Ο γλάρος στην ποίηση (Ποιήματα)

Ο γλάρος στην ποίηση (Ποιήματα)

Γλάρος. Το λευκό πουλί ,εραστής της θάλασσας. Χορεύει στα μάτια μας κάθε φορά που ανταμώνουμε με γαλάζια νερά, συνώνυμο της ομορφιάς και της ελευθερίας! Για να δούμε κάποια ποιήματα που γράφτηκαν για χάρη του!

Ο γλάρος -ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ

Στο κύμα πάει να κοιμηθεί
δεν έχει τι να φοβηθεί
Μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει
γλάρος είναι και πηγαίνει

Από πόλεμο δεν ξέρει
ούτε τι θα πει μαχαίρι
Ο Θεός του ’δωκε φύκια
και χρωματιστά χαλίκια

Αχ αλί κι αλίμονό μας
μες στον κόσμο το δικό μας
Δε μυρίζουνε τα φύκια
δε γυαλίζουν τα χαλίκια

Χίλιοι δυο παραφυλάνε
σε κοιτάν και δε μιλάνε
Είσαι σήμερα μονάρχης
κι ώσαμ’ αύριο δεν υπάρχεις

Πηγή: Τα ρω του έρωτα

Ο γλάρος-ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ

Ώρα καλή στου απείρου την καρδία
γλάρε µου βραδινέ πού Φεύγεις- πλοίο,
µετά από σένα η νύχτα, η σιγαλιά,
η κάμαρά µου, ένα Φωσάκι, ένα βιβλίο.

Πηγαίνεις σύ ... Εγώ έκπεσµένο αλαργινό
αδέλφι σου νοσταλγικό εδώ μένω
ένα βιβλίο, Ένα φωσάκι- και πονώ-
µια καµαρούλα- αδέλφι µου υψωμένο.

Κι όλο πετάς. Ώρα καλή κι έχω δουλειά
στο χώμα δώ πού βρέθηκαν οι καημοί µου,
άσπρα να κάμω τα χρυσά µου τα µαλλιά
κι ύστερα να λυγίσω το κορμί µου.

Κι από άκοντα (µην απορείς και µη ρωτάς)
σιγανά φύγω έχω δουλειά γλάρε µου - πλοίο
ένα βραδάκι που λευκός συ θα πετάς
σαν να 'σαι το ανοιγμένο µου βιβλίο ...

Πηγή: Άπαντες στίχοι,1936-1970

Οι γλάροι-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ

Γλάρος,σε φωλιά πιασμένος,μέρεψε.-
Περπατάρης στην ακρογιαλιά,
με παπιά συντρόφια και χηνόπουλα,
βόσκει σε ψαράδων καπηλειά.

Που θα ιδεί την τωρινή κατάντια του,
τα λερά ριγμένα του φτερά,
δε γνωρίζει το πουλί το λεύτερο
που'χει τ'άγρια κύματα χαρά.

Κι άξαφνα μια μέρα,αργοκολύμπητος,
πήγε μ'άλλους γλάρους να σμιχτεί.
Μα όλοι οι γλάροι σύννεφό του χύθηκαν
κ'έγιναν φονιάδες του φριχτοί.

Το είδαν οι ψαράδες και ρωτήθηκαν:
-Γιατί τέτοια αδερφική απονιά;
Κι ο γεροψαράς είπε:-Τον σκότωσαν,
να μην τους ντροπιάζει τη γενιά!

Πηγή: Φευγάτα χελιδόνια

Οι γλάροι-ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΖΙΤΣΑΙΑ

Δε σφύριξε για μας τα ξημερώματα
-τάχα για πού; κι ας πάει με την ευχή μας-
εκείνο το καράβι που σαλπάρισε
κι άφησε κάποιο αυλάκι στην ψυχή μας.

Δεν ξεδιπλώθηκαν για μας τα πέλαγα
και γελαστοί δεν πρόβαλαν οι κάβοι.
Τ'όνειρο στην αχλύ της προσδοκίας μας
φάρος χρυσός,για μας πια δεν ανάβει.

Δε μας προσμένουν πουθενά ανυπόμονα
εκείνα τα γαλάζια ιδανικά μας
που όλο προσμέναν κι όλο τόσο αργούσαμε
κι όμως ήταν ολότελα δικά μας.

