Ο Λάζαρος στην ποίηση (ποιήματα)

Ο Λάζαρος στην ποίηση (ποιήματα)

Σάββατο του Λαζάρου σήμερα. Ηχηρό σύμβολο της νίκης ενάντια στον θάνατο! Για να δούμε πώς ενέπνευσε  τους ποιητές η μορφή του!

Ο Θεός χρειάζεται τη βοήθειά μας-ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ

Ο Θεός χρειάζεται τη βοήθειά μας
Κάτωχρος κι εξαντλημένος ο Ιησούς στάθηκε κοντά στον τάφο.
"Λάζαρε, βγες έξω", φώναξε. Όλοι περίμεναν. Κι ο φτωχός
νεκρός, που ένιωσε ότι εδώ στον τάφο του παίζεται η τύχη του
κόσμου, τι να ΄κανε; Η γη είχε χαθεί,
πως θ’ άφηνε χωρίς ανάσταση έναν ολάκερο ουρανό...

Κι εγώ χρειάζομαι τη βοήθεια του Θεού
- Κύριε, βοήθησέ με, του λέω, χάνομαι.
- Μα αυτή είναι η βοήθειά μου - να χαθείς...
Για να σε ψάχνουν στους αιώνες!

Πηγή:Τάσος Λειβαδίτης,Ποίηση,1979-1990

Λάζαρος -ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ

«Είν’ όλα νέα σήμερον
έτος δωρήματα ελπίδες
και μόνον την καρδίαν μου
αρχαίαι δέρουν καταιγίδες»

Βροχή μες στις στοές βροχή
χαλάζι μέσα στ’ αυτοκίνητα
με παγωμένα πόδια
γιά δες πώς σε κοιτάζει ο φρουρός
φωτογραφίες θάνατοι ελπίδες.

Κάρβουνα μέσα στην καρδιά του Λάζαρου.

Σήκω από το κρεβάτι Λάζαρε
σου κάνουν δώρο έναν τόπο μακρινό
ένα λιβάδι τρυφερό με ανεμώνες
ένα λιβάδι τρομερό
σήκω από το κρεβάτι Λάζαρε
Λάζαρε εργοστασιάρχη Λάζαρε κακέ
Λάζαρε γίνε ποταμός της άνοιξης
γίνε σκουλαρίκι γίνε σίφουνας
αγάπησε τη ζωή.

«Είν’ όλα νέα σήμερον»
γιά δες πώς σε κοιτάζει ο φρουρός
φωτογραφίες θάνατοι ελπίδες
«και μόνον την καρδίαν μου
αρχαίαι δέρουν καταιγίδες» .

Πηγή: Παραλογαίς

Του Λαζάρου -ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ

Nεφοσκεπές ψιλόβροχο ημέρας.
Kάτι μωραί καμπάνες πιτσιλάνε
τον ύπνο του Λαζάρου να εξέλθει.
Kαλά στοκαρισμένο το φως γύρω γύρω.

Eίχα κι εγώ να δεύρο κάποιους έξω
μα δε μου αποκρίθηκαν αν θέλουν.

Πώς ν’ αποκριθούν
με ωτακουστή που άφησες καλά στοκαρισμένο
το φως γύρω γύρω.

Kι έπειτα γιατί τους ρωτάς αν θέλουν.
Tο θαύμα δε ρωτάει.
Σ’ αρπάζει από το αυτί και
σέρνοντας σε πετάει στο φως.
Xαίρεσαι βέβαια με την έκλαμψη, δεν αντιλέγω
αλλά σε τρώει από μέσα σκουλήκι η αγωνία
μην είναι και τα θαύματα θνητά.

Άστους λοιπόν καλύτερα εκεί
μην έχομεν να άρωμεν για δεύτερη φορά
κενόν τον κρέββατόν τους.

Tίποτα δεν άκουσες;
Kι όμως, όλην αυτή την ώρα εδώ μέσα
με άλλα κουβεντιάζοντας να πάρω λίγο αέρα
σε σένανε μιλούσα εκεί κάτω.
ότι δε σε προσφώνησα;
Mε ποιο απ’ όλα τα Λερναία ονόματα
να σε πρωτοφωνάξω.
Όποιο κι αν κόψω αποζητώντας σε
φυτρώνει αμέσως άλλο.

Πηγή: https://www.stixoi.info/

Γυναίκα Λάζαρος-ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ

Ανάστησέ με, του φωνάζει.
Τυφλό μάτι το φεγγάρι,
μαύρο τηγάνι η νύχτα καίγεται.
Έλα και ανάστησέ με, του φωνάζει.
Αυτός κάτω από το χώμα ακούει ήρεμα,
με τα χέρια στο στήθος σταυρωμένα.
Τόσο εξοικειωμένοι πια
οι νεκροί με το παράλογο,
καθόλου δεν απόρησε
που αν και ζωντανή
απεγνωσμένα του ζητά
συμβόλαιο αναστήλωσης
για ένα κορμί
που έχασε το σώμα του.

Οι τρεις Λάζαροι -ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ

Τότε μίλησε η Πρώτη Λάζαρος:
«Το νυφικό μου ήταν από αλεύρι και με ανέστησε πάνω σ’ έναν πάγκο στην κουζίνα. Ήταν, μου είπε, ο ταχυδρόμος. Χτύπησε όμως μόνο μια φορά. Ύστερα δεν τηλεφώνησε ξανά. Έμαθα πως κάποιος αργότερα τον φίλησε στο στόμα, αλλά εγώ είχα ήδη προδοθεί». «Εμένα πάλι», πήρε τον λόγο η Δεύτερη, «όλο με φώναζε, Δεύρο έξω, Δεύρο έξω, μα όταν βγήκα απ’ τα εσώρουχα, αυτός απέστρεψε το βλέμμα. Δεν είμαι, είπε, και Θεός να παραβλέπω το ελάττωμα. Σε ήθελα πιο αδύνατη». «Εγώ τι να πω», είπε τότε η Τρίτη, που την ονόμαζαν Βραχύβια. «Μου έλεγε πως είμαι η Μοίρα του, Κλωθώ με αποκαλούσε, Γυναίκα Λάζαρος του έλεγα είναι τ’ όνομά μου, δεν μπορώ, μου είπε τότε, δεν το βλέπεις, δεν μπορώ να σ’ αναστήσω, όταν ένα κομμάτι μου λαχταράει τόσο να πεθάνει».

Πηγή: Το σημείωμα της οδού Ντεσπερέ ,2018

Λάζαρος Μ. - Τρεις γέφυρες-ΣΟΦΙΑ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ

Βαρέθηκε κι ο Λάζαρος
την ευτυχία της κατ' έτος αναστάσεως 
ήρε τον κράββατόν του 
επέστρεψε 
Έκλεισε τα μάτια
τον ευεργέτη του 
απ' έξω

Πηγή: Φωτογραφίες, Μελάνι, 2015

Σ’ ένα αδειανό βάθρο Θεού  -ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ

Μια βραδινή λευκότατη
από τον Φοίβο επάρθης
μήνα μου με την Άνοιξη,
αν με θυμάσαι, αν θά `ρθεις,

να τρέξω στην πονετικιά
των ρόδων καλοσύνη
το χρώμα τους να δανειστώ
και την αγία ειρήνη,
για να με δεις χρυσόγελος

στα μάτια που θα γράφω:
"Ψέμα πως είμ’ η Ανάσταση
του Λάζαρου απ’ τον τάφο!"

Πηγή: https://www.stixoi.info/

Ο Λάζαρος μετά το θαύμα-ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ

Φρόντισες μέσα κι έξω από τη Βηθανία
όλοι να μάθουν την ανάστασή μου.
Τώρα, θύμα ενός θαύματος, για χρόνια περιφέρομαι
ένας ρακένδυτος που τον κοιτούν όλοι φιλύποπτα
αν πρέπει να τον πάρουν για τρελό ή να τον πιστέψουν.
Μα κι ο ίδιος πια δεν ξέρω τι, ποιος είμαι
χωρίς καν συγγενείς και φίλους που όλοι φοβηθήκαν
ή ζήλεψαν για τους δικούς τους - ποιος να ξέρει;
Ενώ Εσύ, ιδανικός Εσύ μες στην ανάστασή Σου
οριστική, γεμάτη δόξα κι ύμνους όπου γης
ποτέ δε σκέφτηκες τι απέγινε
ο υπό αίρεση και προθεσμία αναστημένος Σου.

