Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" φιλοξενώ την ποιήτρια Λία Σιώμου. Η καλεσμένη μου γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε στο Χημικό Τμήμα και συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στην Αμερική στον κλάδο της Βιοχημείας. Εργάστηκε ως ερευνήτρια σε αμερικανικά πανεπιστήμια κι ως επιστήμων στο Υπουργείο Ενεργείας της Αμερικής . Έχει εκδώσει επτά ποιητικές συλλογές. Ποιήματά της έχουν μελοποιηθεί κι έχουν παρουσιαστεί σε κονσέρτα. Η ποίησή της είναι αφηγηματική, λυρική, υπαρξιακή. Εκφράζεται τόσο σε ομοιοκατάληκτη έμμετρη φόρμα, όσο και σ' ελεύθερη γραφή. Ο λόγος της είναι περίτεχνος, πολύχρωμος, γλαφυρός, αισθαντικός. Εμπνέεται από τον έρωτα, την αγάπη, την ομορφιά της φύσης, τη σχέση με το όνειρο. Συνομιλεί με τον βαθύτερο εαυτό και απελευθερώνει επιθυμίες, εσωτερικές αναζητήσεις. Νοσταλγεί και χτίζει γέφυρες με τις αναμνήσεις. Θα έρθουμε σ' επαφή με δέκα περίφημα ποιήματά της!
Μη πυροφάνι η μνήμη
Βήμα το βήμα χάθηκαν
τα χρόνια απ’ τη ματιά μου,
βλέμμα το βλέμμα κι η θωριά
καθρέφτης μου του νου
τα μυστικά της ζήσης μου
χαμένα όνειρά μου
βήμα το βήμα τα ’συρε
στην άμμο του γιαλού.
Κύμα το κύμα κύλησε
κι η θλίψη σου για μένα
ανάρια σ’ εσπερινού το φως
θαμπή σαν χαραυγή
δεμένη μ’ ένα όνειρο
που δεν το βλέπει μέρα
γεννήθηκε παλιά και ζει
δεν λέει να ξεχασθεί.
Μη και με είδες στ’ όνειρο
ανατολής τ’ αστέρι;
μη μέσα στις βραχοτοπιές
μαζί με τις μυρτιές;
μη σε κλωνάκι της ελιάς
κάτασπρο περιστέρι;
μη πυροφάνι η μνήμη μου
στις ακροθαλασσιές;
Σε μακρινή οροσειρά
σ’ ανατολής λημέρια
αντάμα μ’ άνεμο αυγής
και με δροσιά δρυμού
μια θλίψη κι ένα δάκρυ
σμίξανε στον αιθέρα
λες αγκαλιά ζεστή, γλυκιά
σ’ απόγνωση χαμού.
Γλαρόπουλο που πέταξε
στα βράχια και εχάθη
γλαρόπουλο της ζήσης μας
με τα χρυσά φτερά
γέμισ’ ο άνεμος φιλιά
απ’ τη χαμένη αγάπη
θαλασσοπούλια φίλησαν
τ’ ανήσυχα νερά.
Κύμα το κύμα κι η χαρά
Στη θάλασσα εξεχάσθη
σαν τα κοχύλια του γιαλού
την ήπιε η μοναξιά
κύμα το κύμα κι ο συρμός
μέσα στον νου εχάθη
κύμα το κύμα κι ο καημός,
κι απόμεινε η ερημιά.
Το τραγούδι
Έφερ’ ο άνεμος τραγούδι στη νυχτιά,
τραγούδι, άσμα των ασμάτων, ύμνο
σαν μελωδία αγγελική στη σιγαλιά
νανούρισμα γλυκό στον φευγαλέο ύπνο.
Γέμισαν νότες του μυαλού την ερημιά
χορδές, κιθάρες και γλυκόλαλα βιολιά.
Σύραν οι θύμησες χορό με τη φωνή της λύρας,
Τσιγγάνες, γυφτοπούλες θύμησες… οι μάγισσες της μοίρας.
Χόρεψε ο αγέρας τα κλαδιά της φοινικιάς
κλειδιά του σολ στον ουρανό τα μαυροπούλια,
τσιγγάνες, γύφτισσες με σύραν στον χορό
και γυφτοπούλες θύμησες μου φίλησαν τα χείλια.
Και μια μελαχρινή, μια γυφτοπούλα όμορφη, μικρή
κρατούσε στο χεράκι της και χτύπαγε το ντέφι.
Σεργιάνιζαν στον άνεμο πάθη, κορδέλες και καημοί
και το μικρό κορμάκι της το τύλιγε μια μέθη.
Τα ποδαράκια της κι αυτά λες με φτερά
μια κάποια στριφογύριζαν στον νου αγκάλη
στα γύφτικα τσαντίρια τα παλιά
γλέντι, τραγούδι φούντωνε, κραιπάλη.
Ω γυφτοπούλα θύμηση, να’ ταν να έγερνα ξανά
μες στα σγουρά σου τα μαλλιά να βρω τη λήθη
και να χορέψω εκεί με τα χρυσά φλουριά
π’ αγκάλιαζαν τα τρυφερά σου στήθη.
Πάσχα
Ω ναι, την άνομη αγάπη σου για με
στην άμμο της ερήμου να την κρύψεις
στου Γολγοθά τους ίσκιους και στις ερημιές
μιαν άφεση απ’ τον Θεό να ’ρθεις και να ζητήσεις.
Ω ναι, οι γραμματείς, οι δίκαιοι της γης
θε να τη δουν την άφατη την ανομία
τον λουλουδένιο της αγάπης μας σταυρό
θε να προσφέρουνε στον Γολγοθά σπονδή,
ανάστασης θα ‘ρθει καιρός να γίνει κουστωδία.
Ω ναι, με πέτρες, ιαχές κι οχλοβοή
την άσπιλη αγάπη μας θα σύρουν
στον ίδιο δρόμο του Σταυρού, του λυτρωμού,
στ’ αχνάρια της θυσίας θα τη φθείρουν.
Στις ακτές του Chesapeake
Αδειανό μικρό μου σπίτι στις ακτές του Chesapeake
Με τον άνεμο να κτυπά αλύπητα τα ξύλινα τα παραθύρια
Την αύρα της θάλασσας να σμίγει απαλά με την σκόνη
που χρόνια καλύπτει τ' απομένοντα λιγοστά έπιπλα
Και με τ'αγνά της νιότης μας όνειρα να τριγυρνούν αόρατα
στ' άδεια της εστίας της πρώτης μας δώματα..
Εγκαταλελειμμένο της νιότης μας σπίτι
κάτω απ' τα πανύψηλα πεύκα
που ψιθυρίζουν αναμνήσεις στον άνεμο
Αναμνήσεις λησμονημένες, κάπως σβησμένες
στην ομίχλη του παρελθόντος.
Θύμησες αγαπημένες από φωνές παιδιών
από λόγια αγάπης, γέλια, χαρές
Λησμονημένες άραγε της περασμένης ζωής αναμνήσεις;
Μάλλον όχι, μάλλον αμυδρές, χλωμές απ' τα χρόνια που διάβηκαν
Κάπως μπλεγμένες με σκιές θλίψης, πικρίας
Ελάτε σε μένα της νιότης μου όνειρα
που ζείτε στον νου όσο η καρδιά μου χτυπά
Λόγια ειπωμένα, υποσχέσεις δοσμένες
όλα αμυδρά μα για μένα αξέχαστα
Με τους ψιθυρισμούς σας γεμίστε
τα άδεια τα δώματα, με την πνοή σας ταξιδέψτε μακριά
Πάνω απ' τα νερά τα βαθιά
κάτω απ' την φεγγαρόσκονη
της γλυκιάς νύχτας του καλοκαιριού
Μακριά, να ρθείτε κοντά μου
την πικρή μοναξιά μου να βρείτε
Κοντά μου ελάτε αγνά της νιότης μου όνειρα
νανουρίστε με, στην άδεια τωρινή μου φωλιά
με την θαλπωρή, την ζεστασιά που κρατάτε.
Άκουσε.. τους ψιθύρους άκουσε μοναχική μου καρδιά
Θυμήσου το άρωμα απ' την αφθονία του αγιοκλήματος
κάτω απ' τ'αγαπημένα μου πεύκα
Πάρε τα μονοπάτια που πευκοβελόνες καλύπταν
και τα σπασμένα, λιωμένα κελύφη
των οστρακιών του Chesapeake
Θυμήσου την παιδική κουβερτούλα που στέγνωνε στον ήλιο
τις κουβέντες τις παιδικές, τ' αμέριμνα παιδικά γέλια
γύρω απ' τις ανθισμένες πολύχρωμες αζαλίες
Κάτω απ' τις ολάνθιστες κρανιές, τις ρόδινες μυρτιές
Οι βαριές βροχές των καλοκαιρινών ημερών
να εισδύουν βαθιά,να μουσκεύουν την κόκκινη αμμώδη γη
Οι ηλιακτίνες θαμβωτικές να διαπερνούν
μέσ' απ' τις βελόνες των πεύκων
ν'αγκαλιάζουν σε δόξα την μουσκεμένη γη
Κόψε φρέσκα κλαδιά απ' τον πρίνο
που χρόνια στολίζει την σφραγισμένη πια πόρτα
και σκόρπισε τα κόκκινα μούρα του ολόγυρα
στις σβησμένες του τζακιού τις στάχτες
Να φέρουν θαρρείς αγιοσύνη και φλόγα
στο σβησμένο στην λήθη της ζωής παρελθόν
Ανέμοι φερμένοι απ' τον Chesapeake
φέρτε μου πίσω τους άσπρους μου γλάρους
λευκούς, αγνούς σαν τα πρώτα μου όνειρα
Δοξαστικές του ήλιου ακτίνες μετά την βροχή
βρείτε τον δρόμο σας μεσ' απ'τα σάπια
του πρώτου σπιτιού παραθύρια
την σκόνη, τις σκιές του παρελθόντος σηκώστε
Μπείτε στον νου μου, και ζωντανές
τις γλυκές αναμνήσεις μου φέρτε
Ανέμοι του Chesapeake, στριφογυρίστε..
Στον νου μου στροβίλους γυρίστε, χορέψτε μαζί μου
στο άδειο της τωρινής εγκατάλειψης
Θυμήσου, θυμήσου καρδιά μου
τ' άσπιλα όνειρα της νιότης
Στο Επανιδείν
Ω! ναι, θα ξανάρθεις
Απ᾽ την θάλασσα πέρα
Σελήνης ασήμι
Πνοή απ᾽αγέρα
Φωτιά απ᾽ την άμμο
Που ήπιε τον ήλιο
Ανέμου δροσούλα
Απ᾽ ορέων σκιά
Ω! ναι, θα ξανάρθεις
Φωνή του πελάγου
Γραμμή επουράνια
Σαν πέταμα γλάρου
Ανέμων φιλιά
Σε βράχου σχισμή
Του ήλιου σφραγίδα
Στην όμορφη γη
Ω!, ναι θα ξανάρθεις
Αετός στην φωλιά του
Και γεύση απ ᾽ ελπίδα
Θεός στα όνειρά του
Ω ναι, σαν το στάχυ
Ειρήνη του κάμπου
Ναι σαν το γιούλι
Γαλήνη του νου
Λίμνη με τα απύθμενα
Λίμνη με τα απύθμενα
τα κύματά σου τα γαλήνια
νανούρισέ μου μια χαρά
στα νούφαρα, τα κρίνα.
Λίμνη στα ηλιοκαμένα σου
τα λεία τα κοχύλια
έχω κρυμμένα μυστικά
σαν τα φαρμάκια μύρια.
Λίμνη θα ’ρθω τ’ απόβραδο
να σμίξω στις σκιές σου
με δέντρα και φυλλώματα
κλωνάρια απ’ τις ιτιές σου.
Κάποια της σκέψης όνειρα
εκεί θα σεργιανίσω
κάποιο καημό της ζήσης μου
έχω να σου μιλήσω.
Στ’ ακύμαντά σου τα νερά
τη δροσερή αγκαλιά σου
μη μου λικνίσεις μια χαρά
το δάκρυ μη μου σβήσεις.
Στ’ ανήλια σου κι απρόσιτα
και σκοτεινά ερέβη
μη και μου κρύψεις τον καημό
να μη μου περισσεύει.
The Pier
Ω, με το κύμα έλα μου
βάρκα των λογισμών μου
εκεί να δέσεις τα όνειρα
στου μόλου την τριχιά
μη και τ’ αγέρι του νοτιά
μου πάρει τον καλό μου
μη και χαθεί η χαρά μου
σε ξένη ακρολιμνιά.
Μια πεταλούδα κι έγειρε
στου νούφαρου τον μίσχο
κι ο γλάρος που ταξίδεψε
στην άκρη τ’ ουρανού
λες κι έσυρε τη σκέψη σου
στον ελαφρύ του ίσκιο
κάτι λογάκια σου γλυκά
στα τρίσβαθα του νου.
Φύλλων σκιές, νανούρισμα
τ’ ανάριο θρόισμά τους
κι η βάρκα να λικνίζεται
στα ήρεμα νερά
παρέα με το άκληρο
το μάταιο πέρασμά σου
ίσκιοι και σούρουπα μαβιά
η μόνη συντροφιά.
Και με τα νούφαρα τα ροζ
που κρύβουν τη θολούρα
γκρίζου νερού λιμνάζοντος
στην όχθη τη ρηχή
εκεί η αγάπη η παλιά
της λίμνης σημαδούρα
τα ξωτικά και τα στοιχειά
θα ζει να καρτερεί.
Άδειες φωλιές
Να 'τανε Θε μου ν’ άνθιζε
στη γη μου ένα άνθος
με πέταλα, δροσοσταλιές
και χρώμα ροδαλό,
Ένα μικρό και ταπεινό
κάτι σαν ασφοδίλι
να το κοιτώ και να θωρώ
όσα στη γη αγαπώ.
Να 'τανε στον κατάξερο
της ερημιάς μου κάμπο
οι παπαρούνες ν’ άνθιζαν
με στάχυα αγκαλιά
Και μαργαρίτες κάτασπρες
με κίτρινο τον κόρφο
να τις ρωτώ αν μ’ αγαπά
η έγνοια μου η παλιά.
Να ’τανε στο παράθυρο
του φτωχικού σπιτιού μου
μια μαντζουράνα να ’δινε
στον κόσμο ευωδιά
Και κόκκινα γαρίφαλα
βλέμματα του καλού μου
να στόλιζαν την έρημη
την άδεια μου φωλιά.
Τα χελιδόνια
Θε να ’ρθεις με την άνοιξη
και με τα χελιδόνια
και στην καρδιά θα λιώσουνε
της χειμωνιάς τα χιόνια.
Σαν κάποια γεύση
του πελάγου μια πνοή
της αδειανής μου της φωλιάς
η θαλπωρή.
Θε να ’ρθεις με την άνοιξη
τότε που η γύρη
της πεταλούδας όνειρο
και τ’ άγριου κρίνου εγίνη.
Ίσκιος μιας φλαμουριάς
στις αγριοβραχιές
αγέρα θρόισμα στα φύλλα
και τις σημυδιές.
Θε να ’ρθεις και θα δεις,
θα σε προσμένω.
Μ’ ελπίδες κι όνειρα
την πλώρη θε να δένω
για ένα ταξίδι μακρινό,
για κάποια δύση
το δειλινό της ζήσης μας
μαζί να σβήσει.
Θε να 'ρθεις στο απόμακρο
γνωστό μας μονοπάτι
σαν τροβαδούρος της χαράς
που έσβησε μια ζάλη.
Τραγούδα μου την άνοιξη
και το γλυκό το θέρος.
Τι πανηγύρι η ζωή,
τι ουτοπία ο έρως.
