19 Νοεμβρίου, Παγκόσμια ημέρα των ανδρών! Θα δούμε κάποια πολύ όμορφα ποιήματα που γράφτηκαν για άντρες.
Άντρας- ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ
Από τότες είδα πολλά καινούρια τοπία· πράσινους κάμπους που σμίγουν το χώμα με τον ουρανό, τον άνθρωπο με το σπόρο, μέσα σε μιαν ακαταμάχητη υγρασία· πλατάνια και έλατα· λίμνες με τσαλακωμένες οπτασίες και κύκνους αθάνατους γιατί έχασαν τη φωνή τους — σκηνικά που ξετύλιγε ο θεληματικός σύντροφός μου, ο πλανόδιος εκείνος θεατρίνος, καθώς έπαιζε το μακρύ βούκινο που του είχε ρημάξει τα χείλια, και γκρέμιζε με μια στριγκιά φωνή, ό,τι πρόφταινα να χτίσω, σαν τη σάλπιγγα στην Ιεριχώ. Είδα και μια παλιά εικόνα σε κάποια χαμηλοτάβανη αίθουσα· τη θαύμαζε πολύς λαός. Παράσταινε την ανάσταση του Λαζάρου. Δε θυμάμαι ούτε το Χριστό ούτε το Λάζαρο. Μόνο, σε μια γωνιά, την αηδία ζωγραφισμένη σ’ ένα πρόσωπο που κοίταζε το θαύμα σα να το μύριζε. Αγωνιζότανε να προστατέψει την ανάσα του μ’ ένα πελώριο πανί που του κρεμότανε από το κεφάλι. Αυτός ο κύριος της «Αναγέννησης» μ’ έμαθε να μην περιμένω πολλά πράματα από τη δευτέρα παρουσία…Μας έλεγαν θα νικήσετε όταν υποταχτείτε.
Υποταχτήκαμε και βρήκαμε τη στάχτη.
Μας έλεγαν θα νικήσετε όταν αγαπήσετε.
Αγαπήσαμε και βρήκαμε τη στάχτη.
Μας έλεγαν θα νικήσετε όταν εγκαταλείψετε τη ζωή σας.
Εγκαταλείψαμε τη ζωή μας και βρήκαμε τη στάχτη…Βρήκαμε τη στάχτη. Μένει να ξαναβρούμε τη ζωή μας, τώρα που δεν έχουμε πια τίποτα. Φαντάζομαι, εκείνος που θα ξανάβρει τη ζωή, έξω από τόσα χαρτιά, τόσα συναισθήματα, τόσες διαμάχες και τόσες διδασκαλίες, θα είναι κάποιος σαν εμάς, μόνο λιγάκι πιο σκληρός στη μνήμη. Εμείς, δεν μπορεί, θυμόμαστε ακόμη τί δώσαμε. Εκείνος θα θυμάται μονάχα τί κέρδισε από την κάθε του προσφορά. Τί μπορεί να θυμάται μια φλόγα; Α θυμηθεί λίγο λιγότερο απ’ ό,τι χρειάζεται, σβήνει· α θυμηθεί λίγο περισσότερο απ’ ό,τι χρειάζεται, σβήνει. Να μπορούσε να μας διδάξει, όσο ανάβει, να θυμόμαστε σωστά. Εγώ τελείωσα· να γινότανε τουλάχιστο να αρχίσει κάποιος άλλος αποκεί που τελείωσα εγώ. Είναι ώρες που έχω την εντύπωση πως έφτασα στο τέρμα, πως όλα είναι στη θέση τους, έτοιμα να τραγουδήσουν συνταιριασμένα. Η μηχανή στο σημείο να ξεκινήσει. Μπορώ μάλιστα να τη φανταστώ σε κίνηση, ζωντανή, σαν κάτι ανυποψίαστα καινούριο. Αλλά υπάρχει κάτι ακόμα· ένα απειροελάχιστο εμπόδιο, ένα σπυρί της άμμου, που μικραίνει, μικραίνει χωρίς να είναι δυνατό να εκμηδενιστεί. Δεν ξέρω τί πρέπει να πω ή τί πρέπει να κάνω. Το εμπόδιο αυτό μού παρουσιάζεται κάποτε σαν ένας κόμπος δάκρυ χωμένος σε κάποια κλείδωση της ορχήστρας που θα την κρατά βουβή ώσπου να διαλυθεί. Κι έχω το ασήκωτο συναίσθημα πως ολόκληρη η ζωή που μου απομένει δε θα ’ναι αρκετή για να καταλύσει αυτή τη στάλα μέσα στην ψυχή μου. Και με καταδιώκει η σκέψη πως αν μ’ έκαιγαν ζωντανό αυτή η επίμονη στιγμή θα παραδινότανε τελευταία. Ποιος θα μας βοηθούσε; Κάποτε, όταν ήμουν ακόμη στα καράβια, ένα μεσημέρι τον Ιούλιο, βρέθηκα μόνος σε κάποιο νησί, σακάτης μέσα στον ήλιο. Ένα καλό μελτέμι μού έφερνε στοργικούς στοχασμούς, όταν ήρθαν και κάθισαν λίγο παραπέρα, μια νέα γυναίκα με διάφανο φουστάνι, που άφηνε να ζωγραφίζεται το κορμί της, λιγνό και θεληματικό