Ω ναι, δεν έπρεπε στο " Δεύρο έξω" να υπακούσω
μα την ειρηνική μου οδό αποσύνθεσης ν' ακολουθήσω
ταπεινά, σαν τους κοινούς θνητούς.
Τώρα σε τι Δευτέρα Παρουσία να πιστέψω
σε τι ανάσταση νεκρών
ανάμεσα σ' εξαίρεση ζωής
και στον κανόνα του θανάτου;
Και τέλος
πού να βρω δύναμη προτού πεθάνω να πεισθώ
ότι στ' αλήθεια και για πάντα
θα πεθάνω;

Πηγή: Ο άνθρωπος μόνος

Λαίδη Λάζαρος-ΣΙΛΒΙΑ ΠΛΑΘ

Το κατάφερα πάλι.
Μια φορά στα δέκα χρόνια
Το καταφέρνω –
Ένα είδος θαύματος που περπατάει, το δέρμα μου
Λαμπερό σαν αμπαζούρ των Ναζί,
Το δεξί μου πόδι
Ένα βάρος για τα χαρτιά,
Το πρόσωπό μου ένα χωρίς χαρακτηριστικά, τέλειο
εβραϊκό λινό.
Τράβηξε την πετσέτα
Ω εχθρέ μου.
Σε τρομοκρατώ; -
Η μύτη, οι κόγχες, ολόκληρες οι οδοντοστοιχίες;
Η χαλασμένη αναπνοή
θα χαθεί σε μια μέρα.
Γρήγορα, γρήγορα η σάρκα
Που έφαγε ο σοβαρός τάφος θα είναι
Σα στο σπίτι της πάνω μου
Κι εγώ μια χαμογελαστή γυναίκα.
Είμαι μόνο τριάντα ετών.
Και σαν τη γάτα έχω εννέα φορές για να πεθάνω.
Αυτή είναι ο Αριθμός Τρία.

Τι χαλασμός κόσμου
Για να εκμηδενίσει κανείς κάθε δεκαετία.
Τι ατέλειωτα νήματα.
Το πλήθος που μασουλάει
Σπρώχνεται μέσα για να τους δει
Να με ξετυλίγουν από το κεφάλι ως τα πόδια –
Το μεγάλο στριπτήζ.
Κύριοι, κυρίες,
Αυτά είναι τα χέρια μου,
Τα γόνατά μου.
Μπορεί να είμαι πετσί και κόκαλο,
Εντούτοις, είμαι η ίδια, αυθεντική γυναίκα.
Την πρώτη φορά ήμουνα δέκα ετών.
Ήταν ένα ατύχημα.
Τη δεύτερη φορά το εννοούσα
Να κρατήσω ως το τέλος και να μην επιστρέψω καθόλου.
Κουνούσα κλειστή
Σα μια αχιβάδα.
Χρειάστηκε να φωνάζουν και να φωνάζουν
Και να μαζέψουν τα σκουλήκια από πάνω μου σα γλοιώδη μαργαριτάρια
Το να πεθαίνεις
Είναι μια τέχνη, σαν καθετί.
Το κάνω ιδιαίτερα καλά.
Το κάνω τόσο καλά που είναι η κόλαση.
Το κάνω τόσο καλά που μοιάζει αλήθεια.
Θα μπορούσατε να πείτε ότι το έχω ταλέντο.
Είναι αρκετά εύκολο σε ένα κελί.
Είναι αρκετά εύκολο να το κάνεις και να μείνεις έτσι.
Είναι η θεατρική
Επιστροφή στο φως της μέρας
Στον ίδιο τόπο, στο ίδιο πρόσωπο, στην ίδια κτηνώδη
Απολαμβάνουσα φωνή:
«Έγινε ένα θαύμα!»
Αυτό μου κόβει την αναπνοή.
Πρέπει να πληρώσετε
Για να δείτε τις ουλές μου, πρέπει να πληρώσετε
Για ν’ ακούσετε την καρδιά μου –
Πραγματικά χτυπάει
Και πρέπει να πληρώσετε, να πληρώσετε, να πληρώσετε πολύ ακριβά,
Για μια λέξη ή για ένα άγγιγμα
Ή για λίγο από το αίμα μου
Ή για ένα κομμάτι από τα μαλλιά ή τα ρούχα μου.
Έτσι, έτσι λοιπόν, Χερ Ντόκτορ.
Έτσι, Χερ Εχθρέ μου.
Είμαι το έργο σου,
Είμαι το πολύτιμό σου,
Το όλο χρυσό μωρό
Που λιώνει σε μια κραυγή.
Περιστρέφομαι και καίγομαι.
Μη νομίσετε ότι υποτιμώ τη μεγάλη σας προσοχή.
Στάχτη, στάχτη –
Χώνετε κάτι και ανακατεύετε,
Σάρκα, κόκαλα, δεν υπάρχει τίποτα –
Ένα κομμάτι σαπούνι,
Ένα δαχτυλίδι γάμου,
Ένα χρυσό σφράγισμα.
Χερ Θεέ, Χερ Λούσιφερ,
Πρόσεχε.
Πρόσεχε.
Μέσα από τη στάχτη
Βγαίνω με τα κόκκινα μαλλιά μου στη μέρα
Και τρώω τους άντρες σαν αέρα

Μετάφραση: Νανάς Ησαΐα
Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία "Ταξίδι στην ποίηση, Ναυτίλος 

Η ανάσταση του Λαζάρου -ΡΑΪΝΕΡ ΜΑΡΙΑ ΡΙΛΚΕ

Για τον ένα, λοιπόν και για τον άλλο,
χρειάστηκε αυτό. Γιατί, σημάδια, βλέπεις,
που να φωνάζουν μόνα τους, χρειαζόνταν.
Μα, ονειρευόταν, οι Μαρίες και οι Μάρθες
θα 'πρεπε ν’ αρκεστούν και να εννοήσουν,
ότι μπορούσε. Μα δεν το πίστευαν,
κι όλοι έλεγαν: Τι έρχεσαι, Κύριε, τώρα;
Και, τότε, πήγε, το Απαγορευμένο
να πράξει στην ειρηνεμένη φύση:
Καταγαναχτισμένος. Για τον τάφο, ρώτησε,
με κλειστά, σχεδόν, τα μάτια,Πονούσε.
Πώς κυλούσαν τα δάκρυά του,
τους φάνηκε, και σπρώχνονταν κοντά του
γιομάτοι περιέργεια. Μα ως και ο δρόμος
του 'ταν πολύς και, εκείνο, του φαινόταν
σαν πείραμα, που με τη φρίκη παίζει, –
και μια αψηλή φωτιά ξέσπασεν, αίφνης,
μέσα του – τέτοια αντίρρηση, για κάθε
μια διάκριση που κάνουν για τη ζωή τους
ή για το θάνατό τους, ώστε, εκείνη
η αντίρρηση, για κάθε ζυγό, εγίνη
μόνο έχθρα, τη στιγμή, που, βραχνιασμένα,
τους πρόσταζε: Κυλήστε την πέτρα!
Πώς θα βρόμαγε πια (γιατί, η τετάρτη
μέρα ήταν) μια φωνή 'πε, – όμως εκείνος,
παιδεμένος στεκόταν, κι ήταν, όλος,
γιομάτος απ’ την κίνησην εκείνη,
που μέσα του υψωνόταν, και βαρύ,
πολύ βαρύ, του ανύψωνε το χέρι -
(ποτέ πιο αργά ένα χέρι δεν υψώθη
κι ούτε θα υψωθεί πια, απ’ το χέρι εκείνο),
ώσπου λάμποντας, στάθηκε στον αέρα
και, πάνω, κει, σύρθηκεν ως τα νύχια:
τώρα, τον πήρε η φρίκη, τι, θα θέλαν
όλοι οι νεκροί, από τον απομυζημένο
τάφο, να ρθούνε πίσω, ξεπετώντας
σάμπως νύμφες εντόμων, απ’ το στρώμα
της οριζόντιας θέσης τους – μα Κάτι
μόνο, ύστερα, λοξά στη μέρα, εστάθη,
κ’ είδαν, πως η ακαθόριστη κι αβέβαιη ζωή,
στην αγορά το πήρε πάλι.

Μετάφραση: Άρης Δικταίος
Πηγή: Ράινερ Μαρία Ρίλκε, Ποιήματα, εκδόσεις Σ. Ι. Ζαχαρόπουλος

 

Έρευνα-Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr