Μια από τις πιο ειδυλλιακές στιγμές του εικοσιτετραώρου είναι η δύση του ηλίου. Για να δούμε πώς απεικόνισαν οι ποιητές το ηλιοβασίλεμα...
Το ηλιοβασίλεμα-ΚΩΣΤΑΣ ΚΡΥΣΤΑΛΛΗΣ
Πίσω από μακρινές κορφές ο ήλιος βασιλεύει,
και τ’ ουρανού τα σύνορα χίλιες βαφές αλλάζουν,
πράσινες, κόκκινες, ξανθές, ολόχρυσες, γαλάζες,
κι ανάμεσά τους σκάει λαμπρός λαμπρός ο Αποσπερίτης.
Την πύρη του καλοκαιριού την σβηεί γλυκό αγεράκι
που κατεβάζουν τα βουνά, που φέρνουν τ’ ακρογιάλια.
Ανάρια τα κλωνάρια του κουνάει ο γερο-πεύκος,
και πίνει και ρουφάει δροσιά κι αχολογάει και τρίζει,
η βρύση η χορταρόστρωτη δροσίζει τα λουλούδια,
και μ’ αλαφρό μουρμουρητό γλυκά τα νανουρίζει·
θολώνει πέρα η θάλασσα, τα ριζοβούνια ισκιώνουν,
τα ζάλογκα μαυρολογούν, σκύβουν τα φρύδια οι βράχοι,
κι οι κάμποι γύρου οι απλωτοί πράσινο πέλαο μοιάζουν.
Απ’ όξω, από τα οργώματα, γυρνούνε οι ζευγολάτες,
ηλιοκαμένοι, ξέκοποι, βουβοί, αποκαρωμένοι,
με τους ζυγούς, με τα βαριά τ’ αλέτρια φορτωμένοι,
και σαλαγούν από μπροστά τα δυο καματερά τους,
τρανά, στεφανοκέρατα, κοιλάτα, με μακριά τραχηλιά τραχηλάτα,
«Oώ! φωνάζοντας, οώ! Μελισσηνέ, Λαμπίρη»·
κι αργά τα βόδια περπατούν και πού και πού μουγκρίζουν.
Γυρνούνε από τα έργα τους οι λυγερές, γυρνούνε
με τα ζαλίκια αχ τη λογγιά, με τα σκουτιά απ' το πλύμα,
με τες πλατιές των τες ποδιές σφογγίζοντας τον ίδρω·
και σ’ όποιο δέντρο κι αν σταθούν, σ’ όποιο κοντρί ακουμπήσουν,
εις το μουρμούρι του κλαριού, εις τη θωριά του βράχου
γλυκόν γλυκό και πρόσχαρον χαιρετισμό ξανοίγουν:
«Γεια και χαρά στον κόσμο μας, στον όμορφό μας κόσμο!»
Σαν το ζαρκάδι ο νιος βοσκός ξετρέχει την κοπή του΄
σουρίζει,σαλαγάει "όι,όι!" και τήνε ροβολάει
από τα πλάγια στο μαντρί,στην στρούγγα για ν'αρμέξει.
Από στεφάνι,από γκρεμόν,από ραϊδιό και λόγγο
και του γιδάρη η σαλαγή στριγγιά στριγγιά γροικιέται
τ'ανάποδο κοπάδι του "τσαπ,τσαπ!έι,έι!" βαρώντας.
Κι αχολογούν βελάσματα κι αχολογούν κουδούνια.
Από μακριά απ'το βουκολιό,ακούγεται φλογέρα.
Κάπου βροντάει μια τουφεκιά ή κυνηγού ή δραγάτη
και κάπου κάπου ο αντίλαλος βραχνό τραγούδι φέρνει
του αλογολάτη,του βαλμά,οπού γυρνάει κι εκείνος.
Του κάμπου τ'άγρια πουλιά γυρνούν απ'τις βοσκές τους,
μ'αμέτρητους κελαηδισμούς μες στα δεντρά κουρνιάζουν ΄
σκαλώνει ο γκιώνης στο κλαρί και κλαίει τον αδερφό του΄
στα ρέπια,στα χαλάσματα,η κουκουβάγια σκούζει΄
μέσα σε αυλάκια,σε βαρκό,λαλεί η νεροχελώνα΄
τ'αηδόνι κρύβεται βαθιά στ'αγκαθερά τα βάτα
και την αγάπη τραγουδάει με το γλυκό σκοπό του΄
κ'η νυχτερίδα η μάγισσα,με το φτερούγισμά της
το γλήγορο και το τρελό,σχίζει τα σκότη απάνου
και με τα ολόχαρα παιδιά του ζευγολάτη παίζει.
