Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" φιλοξενώ την ποιήτρια Αθηνά Ιωάννου. Η καλεσμένη μου γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Σπούδασε στη Νομική και προχώρησε σε μεταπτυχιακές σπουδές στον τομέα των Ποινικών Επιστημών. Τα τρία τελευταία χρόνια φοιτεί στο τμήμα Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής. Έχει δραστηριοποιηθεί στον τομέα της μάχιμης δικηγορίας και την εν γένει παροχή νομικών συμβουλών και υπηρεσιών ,καθώς και υπηρεσιών εκπαίδευσης-διδασκαλίας του Δικαίου. Υπήρξε μέλος της πολυφωνικής χορωδίας του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών HARMONIA JURIS (2009-2018), ενώ συμμετέχει στη θεατρική ομάδα του Δικηγορικού συλλόγου Αθηνών (2018-σήμερα). Παρακολουθεί κατά καιρούς κύκλους σπουδών διηγήματος και ποίησης. Έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή, ενώ ένα διήγημά της έχει συμπεριληφθεί σε ανθολογία μικρών ιστοριών καραντίνας. Ποιήματα και μικρά πεζά κείμενά της δημοσιεύονται στον έντυπο και τον ηλεκτρονικό λογοτεχνικό τύπο. Η ποίησή της είναι λυρική, υπαρξιακή, προσωποκεντρική. Εκφράζεται άλλοτε σε ελεύθερη γραφή κι άλλοτε σε έμμετρη παραδοσιακή φόρμα χωρίς ρίμα. Στην τελευταία βλέπουμε μια έντονη επιρροή και μια ζωηρή συνομιλία με το δημοτικό τραγούδι. Ο λόγος της είναι μεστός, φρέσκος, ζωντανός, με ανάγλυφες εικόνες κι ισχυρό συναίσθημα. Εμπνέεται από τον έρωτα, τη σύγχρονη πραγματικότητα, τον θάνατο. Θα ταξιδέψουμε με οκτώ ξεχωριστά ποιήματά της!
Ιχνηλασία
Μ’ αρέσει να μυρίζω έρωτα
Να ‘ναι το δέρμα νοτισμένο από σάλιο
Και να αναδίνει οσμή περασμένου ιδρώτα.
Που στέγνωσε.
Να ‘ν’ το κορμί ποτισμένο από λάβα
Και να ευωδιάζει ξεραμένο σπέρμα
Να ‘ναι τα χείλη πρησμένα και κόκκινα
Και πότε μωβ.
Να ’ναι το σχήμα της παλάμης ανάγλυφο
Επάνω στο σώμα το τρυφερό
Η θαλπωρή του τριχωτού αντάρα σκέτη.
Και ο θάνατος πολύ μακριά από εμάς.
Ουτοπία
Αυτό που οι λέξεις θε να δείξουν
εσένα η μουσική σου διαλαλεί.
Κι όταν αυτές λειψές γι’ ακόμη μια φορά φανούν,
Τον ήχο σου θ’ ακούω να με καλεί.
*
Όσα τα λόγια δεν μπορούν να πουν,
τόσα εσένα η σιωπή σου μαρτυρά.
Κι όσο απ’ το στόμα αυτά δε λεν να βγουν,
Τόσο κι ο νους πεισμώνει και σιωπά.
*
Όσο εσύ τη ζήλεια ενδιαφέρον ονομάζεις
και την εξάρτηση έρωτα
Τόσο εγώ από ενδιαφέρον για σένα θα ζηλεύω.
Κι από σε θε να εξαρτώμαι αφανέρωτα.
*
Κι όσο εσύ το σ’ αγαπώ ποτέ δε θα μου πεις.
Κι έρωτα διόλου δε θα ομολογήσεις.
Τόσο σα Σειρήνα θα σου τον τραγουδάω,
Μα κλείσ’ τ’ αυτιά σου!
Μην τυχόν και μ’ αγαπήσεις..!
Θρήνος
Τον πόνο που έχω στην ψυχή
Κανείς δεν τονε ξέρει
Κι από τα ρούχα που φορώ
Δε θα τον καταλάβει.
Μήτε απ’ τα σκουλαρίκια μου
Μήτε απ’ το κοκκινάδι
Μα από τα μάτια μοναχά
Που πιο βαθειά γινήκαν.
Μα του θανάτου η συστροφή
Του ριζικού η κατάρα
Που άπαξ και εκκίνησαν
Τελειωμό δεν έχουν.
Όσα κι αν δω δε συνηθώ
Την του θανάτου γνώση
Πως σάμπως κάποιος γεννηθεί
Κάποτες θ’ αποσώσει.
Χιονάτη
Εν μια νυκτί σου ξάσπρισε η τρίχα στο κεφάλι
Κι έλεγες απ’ την πίκρα θα ’ναι της ζωής
Που μέχρι τώρα ετράβηξες.
Μα το γήρας είν’ θαρρώ που από μόνο του δεν ήρθε
Μονάχα επισπεύθηκε απ’ το πικρό ποτήρι.
Κι είν’ απόδειξη τρανή τα ροζιασμένα χέρια
Το αυλακωμένο σου πετσί
Ωσάν ξυλογραφία.
Η πτώση των βλεφάρων το προδίδει
Και η κάμψη των σπονδύλων
Που σα γεφύρι σ’ έγειραν.
Τι κι αν λευκή η κόμη γίνηκε
Τι είδαν τα μάτια σου μετρά
Πόση σοφία απέκτησες
Ή πόση από δαύτη μένει.
Το γράμμα Ψ
«Να μάθεις την Αλφαβήτα»
«Αυτό είναι το Άλφα και το Ωμέγα»
Και για το Ψ ούτε λόγος κανείς..
Κι όμως, τυχαία η θέση του ως προπομπού του τέλους και του μεγάλου Ω;!
Μα όχι. Κάθε άλλο. Πρέπει να του δώσουμε μία σημασία.
Αυτή που του πρέπει.
Τόσες λέξεις δα…ψάχνω, ψέμα, ψήφος, ψεγάδι, ψήγμα, ψόγος, ψόφος, ψύχος, ψωμί, ψυχή, Ψάχνω..
Σάμπως ένα γράμμα να τα λέει όλα.
Μήπως δεν έχουμε όλοι λίγο από όλα αυτά;
Μήπως δεν είμαστε όλοι λίγο από όλα αυτά;
Η ψυχή μου είναι σαν τη γη που κατέχω.
Τη γη που σπέρνω, τη γη που χτίζω.
Θέλει καλή σπορά και φροντίδα για καλή σοδειά.
Θέλει γερά θεμέλια για σπιτικό γερό.
Θέλει τίτλο ιδιοκτησίας. Θέλει άδεια οικοδομής και άδεια κατεδάφισης.
Η ψυχή μου είναι η περιουσία μου.
Αν δεν γνωρίζω το Ψ, κύριοι και κυρίες μου,
Είμαι αγράμματος.
Παγίδα
Στο χορό των μεταμφιεσμένων ήρθα ντυμένος θάνατος
να σε γευτώ
ανόρεχτα-μη φανταστείς
αλλά και με τη γαστριμαργική σιελόρροια που προκαλεί η προσμονή
του τέλους
Πριν το οριστικό η δύναμη
τα ξεπεταγμένα μου μάτια
φουσκωμένες, έτοιμες να σπάσουν,
πάλλευκες σφαίρες
ερυθρές διακλαδώσεις κεντημένα,
σαν να κατέβηκε το μυαλό απ’ το κεφάλι
όσο ανεβαίνει το αίμα
κατεβαίνει κι απ’ τις οπές της όρασής μου ξεχύνεται.
Δε μου χώραγε μάσκα
άλλωστε δεν χρειαζόμουν
ποτέ δεν χρειάζομαι
πάντα ξεγελώ χωρίς αυτή
δεν με περιμένουν ποτέ
απρόσκλητος πάω παντού. Κι έρχομαι απρόσκλητος
Κι εσύ νομίζεις δεν με μυρίστηκες;
Πάντα η μπόχα μου με προδίνει
και πάλι προλαβαίνω
Δεν θα σου μπήξω τα δόντια
θ’ αμολήσω σάλιο να σε κοιμίσω
ν’ αρχίσεις σιγά σιγά να γέρνεις
να κουρνιάζεις στην αγκαλιά της εμπιστοσύνης
θα σου τάξω και γάλα
να καμωθείς το βρέφος
Ακόμα δεν κατάλαβες;
στο χορό των μεταμφιεσμένων
ήρθα ντυμένος μάνα.
Του Ονείρου
Γυναίκα μάνα τριώ παιδιώ, τα δύο που ’χε χάσει
Μες στον ιδρώτα γλίστραε, στην αδερφή της κράζει.
-Βρε αδερφή μου μάντεψε, για δες μες στο φλιτζάνι
Και τα χαρτιά για μοίρασε, πιάσε ονειροκρίτη.
-Να πιάσω αδερφάκι μου, αφού μου το εζήτεις.
Σ’ αυτά δεν βάνεις πίστη εσύ, τι άρα συλλογάσαι;
Πρωί πρωί για να ζητείς, άρεγε τι φοβάσαι;
-Όνειρο είδα φοβερό, επάλευα στον ύπνο.
Τι δόντι μού ’πεφτε γερό, δόντι αδαμαντένιο.
Κι έτρεχε το αίμα ποταμός, γοργά ’θελα ξυπνήσω.
Και λεν το δόντι είν’ θάνατος, το δόντι είν’αρρώστια.
Και στ’ όνειρο το κόκκινο, το γρήγορο μαντάτο.
-Σώπα καλή μου σώπασε και μην ολοκληρώνεις.
Για μαντεψιά με κάλεσες, άσε με να μαντέψω.
Κι άμα σημάδι δω και βγει θα βγω και θα σου πέμψω.
Μα αυτά είναι για του λόγου μας, για να περνά η ώρα.
Τούτα είν’ χασομέρικα, δεν βγαίνουνε στ’ αλήθεια.
Σύρε εσύ στο σπίτι σου και ξανααποκοιμήσου.
Πιάσε το στερνοπαίδι σου και σφιχταγκάλιασέ το.
Πάει κι εκείνη σπίτι της, να βρει τον Κωνσταντή της.
Για να φυλάξ’ τον ακριβό, να τον σφιχταγκαλιάσει.
Φωνάζει, σκούζει απ’ την αυλή, απάντηση δεν παίρνει.
Μπαίνοντας μέσα, ήυρε τον με μελανό το δέρμα.
Λαλιά να βγάλει δεν μπορεί, επνίγη στο φαΐ του.
Κούνα τον ταρακούνα τον κι απάντηση δεν πήρε.
Και τα μαλλιά της τράβαγε και του θανάτου εβόγγα:
-Τρία ’χα και καμάρωνα
πιο τυχερή απ’ όλες
κι ένα ένα μου τα ’φαγες
καταραμένη που’ μαι.
Κι ακόμη αν δεν εχόρτασες
έλα κι εμέ και φάε,
Αφού το είδα τ’ όνειρο, το είδα η μαύρη μάνα
και το κακό που ’ρχότανε
Δεν πρόλαα να ξεκάνω.
Νέοι και νέες της Σιδώνος 2021 μ.Χ
Τους βλέπεις στο μετρό
Κάθονται-σε μπουλούκια-σκυφτοί μες στες οθόνες των χεριών,
Με πόδια απλωμένα στις μη κατειλημμένες απέναντι θέσεις.
Τα γέλια κι οι φωνασκίες τους απρόσμενα δυνατές, χωρίς –προφανή-λόγο
Δίχως τι ώρα είναι να τους μέλλει
Ή τι άραγε λαβαίνει χώρα στον νου και τον κόσμο του διπλανού.
Για κείνους είναι η ζωή.
Και τέλος πάντων βιαστήκατε να μεγαλώσετε,
Να βάψετε τα μάτια, να διογκώσετε τα χείλια,
Προώρως-ίσως- να ηδονιστείτε αλογίστως
Και ανεπίγνωστα.
Πριν μάθετε.
Διακόπηκε η ανάπτυξή σας-φοβούμαι να πω δεν ξεκίνησε ίσως.
Παραμείνατε μόνο πτυσσόμενοι κατά το πρόσταγμα.
Μωρά μεγάλα μέσα στο πάρκο ακόμα παίζετε.
Βιογραφικό σημείωμα
Ονομάζομαι Αθηνά Ιωάννου, γεννήθηκα στην Αθήνα το έτος 1985. Έχω σπουδάσει Νομική επιστήμη στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και έχω κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στον τομέα των Ποινικών Επιστημών του ιδίου Πανεπιστημίου. Τα τρία τελευταία χρόνια φοιτώ στο τμήμα Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής. Επαγγελματικά έχω δραστηριοποιηθεί στον τομέα της μάχιμης δικηγορίας και την εν γένει παροχή νομικών συμβουλών και υπηρεσιών ,καθώς και υπηρεσιών εκπαίδευσης-διδασκαλίας του Δικαίου. Το 2008 δημοσιεύθηκε μελέτη μου με τίτλο «Το κάπνισμα στο χώρο εργασίας και το διευθυντικό δικαίωμα του εργοδότη» στο νομικό περιοδικό του Ερευνητικού Ομίλου Φοιτητών Νομικής «Νομική Επιθεώρηση» και το 2016 εισήγησή μου με τίτλο « Ειδικότερα ζητήματα ερμηνείας του άρθρου 187Α ΠΚ παρ. 1- Σκέψεις και προβληματισμοί ενόψει του άρθρου 46 παρ. 5 επ. του Ν. 4310/2014» στον Τιμητικό Τόμο Χριστόφορου Δ. Αργυρόπουλου, από τις εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη καθώς και στο νομικό ιστολόγιο lawtakpap.blogspot.gr .Ήμουν μέλος της πολυφωνικής χορωδίας του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών HARMONIA JURIS (2009-2018) και της θεατρικής ομάδας του Δικηγορικού συλλόγου Αθηνών (2018-σήμερα). Το Δεκέμβριο 2014 προέβην σε αυτοέκδοση της πρώτης ποιητικής μου συλλογής με τίτλο «Περί...ποίησις» σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων κι έκτοτε έχω παρακολουθήσει εργαστήριο διηγήματος (μικρή φόρμα) και ποίησης των Εκδόσεων Πατάκη, φοιτώ δε εδώ κι ένα έτος στο Σπουδαστήριο Νεοελληνικής Ποίησης Ίδρυμα Τάκης Σινόπουλος. Τον Ιανουάριο 2021 δημοσιεύθηκε μικρή ιστορία μου με τίτλο «Ο ένοικος του ροζ σπιτιού» στην έκδοση «ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΠΙΤΙ Μέρες και Νύχτες μιας καραντίνας» σε επιμέλεια Τάσου Αγγελίδη-Γκέντζου των εκδόσεων ΩΚΕΑΝΟΣ. Ποιήματά μου και μικρά πεζά έχουν δημοσιευθεί-φιλοξενηθεί κατά καιρούς σε λογοτεχνικά περιοδικά και ιστολόγια (ενδεικτικά itravelpoetry.com, Ποιητικό μίξερ, Bonsaistories.gr, metaximas.org, ΚΕΦΑΛΟΣ).