Άλλο ένα καλογυαλισμένο διαμάντι στο συρτάρι του ποιητή Γιώργου Μπαρμπέρη. Ψάχνει "Διανυκτερεύον φως" να το φωτίσει!
Διανυκτερεύον φως-ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΡΜΠΕΡΗΣ
Νύχτες νυκτών εγχόρδων
ανασκάπτουν τη μνήμη
και ξορκίζουν τον θάνατο.
Ιδού η λίμνη της φωτιάς
κι όσοι δε βρέθηκαν γραμμένοι
στο βιβλίο της ζωής.
Απ’ το παλιό σιδερένιο κρεβάτι
μ’ ένα ορφανό χαμόγελο
ριγμένο πρόχειρα στο πρόσωπο
η μορφή του πατέρα μου
εκλιπαρεί λίγο φως.
Μετέωρες σταγόνες δακρύων
εναλλάσσονται με αίμα.
Αίφνης το σώμα ενθυμείται.
Η Άννα
στα σκαλιά του υδραγωγείου
Η Μέρυλιν
στο εφηβικό δωμάτιο
Η Άλκηστη
με το κόκκινο στα μάγουλα
Η μάνα μου
μ’ ένα λυγμό στα γόνατα.
Συνοικιακά φροντιστήρια
Εμπύρετα σαββατόβραδα
Ανώνυμοι έρωτες
Επώδυνοι εραστές
Λέξεις αλεξίλυπες.
Έπειτα η Ρωξάνη
σε πρόχειρα καταλύματα.
Υποσχέσεις αιωνιότητας,
γέλια και κλάματα
μιας μικρής τριανταφυλλιάς.
Αργότερα η σοδειά της λύπης.
Ο πατέρας, σα να μην υπήρξε ποτέ,
η αυστηρότητα των μνημάτων,
η ανταρσία των αισθήσεων.
Τα θέλω και τα πρέπει ξιφομαχούν,
η χαρά δηλώνει μεταμέλεια,
η ζωή λογοκρίνει τα όνειρα
και ο χρόνος αμείλικτος
φυλλορροεί αναιδώς.
Στην πόλη των Μυκηνών,
φιλοξενούμενη του Αγαμέμνονα,
η Ωραία Ελένη ορκίζεται στην Αφροδίτη
ότι δεν πλάγιασε ποτέ της με τον Πάρι,
επικαλούμενη τη μαρτυρία του Ευριπίδη.
Στα περίχωρα της Σπάρτης
γέρων, κατάκοιτος, ο Μενέλαος
αναλογίζεται τον ανώφελο πόλεμο
και εξομολογείται στην κόρη του
ότι ο ίδιος δε συμφώνησε ποτέ
να γίνει η εκστρατεία.
Είχε, πολύ πριν την απαγωγή,
αποφασίσει να χωρίσουν.
Ήχος γλυκός από βιολί
νυχοπατεί στις πλάτες των αιώνων
και μου χτυπά το τζάμι.
Τυφλός ο βιολιστής ακολουθεί
σηκώνει το δοξάρι του
και δείχνει το λαιμό μου.
Στη διάθεσή σου, απαντώ
και τρέχω μες στη νύχτα
να βρω διανυκτερεύον φως.
Ευχαριστώ τον ποιητή Γιώργο Μπαρμπέρη για την προσφορά του ποιήματός του για δημοσίευση στο ΕΝΝΕΠΕ ΜΟΥΣΑ.