Σαν σήμερα, στις 23 Φεβρουαρίου 1821, αποδήμησε στη Ρώμη ο Άγγλος λυρικός ποητής Τζον Κιτς,στα είκοσι πέντε του χρόνια. Θα δούμε ένα από τα πιο γνωστά του ποιήματα,το "Σε μιαν ελληνική υδρία"! Αγαπούσε την κλασική αρχαιότητα κι αυτό αποτυπώνεται στο έργο του!
Σε μιαν ελληνική υδρία-ΤΖΟΝ ΚΙΤΣ
Ανέραστη κι ανέγγιχτη Νύφη,Συ,της Γαλήνης
που η Σιωπή σε βύζαξε κι αργός σ'έθρεψε ο Χρόνος,
Ιστορικέ,που πιο γλυκά απ'το στίχο μου,έτσι μόνος
μιαν ιστορία απ'τους αγρούς γεμάτη ανθούς ξεχύνεις.
Ποιος θρύλος μέσ'στα στέφανα των φύλλων σου φαντάζει
θεών,θνητών,ή και των δυο; Είναι τα Τέμπη ή κάμποι
της Αρκαδίας; Άντρες ποιοι και ποιος θεός που λάμπει
είναι μπροστά μου; Τάχα αυτές τις κόρες τι τρομάζει;
Σαν τι να κυνηγούν τρελά; Τι αγώνα θεν να φύγουν;
Τι αυλοί είναι και τι τύμπανα; Σε ποιαν έκσταση σμίγουν;
Οι μελωδίες που ακούς γλυκές. Μα αυτές που δεν ακούμε
είναι γλυκύτερες.Λοιπόν εμπρός αυλοί αρχινάτε.
Μα μη λαλείτε για τ'αυτιά που φαίνονται. Αντηχάτε
στο νου μας ακριβότερους σκοπούς που δε γρικούμε:
Ομορφονιέ,δε δύνεσαι το τραγούδι ν'αφήσεις
κάτω απ'τα δέντρα,μήτε αυτά της γύμνιας να'βρει ο δρόμος.
Ερωτεμένε,κι αν τολμάς ποτές δε θα φιλήσεις,
κι ας είσαι δίπλα στο σκοπό.Μα μη πικραίνεσαι όμως
τον πόθο σου α δε χαίρεσαι κ'η νιότη της δε σβήνει.
Για πάντα συ θε ν'αγαπάς κι όμορφη θα'ναι εκείνη.
Καλότυχα,καλότυχα κλαδιά! Τα φύλλα κάτου
να πέσουν δε μπορούν ποτές ή το έχε γεια να πούνε
στην άνοιξη. Καλότυχε συ μελωδέ! Κυλούνε
σκοποί νέοι πάντα απ'τον αυλό στ'άπαρτο λάλημά του.
Κι αγάπη πιο καλόμοιρη και τρισευτυχισμένη!
Πάντα θερμές,πάντα χαρές θα τάζεις,καρδιοχτύπι
θε να σκορπάς κι η νιότη σου ποτές δε θ'απολείπει.
Όλα τα πάθη της ζωής τα ξεπερνά σα βγαίνει
η φλόγα σου που τις καρδιές με πίκρες τις χορταίνει,
φωτιά στάζει στα μέτωπα, τη γλώσσα αποξεραίνει.
Τούτοι που για θυσία παν ποιοι να'ναι; Ω Ιερέα,
σε ποιο χλωρό βωμό οδηγάς αυτό το νιο δαμάλι
με τα μεταξωτά πλευρά,που έχουν στεφάνια βάλει,
όπου βογγάει,λες μείρεται την ώρα τη μοιραία;
Ποια πόλη σε βουνό χτιστή κάν σ'όχτο ή σ'ακρογιάλι
μ'ολόρτη μιαν ακρόπολη σε ειρηνεμένους τόπους
την ιερή τούτην αυγή στέκει άδεια απ'τους ανθρώπους;
Και,ω πόλη, πάντοτε η σιγή θα σέρνεται η μεγάλη
στους δρόμους σου,μήτε ψυχή καμιά θε να γυρίσει
το πως μένεις πανέρημη ποτές ν'ανιστορήσει.
Χαίρε,αττικόν ενσάρκωμα! ωραία αρμονισμένο
με των μαρμάρινων αντρών και παρθένων τη γέννα
με καλοσκάλιστα κλαδιά και χόρτα πατημένα.
Σ'άκρη,σαν να'σουν το άπειρο,στη σκέψη σου δε βγαίνω,
βουβή μορφή. Άσμα βοσκού σε παγωμένα στήθια!
Τα γηρατιά τη γενιά τούτη σα φαν,θα μένεις
και σ'άλλων μέσα συμφορές παρηγοριά,σαν κραίνεις
φίλος πάντα στον άνθρωπο: "η ομορφιά είναι αλήθεια
κ'η αλήθεια είναι η ομορφιά". Μονάχα αυτό προκάνει
να μάθει ο άνθρωπος στη γης κι αυτό να μάθει φτάνει.
"Καινούρια Εποχή" 1960, Άνοιξη
Μετάφραση:Β.Καραμάνος
Πηγή: Ανθολογία της Ευρωπαϊκής και Αμερικανικής ποιήσεως,Παρουσία