Σήμερα έχω προσκαλέσει στη στήλη "Στα βαθιά" τον λογοτέχνη Γιώργο Λίλλη. Ο καλεσμένος μου γεννήθηκε στη Γερμανία,αλλά μεγάλωσε στην Αθήνα και στο Αγρίνιο. Από το 1996 ζει στη Γερμανία.Έχει εκδώσει εφτά βιβλία ποίησης,ένα μυθιστόρημα κι ένα παραμύθι. Έχει ασχοληθεί με τη μετάφραση στα ελληνικά Ινδιάνων ποιητών και του Γερμανού ποιητή Ντουρς Γκρίνμπαϊν.Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες, ενώ τρεις ποιητικές του συλλογές κυκλοφόρησαν και στα γερμανικά. Κριτικές και δοκίμιά του δημοσιεύθηκαν στον έντυπο κι ηλεκτρονικό τύπο. Η τελευταία του ποιητική συλλογή, που τιτλοφορείται "Ο άνθρωπος τανκ", ήταν υποψήφια για το βραβείο ποίησης του περιοδικού "Ο Αναγνώστης". Η ποίησή του είναι αφηγηματική, με εύστοχες μεταφορές κι εντυπωσιακές εικόνες. Τον απασχολούν τα αγκάθια της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας, το πολιτικό γίγνεσθαι, τα αιώνια υπαρξιακά ερωτήματα, ο έρωτας. Ο λόγος του είναι χειμαρρώδης, ρωμαλέος, ανατρεπτικός, πολύχρωμος. Η εναλλαγή των σκηνών στα ποιήματά του γίνεται μ'ένα ρυθμό γρήγορο, κινηματογραφικό, που εντείνει τη συναισθηματική φόρτιση. Η γραφή του έχει έντονη προσωπικότητα κι υποβλητική ατμόσφαιρα. Θ'απολαύσουμε δέκα ξεχωριστά ποιήματά του!
Από τα Όρια του λαβύρινθου, εκδόσεις Κέδρος 2008
Ξ η μ έ ρ ω μ α ν έ α ς χ ι λ ι ε τ ί α ς
Ακουμπάς το πρόσωπο στο τζάμι.
Το χνώτο μυρίζει αλκοόλ.
Κύκλοι κάτω απ’ τα μάτια.
Μια άλλη εκδοχή του intellektuell σύγχρονου ανθρώπου:
εξευγενισμένη βαρβαρότητα.
«Είναι παράδοξο, κύριε, να επενδύετε τόσα πολλά
σε μια χούφτα διανοουμένους που τους είναι δύσκολο
ν’ αρθρώσουν κάτι
το πνευματικά ουσιώδες».
Ξερνάς έξω από τη λεκάνη της τουαλέτας
γονατιστός στο πάτωμα.
Δυο γυναίκες φιλιούνται στον καναπέ,
η μουσική στη διαπασών.
«Δεν είναι υπέροχο, το ροκ να συναρπάζει ακόμα;»
Οι Rolling Stones σού βγάζουν
κοροϊδευτικά τη γλώσσα.
Όπως παλιά.
Μάλλον τίποτα δεν έχει αλλάξει.
Στον κήπο χορεύουν έξαλλα.
Κάποιοι γεμίζουν τα πιάτα – η αφθονία
αγχώνει·
η γευσιγνωσία μείζον θέμα
που επιδεικνύεται με τρόπο υπερβολικό:
χοιρινό σε πιατέλα, παράξενο τρόπαιο
το μήλο στο στόμα,
κοτόπουλα γεμιστά με καρυκεύματα εξωτικά, φρούτα,
γλυκά όλων των ειδών.
Κορεσμός.
Η μάχη της επιβίωσης έχει τελειώσει
αισίως για τους θηρευτές.
Η έπαυλη (ή μήπως σαβάνα;)
βρίσκει τον παλιό της ήσυχο ρυθμό. Ξημερώνει.
Πεταμένες καρέκλες, σπασμένα
μπουκάλια, Delikatessen
αποφάγια, στο χαλί
αποτσίγαρα, στους τοίχους
λεκέδες, εμετοί.
Στο υπνοδωμάτιο η γυναίκα σου δίνεται
στον αδερφικό σου φίλο.
Φοράει εσώρουχα Ilse Charmel,
που της χάρισες στα γενέθλια.
Η ανατολή εμφανίζεται αμυδρά
πίσω από τα κωνοφόρα.
Κοιτάζεις επίμονα τα πλαστικά ποτήρια
να επιπλέουν στην πισίνα,
εγκαταλειμμένα σωσίβια.
Η υπηρέτρια επαναφέρει στον χώρο την τάξη.
«Φτιάξε μου έναν δυνατό καφέ!»
Ο Homo Sapiens σε μια νέα εποχή.
