Σήμερα, στη στήλη "Στα βαθιά" έχω προσκαλέσει την ποιήτρια Αναστασία Υφαντίδου. Η φιλοξενούμενή μου ζει στην Καστοριά. Ακολούθησε σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, ενώ κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο στη Δημιουργική και Λογοτεχνική Συγγραφή. Είναι μέλος των Ελλήνων Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος. Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές, ενώ ποιήματά της έχουν συμπεριληφθεί σε ανθολογίες. Άρθρα και ποιήματά της φιλοξενούνται σε εφημερίδες κι ηλεκτρονικούς ιστότοπους. Έργα της έχουν βραβευθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Η ποίησή της είναι υπαρξιακή, λυρική και συχνά εξομολογητική. Ο λόγος της είναι πλούσιος, χυμώδης, γλαφυρός, ζωηρός. Η πένα της ζωγραφίζει τα βαθύτερα αιτήματα της ψυχής, τις εποχές των σχέσεων , τον χρόνο που φεύγει κι όλα τα ανθρώπινα. Θα τη γνωρίσουμε μέσα από δέκα πολύ όμορφα ποιήματά της!
Κλειστόν λόγω φυγής
Τα δύσκολα δεν με φόβισαν ποτέ
τα ψεύτικα με τρόμαξαν μονάχα
σκηνές θεάτρου παραλόγου
μια να νομίζω πως είμαι πρωταγωνιστής
και μια κομπάρσο να με βάζουν
στο παρασκήνιο δεν στάθηκα ποτέ
ούτε κλεφτά κοίταξα απ’ της αυλαίας τις κουρτίνες
ηθοποιός δεν έγινα, ούτε σκηνοθέτης
πού ανήκα;
στο κοινό
να παρατηρώ τον θίασο κρεμασμένη
σπασμένες σιαγόνες, γυάλινα μάτια θρυμματισμένα
κι ένα γρανιτένιο δάκρυ που εξοκέλλησε στην απανθρωπιά
μια τραγωδία μια κωμωδία
το έργο τους δεν ανέβηκε ποτέ
ήταν μεγάλο το κόστος της αξιοπρέπειας
κλειστόν λόγω φυγής.
Δανδελίων
Σε κοιτάζω και βλέπω έναν άγνωστο
σε κάθε άγνωστο εσένα βλέπω
ήλιους έψαχνα σε δρόμους καμένους
μια κάπνα σάβανο φωτός τους σκέπασε
υγρό το έδαφος πάω να σε πιάσω μα γλιστράω
κι όλο ξεμακραίνεις σαν ανάμνηση παιδική
κι όμως κάθε θύμηση το άρωμά σου μυρίζει
όπως το ξεραμένο χώμα πάντα ευωδιάζει με την βροχή
είναι που την περιμένει καρτερικά
τα λόγια σου ψιθυρίσματα στης νύχτας τα άναστρα κάστρα
η φωνή σου φυσήματα της μέρας σ’ έναν δανδελίωνα μοναχικό
όσα κι αν μου 'πες τα πέταλά μου σκόρπισαν στον αέρα
σαν Πηνελόπες ταγμένες σ’ έναν Οδυσσέα άπιαστο
ο κορμός μου ξεράθηκε πληγιασμένος, ανήμπορος, ασκέπαστος
κι όσες ζωές αν ζήσω εσένα πάλι θα διαλέγει η ψυχή
για να βρω έστω μία να ζήσω μαζί σου
Πυξίδα
Πυξίδα σκουριασμένη
προορισμός το πουθενά
προσανατολισμός κανένας
καθοδηγητής το τίποτα που ωρύεται
ένα μελάνι κόκκινο το παρελθόν
μαύρο καράβι πειρατικό το μέλλον
και το παρόν ουράνιο τόξο γκρι, αδιάφορο
οι νύχτες μου παιδικές
τα πιο σκοτεινά χρώματα σκεπάζομαι
αφού το φως που μ’ έλουζε μια ψεύτικη λάμπα σε δανεικό δωμάτιο
τάχα με προφύλασσε από φαντάσματα και τέρατα της νύχτας
τη μέρα τα γνώρισα όλα
απ’ τις φλέβες μου ρουφούν οξυγόνο και δροσίζονται
εθισμένοι στην ηδονή του σαδισμού
αποχαυνωμένοι στην εξουσία του βασανιστή
όσα κομμάτια κι αν σπάσει το δέρμα δεν χορταίνουν
γεμίζουν το ποτήρι σου οξύ φρεσκοτρυγημένο
βάζω κι εγώ τις σάρκες μου, τα κόκκαλα, τα νύχια, τις κραυγές μου
στρώνω τον δρόμο τους πιο εύκολος να γίνει
Η Πασχαλιά μου
Μέρες , χρόνια στον σταυρό απάνω
οι ίδιοι κι ίδιοι Ιούδες κλώθονται στην Γεσθημανή μου
μια προσευχή καρτερούσα στων Ελαιών την αγωνία
περίμενα ως την τελευταία στιγμή η μοίρα μου ν’ αλλάξει
γραμμένη πριν γεννηθώ, μου χαμογελά χαιρέκακα
δεν έμαθες ακόμη σαν να λέει
ένα φιλί μου την χάραξε, την έκαψε σαν κέρινο φυτίλι
κι ίσως γιατί είναι Άνοιξη κάθε μου σταύρωμα πονάει παραπάνω
υπέμεινα τους χειμώνες μου και το καλοκαίρι δεν έρχεται ποτέ
δεν κατάφερα να τους συγχωρέσω
μακρύς ο δρόμος της προδοσίας
χάθηκα στους καλοστημένους παράδρομους
το τετέλεσται περιμένω τελικά
για να ξημερώσει και για μένα μια κάποια ανάσταση!
Απλωτές
Ο αγώνας διεκόπη
ώρα μηδέν ξανά
το βλέμμα σπρώχνω μακριά με κόπο
με φόβο μπορεί
όπως το παιδί
που τρομάζει στην αυλή του σχολείου
αγώνας κάθε επόμενό του βήμα
κατάφερε να την οργώσει όλη
ένα καμπαναριό αντικρίζω
το σήμαντρο διαλαλεί πως κάτι πέθανε, κάτι θα γεννηθεί ξανά
χτυπούν τα φτερά των πουλιών στη λίμνη
αποχαιρετιστήρια κι εναρκτήρια πτήσης μαζί
δεν έμαθα ποτέ υπόγεια κολύμβηση
καθαρές οι απλωτές μου.
Χαρταετός
Πολλοί της ζωής μου οι χαρταετοί
κάθε χρόνο κι ένας
τις Απόκριες δεν κατάφερα ποτέ να αποφύγω
να μου μείνει το παιχνίδι μόνο, η χαρά
πολύχρωμοι στα νιάτα μου
ξεθώριαζαν με τα χρόνια
ένας απόμεινε σε μια αποθήκη κλειδωμένος
σκισμένη η άκρη του
χωρίς ουρά τα πετάγματά του
μόνο η πίστη του τον κράταγε στα σύννεφα
και μια πεποίθηση αθώα
πως σαν όλους τους χαρταετούς
έχει κι αυτός στον ουρανό δικαίωμα
Πρόδρομοι του Φθινοπώρου
Σπάργανα λέξεων στερεμένα από όνειρα
ίσα που γεννιούνται κι αμέσως πεθαίνουν
το ενδιάμεσο δεν ζουν
τα δύο άκρα της ύπαρξης μονάχα
απογεύματα Ιούνη άδεια από ζωή
έναν δρόμο από μελάνι ψάχνω να κολυμπήσω
γέμισε πλαγκτόν η λίμνη μου
τα νερά της στάσιμα μες την καλοκαιριά
σε άμμο θολερή κοιμάμαι
έχω έναν Ιούλη κίτρινο να χορέψω
έναν γλυκύ πορτοκαλί Αύγουστο να νανουρίσω ακόμη
ως να 'ρθει ο φυλλοπόλεμος Φθινόπωρος
και να ξεπλύνει τις ηλιοκαμένες μου πληγές
μήνες κρυφτήκανε στο πιο δυνατό μου γέλιο!
Ο βασιλιάς της ζούγκλας
Πριν σε δω σε νιώθω
εντοπιστής η καρδιά
πιάνω το χέρι σου αδέξια ίσα να δείξω την γενναία
ότι δήθεν δεν φοβάμαι τη φωτιά
δεν εστιάζω στο βλέμμα σου
τρέμω μη δω αγάπη
αποστρέφω το δικό μου
σαν φύλλο ξερό που θα 'σπαγε αν κυλούσε πάνω του μια σταγόνα νερού
πόσο όμορφη η αδιαφορία του κορμιού σου
το πρόσωπό σου παγωμένο έλεγε "Φεύγω"
το σώμα σου ζωγράφιζε «όχι»
η ψυχή σου ούρλιαζε "θέλω"
αν η αγάπη είναι λιοντάρι
οι φόβοι μας σκαντζόχοιρος που το τρομάζει
αγκαθωτός βασιλιάς νικητής σε μια ζούγκλα νιώθω.
Σφηκοφωλιά
Ο πράσινος λόφος που κυλιόνταν τα παιδιά γέμισε αγριάδες
κανένα δεν παίζει τριγύρω να τον ξεχορταριάσει, να μαδήσει μαργαρίτες
να φυσήξει δυνατά μια πικραλίδα
να σκορπίσει το χνουδωτό της φόρεμα στον αέρα
οι γειτονιές που αλαλάζαμε παίζοντας κρυφτό, κυνηγητό αδειάσανε
σιωπή φύτρωσε στους δρόμους, στα σπίτια, στις αυλές
οι κήποι άσκαφτοι, αφύτευτοι
οι τοίχοι μουχλιασμένοι, κανένας κάθε Άνοιξη να τους ασπρίσει
μια μπάλα ξεφούσκωσε σε μια γωνιά χρόνια τώρα αφημένη
τα κεραμίδια που στήναμε να παίξουμε τζαμί, μαυρίσανε και σπάσανε
τα φρούτα σάπισαν στα δέντρα πάνω
κανένας να σκαρφαλώσει στην κερασιά
να βάλει ένα διπλό κεράσι σκουλαρίκι
το περίπτερο που παίρναμε μπαλόνια, σοκολάτες, παγωτά
λίγα τσιγάρα του 'μειναν για γέρους που σέρνουν την ανάσα τους στο
πεζοδρόμιο της ζωής
οι εκκλησιές χωρίς ψαλμό, κεριά λιωμένα παγωμένα
ούτε ένας προσκυνητής απ’ έξω να περάσει έστω
στην Μητροπόλεως, στην Καλλιθέα, Γράμμου, Πέτρα και στενά
άδειες σπασμένες σταματούρες
οι μηχανές των γουναράδων έσβησαν για πάντα
πού πήγαν όλοι;
τα παιδιά γιατί σώπασαν;
γιατί οι κραυγές τους γεμίζουν χώρες ξένες
πόλεις αλλοτινές
αφού η δική μας έγινε σφηκοφωλιά
μέσα της τσιμπιές πονάνε το κορμί μας
όνειρα νεανικά που όνειρα απόμειναν ως το τέλος της διαδρομής μας
Πυγολαμπίδα
πυγολαμπίδα στη μέρα
δεν φαίνεσαι
λάμπεις κανένας δεν το ξέρει
τρομάζεις στο φως νυχιές το δέρμα σου γεμάτο
ποθείς σκοτάδι
φοβάσαι μη σε καταβροχθίσουν
την αφάνεια σκεπάζεσαι
κάποιες στιγμές μόνο νοσταλγείς
βράδυ γύρω απ’ τη φωτιά να πας και να χορέψεις
να παίξεις με την πυροστιά
να λικνιστείς τη νύχτα
το κόκκινο να κάψει να καεί
υγρή φλόγα να γεμίσεις
βρέχει δάκρυα
μουλιάζουν τα φτερά σου
στη μέρα που’ σαι ασφαλής
στη μέρα που είσαι ίδια με τους άλλους
εκεί που η στιγμιαία λάμψη σου βλέμμα δεν θα πλανέψει
καμιά ανάσα δεν θα χάσκει κρατημένη για το επόμενό σου βήμα
εκεί πυγολαμπίδα μου γιατί ο κόσμος τους φωτεινούς δεν τους αντέχει.
Βιογραφικό σημείωμα
Η Αναστασία Υφαντίδου γεννήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 1979. Κατάγεται από την Καστοριά. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων και είναι κάτοχος μεταπτυχιακού στην Δημιουργική και Λογοτεχνική Συγγραφή του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας. Είναι μέλος των Ελλήνων Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος. Τον Ιανουάριο του 2021 εκδόθηκε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Ήσυχοι Θόρυβοι» από τις εκδόσεις Κομνηνός. Τον Σεπτέμβριο του 2023 η δεύτερη ποιητική συλλογή της «Κάθαρση» από τις εκδόσεις ΑΩ. Άρθρα της δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες και ηλεκτρονικούς ιστότοπους. Στο Pontosnews,gr με τίτλο «Κόκκινο το ποτάμι, κατακόκκινο» καθώς και στο fouit.gr με τίτλο «Όλοι είμαστε Οδυσσέας». Ποιήματά της έχουν φιλοξενηθεί στο Culturebook, Fractal και Μανδραγόρας. Συμμετέχει σε δύο ποιητικές ανθολογίες πανελλήνιων διαγωνισμών ποίησης. Το ποίημά της «Παιδί στην Σμύρνη» έλαβε έπαινο στον 8ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Λογοτεχνίας από την Εταιρεία γραμμάτων και Τεχνών Πειραιά ενώ το ποίημά της «Το μοιρολόι των δέντρων» έλαβε επίσης έπαινο στον 18ο Διεθνή Λογοτεχνικό Διαγωνισμό Ποίησης και Πεζογραφίας της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδας με θέμα την Μικρασιατική Καταστροφή.