26 Νοεμβρίου. Του Αγίου Στυλιανού σήμερα. Κι εγώ σκέφτηκα να σας μιλήσω για μια άγνωστη Στέλλα που μπήκε στην καρδιά πολλών ανθρώπων και θα μείνει για πάντα καταχωνιασμένη εκεί ως μια γλυκιά ανάμνηση,μια ιστορία με πικρό τέλος.
Η Στέλλα- ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ
Η Στέλλα ήταν μια γυναίκα από φτωχιά οικογένεια.Δεν τα κατάφερε να μορφωθεί,παρά μόνο να βγάλει το γυμνάσιο. Οι γονείς της είχαν σοβαρά θέματα υγείας και τους έχασε και τους δύο όταν εκείνη ήταν γύρω στα σαράντα. Από τότε φρόντιζε και τη γιαγιά της που είχε άνοια.
Η ίδια ήταν μικροκαμωμένη, πολύ ευτραφής, με διάφορα βαριά νοσήματα τα οποία εντείνονταν από τα περιττά κιλά της. Υπήρξε όμως ένα πολύ δοτικό άτομο,με χρυσή καρδιά και το πιο καλοσυνάτο χαμόγελο στον κόσμο,γι’αυτό την αγαπούσαν όλοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά. Κι αυτή έμαθε να καλωσορίζει με στωικότητα και περηφάνια τα λίγα και τα δύσκολα.
Δεν είχε παντρευτεί και το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της ήταν ελεύθερη. Η καθημερινότητά της ως κάποια ηλικία είχε τα απολύτως βασικά και το ανεκπλήρωτο όνειρο μιας ευτυχισμένης συντροφικής σχέσης. Αυτό μπορούσες να διαβάσεις κάποιες φορές στα μάτια της, αυτό ξεδίπλωνε στις πολύ προσωπικές της συζητήσεις.
Στα τριάντα της όμως έγινε κάτι, που θαρρώ πως έμελλε να σημαδέψει θετικά τις άχρωμες μέρες της, που γίνονταν σημαντικές μόνο από το μεγαλείο της προσφοράς της στους γύρω της.
Έπιασε για πρώτη φορά δουλειά στη ζωή της. Έγινε συνοδός σ’ένα συνοικιακό ταξιδιωτικό γραφείο. Στα γράμματα δεν τα κατάφερνε, δυσκολευόταν ακόμη και να κρατά απλές σημειώσεις. Όμως το γεγονός της επαγγελματικής της πρόσληψης ήταν ,όπως το αντιλαμβάνομαι αναδρομικά, μια κομβική στιγμή που άλλαξε τη ρότα του βίου της.
Για είκοσι συναπτά έτη, γύρισε όλη την Ελλάδα πολλές φορές, κάτι που δε θα μπορούσε να κάνει ποτέ με το βαλάντιό της. Κι είναι πολύ σπουδαίο να ασκείς ένα επάγγελμα που συναντάς ψυχές στις πιο χαλαρές ώρες τους, μ’όση δυσκολία κι αν εμπεριέχει ο χειρισμός τόσων διαφορετικών χαρακτήρων. Γνώρισε άπειρους ανθρώπους, πολλούς από τους οποίους τους έβλεπε στα ταξίδια συνέχεια, έγιναν η άτυπη οικογένειά της. Αντάλλασσε γέλια κι αστεία, γίνονταν μια μεγάλη παρέα. Κάποιοι της έλεγαν τα μυστικά τους. Γευμάτιζαν όλοι μαζί , τραγουδούσαν, χόρευαν, διασκέδαζαν, φλέρταραν, κολυμπούσαν,έπιναν το καφεδάκι τους. Έβλεπαν αξιοθέατα, έβγαζαν φωτογραφίες, περνούσαν καλά. Μιλάμε για μια πλούσια πραγματικότητα,ένα θησαυροφυλάκιο εμπειριών για μια ύπαρξη που ήταν γραφτό να κάνει νωρίς το μοιραίο ταξίδι.
Κάπως έτσι τη γνώρισα κι εγώ. Ήμουνα για πολλά χρόνια πελάτισσα του ταξιδιωτικού γραφείου που δούλευε.Την εκτιμούσα, την ένιωθα κοντά μου, μας έδεσε μια αόρατη κλωστή στο σύμπαν, που δε θα σπάσει ποτέ κι ας την έβλεπα σπάνια την τελευταία πενταετία.
Και κάτι τραγικά καρμικό. Πριν από δέκα περίπου χρόνια μου είχε χαρίσει ένα ζευγάρι σκουλαρίκια,που ενδεχομένως να τα είχε φορέσει κιόλας. «Αγγελική τα θέλεις;» μου είπε. «Μου τα δώσανε, αλλά εγώ δεν τα βάζω». Τα είχα φορέσει κάνα δυο φορές τότε και μετά τα είχα ξεχάσει σ’ένα συρτάρι. Φέτος τον Ιούνιο,του αγίου Πνεύματος, σ’ένα διήμερό μου στην Πάργα,τα πήρε το μάτι μου και τα ξαναέβαλα,μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Έναν μήνα μετά πληροφορήθηκα πως η Στέλλα δεν είναι πια ανάμεσά μας. Έφυγε από κορωνοϊό και κηδευόταν τις μέρες που ξανασυναντήθηκα με το δώρο της. Πρόλαβε να κάνει μόνο πενήντα βήματα προς την αθανασία.
Η Στέλλα έγινε λαμπερό αστέρι στον ουρανό για να μας ζεσταίνει από κει πάνω. Κι εγώ για σήμερα θ’ανάψω ένα κερί στη μνήμη της! Σ’αγαπάμε Στέλλα μου!