Ένα από τα δώρα της ζωής που εκτίμησα περισσότερο τον τελευταίο χρόνο είναι η φιλία. Τώρα που δεν μπορούμε να συναντάμε τους φίλους μας όποτε θέλουμε κι όταν γίνεται αυτό το κάνουμε με χίλιες δυο προφυλάξεις, μου λείπει η γεύση της απ'την καθημερινότητά μου. Βέβαια οι πραγματικοί φίλοι είναι αειθαλή δέντρα που τρέφονται από την αγάπη,αλλά κι από την προσμονή. Θα θυμηθούμε σήμερα τι έγραψαν οι Έλληνες ποιητές για χάρη της!
Οι Φίλοι -ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΚΑΡΙΜΠΑΣ
Πήγαιναν τα σύγνεφα έρημα στο δείλι,
τα βουνά βουβά στην ατμοσφαίρα,
ταξιδεύαν μου –αμίλητοι– οι φίλοι
στον αγέρα.
Είπα: οι φίλοι μου!... Η ζωή μου τρέμει–
οι τελευταίοι πάν’ μονάχοι τους οι τόποι,
άπιαστες οι γνωριμίες μου ανέμοι
κι οι ανθρώποι.
Όνειρο ήταν, ήταν πλάνη το πώς
ζούμε, φτάνει η ζωή μας φίλους νάχει,
χώρια ή αντάμα πάμε, όπως
και μονάχοι.
Όπως τα σύγνεφα έρημα στο δείλι,
τα βουνά βουβά στην ατμοσφαίρα,
όπως αμίλητοι πάνε μου οι φίλοι
στον αγέρα…
Πηγή:Ουλαλούμ
Στη φίλη μου-ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ
Ὅλα τὰ ἄνθη τ᾿ ἀγαπῶ
μεθῶ στὸ ἄρωμά των
τὸ βλέμμα νὰ βυθίζεται
ποθῶ στὰ χρώματά των.
Ὑπάρχει ὅμως ἓν λεπτὸν
πολὺ εὐῶδες ἄνθος
ποὺ δὲν μαραίνεται ποτὲ
καὶ τ᾿ ἀγαπῶ μὲ πάθος.
Αὐτὸ δὲ θάλλει στοὺς ἀγροὺς
στοὺς κήπους δὲν ὑπάρχει
καὶ τὰ ἁβρά του πέταλα
ὁ ἥλιος δὲν θάλπει.
Ἔδαφος ἔχει δι᾿ αὐτὸ ἡ τρυφερὰ καρδία
μὲ θέρμη ἀπαράμιλλον καὶ λέγεται Φιλία!
Πηγή:Ηχώ στο Χάος
Σ' ένα φίλο - ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ
θα 'ρθω ένα βράδι, στρέφοντας στο δρόμο που με παίρνει,
θα 'ρθω να σ’ έβρω μοναχόν με το παλιό όνειρό σου.
Ἡ εσπέρα τις λεπτές σκιὲς νωχελικά θα σέρνει,
περνώντας στο μοναχικό μπροστά παράθυρό σου.
Στη σιωπηλή σου κάμαρα θα με δεχτείς και θα 'ναι
βιβλία τριγύρω σε σιωπή βαθιά εγκαταλειμμένα.
Πλάι πλάι θα καθίσουμε. Θα πούμε για όσα πάνε,
για όσα προτού τα χάσουμε μας είναι πεθαμένα,
για την πικρία της άχαρης ζωής, για την ανία,
για το που δεν προσμένουμε τίποτε ν’ ἀληθέψει,
για τη φθορά, και σιγαλιά στη σκοτεινή ησυχία,
θα σβήσει η ομιλία μας κι η τελευταία μας σκέψη.
Μα η νύχτα στο παράθυρο θα ρθεί να σταματήσει
μύρα κι ανταύγειες αστεριών κι αύρες θ’ ἀνακατέψει
με το μεγάλο κάλεσμα που θ’ ἀποπνέει η Φύση,
με την καρδιά σου που η σιωπή δε θα την προστατέψει.
Πηγή:Ηχώ στο Χάος
Ένας πιστός φίλος-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΡΟΣΙΝΗΣ
Θυμούμαι πως τον πρωτογνώρισα:
Τις μέρες που ξαναρχινούσε
το πρωινό σκολειό, στον κήπο μας
κι ’αυτός γυρνούσε.
Μέσ’στο γλυκότερο ύπνο μου άκουγα
Με το πολύλογό του στόμα
να μου φωνάζει:- Ώρα για μάθημα!
Κοιμάσαι ακόμα;
Καλότυχος! εμένα μ’έστελνε
δασκάλων σκλάβο όλη τη μέρα,
κι αυτός στους κήπους γύρω χαίρουνταν
ήλιο κι αγέρα.
Κι όταν σκολνούσα τον ξανάβρισκα,
πότε το χώμα να σκαλίζει,
πότε μες τα κλαδιά σαν κούμαρο
να κοκκινίζει.
Ποτέ δε σώπαινε. Κι αν έπαυαν
τα γλυκομίλητά του λόγια,
στο λάρυγγά του χάντρες έπαιζαν
και κομπολόγια.
Από μακριά κοίταγμα κι άκουσμα
δεν ήταν αρκετό για μένα,
κράχτες, κλουβιά, ξόβεργες του’στηνα,
μα στα χαμένα…
Συνήθισα, απ’ τη ζέστη απόδιωχτο
κάθε χρονιά και γυρισμένο
με του καλοκαιριού το πέρασμα,
να τον προσμένω.
Άλλαξα σπίτια, ξενιτεύτηκα.-
Και στο βουνό και στ’ακρογιάλι,
παντού, όπου πήγα κι όπου στάθηκα
τον βρήκα πάλι.
Πόσες φιλίες σκόρπιες στον άνεμο.
και πόσοι φίλοι απαρνημένοι!
Μόνο η δική του φιλία ασάλευτη
πάντα μου μένει.
Φιλία και πιο μακριά απ’το θάνατο!
Το ξέρω πως κι αφού πεθάνω
κάθε χρονιά θα’χω στο χώμα μου
τον καλογιάννο.
Πηγή: Φευγάτα χελιδόνια
Εις φίλον-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ
Βασιλεύει ο ήλιος. Κρεμά τις αχτίδες του αντίκρυ μας σα
μιαν άρπα.
Βλέπω τα χέρια σου να μακραίνουνε έτοιμα
να μου παίξουν απάνω τους ένα τραγούδι.Τα χέρια σου
που τα ξέχασες εκεί που καθόμαστε,δίπλα
στη θάλασσα. Τα χέρια σου που τα ξέχασες
μες στ'αγριολούλουδα,ένα πρωί που καθόμαστε στο χορτάρι.
Που τ'άφησες πάνω στο τραπέζι μου κ'έτρεξα
φωνάζοντας πίσω σου αλλά δεν σε πρόφτασα.
Τα χέρια σου που τα ξέχασες μες στη ζωή μου
δεμένα με μια θαλασσιά κορδέλα και που τώρα
τα'χω στον οδοιπορικό σάκκο μου και που πια
δε θα στα δώσω ποτέ πίσω. Αυτό τον καιρό,
λογαριάζω να φύγω για την πατρίδα μου. Εκεί
είναι μιαν εκκλησία. Όπως μπαίνεις,δεξιά,
έχει έναν άγγελο χωρίς χέρια,ζωγραφισμένον
δω και διακόσια τόσα χρόνια. Θα του τα χαρίσω.
Πηγή:Παραλειπόμενα,Τα ποιήματα,Τρία φύλλα
Τρεις φίλοι ήρθανε να με δουν-ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ
Όλα έμοιαζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετος
ενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε. Τον έβλεπα που όλο
πλησίαζε, που όλο και πιο καθαρές
οι πτυχές κ’ οι κορφές του, κινούμενες μέσα
στο φως, αερόπαιζαν-
Ερχόνταν κ’ οι τρεις τους.
Δεξιά του ο Άη – Γιώργης στ’ ασημένιο του άλογο.
Η Παναγιά στα ζερβά του, με το ανάλλαχτο εκείνο
φόρεμά της το κόκκινο. Μια τούφα χρυσό
ανοιξιάτικο φως τα μαλλιά της, κυμάτιζαν.
Στο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρυ,
μυρτόκλαδο στο άλλο της.
Έδειχνε είκοσι
χρονών ο Ταΰγετος. Η Παναγιά δεκατέσσερω.
Ο Άη- Γιώργης τρέχοντας έξω απ’ την πόλη
και σε λίγο, επειδή δε χωρούσαν να μπουν
απ’ την πόρτα στο σπίτι μου, τους άνοιξα ένα
μεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν
μέσα τριαντάφυλλα.