Για μας μονάχα η μέρα βλάστησε
με το ξανθό το φως-ωχρή μας πλάνη-
να καθρεφτίσουμε σκυφτοί το μέτωπο
στο πράο της εγκαρτέρησης λιμάνι.

Για μας μονάχα οι σκουριασμένες άγκυρες
και τα σπασμένα ξάρτια π'αργοτρίζουν,
εδώ που οι πεθυμιές τώρα στοιβάχτηκαν
με τ'άχρηστα καράβια και σαπίζουν.

Για μας μονάχα οι γλάροι τώρα απόμειναν
ολόλευκα στεφάνια στον αιθέρα,
να φέρουν του πελάου τα χαιρετίσματα
και να μας λεν γελώντας...Καλημέρα!...

Πηγή: Οράματα,1951

Γλάροι ψαρεύουν -ΘΟΔΩΡΗΣ ΒΟΡΙΑΣ

Γλάροι ψαρεύουν
στης θάλασσας το μνήμα
πνιγμένα ψάρια.

Πηγή: https://stixoi.info/

[Γλάρος λευκός αχτίδες φωτεινές...]-ΜΑΡΚΟΣ ΜΕΣΚΟΣ

XI

Γλάρος λευκός αχτίδες φωτεινές
και το καράβι φεύγει για το μέλλον!
Σα φλέβα αμίλητη και σαν ποτάμι
και σαν πουλί με φτερούγες ανοιχτές.

Δεν είναι τρομαγμένο το πρωί
φωνή χαρούμενη το μεσημέρι.
Μαχαίρι ο ήλιος και σκοπός βράδυ
φοβέρα των δράκων και απειλή.

Όλον τον κόσμο παίζει καθώς παιδί
τσακίζοντας τα δόντια του κακού και τραγουδώντας
τα μαραμένα λουλούδια ή το χλωμό
πρόσωπο του νεκρού.

Πηγή: Ιδιωτικό νεκροταφείο, 1975

Φαντασία-ΡΩΞΑΝΗ ΠΑΥΛΕΑ

Ο γλάρος έβρεχε τα φτερά του
στη θάλασσα.
Στις χώρες της ζέστης θέλω να ζω.
Θέλω να είμαι ξένοιαστη, δυνατή.
Ποτάμια μεγάλα, βουβά βλέπω στη φαντασία μου,
και δίπλα βουβάλια και γελάδια
και πρωτόγονοι βοσκοί, χωρίς πολιτισμό.
Βουνά μαχαιρώνουν τον ουρανό
απάτητα
και εγώ τραγουδάω τη δύναμή τους.

Πηγή: Πληγωμένη ροδιά ,1984

Πολιορκία-ΝΙΚΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ

Ζεστό κορμί στην αμμουδιά
πολιορκημένο
στο φως.
Αθόρυβα το κύμα
πλησιάζει.

Στον ουρανό ψηλά
ένας γλάρος
κουτρουβαλάει μες στο φως
ξετρελαμένος.

Πηγή: Δειγματοληψία Α' ,1981

Χαϊκού-ΜΑΡΙΑ ΠΕΡΑΤΙΚΟΥ ΚΟΚΑΡΑΚΗ

Γλάρος ακουμπά
στης θάλασσας τρέμισμα,
πέταγμα ψηλά.

Πηγή: Χάι-Κου-Σένριου και Ρέγκα,Λεμεσός 2014

Ο γλάρος- ΜΑΡΙΑΝΘΗ ΠΛΕΙΩΝΗ

Το ψάρι έμεινε βουβό
στο κύμα τ'άσπρο, τ'αλμυρό
είναι η πρώτη του φορά
που γλάρος το κοιτά γλαρά.
Στον βράχο μ'εμπριμέ μαγιό
σαν έτοιμος από καιρό
να κάνει θέλει μια βουτιά
στα μπλε,κρυστάλλινα νερά.
Τα μάτια του γουρλώνει, να!
Ανοίγει τα λευκά φτερά
τη μάσκα του φορά με χάρη
και λέει στο τρομαγμένο ψάρι...
-Στον βράχο ανέβηκα να δω
πόσο βαθύ είναι το νερό,
ψάρι το πήρες μετρητοίς
δεν είμαι εγώ κολυμβητής!