Της Λίμνης
Τα κύματα με κοίταζαν
για χρόνια και για μήνες
Της ερημιάς μου σύντροφοι
μ’ απάλαιναν τις πίκρες
Τις νύχτες τις βαθιές, τις σκοτεινές
τις άναστρες, τις μαύρες
Τα κύματα τα άκουγα
να σκούνε πονεμένα
λες πως κι αυτά εκλαίγανε
για την πικρή εμένα
Με φόβιζες νερό μουντό
και σκοτεινό τα βράδια
Με φόβιζε το βάθος σου
η απύθμενη αγκαλιά σου
Της θάλασσας την ομορφιά
σε σένα ζήταγα να βρω
Της λίμνης συ γλυφό νερό
πικρά σ’ αλμύρισα εγώ
Βρέξε με τη δρόσο σου
και λίκνισέ με στον ρυθμό σου
Θα ´θελα να 'μουν νούφαρο
ν’ αποκοιμιέμαι στον αφρό σου
Σε κοίταζα μες στην αχνή τη χαραυγή,
Να ζωγραφίζεις στα γαλήνια σου νερά
του κόσμου την Ανατολή
Σε κοίταζα το δείλι,
να σκοτεινιάζεις, να μουνταίνεις
Στα βάθη σου τα σκοτεινά
τα μυστικά μου τα πικρά να παίρνεις
Το άκουγα το κύμα σου
στο περιγιάλι δίπλα μου να σκάζει
και να μετρά τις ώρες, τις στιγμές
τις άδειες και μοναχικές και φοβερές
της θύελλας, της συμφοράς
και της απόγνωσης, της ερημιάς
Τους μήνες του χειμώνα
πάγωνες γλυφό νερό
κάμπος γινόσουν κρύσταλλο
και σε 'θαβε το χιόνι
Και τα’ άκουγα τα κύματα
μουγκρίζανε θαμμένα
λες πως κι αυτά τα έκαιγε
η έννοια τους για μένα
Κομμάτι της ζωής μου
έγινες γλυφό νερό
Τα ξωτικά της ζήσης μου
τα ‘πνιξες στον βυθό σου
Σεργιάνισες με τον αφρό σου
τον αναστεναγμό μου
Νούφαρο καν’ εκεί στο κύμα σου
και τον καημό μου
Βιογραφικό σημείωμα
Η Λία Σιώμου ( Λία Αντωνοπούλου ) γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Απεφοίτησε από το Χημικό τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετέπειτα ήλθε στο Michigan State University για μεταπτυχιακές σπουδές στην Βιοχημεία όπου και επήρε το δίπλωμά της (Μαster of Science). Εργάσθηκε ως ερευνήτρια στο Michigan State University και στο Northwestern University στο Evanston Illinois. Επί 18 χρόνια εργάσθηκε ως επιστήμων στο Υπουργείο Ενεργείας της Αμερικής (U.S Department of Energy) στο Argonne National Laboratory, στα προάστια του Σικάγου. Η Λία έχει δημοσιεύσει επτά ποιητικές συλλογές, Ερωδιού η Κατοικία και Αλκυονίδες (Εκδόσεις Δωδώνη 2001), και Μαγιοστέφανο, Σπονδή Ονείρου, Εν γη Ερήμω, Attica και Εις Μνήμην Ουτοπίας (Εκδόσεις Γαβριηλίδης , 2003, 2006, 2007, 2014). Οι συλλογές της συγκέντρωσαν πολύ καλά σχόλια από διακεκριμένους ποιητάς και λογοτέχνες στην Ελλάδα. Δύο άρθρα δημοσιευθέντα στην Chicago Greek Star, την καλύτερη εφημερίδα της Ελληνοαμερικανικής κοινότητος στην περιοχή του Σικάγου έδωσαν εις βάθος ανάλυση του έργου της. Αντιπροσώπευσε την Ελληνική ποίηση στον εορτασμό “Field of Light.” για ποίηση και μουσική που έγινε στις 24 Ιουνίου 2015 στο Field Museum του Σικάγου. Ο παγκοσμίως γνωστός Ιταλός artist Marco Nero Rotelli οργάνωσε την παρουσίαση προς τιμήν του Dante Alleghieri και του επικού του ποιήματος Ἡ Θεία Κωμωδία῾. Αρκετά της ποιήματα έχουν μελοποιηθεί από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και συνθέτου Δόκτωρος Αθανασίου Ζέρβα. Ο Δόκτωρ Ζέρβας τα έχει παρουσιάσει σε κονσέρτα στην περιοχή του Σικάγου, στο Athens Conservatory, Northwestern University, Chicago State University, Univ. of Thessaloniki, και στο Odeion School of Music in Skokie. To Hellenic Heartbeat Media (TV,Radio,Web) έχει παρουσιάσει στην Τηλεόραση δύο φορές συνδιαλέξεις της Λίας Σιώμου σχετικές με την ποίησή της.