H o m o h o m i n i l u p u s
σιδερένιοι γύπες
θωρακισμένοι σε επεξηγηματικό ρεαλισμό
βαφτισμένοι
στην απάθεια
κακάσχημοι
το βιολί των εκπυρσοκροτητών
προμηνύει ένα τέλος από πνιγμό μέσα στο ίδιο μας το αίμα
κλείδωσε την πόρτα
βάλε σε λειτουργία τον συναγερμό
ο ουρανός χαμηλώνει
τα δέντρα
ζωντανεύουν αιχμάλωτα
του ανέμου
ξωτικά που ξυπνούν και πριονίζουν με επιδεξιότητα
το παράδοξο του ψυχρού χώρου τέλεια τακτοποιημένου
το παλάτι του Μεγάλου Αδερφού
έχει απόρθητα παράθυρα από αλεξίσφαιρο γυαλί
ηλεκτροφόρα κάγκελα
φρουρούς που χρέος τους είναι να εξουδετερώνουν καθετί που προκαλεί
θόρυβο
φονταμενταλισμός
σ’ αυτό το μεταμοντέρνο κελί
καταδύεται η ματαιότητα
ο ζωγραφισμένος με ανοιχτά χρώματα θάνατος
για να μην προκαλεί φόβο
εγχειρίδια ευθανασίας
υγιεινές τροφές
και
πρακτικές γιόγκα.
Δ ι α ί σ θ η σ η
Δεν υπάρχει θάλασσα, μονάχα η μουσική της.
Ηρόστρατε, που με φειδωλία αντικρίζεις καθετί
φυλακισμένος μες στο δικό σου άγονο τοπίο,
όποιος μοιράζει τη ζωή του δεν είναι πια νησί.
Ακροβατώντας, λοιπόν, σαν καρτερικό φύλλο
ανάμεσα στα χέρια του αέρα, ή κάπως έτσι,
πέφτεις για ύπνο και κάτω από τα βλέφαρα
ωριμάζουν οι απαγορευμένοι καρποί.
Διάδρομοι δοχεία, νυχτερίδες που δαγκώνουν το σκοτάδι,
άστρα που αμφιβάλλουν για τις νίκες σου.
Καταμέτρησε απόψε τις βελονιές πάνω στο χαρτί,
όπως θα διέσχιζες ένα πυκνό δάσος με την πυξίδα
της διαίσθησης.
Η ευθεία είναι η πιο κουραστική διαδρομή.
Από τη Μικρή Διαθήκη, εκδόσεις Περισπωμένη 2012
Καθημερινότητα
Ο ουρανός κονταροχτυπιέται με τα κτίρια.
Καταμετρώ με προσοχή το χρονοδιάγραμμα της σιωπηλής
τους πάλης, προσπάθεια που εγκλωβίζει
το τρόμο του ανεκπλήρωτου. Αντιγράφω
την αγωνία, διεκπεραιώνω μ΄ αυτό το τέχνασμα
την υποχρέωση να είμαι απλά Άνθρωπος.
Στο τεράστιο αμφιθεατρικό αυτό χώρο,
όπου κάθε μέρα πέφτουν στην αρένα του χιλιάδες.
Η αυλαία σηκώνεται. Το ρολόι της συνείδησης
μπαίνει σε λειτουργία, ο αντικειμενικός κόσμος
με εξοπλίζει στο χώρο και το χρόνο.
Υπάρχει έξω από την ύλη μια άλλη διάσταση,
όπου μπορεί κάποιος να πλάσει ξανά από την αρχή
τον εαυτό του με τα ίδια γήινα θραύσματα;
Επινοώ μια έξοδο από το χώρο, ενάντια σε κάθε τι
που σκοτώνει τον αυθορμητισμό, τη θέρμη του απρόοπτου,
την πολυφωνία. Καταργώντας τα όρια των συμβάσεων.
Αίθουσα διδασκαλίας
Διακριτικά σπάζω με το βηματισμό μου την απόλυτη ησυχία.
Ανεβαίνω στην εξέδρα, απαγγέλλοντας
με δυνατή φωνή ενάντια στην επιβεβλημένη σιωπή.
Λόγια, λόγια, λόγια. Εδώ δεν ανακατασκευάζεται
η ιστορία του ανθρώπινου γένους,
αλλά η ταπείνωση, η δουλικότητα, η αμφισβήτηση.
Σηκώνω τα χέρι προς το ανύπαρκτο πλήθος
και το ασπάζομαι.
Να εκτεθώ
να παλέψω
να γίνω ένα με τις αβεβαιότητές μου.
Από τον Άνθρωπο τανκ , εκδόσεις Ενύπνιο 2017
Τηλέφωνο για τα τεσσαρακοστά μου γενέθλια
Το φαγητό μου το τρώω μαμά
τα δόντια μου τα πλένω, μην ανησυχείς
κι όταν κρυώνω φορώ το χοντρό παλτό.
Μαμά, σόρι , το πρόβλημα δεν είναι
ο καιρός ούτε η κακή διατροφή.
Με ακούς; Αλλού είναι το πρόβλημα.
Βρίσκομαι στη γη δεκαπέντε χιλιάδες μέρες
κι ακόμα να προσαρμοστώ.
