Θα δούμε άλλη μια πραγματική ιστορία,βγαλμένη από τα παιδικά βιώματα του Γαβριήλ Παναγιωσούλη στην εποχή του πολέμου. "Άρωμα ρέγγας"!
Άρωμα ρέγγας-ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΑΝΑΓΙΩΣΟΥΛΗΣ
Στα Μαρκάτα Πυλάρου Κεφαλονιάς τίποτε δεν έμενε κρυφό, προπαντός στα πέτρινα χρόνια, την εποχή του πολέμου, της πείνας. Είχε βγει λοιπόν η φήμη ότι παραγγελιοδόχος είχε έρθει από την Αθήνα κρυφά με καΐκι (απαγορευόταν οι μετακινήσεις) και είχε φέρει ένα δέμα με τρόφιμα στην κυρά Ευδοξία που ζούσε με τον γέρο άνδρα της. Μόνοι τους οι δυο, με το αίσθημα μοναξιάς να τους αποκαρδιώνει,αφού οι γιοι τους ήταν έμποροι σαλαμιών και ζούσαν στην Αθήνα.
Στο χωριό ήμουνα ένας από τους λίγους που ήξερε το μυστικό της κυράς Ευδοξίας, ότι δεν ήξερε γράμματα. Πήγα λοιπόν έναν περίπατο προς τα εκεί προσποιούμενος ότι κυνηγούσα κοτσύφια με μια λαστιχέρα κρατώντας την στο δεξί χέρι έτοιμος για δράση όταν εμφανιζόταν ένα οποιοδήποτε πουλί. Στην άκρη του χωματένιου δρόμου συνάντησα τον μπάρμπα Παναγιώτη Αθανασούλη που λιαζόταν στις ξασπρισμένες πέτρινες καθίστρες, που είχαν γίνει έτσι από τις βρόχινες ρονιές των κεραμιδιών, από το σπίτι της Σοφίας Κοτσιλίνη της παραμυθατζούς.Αυτής που έλεγε στα μικρά παιδιά παραμύθια καθισμένα δίπλα στη φωτιά με τα κούτσουρα για να ζεσταθούν, μέσα στην τσίγκινη παράγκα, που ο καπνός τους, τούς έτσουζε τα μάτια, τους έκανε να βήχουν, αλλά τους άρεσαν τα παραμύθια και οι ιστορίες του Ναστρεδίν Χότζα.Ήταν κι αυτό μια φυγή στην πολυτέλεια των ονείρων, απ' τη μονότονη ζωή του χωριού.
Με την λαστιχέρα στο χέρι σα να παίζω κομπολόι πήγα και κάθισα κάτω από το μεγάλο πουρνάρι του Μαντραβέλα που ήταν στην άκρη της αυλής .Από εκεί ξεκινούσε ένας διάδρομος προς το σιδερένιο πορτόνι. Χαρμόσυνος θόρυβος έφτασε στ’ αυτιά μου καθώς το άνοιγε και οι μπετούγιες του πορτονιού έτριξαν από την σκουριά.
Η κυρά Ευδοξία με ένα καφέ χρώματος τσεμπέρι δεμένο στο κεφάλι της φάνηκε να κοιτάζει δεξιά αριστερά. Η ματιά της σταμάτησε πάνω μου.
-Έλα μέσα παιδί μου, μου είπε.
Έκλεισε πίσω της τη σιδερένια πόρτα της αυλής, μπήκαμε και οι δυο μαζί , σταμάτησε στην είσοδο του σπιτιού.Δεν μου είπε να κάτσω σα να φοβόταν κάτι το αόρατο, αλλά βασιζόταν στην παιδική αθωότητά μου. Έχωσε το χέρι στον κόρφο της κι έβγαλε ένα φυλαχτό, το ξεδίπλωσε και μου το έδωσε.
-Είναι από το γιο μου, τι μου γράφει; Είναι καλά;
Άρχισα να διαβάζω την επιστολή, τα μάτια της κοκκίνισαν, η ανάσα της κοβόταν σε κάθε μου λέξη. Αφουγκραζόταν και τον παραμικρό θόρυβο που έβγαινε από τα χείλη μου, κρεμόταν κυριολεκτικώς από αυτά. Στο τέλος της ανάγνωσης έβγαλε ένα βαθύ αναστεναγμό ανακούφισης. Δόξα τω Θεώ ψέλλισε, είναι όλοι καλά, με το ρυτιδωμένο χέρι της πήρε την επιστολή, την έβαλε ξανά στον κόρφο της.
-Περίμενέ με εδώ- μου είπε και χάθηκε μέσα στο άλλο δωμάτιο. Ήξερα ότι κάτι θα με φίλευε, σε λίγο παρουσιάστηκε με μια ρέγγα καπνιστή, από αυτές που της είχαν στείλει από Αθήνα.
-Να την πας σπίτι σου- είπε.
Λίγα άχερα, αυτά που φυλάγαμε στον στάβλο για να τρώει το δανεικό γαϊδουράκι όταν μας το έδιναν για να κουβαλούμε ξύλα, ήταν το προσάναμμα μια και δεν υπήρχε χαρτί.Στην άκρη της αυλής με τον πυριόβολο άναψα τ’ άχυρα, στη φλόγα τους έψησα τη ρέγκα, η μυρωδιά έσπασε τη μονοτονία του λαχανόζουμου, το σάλιο άρχισε να υγραίνει στα στόματα των γειτόνων κι αυτοί μακάριζαν τους τυχερούς που θα έτρωγαν τη ρέγγα.Κι όλα εμείς τα παιδιά μαζευτήκαμε γύρω απ’ τον καπνό του ψησίματος της ρέγκας, γεμίζοντας τα πνευμόνια μας, με το εξωτικό σπάνιο άρωμά της.
Βιογραφικό σημείωμα
Ο Γαβριήλ Παναγιωσούλης γεννήθηκε στην Πύλαρο Κεφαλονιάς το 1933. Η ζωή του όλη μια περιπέτεια, που ξεκίνησε απ’ το νησί του το 1950 μπαρκάρισε ναυτικός, μεγάλωσε στην αγκαλιά της θάλασσας, έζησε στην Γουατεμάλα 10 χρόνια όπου απέκτησε οικογένεια, μετανάστευσε και ζει με την οικογένειά του στην Νέα Υόρκη. Έχει γράψει πολλά βιβλία. Δυο από αυτά βραβεύθηκαν στην Αθήνα. Το ΑΧ ΝΑ ΞΕΡΑ το οποίο απέσπασε το Α΄ λογοτεχνικό βραβείο μυθιστορήματος από το κοινωφελές ίδρυμα Πνευματική Εστία Π. ΤΡΑΝΟΥΛΗ 2003. Το δεύτερο βιβλίο του Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ ΚΑΙ Η ΟΜΙΧΛΗ απέσπασε ΕΠΑΙΝΟ στον Λογοτεχνικό Διαγωνισμό «Νίκος Καββαδίας», Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας Πειραιάς 2004. Είναι ένα από τα ιδρυτικά μέλη της επιτροπής Πρωτοβουλίας για την Ένωση Λογοτεχνών Συγγραφέων των Πέντε Ηπείρων… Στον ελεύθερό του καιρό γράφει Πρόζα και ολίγο τι ποίηση… όλα του τα ποιήματα είναι από την ναυτική ζωή.