[Ο παπάς]- ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΑΝΑΓΙΩΣΟΥΛΗΣ

[Ο παπάς]- ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΑΝΑΓΙΩΣΟΥΛΗΣ

Άλλη μια αληθινή ιστορία από την πένα του Γαβριήλ Παναγιωσούλη. Ο παπάς την περίοδο της κατοχής στην επαρχία.... Σύμβολο εξουσίας , προκαλούσε δέος στους συγχωριανούς του, μικρούς και μεγάλους!

[Ο παπάς]- ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΑΝΑΓΙΩΣΟΥΛΗΣ

    Ο παπάς ήταν ο άξονας του χωριού όπου γύρω του στροβιλιζόταν ολόκληρη η γη. Γύρω του ζούσε κι ανάπνεε η κοινωνία του χωριού. Ήταν ένα κινητό ληξιαρχείο, κρατούσε σε τετράδιο τις γεννήσεις, βαφτίσεις και θανάτους των πιστών, όταν γέμιζε το πέταγε σε μια γωνιά, υπόγραφε τα πιστοποιητικά γεννήσεως κάτω από το (ο εφημέριος). Το καλοκαίρι σε ανομβρία με την εικόνα της Παναγίας έβγαινε σε λιτανεία στους χωματένιους δρόμους του χωριού παρακαλώντας την να βρέξει. Και πολλές φορές γύριζαν λασπωμένοι απ’ τη βροχή. Οι πιο παλαιοί λέγανε ότι διάλεγε τις μέρες που ήταν νέο φεγγάρι και υπήρχε η πιθανότητα ν’ αλλάξει ο καιρός. Τα πιτσιρίκια λέγανε ότι όταν πεθάνει ένας παπάς τον βάζουν στο φέρετρο καθιστό, ποτέ ξαπλωμένο όπως τους κοινούς θνητούς.
   Το χωριό ετοιμαζόταν, θα γινόταν η βάφτιση της μπέμπας κόρη της Πηνελόπης. Eιδοποίησαν τον παπά, έφεραν την κολυμπήθρα στο σπίτι, σε όλες τις γωνίες του σπιτιού ήταν κρυμμένα παιδιά και περίμεναν ν’ ακούσουν το όνομα αυτής ώστε να τρέξουν να δώσουν τα συχαρίκια στη μάνα που κρυβόταν στο διπλανό δωμάτιο κάνοντας τάχα ότι δεν ήξερε τι όνομα θα έδιναν στο παιδί της ο νονός. Αυτός που θα έφτανε πρώτος και θα φώναζε τ’ όνομα θα έπαιρνε και το δώρο. Το μυστήριο της βάφτισης άρχισε, τα παιδιά σπρώχνονταν να δουν το θέαμα, μα και ν’ ακούσουν και το όνομα αυτής, ώστε να δώσουν τα συχαρίκια στην μάνα.
   Ένας πιτσιρικάς ,ο γιος του Μεμά έμεινε με το στόμα ανοιχτό καθώς ο παπάς βουτούσε την μπέμπα στην κολυμπήθρα, φωνάζοντας και το όνομα αυτής;
Μεμιάς ξέχασε γιατί είχε πάει, ξέχασε να τρέξει να φωνάξει το όνομα στη μάνα, απόρησε, γύρισε το κεφάλι του και ρώτησε τα άλλα παιδιά, μα καλά γιατί το μωρό δεν έχει κότα; (πουλάκι) Η γριά Ευανθία, που ήταν και μοιρολογίστρα έστεκε παρέκει κι άκουσε την συζήτηση πετάχτηκε σα σπίθα και είπε: Μα της την έκοψε ο παπάς. Της την έκοψε ο παπάς, της την έκοψε ο παπάς επαναλάμβαναν σα (χορωδία) τα πιτσιρίκια του χωριού.
    Ο γιος του Μεμά έμεινε αποσβολωμένος, σκέφτηκε ότι έχει πολλή δύναμη ο παπάς, αφού ο ίδιος εκτός του να κόβει κότες, χτυπούσε την καμπάνα το πρωί για σχολείο, το απόγευμα για το απογευματινό, μα και πριν κάτσει ο ήλιος για βράδυ, στις εορτές για να πάει ο κόσμος στην εκκλησία. Στους θανάτους ο χτύπος της καμπάνας συντροφεύει τους νεκρούς ως την τελευταία τους κατοικία, λες και μπορούσαν να την ακούσουν. Έτσι ο γιος του Μεμά πήγε ως παπαδοπαίδι στο ιερό, φύσαγε τα καρβουνάκια κι έβανε λιβάνι στο θυμιατό, έβαζε σε καμινέτο το ζέον, ακολουθούσε με τα εξαπτέρυγα την περιφορά του ευαγγελίου και φιλούσε το χέρι του παπά. Πολλές φορές έλεγε και το πάτερ ημών. Συντρόφευε τον παπά στα σπίτια παραμονή Φώτων για τον απαραίτητο αγιασμό και σιγο-έψαλλε μαζί του το «εν Ιορδάνη…»
   Του κρατούσε και το θυμιατό στα τρισάγια πάνω από τους τάφους. Κατά κάποιον τρόπο ο παπάς αντιπροσώπευε τη μόνη «εναπομείνασα γνήσια ελληνική» αρχή, στα μαύρα χρόνια της ξένης κατοχής, της σκλαβιάς. Επιτέλους ήρθε η μέρα που οι καμπάνες σήμαναν χαρμόσυνα για την απελευθέρωση, έφυγαν οι κατακτητές. Χαράς ευαγγέλια.
  Ο γιος του Μεμά βρέθηκε έξαφνα μπρος στο χάος που ενέσκηψε στην ελληνική ύπαιθρο απ’ το κενό εξουσίας, μα και την πάλη προς απόκτησή της από διάφορες ομάδες Ελλήνων. Πρόσφεραν όλοι τους τη δική τους δικαιοσύνη και την σερβίριζαν σε πιάτο με κομμένες κεφαλές αντιπάλων σαν να ήταν το κεφάλι του Αϊ Γιάννη. Αυτό ήταν το τέλος της παιδικής του ηλικίας, σαν εκεί να σταμάτησε το τρέξιμο του χρόνου, και μεμιάς βρέθηκε ενήλικας στον αγώνα επιβίωσης, με παιδική όψη, ποτισμένος με του χωριού την αθωότητα, μουσκεμένος με θαλασσινή αρμύρα να ζητιανεύει σε ξένα μέρη για μια θέση κάτω απ΄ τον ήλιο και το χειρότερο χωρίς παπά.

Βιογραφικό σημείωμα

 Ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης γεννήθηκε στην Πύλαρο Κεφαλονιάς το 1933. Η ζωή του όλη μια περιπέτεια, που ξεκίνησε απ’ το νησί του το 1950 μπαρκάρισε ναυτικός, μεγάλωσε στην αγκαλιά της θάλασσας, έζησε στην Γουατεμάλα 10 χρόνια όπου απέκτησε οικογένεια, μετανάστευσε και ζει με την οικογένειά του στην Νέα Υόρκη. Έχει γράψει πολλά βιβλία. Δυο από αυτά βραβεύθηκαν στην Αθήνα. Το ΑΧ ΝΑ ΞΕΡΑ το οποίο απέσπασε το Α΄ λογοτεχνικό βραβείο μυθιστορήματος από το κοινωφελές ίδρυμα Πνευματική Εστία Π. ΤΡΑΝΟΥΛΗ 2003. Το δεύτερο βιβλίο του Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΚΑΙ Η ΟΜΙΧΛΗ απέσπασε ΕΠΑΙΝΟ στον Λογοτεχνικό Διαγωνισμό «Νίκος Καββαδίας», Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας Πειραιάς 2004. Είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη της επιτροπής Πρωτοβουλίας για την Ένωση Λογοτεχνών Συγγραφέων των Πέντε Ηπείρων… Στον ελεύθερό του καιρό γράφει Πρόζα και ολίγο τι ποίηση… όλα του τα ποιήματα είναι από την ναυτική ζωή.

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr