Δέκα ποιήματα του Ιωάννη Κουλάνη

Δέκα ποιήματα του Ιωάννη Κουλάνη

Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" έχω προσκαλέσει τον λογοτέχνη Ιωάννη Κουλάνη. Ο καλεσμένος μου σπούδασε Ναυπηγική και αρχικά δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά στον κλάδο της κατασκευής κατοικιών. Αργότερα ολοκλήρωσε τις σπουδές του σε διάφορα εναλλακτικά θεραπευτικά συστήματα. Εργάζεται ως ολιστικός θεραπευτής και ως συντονιστής ομάδων αυτογνωσίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχει εκδώσει ένα αυτογνωσιακό διήγημα και επτά ποιητικές συλλογές. Η ποίησή του είναι αφηγηματική, λυρική, υπαρξιακή. Εκφράζεται με επιτυχία άλλοτε σε ελεύθερη γραφή, άλλοτε σε έμμετρη παραδοσιακή ομοιοκατάληκτη φόρμα. Ο λόγος του είναι περίτεχνος, νευρώδης, πολύχρωμος. Στη φαρέτρα του έχει ένα πλούσιο λεξιλόγιο, ενώ αξιοποιεί και δικής του έμπνευσης όρους,  ιδιαίτερης πρωτοτυπίας και νοηματικής δυναμικής.  Ενίοτε ένα αεράκι λεπτού σαρκασμού βαθαίνει τους προβληματισμούς του. Εμπνέεται από την αγάπη για την Ελλάδα και την ιστορία της, την ομορφιά της φύσης, τις στενές σχέσεις, την εσωτερική αναζήτηση. Θα δούμε δέκα εκπληκτικά ποιήματά του!

Στο Άκρο της πόλης

Στο Άκρο της πόλης
εκεί στον ποδόγυρο από το πέτρινο φουστάνι σου
ανάμεσα στα χαμομήλια μπρος στο Θησείο σου
αφήνοντας πίσω μου εμπόρους και πραματευτές
και λαμβάνοντας το χρησμό σου από την Πνύκα
γονάτισα και ζήτησα συγχώρεση
γιατί χάθηκα στης φιληδονίας μου τη λήθη
κι έπειτα
σου εξομολογήθηκα όλες μου τις αμαρτίες

Για την οκνηρία και την τεμπελιά μου
να διαβώ την είσοδο της βιβλιοθήκης του Αδριανού
και να μελετήσω την ιστορία σου
γραμμένη στους πάπυρους και τους αιώνες
και να βαστάξω έτσι κι εγώ σαν κιονόκρανό σου
τη στέγη του σχολείου των αναλφάβητων
και των μετεξεταστέων της μοναδικότητάς σου
μέσα στα μουσεία της γνώσης

Για την οργή που με τύφλωνε
καθώς κοιτώντας την πλατεία των Αέρηδων
έβλεπα μόνο Οθωμανούς
όπου φτιάχνοντας το προσευχητάρι τους
καπηλεύονταν τα κόκκαλά σου
μιας και δεν άντεχα να δω τα παιδιά σου
που χτίζοντας τριγύρω της σπιρτόκουτα φρούρια
φυλάκισαν απέξω ακόμα και τον Αίολο

Για τη λαγνεία που με νικά σε κάθε βήμα μου
από τον έρωτα που θρέφω και με σκοτώνει
για μια από τις Καρυάτιδές σου
έστω και αν εκείνη κλέφτηκε με κάποιον Βρετανό
και τώρα ζει βαλσαμωμένη στη χώρα του
δίχως νόμο αγάπη και σεβασμό
ζει μακριά από την οικία μας και τα αδέλφια της
προσπαθώντας να επαναστατήσει μονάχη

Για τη λαιμαργία με την οποία καταβροχθίζω τους καρπούς σου
καθώς νοσώντας από ατεχνία
καταπίνω αμάσητα των αρχαιοκαπήλων τα φιλέματα
και ψέλνοντας τον επικήδειό σου σε πενιές
κάνοντας πλάκα στα οινομαγειρεία της
παρέα με παμφάγους φωτογραφικούς φακούς
κάθομαι να συμφάγω ό,τι απέμεινε από τις σάρκες σου
και να μεθύσω με ετικέτες που ντροπιάζουν το όνομά σου

Για την απληστία μου στην ιδιοκτησία σου
καθώς παζάρεψα οικόπεδα την αυλή σου
και μετά για χάρη των χτιστάδων του επιτάφιου τύμβου σου
έπνιξα τις φωνές Ιλισού και Ηριδανού
έστω και αν ήμασταν μαζί εξόριστοι από την αξιοπρέπειά μας
όταν αθεόβουλοι κατακτητές και στρατηλάτες
θέλησαν να τοποθετήσουν την έδρα της αγένειας
στα σπλάχνα του ιερού ναού σου
αγνώμονες για την ευλογία της Παλλάδος

Για την αλαζονεία να σε θεωρώ κτήμα μου
ξεχνώντας την ιερά σοφή ταυτότητά σου
και αποτιμώντας τον αιώνα του Περικλή σε κέρματα
εκμαυλίζω τώρα την παρθενία σου τυπωμένη σε μπλουζάκια
και απεργώντας από την συνείδησή μου
βάζω λουκέτο στους παγκόσμιους επισκέπτες σου
δίχως την άδεια των θεών σου
δίχως τους λόγους των φιλοσόφων σου στην αρχαία αγορά
μα πιότερο απ’ όλα
δίχως καμία αισχύνη και σεβασμό στην ιστορία σου

Για τη ζηλοφθονία μου απέναντι στη φήμη σου
αφού δεν άντεξα το θρίαμβό σου πάνω στο χρόνο
όταν ακόμα και της Ήρας προσφορά δαφνοστόλιστη
ενέπνευσες τη Σεισάχθεια στους άρχοντες
γιατί με πονάει ακόμα η δημοκρατία σου στις αποφάσεις
μιας κι εγώ την έκανα δημοακροατία του πικρού καφέ των ανακοινώσεων
και έτσι χειροκροτώ όσους λοιδορούν σε επετειακά μνημόσυνα
τη φυλάκιση του Φειδιακού ταλέντου σου
από τους σκλάβους νόες των πολεμιστών του αύριο
μόνο και μόνο επειδή απέτυχαν να σε αντιγράψουν
μόνο και μόνο επειδή δεν κατάφεραν να σε ξεπεράσουν

Και όταν πια σήκωσα τα μάτια μου προς τον Ιερό σου βράχο
γεμάτος δάκρυα για τη μεγαλοψυχία σου
για μια ακόμα φορά θυμήθηκα τις ρίζες μου
στην ελευθερία του λόγου σου
στην αρχιτεκτονική του μεγαλείου σου
και στην εμβληματική κορμοστασιά σου μέσα στους αιώνες
που δεν ανταγωνίστηκε
και ούτε συγκρίθηκε ποτέ με κανέναν
έστω και αν με τα χρόνια σε φυλάκισα στη σπηλιά του Σωκράτη
ταΐζοντάς σε καυσαέριο και ποτίζοντάς σε τοξική βροχή
εδώ
στο Άκρο της πόλης

Δροσοσταλίδα

Ξημερώματα στο δάσος της πνευματικότητας
και μια δροσοσταλίδα από την υγρασία της ζωής
ρώτησε το φύλλο του δέντρου της ύπαρξης

Μπορώ να ξεκουραστώ λιγάκι επάνω σου;
Μπορώ να απλώσω το Είναι μου στην ομορφιά σου;

Για λίγο...
για τόσο λίγο όσο κρατάει ο χρόνος
αλλά και συνάμα παντοτινά…
τόσο παντοτινά όσο ζει το τώρα

Κι ύστερα θα γλιστρήσω χαϊδεύοντας την υπόστασή σου
και θα αφεθώ και πάλι στο κενό
σε εκείνο το απέραντο κι αιώνιο άδειο από ύλη μεσοδιάστημα
που βασιλεύει ανάμεσα από εσένα και τα άλλα φύλλα
σ’ εκείνο το απέραντο αόρατο άφθαρτο
που ξεκινά και καταλήγει στην αγκαλιά της δημιουργού μάνας γης

Κι εκεί
θα απορροφηθώ ξανά από τα κύτταρα της αγάπης της
για να μετουσιωθώ από σταλαγματιά σε ωκεανό
κι από υγρασία σε καταρράχτη
μέχρις ότου καταλάβω ότι δεν είμαι ένα μέρος της πλάσης
αλλά η ίδια η δροσοσταλίδα ψυχή της...

Δώρο γενεθλίων

Σαράντα έξι φορές γενέθλια αύριο
και αποφάσισα να μου φτιάξω για δώρο
μια τούρτα αναμνήσεων και εμπειριών
μπας και καταφέρω έτσι να γλυκάνω τα τραύματα του παρελθόντος
με λίγο από τη ζάχαρη της εξέλιξης που έφεραν
Πήγα λοιπόν στο μπακάλικο των βιωμάτων
και αγόρασα τα υλικά της έως τότε παρελθούσας ζωής μου
και ό,τι ακόμα θα χρειαζόμουν
για να στολίσω στο τέλος το παρόν της
Πρώτα οπό όλα σειρά είχε η βάση
για την οποία χρειάστηκε ένα κιλό ομορφιάς
μισό κιλό προγραμματισμού επιβεβλημένων πεποιθήσεων
μισό λίτρο αθωότητας
ένα φλιτζάνι γάλα τιμωρίας
τετρακόσια γραμμάρια εκπαιδευτικού συστήματος μαθησιοδουλείας
και τέσσερα αυγά ενθουσιασμού

Τα ανακάτεψα όλα στο μίξερ της οικογενειακής κοινωνικοηθικής κουλτούρας
και βάζοντάς τα σε μια φόρμα ευυπόληπτου πολίτη
τα έψησα για μισή ώρα στο φούρνο του καθωσπρεπισμού
σε θερμοκρασία υψηλού καθεστωτισμού
για να φτιάξω το παντεσπάνι της παιδικής μου ηλικίας

Έπειτα σειρά είχε η γέμιση της ενηλικίωσής μου
που χρειάστηκε επτακόσια γραμμάρια υπερπροσπάθειας
τρία πακέτα μπισκότα ανταγωνισμού
τέσσερις κουταλιές της σούπας αγώνα για επιτυχία
δυό πρέζες έρωτα
το χυμό από ένα στημένο εαυτό
και μια κουτάλια του γλυκού κατακτήσεις
Αφού λοιπόν ανακάτεψα και όλα αυτά μαζί
μέσα σε ένα μπολ ψυχοαφυδατωμένης κοινωνικότητας
προσθέτοντας λίγο παγωμένο νερό από τις καρδιές των αφεντάδων
και αφήνοντάς τα για μερικά λεπτά να πήξουν στο ψυγείο της χαμένης ανθρωπιάς
τα τοποθέτησα τελικά σαν σώμα
πάνω στο ήδη λοβοτομημένο παντεσπάνι που είχα φτιάξει πριν
Σειρά μετά είχε η επικάλυψη
η οποία έγινε με την πικρή σοκολάτα υγείας της ψυχοθεραπείας
προσθέτοντας επίσης και ένα πέπλο από την γλυκιά άχνη της εξέλιξης
πριν τελικά τοποθετήσω τα καραμελωμένα φρούτα της συνειδητότητας
τα οποία στολισμένα με το γλάσο της αυθεντικότητας
έδιναν την τελική μορφή της ταυτότητάς μου στο σήμερα σαν ζαχαροπλάστη
λίγο πριν γίνω κέρασμα προς αξιολόγηση από τους καλεσμένους
στο πάρτι με τα δίχως ευχοσυνόδευτα κεράκια για σβήσιμο
των γενεθλίων μου

Ο Άγγελός μου

Άνοιξα τα μάτια μου και ήταν χαράματα
το γλυκό ημίφως γέμιζε την κρεβατοκάμαρα
κι εσύ ξαπλωμένη δίπλα μου
να σε ακούω να ανασαίνεις μαλακά
ενώ κοιμόσουν

Τρόμαξα...
κοίταξα τριγύρω και όλα ήταν στη θέση τους
ήταν όπως τα είχαμε αφήσει αποβραδίς
όλα εκεί όπως πάντα

Ναι.!
όλα σταθερά και γνώριμα
κι εγώ εκεί μαζί τους κι ανάμεσά τους
ασάλευτος
φοβισμένος μην κουνηθώ και εξαφανιστείς
ή μη τυχόν και σε ξυπνήσω

Γιατί αν μπορώ να σε ξυπνήσω
πάει να πει πως υπάρχεις
κι αν εσύ υπάρχεις
τότε σίγουρα δεν υπάρχω εγώ

Κι αυτό γιατί αν υπάρχεις αληθινά δίπλα μου
τότε σίγουρα εγώ έχω πεθάνει και δεν υπάρχω πια
ναι...κι έχω πάει στον παράδεισο
μιας και το ξέρω πολύ καλά
πως οι άγγελοι δεν ζουν στη γη
και ούτε κοιμούνται πλάι σε κανέναν

Δαιδαλοδασκαλία

Δαίδαλος ο δάσκαλός μου
και κρυμμένος ο καημός μου
να τόνε φτάσω
μιας και όλη του η γνώση
έδωσε σε μένα όση
για να του μοιάσω

Μαθητής κι ακόλουθός του
Ίκαρος πιστός και γιος του
σε ό,τι κάνει
μιας και του γονιού η φτιάξη
στην ψυχή μου είχε στάξει
πίστης μελάνι

Μα σαν ο λαβύρινθός μας
φυλακή έγινε εντός μας
το φως απείχε
όμως πάλι μ’ ευκολία
διαφυγή απ’ την τιμωρία
σχέδιο είχε

Πούπουλα κερί ενώνει
και φτερούγες φανερώνει
να τις φοράμε
κι από κει σαν τους δραπέτες
και του μέσα μας προπέτες
μακριά να πάμε

Αποχή από αταξίες
συμβουλές και οδηγίες
μου είχε δώσει
από υγρασία να φεύγω
και τη ζέστη ν’ αποφεύγω
για να με σώσει

Μα εγώ παιδί ακόμα
με γεροδεμένο σώμα
ωσάν το γύπα
δίχως του μυαλού το ζόρι
για το φως έβαλα πλώρη
κι εύθυμα είπα

Κέρινα φτερά φοράω
και ψηλά τώρα πετάω
ανάσες κόβω
μιας κι ο ήλιος που γυρεύω
να τα λιώσει δεν πιστεύω
δεν έχω φόβο

Ύστατ’ όμως μάθημά μου
για την αθωότητά μου
ήταν η πτώση
αφού η διδασκαλία
δεν είναι μια θεωρία
που θα με σώσει

Έχει πρακτική σαν βάση
με παράδειγμα τη δράση
σε ό,τι κάνω
κι όχι μεγαλοστομίες
και ακμαίες θεωρίες
που πίστη χάνω

Γιατί δίχως να 'χω φρένα
Δαίδαλε πατέρα εσένα
είχ’ αντιγράψει
χίλιες σκέψεις και ιδέες
και απόψεις σου ωραίες
κι ας σ’ είχαν κάψει

Κι έτσι βρέθηκα στ’ αλήθεια
δίχως μια μικρή βοήθεια
σαν γκρεμισμένος
απ’ ό,τι είχα αντιγράψει
κι ως πεποίθηση πια φτιάξει
ναυαγισμένος

Κι από τότε όλο χάρη
στο Αιγαίο έχω φουντάρει
σαν Ικαρία
νησί που δεν έχει βιάση
για να μάθει όλη η πλάση
την ιστορία

Να ακουστεί στους μέντορές μου
δάσκαλους κι εκπαιδευτές μου
και στους γονείς μου
πως η ευθύνη για ό,τι ξέρουν
αν θα μου το μεταφέρουν
είναι δική μου

Μιας κι ο προγραμματισμός μας
ενδοφλέβιος εθισμός μας
ψάχνει θυσία
ενώ του Εγώ η πτώση
μπορεί μόνο να μας δώσει
αθανασία

Γι’ αυτό ας λύσουμε την πλάνη
που έπαρσης φορά στεφάνι
για να σωθούμε
και σαν Ίκαροι στη γνώση
που η αγάπη έχει δώσει
ας ενωθούμε

Μες σε μύθους και σε θρύλους
της επίγνωσής μας φίλους
το φως να δούμε
και με ανοιχτά τ’ αυτιά μας
του μυαλού και της καρδιάς μας
ν’ αφουγκραστούμε

Την παγκόσμια αλήθεια
που στο σεβασμό βοήθεια
αναζητάει
σαν η αυτόγvωση διάνοια
συμπεράσματα ουράνια
σοφά κερνάει

Μια Δαιδαλοδασκαλία
δίχως δικαιολογία
το μάθημά μας
κι εκλεκτοί εμείς κολίγοι
που θα μάθουμε τι θίγει
μες τ’ όνειρό μας

Γιατί η διδασκαλία
κατακτά την κοινωνία
και φέρει γνώση
όμως δίχως εμπειρία
δεν μπορεί καμιά σοφία
ποτέ να δώσει

Γράφοντας για τη θάλασσα

Τι να γράψω για σένα Θάλασσά μου
όταν το κάθε σου κύμα
μου ψιθυρίζει στο αυτί και ένα νέο ποίημα

Είπα να σου γράψω για τους καημούς μου
μα τους καυτηρίασε η αρμύρα σου
και τους έθρεψε μέχρι να γιαίνουν

Μετά σκέφτηκα να σου γράψω για τους έρωτές μου
μα ο ορίζοντάς σου τους αγκάλιασε
και τους έκαμε ένα με τα ηλιοβασιλέματα

Έπειτα βάλθηκα να σου γράψω για το αύριο
μα εσύ με το ιώδιο που δεν ξεθυμαίνει στο χρόνο
γέμισες τα ρουθούνια μου με Τώρα

Και όταν αποφάσισα να σου γράψω για τη γνώση
η σοφία της παλίρροιάς σου
έπνιξε στην άμπωτη τα Εγώ των ξέρω μου

Μουσκεμένος τότε από δακρυσμένα πελάγη
συνειδητοποίησα πως στεγνός για χρόνια
δεν είχα ακούσει τα αναφιλητά των κοχυλιών σου

Καθώς αφηρημένος στις αντάρες της επιφάνειας
είχα χαθεί στα μεσόνερα των σκέψεων
μη μπορώντας να δω την ομορφιά του βυθού σου

Και κάπως έτσι σαν αταξίδευτος βράχος
που δεν έχει καταφέρει ακόμα να γίνει βότσαλο
αφέθηκα στη σμίλη της αγάπης που λειαίνει άπαντα

Κρατώντας λευκό χαρτί για ιστίο
και πένες άγκυρες στα χέρια
μπάρκαρα δίχως πια να φοβάμαι τους υφάλους μέσα μου

Σήμερα κάθισα πλάι στη θάλασσα για να της γράψω
μα το γαλάζιο της με μέθυσε
και πνίγηκα στα βάθη της απεραντοσύνης της

Άτμαρι

Μία φορά κι έναν καιρό
ήταν ένα καράβι
που οι θάλασσες ζηλεύανε

έλαμπε σαν φανταχτερό
πολύτιμο πετράδι
και Άτμαρη το λέγανε

Απ’ όταν ναυπηγήθηκε
λευκή είχε σημαία
με οικόσημο προφήτη

κι όσο κι αν αγαπήθηκε
από κάθε προκυμαία
δε γνώρισ’ ιδιοκτήτη

Αποστολή του σαν ποινή
και δύσκολο παιχνίδι
τ’ άγρια νερά του ωκεανού

μα μια λαχτάρα αληθινή
στης πίστη το ταξίδι
πυξίδα του έδινε στο νου

Ρότα του ήταν συνεχής
η ασφάλεια κι η τάξη
για κάθε του επιβάτη

γι’ αυτό σαν άγγελος θαρρείς
κι ας μην είχε πετάξει
φτερά είχε δυο στην πλάτη

Παντιέρα του ο σεβασμός
της διαφοράς το κάλλος
σε αντίληψης τη λόξα

κι ας ήτανε ο πειρασμός
της νιότης του ο μεγάλος
διψασμένος για δόξα

Σ’ ελευθερίας ουρανό
τ’ αστέρια οι οδηγοί του
που ανήκω δεν γνωρίζουν

πάνω σε φόντο γαλανό
μοιάζουν σαν συνεργοί του
που αφθονία χαρίζουν

Τα πέλαγα τριγύρναγε
του έξω και του μέσα
μ’ εμπιστοσύνη στον καιρό

σαν φυλαχτό του φύλαγε
στον κόρφο πριγκηπέσσα
προσευχής φάρο ιερό

Απ’ τον βοριά κρυβότανε
στης πείρας το λιμάνι
και της αντάρας ξέφευγε

μα σαν ξεκουραζότανε
δίχως χρόνο να χάνει
πανί άνοιγε κι έφευγε

Μπουρίνια του μυαλού πολλά
σαν πειρατές το βρήκαν
και τα φεγγάρια ξέχασε

μα ακόμα και νερά θολά
στα αμπάρια του σαν μπήκαν
το θάρρος του δεν έχασε

Λοστρόμο και μηχανικό
ναύτη και καπετάνιο
όλους τους ρόλους έμαθε

και μ’ ένα τρόπο ειρηνικό
όπου έβρισκε καρνάγιο
τις γρατσουνιές του έβαφε

Σε χάρτες πιστοποίησε
τους νόμους πέντε Ηπείρων
που ξεγελούν οι αισθήσεις

και με καρδιά ενοποίησε
εγωικών ονείρων
τις άγριες ψευδαισθήσεις

Τους φόβους όλους τίμησε
μα δίχως να ενδώσει
τη λευτεριά τους δώρισε

έτσι τον κόσμο γύρισε
και εμπέδωσε τη γνώση
που θάνατο αφόρισε

Το Άτμαρη στο σήμερα
τους ναύλους αποφεύγει
και τα λιμάνια της βοής

έχοντας ρίξει σίδερο
του χρόνου διαφεύγει
από την πλάνη της ζωής

Ήσυχο και αγέρωχο
αγκυροβολημένο
πως έχει λέει γεράσει

μα σαν σκαρί υπέροχο
ζει πια παροπλισμένο
σε Θείο καραβοστάσι

Αγαπάω

Αγαπάω
ρήμα που κάνει ρίμα
με ό,τι λαχταράω
όρος που αρχίζει από το α΄
και τελειώνει στο ω΄
αέναα εμπεριέχοντας
κάθε γράμμα σύμβολο
του αναλφάβητου έρωτα
του λόγιου νου
και της ποιήτριας ψυχής

Αγαπάω
σε χρόνο διαρκείας
χωρίς αντιστίξεις
ή ημερομηνία λήξεως
ενεστωτικά κι αόριστα
ανορθόγραφα
κι ασύντακτα
μα πιότερο απ’ όλα
έξω από γραμμές
όρια και περιθώρια

Αγαπάω
ποιητικά και ποιοτικά
έντεχνα και άτεχνα
μα πέρα ως πέρα λογοτεχνικά
από το σεβασμό στους μαθητές
ως την περιέργεια των δασκάλων
κείνης της ανιδιοτελούς αγάπης
σε κάθε φθόγγο
σε κάθε τόνο
και σε κάθε σχήμα της

Αγαπάω
έννοια που η μάνα γέννησε
ο πατέρας προστάτευσε
κι ο Θεός μοίρασε
σε μια λέξη
και μες τις χιλιάδες αγκαλιές
της ενσωματωμένης σύνδεσης
της απροϋπόθετης ζήσης
και της άνευ ορίων στους όρκους
αποδοχής του ανίδιου

Αγαπάω
εκεί που η μέρα πίστη
αρμέγει τον μαστό του Τώρα
μέσα στο όλο
μέσα στο τίποτα
και μέσα στο ευλογημένο μαζί
της άγιας ενσυναίσθησης
δίχως χρόνο
μα πάνω απ’ όλα
δίχως μέτρο και ζύγι

Αγαπάω
πέρα απ’ το πως και το γιατί
δίχως πόσο και πότε
μακριά απ’ το τι και το ποιο
γιατί αυθόρμητα
κι αυθεντικά
επιλέγω
απλά και μόνο
να αισθάνομαι
ό,τι Αγαπάω

Μονογραφή

Με ρώτησαν
γιατί ακούω δίχως ν’ αντιδρώ
κι απάντησα
πως η ακοή είναι ατόφια δράση
και όχι πηγή αντίδρασης

Μετά με ρώτησαν
γιατί δεν ρωτώ
κι απάντησα
πως οι ερωτήσεις τους
μου δίνουν όλες τις απαντήσεις που έχω ανάγκη

Έπειτα με ρώτησαν
γιατί δεν μιλώ
κι απάντησα
πως μέσα από τη σιωπή
επικοινωνώ περισσότερα πράγματα

Κι ύστερα με ρώτησαν
γιατί γράφω
κι απάντησα πως γράφω
επειδή έτσι ταράζω τα νερά
δίχως να προσβάλω τη σιωπή

Στο τέλος με ρώτησαν
τι θα τους αφιερώσω
ως τιμή κι ενθύμιο
και τους απάντησα
βάζοντας μόνο μια μονογραφή

Μάνα

Μάνα σου γράφω απόψε ένα γράμμα
στην κόλλα της άδειας ψυχής μου
με επικεφαλίδα τη φόνισσα σχέση μας
κι ολόγιομο μουτζούρες
για όλα εκείνα που δεν προλάβαμε να πούμε

Ένα γράμμα ανεξίτηλα γραμμένο
από το μελάνι της σουπιάς απουσίας
που το ξέρανε ο άδικος χρόνος
αφού δεν φτάνει ποτέ σε κανέναν
να χορτάσει μαμά το παιδί μέσα του

Σου γράφω απόψε ένα γράμμα
για το οποίο θα χρησιμοποιήσω ως φάκελο
την άδεια μου αγκαλιά
που δεν μοσχοβολά πια απ’ τα μαλλιά σου
και δεν χωράει μέσα της ο πόνος μου

Μάνα σου γράφω απόψε ένα γράμμα
που δεν έχει γραμματόσημο
μήτε στοιχεία παραλήπτη
γιατί από τότε που σ’ έχασα
μου στέρεψαν και το σάλιο και το δάκρυ

  

   

  

1) Στο άκρο της πόλης...Πάντα να γΕΛΛΑΣ (Μάρτιος 2019)
2) Δροσοσταλίδα...Τα εκτός ενδότερα (Σεπτέμβριος 2019)
3) Δώρο γενεθλίων... Τα εκτός ενδότερα (Σεπτέμβριος 2019)
4) Ο άγγελός μου...Ο ποιητής του Έρωτα (Οκτώβριος 2019)
5) Δαιδαλοδασκαλία...Αιγλληνική μυθευλογία (Φεβρουάριος 2020)
6) Γράφοντας για τη θάλασσα...Μια στα ρηχά μια στα βαθιά της θάλασσας (Μάρτιος 2020)
7) Άτμαρι... Μια στα ρηχά μια στα βαθιά της θάλασσας (Μάρτιος 2020)
8) Αγαπάω...Ποιητικό αλφαβητάρι (Νοέμβριος 2020)
9) Μονογραφή... Ποιητικό αλφαβητάρι (Νοέμβριος 2020)
10) Μάνα...Άγνωρο πένθος (Ιανουάριος 2021)

Βιογραφικό σημείωμα

Ο Ιωάννης Κουλάνης γεννήθηκε το 1972 στην Αθήνα. Σπούδασε Ναυπηγός και πριν ολοκληρώσει τις σπουδές του, ανοίχτηκε επαγγελματικά στον κλάδο της κατασκευής κατοικιών. Για πολλά χρόνια ταξίδεψε σε πάρα πολλές χώρες, εξερευνώντας πολιτισμούς, θρησκείες,κουλτούρες και έθιμα διαφόρων εθνών ανά την υφήλιο. Έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές σε διάφορα εναλλακτικά θεραπευτικά συστήματα, εργάζεται πια σαν ολιστικός θεραπευτής καθώς και σαν συντονιστής ομάδων αυτογνωσίας στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Το συγγραφικό του έργο ξεκινά επίσημα το 2017 με το αυτογνωσιακό διήγημα «Αναζητητής θαυμάτων», ενώ το 2019 κυκλοφορεί και η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Πάντα να γΕΛΛΑΣ». Από τότε έχουν κυκλοφορήσει άλλες έξι ποιητικές συλλογές του.

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.politeianet.gr/

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;