Επίσημη ανακοίνωση
Δεν υπήρξε καμία επίσημη ανακοίνωση
για το ότι εθεάθησαν στη είσοδο της βουλής
εκατοντάδες νεκρά περιστέρια
Δεν υπήρξε καμία επίσημη ανακοίνωση
για τη σωρό των σωσίβιων
σε μια παιδική χαρά στο κέντρο της πόλης
Δεν υπήρξε καμία επίσημη ανακοίνωση
για την επιδημία εκείνη που σάρωσε
τους ψηφοφόρους κι έσβησε η λάμψη του έθνους
Αρκέστηκαν μόνο στα πρησμένα μάτια της κουκουβάγιας
και στην κατακόκκινη γραβάτα του λαγού
που κρέμονταν στην αυλή τους
Ναι σας λέω, αρκέστηκαν μόνο σ’ αυτά
Στην αυλή τους
Υπεύθυνη δήλωση
έχω μια χάρτινη σημαία
για τις πομπώδεις παρελάσεις
κι ένα σιδερωμένο κοστούμι
για τις ένδοξες κηδείες
ένα ξυράφι τυλιγμένο
σε μαντίλι λευκό για ώρα ανάγκης
και μια πλαστική κούκλα
για τα μοναχικά μου βράδια
έχω το πτυχίο μου
κορνιζαρισμένο στο σαλόνι
και απλήρωτους λογαριασμούς
με μαγνήτες στο ψυγείο
ένα άλμπουμ με παλιές
φωτογραφίες γυναικών
και μια τούρτα σοκολάτα
για τα τελευταία μου γενέθλια
έχω την βέρα φυλαγμένη
σ'ένα ξύλινο κουτάκι
και ένα άπλυτο πιάτο στο νεροχύτη
μέσα μου
ένας μέθυσος
αντικομφορμιστής πίθηκος
με ξεσηκώνει
αλλά δεν έχει σημασία
δεν θα τολμήσω
έτσι κι αλλιώς
Στίγματα
δεν θα σου χαριστώ κόσμε
όσο και να με περνάς για αφελή
σύρθηκα κι εγώ κάποτε
σε αυτά τα έρημα σοκάκια
διεκδικώντας ένα κομμάτι γη
απ’ τους αναδασμούς
έχω κι εγώ στίγματα στο κορμί
ένιωσα το κάψιμο
του πυρακτωμένου σίδερου
σαν πούπουλο τώρα αιωρείται
η αλλοτινή μου ομορφιά
αιφνίδια και συναρπαστική
όπως συμβαίνει συχνά
με λευκοφόρους αγγελιαφόρους
σε κήπο γεμάτο τριανταφυλλιές
Δημιουργική γραφή
Ένα σονέτο γράψτε
για τις άδειες παιδικές χαρές
για τις μασέλες και τις πατερίτσες
για εκείνον που τρώει τα νύχια του
για λεκέδες και ραγισματιές
για τρελάδικα και ανάποδους σταυρούς
για ράμματα στο κεφάλι
και ακρωτηριασμένες κλειτορίδες
για νεκροτομεία και άδεια βλέμματα
για αδέσποτους ανθρώπους
για χωματερές και ορφανοτροφεία
για παχύσαρκα κατοικίδια
και ηλικιωμένους που ψάχνουν στους κάδους
για πληγές που δεν επουλώνονται
για το ροχαλητό και τα φτερνίσματα
για το χαμηλοτάβανο ουρανό των υπογείων
για τις αφισοκολλημένες αναγγελίες θανάτων
και τις χαραγμένες αγάπες σε παγκάκια
για γεμάτα ψυγεία και ξεχειλισμένες αποχετεύσεις
και για ρούχα που δεν θα φορεθούν ξανά
για μυγοσκοτώστρες και περίστροφα
για τα γερασμένα χέρια που χαϊδεύουν ένα μωρό
Ένα σονέτο γράψτε
Βιογραφικό σημείωμα
Ο Γιώργος Λίλλης γεννήθηκε το 1974 στη Γερμανία αλλά μεγάλωσε στην Αθήνα. Στα δώδεκα μετακόμισε με την οικογένειά του στο Αγρίνιο. Το 1996 έφυγε για την Γερμανία όπου μέχρι τώρα ζει. Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1999 και έκτοτε έχει εκδώσει άλλα έξι βιβλία ποίησης, ένα μυθιστόρημα κι ένα παραμύθι γραμμένο για την τότε νεογέννητη κόρη του. Έχει μεταφράσει στα Ελληνικά ινδιάνους ποιητές και τον γερμανό ποιητή Ντουρς Γκρίνμπαϊν. Κριτικές και δοκίμιά του έχουν δημοσιευθεί σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά. Ποιήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα Γαλλικά, τα ισπανικά και τα ιταλικά, ενώ οι συλλογές Στο σκοτάδι μετέωρος, Τα όρια του λαβύρινθου και η Μικρή διαθήκη κυκλοφόρησαν στα γερμανικά. Το τελευταίο του βιβλίο, Ο άνθρωπος τανκ, ήταν υποψήφιο για το βραβείο ποίησης του περιοδικού Ο Αναγνώστης. Είναι μέλος της Εταιρίας Συγγραφέων.