Την ιστορία που θα διαβάσετε την έγραψα πριν από δέκα χρόνια για ένα διαγωνισμό διηγήματος.Μπήκε στη βραχεία λίστα. Την ηρωίδα μου την εμπνεύστηκα από ένα υπαρκτό πρόσωπο, μια κυρία 75 ετών που αντιμετώπιζε με άγρια λύπη τον χρόνο που έφευγε. Το κείμενό μου είναι πιστή απεικόνιση της ζωής της,ακόμα και το όνομά της άφησα ίδιο. Ήξερα βέβαια όταν το έγραφα πως δεν υπάρχει περίπτωση ποτέ να το διαβάσει,καθώς μένει σε μια μακρινή χώρα και δεν ασχολείται με το διαδίκτυο. Είθε να μη νιώσουμε ποτέ έτσι,αφού κάθε ηλικία έχει χαρές...
Μη με πεις γιαγιά-ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ
Είμαι μια ώριμη κυρία 75 ετών. Ώριμη κυρία είναι ένας ευγενής όρος που επιτρέπω στην περιγραφή του εαυτού μου. Στη φανταχτερή εποχή μας, σε μια ζωή που φτιάχτηκε μόνο για τους νέους μπορεί ν’ ακούσεις να με φωνάζουν παλιόγρια ή πουρό.
Όταν αυτές τις μέρες βλέπω νέους στην τηλεόραση να διαδηλώνουν στο Σύνταγμα και να χτυπιούνται και να ματώνουν και να ουρλιάζουν και να είναι εκτός εαυτού, σκέφτομαι.. Κάνε το σταυρό σου που ’σαι νέος, γιατί μια μέρα δε θα σε κρατάνε τα πόδια σου να διαδηλώσεις κι η φωνή σου θα ’ναι μέσα απ’ το πηγάδι. Και τα όνειρα που λες πως σου κλέψανε ,πάλεψε να τα πάρεις πίσω, αλλά εσύ έχεις όνειρα κι εγώ αναμνήσεις. Βρίσε όποιον θέλεις αν σου κάνει κέφι . Κι εμένα ακόμα που αμπελοφιλοσοφώ. Το βρίσιμο είναι προσόν της νεότητας κι η αμπελοφιλοσοφία αποκούμπι των γηρατειών.
Γεννήθηκα πολύ όμορφη, πολύ πλούσια, κατάφερα να αποκτήσω μεγάλη μόρφωση. Τώρα σ’ αυτή την ηλικία ζω χωρίς τον άνδρα μου που έχασα και χωρίς τον μετέπειτα σύντροφό μου, που μ’ έκανε χήρα δυο φορές.
Είμαι βαθύπλουτη. Μπορώ ν’ αγοράσω ό, τι θέλω με τα λεφτά μου. Σπίτια, αυτοκίνητα, ακριβά κοσμήματα, ακόμα και σεξ. Αλλά δεν μπορώ να κερδίσω τίποτα δωρεάν. Στο ουράνιο τόξο της ψυχής όλα τα χρώματα έγιναν ένα: μωβ. Ακόμα και για το παιδί μου είμαι μια μηνιαία επιταγή. Πρέπει ν ’ακριβοπληρώνεις την αγάπη των άλλων και να ζητιανεύεις λίγη παρέα, κάποια συγκαταβατικά χαμόγελα που βεβιασμένα μαρτυρούν πως η συντροφιά σου είναι απλώς ανεκτή.
Θα ’θελα να ’μαι νέα της εποχής. Άνεργη, άστεγη, αγανακτισμένη, ερωτικά απογοητευμένη, αλλά νέα. Να ξαναζήσω τη φάση που είσ’ ευτυχισμένη απλά γιατί κοιτάζεσαι στον καθρέφτη και σ’ αρέσει αυτό που βλέπεις. Ή γιατί το μυαλό σου διατάζει απόλυτα το σώμα σου κι αισθάνεσαι δυνατή. Που χορταίνεις και μόνο με όνειρα για τα χρόνια που θα έρθουν.
Φόβος. Δεν υπάρχει φόβος στους νέους. Είναι ένα αεράκι που αγγίζει την ψυχή σου όταν είσαι μωρό και δεν κουμαντάρεις τη ζωή σου. Και τον ξαναθυμάσαι όταν γίνεσαι μωρό για δεύτερη φορά, όταν πας να ξαναπερπατήσεις με τα τέσσερα. Τότε ο φόβος δεν είναι αεράκι. Είναι αρρώστια. Βουλιάζεις μέσα στο έλος της και δε βγαίνεις από κει παρά μόνο όταν η ψυχή σου γίνει πεταλούδα.
Αχ μωρέ θεέ. Τι άσχημα που τα ’ χεις ζωγραφίσει όλα! Όταν είσαι νέος να τρέχεις και να μη φτάνεις για να κερδίσεις τα πάντα. Κι όταν έχεις φάει τον κόσμο όλο να είσαι λαβωμένος αετός στο βουνό της μοναξιάς.
Δεν μπορώ να πετάξω άλλο. Είναι σίγουρο. Είμαι μια μαύρη σελήνη που έκανε το γύρο της γης και τώρα κινούμαι γύρω από τον εαυτό μου. Όχι πως κουράστηκα. Η ψυχή ποτέ δεν κουράζεται εντελώς ,ακόμη κι όταν το σώμα πεθαίνει. Θέλω συνεργούς στο ταξίδι μου και δε βρίσκω. Συνταξιδιώτες στα έργα που θέλω να δω και να παίξω.. και δε μου κάθονται. Να παίξω; Είπα να παίξω; Ναι. Θέλω ακόμα να παίξω, αλλιώς γιατί ζούμε;
Δεν είμαι πια στα χρόνια της φωτιάς. Στις μέρες που τ’αγόρια ψάρευαν ένα βλέμμα μου κι οι παρέες αντηχούσαν απ’ τα γέλια και τις τρέλες μου. Τώρα τα μάτια μου είναι σαν παγωμένες λίμνες και το χαμόγελό μου κρύβει… Μια γιαγιά δυο πράγματα μπορεί να είναι :ή σοφή ή καημένη. Βαρετός ο ρόλος και της κουκουβάγιας και του αδύναμου σπουργιτιού. Θα ’ θελα να ’μαι απλώς η Ροδούλα. Ένα νέο δροσερό κορίτσι που μυρίζει Άνοιξη και συζητάει για βλακείες.
Οι νέες και οι νέοι της ηλικίας μου συζητούν για ασθένειες,γι’αυτούς που φύγαν,για τις κακές τους νύφες ,για τους αδιάφορους γαμπρούς… Και πολύς παρελθόντας χρόνος αδερφάκι μου. Ήμουνα, έκανα, κάποτε, παλιά, τότε… Μια φορά κι έναν καιρό… ήμουνα πρίγκιπας κι έγινα βάτραχος. Κι αφού αυτά τα μορμολύκεια είναι κουραστικά για μένα, πώς να μην είμαι εγώ κουραστική στους πραγματικούς νέους της εποχής;
Τώρα που σας γράφω απ’το παράθυρό μου βλέπω ένα κορίτσι να κλαίει.Κοιτάει το ρολόι της και κλαίει. Ερωτοδουλειά μου μυρίζεται. Δεν τη λυπάμαι. Τη ζηλεύω. Γιατί εγώ είμαι η μπανιστιρτζού της ζωής που κοιτάζω τις ζωές των άλλων απ’το παράθυρο, ενώ η δική μου φεύγει σαν κυρία απ’ την πόρτα χωρίς να με ρωτάει. Η μικρή κλαίει για ένα γκόμενο που την έστησε κι οι μεγάλοι για το χρόνο που τους την είχε στημένη.
Άτιμη ζωή και πόρνη γυναικεία φύση. Όταν ήμουνα μωρό έπρεπε να ’μαι το ευγενικό κοριτσάκι, μετά η καλή μαθήτρια,έπειτα η καλή σύζυγος, η καλή μητέρα. Όλα τα κουστούμια στα μέτρα τους στο σώμα της νεότητας. Και τώρα που το σώμα της νεότητας ανέμισε, λάβαρο στις ορέξεις τους, έμεινε μόνο στα ξέφτια του «είναι» μου ο τελευταίος ρόλος : της καλής γιαγιάς.
Αύριο θα’ρθει η εγγονούλα μου να με δει. «Του παιδιού μου το παιδί είναι δυο φορές παιδί μου» λένε και είναι αλήθεια. Ροδούλα μου, κοριτσάκι μου ,εσύ που έχεις τ’όνομά μου και μου θυμίζεις τα λουλούδια της ζωής μου. Έρχεσαι να μου ευχηθείς για τα γενέθλιά μου. ..7 Ιουνίου 2011.
Έχω κάνει όλα αυτά που πρέπει για να μ’αγαπάς. Σου αγόρασα παιχνίδια ,σου αγόρασα ζαχαρωτά, θα σου δώσω λεφτά για τον κουμπαρά σου,θα παίξω μαζί σου-τιμή μου! Μα να χαρείς μην πεις τη λέξη που σιχαίνομαι γιατί θα χώσεις 75 μαχαιριές στο κορμί μου. Δε σε δασκάλεψαν οι γονείς σου πως να φέρεσαι σε παράξενες κυρίες της ηλικίας μου;
Τους έχω πει και ξαναπεί.Το μοναδικό δώρο για τα γενέθλιά μου ..να με πεις με τ’όνομά μου που είναι και δικό σου. Γιατί η καρδούλα μου τώρα έχει γίνει πιο τρυφερή απ’τη δικιά σου και μπορεί να ματώσει ακόμα και με μια λέξη. Σε παρακαλώ χρυσό μου..Μη με πεις γιαγιά!