Καλότυχοί μου χωριανοί,ζηλεύω τη ζωή σας,
την απλοϊκή σας τη ζωή,πόχει περίσσιες χάρες.
Μα πιο πολύ τον μαγικό ζηλεύω γυρισμό σας,
όταν η μέρα σώνεται και βασιλεύει ο ήλιος.
Πηγή:"Ο τραγουδιστής του χωριού και της στάνης",1893
Το βράδυ με το ηλιοβασίλεμα-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ
Το βράδυ με το ηλιοβασίλεμα,
μόνο, φευγάτο, δίχως ταίρι,
στον ήλιο αντίκρυ καμαρώνεται
χαριτωμένο περιστέρι.
Και λάμπει στο λαιμό, στα στήθη του
και στα φτερά της κεφαλής του
ηλιοπλασμένο έν’ αντιφέγγισμα
του σμαραγδιού και του αμεθύστου.
Πηγή: «Φωτερά σκοτάδια» (1903-1914),1915
Του Γενάρη το ηλιοβασίλεμα-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ
Tου Γενάρη ηλιοβασίλεμα
γαλανό, καθάριο λάμπει,
στολισμένο με τα χρώματα
μιας μαγιάτικης αυγής.
Πρώιμη άνοιξη γιορτάζουνε
ο άλλος κόσμος άλλοι κάμποι:
T’ ουρανού τα ρόδα ανθίσανε
πριν ανθίσουνε της γης.
Πηγή: Nικηφόρος Bρεττάκος, Aνθολογία για παιδιά και νέους, Kέδρος, 1980
Ηλιοβασίλεμα-ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ
Ο Φοίβος ροδοκόκκινος αργοκυλά στη δύση
σέρνοντας σύννεφα χρυσά γι’ ασύγκριτη χλαμύδα·
σε λίγο πίσ’ απ’ το βουνό κει κάτω θε ν’ αφήσει
μισόσβηστη και θαμπερή την υστερνή τ’ αχτίδα.
Η θάλασσα π’ απλώνεται βουβή και νεκρωμένη
ανατριχιάζει κάποτε στα χάδια του αγέρα,
κι οι ψαροπούλες, ροδαλές στου ήλιου που πεθαίνει
το ματωμένο βλέμμα, ξανοίγονται ώς πέρα.
Η νύχτ’ απλώνει απαλά το μαύρο της σεντόνι
και αφανίζει άπονα κάθ’ ομορφιά και χάρη,
ακούγεται το άχαρο κελάδημα του γκιόνη
κι αργοπροβάλλει ντροπαλό τ’ ολόχλωμο φεγγάρι.
Πηγή: "Εφηβικοί στίχοι",1913-1916
Δύση στον Θερμαϊκό-Γ.Θ.ΒΑΦΟΠΟΥΛΟΣ
[Δεκαοχτώ άλλα ποιήματα]
Τον ήλιο δες, Λυδία, πώς γέρνει ανάμεσα
στων καταρτιών το δάσος, που αργοτρέμοντας,
τις άπειρες κορφές σαλεύει μ’ έκσταση
στο θαύμα μπρος, που φλέγεται, της δύσης.
Α, πόσο είναι μεθυστικό το λίκνισμα
των καραβιών που απλώνουνε στη θάλασσα
το ρίγος των μακρών σκιών, που πάλλονται
σαν κόμη εξαίσια, οι αύρες που ανεμίζουν.
Τον κύκλο δες, Λυδία, που αστράφτει πύρινος,
στων καταρτιών μπλεγμένος το κυμάτισμα,
σαν πορφυρή καρδιά πελώριου γίγαντος,
που ένας μεγάλος πόθος τη φλογίζει.
Πηγή:"Τα ρόδα της Μυρτάλης", 1931
Ηλιοβασίλεμα-ΝΤΙΝΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο έρωτάς σου είναι σαν ηλιοβασίλεμα•
ο ήλιος πέφτει στα νερά, έρχεται η νύχτα.
Γι’ αυτό θέλω να σε ρουφήξω, να σε καταπιώ,
να διαλυθώ στην αμφιλύκη του κορμιού σου,
όμως και συ μη στέκεσαι σαν άγαλμα,
μη μου μιλάς στον πληθυντικό,
τρύπησε το μεδούλι μου όσο μπορείς,
στράγγιξε μες στο αίμα μου τη μοναξιά σου.