Πηγή:Διάλογος Απόλλωνα και Διονύσου,Τα ποιήματα,Τρία φύλλα
Φιλία, πέταξες κ’ ἐσύ-ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ
Φιλία, πέταξες καὶ σὺ
Μ’ ὅλα τὰ μύρια ὀνείρατά μου
Καὶ μὲ τὴ νειότη τὴ χρυσῆ
Καὶ μὲ τὸν πλούσιον ἔρωτά μου.
Ἄχ τώρα ποιόνε θὰ ἐξυμνῇ
Τό ἔρημό μου τὸ τραγούδι;
Ἀλήθεια, ἀπόμεινες γυμνὴ
Χωρὶς στολίδι οὔτε λουλοῦδι.
Τὴ φτονερὴ ζαρωματιὰ
Βλέπω στὸ πλιὸ δροσάτο χεῖλι,
Βλέπω νὰ βγαίνῃ ἄγρια νυχτιὰ
Ἀπὸ τὸ πλιὸ ροδάτο δεῖλι.
Σαβανωμένη μου ὀμορφιά,
Σ’ ἔφαε τοῦ κόσμου ἡ φαρμακίλα·
Θὰ ἠχοῦν οἱ στίχοι μου ὡς καρδιὰ
Μέσα στῆς κάσσας σου τὰ ξύλα.
Πηγή:Τα έργα του Λορέντσου Μαβίλη (1922)
Εγχειρίδιο ευθανασίας- Φιλίες- ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
Ας μη δεσμευτούμε, λοιπόν, μ’ επιστολές
– η απόσταση μας χαρίζει ένα καινούργιο πρόσωπο.
Κι ίσως όταν ξαναϊδωθούμε να μην ξέρει πια καθόλου
ο ένας τον άλλον.
Έτσι,
που επιτέλους να μπορέσουμε να γνωριστούμε.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Οι φίλοι-ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ
Δεν είναι η θύμηση των σκοτωμένων φίλων
που μου σκίζει τα σωθικά.
Είναι ο θρήνος για τους χιλιάδες άγνωστους
που αφήσανε στα ράμφη των πουλιών
τα σβησμένα μάτια τους
που σφίγγουνε στα παγωμένα χέρια τους
μια χούφτα κάλυκες κι αγκάθια.
Τους άγνωστους περαστικούς διαβάτες
που ποτέ μας δε μιλήσαμε
που μόνο κάποτε κοιταχτήκαμε
όταν μας έδωσαν τη φωτιά του τσιγάρου τους
στο βραδινό δρόμο.
Τους χιλιάδες άγνωστους φίλους..
Πηγή: https://www.stixoi.info
Προσωρινή διαμονή -ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ
Άλλο ένα σπίτι φιλικό
να μείνω μια βραδιά, ένα μήνα
ανάμεσα στη λίμνη και τα χαμηλά βουνά.
Μια βδομάδα, όχι πιο πολύ,
ένα μήνα, όχι περισσότερο, μακριά σου.
Η κάθε μέρα εδώ, πάνω στο τέλειωμά της,
δεν συναρμόζει με την άλλη.
Σαν πέφτει το σκοτάδι
βάζω κουρέλια στις χαραματιές
μην τύχει κι έμπει ο θάνατος,
όταν γυρίζει ο καιρός
αλλάζω ρούχα και περπατησιά
μην τύχει και μ’ αναγνωρίσει.
Άλλο ένα σπίτι φιλικό, άλλο ένα σπίτι ξένο
άλλη μια μέρα μ’ ανοιχτούς αρμούς.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Όταν κοπάζει ο θόρυβος-ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ
Φιλίες κι έρωτες συντριμμένοι, οικτρά ναυάγια σχέσεων
που πίστεψα ιδανικές, κουρέλια ανθρώπινης ζεστασιάς-
κι είναι πια τόσο μάταιο ν'αναζητάω αιτίες,
να επανέρχομαι σ'ευθύνες, ν'αντιδικώ με τους νεκρούς μου,
όταν κι εγώ συνέργησα στο θάνατό τους, όταν κι εγώ
έτσι νεκρός που σάπισε και βρώμισε απόμεινα γι'αυτούς…
Όλους μας έφθειρε η ανέξοδη αγάπη.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Φιλίες-ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗΣ
Ὁ ἀγαπημένος οὐρανὸς
τόσο ἀφελὴς τόσο ἀγαθὸς
μὲ τὸ ἄπλετό του φῶς μᾶς ἐνοχλεῖ·
δὲ συγχωρεῖ
νὰ ἐρωτευτοῦμε τὴ ζωή,
μὲ προθυμία.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Είναι παλιό το λιμάνι - ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ
Είναι παλιό το λιμάνι, δεν μπορώ πια να περιμένω
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πεύκα,
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πλατάνια,
ούτε το φίλο που έφυγε για τ’ ανοιχτά.
Χαϊδεύω τα σκουριασμένα κανόνια, χαϊδεύω τα κουπιά
να ζωντανέψει το κορμί μου και ν’ αποφασίσει.
Τα καραβόπανα δίνουν μόνο τη μυρωδιά
του αλατιού της άλλης τρικυμίας.
Αν το θέλησα να μείνω μόνος, γύρεψα
τη μοναξιά, δε γύρεψα μια τέτοια απαντοχή,
το κομμάτιασμα της ψυχής μου στον ορίζοντα,
αυτές τις γραμμές, αυτά τα χρώματα, αυτή τη σιγή.
Τ’ άστρα της νύχτας με γυρίζουν στην προσδοκία
του Οδυσσέα για τους νεκρούς μες στ’ ασφοδίλια.
Μες στ’ ασφοδίλια σαν αράξαμε εδώ πέρα θέλαμε να βρούμε
τη λαγκαδιά που είδε τον Άδωνι λαβωμένο.
Πηγή:Μυθιστόρημα, Θ’, Γιώργος Σεφέρης
Τρεις φίλοι -ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ
Μισίρι, Μαυροθάλασσα, Μοριάς,
ανταμώσαμε τρεις, χαρά και νιάτα,
στ’ αθάνατα Παρίσια, νικητάδες,
ζωντανοί σε μιλιούνια σκοτωμένους.
Χεροπιασμένοι πήραμε τη στράτα
της Λευτεριάς, της Ομορφιάς κι Αλήθειας.
Το ξέραμε, δε βγαίνει. Ήταν γεμάτα
θανάτους πλερωμένους τα περάσματα.
Μια φάρα, σ’ όποια θάλασσα, όποια χώρα,
οι Αφέντες, νικητάδες, νικημένοι.
Κι ωστόσο προχωρούσαμε αεράτοι
βιαστικά να προφτάσουμε το Μέλλον...
Άξαφνα νιώθω μοναξιά και κρύο.
Κοιτάω, πισωδρομούσατε ξανά
στη ζεστασιά της σάπιας πολιτείας
όπου τρώγει ένας τον άλλονε, κι οι πράξες
αλλιώς είναι κι αλλιώς τις μολογάνε.
Γνωστέψατε νωρίς αρχή σοφίας:
ντροπή καμιά σ’ αντρόπιαστο ντοβλέτι.
Φτύνε τα πάντα και τον εαυτό σου!
Ξεχαστήκαμε. Ο Χάρος δε μας ξέχασε,
μας πήρε τον καθένα χωριστά.
Εσάς με τάφο και σταυρό κι ονόματα,
κι αφορεσμένος κι άταφος εγώ.
Αλλ’ όντας σκούζουν, νύχτα, οι χειμωνιάτες
ανέμοι και σαρώνουν τα μουγγά
τα χώματα των τάφων και τα γράμματα,
ο λάκκος ο δικός μου θα φωνάζει:
"Την ψεύτρα ζήση αληθινά την έζησα,
μα πηδώντας τη λάσπη εσακατεύτηκα!"
Πηγή: https://www.stixoi.info
Οι δυο φίλοι -ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
Ο σκύλος λέει της γάτας:
«Τα νύχια σου ετοιμάζεις,
φυσάς και καμπουριάζεις.
Μα τι έχεις και θυμώνεις;
Ως πότε οι τσακωμοί;»
Κι εκείνη: «Μη ζυγώνεις,
σε σκίζω στη στιγμή!»
«Για στάσου, λέει ο σκύλος,
δε θέλεις να είμαι φίλος;
Μιλώ στα σοβαρά»
και κούναε την ουρά.
«Τρωγόμαστε βδομάδες,
παίρνεις και δίνεις ξύλο.
Aς πάψουν οι καυγάδες
και δέξου με για φίλο.
Δε σκέφτηκες κομμάτι
πως απ’ την γκρίνια αυτή
θα μείνω μ’ ένα μάτι,
θα μείνεις μ’ ένα αυτί;»
Η γάτα με ησυχία
το πόδι κατεβάζει,
του σκύλου η ομιλία
σε συλλογή τη βάζει.
Λόγο τιμής εδώσαν·
ήταν εχθροί, φιλιώσαν.
Ξεχάσαν τι έχει γίνει.
Συντρόφεψαν. Ειρήνη.
«Βλέπω καλά; Έχει χάζι!»
τ’ αφεντικό φωνάζει.
«Ποιοι να `ν’ οι δυο κει κάτω
που τρων στο ίδιο πιάτο;»
Πηγή: https://www.stixoi.info
Καλέ μου φίλε-ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ
Το πόσο σε αγαπούσα, Εσύ το ξέρεις,
Φιλέρημε,γλυκέ μου φίλε . κι όμως
προτού το καλοκαίρι να μου φέρεις,
πώς να το ειπώ; μας χώρισεν ο δρόμος.
Τα μάτια σου χαθήκαν από μπρος μου
κι έμεινα μόνος, δίχως τη φωνή σου,
ω θεία στιγμή,από τις χαρές του κόσμου,
πιο δυνατή κι από του παραδείσου!
Θα σε ζητήσω πάλι-ω! πώς το ξέρω!
Έφτασα,θα σου πω, αδερφέ μου γύρνα!
Έχω στον κόρφο βάλει να σου φέρω
χρυσό,γαλήνη, λίβανο και σμύρνα.
Στο δρόμο Σου θα ρθω να καθαρίσω
τις λάσπες,τα νερά και τις αγριάδες,
τα μάτια σου όμως πώς να τ’αντικρύσω;
Της Γαλιλαίας τ’αξίζουν οι ψαράδες.
Την αγκαλιά, Πατέρα,πάλι ανοίγεις,
κι εσύ , γλυκέ αδερφέ,που θα δακρύσεις,
καλέ μου φίλε,πια ποτέ μη φύγεις.
Ω! Κύριε,συ,δε θα με τιμωρήσεις;
Πηγή:Ανθολογία Περάνθη
Αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες-ΡΙΤΑ ΜΠΟΥΜΗ-ΠΑΠΑ
Αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες,
θα πλημμυρίσει η πόλη με βουβά κορίτσια
ο αέρας με στιφή ευωδιά θανάτου
τα φρούρια θα σηκώσουν άσπρες σημαίες
τα οχήματα θα σταματήσουν ―
αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες.
Αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες,
θα δείτε χίλια κορίτσια με τρυπημένα στήθη
ακάλυπτα, να σας φωνάζουν
«γιατί μας στείλατε έτσι νωρίς να κοιμηθούμε
σε τόσο χιόνι, αχτένιστες, κλαμένες;» ―
αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες.
Αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες
θα ιδούν κατάπληκτα τα πλήθη
πως φάλαγγα πιο ανάλαφρη δεν πάτησε στη γη
πως λιτανεία πιο ιερή δεν έχει παρελάσει
ανάσταση πιο ένδοξη και ματωμένη ―
αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες.
Αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες
γαμήλιο άνθος η πανσέληνος θα υψωθεί να τις στολίσει
μέσα στα κούφια μάτια τους θα κλαίνε ορχήστρες
οι μπούκλες τους, οι επίδεσμοι, θα κυματίζουν·
ω τότε, πολλοί από τύψεις θα πεθάνουν ―
αν βγω περίπατο με τις νεκρές μου φίλες.
Πηγή:Χίλια σκοτωμένα κορίτσια,1964
Οι φίλοι μας τα φίδια-ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ ΡΟΥΚ
Ίσως τα φίδια που μας ζώνουν
να 'ναι πλάσματα καλά
χρήσιμα
αφού ελευθερώνουν τις υποψίες μας
γύρω από τις ψεύτικες υποσχέσεις.
Και όπως ελίσσονται
μας διδάσκουν ότι καμιά πραγματικότητα
δεν είναι πιο πολύτιμη, πιο αληθινή
απ' την ανάσα της στιγμής.
Τι σου υποσχέθηκαν οι άνθρωποι;
Γλυκιά ζωή;
Μα θέλει μεγάλη φαντασία.
Τι σου υποσχέθηκαν οι άγιοι;
Αιώνια ζωή;
Μα θέλει μεγάλη αντοχή.
Πηγή: Η ανορεξία της ύπαρξης
Συνάντησις παλαιών φίλων - ΘΩΜΑΣ ΓΚΟΡΠΑΣ
Ένας φίλος ήρθε απόψε από τα παλιά...
Πρόκειται περί αγάπης ή αναμνήσεως της αγάπης;
Παντού στην Αθήνα τραύματα νωχελικά
μόνον η αδέσποτη νύχτα της μένει ακόμα δική μας
σαν σκυλί σαν προδομένη αγάπη σαν διάχυτο λαϊκό τραγούδι
γιομάτο ευγένεια.
Βέρα Βόδη μια αδάμαστη ακόμα γυναίκα ή ναυαγισμένη αδιάφορο
στην άλλη μεριά ενός μεθυσμένου τηλεφώνου.
Είναι γυμνή κ’ έχει στο σώμα της τόπους τόπους πληγές
ή κρέμες νυκτός αδιάφορο αδιάφορο αδιάφορο
γιατί τώρα αυτή τη στιγμή στην Πλατεία Κολωνακίου ώρα δύο
μετά τα μεσάνυχτα.
Εγώ και ο φίλος μου είμαστε δυο δίδυμες πηγές εξάρσεως
ή δυο άνθη πεθαμένα στη γέννα τους
ή δυο λαμπρά αυτοελεγχόμενα πέη
οι πεθαμένοι φίλοι μας οι χαμένοι φίλοι μας οι καφέδες και τα
τσιγάρα μας.
Οι παπαγάλοι οι λεχρίτες οι σβηστοί.
Βέρα Βόδη ωραίο όνομα ποιητικό θαυμάσιες λέξεις όπως
βραδινό αγέρι ανεμώνες μελαγχολική μουσική.
Πρέπει να βασανίζονται να ταπεινώνονται οι ωραίες λέξεις όπως
Βραδινό αγέρι ανεμώνες μελαγχολική μουσική.
Πρέπει να βασανίζονται να ταπεινώνονται οι ωραίες λέξεις
Όπως οι ωραίες γυναίκες μπας και αγαπηθούν στο τέλος.
Οι χασάπηδες της χαράς είναι σαν άγριοι σεμνοί βασιλιάδες.
Όταν πέφτουν δάκρυα στο ποτήρι το κρασί βάφεται
όταν πέφτουν τραγούδια ματώνει
αλλά με τίποτε Δε νερώνει,
ούτε με Βέρες Βόδη ούτε με Χρίστους ούτε με γλυκές κάμαρες.
Οι σύγχρονες κάμερες είναι συντριπτικές των αναμνήσεων.
Θα πάρω ταξί θα πάρω τσιγάρα θα πάρω λαχεία θα πάρω το
δρόμο του γυρισμού
και θα τον πάρω ακριβώς γιατί κανένας Δε με περιμένει.
Τι Προμηθέας τι τραγουδιστής τι πρώτη αγάπη το ίδιο κάνει.
Από ένα σημείο και πέρα σβήνουν τα φώτα.
Δεν έχει φώτα δεν έχει λιμάνια δεν έχει φαρμακεία γενικώς
διανυκτερεύοντα έχει.
Την αθέατη πλευρά του θανάτου που ξεδιπλώνεται ανοίγει λίγο,
λίγο και τα μάτια
γίνονται τεράστια στα μπαλκόνια τους,
έρχονται τα φύλλα της καρδιάς ν’ αγναντέψουν
καπνίζοντας το τσιγάρο τους να ονειροπολήσουν.
Τα πήρε ο ύπνος κ’ έγειραν
για πάντα.
Πριν και μετά τη Βέρα Βόδη σκοτάδι.
Πριν και μετά το σκοτάδι,
πριν και μετά τα άνθη του αίματος σκοτάδι
και μόνο το τραγούδι καταργεί τα άκρα.
Τα φάρμακα τις υπερβολικές δόσεις χαράς
τα άσπρα σπιτάκια και τα πράσινα άλογα.
Υπάρχουμε ως ανοιχτές πληγές κόντρα στα καλά λόγια
τα καλά παιδιά και τα καλά λάδια.
Υπάρχουμε ως υπογραφές κόκκινες κατακόκκινες της φωτιάς
σ’ απίθανα σημεία της νύχτας.
Δεν αφήνουμε απλώς τραγούδια πίσω μας στο μέλλον αλλά
τα κομμάτια μας.
Και κάπου μακριά ακόμα άρχισαν να κατασκευάζονται τα νέα
μουσικά όργανα.
Πηγή: Στάση στο μέλλον
«Οι φίλοι που φεύγουν»-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΡΜΠΕΡΗΣ
στον Δ.Π.
Όταν φεύγουν οι φίλοι
στερεύουν ποταμοί,
λιβάδια καίγονται,
δάση αιμορραγούν,
ο κόσμος μας μικραίνει,
λιγοστεύει ο ουρανός.
Όταν φεύγουν οι φίλοι
μένουν οι αναμνήσεις
σα μια ζεστή κουβέρτα
στη βαρυχειμωνιά,
αλλά δεν έχει πια «τα λέμε»,
«θα περάσω», «μη χαθείς».
Σιωπή μονάχα κι ενοχές.
Γι’ αυτό μην περιμένετε.
Αγάπες και συγνώμες
τώρα, όσο είναι καιρός.
Γ.Μ.
(Ανέκδοτο)
Ουκ έχει φίλον ο πτωχός-ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΣΑΧΛΙΚΗΣ
Ουκ έχει φίλον ο πτωχός,διατί δεν έχει πράγμα,
διατί δεν αγροικά κανείς μ’αυτούς να διαφορεύση.
Αυτό το σπίτιν του πτωχού μισά την την φιλιά του,
Κανείς ουδέν τον χαιρετά, όλοι καταφρονούν τον.
Και πολεμούν και βλάπτουν τον, διατί τον εγροικούσιν
-ότι ουκ έχει δύναμιν να εκδικαιωθή σ’εκείνους.
Κι αν αποθάνη και πτωχός, κανείς δεν το κατέχει,
Κανείς ουδέν ακολουθεί να παν και να τον θάψουν.
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη
Περί φιλίας-ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΛΦΟΓΛΟΥ
Περί φίλων σε συγγράφω οδηγίαν ακριβή,
όσα μ’έμαθε του χρόνου η πολλή διατριβή.
Η αληθινή φιλία,η μεγίστη αρετή,
απ’ την σφαίραν μας εχάθη-κόσμου συμφορά φρικτή!
Για την άδολον φιλίαν πλιά κανείς ας μη ρωτά,
με αυτήν καθείς τεπτίλι κάθε φίλον απατά.
Φίλος χωρίς ιντερέσσο «καλημέρ’» αν σε ειπή
το νομίζει αμαρτίαν ή το έχει εντροπή.
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη
Εις φιλίαν-ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΛΑΤΙΝΙΑΝΟΣ
Ω φιλία,θείον δώρον,ω φιλία ιερά,
αν ως οι βροτοί πρεσβεύουν είσαι όντως σταθερά.
πώς μπορείς να υποφέρης, φευ,και πως δεν μαστιγοίς
τόσους φίλους πλήρεις δόλου οπού χαίρουν επί γης;
Κεραυνοί, τι καρτερείτε; Αστραπαί, και σεις μαζί!
Τρέξτε, καύστε, μην αφήτε φίλον δόλιον να ζη,
Και εις τες οπές ανίσως καμιάς γης κανείς κρυφθή,
και εκεί να μη γλιτώση και εκεί να συντριφθή!...
Πηγή: Ανθολογία Περάνθη
Γράμμα σε νεαρό φίλο-ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΔΑΦΝΗΣ
Φίλε μου, οι στίχοι γράφονται
με λίγα πραγματάκια: ένα τραπέζι . ένα κλαδί
με δυο μικρά πουλάκια . δυο κόκκινα γαρούφαλα
σ’ένα ποτήρι . ακόμη ο γλυκασμός της Άνοιξης
κι η πλανερή της γνώμη. άσπρο χαρτί σε μια καρδιά
στο φως παραδομένη. μαύρο μελάνι, της σκουριάς
τη μυρουδιά να βγαίνει, που να το πίνει το πουλί
της πένας στάλα-στάλα . και κάτι ακόμη: ο Έρωτας,
όλη του πόνου η σκάλα!
Πηγή: Το Ανοιχτό Παράθυρο
Ο φίλος-ΠΑΡΙΣ ΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
"Στις ώρες που είμαστε μόνοι αξίζει ένας φίλος",
μας λέει ο ποιητής. Όμως εμείς θα πούμε
πως τον θυμόμαστε ακόμα περισσότερο
στις ώρες που περνούμε μ'άλλους μαζί.
Πηγή:Ανθολογία Περάνθη
Οι φίλοι-ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΒΙΣΤΩΝΙΤΗΣ
Σταματώ.
Μες στο αργό φως τίποτα δεν κινείται
Η μέρα άσπρη και παράλυτη
Θυμάμαι τα μεθυσμένα μάτια τη νύχτα,
τη μουσική που έρχεται κομματιασμένη,
σπασμένη στο πρώτο ανέβασμα της μνήμης.
Ο οίκος του πατρός μου πνιγμένος
στην τσουκνίδα και στ’ αγριόχορτα.
Οι φίλοι φυτεμένοι σ’ άγονα χώματα
μες στον αργό τους θάνατο επιζούνε.
Άλλοτε ωραίοι, διασκελίζοντας το φως,
πρόσωπα απέναντι στον άνεμο,
μάτια που κυματίζαν, ανοιχτά πανιά,
περνούν σκυφτοί μέσα στο χρόνο.
Ο χρόνος ανεβαίνει λασπωμένος,
φορτωμένος αμαρτίες άλλων,
σκληρά πατήματα στην άσφαλτο.
– Αποφασισμένος. Η λάμψη
σκίζει τα μέτωπα, τα στενά μάτια.
Τώρα
πυροβολούν μπροστά∙
τα μάτια τους
Τρυπούν το πρόσωπό τους.
Βγαίνουν μέσα από την απόσταση
οι οπλισμένοι νεκροί, οι αφημένοι,
ένα άσχημο φως διαγράφει κινήσεις
βαθιά στο σκοτεινό μέλλον...
Οι άλλοτε ωραίοι
Εδώ. Ριγμένος. Δεν ακούγεται
ο κρότος της μέρας. Δεν τρίζουν
τα βήματα της μνήμης.
Το φως περνάει από το παράθυρο
και μου τρυπάει το δέρμα
Πηγή: Τέφρες,Εκδόσεις Νέα Πορεία
Αγαπημένη μου φίλη -ΕΛΕΝΗ ΕΦΟΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Πάει καιρός
που σου έγραψα
ήταν πριν το καλοκαίρι
τότε που μιλάγαμε
για τα ταξίδια
που ονειρευόμαστε
Η κάθε μια
το δικό της ταξίδι
σε θάλασσες μακρινές
με γαλάζια νερά
παρέα με τους γλάρους
μαζεύοντας κοχύλια
σε χρυσές αμμουδιές
θυμάσαι;
Ή ονειρεύεσαι ακόμα...
Ξέρεις κάτι...
Τώρα που τέλειωσε
το καλοκαίρι
ακόμα ψάχνω για κοχύλια
ακόμα ψάχνω για γλάρους.
Ευτυχώς
γιατί έτσι το ταξίδι
και τα όνειρα
θα συνεχίζονται
για κάθε καλοκαίρι...
Πηγή: https://www.stixoi.info
Ο φίλος -ΓΙΩΡΓΟΣ Θ.ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
του Χρήστου Φλωρόπουλου
Κι έπειτα ήρθε και με βρήκε
σε ξέρω, μου είπε, σε ξέρω από πάντα.
Δεν το πίστεψα κι όμως έπρεπε να το φανταστώ
είχα δει το ίδιο ρεύμα στη γραφή
εκεί που πάνε να φτιαχτούν τα γράμματα
κι είναι έτοιμα να σπάσουν
Έπρεπε να το φανταστώ κι από το βλέμμα
με κοίταζε κατευθείαν στα μάτια
σε ξέρω, μου είπε, σε ξέρω από καιρό
Έπειτα κατάλαβα.
Εγώ είμαι, επέμενε, πώς και δεν με αναγνωρίζεις;
Ήρθα από τον κόσμο των νεκρών για να σε συναντήσω.
Θυμάσαι την τελευταία φορά
σου είχα γράψει με το αίμα μου
γιατί ήξερα ότι κατά βάθος δεν με πιστεύεις.
Κι όμως με βλέπεις τώρα, είμαι μπροστά σου
μπορείς να με αγγίξεις αν θέλεις
ή πάλι να αρκεστείς στο χαμόγελό μου
ή και στο βλέμμα μου.
Μα δεν θυμάσαι το βλέμμα αυτό,
αυτό που έλεγες πως άναβε πυρκαγιές;
Μη σε παραξενεύει η μορφή μου,
συνέχισε.
Πώς να εμφανιζόμουν μπροστά σου
τώρα που από ολάκερο το κορμί μου
έχουν μείνει τα φρικτά του κόκαλα;
Ξέρω, συνέχισε,
ο κόμπος που νιώθεις να σε πνίγει
είναι απ’ τη συγκίνηση.
Και τη χαρά. Γιατί με ξέρεις, με θυμάσαι, έτσι δεν είναι;
Και μη σε μπερδεύει η εμφάνισή μου.
Εμείς δεν πιστεύουμε στους αγγέλους αλλά στη φιλία.
Την έβλεπα μπροστά μου. Το στήθος της ήταν μικρό
στα χέρια μου σαν το μανταρίνι της ποίησης.
Τα δόντια της είχαν ματώσει στις σάρκες των νεκρών
το αίμα της χαλκός και μέλι
κι όπως την αγκάλιαζα
τίναζε απ’ τους ώμους της
την τέφρα της οδύνης.
Εγώ είμαι, μου είπε
εγώ είμαι, η Ζωή
ξέφυγα από τον κόσμο
του σκότους
ήρθα εδώ μέσα από έναν βράχο
είμαι η κόρη που σήκωσε
την αγάπη όλη
Ο φίλος σου είδε την καρτερία μου και με βρήκε.
Μη ζηλέψεις. Με κυρίευσε μόνο για να σε συναντήσει.
Εξάλλου στον κόσμο των νεκρών δεν υπάρχει
ο έρωτας. Μόνον η απόλυτη νοσταλγία
γι’ αυτά που χάνονται για πάντα.
Άκουσε την καρδιά μου...
Είχα μπει μέσα της και την έσκαβα βαθιά.
Είχα μια λύσσα στα χέρια και ένα μάτι θολό,
ακόρεστο
κι αμετανόητο...
Μη με κομματιάσεις τώρα, αγάπη,
την άκουσα να μου λέει.
Άφησα τα εγχειρίδια αιμόφυρτος.
Μου άγγιξε τα χέρια.
Μέσα στον λουτήρα του Άργους ίδρωναν.
Πηγή: Λόγια θανάτου και αγάπης
Φίλοι μου ας πετάξατε -ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΖΑΝΕΤΑΚΗΣ
Φίλοι μου ας πετάξατε
στα σύρματα
ας κάθεστε πουλιά
χνούδια στο μπαλκόνι
με άλλα μάτια
ας με κοιτάτε πια
μέσα μου σας κρατάω ζεστούς
το χάραμα όπως
πάνω στο παιδί μας
ρίχνουμε τρυφερά ένα σεντόνι.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Φίλοι -ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ
Όταν και οι τελευταίοι φίλοι
σαν σε βλέπουν
ρουφούν με καλαμάκι τηλεόραση,
ή προσφέρουν ξερά χαμόγελα
σε μεγάλα ποτήρια ουίσκυ,
όταν η ανάγκη να δώσεις θάλασσα,
ορμάει να σε πνίξει,
και μέσα στη φούχτα σου
ιδρώνει η στάχτη των καμένων λουλουδιών,
τότε όλο και πιο πολύ,
νιώθεις τη σιωπή
να σου γλύφει τα χέρια
σαν αρρωστημένο, υπάκουο σκυλί.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Φιλία-ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΓΚΙΤΣΗ
Τα μεγαλύτερα λάθη δώσε τα
σε μένα
να τ’ αντέξω
από παιδί το μπορούσα
και τους πόνους σου, όλους
χάρισέ τους μου
να ’χω να σε θυμάμαι
μόνο να χαμογελάς
μ’ ολόκληρο το πρόσωπο.
Πηγή: Ξέρω! Είναι κάπως αργά...
Φίλοι των ανέμων-ΚΩΣΤΑΣ ΧΩΡΕΑΝΘΗΣ
Ο ξένος τόπος πάντα μου φέρνει στο νου τα φιλικά μου πρόσωπα
σαν υποφέρουνε στις τέσσερις γωνιές της οικουμένης.
Δεν ξέρω πώς, αλλά θαρρώ μια σκέψη
που περιφέρεται στα κύματα,
αξίζει περισσότερο απ’ όλα τα κοχύλια των ανέμων
κι η ποίηση περιδινείται αδέσποτη πολλές φορές,
κυριαρχημένη από το σχήμα του ανεπίτρεπτου
και του περαστικού.
Τι να σου κάμει ένα σώμα άρρωστο
και μ’ όλη του τη σκέψη και μ’ όλο του το πνεύμα,
όταν δεν βοηθάει ο στεναγμός.
Τι να ζητήσεις από τον άρρυθμο καιρό και τον σακάτη,
που άλλο δεν κάνει παρά
να σε χτυπάει κατάμουτρα με τα σκληρά του δεκανίκια.
Λένε πως είναι όλα μέσα σ’ αυτό το άθλιο παιχνίδι,
που καλεστήκαμε άξαφνα να παίξουμε απροετοίμαστοι,
ανίδεοι, απροστάτευτοι.
Φίλοι μου των ανέμων,
σας καλώ κι αποζητώ τη συντροφιά σας,
το υπομονετικό χαμόγελό σας,
γεμάτο από την πίκρα της ζωής,
γεμάτο από την αγωνία
γι’ αυτό που περιμένεις και δε σου έρχεται.
Δώσε μου το αίνιγμα της ευφωνότερης γραφής
για να μπορέσω να περάσω
από τα ράμφη στις φτερούγες των πουλιών.
Κάποτε θα παρηγορηθούμε μ’ αυτό που τώρα
ούτε καν υποψιαζόμαστε.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Ο πόλεμος των φίλων-ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΔΙΑΒΑΤΗ
Μετά τη μάχη
καταμετρούμε τους νεκρούς: άνθρωποι, ίπποι...
Μετά την αγκαθωτή νύχτα
καχεκτικό το ξημέρωμα.
Μετά τα λυπημένα σημειώματα
ελεύθερα τα δάκρυα αφήνονται
της συγχώρεσης
να τρέξουνε καυτά.
Κι εγώ λυπάμαι, ο θύτης και το θύμα.
Πηγή: Όπως η Μπερλίνα
Οι φίλοι μου φημίστηκαν -ΑΝΤΩΝΗΣ ΖΕΡΒΑΣ
Οι φίλοι μου φημίστηκαν πια μες στην Αθήνα.
Είμαι σαν το πουλί σε φύλλο λεμονιάς
μέσα στον στρόβιλο τ’ αγέρα
το στόμα όλο χώματα, όλο το στόμα (μ)αίνος.
Οι φίλοι μου εγκρίθηκαν πια μες στην πατρίδα
όχι γιατί λυχνόβιους τους φίλησε ο Βασιλιάς –
μήπως κι εγώ δεν έχω τη δική μου νοσοκόμα
μήπως μ’ αρνήθηκε ποτέ στην άκρη της μιλιάς;
Οι φίλοι μου ξεχώρισαν μες στην πατρίδα
αφότου μόνιασαν με την κοινή της γνώμη.
Τέτοια αρετή θ’ ακολουθούνε στο εξής
μακριά απ’ τα χωράφια τού Ρονσάρ μέσα στα θερμοκήπια.
Οι φίλοι μου ξακούστηκαν μες στην Αθήνα.
Είμαι σαν το πουλί στη λεμονιά
κάτω απ’ τον στρόβιλο τ’ αγέρα
το στόμα όλο αίματα, όλο το στόμα πίκρα.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Οι καινούριοι φίλοι - ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΤΖΟΓΛΟΥ
Δεν είστε εσείς οι φίλοι που μεγαλώσαμε μαζί∙
εσείς αλλάξατε τροπάρι, μιλάτε τώρα για την ανοικοδόμηση
την οριζόντια ιδιοκτησία τα ποσοστά δόμησης τις αντιπαροχές.
Και τα προβλήματα ανατοκισμού και εσωτερικής υφαίρεσης
δεν τ’ αντιγράφετε πια απ’ τους επιμελείς μαθητές της τάξης∙
βγάζετε το μηχανάκι απ’ την τσέπη και τα λύνετε μόνοι σας
στο πι και φι.
Οι τωρινοί μου φίλοι είναι μακριά από σας∙
άλλοι σκοτώθηκαν απ’ τους ευζώνους στον Μοριά
κι άλλοι πέσαν «εις τους συνήθεις τόπους» των αιμάτων∙
όσοι περίσσεψαν μαζεύτηκαν στην ξενιτιά για αιώνες
και τώρα ένας ένας με βαπόρια και τρένα επιστρέφουν
δισταχτικά στο παλιό τους χωράφι στην αδελφή τους ρυτίδα.
Κι οι άλλοι ακόμα που μείναν που υπογράψαν που ξεχάστηκαν
που έσβηναν χρόνια και χρόνια τα προδομένα τους οράματα σε ταβέρνες
που αποκαταστάθηκαν που ανοίξανε βαφεία γκαράζ καθαριστήρια
που ακόμα και εκκλησιάζονταν ή δίναν οβολό στη Φανέλα του Στρατιώτη
τώρα μόνον αυτοί – εσείς δεν είστε πια οι φίλοι μου.
Πηγή: Αποσβέσεις
Οι παλιοί μας φίλοι-ΤΑΣΟΣ ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ
Κάποτε τα πράγματα φαίνονταν απλά
έμοιαζαν αιώνια
και ας γνωρίζαμε ότι "πάντα ρει και ουδέν μένει".
Νομίζαμε ότι γνωρίζαμε τον εαυτό μας και τους άλλους
κι ας είχαμε διδαχθεί τα `εν οίδα ότι ουδέν οίδα".
