Δέκα ποιήματα της Γιώτας Τσερτεκίδου

Δέκα ποιήματα της Γιώτας Τσερτεκίδου

Σήμερα στη στήλη "Στα βαθιά" υποδέχομαι την ποιήτρια Γιώτα Τσερτεκίδου. Η καλεσμένη μου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μένει στην Κατερίνη. Έχει εκδώσει δυο ποιητικές συλλογές. Η δεύτερη ποιητική της συλλογή «Γυναίκα αέναη πηγή έμπνευσης» εκδόθηκε το 2016  και στην Ιταλία σε δίγλωσση έκδοση στα ελληνοϊταλικά. Έχει τιμηθεί σ'αυτή τη χώρα το 2016 με το «Gran Premio di Poesia Internazionale» (Μεγάλο Διεθνές Βραβείο Ποίησης) και το Poeta dell'Anno 2017» (Ποιήτρια της χρονιάς 2017). Το βιβλίο προτάθηκε από τον Ιταλό εκδότη και κατατέθηκε στην ιταλική επιτροπή για το Νόμπελ 2018. Η "Γυναίκα αέναη πηγή έμπνευσης" μεταφράστηκε στ'αγγλικά το 2020. Ποιήματα της λογοτέχνιδας έχουν δημοσιευθεί στον τύπο στην Ελλάδα και την Ιταλία. Η ποίησή της είναι λυρική, στοχαστική και προσωποκεντρική. Ο λόγος της είναι περίτεχνος, με ανεξάντλητα ευρήματα, ζωντανές εικόνες και ηχηρό συναίσθημα. Την απασχολούν τα σύγχρονα κοινωνικά αδιέξοδα, η συνομιλία με τον βαθύτερο εαυτό, ο έρωτας, η αγάπη, οι σχέσεις. Άλλοτε η πένα της εμπνέεται από έργα τέχνης. Θ'απολαύσουμε δέκα διαλεχτά ποιήματά της!

1

Δάκρυα
Αυτές οι υπέροχες σταγόνες εξιλέωσης
Στις μέρες μας όλο πιο σπάνιες είναι
Κι όμως υπάρχουν άνθρωποι που θα προλάβουν στην ζωή να τις στερέψουν

Κάποτε
Φτερούγιζαν οι άγγελοι
Τα ουράνια ευφραίνονταν
Κεντούσα χρυσοκλωστές
Με τα λεπτεπίλεπτα αγνότητας δάχτυλα
Και τα λουλούδια άνθιζαν
Γέμιζε μυρωδιά το σπίτι
Περπάτησα τόσο πολύ στο όνειρο
Που θαρρώ δεν ξύπνησα ποτέ
Σε αυτό το κάστρο κατοικώ
Στην γνώριμη παντοτινή ασφάλεια

Θέλω να κλάψω έως τον θάνατο
Τόσο επιθύμησα την ηρεμία
Τόσο επιθύμησα την καθαρότητα

Θέλω να κλάψω έως τον θάνατο
Να κλάψω για όσα πόθησα
Δεν μου επέτρεψαν οι άγνωστοι να ζήσω

Να κλάψω έως τον θάνατο
Της εξιλέωσης
Γιατί ο κόσμος είναι αφόρητα ανήθικος
Για να τον ζήσω
Είναι αφόρητα μοναχικός να τον διαβώ

2

Και ήρθαν κι έφαγαν
Ήπιαν ουσία των όλων
Ρουφούσαν έως το μεδούλι
Αχόρταγα οι βάρβαροι
Και κρέμασαν ψυχές μετέωρες
Κάρφωσαν το σώμα στην οικία την προσωρινή
Την πίστη εκφόβισαν
Τις σάρκες φυλάκισαν
Εγκλώβισαν της διαύγειας το φως, του νου
Δοκίμασαν να αρρωστήσουν τον άνθρωπο
Ψυχή τε και σώματι
Οι βάρβαροι
Που κλίνη δεν έχουν να σκύψουν προσκύνησης
Αυτοί, αιώνιοι λαθρεπιβάτες
Μηδενισμός στο σημείο του κύκλου
0
Τεχνολογία υλιστική τεχνογνωσίας
Απεταξάμην

Οι σκουριές στους χρόνους χωνεύτηκαν

Στο βάθος απέμειναν απλάνευτοι γεύτηκαν της αλήθειας το φως
Ως οι άριστοι, όσοι, εκλεκτοί των αιώνων!

