Σαν σήμερα, στις 7 Αυγούστου 1921 έφυγε ο κορυφαίος Ρώσος ποιητής Αλεξάντερ Μπλοκ. Θα δούμε το ποίημά του "Στις βορεινές αμμουδιές"!
Στις βορεινές αμμουδιές-ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΜΠΛΟΚ
Το μάταιο λεξιλόγιο εμένα δε μ' αρέσει
με τις ερωτικές φράσεις και λέξεις:
"Είσαι δικός μου" "Σ' αγαπώ" "Δική σου πάντα"!
Σκλάβος δε θέλω να 'μαι. Εγώ κοιτάζω
την όμορφη βαθιά μέσα στα μάτια
κι έτσι της λέω : "Απόψε θα 'ρθεις.
Αύριο μην πεις. Απόψε θέλω.
Και φέρε μου αν μπορείς, μια νέα τρέλα.
Αυγή θα φύγω, για να πάω να γράψω".
Είν' η ψυχή μου απλή. Την έχει θρέψει
θαλασσινός αγέρας και των πεύκων
η ρετσινάτη μυρωδιά. Και είναι
από τις ίδιες αυλακιές σημαδεμένη
που 'ναι κ 'η σικαλόχρωμη μορφή μου
που 'χει τη χλωμοσκότεινη ομορφάδα
των κρύων ακτών και των πελάγων.
Έτσι μπροστά στα σύνορα σκεφτόμουν
της Φινλανδίας, τα λόγια μου ξηγώντας,
παράδοξα, στα πράσινα τα μάτια
των άσπρων Φινλανδέζων. Κ' ήταν
γύρω γαλήνη. Πλάι στην προκυμαία
κάπνιζε τραίνο έτοιμο να φύγει.
Ρώσος τελωνοφύλακας τεμπέλης
σ' αμμουδερό λοφάκο το' χε στρώσει.
Από κει δα μιαν άλλη γη αρχινούσε
κι αμίλητη μια ορθόδοξη εκκλησία
την ξένη άγνωστη χώραν εκοιτούσε.
Έτσι σκεφτόμουν. Κ' ήρθε τότε κείνη
με μάτια κόκκινα απ' τον ήλιο και την άμμο
και στάθη στην κατηφοριά. Και τα μαλλιά της
υγρά σαν και των πεύκων το ρετσίνι
πέφταν στους ώμους της γαλάζιο κύμα.
Με σίμωσε. Σταυρώθηκε το άγριο
το βλέμμα της με τ' άγριο το δικό μου.
Γέλασε δυνατά και μου πετάει μια χούφτα
άμμο χρυσή και χλόη ξεριζωμένη.
Και πήρε δρόμο, τρέχοντας. Κ' εχάθη
καλπάζοντας σαν μια ταραντοπούλα.
Πίσω της τότες έτρεξα, κ' οι φτέρες
μου γδέρνανε σκληρά το πρόσωπό μου.
Τα δάχτυλά μου μάτωσαν, σκιστήκαν
τα ρούχα μου. Μα εγώ δε σταματούσα.
Έτρεχα κι ούρλιαζα σα 'να θηρίο
φωνάζοντάς την, κ' ήταν η φωνή μου
ήχος κεράτου. Μα αφήνοντας εκείνη
χνάρια αμυδρά στην ευκολόθρεφτη άμμο,
χάθη μες στα πυκνά και μαύρα ελάτια.
Στην άμμο κείτομαι κι ασθμαίνω τώρα.
Μα μες στα κόκκινά μου μάτια
κείνη γελά και τρέχει τρέχει ακόμα,
γελούν ακόμα τα χλωρά μαλλιά της,
γελούν τα πόδια της, κι ως τρέχει,
γελά στον άνεμο το φόρεμά της.
Στην άμμο τώρα κείτομαι και λέω:
σήμερα νύχτα θα 'ναι, κι αύριο
νύχτα ξανά. Μα εγώ δε φεύγω.
Εδώ θα μείνω μέχρι να την πιάσω
σαν μια λαφίνα σε καρτέρι, ωσότου,
η με κεράτου αχό βαθιά φωνή μου
το δρόμο θα της κόψει. Μα και τότε
δε θα της πω: "Δική μου. Είσαι δική μου",
αν δε μου πει εκείνη πρώτα:
"Είμαι δική σου! Είμαι δική σου!"
Μετάφραση: Ρίτα Μπούμη Παπά
Πηγή: Νέα παγκόσμια ποιητική ανθολογία Ρίτας Μπούμη-Νίκου Παππά, Εκδόσεις Διόσκουροι