Σήμερα θα σας παρουσιάσω την ποιήτρια Βασιλεία Οικονόμου. Η καλεσμένη μου έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές. Η πρώτη που τιτλοφορείται "Το Υπόλοιπο της Αφαίρεσης ",συμπεριλήφθηκε στην τελική λίστα υποψηφίων για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου στην ποίηση του περιοδικού «ο Αναγνώστης». Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες. Μαζί με τον ποιητή Θάνο Γώγο,είναι συνεκδότρια του λογοτεχνικού περιοδικού "Θράκα" . Η ποίησή της κινείται στις ράγες του υπερρεαλισμού. Αξιοποιώντας πρωτότυπες μεταφορές , ζωντανές εικόνες και μια γλώσσα εκρηκτικά ευαίσθητη και τολμηρή, δημιουργεί συναισθηματικούς κραδασμούς. Η γραφή της δεν είναι παλ αποχρώσεων,φλερτάρει συνήθως με το κόκκινο της συγκίνησης. Ο ρυθμός του λόγου της είναι ασθματικός,γεγονός που αυξάνει τη φόρτιση της ψυχής και προκαλεί εγρήγορση του νου. Θα συναντηθούμε μαζί της μέσα από δέκα πολύ ενδιαφέροντα ποιήματά της!
.Μαθήματα γλώσσας
Να μιλάς όμορφα
έλεγε η μάνα μου
Μου μάθαινε να λέω
Ατέρμονος
Ευπροσήγορος
Προσηνής
Είναι δύσκολες αυτές οι λέξεις;
Τώρα, δοκίμασε να πεις,
Αντίο
*
Μάνα,
μου λείπει
το σκληρό σου στήθος
Χαϊδεύω το δικό μου
μα μένω πάντα νηστική
Αν δε χωράω ολόκληρη στα χέρια σου
κόψε
και κράτα μόνο το κεφάλι μου
Πνίξε τα μάτια μου στο γάλα
Να κλάψω με παράφορη αθωότητα
Θα σε πληρώσω θα
Με όλα μου τα δόντια
Μάνα,
το παραδέχομαι
νοσταλγώ
τον απόλυτο τρόπο
που σε έτρωγα εγώ
κι όχι εσύ
εμένα
*
Γενέθλια
Έχω μια κόρη αγέννητη
που ευτυχώς δε μου μοιάζει
Είναι χυδαία
Είναι σκληρή
Είναι ακριβώς όπως πρέπει
Δε με χρειάζεται
Δε μ’ αγαπάει
Με ξέρει από πριν
Την κουβαλάω στο στήθος μου
Την περιφέρω
Την κρύβω
Τη νανουρίζω τα βράδια πίνοντας
Και τη φιλώ στο στόμα
Σα να την αγαπώ
Σα να 'ναι δική μου
Σα να 'ναι στ’ αλήθεια
Αυτή γυρίζει πλευρό και φτύνει
Μου το χρωστάει που
δεν της έδωσα πόδια να φύγει
Μου το χρωστάει που
δεν της έδωσα φωνή να με βρίσει
Μα έτσι
έχω μια κόρη αγέννητη
που δε θα πεθάνει
ποτέ
*
Ψαλμοί
Ο φασισμός της λογικής
μας ανεβάζει στην ταράτσα
Η ανατολή έγινε μια περιστροφή
Νόμισμα ενοχής
εξαγόρασε τα κίνητρα
Υπάρχουν νόμοι
-δεν είμαστε ζώα-
Υπάρχουν υπόνομοι για όσα δεν καταπίνονται
Γρυλίζει κάτω απ’ το στέρνο
κάτι
-υπάρχουν χάπια γι’ αυτό-
Δε φαίνεται
μ’ αυτά τα ρούχα
μ’ αυτά τα λόγια
Μου αναλογούν περισσότερα γείτονα
Είμαι αγελαίος γι’ αυτό δεν μετακόμισα αν και
δεν είμαστε ζώα
-φυσικά
Έχουμε σχολεία
-δεν είμαστε ζώα-
Έχουμε βόθρους για τα σκατά -Σώπα!
Πυρώσανε τα μάγουλα
Στην πυρά ο άλλος
Οποιοσδήποτε άλλος
Καμαρώστε τ’ αμίλητα παιδιά μας
Αργούν πολύ να περπατήσουν πια
Τα φιλιά δίνονται συγχωροχάρτια
στα ραμμένα χείλη του δικού μας γιου
Πιστεύουμε στη μοίρα γι’ αυτό
θα σκίσουμε και θα ράψουμε αλλιώς τις παλάμες του
Πώς τολμάτε κύριε
να διακόπτετε για ένα κρακ;
Σπάνε οι καρδιές
σιγά την πρωτοτυπία
Αν θέλετε λιμοκτονήστε κρυφά
Όμως προτού καταρρεύσετε
γδυθείτε
να σας αγιογραφήσουμε.
*
Η νεαρή χιλιετία γνωρίζει ήδη πολλά σκοτεινά παραμύθια.
Aπό νωρίς πήρε να βρέχει φωτιά και σώματα. Μια βροχή βαριά και πώς ειδωθήκαμε μέσα στο πυκνότερο σκοτάδι του κόσμου;
Μου γνέφεις σε μια γλώσσα ερωτική που δεν αναγνωρίζω. Σίγουρα κάποια μελλοντική διάλεκτος.
«Μπορούμε ακόμα ν’αγαπήσουμε», λες, «μέσα σ’ αυτόν τον ήσυχο πόλεμο».
*
Aπόψε ειμαι σκύλος
αν είσαι γάτα
κι αυτό δε θα σημαίνει περισσότερα
απ’οσα ήδη εννοούνται
Όμως μη μπερδευτείς και
πιστέψεις στην πίστη μου
Σε προκαλώ
να πιστέψεις στη γλώσσα μου
που παραμένει επίμονη
Να πιστέψεις στα δόντια μου –προειδοποιώ
και σίγουρα
να μην πιστέψεις την ουρά μου
Φρόντισε ν’ αποφεύγεις μεταφράσεις
της σταθερότητας του ύψους
ή της ακρίβειας του ρυθμού
-δεν έχει να κάνει με την ευτυχία
Σε προκαλώ να πιστέψεις στην πείνα μου
και πάνω απ’ όλα
πίστεψε
στην πηγαία
ζωώδη μου
πρόθεση
να κοιμηθώ
στα πόδια σου
*
Από τότε που έμαθα να μετράω άρχισα να φοβάμαι τους αριθμούς
-οτιδήποτε άπειρο εξαντλείται στον άνθρωπο-
«Σκέτη τρομοκρατία» , είπες.
Η άνοιξη με βλέμμα αφέντρας σηκώνει τον κόσμο ψηλά·
ὀμως το χιόνι, έχει αγκαλιά φιλεύσπλαχνη γι’ αυτούς που πέφτουν.
*
Σιμόν
μάζεψε την ποδιά
-άσε τα πιάτα βρεγμένα -
Δεν θέλω τίποτα στεγνό
σ’ενα δωμάτιο μαζί σου
Έλα να δούμε αγκαλιά
τα πλοία που βυθίζονται στο νεροχύτη
Τα μικρά νεκρά μας ψάρια
έτσι οπως συνωστίζονται
στο σιφόνι
Λες να υπάρχει ένας παράδεισος, Σιμόν;
Κάτω απο τις τρυπούλες
του μετάλλου
Ένας παράδεισος γεμάτος σαπουνάδες
κι απορρυπαντικά
με άρωμα μήλου
Κι ίσως καθάριζα μια και καλή, Σιμόν
αν γλιστρούσα κι εγώ με τα ψάρια
Αν καβαλούσα ένα καράβι
και ονόμαζα δική μου
την υπόγεια αυτή πόλη
Σκέψου Σιμόν, ο καφές που έφτιαχνες όσο εγώ βιαζόμουν να φύγω
να επιστρέφει κολυμπώντας σ’ εμάς
μ’όλη του την πικρή θαλπωρή
Α Σιμόν όλα
-κι ίσως κι εγώ-
αξίζουν κάποτε
μια δεύτερη
ευκαιρία
*
Το νόμιζα δικό μου αυτό το σώμα
Περπατούσες αργά
Τα βήματα ελαφρά στο μαρμάρινο στρώμα
όλο πλησίαζαν και πλησίαζαν εκεί που σε περίμενα
στην άκρη του ξύλου και του σίδερου
στο βαμβάκι και τα ελατήρια
που συγκρατούσαν κι αυτά ένα σώμα
άλλο
Κι όλο ερχόσουν
με εισιτήρια στις σχισμές του κορμιού και η Αθήνα
ήταν μονάχα ένα πέρασμα και το δωμάτιο
ένας διάδρομος αεροδρομίου αφού
όταν ξαπλώναμε έβλεπες ήδη στο ταβάνι
μιαν απογείωση
άλλη
Ενώ εγώ είχα το βλέμμα στραμμένο κάτω
Εκεί που είμαι μεγάλη εγώ
μπροστά στις μυρμηγκοφωλιές και τη σκόνη
Αγνοώντας το βάθος και το ύψος
τις επερχόμενες πτήσεις σου
την επερχόμενη πτώση μου
Τόσο αφελής
που ακόμη νόμιζα
δικό μου
αυτό το σώμα
*
Στη γέφυρα της Βαρσάουερ τα κρεμασμένα λουκέτα των ερωτευμένων δεν μπορούν να συγκρατήσουν τα διερχόμενα τρένα .
Στάθηκα εδώ ψηλότερα, κι έδιωξα με το χέρι το σύννεφο.
Ο κόσμος- λίθινη εποχή κι εποχή του σιδήρου
Ο κόσμος- τα μάτια μου μεγάλωσαν δυο νούμερα
Ο κόσμος- ράγες απέραντες
Ράγες απέραντες και χαλίκια
Βιογραφικό σημείωμα
Η Βασιλεία Οικονόμου γεννήθηκε το 1983 στον Πειραιά. Η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Το Υπόλοιπο της Αφαίρεσης» (εκδ. Γκοβόστης) εκδόθηκε το 2015 κα συμπεριλήφθηκε στην τελική λίστα υποψηφίων για το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου στην ποίηση του περιοδικού «ο Αναγνώστης». Το δεύτερο βιβλίο της "Εφήμερα ζώα"(εκδ.Θράκα),κυκλοφόρησε το 2018. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, κροατικά και σλοβένικα.Από το 2019 είναι επίσης συνεκδότρια του λογοτεχνικού περιοδικού Θράκα μαζί με τον ποιητή Θάνο Γώγο.