Μην μας του κύκλους τάραττε
Τις αποφάσεις έχουμε από την γέννησή μας
Είμαστε Έλληνες
Είμαστε λίγοι
Όσοι χρειάζονται
Άτλαντες να γυρίζουν την γη
Κι όσο υπάρχουμε θα υπάρχετε

Δάκρυσε η Παναγιά εφέτος
Μόνη και έρημη απόκοσμη
Συγχώρεση θα δώσει ο Χριστός

3

Και…
Χάσαμε, σε μια στροφή
Χάσαμε, ολάκερη την ζωή

Χωρίς επιστροφή
Χωρίς αποσκευές να ακολουθούν

Στερέψανε τα δάκρυα
Πάγωσε το κορμί
Καρδιά μου δεν χτυπάς
Φωνή δεν εισακούεσαι, εδώ

Διάλυση απόλυτη, ολοκληρωτική

Στο ενδιάμεσο κάτι μας ξέφυγε
Σιωπή στα στόματα που δεν ένιωσαν
Του πένθους την απόγνωση

Χάσαμε
Χάσαμε κάτι χρόνια που ονειρεύτηκαν για εμάς
Τα πάντα γκρίζαραν

Όχι!
Τα όνειρα σε μια στιγμή άνοιξαν τα στεντόρεια φτερά
Όχι δεν χάσαμε
Το σώμα αποκοιμήθηκε
Όχι δεν χάσαμε ψυχή
Χτυπάμε αιώνια στις ορκισμένες φλέβες!

4

Έζησα
Πριν τον θάνατο έζησα
Σκιές μην ομιλείτε γλιστρούσατε σαν φεγγαρένιες νύχτες
Μαύρο σχοινί ισορροπούσε χρόνια
Διογκωμένα καλώδια τροφοδοτούσαν συχνούς επώδυνους παλμούς
Κι αυτά τα αρχαία σύρματα
Οι σκουριές σκόνταφταν πάνω
Βήματα ίχνη άφηναν με ακαθαρσίες
Τις πρόσαψαν όλες οι δότες
Ακριβοδίκαιοι συχνοί επισκέπτες
Πέτρωσαν στου ουρανού μιαν άκρη
Μοναχικά της ντροπής τα σαρκία των κάποτε.

Έζησα
Της προδοσίας το ποτήρι ολάκερο ήπια
Ποτέ δεν απάντησα
Μόνο αποχώρησα και στην μνήμη αθάνατα έγραψα
Του ψεύδους όλα τα κεράσματα να κουβαλώ
Όχι αιώνια φορτία
Κουβαλώ τις αποφυγές της ντροπής τους
Παρακάμπτοντας την επανάληψη.

5

Είδα απελπισμένους σε μια στροφή πριν τον γκρεμό
να παίρνουν τρένα διαφυγής για το καλό
κι έπειτα στα δικά τους τρένα να επιστρέφουν
μοναχικοί επιβήτορες να ουρλιάζουν
για ότι δεν κάλπασαν ποτέ.

Είδα αρρωστημένους εξουσιαστές να βιάζουν,
κι ύστερα το βλέμμα τους στην ηδονή χανόταν.
Την άλλη μέρα το πρωί φορούσαν την γραβάτα . . .
Κι οι σωληνώσεις έσταζαν αίμα,
έφτυναν αίμα νέοι άνθρωποι.

6
Ζωή στα αίματα
Μνήμα αιώνιο
Έθαψαν την ψυχή
Έθαψαν την ψυχή αναφώνησαν!