Βρες τρόπους να καθυστερήσουμε τη νύχτα.
Πηγή:" Ανυπεράσπιστος καημός", 1960
Ηλιοβασίλεμα-ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
Στον Αλέξη Φασιανό
Αυτή η ξαφνική η παγωνιά
μέσα στο καλοκαίρι
θαμπώνουνε της φίλης μου
τα μάτια
λέει: Είμαι
κατάστικτη
από κόκκινο κακό
όμως καθαρή
σαν το ελάφι
τί να κάνω
μακριά από την πηγή;
περνάει ο άλλος
σκοτεινός
με σίδερα
και περικεφαλαία
φωσφορίζοντας
μέσα σ’ ένα κλουβί
κλεισμένος
δίχως δόντια
πώς να ζήσει
κι έξω
ηλιοβασίλεμα
σβήνουνε χαμηλώνουν
οι φωνές των ζώων
ανάποδα πετάν τα περιστέρια
σε ξεχασμένη θάλασσα
γλυκά περνάνε
ψάρια δέντρα λουλούδια
και καΐκια
Πηγή:"Τα στίγματα",1962
Λιόγερμα-ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
Φλογισμένο λιόγερμα
βάφει το χωράφι
τζάμι και τριαντάφυλλο
τζάμι και χρυσάφι.
Κάτι τρέμει αμίλητο
στον αγέρα κάτι
μακρινό χαμόγελο
κρύφιο μονοπάτι
κάτι τρέμει αθώρητο
ίσκιος φως και απάτη
ρόδινο ένα σύννεφο
με χρυσό χαγιάτι.
Τα παιδιά ξυπόλυτα
με πανένια μπάλλα
τα παιχνίδια πάψανε
και κοιτάζουν άλλα.
Κάτι τρέμει αμίλητο
στον αγέρα κάτι
μακρινό χαμόγελο
κρύφιο μονοπάτι
κάτι τρέμει αθώρητο
ίσκιος φως και απάτη
ρόδινο ένα σύννεφο
με χρυσό χαγιάτι.
Πηγή: Δίσκος 45 στροφών, 1966
Ηλιοβασίλεμα-ΝΙΚΟΣ ΧΑΝΤΖΑΡΑΣ
Ηλιοβασίλεμα.Σαλεύουν
αύρες τα λούλουδα απαλά.
Σε διάφανο ουρανό,τ'αστέρι
το βραδινό φωτάει δειλά.
Αριά βελάσματα,κουδούνια,
σφυρίγματα,στη σιγαλιά.
Γυρνούν στη στάνη τα κοπάδια,
ζυγά φωλιάζουν τα πουλιά.
Από τον κάμπο στο χωριό του
αντρόγενο όμορφο γυρνά.
Διαβαίνει ομπρός το παλικάρι
και το κατόπι η νια περνά.
Εκειός με το τσαπί στον ώμο,
αλυγαριά χλωρή στ'αυτί.
Κι έχει γλυκά στης νιας τον κόρφο
το βρέφος αλησμονηθεί.
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη,1979
Ηλιοβασίλεμα-ΚΩΣΤΑΣ ΦΡΙΛΙΓΓΟΣ
Ο βασιλιάς ξεψύχησε
κι η γη τον σαβανώνει .
κι απλώνεται ολοκόκκινο
στον ουρανό σεντόνι,
πανώριο νεκροσέντονο στα νέφη καρφωμένο
και φθάνει ως τα κύματα σιμά στον πεθαμένο.
Και το φεγγάρι σιωπηλά τώρα σταλάζει δάκρυα
και βάζει μαύρο φόρεμα η γη απ'άκρη σ'άκρη,
και τ'άστρα,πολυέλαιοι,ανάβουν στη θανή του
και θενά σβήσουν μοναχά στη νεκρανάστασή του.
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη,1979
Όταν θα έχω ιδεί το τελευταίο ηλιοβασίλεμα-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ
Στον Τάκη Αντωνίου
Εκείνο που θα ζητούσα,εγώ που ποτέ μου
δεν ζήτησα τίποτα κ'είναι
πλέον αργά ν'απλώσω στη γης
το γέρικο χέρι μου,θα'ταν να μην
ξεχάσω εντελώς. Να μου μείνει εσαεί
μια ιδέα οφθαλμού,ένα ελάχιστο μνήμης
-βεβαιώθηκα πως ο κόσμος που έζησα
δεν ήταν πρόχειρος-να μπορώ να θεώμαι
αν όχι έναν έναστρο κλώνο ουρανού
τουλάχιστο ένα κεραμίδι από το
σπιτάκι που έχτισα σ'αυτή την κορφή,
σαν έναν μικρό θρόνο μες στον ορίζοντα.
Να μπορώ να θεώμαι ένα πράσινο φύλλο
ή ένα πουλάκι καθισμένο στο κάγκελο
ή και μόνο ένα στίγμα από το
μουσικότατο αυτό ωκεάνιο φως.
Να θεώμαι ίσα-ίσα ένα σοφό
άνθος΄ή ένα σοφό μερμηγκάκι
που μέσα από μόλις ορατό κεφαλάκι του
κουβαλάει την άγνοιά μας.Απλώνω
το χέρι προς την ανεξιχνίαστη μοίρα,
αυτήν που τροφοδοτεί τις κυήσεις εντόμων,
φυτών,λουλουδιών με το ενόργανο φως.
Συλλογίζομαι πως μπορεί και να υπάρξουνε
κάποτε αυτοί που θα μάθουνε να μιλούν
και να γράφουν τις γλώσσες τους.Πως υπάρχουνε
κι άλλα λεξιλόγια πλούσια σε σοφία
κι αρθρώσεις μουσικές,που εγώ,
ο πριν και ο έξω απ'το μέλλοντα χρόνο,
δεν θα'χω γράψει ποιήματα.
Πλούμιτσα '80
Πηγή: «Παραλειπόμενα»,Τα ποιήματα,Τρία φύλλα,Δεύτερος τόμος,1999
Δύση στο Παλιό Φάληρο-ΘΕΜΟΣ ΑΜΟΥΡΓΗΣ
Πλημμύρισε την πλάση η μαγεμένη
και ξελογιάστρα από περλάντια δύση
-Στην έκταση που αγκάλιασε-να σβήσει
στο χρώμα ενός ονείρου στολισμένη.
Κι όλο μακραίνει μες την ανθισμένη
και λιοπερίχυτη μαγεύτρα φύση
σε πελαγίσια πλάτη να κυλήσει
στα ολόφεγγα τα φύλλα της γερμένη...
Στ'άλικα,περιβόλια ως θα φλεβίζει
τις ροδοδάφνες της θα ξεφυλλίζει
και τα λαμπριάτικά της θα φορέσει
Κι όταν η ωχρή λεπτή φωτιά θα πάψει
θα διπλωθεί τον κύκλο της να γράψει
στα μάγια τρίσβαθά της για να πέσει...
Πηγή: Μεγάλη ανθολογία ελληνικού σονέτου,Αθήνα,1987
Μια δύσις ηλίου-ΜΑΡΙΚΑ ΦΙΛΙΠΠΙΔΟΥ
Κρύψαν της ημέρας τ'άστρο νέφη μαύρα,θεριεμμένα,
Κι όλα γύρω μου στη φύση έλεγες πως δακρυσμένα
Με την όψη της αχνή τους συντροφεύαν την καρδιά μου,
Και το κύμα της οδύνης που ξεσπούσε στη ματιά μου.
Ξάφνου ντύθηκαν τα νέφη με χρυσάφι και κοράλλι
Και ο ήλιος το ξανθό του,το περήφανο κεφάλι,
Ξεπροβάλλει πριν να δύσει της γης τ'άστρο να θαυμάσει,
Που με μια γλυκιά τ'αχτίδα ξαναστόλισε την πλάση.
Τριαντάφυλλα βλαστήσαν στου ουρανού τ'άπειρα πλάτεια.
Κ'ύψωσεν ο λογισμός μου ολοφώτεινα παλάτια,
Με τις ίνες της καρδιάς μου με τους πόθους μου χτισμένα.
Μα του άστρου σαν χαθήκαν τα μαγευτικά τα κάλλη,
Εις της σκοτεινής της νύχτας τη δροσόλουστη αγκάλη,
Είδα γύρω μου συντρίμμια έρημα και μαυρισμένα.
Πηγή: Μεγάλη ανθολογία ελληνικού σονέτου,Αθήνα,1987
Τα σκυλιά το ηλιοβασίλεμα-ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΟΥΤΑΣ
[ Λάβα (2009)]
Στην οδό Καραβοκύρηδων
–ένα στενοσόκακο είναι, μην τρελαίνεστε!–
στα δυτικά της Οίας
κάθε απόγευμα συγκεντρώνονται εκατοντάδες τουριστών
για να θαυμάσουν το ηλιοβασίλεμα.
Ακροβολισμένοι σε πεζούλια, ταράτσες, ανοιχτωσιές
επάνω σε βράχια ή όπου αλλού μπορείς να φανταστείς
απαθανατίζουν τη μαγική στιγμή με τις ψηφιακές τους μηχανές.
Επιφωνήματα θαυμασμού και ζωηρά χειροκροτήματα
δονούν την ατμόσφαιρα,
μόλις ο πύρινος δίσκος λουφάξει στα κυκλαδίτικα νερά
κι εξαφανιστεί από τον ορίζοντα.
Έχουν τέτοια ένταση και λυρισμό οι στιγμές
που σκέφτομαι μήπως κάποτε
ο ήλιος εμφανιστεί και δεύτερη φορά
για κάποιο καλλιτεχνικό encore στην ίσαλο γραμμή
όπως επί σκηνής οι τραγουδοποιοί στις συναυλίες τους
για να σβήσει οριστικά με μια βαθιά υπόκλιση.
Όλα μοιάζουν αισθαντικά.
Μόνο δυο σκυλιά του δρόμου
που βρέθηκαν κι αυτά στο εν λόγω σοκάκι
απαξιώνουν το συμβάν.
Ξαπλώνουν μακάρια
γυρνώντας τις πλάτες τους στους τουρίστες
κοιμούνται του καλού καιρού
επάνω σ’ ένα υπερυψωμένο πεζούλι.
Όλοι κοιτούν το ηλιοβασίλεμα
κι εγώ θαυμάζω την αταραξία των σκύλων.
Ζηλεύω την όλη στάση τους, την αδιαφορία τους,
την παραίτησή τους από τα γήινα.
Μέσα σε τόσες εκατοντάδες ρομαντικών ψυχών
βρέθηκαν ευτυχώς και κάποιες
που με στωικότητα
αντιμετωπίζουν τα φυσικά φαινόμενα.
Πηγή:" ντόρτια", Εκδόσεις Ποιήματα των φίλων,2012
Μαθήματα δύσης - ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΑΜΟΥΛΙΑΝΟΣ
Γεννήθηκα με μια λέξη να καίει τα χείλη μου,
μ'ένα ρόδο ν'ανθίζει τα μάτια μου,
και μ'έναν κόσμο να γερνά την καρδιά μου.
Συγχώρεσα αυτούς που με μίσησαν
κι όχι αυτούς που μ' αγάπησαν από ανάγκη.
Τη μέρα ο πόνος μου ντυνόταν ευτυχισμένος
και τις νύχτες γινόταν πάλι το ρεμάλι
που μαζί με την πιωμένη μου
με κρασί απ' τ' αμπέλι των νεφών ψυχή
ξόδευαν όλη την περιουσία του ονείρου.
Η γλώσσα μου μ'έμαθε να κλαίω
στην γλώσσα των αναμνήσεων
ώστε να νομίζει το παρελθόν
πως του χαμογελάω ξανά και ξανά.
Η σιωπή μ'έμαθε να ράβω κάθε απόγευμα
μια αδιάβροχη ελπίδα
και να την φοράω τα μεσάνυχτα.
Η πρώτη γυναίκα που με ξεπαρθένεψε
ήταν η μοναξιά.
Η πρώτη γυναίκα που ξεπαρθένεψα
ήταν η λευτεριά.
Η πρώτη γυναίκα που με ερωτεύτηκε
ήταν η απελπισία.
Η πρώτη γυναίκα που ερωτεύτηκα
ήταν η απουσία σου.
Το σώμα μου το εξομολόγησαν μονάχα πόρνες.
Τα χνάρια μου με κείνα της μοίρας μου
δεν ταίριαξαν ποτέ.
Δεν αντέχω άλλο τους ντελικάτους ευεργέτες
φέρτε μου ντόμπρους κατακτητές.
Δέσποτα Νου δώσ' μου την ευχή σου,
τώρα που κι ο φόβος έχασε τα λογικά του,
τώρα που κι ο φόβος έπαψε πλέον να ελπίζει.