σα ζαρκαδιού, κι ένας σιωπηλός άντρας που, μια οργιά μακριά της, την κοίταζε στα μάτια. Μιλούσαν μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα. Τον εφώναζε Τζιμ. Τα λόγια τους όμως δεν είχαν κανένα βάρος και οι ματιές τους σωφιλιασμένες και ακίνητες άφηναν τα μάτια τους τυφλά. Τους συλλογίζομαι πάντα γιατί είναι οι μόνοι άνθρωποι, που είδα στη ζωή μου να μην έχουν το αρπαχτικό ή το κυνηγημένο ύφος που γνώρισα σ’ όλους τους άλλους. Το ύφος εκείνο που τους κάνει ν’ ανήκουν στο κοπάδι των λύκων ή στο κοπάδι των αρνιών. Τους συναπάντησα πάλι την ίδια μέρα σ’ ένα από τα νησιώτικα κλησάκια που βρίσκει κανείς όπως παραπατά και τα χάνει μόλις βγει. Κρατούσαν πάντα την ίδια απόσταση κι έπειτα πλησίασαν και φιληθήκανε. Η γυναίκα έγινε μια θαμπή εικόνα και χάθηκε, μικρή καθώς ήταν. Ρωτιόμουν αν ήξεραν πώς είχαν βγει από τα δίχτυα του κόσμου…Είναι καιρός να πηγαίνω. Ξέρω ένα πεύκο που σκύβει κοντά σε μια θάλασσα. Το μεσημέρι, χαρίζει στο κουρασμένο κορμί έναν ίσκιο μετρημένο σαν τη ζωή μας, και το βράδυ, ο αγέρας περνώντας μέσα από τα βελόνια του, πιάνει ένα περίεργο τραγούδι, σαν ψυχές που κατάργησαν το θάνατο, τη στιγμή που ξαναρχίζουν να γίνουνται δέρμα και χείλια. Κάποτε ξενύχτησα κάτω από αυτό το δέντρο. Την αυγή ήμουνα καινούριος σα να με είχαν κόψει την ώρα εκείνη από το λατομείο.
Α! να ζήσει κανείς τουλάχιστο έτσι, αδιάφορο.
Λονδίνο, 5 Ιουνίου 1932
Πηγή: Γιώργος Σεφέρης, Τετράδιο γυμνασμάτων
Άντρας από μετάξι -ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ
Κόκκινος από αίμα
πορφυρός σαν επιθυμία
γυαλιστερός σαν παραίτηση
σκίζεται αθόρυβα όπως η καρδιά
βαθαίνει όταν τον φορώ
κυματίζει όταν ψιθυρίζω
γίνεται κόκκινο ρούμι,
φωνή,
ιπτάμενο μεταξωτό χαλί θάνατος
να με παίρνει για πάντα μακριά.
Πηγή: Η Λίμνη, ο Κήπος και η Απώλεια,Νέα πορεία, 2006
Άντρας από πορτοκάλι -ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ
Αν μπορούσε κανείς
όπως αιωρείται με το νυχτικό του
πάνω από ένα δάσος με πορτοκαλιές,
όπως πίνει νερό από μία βρύση
που ξέρει πως υπήρχε
όμως ακόμα ψάχνει να την βρει
ή όπως ο κεραυνός σκίζει το βελούδο,
αν μπορούσε να τον αγγίξει,
στα χείλη ή στο λαιμό,
αν
μπορούσε, μία γυναίκα,
αν.
τότε πορτοκάλια μετεωρίτες
θα έπεφταν βροχή μέσα στο σύμπαν.
Πηγή: Η Λίμνη, ο Κήπος και η Απώλεια,Νέα πορεία, 2006
Μια φορά κι έναν καιρό.. -ΧΑΡΗΣ ΒΛΑΒΙΑΝΟΣ
Τρεις γυναίκες.
Τρεις γυναίκες
(μάνα, κόρη και η κόρη της κόρης)
κι ένας άντρας.
Ο άντρας είναι τώρα απών.
Οι γυναίκες παραμένουν ακίνητες.
Ντύνονται, ασφαλώς, φτιάχνουν τα μαλλιά τους
συγυρίζουν τα συρτάρια τους
κρατούν όλα τα προσχήματα
αλλά στην ουσία ο χρόνος
έχει σταματήσει.
Είναι αποφασισμένες να διατηρήσουν
την όψη του αναλλοίωτη.
Η καρέκλα στην κορυφή του τραπεζιού
τα βιβλία, οι φωτογραφίες
όλα βρίσκονται στη θέση τους
όπως τ’ άφησε εκείνος.
Εκείνος,
το κατάξανθο αγόρι με τα κυματιστά χείλη,
ο έφηβος με το πορτραίτο του Σικελιανού στο γραφείο,
ο φοιτητής με τις βαθιές ρυτίδες γύρω από το στόμα.
«Η αισθηματολογία
είναι η αποτυχία του αισθήματος, μας έλεγες»
επαναλαμβάνουν στον εαυτό τους
καθώς με απόλυτη φυσικότητα σερβίρουν το φαγητό
κοιτάζοντας με στοργή το λευκό του περίγραμμα.
Είναι ν’ απορεί κανείς με το σθένος τους.
