Η προσκεκλημένη μου ποιήτρια, λέγεται Δήμητρα Αγγέλου κι είναι από την Αθήνα. Σπούδασε Βιολογία. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές. Για την πρώτη της συλλογή, που τιτλοφορείται "Στάζουν μεσάνυχτα", τιμήθηκε με το βραβείο "Μαρία Πολυδούρη". Η ποίησή της είναι ευαίσθητη και τολμηρή, σαν τρυφερή κραυγή. Στα ποιήματά της παίζουν κυρίως δυο πρόσωπα,το πρώτο ενικό πρόσωπο, στον ρόλο της αφηγήτριας-εξομολογήτριας και το δεύτερο ενικό, στον ρόλο του αποδέκτη του μηνύματος. Ο παραλήπτης μοιάζει να είναι κάποιος κοντινός άνθρωπος,γεγονός που προκαλεί οικειότητα στον αναγνώστη. Η γραφή της περιεκτική, με καλοδιαλεγμένες μεταφορές και ζωντανές εικόνες, υποβάλλει συγκίνηση. Ο λόγος της , άμεσος και στακάτος, χτυπά κατευθείαν στη ρίζα του θέματος, πετυχαίνει με τη μία τον στόχο. Είναι ζυγισμένος και δεν περισσεύει τίποτα. Θα γνωρίσουμε καλύτερα τη λογοτέχνιδά μας, μέσα από έντεκα ξεχωριστά ποιήματά της!
*************************
Απρόσκλητε επισκέπτη της νύχτας
Σε καλωσορίζω στο σκοτάδι μου
Θα λείψω λίγα λεπτά
Θα βάλω έναν πιο άνετο εαυτό
Κι ένα πιο δυνατό ποτό
Βολέψου
Εδώ είναι το σπίτι σου
Έχει όλα τα κομφόρ καθώς βλέπεις
Και προπαντός
Έχει ησυχία
Βολέψου
Στα αναπαυτικά μου ξύλινα πατώματα
Τι καθησυχαστική η μυρωδιά του ξύλου!
Από εκεί βλέπει κανείς τον ουρανό
Βλέπεις τον ουρανό;
Αυτόν δεν ήθελες;
Για εσένα άνοιξα τόσες τρύπες
Για εσένα βρέχομαι και κρυώνω
Για εσένα απρόσκλητε με ρήμαξα έτσι
*************************
Στο όνειρό σου φύτευες λουλούδια
Στο όνειρό μου τα σκότωνα
Κάνει κρύο
Δεν μπορώ να έρθω
Ακόμη και να έρθω
Δε θα έρθω
Ούτως ή άλλως δε θα έρθω
Γιατί με καλείς να έρθω;
Σου σκότωσα τα λουλούδια
Ακούς;
*************************
Αφήνω τον εαυτό μου να διαλέξει ένα πρόσωπο για σήμερα
Πρέπει να είναι ένα πρόσωπο πρόθυμο
Φοβάμαι την επιθυμία μου
Ν’ αφήσω όλα τα πρόσωπα εδώ
Να περιπλανηθώ γυμνή έξω
Σε ποιον να εκτεθώ και πώς;
Τι θα μπορούσε να δει από εμένα;
Τι να καταλάβει;
Ούτε φωνή θέλω
Θα τις αφήσω κι αυτές εδώ
Ένα βουβό και σκοτεινό εγώ
Που παρατηρεί με απόλυτη εσωστρέφεια
Κοιτάει χωρίς καμία πρόθεση
Και κλαίει από μακριά
«Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο καιρός»
Σκέφτομαι και χαμογελώ
Όχι πολύ ειλικρινά
Θα συγκατατεθεί ο καιρός και θα μάθουμε να χωράμε
Και να ζούμε στους εαυτούς μας
Ο χώρος γι’ αυτούς είναι εδώ, γαμώτο.
Για την ώρα κάθομαι οκλαδόν πάνω στην καρέκλα του γραφείου
Ακούω όμορφη μουσική
Και ζουλάω κατά διαστήματα με το δάκτυλό μου
Κάποια προνύμφη τρέλας
Δεν πρέπει να τις αφήνεις να μεγαλώνουνε
*************************
Παλιά είχα ένα όνειρο ζωντανό
Είχα ένα μικρό παιδί, δικό μου
Μα δεν το μεγάλωνα όπως έπρεπε
Το άφηνα ελεύθερο
Να πηγαίνει όπου θέλει
Να παίζει μ’ ό,τι θέλει
Να βάζει τα χέρια στη φωτιά
Τα μάτια του στο φως
Να τρώει χώμα – και μάλλον
Πρέπει να έλεγα πολλά παραμύθια
Παίζαμε μαζί κρυφτό
Τρομάζαμε τον Θεό στις εκκλησίες
Μια μέρα έπεσε απ’ τις σκάλες του σπιτιού
Σκοτώθηκε
Κάναμε τα αεροπλάνα
Είχε το γέλιο σου
Κι όταν έπεφτε ακόμη
Είχε το γέλιο σου
Πήρα για πάντα την ηλικία του
Ήταν το μόνο που μου άφησε
Έτσι τιμώ τη μνήμη του παιδιού μου
Και γερνάνε και πεθαίνουν
Περιμένοντας να μεγαλώσω
Με αυτό το γέλιο σου
*************************
Τόσο κρύο για ποιον το μάζευες;
Σε παρακαλώ δώσε το σ’ εμένα
Ο φούρνος θα γίνει κλίβανος
Μέσα του θα καις τα πτώματά σου
Από τον φούρνο μικροκυμάτων θα ενημερώνεσαι
Στην τηλεόραση θα ζεσταίνεις τον κώλο σου
Ο καθρέπτης θα γίνει άνθρωποι
Η ντουλάπα θα γίνει το σπίτι σου
Εκεί μέσα θα κοιμάσαι
Το σπίτι σου θα γίνει ο κόσμος
Εκεί μέσα θα κάνεις τις βόλτες σου
Θα γνωρίζεις καινούργιους ανθρώπους
Που ήδη υπάρχουν
Και θα σπρώχνεις στο στομάχι σου πολύχρωμα δισκία πίστεως
Αυτό θα σου γουργουρίζει ικανοποιημένο
Μέχρι να τα κακαρώσεις ήσυχα και όμορφα
μες στην ντουλάπα
Από υπερβολική δόση πίστεως
Μια μέρα που ο καθρέπτης θα ’ναι άδειος
*************************
Γέμισαν τον κήπο σκιάχτρα
Για να διώχνουν τα πουλιά
Σκιάχτρα υπνοβάτες
Τρομακτικά
Με φωνές και πόδια
Βρήκα ένα κομμάτι όνειρο απάτητο
Ξάπλωσα επάνω
Έγδυσε τις πλάτες μου
Ο αέρας γύριζε τις σελίδες που φύτρωναν
στο στήθος μου
Σελίδες λευκές
Πόσο ψηλά πετάνε τα πουλιά! Φώναζα με τη φωνή
Πόσο ψηλά! Φώναζα με τα μάτια
Είσαι καλά; με ρώτησε ένα σκιάχτρο
Τι καλά;
Τι στο διάολο είναι το καλά;
Είμαι ψηλά!
*************************
όλη του η ζωή, σκέφτηκε, πέρασε όπως εκείνη η στιγμή
όπου καθισμένος στην πλατεία στο παγκάκι
δίσταζε να ρωτήσει τα πουλιά
τι είναι αυτό που τραγουδούν
*************************
θάλασσά μου
θάλασσα
υπογλώσσια θάλασσα
με τα μαύρα σου χέρια
αφήνεις τ’ αλμυρό σκοτάδι σου
κάτω από τη γλώσσα
θα σε δω στον δρόμο να περνάς
με εκείνο που μου υποσχέθηκες να φοράς φουστάνι;
μεγάλωσαν πια τα χέρια μου
έγιναν κουπιά
σ’ άδειο αέρα οι αφροί μου
έλα!
*************************
ω μητέρα, δεν με διάλεξες
αν με είχες διαλέξει, η κοιλιά σου θα ήταν όστρακο
κι εγώ, ακόμη εκεί
ω μητέρα
πάντα μπερδεύω την ανάμνηση του εαυτού που είχα τότε
με τις φωνές των γλάρων που σπαν τον πλακούντα της θάλασσας
για να ’ρθουν τα κύματα σε μας
μου λείπει η καθαρότητα του ασχημάτιστου
μητέρα
*************************
θέλω να γίνω άνθρωπος για σένα
να αναπνέω κανονικά όταν με φιλάς
να είμαι ο κύριος της φωνής μου όταν σου μιλώ
να μπορώ να κοιμάμαι μαζί σου
να ντύνω τα μάτια μου να μη κρυώνουν
όταν δε με κοιτάς
να είναι η καρδιά μου από αίμα και στη θέση της
να μη κοχλάζει παράνοια στ’ αυτιά
τις καμπάνες, τις καμπάνες σκέψου!
θέλω να γίνω άνθρωπος για σένα
να το θέλω πολύ
μα να φοβάμαι πως αν γίνω
το φεγγάρι δε θα είναι επικίνδυνο
κι εσύ δεν θα το αγαπάς
*************************
στον Άγγελο
η μνήμη του παίζει με τα σαλιγκάρια
αυτός που δεν πρόλαβε να μετανιώσει για τίποτε
οι άγγελοι είναι πλάσματα που δεν ξεχνούν
έτσι κάθε νύχτα κατεβαίνουν στον τάφο του
με τα φτερά τους χαράζουν απαλά το πρόσωπό του
σχηματίζοντας ρυτίδες
αφήνουν λίγα λευκά πούπουλα στα μαλλιά του
να μεγαλώνει μέσα στον χρόνο και αυτός
Βιογραφικό σημείωμα
Η Δήμητρα Αγγέλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1984. Σπούδασε Βιολογία στο πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές «Στάζουν Μεσάνυχτα» εκδ. Μελάνι 2013, η οποία έλαβε το Βραβείο «Μαρία Πολυδούρη», «Χέρια Παλίρροιας» εκδ. Γαβριηλίδης 2015, «Σπασμένα Άλογα» εκδ. Γαβριηλίδης 2017 και «Ημερολόγια Μελισσιού» εκδ Σμίλη 2020.