Μπορεί πλέον να μη βλεπόμαστε συχνά
μπορεί και να ψυχραθήκαμε με ορισμένους για κάποιους λόγους
μπορεί να πήραμε διαφορετικούς δρόμους
αυτά όμως που ζήσαμε μαζί κάποτε
εξακολουθούν να έχουν τη δική τους ζωή
δεν σβήνονται με τίποτε.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Περί φιλίας-ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΔΑΤΟΥ
Όταν τέλειωσαν όλα
δεν είχε τη λεβεντιά
να καταλάβει πως
έρωτας ήταν και πάει
αλλά άρχισε τις διδαχές
περί φιλίας
Καθώς τον έβλεπα
μου ήρθε στο μυαλό
γαρδένια σε κρεοπωλείο
κι ακόμα
τριανταφυλλιά σε βαρέλι
δίπλα σε βενζίνες
Πηγή: Αερολέσχη
Στους φίλους-ΜΑΡΙΑ ΚΑΡΔΑΤΟΥ
Τους δειλούς φίλους
που δεν έψαξαν να με βρουν
τους χαιρέτησα από μακριά
Έψαξα να βρω
ένα κομμάτι μου
σε κάποιο παζλ μαγικό
και μια λέξη σου
όπου κρυβόταν το μήνυμα
Δεν τα βρήκα
και λιγοψύχησα
Πηγή: Αερολέσχη
Οι φίλοι-ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΛΟΡΗΣ
Ξεχνώ τους παλιούς μου φίλους
Πολύ γρήγορα
Δεν έχω συνηθίσει να ψηλαφώ
Τις ουλές στα μάγουλα
Μια νύχτα όμως θα τους ακούσω
Ν’ ανοίγουν την πόρτα κρυφά
Γιατί θαρρούν πως κοιμάμαι τα βράδια
Και βάζοντας φωτιά στο πρόσωπο
Θα τους υποδεχτώ όρθιος
Χαμογελώντας για να μη φοβηθώ
Είμαι πολύ μικρός
Για να ξεκάνω με μια μολυβιά
Όσους έχουν επιζήσει.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Οι φίλοι μου - ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΑΡΙΖΩΝΗ
Οι φίλοι μου τρελάθηκαν γιατί έμαθαν πολλά
φόρεσαν χάρτινα φτερά και σκάφανδρα
φόρεσαν σκουριασμένες πανοπλίες
και τις σέρνουν στην ομίχλη
άλλοι έγιναν άνθρωποι-δέντρα
και μου τηλεγραφούν κίτρινα φύλλα.
Έλεγαν ψέματα τα βιβλία, ισχυρίζονται
και όλα όσα μάθαμε τα πήρε ο βοριάς
πάνω απ’ τους γκρίζους βάλτους του Θερμαϊκού
έσβησαν μέσα σε αναφιλητά ένα απόγευμα
σε διδακτορικά που λιώσαν στο σκοτάδι
και μανιφέστα γεμάτα έρημους ορίζοντες.
Οι φίλοι μου τρελάθηκαν
άφησαν τις πόρτες των σπιτιών τους ανοιχτές
και φύγανε προς άγνωστη κατεύθυνση
καμιά φορά μου στέλνουν
γράμματα απ’ τον Μεσοπόλεμο
μου στέλνουν επιστολές απ’ την παλιά Θεσσαλονίκη
και άλλοτε πάλι κρύβονται σε φυσαλίδες και πετούν
στο φεγγαρόφωτο
πάνω απ’ τη ναρκωμένη πόλη ώσπου χάνονται.
Οι φίλοι μου τρελάθηκαν γιατί έμαθαν πολλά.
Πηγή: Αρχαία δίψα
Χωρίς τον ξενοδόχο -ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΔΙΑΒΑΤΗ
Αν αυτές είναι φιλίες ζωής
Φιλίες αναλώσιμες ποιες είναι.
Στο τέλος θα κάνεις τον λογαριασμό –
Αν σου έχει μείνει σπίθα μυαλό.
(Αλλά το τέλος ποτέ δεν είναι.)
Θα λογαριάσεις τότε τα συν
Το καθρέφτισμα του εαυτού σου
Στην εγκαρδιότητα του «εμείς»
Που έμοιαζε αιώνιο
Να που λογάριαζες χωρίς τον ξενοδόχο
Πηγή: Όπως η Μπερλίνα
Στους φίλους-ΤΑΣΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ
Ας ήτανε ποτέ να μην τελειώσει αυτή η νύχτα.
Πρέπει να δούμε τα πάντα. Τώρα που είναι ήσυχα
και μόνο οι καρδιές μας τρέμουν. Ας ήτανε
ο χρόνος να καεί για να φωτίσει αυτή τη νύχτα.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Το πνεύμα του κόσμου -ΓΙΑΝΝΗΣ ΑΓΓΕΛΑΚΑΣ
Το πνεύμα του κόσμου
η σιωπή κάτω απ’ την πληγή
το χαμόγελο δηλητήριο
το φως θα `θελα να `ταν εδώ
μαζί με το σκοτάδι κι όλους τους γελοίους φίλους.
Δεν υπάρχουν αρένες και θηρία
ένας αέρας μόνο φιλικός και λυπημένος
αρωματισμένος με τον ιδρώτα του τίποτα
μ’ οδηγεί στην αρχή
να ξεκινάς σημαίνει να δαμάζεις
όλα τα έντομα που σου φορτώνουν
σπέρμα και μνήμες
απ’ τις παλιές χαμένες σου απόπειρες.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Δυο φίλοι-ΤΑΚΗΣ ΚΟΛΙΑΒΑΣ-ΜΩΛΙΟΤΑΚΗΣ
Δυο φίλοι χρόνια μεθυσμένοι
τον ίδιο δρόμο περπατούν,
με πεθυμιά φαρμακωμένη,
φωτός αναλαμπή ζητούν.
Στον ουρανό γυρεύουν τ’άστρο
της μαγεμένης χαραυγής.
Ψάχνουν στη γη το μέγα κάστρο
της γνώσης και της συλλογής.
Φτωχό παράξενο ζευγάρι
Μ’αισθαντική καρδιά χρυσή,
σας πλάνεψε το γιοματάρι
με των ονείρων το κρασί,
Δυο φίλοι μες στα μονοπάτια
αποκαμώθηκαν βαριά.
Τους βρήκαν μ’ανοιχτά τα μάτια
και παγωμένη την καρδιά.
Πηγή: Ραγισμένη πέτρα, «Νέα σκέψη», Αθήνα 1994
Με τους φίλους -ΘΕΟΚΛΗΤΟΣ ΚΑΡΙΠΙΔΗΣ
Έφυγε κι αυτό το καλοκαίρι
παίρνοντας μαζί του τον ήλιο,
τα μάτια μας.
Το νησί μας,
ένα μαύρο σύννεφο,
μιλάει στα καράβια
που ταξιδεύουν και χάνονται
σαν το καλοκαίρι.
Μαζί μας
κάτω από την ίδια μέρα
ξαγρυπνά ο χρόνος
και μας χαϊδεύει τα μαλλιά
και μας πλένει το πρόσωπο.
Κι εμείς
από τα πλεχτά φράγματα
χαιρετάμε το καλοκαίρι...
Το άλλο καλοκαίρι.
Πηγή: Νυν και αεί
Φιλία -ΜΑΡΙΑ ΚΕΝΤΡΟΥ-ΑΓΑΘΟΠΟΥΛΟΥ
Λέω εδώ να μείνω που ανοίγονται
Δρόμοι καλοί της τρυφερής συνομιλίας
Εξαίσια συμπεριφορά του δέντρου
Ανυψωμένο πάντα και πράο
Με τις πολλές φωνές του καλλιεργημένες
Να εγκατασταθώ εδώ
Ανάμεσα σ’ αυτά τα κλαδιά
Σ’ αυτά τα φύλλα
Που όλες τις ανοιξιάτικες βροχές
Διψούνε
Πηγή: Ποιήματα (1965-1995)
Σε φίλη - ΝΙΝΑ ΚΟΚΚΑΛΙΔΟΥ-ΝΑΧΜΙΑ
Αν έρθω και σου πω πως παραπάτησα
με με συμπονέσεις σαν αδερφή
μη με συμβουλέψεις σα μάνα
μη με συγχωρέσεις σα Θεός
σαν οχτρός να μου φερθείς
και να με σκλαβώσεις
για να μην πέσω
θυσιάζοντας τη φιλία
να με γλιτώσεις
απ’ της συνείδησής μου την έχθρητα.
Εδώ πέρα σπατάλησα τα χαμόγελά μου
και ταχυδρόμησα γράμματα να θυμίσω την ύπαρξή μου
με ηρωισμό συγκράτησα τη ζήλια μου
και θράφηκα με την παρηγοριά του «αλλιώτικου»
ανάμειξα τη ζωηράδα μου με τους αγέρηδες
και γεύτηκα άγλυκες απαντοχές
μα νόημα δεν έχω κανένα πέρα απ’ το δικό σου
κι ούτε μ’ αρέσουν τ’ αμάραντα λουλούδια που μου επέβαλες.
Τα χέρια σου μου λείπουν, τα χέρια σου
με την ξεκουραστική φλυαρία της κίνησής τους.
Τα μάτια σου μου λείπουν, τα μάτια σου
με την ανεμελιά μπερδεμένη στην αγωνία του καθημερινού.
Πηγή: Οι αποσταμένοι
Αναμέτρηση φίλων (Εδουάρδοι & Αλφρέδοι)-ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΣ Η.ΚΩΤΟΠΟΥΛΟΣ
Με τα Γιάννενα η αναμέτρηση κρατά παιδιόθεν∙
επελάσεις στον άξονα και κάθετες μπαλιές
Ατομικές ενέργειες, θεαματικές αλά Κοντογιωργάκη
χωρίς υποσημειώσεις ακόμα
Ρέον το κείμενο με λόγια παχουλά απ’ το Μιτσικέλι
στην Παμβώτιδα, ας πούμε το δικό μας ποίημα
Με Παστερνάκη και Αλβαρέζ
άμυνα ο Γκλασμάνης, ο Μοντέζ, ο Λίσα
Κι από κει κατρακύλησαν τα μισά στην Αθήνα
στέρεα πράγματα
Μα έφταναν για κάποια χρόνια
Με απώλεσες στο χρηματιστήριο
το παιχνίδι στο Κέντρο, ομαδικό
Με εναλλαγές κι αποδοκιμασίες
Χαίνουσα, μόνιμη πληγή
Καρφί που θα συντρόφευε της «φιλίας» μας το υπόλοιπο
Από τότε μιλάω κάθε Παρασκευή αργά το βράδυ σ’ εκείνον
μετά το φροντιστήριο, Όχι μαζί σου
για σχολεία, πανεπιστήμια και μπάλα –αυστηρά Χατζηπαναγής
Μ’ ακούει και γελάει
για δρόμους πολιτικούς, παράνομους
Σκοτεινιάζει, μπερδεύεται η γλώσσα του
για τη γυναίκα μου και τις άλλες
Αποφεύγει τα ρήματα –ίσως προοικονομεί
είναι όμως πάντα εκεί, κάθε Παρασκευή βράδυ
Κι είμαι μαζί του να κρατώ το ιδρωμένο χέρι
εφηβικές ανηφόρες, με τελειωμό
με βροχές και Μαΐου καρτέρια στα υγρά λάμδα των Ζωσιμάδων
Αργότερα η Καρωτή
οι παλιοί φίλοι
Ουδείς αξιόλογος σέντερ φορ
Εκδράμουν χωρίς προσκλητήριο
άριστοι, αγαθοί
Αδιάφοροι, βωμολόχοι τώρα,
οι παλαιοί, αδικαιολόγητα απόντες, φίλοι
Τις Παρασκευές, τα μεσημέρια
καθαρίζω και τα δικά τους όπλα
Σε αντίθεση με τον ποιητή
ο εχθρός έπαψε να είναι ορατός
Οι εποχές τακτοποιημένες πια
–πλην του Μέσι–
στα λάθη των δημοσίων υπαλλήλων
Χωρίς επαναστατικές εκατόμβες
ενίοτε δημιουργημένες κρίσεις, οικονομικές –
Και δεν ομιλώ για ΔΝΤ και τέτοια∙
αυτά ως μπαμπούλας, όταν δεν πείθουν τα υπόλοιπα
Στόχος της εξουσίας το ίδιον της μέρας
εξέθρεψαν καταναλωτές οι συνωμοσίες∙
Τους μεταμόρφωσε σε αμοιβάδες η ενημέρωση
Είναι κάπως δύσκολο να έχεις φίλο εμένα
δε-ν χαμογελάς συνέχεια
Άναψα τσιγάρο και φύσηξα με άχτι τη θάλασσα
τέτοιος αποχαιρετισμός
Δε βγήκα όμως στο μπαλκόνι∙
εκεί έξω ήταν η λίμνη και θα με κορόιδευε
Πηγή: Εδουάρδοι & Αλφρέδοι
Γράμμα σε φίλο-ΘΕΟΔΩΡΑ ΝΤΑΚΟΥ
Ξενιτεμένε φίλε
πάλι σου στέλνω
ένα χαρτί λευκό
Βλέπεις, δεν άλλαξα
δεν κατέληξα πουθενά
ακόμα περιμένω.
Πηγή: Ο θάνατος του χρόνου
Οι φίλοι μου-ΜΑΡΙΑ ΤΖΙΚΑ
Οι δικοί μου φίλοι
ζουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης,
χειρονομούν τους φόβους τους
με αγκαλιές ασπόνδυλες
που καταρρέουν
πάνω μου τη στοργή,
ας ξέρουν
πως δεν κρατώ τίποτα γερό
να τους στεριώσω.
Οι δικοί μου φίλοι
με σηκώνουν από το παρεξηγημένο σώμα,
επιδένουν την παραμέλησή του με τα οστά τους
όση ώρα τρέχουμε στα σκαλιά
των φροντισμένων δέντρων
Οι δικοί μου φίλοι
διαβαίνουν με την απείθειά μου
άκριτα
από την πορώδη διάβαση της εποχής,
πάντα τοξοβολούν ελεύθερα τραγούδια
στοχεύοντας σε ενύπνιους αριθμούς
που λοιδορούν το στέρνο μου
Οι δικοί μου φίλοι δεν υπάρχουν
δεν υπήρξαν ποτέ,
είναι πήγασοι και λευκά αηδόνια
Πηγή: Ελαττωματικό χώμα
Οι καημένοι οι φίλοι -ΓΙΑΝΝΗΣ ΥΦΑΝΤΗΣ
οι φίλοι∙
δε φτάνει μόνο να εκτιμώ αυτούς τους ίδιους
θέλουν να εκτιμώ και τις γυναίκες τους
θέλουν να κάνω και με τις γυναίκες τους παρέα
δηλαδή
καλά και σώνει θέλουν
συνένοχους.
Πηγή: Μανθρασπέντα
Οι άγνωστοι φίλοι-ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΑΪΤΑΣ
Οι φίλοι μιας άλλης ζωής
ταξίδεψαν σε αναστατωμένους καιρούς
σύντροφοι που δεν γνωρίσαμε
σκαρφαλώνουν στην καρδιά μας
κοιτάζοντας ο καθένας μια διαφορετική πατρίδα
η στιγμή που μας ένωσε ο αποχωρισμός
ένα καινούριο φέγγος στη μοίρα της θάλασσας.
Τι θέλει όλο αυτό το πλήθος
μέσα σε ακατοίκητες πόλεις
νησιά που έχουν σηκώσει πανιά
με ημερομηνία λήξης.
Όσο πλησιάζουμε την ιστορία σκοτεινιάζει
νεύματα απ’ το πουθενά στον ορίζοντα
η φυσαλίδα του μέλλοντός μας αγγίζει
από ανέλπιστες κατευθύνσεις
και μια ψυχή που έμαθε ν’ αγαπά
στο αιφνίδιο ταξίδι περιμένει.
Πηγή: Το δάκρυ του Ηράκλειτου
Χωρίς φίλους -ΡΙΑ ΦΕΛΕΚΙΔΟΥ
Οι φίλοι
έχουν πάει να κατοικήσουν
σε άλλα περιβόλια
κι εγώ έχω μείνει μόνη
με τα κουνέλια,
με ακούρδιστες νότες
στις τρύπιες μου τσέπες,
με τη μνήμη μιας αφής
να παραπαίει
στο φόντο της πλάτης
του δερμάτινου καναπέ
όπου καθίσαμε
αμέτρητες φορές
παλιότερα.
Μια βάρκα χάσαμε
–για όλους μας σημαντική–
όμως δεν πρόλαβα
να τους το πω
γιατί όταν έφευγα
πέρασα το σφίξιμο στο μαντίλι τους
για νοσταλγία.
Έφυγα πριν από τη βάρκα.
Φοβήθηκα το πέλαγος
που ανοιγόταν
μπροστά στο ανύποπτο πανί της.
Χωρίς κυβερνήτες
με άνεμο το θυμό
που όριζε το μαντίλι τους.
Όμως δεν πειράζει.
Οι άνεμοι ποτέ δεν κοιτάζουν.
Μακάρι
να παραδέρνουμε με αξιοπρέπεια
στο φύσημά τους.
Κι οι ακούρδιστες νότες
στις τρύπιες τσέπες
δε σου υπόσχονται τίποτα.
Προλαβαίνουν ωστόσο
να κουδουνίσουν γλυκά
μέχρι να χαθούν.
Κι όταν χάνονται πάλι,
αποκλείεται να αναρωτηθείς
για τους λόγους της απώλειας.
Τα κουνέλια
πότε τα χαίρομαι
πότε τα μισώ.
Με κρατούν στα γύρω περιβόλια.
Κι όταν αποφασίζω
να φύγω μακριά
ή να πετάξω έστω
μουρμουρίζουν όλα μαζί.
Αυτό από μόνο φτάνει
για να ματαιώσει
τις φυγές μου.
Όταν ηρεμώ
σκέφτομαι
πως η φιλία μας
είναι σταθερή
και με κάνει
αυτό που είμαι.
Δε με παρηγορεί βέβαια
αλλά με βοηθά
να ψάχνω
καινούριους τρόπους
καλύτερους λόγους
να φεύγω.
Πηγή:Αυτά
Φίλος προθέσεων -ΑΡΗΣ ΑΛΜΠΗΣ
Ήταν ωραίος στις ιδέες,
οι συζητήσεις σοβαρές,
είχε λεπτές ευαισθησίες,
διαχυτικός στις αγκαλιές.
Όμως...
ο φίλος τα `χε μάθει όλα,
ατράνταχτη η σιγουριά,
έλεγε, διάβασε πληθώρα
βιβλία ψυχολογικά.
Έβρισκε σ’ όλα ερμηνείες,
προθέσεις διαφορετικές,
τον κυνηγούσαν υποψίες,
διύλιζε τις κριτικές.
Διέγραψε το Δημητράκη
που είχε μια καρδιά χρυσή,
ένα ωραίο σχήμα λόγου
το νόμισε για προσβολή.
Στην άκρη έκανε τη Μαίρη,
καλόβολη κι ευγενική,
κάποια ερώτηση αθώα
τη βρήκε κοροϊδευτική.
Και κάποια μέρα στην κουβέντα,
ξάφνου η έκρηξη οργής,
θεώρησε μια διαφωνία
απόπειρα επιβολής.
Μέσα στο λάθος του ο φίλος,
παγιδευμένος στο θυμό,
ξέχασε κάθε τι ωραίο
κι έσπρωξε φίλο καρδιακό.
Πηγή: https://www.stixoi.info
Δανειστής φίλος-ΑΡΗΣ ΑΛΜΠΗΣ
Καινούρια θέλει δανεικά, έχει πολλά προβλήματα
ένας παλιός μου φίλος
και σπεύδω αλληλέγγυος, γενναία τα δοσίματα,
μπρος στου γκρεμού το χείλος.
Συμφώνησε και σκίσαμε τα παλαιά γραμμάτια,
που είχανε πια λήξει,
μου έδωσε εγγύηση όλα του τα ιμάτια,
έχει μεγάλη σφίξη.
Ό,τι χαρτιά τού έδωσα, ασμένως τα υπέγραψε,
χωρίς να τα διαβάσει,
την παροιμία την παλιά φαίνεται πως την ξέχασε,
υπογραφή πού βάζει.
Μ’ έκανε πια κυρίαρχο στα πατρικά χωράφια του,
χρόνια παρατημένα,
και όλα τα παλιάμπελα που είχε από τη μάνα του,
τα άφησε σε μένα.
Και συμβουλές του έδωσα να κόψει κι άλλα έξοδα,
πολλά να καταργήσει,
τη ζέστη του λιγότερη, τα ακριβά πετρέλαια
ποιος θα του τα ξοφλήσει.
Του είπα και τα φάρμακα καιρός να λιγοστέψουνε,
τα παίρνει από την κούνια,
να βρει κάποια φθηνότερα και αν δεν τον γιατρέψουνε
καλά και τα μαντζούνια.
Και άλλα τού συνέστησα, να πάρει πια απόφαση.
Τον χτύπησα στην πλάτη,
μου είπε και ευχαριστώ, που `δειξα κατανόηση,
του πήρα τόσα βάρη.
Φεύγοντας ξαναπρόσεξα την όμορφη γυναίκα του,
που στέκονταν θλιμμένη,
δε λέω, φίλος καρδιακός, μα έπεσε το βλέμμα μου,
ο δανειστής χορταίνει;
Πηγή: https://www.stixoi.info
Οι φίλοι απ'τον στρατό - ΘΟΔΩΡΗΣ ΣΑΡΗΓΚΙΟΛΗΣ
Το βράδυ μ’ επισκέπτονται οι φίλοι απ’ τον στρατό:
Ο Νίκος , ο Χάρης, ο Σταύρος.
Παίζουμε, όπως τότε, το παιχνίδι των στίχων.
Ο Νίκος πρώτος, μαρξιστής από κούνια,
χτίζει λέξη – λέξη οδοφράγματα στο Παρίσι,
Όπου θα ζήσει στ’ άλλα χρόνια.
Ο Χάρης μετά, με την τελευταία πέτρα
στηρίζει το πανί της οθόνης του σινεμά,
που τόσο αγάπησε κι έζησε γι’ αυτό.
Ο Σταύρος με το πανί ράβει εύηχα πουκάμισα,
τα κεντά με λέξεις και μελωδίες παυσίλυπες.
Κι εγώ με τα κουμπιά κλείνω αυτό το φαιοπράσινο σύμπαν
μ’ εκείνα τ’ αμάραντα της μνήμης ταπεινά μνημεία.
Πηγή: Όσα ο αφρός φλοισβίζει, Ανθολόγιο Ελληνικών Ποιημάτων, Ρώμη 2020
Φ΄
Φιλικά λογάκια-ΙΑΚΩΒΟΣ ΘΗΡΑΣ-ΚΑΡΑΜΟΛΕΓΚΟΣ
Καθώς περνούν οι εποχές και σιγοσβήνουν,
Λίγοι οι φίλοι που κρατάς και σε κρατάνε.
Είναι εκείνοι που σε δέχοντ' όπως είσαι,
Με τα καλά και τα στραβά σου, και με μέτρο
Που αβγατίζεις κι ακουμπάς μέσ' απ' τα λάθη.
Είναι εκείνοι που γνωρίζουν να σιωπούν,
Που τους κοιτάς και σε κοιτάνε δίχως φθόνο,
Που σ'αγαπούν με φυσικότητα και όπως
Όσοι δεν βάζουν το κακό με το μυαλό τους
(Η έστω όσοι μετανιώνουν αν το κάνουν).
Είναι εκείνοι που γεννάνε μουσική
Και καθρεφτίζουν την Καλλίστη τ'ουρανού
Μέσα στο βλέμμα τους, στα χέρια,στην καρδιά τους.
Είναι εκείνοι που δεν έμαθαν να φεύγουν
Από τους στίβους της αγάπης κι ας ματώνουν,
Κι ας τους βαραίνουν τα μικρά τούτου του κόσμου.
Είναι εκείνοι που ο Θεός έχει διαλέξει
Γιατί Τον διάλεξαν (κι ας μην τους βλέπουν όλοι
Μες στων Μακάριων Νησιών τ'άσπρα ξωκλήσια)...
Καθώς περνούν οι εποχές και σιγοσβήνουν,
Λίγοι οι φίλοι που κρατάς και σε κρατάνε.
Είναι εκείνοι που γεννάνε μουσική,
Μια μουσική όλο πιο σπάνια με τα χρόνια,
Πιο ακριβή, πιο σιωπηρά ομιλητική ·
Μια μουσική που επεκτείνει τ'αστροφώς σου.
Πηγή:Σαντορινιό μεσημέρι, Εκδόσεις Κοράλλι,2020
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά - ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ
Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά
που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών
Εξάρχεια Πατήσια Μεταξουργείο Μετς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Πλασιέ τσελεμεντέδων και εγκυκλοπαιδειών
φτιάχνουν δρόμους και ενώνουν ερήμους
διερμηνείς σε καμπαρέ της Ζήνωνος
επαγγελματίες επαναστάτες
παλιά τους στρίμωξαν και τα κατέβασαν
τώρα παίρνουν χάπια και οινόπνευμα να κοιμηθούν
αλλά βλέπουν όνειρα και δεν κοιμούνται.
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών
Εξάρχεια Βικτώρια Κουκάκι Γκύζη.
Πάνω τους έχετε καρφώσει εκατομμύρια σιδερένια μανταλάκια
τις ενοχές σας αποφάσεις συνεδρίων δανεικά φουστάνια
σημάδια από καύτρες περίεργες ημικρανίες
απειλητικές σιωπές κολπίτιδες
ερωτεύονται ομοφυλόφιλους
τριχομονάδες καθυστέρηση
το τηλέφωνο το τηλέφωνο το τηλέφωνο
σπασμένα γυαλιά το ασθενοφόρο κανείς.
Κάνουν ό,τι λάχει.
Ταξιδεύουν οι φίλοι μου
γιατί δεν τους αφήσατε σπιθαμή για σπιθαμή.
Όλοι οι φίλοι μου ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα
γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο
γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα
γιατί η δική σας μόνο για γλείψιμο κάνει.
Οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά και σύρματα
στα χέρια σας. Στο λαιμό σας.
Οι φίλοι μου…
Πηγή: Τρία κλικ αριστερά,1978