Κήπος.
Όλος δικός μας. Να τον περιδιαβάζομε. Να του μελετάμε
τις εποχές. Ούτε ο φριχτός καρπός του δεν μας απαγορεύτηκε.
Να επισκεπτόμαστε τις γωνιές του τις πιο ακραίες, που φτάνουν
στα πιο απίθανα μέρη της γης, παντού κατάφορτοι με τη Χάρη,
πότε σε όχτες ποταμών αληθινών, πότε στην αγκαλιά των συννέφων,
πότε εκεί, πότε πιο εκεί. Και πότε εδώ. Αυτό το εδώ
είναι το πιο πικρό.

Αλλά έρχεται αργά τη νύχτα η Υπομονή, μας τυλίγει
με τα λινά της, και του αφαιρεί σιγά σιγά τη μεγάλη την πίκρια,
το καταπραΰνει και, μαλακά, έτσι μπορούμε και το φέρνομε,
σα δώρο που είναι, υφασμένο μαζί με τ’ άλλα τα δώρα.

Πηγή: Τ.Κ. Παπατσώνης, Εκλογή Β΄, Ίκαρος, Αθήνα ,1988

Προσχέδια για τη Μακρόνησο-ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ

Ι

Με το μελτέμι σου που δυναμώνει τη νύχτα
με τη νύχτα σου που δυναμώνει τη σιωπή
και μ' ένα συρματόπλεγμα τριγύρω στην καρδιά σου

Νησί που κανείς σεισμός
δε θα σε καταπιεί
μακρύ σαν πέτρινη μαγνητική βελόνη
να δείχνεις το βοριά και το νότο
της πορείας μας
της ιστορίας
του χρόνου

Κι η θάλασσα κυλάει και φεύγει
κυλάει και φεύγει
δεν τ' αντέχει αυτά τα βράχια
κυλάει και φεύγει.

Πηγή: Χρόνια της πέτρας ,Ποιήματα Α', 1943-1959, Κίχλη, 2017

Δέηση του Δεκαπενταύγουστου-ΜΑΤΘΑΙΟΣ ΜΟΥΝΤΕΣ

Έλα σαν αὐγουστιάτικο μελτέμι
- προτοῦ οἱ ἑφτά πληγές σφραγίσουνε τό τέλος -
παραπονεμένος ἄνεμος
νά χαϊδέψης τό κατώφλι μας.
Ἡ φωνή μας σέ περιμένει
- ἔχει ἀπομείνει μονάχη -
τραγούδι ἐπίμονό του τζίτζικα στό κοιμητήρι.
Περιδιάβασε ἀνάμεσα στίς τύψεις μας.
Ἔχει μιά λύπη ἡ δέησή μας,
ἀπό ἕναν παιδικό καιρό, πού ξανανθισε
μιά τρυφερότητα νησιώτικης ἀκρογιαλιᾶς
ποῦ καθρεφτίζει τούς οἰκτιρμούς σου.
Κατέβα ἀπό τούς λόφους,
φέρε τήν πηγή τοῦ ἐλέους σου
ν' ἀναβλύση πλάι στήν πληγή μας.
Μάζεψε πάλι ἐκ περάτων
τά μηνύματα τῆς χαρᾶς,
φόρτωσέ τα πάνω σε δειλινές καμπάνες
ποῦ σημαίνουν τήν Παράκληση
καί φέρτα νά τά καρφώσης
στεφάνι στήν πόρτα μας!

Πηγή: http://www.myriobiblos.gr/

Μέρες Αυγούστου (Απόσπασμα)-ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΑΚΟΚΚΙΝΟΣ

IV

Οι μέρες
κυλάνε γεμάτες
ζεστό Αύγουστο
και θαλασσινό μελτέμι.

Οι στιγμές
σβήνουν ξαναμμένα
κύματα έρωτα
σε άμμο υγρή και λείες πέτρες.

Η πρωινή αύρα
πάθος αδρόσιστο
φουντώνει Όστρια
σε ερωτευμένες αγκαλιές.

Κι οι νύχτες μετέωρες
αναζητούν αστερισμό λιμάνι.

Πηγή: Λαθρεπιβάτες σε πειρατικό, 2017

Αναμένοντας το μελτέμι-ΠΟΠΗ ΚΛΕΙΔΑΡΑ

Ζεστός ιδρώτας στο σώμα,
άμμος κολλημένη στ’ ακροδάχτυλα
κι ο έρωτας ν’ απέχει χιλιόμετρα…

Ένα μελτέμι καρτερά η ψυχή,
να πάψει να φλέγεται τόσο…

Να λιγοστέψει της απόστασης τον πόνο,
να φυσήξει, να νομίζω πως γυρνάς…

Πηγή: Λόγια της άμμου, 2019,Εκδόσεις Πηγή

Μελτέμι-ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΙΛΕΛΕΣ

Το μελτέμι ανασηκώνει ευγενικά
το βαμβακερό στρωσίδι του τελευταίου σύννεφου
ο ορίζοντας αποκαλύπτεται διάφανος
εκεί που σμίγει με το λουλακί σεντόνι
ολόλευκα σγουρόμαλλα πρόβατα
χοροπηδούν κοπαδιαστά
στον ήχο της αέρινης φλογέρας
ξέπνοα ταξιδεύοντας ως την ακτή
μικροσκοπικές αλατισμένες σταγόνες
ανάμικτες με λεπτούς κόκκους άμμου
με αιθέριους χορευτικούς στροβιλισμούς
αναζωπυρώνουν τις αισθήσεις
αναδεύουν τη νηνεμία της καλοκαιρινής
ραστώνης
γοργά γυμνά πέλματα
χαράζουν ανεπιτήδευτα βαθουλώματα
πάνω στην καυτή άμμο
ηλιοκαμένα σώματα ενώνονται
με το ευεργετικό υγρό στοιχείο
ένας ήλιος καβαλάρης ξανθός
κρατά σφιχτά τα γκέμια του αλόγου του
και δωρίζει απλόχερα τη λάμψη του
στους τοίχους των χαμηλών νησιώτικων σπιτιών
την ευλογημένη ώρα του μεσημεριού.

Πηγή: Αντι...σώματα,Απόπειρα,2020

Παράδειγμα-ΒΙΣΛΑΒΑ ΣΙΜΠΟΡΣΚΑ

Ένα δυνατό μελτέμι
απογύμνωσε όλα τα δέντρα από φύλλα
στη χθεσινή νύχτα
εκτός από ένα φύλλο
που αφέθηκε
να λικνίζεται σόλο πάνω σ' ένα γυμνωμένο
κλαδί.

Μ' αυτό το παράδειγμα
η βία καταδείχνει
ότι μάλιστα, βεβαίως –
αρέσκεται κατά καιρούς στο μικρό της αστείο.

Μετάφραση: Βασίλης Καραβίτης
Πηγή: Εδώ, εκδόσεις Σοκόλη, 2013

 

Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;