Θα γνωρίσουμε ένα σατιρικό ποίημα από τον Κερκυραίο ποιητή Στυλιανό Χρυσομάλλη. "Πως επλάσθηκε η γυναίκα"!
Πως επλάσθηκε η γυναίκα-ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΧΡΥΣΟΜΑΛΛΗΣ
Όταν ο Διάολος-λέει μια φυλλάδα-
τη Γυναίκα βουλήθηκε να πλάσει
στοχάσθηκε, για να 'χει πιο γλυκάδα,
με μέλι και με γάλα να τη φτιάσει.
Τα ζύμωσε λοιπόν κι ο Διάολος έκαμε
το πλάσμα Εκείνο που τον κόσμο εξέκαμε.
Κι αφού τέλειωσε τ' όμορφο κεφάλι
Που 'χε ζυμώσει με τόση φροντίδα,
εσκέφθηκε τι μάτια να της βάλει
για να πιάσει τον Άνδρα στην παγίδα .
ασήκωσε ψηλά τότε τα χέρια
κι από τον ουρανό πήρε δυο αστέρια.
κι ήσαν τα πιο λαμπρά, τα πιο αναμμένα
απ' όσα λαμποφέγγαν στον αιθέρα
κ' εφαίνονταν επίτηδες πλασμένα
να θαμπώσουν τον πρώτο μας Πατέρα.
κι από τότε θαμπώνουν και σταυρώνουν
όλους εκείνους που τα καμαρώνουν.
Αλλ' ο Διάολος που 'χε πολλή βιάση,
το πλάσμα του κι αυτός να καμαρώσει,
για την κακή μας μοίρα είχε ξεχάσει
στο μυαλό της να της βάλει και τη γνώση.
κ' έφθανε ολίγη, πολύ ολίγη...τόση...
πώς να σας πω...μιανού κοκόρου γνώση!
Αχ! κι αν την είχε ως σπόρο από σινάπι,
χαρά σ' εμάς, χαρά στην Οικουμένη,
στον κόσμον θα βασίλευεν η αγάπη
κι όλοι θα 'μαστε τώρα ευτυχισμένοι.
αλλ' εζήλεψε εδώ τέτοιαν ειρήνη,
η Τύχη...μουρλοθήλυκο κ' εκείνη!
Για την κακή μας τύχη τη μεγάλη
ο Διάολος, π' ο Διάολος να πάρει!
στα στήθη της καρδιά δεν είχε βάλει,
γιατί του 'λειψε ξάφνου το ζυμάρι.
κ' επειδή δεν μπορούσε άλλο να φτιάσει,
σχεδόν απ' τη χολή του πήγε να σκάσει.
Κ' είδ' ένα γούλο τότε εκεί σιμά του
που σαν καρδιά φαινότανε στ' αλήθεια.
το σήκωσεν αμέσως από κάτου
και για καρδιά της το 'βαλε στα στήθια.
κ' έτσι οι Γυναίκες όλες μ' όμοια μέτρα
έχουνε για καρδιά κομμάτι πέτρα.
Πηγή: "Ποίησις και πεζογραφία της Επτανήσου", Εκδόσεις Δαίδαλος,1980