Το πρόσωπο της αγάπης γι’ αυτές τις γυναίκες
είναι το πρόσωπο που στρέφει το βλέμμα του αλλού.
Πηγή: Adieu, εκδόσεις Νεφέλη, 1996 / 2020
Αν ήταν άντρας θα την είχα ερωτευτεί.. -ΒΑΓΙΑ ΚΑΛΦΑ
Αν ήταν άντρας θα την είχα ερωτευτεί
Αυτό είναι το χειρότερο
Που της είχα πει
Την πετύχαινα πάντα πριν ξεκινήσει κάτι
Την τελευταία φορά ήταν στο κρεβάτι
Με τη γυναίκα που γνώρισε στο tinder
Αυτό με θύμωσε πολύ
Δεν είχε αλλάξει τίποτα από την ετερόφυλη αγωγή μου
Εκτός από την ενόχληση στο στομάχι
Όταν μάθαινα τα ερωτικά της
Το βλέπει και το απολαμβάνει
Στρίβει τσιγάρο, μας βάζω κρασί
Στο διπλανό δωμάτιο η Σουηδή
Μου λέει για εκείνη, της απαντώ πως η σχέση μου είναι πάρα πολύ καλή
Αγαπιόμαστε σαν τρελοί, δεν ξεκολλάμε – διαλέγω τις λέξεις μου
Με προσοχή. Λέω : ιδρώτας, κορμί
Μου αρέσει (θέλω) να με φαντάζεται γυμνή
Δείχνει να πετυχαίνει
Με ρωτάει αν θα δοκίμαζα μαζί της
Θριαμβεύω
Τραβώντας το σώμα μου εγκαίρως από το παραλίγο πρώτο μας φιλί
ο κουρασμένος άντρας κυνηγούσε τον ουρανό-ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΖΗΣΑΚΗ
ν’ αποδεχτείς το σώμα μου
και
μια φορά
να το φιλήσεις όλο
να πεις αυτή
είν’ η γυναίκα
η γυναίκα είναι
δίχως ο άντρας
και δίχως ο άντρας
να είναι
ν’ αποδεχτείς τα χέρια μου
τα πόδια και τα δόντια
τα πλευρά – τα έχω όλα
φιλημένη καλά
φιλητής
να πέσουμε
να κοιμηθείς
κι εγώ με τα στήθη να ταΐζω τον ουρανό
σε αθωώνω
έρχεται
και πάντα κάπως λείπεις
το κατάλαβες;
τόσοι αιώνες
λύπης
ο ωραιότερος άντρας στη γη -ΔΑΝΑΗ ΣΙΩΖΙΟΥ
Αν ο παππούς μου δεν ήταν ο ωραιότερος άντρας στη γη
ίσως να μην τον είχα ερωτευτεί με την πρώτη ματιά
και αν δεν τον είχα ερωτευτεί ίσως το κακό να μην είχε γίνει.
Αν ο παππούς μου δεν πίστευε πως έχω το βλέμμα του
όπως περήφανα είχε διακηρύξει τη μέρα της γεννήσεώς μου
μπορεί να μην είχα κληρονομήσει τα μάτια και τη δυνατή του καρδιά
το γούστο του στα καπέλα και στις γυναίκες
κι εκείνος να μην είχε αναβάλλει για πέντε χρόνια το θάνατό του
κι αν ήμουν αγόρι ίσως να με έβαζε κι εμένα να λύνω μαθηματικά προβλήματα
αντί να μου μαθαίνει καλούς τρόπους, πώς να σκαρφαλώνω και γιατί να αγαπάμε το πιάνο
και αν ήξερε πως καταλαβαίνω
δεν θα μου είχε πει ποτέ όλες εκείνες τις πικρές πικρές ιστορίες
που πίστευε πως οπωσδήποτε θα ξεχάσω
αν ο παππούς μου δεν ήταν αυτός ο γενναίος και ο όμορφος
με τα δυνατά πόδια και χέρια που σκαρφαλώνει και επιδιορθώνει
πάνω κάτω στη γη ως την τελευταία του πνοή σκάλα, καμινάδα και στέγη
ίσως να είχε και αυτός μουστάκι από άποψη ή για κάλυψη
ίσως να διπλοπαντρευόταν και να έκανε κι άλλα παιδιά
να χάναμε τελείως το λογαριασμό
αν είχε τραχιά καρδιά και μαλακά χέρια δηλαδή ανάποδα
ίσως να μην με άφηνε να χοροπηδάω στο κρεβάτι του νοσοκομείου, να του χαϊδεύω την κοιλιά
ίσως να μην είχε φόβο χειρουργείου
και να ζούσαμε εμείς καλά
αν ο παππούς μου δεν ήταν ένας από αυτούς
που πέρασαν τα σύνορα
οι δικοί μας τάφοι τώρα ρημαγμένοι αλλού
αν ο παππούς μου δεν χόρευε δεν έφτιαχνε σαντιγύ με σιρόπι για επιδόρπιο
τσιγκουνευόταν το λούνα παρκ ή το ποδήλατο, στα κινούμενα σχέδια το επεισόδιο
δεν θα ήταν ο πρώτος μου έρωτας και ο πρώτος μου θάνατος
δεν θα ήταν ο ωραιότερος άντρας στη γη
και εγώ θα είχα τώρα μια ελπίδα
κάπου, κάπως, κάποτε, ένας να βρεθεί
στη σύγκριση ν’ αντέχει
επαρκώς να μ’ αρέσει.
Πηγή: Χρήσιμα παιδικά παιχνίδια, εκδόσεις Αντίποδες, 2016
Ανυπεράσπιστος Χρυσός -ΔΑΝΑΗ ΣΙΩΖΙΟΥ
Ο άντρας που με αγαπούσε
κάπου εκεί ανάμεσα στη Βαλχάλα
και τον Όλυμπο ζούσε
στο ποτάμι των παιδικών μου χρόνων
μαζί με την Βογκλίντε, την Βελγκούντε
και την Φλοσχίλντε κολυμπούσε
καντάδες μου έψαλλε, ευχές μου έστελνε
με τραγούδια γερμανικά που ακουγόταν
ελληνικά και το αντίστροφο.
Σαν να βρισκόμουν πάλι σπίτι
-στην πόλη που μεταφράζεται
του Καρόλου η ησυχία-
ή εκδρομή στην Αλσατία,
στην Μπεζανσόν με τα περίφημα υφαντά
απ’ όλες τις ανεμελιές μας
δεν έμεινε όρθια καμιά.
O άντρας που με αγαπούσε
είχε μια συλλογή από χάρτες
για την πορεία των μαλλιών μας έτρεφε
μεγάλες αυταπάτες
στο πρόσωπο γερμανίδων τουριστριών
το πρόσωπό μου αναζητούσε
και εκλιπαρούσε να ανοίξουν επιτέλους πια
τα σύνορα.
Σήμερα εκτίθεται βαλσαμωμένος
στο εγκληματολογικό μουσείο
τιμωρημένος για υπέρμετρη ματαιοδοξία
όπως ο Άλμπεριχ,
πρώτα νάνος, ύστερα δράκος, εν τέλει βάτραχος
και περίγελος των γιγάντων.
Aχ, ο άντρας που με αγαπούσε
τόσο νερό κι όμως δεν λησμονώ
το όνομα εκείνου, στην καρδιά μου
είναι θαμμένο όπως ο χρυσός του Ρήνου.
Πηγή: Χρήσιμα παιδικά παιχνίδια, εκδόσεις Αντίποδες, 2016
Άνδρας -ΕΙΡΗΝΗ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ
Άνδρας
Μπλε μπλούζα
Γκρι παντελόνι
Μαύρη θήκη περασμένη στην ζώνη
Μπεζ – καφέ άσχημα παπούτσια
Χέρι
Πλαστική σακούλα
Μιλάει
Κοιτάει τον χάρτη
Στο τηλέφωνο μιλάει
Το έκλεισε μόλις…
Και ξανά στο αυτί
Τα χείλη που κινούνται
Κρατάει κάτι
Δεν βλέπω
Βήματα τρία
Στάση
Κόκκινο σημάδι στο χάρτη
Μάτια
Δεξιά – αριστερά
Αλλάζει χέρι η σακούλα
Το τρένο ήρθε
Μπαίνω και κάθομαι
Το τρένο φεύγει
Κι αυτός μιλάει
Κάπου
Δε θα μάθω πού
Ένας άνθρωπος
Μια φορά
Κάπου
Μεταξουργείο
Έφυγε το τρένο
Εγώ γράφω
Σταθμός Λαρίσης
θυμήθηκα πως είναι κάποια τρένα που έρχονται και φεύγουν
Αλλιώτικα
Αυτά δε με πάνε σπίτι μου
Είναι αυτά για να μας ταξιδεύουν
Μάλλον σιελ
Την έλεγες τη μπλούζα
Πηγή: stixoi/info
Ο άνδρας και η γυναίκα-ΒΙΚΤΩΡ ΟΥΓΚΟ
Ο άνδρας είναι το πιο εξυψωμένο των πλασμάτων.
Η γυναίκα είναι το ύψιστο των ιδανικών.
Ο Θεός έκανε για τον άνδρα ένα θρόνο. Για τη γυναίκα ένα βωμό.
Ο θρόνος εκθειάζει, ο βωμός αγιάζει.
Ο άνδρας είναι ο εγκέφαλος, η γυναίκα η καρδιά.
Ο εγκέφαλος κατασκευάζει το φως, η καρδιά παράγει την αγάπη.
Το φως γονιμοποιεί. Η αγάπη ανασταίνει.
Ο άνδρας είναι δυνατός με τη λογική.
Η γυναίκα είναι ανίκητη με τα δάκρυα.
Η λογική πείθει. Τα δάκρυα συγκινούν.
Ο άνδρας είναι ικανός για όλους τους ηρωισμούς.
Η γυναίκα για όλα τα μαρτύρια.
Ο ηρωισμός εξευγενίζει, το μαρτύριο ανυψώνει.
Ο άνδρας έχει την ανωτερότητα.
Η γυναίκα την προτεραιότητα.
Η ανωτερότητα σημαίνει τη δύναμη,
Η προτεραιότητα αντιπροσωπεύει το δικαίωμα.
Ο άνδρας είναι ένας μεγαλοφυής, η γυναίκα ένας άγγελος.
Ο μεγαλοφυής είναι άπειρος. Ο άγγελος είναι ακαθόριστος.
Ο πόθος του άντρα είναι η ανωτάτη δόξα.
Ο πόθος της γυναίκας είναι η άκρα αρετή.
Η δόξα κάνει όλο το μεγάλο. Η αρετή κάνει όλο το θεϊκό.
Ο άνδρας είναι ένας κώδικας, η γυναίκα ένα ευαγγέλιο.
Ο κώδικας διορθώνει. Το ευαγγέλιο τελειοποιεί.
Ο άνδρας σκέπτεται. Η γυναίκα ονειρεύεται.
Το να σκέπτεται κανείς σημαίνει να έχει μια νύμφη στο κρανίο.
Το να ονειρεύεσαι σημαίνει να έχεις ένα φωτοστέφανο στο μέτωπο.
Ο άνδρας είναι ένας ωκεανός. Η γυναίκα είναι μια λίμνη.
Ο ωκεανός έχει το μαργαριτάρι που στολίζει, η λίμνη το ποίημα που θαμπώνει.
Ο άνδρας είναι ο αετός που πετάει. Η γυναίκα είναι το αηδόνι που τραγουδάει.
Το να πετάς σημαίνει να κυριαρχείς στο διάστημα.
Το να τραγουδάς σημαίνει να κατακτήσεις την ψυχή.
Ο άνδρας είναι ενός ναός, η γυναίκα είναι το ιερό.
Μπροστά στο ναό αποκαλυπτόμαστε.
Μπροστά στο ιερό γονατίζουμε.
Τελικά: ο άνδρας είναι τοποθετημένος εκεί που τελειώνει η γη.
Η γυναίκα εκεί που αρχίζει ο ουρανός.”
Πηγή:https://enallaktikidrasi.com
Η ανάκριση του άντρα με τις πολλές καρδιές- ΑΝ ΣΕΞΤΟΝ
Ποια είναι αυτή που έχεις στην αγκαλιά σου;
Είναι αυτή στην οποία εναπόθεσα τα οστά μου
κι έχτισα ένα σπίτι που ήταν μόνο μία κλίνη
κι έχτισα μια ζωή που κράτησε πάνω από μία ώρα
κι έχτισα ένα κάστρο όπου δε ζει κανείς
κι έχτισα, τελικά, ένα τραγούδι
για να ταιριάζει με την τελετή.
Γιατί την έφερες εδώ;
Γιατί χτυπάς την πόρτα μου
με τα λιγοστά σου αποθέματα και τα τραγούδια σου;
Ενώθηκα μαζί της όπως ενώνεται ο άντρας
με τη γυναίκα, αν και δεν υπήρχε χώρος
για εορτασμούς και τυπικότητες
κι αυτά τα πράγματα μετράνε, ξέρετε, για μια γυναίκα.
Και ζούμε, βλέπετε, σε κλίμα ψυχρό
και δεν μας επιτρέπεται να φιλιόμαστε στο δρόμο
έτσι επινόησα ένα τραγούδι που δεν ήταν αληθινό.
Επινόησα ένα τραγούδι που το λένε Γάμο.
Βγαίνεις από το γάμο σου και έρχεσαι σε μένα
κλωτσάς τα σκαλοπάτια του σπιτιού μου
και μου ζητάς να προσμετρήσω αυτά τα πράγματα;
Ποτέ. Ποτέ. Όχι η πραγματική μου γυναίκα.
Είναι η αληθινή μου μάγισσα, είναι πιρούνι και φοράδα μου
η μάνα των δακρύων μου, το μισοφόρι μου της κόλασης
το αποτύπωμα των μαρτυρίων μου, το ίχνος απ’ τις μελανιές
κι επίσης τα παιδιά που θα μπορούσε να γεννήσει
μα κι ένας τόπος ιδιωτικός, ένα κορμί οστέινο
το οποίο ειλικρινά θα αγόραζα εάν μπορούσα να αγοράσω
το οποίο και θα παντρευόμουν εάν μπορούσα να παντρευτώ.
Μήπως να σε βασάνιζα γι αυτό;
Κάθε άνθρωπος έχει την μικρή μοίρα που του έλαχε
και η δική σου είναι μια μοίρα παθιασμένη.
Μα βασανίζομαι όμως. Δεν έχουμε τόπο.
Η κλίνη που μοιραζόμαστε μοιάζει σχεδόν με φυλακή
όπου δεν μπορώ να πω λουλουδάκι μου, παπάκι ή σπουργιτάκι
καρδούλα, αγαπημένη, κορίτσι του καλοκαιριού μου, αστείο μου κορίτσι
κι όλες αυτές τις ανοησίες που λέει κάποιος στο κρεβάτι.
Να πω ότι κοιμήθηκα μαζί της δεν αρκεί.
Δεν την πήγα απλά στο κρεβάτι.
Την έδεσα σ’ αυτό, με κόμπο.
Τότε γιατί στις τσέπες
χώνεις και σφίγγεις τις γροθιές σου;
Γιατί τα πόδια σου κουνάς
σαν σχολιαρόπαιδο;
Έδενα χρόνια αυτόν τον κόμπο στα όνειρά μου.
Σ’ ένα απ’ αυτά τα όνειρα πέρασα από μια πόρτα
κι εκείνη στέκονταν εκεί φορώντας την ποδιά της μάνας μου.