Πηγή: Με τα φτερά της ελπίδας, εκδόσεις Ροές,2018

Γλάροι-ΑΝΘΟΣ ΠΩΓΩΝΙΤΗΣ

Ήρθαμε φορώντας γυμνότητα.
Της αυγής το χαμόγελο παραδείσους υπόσχονταν.,
Στο γιαλό μόνο φύκια υπήρχαν και φλοίσβος κυμάτων∙
μήτε ίχνη βημάτων μήτε ίσκιοι καραβιών.

Γλάροι κάτοικοι μιας άγνωστης χώρας ήταν∙
ραμφίζαν το παρόν κι όταν μας είδαν γέλασαν πολύ.
Δεν κάνουν ποτέ μια πλάνη σκοπό.
Αγνοούν τη ματαιότητα, την αθανασία, δεν έχουν ήρωες
και δεν έχουν τάφους να συμβολίζουν.

Απεριόριστοι, μεγάλοι, χωρίς τέρματα οι δρόμοι τους.
Δεν έχει όρια η ελευθερία τους, την κερδίζουν κι όταν κοιμούνται.
Οι γλάροι δεν έχουν δεσμά.

Η αναζήτηση θα παραμείνει μια λεπτομέρεια.
Ας υπήρχε τουλάχιστον λίγο φως κι ένα σκαλοπάτι.

Πηγή: Γραμμές σε καθρέφτη, 1964

Οι γλάροι της Σμύρνης-ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΤΖΟΓΛΟΥ


Δεν ήμασταν εμείς που φεύγαμε, μα η ακτογραμμή απέναντί μας: το πλοίον «Πελοπόννησος» έμενε σταθερό ενώ όλοι ατενίζαμε ανεβασμένοι στο άλμπουρο τση πλώρης, πώς μια πατρίδα χάνεται, πώς κρύβεται μες στους καπνούς και ξεθωριάζει η Αγία-Φωτεινή, πώς τα τραγούδια γίνονται βουβές κραυγές κι οι γλάροι της Σμύρνης περιστρέφονται ακολουθώντας τους αφρούς τής έλικας για λίγο κι ύστερα επιστρέφουνε στο Quais τους, πώς σβήνουνε στις στάχτες τα αρώματα από τις τριανταφυλλιές, πώς οι αυλές και οι ταράτσες όπου γλεντήσαμε ανέμελα μια κούφια προσωρινή ελευθερία, γίνονται ίσκιοι, στίγματα και ίχνη, φανταστικά οράματα στην καταχνιά...

Την ίδια ώρα πίσω από τα βουνά, σε ατέλειωτη πορεία ο θείος Αναστάσης για πάντα αιχμάλωτος αμίλητος να τρώει τα χιλιόμετρα της πέτρας, να υπομένει σιωπηλός τη μεγάλη των αιωνίων εχθρών εκδίκηση και να πορεύεται στα βάθη της Ανατολής, δίχως καμιά ελπίδα επιστροφής, με μόνη βεβαιότητα εκείνη του τέλους.

Στην άλλη άκρη της θάλασσας πια, στην άλλη Ελλάδα, στις νέες πόλεις που χτίστηκαν πάνω σε έρημα χωράφια, στη Νέα Σμύρνη, στη Νέα Φιλαδέλφεια, στη Νέα Μενεμένη, στο Νέο Κορδελιό, κάθε σπίτι είχε έναν θείο Αναστάση που τον σταύρωναν κάθε πρωί και κάθε βράδυ οι γιαγιές με τα μαύρα τσεμπέρια μες σ’ ένα σύννεφο καπνών του λιβανιού κάτω απ’ το εικονοστάσι, μπας και γυρίσει, μπας και τες φανερώσει κάποιο σημείο ζωής... μα οι Αναστάσηδες αφανέρωτοι.

Δεκάδες χρόνια αργότερα διοργανώνονται εκδρομές με πούλμαν πολυτελή στα «μέρη μας», τα σύνορα ανοιχτά για κάθε «ξένο» με δολάρια, ξενοδοχεία πέντε αστέρων θεμελιωμένα πάνω στα χωνεμένα κόκαλα των Αναστάσηδων, δρόμοι ταχείας κυκλοφορίας πατάνε στα παλιά τους κουρασμένα βήματα και οι γιαγιές εκείνες οι μαυρομαντιλούσες χους ήσαν και εις χουν απήλθον, προ πολλού.