Υποκριτές φαρισαίοι
Ποδοπατήθηκαν οι ρίζες
Μια ελιά σε ύψωμα
Στους καιρούς ευδοκίμησε την ξηρασία

Στο διαμέρισμα διαμελίστηκε
Άγνωστο πλάσμα
Ποτέ δεν ταυτοποιήθηκε
Η απουσία
Ήταν αγνώμονες οι ειδήμονες
Η νεκροψία απέτυχε

Μάταια όλα
Οι άνθρωποι κοιτούν χώμα
Πάψαν σ’ ουρανούς να ανταμώνουν

Η προσευχή δεν αναπνέει
Τα τσιμέντα έχουν τις ίδιες ρωγμές
Το έδαφος δεν υποχώρησε ποτέ
Άξιο λόγου

Την τραγικότητα ο ποιητής δεν θα αποδώσει
Πρόφτασε χθες το βράδυ ο πάντοτε
Με ένα κέρμα κάτω από τη γλώσσα ταξίδεψε

Στην σκεπή κραυγές
Κόρακες κοράκων μάτια βγάζουν
Αίμα που δεν μετάλαβε…

Η νύχτα σιωπηλή, αραχνοΰφαντο μετάξι μαύρο ο ουρανός

Κλαίει αλογικά κάποια, κάπου, κάποτε
Όνειρα
Τα αιμοπετάλια μπαμπά μου ολιγοζωούν χαμήλωσαν το βλέμμα
Αίματα αίματα μάτωσε
Το πιο όμορφο βρέφος

Κι εσύ γλυκιά μανούλα νανουρίζεις το μωρό σου μέχρι σήμερα
Ποτέ δεν κουράστηκες στα ψιθυρίσματα

Και εγώ στο μπαλκόνι καλοκαίρι φώναζα το όνομά σου
Πάει καιρός
Στο ματωμένο ίδιο μπαλκόνι που
Φώναζα το όνομά σου
Χάσαμε το πιο όμορφο, εγώ μας

Στάχτη στ’ ουρανού τα θεμέλια
Που οι άγγελοι ζήλεψαν
Και ο φόβος γίνηκε αλήθεια

Και εσύ γλυκιά μου νανουρίζεις στοργικά το μωρό σου μέχρι σήμερα
Μάνα γλυκιά, αιώνια δική μου μάνα.

7
Αντάμωσα τον ουρανό της νύχτας.

Στα ταξίδια του μυαλού με παρέσυρες πάλι.
Ω έρωτα που ξεπροβάλλεις απ' το βουνό.
Αγέρωχος, ψηλός, αιώνιος.
Ο ήλιος μου έκλεινε το μάτι,
καθώς στο φως του έψελναν ύμνους
για την αφεντιά μου.
Γυρίζω την πλάτη, αναζητώ το φεγγάρι.
Τον σύντροφο τον βραδινών μου ονείρων.
Αυτόν που χρόνια με έχει δέσει με μαγεία.
Που ερωτεύτηκα τα παιδιά του,
άστρα φωτεινά της ζωής που καρπώθηκα.
Τα πήρα στην αγκαλιά μου, στοργικά τα φίλησα,
κι αυτά τυλίχτηκαν γύρω μου,
φωτοστέφανο λαμπρό.
Με στέψαν βασίλισσα του ουρανού,
στο πάντρεμα με τον πατέρα τους.
Στη μεγάλη γιορτή του ουρανού,
λαμπρές τιμές μου δώσαν.
Γονάτιζαν μπροστά μου θεϊκές υπάρξεις,
και εγώ μετέωρη να κοιτώ τα παιδιά μου.
Μια λαοθάλασσα αστεριών στα πόδια μου.
Εξαίσια πλάσματα του ουρανού,
καρποί φυλακισμένοι στο γυναικείο σώμα μου,
προϋπάρχατε προτού την γέννησή μου.
Φωτοστέφανο αγγέλων στα μαλλιά
που φτάναν ως την μέση μου.
Και τα λουλούδια της νύχτας,
μ' έλουζαν, με τ' άρωμά τους.
Η ομίχλη τύλιγε το σώμα μου φορώντας,
το λευκό φόρεμα της αγνότητας, της αφθαρσίας
και η υγρή μου φύση το είχε μόνιμα νοτισμένο
με την σκέψη τη δική σου και μόνο.
Ο ήχος της φωνής σου μεθυστικός, άκρως ερωτικός,
προετοίμαζε την ιεροτελεστία.
Στο χρυσό δωμάτιο του ουρανού σου το πρώτο βράδυ μας.
Δυο στιγμές που αιώνια χαράζουν την αφοσίωση μιας ζωής.
Όταν εκρήγνυται ο ουρανός με την γη,
η ένωση καρπούς θα φέρει αιώνιους.

8

Δεν θα θυμάσαι.

Πόσο γλυκά και αθόρυβα
το φως της μέρας φεύγει.
Κάθε βράδυ στα μάτια,
σ’ αφήνει ένα φιλί.
Μια ολονύκτια δέηση!
Κι ύστερα, η αυγή
με μια καρδιά ελπίδα, σε βρίσκει.
Ξημέρωσε αύριο πολλά Θεέ,
να βρουν, τα γηρατειά τις προσευχές.

9

Μονόλογος του έρωτα, πέρα από την πόλη.

Ένας μεγάλος έρωτας γεννήθηκε.
Κάπου στου χρόνου τις ρωγμές
θα αποδοθεί σπουδαίος.
Ίσως μια πλάνη του μυαλού,
σαν άλλης εποχής
υπάρχει αγάπη!

Και το αύριο ξημερώνει
σε μια πόλη γκρίζα
κι ημέρα θεριεύει
τα ονειροσκορπίσματα.
Τούτη η πόλη
είν’ μοναχική.
Γεμάτη ανέραστα πλάσματα
που καρτερούν τις νύχτες
μιαν αγάπη απροσδιόριστη,
που απλά, δεν ονειρεύτηκαν ποτέ.
Μοναχικοί επιβήτορες
στην γκρίζα πόλη νυχτοπερπατητές,
πίσω δεν άφησαν σημάδια.
Μπαίνουν στο πιο πλησιέστερο
του εγώ τους μπαρ,
για να ψωνίσουν αγάπη.
Αγάπη…
Που χάθηκες αγάπη
στης πόλης τη βουή
δεν σ’ αφουγκράζονται
τα πλάσματα της πλάνης,
μέσα σε μπαρ κοινών βρώμικων χνώτων
ποτίστηκαν αλκοολικές ηδονές.
Σκύβεις το κεφάλι ηττημένος.
Τ’ όνειρα στο μαξιλάρι μεταλαμβάνουν
της μοναξιάς το εγώ
που σ’ έχει εγκαταλείψει εδώ και χρόνια.

Μήπως η αγάπη καρτερεί
το φως της μέρας;
Μια διάφανη υπόλευκη μαγεύτρα
που χρυσοστόλιστες ακτίνες
υφαίνουν τ’ όνειρα;
Τις νύχτες σ’ ονειρεύομαι,
τις μέρες Επιθυμώ να σ’ έχω!

Κι ακούω μιαν αγάπη.
Που η καρδιά χτυπά δυνατά,
όχι σαν τ’ άλλα βράδια,
που ονειροσκορπίζονται
στης πόλης την απαίσια βοή.

10

Η ιστορία της γοργόνας - Ο ύμνος της γοργόνας.

Μες την καυτή σου έρημο οδηγήθηκα.
Γοργόνα δροσερή, ρημάχτηκα στην αφυδάτωση.
Στην μοναξιά, στην απελπισία όπου με έθαψες,
έψαχνα μες την άμμο να βρω
χαμένους θησαυρούς που δεν υπήρχαν.
Μες στην καρδιά μου σφραγισμένο
μυστικό το όνομά σου.
Όταν μ’ αναζητούσαν αιθέριες υπάρξεις,
να μου προσφέρουν τα όσα δεν φαντάστηκες ποτέ.
Πυξίδα στην καρδιά η αγάπη μου,
μες την καυτή σου έρημο οδηγήθηκα.
Τους κόκκους έβλεπα μαργαριτάρια της ψυχής.
Την αφυδάτωση την βάφτισα αγάπη.
Με έλουσα με τις χούφτες με την ξερή καυτή σου άμμο,
έως ξύπνησα απ’ τον εφιάλτη λουσμένη στον ιδρώτα.
Λυτρώθηκα!
Στα δικά μου υγρά μονοπάτια σεργιανίζω.
Της ψυχής καρπώνομαι τα αθάνατα καλούδια.
Οι σταγόνες της βροχής προσδιορίζουν την υγρή μου φύση.
Κάθε σταγόνα ένα χαμένο όνειρό μου, σιγοτραγουδώ.
Είμαι εθισμένη απόλυτα.
Ο έρωτάς μου για σένα αθεράπευτος.
Σε θέλω, σε επιζητώ.
Στα νερά σου καθρεφτίζομαι.
Το φθαρτό μου σώμα φαντάζει θεσπέσιο
καθώς χιλιάδες αστέρια λαμπυρίζουν
στον τρελό χορό της νύχτας του έρωτα.
Προαιώνια θηλυκή, άκρως ερωτική ονειρική φύση.
Λατρεμένη ποθητή θάλασσα!

Βιογραφικό σημείωμα

Η Τσερτεκίδου Παναγιώτα γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη. Σήμερα ζει στην Κατερίνη. Είναι στο Δ.Σ. της Ένωσης Συγγραφέων Πιερίας, είναι μέλος της Αμφικτυονίας Ελληνισμού και της Π.Ε.Λ. Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών. Γράφει ποίηση από μικρή ηλικία, έχει στην συλλογή της παιδικά και εφηβικά ποιήματα. Ποίησή της έχει δημοσιευθεί σε Λογοτεχνικά Περιοδικά και εφημερίδες στην Ελλάδα καθώς και Ιταλία στην Λογοτεχνική Παγκόσμια Εφημερίδα INTERNATIONAL POETRY NEWS με παράλληλες κριτικές για το ποιητικό της έργο. Το βιβλίο Ποίησης «Μια αιωνιότητα θα περιμένω την στιγμή σου» είναι το πρώτο της πνευματικό παιδί και εκδόθηκε Νοέμβριο του 2014 από τις εκδόσεις ΟΣΤΡΙΑ.Το δεύτερο βιβλίο της είναι σε ποίηση όλη η ζωή του μεγάλου ζωγράφου Γιώργου Τζιόκα «Γυναίκα αέναη πηγή έμπνευσης» όπου είναι σε ποίηση οι πίνακες και οι δυο μεγάλες συνεργασίες του ζωγράφου με τον Μάνο Χατζιδάκι «Το χαμόγελο της Τζοκόντα»  και τον Οδυσσέα Ελύτη «Άξιον Εστί». Εκδόθηκε τον Ιούνιο του 2016 από τις εκδόσεις ΟΣΤΡΙΑ και στην Ιταλία τον Δεκέμβριο του 2016 σε δίγλωσση έκδοση Ελληνοιταλικά από τον εκδοτικό οίκο EDIZIONI UNIVERSUM.Τον Δεκέμβριο του 2016 κέρδισε στην Ιταλία το «Gran Premio di Poesia Internazionale» (Μεγάλο Διεθνές Βραβείο Ποίησης). Τον Φεβρουάριο του 2018 κέρδισε στην Ιταλία το βραβείο  «Poeta dell'Anno 2017» (Ποιήτρια της χρονιάς 2017).Προτάθηκε το βιβλίο από τον Ιταλό εκδότη και κατατέθηκε στην Ιταλική επιτροπή για το Νόμπελ 2018.Το δεύτερο βιβλίο της «Γυναίκα αέναη πηγή έμπνευσης,Ποίηση για τον ζωγράφο Γιώργο Τζιόκα» έχει μεταφραστεί το 2020 στα Αγγλικά από τον σπουδαίο Έλληνα Ιωάννη Γεώργιο Χειμωνάκο.

 

Έννεπε Μούσα,Ιστότοπος ποίησης και μουσικής

 

Έννεπε Μούσα

Έννεπε Μούσα!
Για τους εραστές της ποίησης και της στιχουργικής!
Για προβολή γνωστών κι άγνωστων δημιουργών!
Για επικοινωνία μέσα από έργα αγαπημένα!
Έννεπε Μούσα!
Με όχημα την πένα, το ταξίδι, τ’ όνειρο!!!

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση, αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική ή κατά παράφραση ή διασκευή ή απόδοση του περιεχομένου του παρόντος διαδικτυακού τόπου ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ με οποιονδήποτε τρόπο, ηλεκτρονικό, μηχανικό, φωτοτυπικό ή άλλο, χωρίς την προηγούμενη γραπτή άδεια της διαχειρίστριας.

Βρείτε το βιβλίο:
https://www.ianos.gr/
https://www.protoporia.gr

Τα Cookies βελτιώνουν την απόδοση της σελίδας μας. Δεν αποθηκεύουμε προσωπικές σας πληροφορίες. Μας επιτρέπετε να τα χρησιμοποιούμε;