Σαν σήμερα, στις 23 Ιουνίου 2005, μας αποχαιρέτησε ο σπουδαίος Μανόλης Αναγνωστάκης. Θ' ακούσουμε έξι μελοποιημένα ποιήματά του!
Δεν έφταιγεν ο ίδιος
Ποίηση: ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
Μουσική: ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε
η εποχή, τα βάρη, οι συνθήκες
κι άλλοι την πάθανε που τότε είπαν το ναι
και δεν ακούσανε των παλιών τις υποθήκες.
Τάχα η θέλησή σου λίγη
τάχα ο πόνος σου μεγάλος
η ζημιά ήτανε στο ζύγι
πάντα φταίει κάποιος άλλος.
Καλά καλά ποιο είναι το κέρδος, ποια η ζημιά
ποιος να το πει δεν ξέρει
το βέβαιο ήτανε πως κάτι δεν πήγε καλά
δεν έφτασε όπου ονειρεύτηκε το χέρι.
Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε
κι οι άνθρωποι γεμάτοι είναι τώρα απαιτήσεις
αφού σήμερα δε θά 'λεγε το ίδιο το ναι
τώρα περίσσεψαν η σύνεση και η κρίση.
η εποχή, τα βάρη, οι συνθήκες
κι άλλοι την πάθανε που τότε είπαν το ναι
και δεν ακούσανε των παλιών τις υποθήκες.
Τάχα η θέλησή σου λίγη
τάχα ο πόνος σου μεγάλος
η ζημιά ήτανε στο ζύγι
πάντα φταίει κάποιος άλλος.
Καλά καλά ποιο είναι το κέρδος, ποια η ζημιά
ποιος να το πει δεν ξέρει
το βέβαιο ήτανε πως κάτι δεν πήγε καλά
δεν έφτασε όπου ονειρεύτηκε το χέρι.
Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε
κι οι άνθρωποι γεμάτοι είναι τώρα απαιτήσεις
αφού σήμερα δε θά 'λεγε το ίδιο το ναι
τώρα περίσσεψαν η σύνεση και η κρίση.
Κι ήθελε ακόμη
Ποίηση: ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
Μουσική: ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ
Ερμηνεία: ΜΑΡΙΑ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ
Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει
όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα,
έβλεπα τώρα πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε, δείχνετε πληγές, αλλόφρονες στους δρόμους.
Τον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σαν σημαία
καρφώσατε σ’ εξώστες, με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα.
Η πρόγνωσή σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.
Εκεί, προσεκτικά σε μια γωνιά μαζεύω με τάξη,
φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο.
Κρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους, στολίζω
με τα κομμένα κρανία τα παράθυρα, πλέκω
με κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω
όρθιος και μόνος σαν και πρώτα περιμένω.
όμως εγώ δεν παραδέχτηκα την ήττα,
έβλεπα τώρα πόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε, δείχνετε πληγές, αλλόφρονες στους δρόμους.
Τον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σαν σημαία
καρφώσατε σ’ εξώστες, με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα.
Η πρόγνωσή σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.
Εκεί, προσεκτικά σε μια γωνιά μαζεύω με τάξη,
φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο.
Κρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους, στολίζω
με τα κομμένα κρανία τα παράθυρα, πλέκω
με κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω
όρθιος και μόνος σαν και πρώτα περιμένω.
Ίσκιοι βουβοί
Ποίηση: ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
Μουσική :ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ
Ίσκιοι βουβοί αραγμένοι στη σκάλα
μάτια θολά που κράτησαν εικόνες θαλασσινές
κύματα με τη γλυκιάν αγωνία στην κάτασπρη ράχη
γυμνός κυλίστηκα μέσα στην άμμο μα δεν υποτάχτηκα.
Και δεν αγάπησα μόνον εσένα που τόσο με κράτησες
όπως αγάπησα τα ναυαγισμένα καράβια με τα τραγικά ονόματα
τους μακρινούς φάρους, τα φώτα ενός απίθανου ορίζοντα.
μάτια θολά που κράτησαν εικόνες θαλασσινές
κύματα με τη γλυκιάν αγωνία στην κάτασπρη ράχη
γυμνός κυλίστηκα μέσα στην άμμο μα δεν υποτάχτηκα.
Και δεν αγάπησα μόνον εσένα που τόσο με κράτησες
όπως αγάπησα τα ναυαγισμένα καράβια με τα τραγικά ονόματα
τους μακρινούς φάρους, τα φώτα ενός απίθανου ορίζοντα.
Ήτανε νέοι
Ποίηση: ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
Μουσική: ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
Οι δρόμοι ήταν σκοτεινοί και λασπωμένοι
το πιάτο στο τραπέζι λιγοστό,
το φιλί στο κατώφλι ήταν κλεφτό
και έρωτες μέσα στις καρδούλες κλειδωμένοι
Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να 'ναι και καλή σοδειά
Τα βράδια ξενυχτούσαν στα υπόγεια,
και σβάρνα ολημερίς στις γειτονιές
αχ! τα σοκάκια εκείνα κι οι γωνιές
σφιχτά που φυλάξαν τα τίμια λόγια
Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να 'ναι και καλή σοδειά
Δεν ξέρανε πατέρα, μάνα σπίτι, μάνα σπίτι
έναν δε δίναν για το σήμερα παρά
δε ρίχνανε δραχμές στον κουμπαρά
δεν κράταγαν μεζούρα και διαβήτη
Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να 'ναι και καλή σοδειά
το πιάτο στο τραπέζι λιγοστό,
το φιλί στο κατώφλι ήταν κλεφτό
και έρωτες μέσα στις καρδούλες κλειδωμένοι
Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να 'ναι και καλή σοδειά
Τα βράδια ξενυχτούσαν στα υπόγεια,
και σβάρνα ολημερίς στις γειτονιές
αχ! τα σοκάκια εκείνα κι οι γωνιές
σφιχτά που φυλάξαν τα τίμια λόγια
Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να 'ναι και καλή σοδειά
Δεν ξέρανε πατέρα, μάνα σπίτι, μάνα σπίτι
έναν δε δίναν για το σήμερα παρά
δε ρίχνανε δραχμές στον κουμπαρά
δεν κράταγαν μεζούρα και διαβήτη
Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να 'ναι και καλή σοδειά
Μες στην κλειστή μοναξιά μου
Ποίηση: ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
Μουσική: ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ
Ερμηνεία: ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΝΔΗΣ
Μες στην κλειστή μοναξιά μου
έσφιξα τη ζεστή παιδική σου άγνοια
στην αγνή παρουσία σου καθρέφτισα
τη χαμένη ψυχή μου
εμείς αγαπήσαμε
εμείς προσευχόμαστε πάντοτε
εμείς μοιραστήκαμε το ψωμί
και τον κόπο μας
κι εγώ μέσα σε σένα
και σ’ όλους.
έσφιξα τη ζεστή παιδική σου άγνοια
στην αγνή παρουσία σου καθρέφτισα
τη χαμένη ψυχή μου
εμείς αγαπήσαμε
εμείς προσευχόμαστε πάντοτε
εμείς μοιραστήκαμε το ψωμί
και τον κόπο μας
κι εγώ μέσα σε σένα
και σ’ όλους.
Ουρανός και δάσος
Ποίηση: ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
Μουσική: ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ερμηνεία: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΠΑΛΙΑΤΣΑΡΑΣ
Πρώτα να πιάσω τα χέρια σου
Να ψηλαφίσω το σφυγμό σου
Ύστερα να πάμε μαζί στο δάσος
Ν’ αγκαλιάσουμε τα μεγάλα δέντρα
Που σε κάθε κορμό έχουμε χαράξει
Εδώ και χρόνια τα ιερά ονόματα
Να τα συλλαβίσουμε μαζί
Να τα μετρήσουμε ένα ένα
Με τα μάτια ψηλά στον ουρανό σαν προσευχή.
Το δικό μας το δάσος δεν το κρύβει ο ουρανός.
Δεν περνούν από δω ξυλοκόποι.
Να ψηλαφίσω το σφυγμό σου
Ύστερα να πάμε μαζί στο δάσος
Ν’ αγκαλιάσουμε τα μεγάλα δέντρα
Που σε κάθε κορμό έχουμε χαράξει
Εδώ και χρόνια τα ιερά ονόματα
Να τα συλλαβίσουμε μαζί
Να τα μετρήσουμε ένα ένα
Με τα μάτια ψηλά στον ουρανό σαν προσευχή.
Το δικό μας το δάσος δεν το κρύβει ο ουρανός.
Δεν περνούν από δω ξυλοκόποι.