Θα πεθάνω με μια λέξη να καίει τα χείλη μου,
μ'ένα ρόδο ν'ανθίζει την καρδιά μου,
και μ'έναν κόσμο να γερνά τα μάτια μου.
Πηγή: "Για τα μάτια του ωραίου αδοκίμαστου",myedition.gr,2012
Ηλιοβασίλεμα-ΡΟΥΜΠΙΝΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ
Ήταν μικρός ο καφενές
παντού σκόρπιες ψάθινες καρέκλες
παντού σκόρποι ηλικιωμένοι καημοί.
Δυο τρία τσίγκινα τραπέζια
στραβοπατούσαν στο πάτωμα
και από τα κάδρα στους τοίχους
κρεμόταν όλη η σκόνη του αιώνα.
Μαύρα φθαρμένα σακάκια
φορεμένα από σώματα λειψά
στον πλήρη απολογισμό
......................................
του δεν θυμάμαι πια.
Πηγή: «Τόπος αλλού»,Εκδόσεις Οδός Πανός,2014
Δύση-ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ
Σε μαραμένους κήπους
περιπλανώμενοι παλιάτσοι
γυρεύουν αποκούμπι.
Αφήνουν πίσω τους
σταγόνες αίμα και ντροπή
μη χάσουν το δρόμο να επιστρέψουν.
Πετούν σχοινί να κατεβάσουν
τ' ασημί του φεγγαριού
να λάμψει ο τόπος.
Κόκκινη κηλίδα κατάστηθα
τόσο αχόρταγο φως
στη γη των αρχαγγέλων.
Να με θάψεις με τα μάτια ανοιχτά
να αναπνέω.
Πηγή:"Χρόνος αυτόχειρας", Εκδόσεις Γκοβόστη, 2016
Ηλιοβασίλεμα-ΣΟΦΙΑ ΠΟΤΑΡΗ
[Α' μέρος – Ποιήματα]
Είναι κάτι παλιά ξεθωριασμένα κεραμίδια
που στέκονται σαρακοφαγωμένα θαλασσόξυλα
ψημένα απ’ την αλμύρα, φαγωμένα απ’ τη βροχή
απ’ το λιοπύρι άγρια πυρπολημένα, σα δέρματα ξερά
το δειλινό ο ήλιος πάνω τους απλώνεται
τη σκόνη τους δειπνά και ξεψυχά ολόμαυρος
σαν αίμα ξεραμένο, που έχει πια λιμνάσει
πέρα μακριά η θάλασσα βουλιάζει κατακόκκινη
κι ένας ίσκιος απρόσκλητος τρυπώνει σε ιστορίες
πλεγμένες κάτω απ’ τα μισοσπασμένα κεραμίδια
Πηγή:"Ασφόδελοι και Κυπάρισσοι", 2017
Αναγέννηση στο λιόγερμα-ΑΡΕΤΗ ΓΟΥΡΓΙΩΤΟΥ
Κοιτούσα τον ήλιο της ζωής μου να γέρνει.
Μαβιές και ρουμπινιές αποχρώσεις
ρυτίδωναν ουρανό και ψυχή,
βάφοντας το πέλαγος αιμάτινο.
Η γλυκιά αίσθηση της άφατης ομορφιάς
ανταμώθηκε με της καρδιάς το παράπονο.
-Γιατί;
Γιατί διάβηκαν τόσα δειλινά
και κοντεύει το στερνό;
Αίφνης,ένα φως υπερκόσμιο έσβησε τον ήλιο.
Ήσουν Εσύ,θαλασσόφερτη παρουσία,
που απρόσμενα ανεδύθης από τα βάθη,
με κοχύλια και φύκια στα μαλλιά.
Με τον έρωτα της νιότης σου με κατέκλυσες!
Και οι ρωγμές του χρόνου ευλαβικά απόδρασαν,
δίνοντας θέση στην Αγάπη την αταίριαστη,
μα άσπιλη κι αμόλυντη κι ατέρμονη!
Και τώρα,το λιόγερμα έγινε ρόδινη Ηώς.
Ο ήλιος,πια,σταμάτησε να δύει.
Αναγέννηση!
Πηγή:"Έσω ιριδισμοί",Εκδόσεις Βεργίνα,2019
Ηλιοβασίλεμα-ΕΛΕΝΑ ΠΟΛΥΓΕΝΗ
Προφέρει αυτό, είναι αυτό, λέει αυτό που είναι. Είναι αυτό που
λένε ότι είναι. Τα πρόσωπά τους κυλούν επάνω της. Ρευστά και
χωρίς σχήμα. Αυτή πηγαίνει σπίτι της. Απλώς εκεί πηγαίνει. Κάθε
φορά τα βλέμματά τους τη βασιλεύουν, την κάνουν να πέφτει
δηλαδή, πέφτει σαν τον ήλιο. Εκτελώντας την καμπύλη. Πρόκειται
για τροχιά καθορισμένη. Δεν ανησυχεί κανείς. Λένε αυτή δύει και
είναι σαν να σκοτεινιάζει, απλώς πέφτει σκοτάδι. Μετά δεν την
βλέπουν. Δεν υπάρχει διαφορά με το πριν.
Πηγή:"Ανάγλυφη",Εκδόσεις Ρώμη, 2021
Τα μπλε ηλιοβασίλεμα του Άρη-ΑΡΗΣ ΓΕΡΑΡΔΗΣ
Σαρώνει ο σκουπιδιάρης χρόνος:
πλαστικά,εφημερίδες,φιλιά.
Τρέχω με τον άδειο χαρτοφύλακά μου
παραμάσχαλα να σε φτάσω.
Σκοντάφτω στ'αδέξια παράπονά σου
και στη λύπη σου
κι όταν σηκώνομαι σε μέρα κίτρινη
με σπασμένα φτερά και λέξεις,
αποτολμώ στην πλάτη σου σχέδια εμβριθή.
Σέρνω καμπύλες,ευθείες,τα πόδια μου στις σκάλες
με χάρακες,διαβήτες κι ακατάσχετη αισιοδοξία
για το παραπάνω σύμπαν,όπου θα φυτεύσουμε
φρούτα του δάσους κι όχι ξερές υποσχέσεις.
Το βράδυ φιλιόμαστε κρυφά σαν πουλιά
κάτω απ'την κουβέρτα κι αναστοχαζόμαστε
τα μπλε ηλιοβασιλέματα του Άρη.
Πηγή:"Γυάλινες μέρες",Εκδόσεις Πνοή,2021
Δύση-ΣΤΕΛΛΑ ΠΕΤΡΙΔΟΥ
Γέρνει ο ήλιος και πλαγιάζει
Βρίσκει αγκάλη σε μια δύση.
Μες στη δροσιά και μες στ'αγιάζι
γέρνει ο ήλιος και πλαγιάζει.
Και στα σκοτάδια του βουλιάζει
μέχρι ξανά με φως ν'ανθίσει.
Γέρνει ο ήλιος και πλαγιάζει.
Βρίσκει αγκάλη σε μια δύση.
Πηγή: "Τριολέτα",γένους θηλυκού-Εκδόσεις Άλφα Πι,2021
Ηλιοβασίλεμα-ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΚΟΥΜΑΣ
Αρχικά μελίρρυτο, καστανόχρωμο καθώς δύει,
μια καλλιτεχνική παραλλαγή στην ουράνια παλέτα,
και ο ορίζοντας με την πολυτέλεια του Αιγαίου.
Το ηλιοβασίλεμα δεν καθορίζεται, το ηλιοβασίλεμα καθορίζει.
Και ξαφνικά σκέπτομαι: η ποίησή μου είναι
αφηρημένη πραγματικότητα ή πραγματική αφαίρεση;
Ο ήχος των κυμάτων συνενώνεται,
βρίσκει ακροατή σε μένα, και κύμα για κύμα
ενωνόμαστε σ’ ένα κοινό συμφέρον.
Με τα χρόνια δεν αναπαριστώ παρά την πνευματική εικόνα
ενός ζωγράφου. Μέσα σε πολλά κάδρα απεικονίσεων
περικλείω διάφορες δυσάρεστες αναμνήσεις,
κι αυτό που λέω να κάνω δεν μπορώ να το κάνω,
και ο τρόπος που δύει ο ήλιος το επαληθεύει.
Πηγή: stixoi/info
Ηλιοβασίλεμα πάνω απ’ την αρχαία πέτρα-ΣΕΛΑΝΑ ΓΡΑΙΚΑ
Ηλιοβασίλεμα πάνω απ'την αρχαία πέτρα
το μόνο σταθερό,
σ’ ένα κόσμο που ολότελα αλλάζει.
Είναι τα χέρια μου ανοιχτά
κατά τον ουρανό,
γυμνά.
Ο Πατέρας υπήρξε Ποιητής.
Κουβέντα είν’ η ποίηση
με τους αποθαμένους
σαν με τους ζωντανούς να μιλήσεις, δεν μπορείς.
Είναι τα χέρια μου ανοιχτά
γυμνά.
Ο Πατέρας υπήρξε Ποιητής.
Κι η νύχτα τη μέρα καταπίνει.
Όλο σκοτάδι γύρω.
Είναι τα χέρια μου
γυμνά κι εγώ διψώ το Φως!...
Πηγή: stixoi/info
Ηλιοβασίλεμα-ΑΝΤΡΙΑ ΓΑΡΙΒΑΛΔΗ
Γλύκανε ο ήλιος
κι έπεσε να κοιμηθεί
στο προσκεφάλι της νυχτιάς.
Έπεσαν οι σκιές
κι αντάμωσαν
της γης σημάδια.
Του καταχείμωνου
οι ηλιαχτίδες λιγοστές
μα στο λυκόφως της καρδιάς
τα φτερουγίσματα,
τρελά λυχνάρια.
Κι εγώ
θαυμάζω
το βασίλεμα
μιας μέρας...
Πηγή: stixoi/info
Αν τα 'βαζε η δύση με την αυγή-ΝΙΚΟΣ ΕΡΗΝΑΚΗΣ
Ξεμπλέκω τους ήχους σαν κλωστές
και τους δένω κόμπους
μήπως η μουσική νικήσει τις κραυγές
η πραγματικότητα δεν είναι παρά
μια πτυχή της φαντασίας μας
ζαλισμένοι μέσα στη μοναξιά
ο ουρανός δεν θα μας χωρέσει
γι’ αυτό στενά κελιά χτίζουμε
να ξαπλώσουμε ελεύθεροι
αν τα ’βαζε η δύση
με την αυγή
ποιανής το μέρος θα παίρναμε;
Πηγή: http://nickerinakis.blogspot.com
Δύση-ΜΙΧΑΛΗΣ Κ.ΒΑΚΡΙΝΟΣ
Όμως,
στο σώμα μου ακόμα εκείνη η αίσθηση,
οι τριγμοί του κελιού,
η ουσία που ζηλεύαμε
στο σκυθρωπό βασίλεμα της δύσης.
Σε κράτησα.
Δειλά ανοιγόκλεινε ο παράδεισος.
Tα χρώματα,
η κατοχή μιας ανάσας στα στήθια μου
φυλαγμένη, βαριά σαν αλήθεια.
Λόγια που σάπιζαν στην άκρη των χειλιών
φυλλορροούσαν, άνθιζαν, πεθαίναν.
Γράμματα ξεχασμένα, φωτιά,
όλο ελπίδες να γυρεύω στους καπνούς
και στάχτες.
Η εύθραυστη ενθύμηση του κόσμου μου,
παιδικά χαμόγελα, αφέλεια,
περιστροφές στον παράξενο αυτό κύκλο
συνεχείς,
εγώ... εσύ!
Λυμένα πίσω από τη μάσκα
αισθήματα.
Ντύνει η σιωπή μου το χαμόγελο,
γλιστράει, πέφτει, σπάει.
Εγώ.
Η μοναξιά, η θλίψη, το σύμπαν μου.
Το σκυθρωπό βασίλεμα της δύσης.
Πηγή: stixoi/info
Γέρμα-ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΝΝΙΝΟΣ
Ξεθώριαζαν τα σύννεφα του δειλινού
στο λιόγερμα μιας Κυριακής φευγάτης
ήλιος τρεκλίζοντας που έδυε... σακάτης
στη γκρίζα ράχη του ξερακιανού βουνού.
Μενεξεδένιες... ξεφτισμένες πινελιές
κάποιου ζωγράφου ξεχασμένου απ τον χρόνο
φυλακισμένη η ψυχή σε φαύλο θρόνο
κιβούρι σάρκινο... το σκεύος ευτελές.
Ασθμαίνοντας διολισθαίνω στο κενό
τ’ ανάστημά μου με αναίδεια ορθώνω
οραματίζομαι... το θαύμα κατορθώνω
τους δαίμονές μου ευλογώ και επαινώ.
Αρχαίο θέατρο, φθίνουσα η ζωή
αισχρά μονόπρακτα... τυχαίες παραστάσεις
σε εξωθούν... θέλεις να κάνεις υπερβάσεις
έως την έσχατη του είναι σου πνοή.
Πηγή: stixoi/info
Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου