Θα δούμε το κείμενο " Με σίδερο μασίφ στα δόντια" της Καλλιόπης Ι.Δημητροπούλου!
Με σίδερο μασίφ στα δόντια-ΚΑΛΛΙΟΠΗ Ι.ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ
"Γυναίκα ήταν και κοίταζε φεγγάρια Πανσελήνου". Τούτον τον στίχο ψαύοντας, του ποιητή Βαρβέρη, ρίχνω τα μάτια μου στο πεδίο των μαχών. Παντού σταυροί και πάθη. Αλληγορία οι άγ(ρ)ιες απώλειες.
Φέτες το φεγγάρι πασχίζει, να μας κερνά από ψηλά ψαλμούς και μύρα. Νεογιλά δοντάκια ιπτάμενα, τρίζουν, κατρακυλούν από τη φάτνη του τη νεογέννητη. Κτερίσματα νηπενθή, σαν κασκαντέρ, γκρεμίζονται από τη χάση του. Μια υποψία ερέβους πάντοτε παρούσα στην πανσέληνο.
Όλοι οι νυχτερινοί ίσκιοι, σαν δράκοι απρόσκλητοι, επισκέπτονται τα σπήλαια του μυαλού μας από τα μισάνοιχτα παράθυρα του σκότους και ουρλιάζουν τόσο που τρομάζει κι ο Θεός. Άλλοτε δυο δυο σαν ακμαίοι εραστές στη δίνη της βροχής, κι άλλοτε πάλι, μοναχικά, στεγνά κι αθόρυβα σαν αλλόκοτη μυσταγωγία. Μηρυκάζουν τα χνώτα μας, γλείφουν τις ανοιχτές πληγές μας. Τις μολύνουν και χώνονται κάτω από τα κρύα υπνοσέντονα της ζωής μας.
Κάθε που ένα αστέρι λιώνει αστραπιαία στο σύμπαν κι αφήνει την ουρά του στο στερέωμα, τρέμουν σύγκορμοι οι δαίμονες, βγάζουν μικρές φλογίτσες απ' το στόμα και σαρώνουν τον ύπνο μας λαθραία. Στρογγυλοκάθονται αναπαυτικά στο μαξιλάρι μας και ραχατεύουν στα δύσβατα όνειρά μας. Αυτόπτες μάρτυρες η αφελής μας η συγκατάβαση και τα νυχτοκάματα της θλίψης μας. Λειψή, γυμνή η ζωή, δίχως ενδύματα και μύρο, θυσιάζει και τον Κάιν και τον Άβελ της για να ξεχειμωνιάσει.
Ένα κεράκι τόσο δα μεσουρανεί κι αναλαμβάνει την Ανάσταση. Ανάβει τα καντήλια της ζήσης, βάζει λαδάκι στις πληγές της κι αποκοιμίζει τα σκληρά σκοτάδια. Ρίχνει φωτιά στα πένθη κι ασπάζεται συντετριμμένο το θαύμα της μοιραίας λύτρωσης.
Ξέρει καλά το φως: Για να ριζώσει σώμα με ψυχή θέλει βαθιές τις ρίζες του το νενικήκαμεν.
Καλλιόπη Ι. Δημητροπούλου