Μια άλλη φορά, σύρθηκε έξω απ’ το παράθυρο που είχε σχήμα
κλειδαρότρυπας φορώντας τα ροζ κοτλέ της κόρης μου.
Κάθε φορά έδενα αυτές τις γυναίκες σ’ έναν κόμπο.
Και όταν κατέφτασε μια άνασσα, την έδεσα κι αυτήν.
Όμως αυτόν τον κόμπο τον έδεσα στ’ αλήθεια
τώρα την έχω δέσμια, γερά.
Φώναξα τ’ όνομά της δυνατά. Την αιχμαλώτισα.
Της έβαλα σφραγίδα ένα τραγούδι.
Δεν υπήρχε άλλος χώρος γι' αυτό.
Δεν υπήρχε άλλη κάμαρα γι 'αυτό.
Μόνον ο κόμπος. Ο κόμπος ο δεμένος στο κρεβάτι.
Έτσι άπλωσα τα χέρια μου επάνω της
και είπα ότι τα μάτια και το στόμα της μου ανήκουν
όπως και η γλώσσα της, δική μου.
Για ποιον λόγο μου ζητάς να επιλέξω;
Δεν είμαι δικαστής, ούτε και ψυχολόγος.
Δικός σου είναι ο κόμπος ο δεμένος στο κρεβάτι.
Κι όμως περνώ αληθινές μέρες και νύχτες
με παιδιά και μπαλκόνια και μια καλή σύζυγο.
Έτσι έδεσα αυτούς τους άλλους κόμπους
και προτιμώ να μην τους σκέφτομαι
όταν σου μιλώ για εκείνην. Όχι τώρα.
Αν ήτανε ενοικιαζόμενο δωμάτιο, θα το πλήρωνα.
Αν ήταν μια ζωή που χρειαζόταν σωτηρία, θα την έσωζα.
Ίσως είμαι ένας άντρας με πολλές καρδιές.
Άντρας με πολλές καρδιές;
Τότε γιατί τρέμεις έξω από την πόρτα μου;
Ένας τέτοιος άντρας δεν θα με είχε ανάγκη.
Είμαι βαθιά μπλεγμένος στο χρώμα της βαφής της.
Σ’ άφησα επί τω έργω να με πιάσεις,
στις νεανικές μου τρέλες, σ’ ένα τρελό ρολόι
για την φοράδα μου, το περιστέρι μου και το δικό μου καθαρό κορμί.
Μπορεί να λεν για μένα ότι έχω φίδια μες τις μπότες μου
όμως εγώ σου λέω ότι για μία μόνο φορά βρίσκομαι στους αναβολείς,
για μια μόνο φορά, γι 'αυτή τη φορά, βρίσκομαι μες το κύπελλο.
Η αγάπη της γυναίκας είναι μέσα στο τραγούδι.
Την ονόμασα η γυναίκα με τα κόκκινα.
Την ονόμασα η γυναίκα με τα ροζ
όμως εκείνη ήτανε δέκα χρώματα
και δέκα γυναίκες
και μετά βίας μπορούσα να της δώσω ένα όνομα.
Ξέρω για ποια μιλάς.
Το έκανες ξεκάθαρο ποια είναι.
Ίσως δεν έπρεπε να εκφραστώ με λόγια.
Ειλικρινά, δεν το αξίζω αυτό το φίλημα,
πιωμένος σαν σωληνουργός που είμαι,
αφού έκοψα τα σχοινιά από το άρμα
και αποφάσισα να την κρατήσω εδώ δεμένη διά παντός.
Βλέπεις, αυτό το τραγούδι είναι η ζωή
που δεν μπορώ να ζήσω.
Ο Θεός, ακόμα και καθώς περνάει φευγαλέα,
αποκηρύσσει την μονογαμία ως ιδίωμα χυδαίο.
Ήθελα να την καταγράψω στους νόμους.
Όμως, ξέρεις, δεν υπάρχουν νόμοι γι 'αυτό.
Άντρα με τις πολλές καρδιές, είσαι ανόητος!
Το τριφύλλι έβγαλε αγκάθια φέτος
κι έκλεψε τους καρπούς απ’ τα κοπάδια
και οι πέτρες στο ποτάμι ρούφηξαν
κι αποστέγνωσαν τα μάτια των αντρών,
τη μία εποχή μετά την άλλη ανεξαιρέτως
και όλα τα κρεβάτια καταδικάστηκαν
όχι από την ηθική ή τους νόμους
μα από τον χρόνο.
μετάφραση: Δήμητρα Σταυρίδου
Πηγή: «Anne Sexton ποιήματα», εκδόσεις Printa
Όταν ο άντρας μπαίνει στη γυναίκα -ΑΝ ΣΕΞΤΟΝ
Όταν ο άντρας,
Μπαίνει στη γυναίκα,
Σαν τον αφρό των κυμάτων
Που διεισδύει στην ακτή,
Ξανά και ξανά,
Κι η γυναίκα ανοίγει
Το στόμα της μ’ ευχαρίστηση
Και τα δόντια της λάμπουν
Σαν το αλφάβητο,
Ο Λόγος του Θεού εμφανίζεται
Μαδώντας ένα άστρο,
Και ο άντρας
Μέσα στη γυναίκα
Δένει ένα κόμπο
Έτσι που να μην είναι
Ποτέ ξανά χωριστά
Κι η γυναίκα
Σκαρφαλώνει σ’ ένα λουλούδι
Και καταπίνει το μίσχο του
Κι ο Λόγος του Θεού εμφανίζεται
Και ξαμολάει τα ποτάμια τους.
Αυτός ο άντρας,
Αυτή η γυναίκα,
Με τη διπλή τους πείνα,
Προσπάθησαν να περάσουν
Μες απ’ το παραπέτασμα του Θεού
Και σύντομα το έκαναν,
Παρόλο που ο Θεός
Μέσα στη διαστρέβλωσή του
Λύνει τον κόμπο.
Μετάφραση: Κώστας Λιννός
Έτσι θέλγεται ο άντρας… ΡΟΤΖΕΡ ΦΟΥΛΟΝ
Έτσι θέλγεται ο άντρας
Από τα πράγματα,
Απ’το πουλί στον ουρανό
Και τ’άλογο στο χόρτο.
Ανάγκη του είναι η λευτεριά
Καθώς κι η ωραία γλώσσα
Ζητάει απ’τη γυναίκα
Να φτιάξει μυστικά
Παιδιά αψεγάδιαστα
Απ’την καρδιά αίμα αρκετό
Να θρέψει τη μορφή του
Απ’τ’ όνειρο αρκετά κλουβιά
Το θάνατο να κλείσει.
Πηγή: Σύγχρονη γαλλική ποίηση του Βελγίου, Σωτήρης Τσαμπιράς,1991
Ο άντρας- ΑΝΤΕΛΑ ΣΑΜΟΥΝΤΙΟ
Δόξα διψώντας ο άντρας βγαίνει
δάφνες να θερίσει.
Όμως σαν φτάσει στης νίκης το κατώφλι
λέει στη γυναίκα:
-Εσύ μην μπεις. Απ’έξω στέκα!
Αν όμως αποτύχει,
τον παρατήσει η τύχη
και κάθε ελπίδα χάσει,
τότε,να πει δεν θα ξεχάσει:
-Έλα, γυναίκα,
Συντρόφισσά μου παραστέκα!
Μετάφραση: Γ.Δ. Χουρμουζιάδη
Πηγή: Παγκόσμια ποιητική ανθολογία «Ταξίδι στην ποίηση»,Ναυτίλος
Απ'τη στιγμή που ο άντρας...- ΖΑΝ ΝΤΕ ΜΠΟΣΕΡ
Απ'τη στιγμή που ο άντρας δε θα'ναι πια πατέρας
και που θα'χει πετάξει στις γυναίκες
τις μαύρες τηβέννους των διδακτοριών
και τ'άλλα ψεύδη,θα γευτούμε
τους πρώτους καρπούς του περιχαρούς θανάτου.
Δικά μας θα'ναι τ'αντρίκεια έργα
κι όχι εκείνα με τα χαρτιά.
Οι γυναίκες θα βολιδοσκοπούν τις σάρκες
και θα διαιρούν μιαν έντρομη αλήθεια
σ'είκοσι ψεύδη με τιμόνι.
Και σας προσκαλώ να τους δώσετε την τράπεζα
και των πολιτικών τις υπηρεσίες.
Ο άντρας τότε,
πιο σπάνιος από σήμερα,
θα ζει γρήγορα και σ'ανήκουστη φλόγα,
μες στις δίχως σάρκες ακολασίες
χωρίς φάρμακα πια,
μες στις ειρηνικές τέχνες θα κατασκευάσει
για πάντα την ανάπαυσή του,
θα μπορέσει επιτέλους να πεθάνει.
Ο άντρας οφείλει,
αυτός θα στρέψει το τιμόνι
προς το ακρωτήριο του τέλους
απ'τη στιγμή που θα'χει πετάξει τα έργα
τα γυναικεία στις γυναίκες.
Κι αν θυμάσαι
μες στα παλάτια του όμορφου θανάτου
όπου σε προσκαλώ
απ'τη στιγμή που ο άντρας θα μάθει πως πρέπει να'ναι ο τελευταίος,
αν θυμάσαι.
εσύ,δυστυχισμένε αδελφέ μου,
θ'ανοίξουμε πάνω στη σκιά
μια ξεχασμένη πόρτα.
Και μες στο γκρίζο του πυλώνα
θα δούμε πάνω στην γη του παρελθόντος
να σβήνουν στις στάχτες τους μέσα,
οι καταυλισμοί της Δευτέρας Παρουσίας.
Πηγή: Ανθολογία βέλγικης ποιήσεως,ΙΙ.Οι Γαλλόφωνοι,Άρη Δικταίου,Εκδόσεις Γ.Φέξη,1969
Πορτρέτο ενός νέου - ΠΟΡΦΙΡΙΟ ΜΠΑΡΜΠΑ-ΤΖΕΪΚΟΜΠ
Ζωγραφίστε ένα νέο άνδρα...με λέξεις ακριβείς
κι αγνές΄ με λέξεις ονείρου και συγκίνησης:
να υπάρχει στους στίχους ο ρυθμός των εγκάρδιων χειρονομιών
και στη ρίμα η κινούμενη γοητεία της ψευδαίσθησης.
Υπογραμμίστε το περίγραμμά του,καθαρό,απέναντι στο γαλάζιο
του ουρανού,στο ανθισμένο χαμογελαστό πρωινό:
να το λούζει ο ήλιος λοξά και να το αφήνει στιλπνό,
να λαμποκοπά στα μάτια ένα αναμμένο φως,
να δίνει στη σάρκα τρέμουλο από συγκρατημένη λαχτάρα
και ο θώρακας,το μέτωπο και τα νευρώδη μπράτσα.
το αθώο βλέμμα και η τυφλή ελπίδα,
να συνοψίζουν το ακτινοβόλο μυστήριο της ζωής...
Μετάφραση: Ρήγας Κούπα
Πηγή: Η έλξη των ομώνυμων,Ανθολογία Ομο-ερωτικών ποιημάτων,Εκδόσεις Οδυσσέας
Οι κανόνες για τους άντρες που θα ’θελαν ν’ αγαπούν γυναίκες-ΤΖΙΟΚΟΝΤΑ ΜΠΕΛΙ
Ο άντρας που θα μ’ αγαπά
θα ξέρει να διατρέχει του δέρματος τις πτυχώσεις,
το βάθος να συναντά των ματιών μου
και αυτό που μέσα μου φωλιάζει να γνωρίζει:
το διάφανο χελιδόνι της στοργής.
Ο άντρας που θα μ’ αγαπά
να με κατέχει δεν θα θέλει σαν πραμάτεια,
ούτε σαν τρόπαιο να μ’ εκθέτει κυνηγιού,
θα ξέρει να ’ναι στο πλευρό μου
με την ίδια αγάπη
που εγώ θα είμαι στο πλάι του.
Η αγάπη του άντρα που θα μ’ αγαπά
θα ’ναι δυνατή σαν τον κορμό ερυθρίνας,
προστατευτική και στέρεη σαν εκείνην,
και καθάρια σαν Δεκέμβριου πρωί.
Ο άντρας που θα μ’ αγαπά
δεν θ’ αμφιβάλλει για το χαμόγελό μου
ούτε απ’ τον όγκο θα τρομάζει των μαλλιών μου,
θα σέβεται τη λύπη και σιωπή μου
και με χάδια θα μ’ αγγίζει στην κοιλιά σαν μια κιθάρα,
μουσική να ξεπηδάει και χαρά
από τα βάθη μέσα του κορμιού μου.
Ο άντρας που θα μ’ αγαπά
σε μένα θα βρίσκει
την αιώρα ν’ αποθέτει
τον βαρύ σωρό των ανησυχιών του,
τη φίλη που μαζί της θα μοιράζεται τα μυστικά τα πιο κρυφά του,
τη λίμνη όπου θα επιπλέει
δίχως το φόβο μήπως η άγκυρα του συμβιβασμού
την πτήση του απαγορεύσει σαν θελήσει να γίνει πουλί.
Ο άντρας που θα μ’ αγαπά
ποίηση θα κάνει τη ζωή του,
φτιάχνοντας την κάθε μέρα
με το βλέμμα του στραμμένο στο μέλλον.
Μα πάνω απ’ όλα τούτα,
ο άντρας που θα μ’ αγαπά
την Πόλη πρέπει ν’ αγαπά,
όχι ως ιδέα αφηρημένη
βγαλμένη απ’ το μανίκι,
μα σαν κάτι συγκεκριμένο και απτό,
ενώπιον του οποίου θ’ αποδίδει έμπρακτα τιμές
και θα προσφέρει τη ζωή του αν χρειαστεί.
Ο άντρας που θα μ’ αγαπά
το πρόσωπό μου θ’ αναγνωρίζει μες στο ανάχωμα,
θα μ’ αγαπά γονατιστός στη γη
καθώς μαζί οι δυο θα βάλλουμε
κατά του εχθρού.
Η αγάπη του δικού μου άντρα
θα αγνοεί το φόβο του δοσίματος,
ούτε θα τρέμει μην βρεθεί μες στη μαγεία του έρωτα
σε μια πλατεία κατάμεστη απ’ τα πλήθη.
Θα μπορεί να φωνάζει «σ’ αγαπώ»
ή ψηλά στα κτίρια να το γράφει
υπερασπίζοντας το δικαίωμά του να νιώθει
το πιο όμορφο κι ανθρώπινο απ’ τα αισθήματα.
Η αγάπη του δικού μου άντρα
δεν θα του ξεγλιστρά στις κατσαρόλες
ή στις πάνες του μωρού,
θα ’ναι δροσερό αεράκι
διαπερνώντας σύννεφα ονείρων και περασμένων ημερών,
αδυναμίες που, αιώνες τώρα, μας κρατούσαν χωρισμένους
σαν όντα άλλου αναστήματος το καθένα.
Η αγάπη του δικού μου άντρα
δεν θα μου κολλάει ετικέτες και ταμπέλες,
αέρα θα μου αφήνει ελεύθερο και χώρο,
τροφή ν’ αναπτυχθώ και καλύτερη να γίνω,
σαν μια Επανάσταση
που την κάθε μέρα κάνει
αρχή για μια νέα νίκη.
Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη
Πηγή: http://elenastagkouraki.blogspot.com
Έρευνα - Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Καραπάνου