Προσκεκλημένη μου στη στήλη "Στα βαθιά" είναι σήμερα η λογοτέχνιδα-εκπαιδευτικός Άννα Πετρίδου. Γεννήθηκε στον Άγιο Στέφανο Αττικής. Σπούδασε Παιδαγωγικά, Πολιτικές Επιστήμες και Διοίκηση. Έκανε μεταπτυχιακό στις Θεατρικές σπουδές. Διατηρεί προσωπικό ιστολόγιο για εκπαιδευτικά θέματα. Έχει γράψει παραμύθια, πεζά κείμενα, ποιήματα, γνωμικά, παραβολές, εκπαιδευτικά σενάρια. Η ποίησή της είναι αφηγηματική, λυρική, υπαρξιακή. Γράφει με αξιοσύνη τόσο ελεύθερου, όσο και έμμετρου ομοιοκατάληκτου στίχου ποιήματα. Ο λόγος της είναι περίτεχνος, ζωντανός, ευθύβολος. Εμπνέεται από τον έρωτα, την αγάπη, τις σκηνές της καθημερινότητας, τη συνομιλία με τις αναμνήσεις. Θα ταξιδέψουμε με δεκαοχτώ πανέμορφα ποιήματά της!
Οι ανέλπιδες δεν σώνονται
Οι ανέλπιδες έχουν ένα όρος που το ονομάζουν "Πικρόν".
Ανεβαίνουν μέχρι την κορυφή και κατεβαίνουν ως τους πρόποδες, νύχτα και μέρα.
Ανεβαίνουν νύχτα, τότε που ο ουρανός είναι γεμάτος φωτεινά όνειρα που δραπετεύουν
από αυτούς που ελπίζουν και προσεύχονται.
Προσπαθούν να αρπάξουν ένα... Έστω ένα, και να γαντζωθούν.
Επί ματαίω γιατί τα ξένα όνειρα δεν καταδέχονται ξένα χέρια.
Θέλουν πλάσιμο απ’ τον δημιουργό τους...
Τη μέρα κατηφορίζουν στους πρόποδες...
Βρίσκουν ίσωμα και κάθονται• περιμένουν χωρίς όραμα, χωρίς προοπτική να φυσήξει
ο άνεμος να φέρει θηράματα. Επί ματαίω... Ο άνεμος μόνο ειδήσεις μεταφέρει και σκόνη...
Κάθε μέρα, κάθε βράδυ ανέβα- κατέβα λιώνουν ανέλπιδα τις σόλες απ’ τα παπούτσια τους...
Φθαρμένες τις δένουν με σχοινιά, με σύρματα. Περπατούν ξυπόλυτοι…
Καμία ελπίδα... Καμιά σωτηρία...
Το χρώμα των ματιών σου
Είδα τη μορφή σου και σάστισα•
μόνο το χρώμα των μαλλιών σου αλλάζει σε κάθε εποχή.
Α, είναι και το χρώμα των ματιών σου,
αλλά αυτό μπορεί να πεις ότι είναι αντικατοπτρισμός όσων θέλεις να καταλάβω
όσα μου λένε όπως τα ανοιγοκλείνεις
«σε θέλω»
μπροστά στην πόρτα του παραδείσου γυμνή σε είδα κυοφορώντας το αύριο
κρατούσες ένα τιμόνι με το’ να χέρι, με το άλλο ισορροπούσες τις αναμνήσεις σ’ έναν δρόμο
χωρίς διέξοδο
μέσα στα λόγια από ένα τραγούδι πέρασες με παγετό
σ’ ένα περιβόλι κορφολογώντας τα κεφαλάκια
με τις άκρες των δακτύλων
ρουφώντας εκστατικά το άρωμα από τους μίσχους
σε ένα ξερονήσι κοιμάσαι κλείνοντας μέσα σου όλο
το φως του ορίζοντα για τις σκοτεινές μέρες τ’ άγριου χειμώνα
κει δα στεκόσουν, καταμεσής έχοντας τα χέρια σου
σε στάση ικεσίας
κρεμάμενη σ’ ένα ξύλινο σταυρό χαιρετούσες τον άνεμο που διαπερνούσε μειλίχια,
υποδόρια κάτω από τη σάρκα των πενιχρών αισθήσεων
πόση μοναξιά έχουν οι παπαρούνες, πόση λήθη
το φόρεμά τους
Πώς καταφέρνεις ν’ αλλάζουν χρώμα τα μάτια σου...
Είναι ο ορίζοντας ο στιβαρός, είναι το δίχως άλλο
η πανσπερμία που φυλάνε τα μαύρα σύννεφα
καθώς επιτρέπουν στο ουράνιο τόξο να βγει πίσω απ’ τις πλάτες σου.
8 Μάρτη
Οι μανάδες, λέει δεν πεθαίνουν•
Βγαίνουν για σεργιάνι στις βόλτες του Ουρανού •
και να τσουπ , ξανά στο προσκεφάλι μας
με ένα όνειρο στο μέλλοντα νου.
Με ένα διάφανο φόρεμα και ένα ξαλάφρωμα•
στέκουν στην απέναντι όχθη,
στο μοναδικό τους ύψωμα αδειάζοντας από τις δουλειές
στη σκάφη με τα ρούχα και μετά για ζύμωμα και για τάισμα ,
για ξύλα και για σάρωμα•
Είδες, δεν πήρε ακόμη χρώμα η αυλή,
από τις στάχτες απόμεινε έρημο και γκρίζο το τοπίο•
Κι εκεί στο βάθος το μπλε της θάλασσας και του Ουρανού το γαλάζιο,
ω καινούρια πατρίδα που δε σε γνώρισα...
Ναι, οι μανάδες δεν πεθαίνουν •
γυρίζουν να μαζέψουν το αλεύρι που κοσκίνιζαν για την κληρονομιά μας•
να καθαρίσουν τα λέπια από τις λαχτάρες που περάσαμε•
Οι μητέρες δεν πεθαίνουν•
Ξανάρχονται πιο νέες και πιο λυγερόκορμες περνώντας από τα χωματένια τρίστρατα
και χώνονται μες το όνειρο •
πρέπει να βρει χαμόγελο και χάδι η συμβουλή που ξεχάστηκε.
Η Σοφία κρύβεται
Και να, βγαίνει από μια καταπακτή
βολιδοσκοπεί όλα γύρω της
Σου δείχνει το κατώφλι να δεις με το μυαλό σου
την αλήθεια• αυτό το κατέχει πολύ
Συλλέγει τη γνώση, όπως οι μέλισσες το Νέκταρ
από τα λουλούδια και τη φυλάει σε κυψέλες στον Νου •
εκδηλώνεται όπου γεννιέται ένα νέο ρήγμα
απ’ το οποίο βγαίνει ένα διάφανο φως...
Η Σοφία περπατεί ξυπόλυτη
πηγαίνει από την περπατημένη...
σε δρόμους διπλής κατεύθυνσης,
πολλές φορές διασταυρώνεται με την εμπειρία,
την εξυπνάδα, την αντίληψη.
Αφουγκράζεται τις δονήσεις
π’ έρχονται από τα έγκατα της ζωής
έχει μια μακριά ποδιά να σκεπάζει τα καλάμια της.
Είναι το απαύγασμα της νιότης.
Θα τη συναντήσεις σε ύστερα χρόνια
γι’αυτό και δε βιάζεται...
Έρχεται σιγά σιγά και κρατά μεγάλο καλάθι
συλλέγει καρπούς που βγάζει η γνώση…
Απ’ ένα σπόρο που μόλις ξεκινά το ταξίδι του,
απ’ άλλο σπόρο μέσα σ’ ένα αυγό,
πιο βαθιά πηγαίνει σ’ ένα σπόρο που άφησε
ρίζα για να μεγαλώσει...
Η Σοφία δεν έχει ταίρι, όμως έχει πολλούς φίλους
που της μοιάζουν και παλιά και τώρα
Μόνο με την καλοσύνη δεν μπορεί να αναμετρηθεί
μόλις γεννήθηκε , όταν η καλοσύνη
είχε φτάσει στα πέρατα του κόσμου.
Ενυπάρχει σ’ όλα, που τέλος πάντων,
ποιήθηκαν και έγιναν γη και ύδωρ,
πνοή και φως,
σάρκα και αίμα και διαιωνίζονται νυν και αεί.
Ερωτικό απάντεμα
Εάν ακούσεις ότι γεννιέται ένας έρωτας,
εκεί σχεδόν πάντα έναν γύρο κάνουν οι Σειρήνες
και μας προσκαλούν στις σπηλιές τους...
Μας ξεκουφαίνουν πάντα με τις φωνές τους...
Δεν πατάνε ποτέ στη γη.
Μόνο πλανιούνται στον αέρα και άλλοτε σκούζουν,
άλλοτε τραγουδάνε.... πότε σπαραχτικά πότε με λύσσα...
Αν κάνεις το λάθος και τις ακολουθήσεις δε σ’ αφήνουν ποτέ ήσυχο...
Μόνο το ξελόγιασμα έχουν στα σχέδιά τους...
«Τι όμορφα περνάω μαζί σου»... «Μείνε για πάντα»...
Και κάτι τέτοια
«Μόνο μαζί σου θέλω να ’μαι»...
Και όταν κοντοσταθείς κρατώντας τ’ αυτιά σου,
πριν ακόμη καλά καλά σαστίσεις κι αρχίσεις να λοξοδρομείς
και να παραλογίζεσαι μένουν μερικές να συνεχίζουν τον ίδιο σκοπό...
Ενώ οι άλλες πηγαίνουν σε διπλανές σπηλιές...
Με άλλες περιπλανώμενες ψυχές κάνοντας το δικό τους τραγούδι!
Κι έτσι όλες οι ψυχές πλανιούνται...
Ώσπου να γίνουν κι αυτές Σειρήνες σε απαγορευμένο τόπο...
Τώρα ας φανταστούμε,-είναι ωραία να φαντάζεται κανείς-
εάν και εφόσον συναντηθούμε για πρώτη φορά
θα δώσουμε τα χέρια κατά το τυπικόν.
Όλα ξεκινάνε απ’ την αφή...
Μετά θα πλησιάσουμε σε απόσταση αναπνοής...
Εκεί που βγαίνει το ηλεκτρικό φορτίο.. το σώμα...με σώμα...
αμέσως φαίνεται η έλξη... είναι φυσικό φαινόμενο... Δεν κάνει ποτέ λάθος...
Εάν προχωρήσουμε στο επόμενο στάδιο,
δύο χείλη ενωμένα θα ενωθούν στόμα με στόμα.
Λίγη ζεστασιά φτάνει για ν’ ανάψει ο πόθος
και στη συνέχεια τα χέρια θα βγάλουν κλαδιά και φύλλα
σαν τον κισσό ν’ απλωθούν για μια λεπτή στην αρχή περίπτυξη.
Ό,τι περιττό, που περιορίζει τις αισθήσεις παραλείπεται...
Τα ρούχα ας πούμε τα βγάζουμε και τα διπλώνουμε για μετά,
όταν θα νιώσουμε τη γύμνια μας...
Μέχρι να πούμε τις πρώτες κουβέντες , που κι αυτό δε χρειάζεται τις περισσότερες φορές,
διότι έχουμε περάσει στη δεύτερη βασική αίσθηση, την όραση εστιάζουμε στον άλλο,
όπως κοιτάμε για πολλή ώρα στο σκοτάδι να διακρίνουμε μια ίνα φωτός...
Αν δεν υπάρξει εμπόδιο – όπως η μνήμη που ξυπνάει πάντα κάτι τέτοιες ώρες
ή κάποια αναστολή που γεννιέται εξαιτίας της μνήμης που μόλις ξύπνησε -
τότε προχωράμε στο επόμενο στάδιο
Εάν όμως, έστω και στο ένα εκατομμύριο,
υπάρξει μια αμφιβολία τότε συνέρχεται η Σκέψη και λέει με τον Νου :
-Μα, αν τ’ αφήσω να συμβεί θα γίνω καράβι που το δέρνει η θάλασσα...
Δε θα ξαναβρώ πια λιμάνι!
Θα χάσω το πέταγμά μου και με βρεγμένες συνεχώς τις φτερούγες
μόνο λάσπη θα με θρέφει τίποτε άλλο...
Δε θα ξαναδώ λιμάνι...
είναι καλύτερα να βρίσκω καινούργιο λιμάνι με τους έρωτες να με υποδέχονται
στήνοντας χορό κυκλικό στην αμμουδιά.
Κι εγώ με λουλουδένιο στεφάνι στα μαλλιά να πλανιέμαι στο κέντρο
και να ανοιγοκλείνει ο κύκλος με χορευτικές κινήσεις
Σκεφτόταν όμως ότι όλα αυτά δεν είναι αληθινά ...
Φταίνε οι ιστορίες που τις διάβαζε η μάνα της
όταν ήταν μικρή κοπελούλα για δρακόσπιτα ,
για ξωτικά που έβγαιναν τη νύχτα και τρύπωναν
ανάμεσα στις λέξεις και στις εικόνες που ανοίγονταν μπροστά στα μάτια της!
Οι Σειρήνες όπως είχαν πάντα εξέχουσα θέση…
Είχε γνωρίσει και τον φόβο του Οδυσσέα
που αναγκάστηκε να κλείσει τ’ αυτιά του με κερί
για να γλιτώσει αυτός και οι άντρες του…
Σκεφτόταν τώρα τις μικρές στιγμές, τόσο αγαπημένες...
Που δε θ’ άξιζε για όλους τους θησαυρούς της θάλασσας
η φουρτούνα που θα την έπνιγε…
θα την πήγαινε στα άβατα για να την ξαναφέρει στον αφρό...
Θα γκρέμιζε όλα εκείνα τα ουράνια αισθήματα...
που έχουν γίνει μικρά αστεράκια να φωτίζουν τις πιο σκοτεινές της πτυχές
και τα πιο απομακρυσμένα σημεία της ύπαρξής της...
Έτσι που είναι, έμενε καθηλωμένη στα ίδια μέρα νύχτα•
ξήλωνε τ’ άστρα και περίμενε να ξημερώσει..
ή απλωνόταν κάτω από τη συννεφιά...
Σύννεφο κι αυτή μαζί και σκόνη.
Συντακτικό της αγάπης
Η αγάπη είναι συγκεκριμένη έννοια• αριθμού ενικού•
δεν επιδέχεται ευγενείας• προσώπου γης και ουρανού•
χρόνου ανεκμετάλλευτου• φωνής ελλειπτικής•
έγκλισης οριστικής και αμετάκλητης •
γιατί δημιουργεί δεν καταστρέφει• αγωνία και αγωνίζεται •
δε βαΐζει, εξυψώνει και εξυψώνεται, ελπίζει και έχει.
Η αγάπη κατακτά κορυφές και κατακτιέται ανυπεράσπιστη•
νοεί και βούλεται•
πιστεύει σ’ έναν ουρανό και νουθετεί ανομολόγητα•
ορμηνεύει και παρακινεί•
σημαδεύει φωτιές και σημαδεύεται από ασπαθιές και ουλές αθεράπευτες•
θυσιάζεται και ματώνει για την αθωότητα•
ξεγυμνώνεται και σπαράσσει• ζευγαρώνει και ηττείται•
μεταμορφώνει και μεταμορφώνεται•
η αγάπη δεν τελεύει…
Ζει και θα βασιλεύει ανυπερθέτως
Εποχές
Με μία βελόνα αγγίζαμε τα άστρα ακροβατώντας με τα δάκτυλα στον καμβά •
με λεπτεπίλεπτες κινήσεις φτιάχναμε στήμονες για σπάνια αγριολούλουδα
και χρωματιστά φτερά για εξωτικά πουλάκια •
με ένα πριόνι φτιάχνατε ραχούλες και χαίτες για Ιππότες με άλογα και Ξύλινα σπαθιά•
και όταν τελειώναμε μας περίμεναν οι αλάνες
που είχαν μείνει πολλή ώρα χωρίς τις παιδικές χαρές•
εκεί και τα ματωμένα χώματα, στέγνωναν τα σημάδια από τις πτώσεις•
αυτές που αν δεν τις φας δεν μεγαλώνεις •
γέμιζε ο αέρας βουνίσιους ή νησιωτικούς αλαλαγμούς και τρεξίματα•
μία μπάλα που κυλιόταν ώρα, πριν περάσει τα δίχτυα κυνηγήθηκε πολύ•
χτυπήθηκε αλύπητα με κλωτσιές, κεφαλιές και αγκαλιάσματα •
οι κρυψώνες αντηχούν ακόμα τα γέλια και χτυποκάρδια …
5 10 15 20 25 30 35 …μένουν ανοιχτές για «φτου, ξελευτερία.»
Κανείς μας δεν γνώριζε ότι οι βελόνες και τα ξύλινα σπαθιά
θα άφηναν σημάδια ως το τέλος•
έγιναν οι κλωστές σχοινιά και παλαμάρια με κόμπους
και τα ξύλινα σπαθιά κατάρτια γερά για το ταξίδι στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα•
τα θρανία φορτώθηκαν μέσα σε αυτή την Κιβωτό του μέλλοντος •
φορτώθηκαν και όλα τα γεννήματα• οι μεγάλες αποφάσεις•
και πάντα το απρόσμενο• το ταξίδι συνεχίζεται χωρίς προορισμό…
Το γουδί ,το γουδοχέρι και οι Άντρες παλαιάς κοπής
Γνώρισα άνδρες παλαιάς κοπής που μύριζαν γιασεμί•
που σήκωναν το καπέλο για έναν ευγενικό χαιρετισμό στο διάβα τους •
που μόλις έτεινες θηλυκό το χέρι έσκυβαν ευλαβικά για ένα χειροφίλημα •
που ενέπνεαν εμπιστοσύνη στα στήθια μιας νεανίδας•
που πότιζαν τα δέντρα του γείτονα για να μείνει η καλημέρα•
Γνώρισα άντρες παλαιάς κοπής
που ξενιτεύτηκαν για να ζήσει καλύτερες μέρες η φαμίλια•
που κουβάλησαν τόνους γάλα σε μια κούπα για να μην πεινάσουν τα μωρά•
που έδωσαν προστασία στη λεχώνα για να μεγαλώσει σπλαχνικά το βρέφος•
που πρόσφεραν μία φέτα ψωμί σε μια παραστρατημένη, χωρίς αντάλλαγμα•
που έδωσαν το όνομα της αγαπημένης κόρης ή γυναίκας στη βάρκα τους•
που χάρισαν τον πρώτο δίσκο για να αγαπήσει η κόρη τα μουσικά ταξίδια •
που περίμεναν στον σταθμό να φορτώσουν τα μπαγκάζια με τα πτυχία και τις φοιτητικές αναμνήσεις •
που ξενύχτησαν συντροφιά με τη γριά μάνα τους αφήνοντας την να χαϊδεύει τα άσπρα τους γένια•
Γνώρισα άντρες παλαιάς κοπής, Ιερά τέρατα που δεν κρύβονται πίσω από λέξεις•
που μου έμαθαν τη γλώσσα για να ξεχωρίζω το υποκείμενο από το αντικείμενο •
το Θεό από το θηρίο• την ήρα από το στάρι •το γνήσιο από το κάλπικο•
Γνώρισα άντρες παλαιάς κοπής•
που δε σε κοιτούν φαιδρά μέσα από τον καθρέφτη •
που το φιλί τους είναι καθαρό νερό από δροσερή πηγή•
που κάθονται με κλειστά πόδια στο διπλανό κάθισμα
κι όχι τσόντα στην καθημερινότητά σου •
που δίνουν ακόμη τρυφερά το χέρι στο παιδί του παιδιού τους•
που έχουν τον τρόπο να σου σβήνουν την πίκρα•
που προτάσσουν το μέλλον για ασπίδα•
που κρατούν το λόγο τους για γοητεία.
«Γνώρισα» άντρες παλαιάς κοπής…
Προς την ενηλικίωση
Όταν κοπεί ο ομφάλιος λώρος
αρχίζουμε να ζούμε
με μια οικογένεια λέξεων
με ρίζα την κοινοκτημοσύνη
και την ασυλία αισθημάτων.
Κοιτάμε και βλέπουμε μέχρι απέναντι
ως τον Συνάνθρωπό μας
που αγωνιά
και φοβάται
για την ύπαρξη του άλλου,
χωρίς παράπλευρες απώλειες.
Κινούμαστε στην ίδια ρότα
ως την τελική συνάθροιση
διαφυγόντων συναισθημάτων.
Όσο πιο νωρίς κοπεί ο ομφάλιος λώρος
τόσο πιο δυνατή όραση αποκτάμε
και αντιληπτικότητα.
Ανάσταση
Εκεί που ο πόνος ξαναγίνεται χαρά
και η θλίψη παύει από τη συνοδεία.
Μόνα βήματα ο χορός και η μελωδία.
Εκεί που ο γείτονας μετράει με το φως της αγάπης τα σύνορα
και το περίσσευμα γεμίζει ένα πιάτο λουλουδιστό
την ώρα που σημάνει δώδεκα.
Εκεί που ο αδελφός κρατάει μια θέση ανοιχτή για τους Ουρανούς
και οι γονέικες ευχές έρχονται από ψηλά
να γεμίσουν κάθε μπουκιά με φιλιά αγάπης .
Εκεί που μένει άσβεστο το φως από το δεύτε λάβετε
και τα δάκτυλα λαμπρύνουν με ακτίνες χρυσές
ώσπου να γεμίσει πάλι η σκιά την ύπαρξή της.
Εκεί που το τραπέζι αρχίζει με ιαχές από ειρηνικά ξεσπάσματα
και τελειώνει με τσουγκρίσματα πνευματικά•
νίκες του παρόντος χρόνου.
Γυναίκα
Το όνομά σου είναι γυναίκα-μάνα–αδελφή,
παράδοση και τιμαλφή.
Όλες οι μάχες για το κάστρο σου
κι εσύ ζητάς να βρεις το άστρο σου.
Μυαλό συνέχεια που γεννά,
όνειρα που βγαίνουν αληθινά.
Όταν νιώσεις λιγάκι παραπάνω τα λουριά,
για όπλο κρύβεις την πονηριά.
Όταν νιώθεις βία στη δουλειά,
παράνομα χάδια και φιλιά
Τόλμα• φώναξε, βγάλε μιλιά.
Είτε γερόντισσα είτε νια,
άξιας θαυμασμού αιώνια.
Δε φτάνει μια αγκαλιά λουλούδια,
προσφέρεις όλο τον καιρό καλούδια.
Φυλακτό προσκυνητάρι ,
έχεις τον έρωτα στο ίδιο μαξιλάρι.
Αν ψάξεις κάθε θηλυκό ,
φυλάει κρυμμένο μυστικό.
Χαίρεται τον σεβασμό,
που δεν αφήνει σπαραγμό.
Δυο βράχοι στην απανεμιά
Καταμεσής στο πέλαγος
δυο βράχοι ξεχασμένοι
συνομιλούν ολημερίς
οι θαλασσοδαρμένοι .
-Ποια μοίρα μας εμοίρανε
ποτέ να μη βρεθούμε,
μονάχα να κοιτιόμαστε
και να μοιρολογούμε!
-Ο λυτρωμός της θάλασσας
αγιάζει τα κορμιά μας!
Αγέρας είναι που φυσά
μες στην απανεμιά μας.
-Ο ήλιος βρίσκει ακουμπά
η θάλασσα οργιάζει.
Τα κύματα κουράζονται
αίμ’ η καρδιά τους στάζει.
-Της μοίρας δεν είναι γραφτό
ποτέ ν’ αγκαλιαστούμε!
Μόνο να χαιρετιόμαστε
να σιγοτραγουδούμε!
Πουλάκι μοναχό
Πουλάκι στέλνω κι έρχεται να το προϋπαντήσεις
ανθό του δίνω να κρατεί να το μοσχομυρίσεις.
Μόν’ είν’μικρό και δεν μπορεί εύκολα να πετάξει
μα ξέρει να γλυκολαλεί σ’ ό,τι η καρδιά προστάξει.
Κρατεί στο ράμφος του φλουρί χρυσό μαλαματένιο
να σου χρυσώσει τον καημό τον παραπονεμένο.
Κυριακάτικη βόλτα
Από τα χαράματα ξυπνώ
αμέσως βάζω πρώτη
από το σύνταγμα περνώ
στον Άγνωστο Στρατιώτη.
Μετά στο Ζάππειο γυρνώ
τις πάπιες να ταΐσω
μ’ αεράκι καλοκαιρινό
στον κήπο θα κολλήσω.
Πόλεμος όμως αρχινά
μας βάλανε στο στόχο.
Ο νους μου άρχισε ξεχνά
φεύγω πάω στο Σόχο .
Μια έκθεση θέλω να δω
με χάρη κι όλο τάξη
Να βγω απ’ τον ορυμαγδό
πριν το πουλί πετάξει.
Η λέαινα μες το κλουβί
στέκει και με κοιτάζει.
Το χρώμα μου τώρα μαβί
τη βλέπω αίμα στάζει.
Θα τραβήξω προς την πύλη
ως τους Θεοχαράκη.
Πάντα της Τέχνης φίλοι
να μου φύγει το μεράκι.
Επιβιώσαντες
Λίγη πραμάτεια διαλεκτή
όση απόμεινε αρκετή
δεν έχω άλλα να δώσω.
Δίχως τους φόρους τους σκληρούς
πάλι μου άφησαν σωρούς
τα ρούχα μου να σώσω.
Μόνος στην πόλη τριγυρνώ
γυρεύω στέκι αδειανό
το παρελθόν ν’ αφήσω.
Το αύριο γκρίζο και θολό
μ’ άλλο δεν έχω στο μυαλό
μνήμες μου δε θα αφήσω.
Όσα μου χάρισες ζωή
κι από την πίκρα πιο πικρή
η αγάπη που εχάθη.
Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί•
νεκροί βρεθήκαν το πρωί
από’να μαύρο αγκάθι.
Έχει μελοποιηθεί από τον Νίκο Βρεττό
Η Μαλάκ και η βάρκα
Κάτω από την αστροφεγγιά
μία βάρκα πλέει στ’ ανοιχτά.
Το ταξίδι άρχισε, κυλά
μπόρα πέφτει από τα ψηλά.
Πλημμύρα, η θάλασσα βροχή,
ποιος θα με γλιτώσει τη φτωχή;
Φοβάμαι, τρέμω απ’ το κρύο
η νύχτα άγριο θηρίο.
Μα, η βάρκα γέμισε νερά
ψάχνω, θα βρω στεγνή μεριά
ώσπου να βγούμε σε στεριά
να απλώσω τα όνειρά μου;
Τους φίλους, Πατρίδα και γονείς
ποιος τους είδε τάχατες; Κανείς!
Μήνυμα η χαρά ας στείλει
με τριαντάφυλλο στα χείλη.
Μελοποιημένο: Νίκος Βρεττός
https://www.youtube.com/watch?v=8UaEEnYJ7H4
Φτερά του Έρωτα
Του έρωτα του μήνυσα
μην μπλέξει, μη φιλήσει.
Κ’ εκείνος έγινε φτερό,
πέταξε σ' Άγρια Δύση.
Του έρωτα του ζήτησα
να 'ναι καλό παιδάκι!
Μα ’κείνος άλλαξε πλευρό
μικρό αγγελουδάκι.
Γιατ' είναι άτακτο παιδί,
δεν κάθεται μονάχο!
Ψάχνει να βρει κάθε κλειδί,
ραγίζει κάθε βράχο.
Μ' ένα λεπίδι κοφτερό
άνοιξε τις πληγές μου.
Έτρεξ’ αθάνατο νερό
γέμισε τις πηγές μου.
Χαρά σε κείνο π' αγαπά,
που έχει και φιλιέται!
Απ' τα βάθη τ' ουρανού
η αγάπη καταχτιέται!
Ψηλό δεντρί
Ψηλό δεντρί με φυλλωσιά γέρνει απ’ τον αγέρα
όπως φυσά λικνίζεται, σείεται πέρ’ ως πέρα.
Ο άνεμος τη φυλλωσιά περνά και τη θροΐζει
και δεν τον νοιάζει αν κλαδί μονάχο του δακρύζει.
Ο ίσκιος του παντοτινός σκεπάζει το χορτάρι
αν σταθείς στο πλάι του γίνεται προσκυνητάρι.
Φλογέρ’ ακούει, έρχεται κοντά να σε φιλήσει
γλυκό τραγούδι της ζωής θέλει να τραγουδήσει.
Αν η καρδιά σου δεν μπορεί τον ήλιο να κοιτάξει
αυτό ανοίγει τα κλαδιά η λύπη να πετάξει.
Αν είν’ ακόμη πιο βαρύς ο αναστεναγμός σου
τις ρίζες του απλώνει μπρος να διώξει τον καημό σου.
-Δεντρί μου, πως απόστασα να κουβαλώ στην πλάτη
μόνη χαρά μου δίνετε εσύ και η ελάτη.
Αλάφρυνε την κούραση που έχω στο κορμί μου
ανάπαυσε τις ώρες μου, μια στάση η δρομή μου.
Βιογραφικό σημείωμα
Γεννήθηκε στον Άγιο Στέφανο Αττικής. Τελείωσε το Δημοτικό και Γυμνάσιο στον Άγιο Στέφανο και στη συνέχεια το Λύκειο στην Ν. Ερυθραία Αττικής. Σπούδασε Παιδαγωγικές Επιστήμες στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία, όπου και αποφοίτησε το 1987. Πέρασε με υποτροφία στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, και συνέχισε τις σπουδές της στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης με κατεύθυνση τη Δημοσιογραφία. Ολοκλήρωσε τον κύκλο των Παιδαγωγικών σπουδών στο Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών και διδάσκει τα τελευταία χρόνια στα δημοτικά σχολεία της Ηλιούπολης. Αποφοίτησε με μεταπτυχιακό Τίτλο , από το τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΑΠΚΥ με την ιδιότητα της θεατρολόγου. Είναι μέλος του Συλλόγου Εκ/κων Α/θμιας Εκ/σης της Ηλιούπολης με την επωνυμία "Παπαμαύρος". Μιλά Αγγλικά και Γαλλικά και ασχολείται με τις νέες τεχνολογίες. Της αρέσει η μουσική, ο χορός και το κολύμπι. Είναι χορωδός alto στη χορωδία του Δήμου Αλίμου με μαέστρο τον κο Γ. Μπακόπουλο, και μέλος του Δ.Σ της χορωδίας. Αγαπάει τις Επιστήμες και τα Γράμματα, ιδιαίτερα την Ποίηση. Η συμπόρευση με την ποίηση αρχίζει από τα φοιτητικά χρόνια. Όπως λέει η ίδια «Αγαπώ τις λέξεις που μεταφέρουν, σημαίνουν και σηματοδοτούν με τη δύναμη της ψυχής συναισθήματα, βιώματα, εμπειρίες, ιδιαίτερα και πιο βαθιά νοήματα, οράματα με τρόπο που αποτυπώνουν απλά και ανεπιτήδευτα ή περίτεχνα και πιο αφαιρετικά το ύφος και το είδος της ποίησης και της γραφής. Το έναυσμα για δημιουργία αποτελεί η χαρά που συντελείται από την ποιητική δημιουργία και τη δημιουργική γραφή μέσα από μια συνεχή αναζήτηση. Έμπνευση μπορεί να αποτελέσει το θυμικό, το βίωμα, ένα έντονο συναίσθημα, ένα κοινωνικό ή ιστορικό γεγονός, μια κατάσταση, μια σκέψη, μία εικόνα από το περιβάλλον ή ακόμα μία εικόνα φανταστική». Έχει γράψει παραμύθια, πεζά κείμενα, ποιήματα, έμμετρα και σε ελεύθερο στίχο, τάνκα, χαϊκού, γνωμικά, παραβολές, εκπαιδευτικά σενάρια κ.ά. Στη ζωή τη συντροφεύουν ο σύζυγός της και τα δυο της παιδιά.
Προσωπικό blog
ΜΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΤΛΑΝΤΑΣ στην παρακάτω δ/νση
https://e-pinakas.blogspot.com/