Πηγή: Πηγαίος κώδικας ,2009

Μοναχικοί περίπατοι-ΧΑΡΑ ΧΡΗΣΤΑΡΑ

Μοναχικοί περίπατοι
στην παραλία των λέξεων

οι γλάροι πάνω από τη θάλασσα
κρωγμοί
λόγια ανείπωτα
που έχουν έτσι μετεμψυχωθεί

κι άλλα που έχουνε μεταναστεύσει
σε κλίματα θερμά
σε ξένους τόπους
απ’ όπου ο γυρισμός
είναι σαν χάντρα που ακτινοβολεί
σαν δάκρυ
σαν διαμάντι

σαν πυρσός που σιγοκαίει
μα κινδυνεύει να φουντώσει
σαν χάδι
σα σιωπή

Πηγή:Στον ύπνο της Αφροδίτης, 1990

Οι Γλάροι-ΑΛΚΜΗΝΗ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ

επάνω από το βάραθρο
μέσα στην καταχνιά
αιώνια ταλάντευση
ανώφελα τα χέρια
και μες στο χάος μόν’ τα μάτια μας
σκοπεύοντας το φως
τα μάτια μας του σύθαμπου καθρέφτες

λευκά σημεία αλαργινά
χαμόγελα αχνά που ξεμακραίνουν
οι φευγαλέοι γλάροι
απόκοσμα φτεροκοπήματα
μ’ αυτά μετρήσαμε τους χτύπους της καρδιάς μας.

Πηγή: «Τα θαμπά είδωλα», Αθήνα 1985.

Τεράστιοι γλάροι-ΣΑΡΛ ΠΙΕΡ ΜΠΟΝΤΛΕΡ

Συχνά για να σκοτώσουνε τον άδειο τους καιρό
οι ναύτες παίζουν με «άλμπατρος» που πιάνουν επιτήδεια·
τεράστιους γλάρους που πετούν απάνω απ’ το νερό
κι ακολουθούν, νωχελικοί συντρόφοι, τα ταξίδια.

Μόλις πάνω στου καραβιού τα ξύλα με χαρές
τους βασιλιάδες του γλαυκού ο ναύτης ακουμπάει,
αφήνουν τις φτερούγες τους εκείνοι χαλαρές
να τους κρεμούν σαν δυο κουπιά αχρείαστα στο πλάι.

Οι αγέρωχοι ταξιδευτές πώς φαίνονται δειλοί!
Τι αστείοι που ’ναι κι άσκημοι οι ωραίοι αιθεροβάτες!
Κάποιος το ράμφος τους με το τσιμπούκι του ενοχλεί
ή αναγελά κουτσαίνοντας τους φτερωτούς σακάτες.

Όμοια μ’ αυτούς τους πρίγκηπες του αιθέρα κι ο Ποιητής
ούτε για βέλη νοιάζεται ούτε αν βροντά κι αστράφτει·
μα μέσ’ στη χλεύη εξόριστος μιας κοινωνίας αστής
απ’ τα γιγάντια του φτερά στο βάδισμα σκοντάφτει.

Μετάφραση: Νίκος Φωκάς
Πηγή: Κάρολος Μπωντλαίρ, Δεκαπέντε ποιήματα, 1994

Νεκρός γλάρος-ΜΑΡΣΕΛ ΕΝΑΡΤ

Έχοντας μείνει μια τελευταία φορά, παρά το κάλεσμα,
αλυσοδεμένος από το βάρος της γης που οι φτερούγες του απόφευγαν,
ένα δέμα από σάπια σάρκα, συντρίμμι ανάμεσα στα συντρίμμια της θάλασσας,
με τον λαιμό τεντωμένο κατά την απουσία του ανέμου,
ο γλάρος ,που λίγο μόνο και θα τον είχα πατήσει.
Κεραυνοβολημένος, βαρυμένος από άμμο, ο ορίζοντας που ο γλάρος αγαπούσε,
που τον είχε πιει τόσο συχνά με ζωηρές γουλιές,
είχε τώρα ξεφύγει ανάμεσα από τα φτερά του, ανάμεσα από τις φλέβες του,
τις πλημμυρισμένες από κύματα κι ανώφελο άνεμο.

Πηγή: Ανθολογία βελγικής ποιήσεως,ΙΙ.Οι γαλλόφωνοι,Άρη Δικταίου,1959

 

Έρευνα-επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr